Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΤο Brexit της Αμερικής: Να πολεμήσουμε τον Τραμπ πολεμώντας τον καπιταλισμό!

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Το Brexit της Αμερικής: Να πολεμήσουμε τον Τραμπ πολεμώντας τον καπιταλισμό!

Η πρώτη ανάλυση για την εκλογή Τραμπ λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, από τον αρχισυντάκτη του αμερικάνικου μαρξιστικού περιοδικού Socialist Appeal, το οποίο εκδίδεται από το τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT) στις ΗΠΑ.

του Τζων Πήτερσον
αρχισυντάκτη του αμερικανικού μαρξιστικού περιοδικού «Socialist Appeal»
(αμερικάνικο τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης – ΙΜΤ)

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Κάπως έτσι τελειώνει το «σχολείο των Δημοκρατικών». Αυτό που κάποτε έμοιαζε απίθανο – σαν σενάριο από τη Ζώνη του Λυκόφωτος – έχει γίνει μια σουρεαλιστική πραγματικότητα. Μαζί με εκατομμύρια άλλους ανθρώπους οι ειδικοί των Μ.Μ.Ε. συγκλονιστήκαν, παρόλο που προσπάθησαν να διατηρήσουν την συνοχή τους, μπροστά στην κατάρρευση του «μπλε τείχους» των «σίγουρων» πολιτειών της Χίλαρυ, και στην ανατροπή της κατάστασης υπέρ του Ντόναλντ.

Ο Ομπάμα εξέφρασε την ισχνή παρηγοριά πως «Ο ήλιος θα συνεχίσει να ανατέλλει το πρωί». Όντως, όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα, ο ήλιος πράγματι θα ανατείλει το πρωί. Όμως θα ανατείλει σε έναν πολύ διαφορετικό κόσμο. Έναν κόσμο στον οποίο, μέσα σε μια νύχτα θα έχει συμβεί η κατάρρευση της σάπιας δυναστείας των Κλίντον, και θα έχει διαφανεί η πλήρης αποτυχία της εκλογικής στρατηγικής του «μικρότερου κακού».

«ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΝΕΒΗ ΑΥΤΟ»!

«Ούτε να κλαις, ούτε να γελάς. Να καταλαβαίνεις» ( Σπινόζα)
«Όλα όσα είναι στέρεα διαλύονται στον αέρα, όλα όσα είναι ιερά έχουν βεβηλωθεί»( Καρλ Μάρξ).

Αν όλα πήγαιναν «όπως έπρεπε», τα πράγματα δεν θα τελείωναν έτσι. Μα όπως έχουμε εξηγήσει, δεν μπορούσαν να πάνε «όπως έπρεπε». Η λογική έδειχνε μια νίκη για την Κλίντον, μα κάτω από τα χτυπήματα της οικονομικής κρίσης η λογική και η ορθή πολιτική ανάλυση μοιάζουν να έχουν πεταχτεί από το παράθυρο. Το 2016 ήταν το έτος των λαϊκιστών –και από αριστερά και από δεξιά- και με τον Σάντερς να έχει εξωθηθεί εκτός αγώνα, ο Τραμπ ήταν πρακτικά αυτός που πρώτιστα θα εισέπραττε το πλεονέκτημα. Τα μεγάλα και συμπαγή πλήθη που συγκέντρωνε, ενώ η «διεφθαρμένη Χίλαρυ» αγωνιζόταν για τη δημιουργία ενός κάποιου ενθουσιασμού, ήταν μια σαφής ένδειξη ότι κάτι μεγάλο επρόκειτο να συμβεί.

Δε θα έπρεπε λοιπόν να νιώθουμε έκπληξη. Εξάλλου όπως έχουμε εξηγήσει στην προεκλογική μας ανάλυση: «αν το Brexit είναι δυνατό να συμβεί, τοτε και ο Ντόναλντ Τράμπ είναι δυνατο να γίνει ο επόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ». Στην εποχή της προηγμένης καπιταλιστικής αποσύνθεσης, το αδιανόητο είναι η νέα κανονικότητα. Όταν οι Μαρξιστές λένε πως «απότομες και ξαφνικές αλλαγές» είναι στην ημερήσια διάταξη, αυτό δεν είναι μια κενή έκφραση. Όταν εξηγούσαμε πως όποιος και να κερδίσει τις εκλογές θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια αποφασιστική αλλαγή στην κατάσταση, αυτό δεν ήταν υπερβολή. Με δοσμένη την έκπληξη του αγώνα του Σάντερς και τώρα με την εκλογή Τραμπ, ποιος μπορεί να πει ότι τίποτα δεν αλλάζει ποτέ στις ΗΠΑ; Μπορεί να μην είναι το είδος της αλλαγής που, εκατομμύρια ανθρώπων ονειρεύονται, όμως δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια κολοσσιαία αλλαγή.

Είναι αδύνατον να προβλέψουμε με ακρίβεια τις πλήρεις επιπτώσεις του γεγονότος αυτού για την παγκόσμια οικονομία και τον ταξικό αγώνα, όμως θα είναι το δίχως άλλο ευρείες. Ακόμα και πριν ανακοινωθούν επίσημα τα αποτελέσματα, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του Dow Jones έπεσαν κατά 700 μονάδες, το Μεξικανικό πέσο έχασε 10% της αξίας του σε σχέση με το δολάριο, οι τιμές του χρυσού εκτινάχτηκαν, και οι Ασιατικές αγορές αντιμετώπισαν μεγάλη πτώση.

Οι ΗΠΑ δεν είναι μια πρώην υπερδύναμη δεύτερης πλέον διαλογής, αλλά παραμένει η καρδιά και το κέντρο του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού.
Οι Financial Times αναφέρουν «Θα χρειαστεί κάποιο διάστημα για να φανούν πραγματικά οι συνέπειες της εκλογής Τραμπ. Οι δημοσκόποι διάβασαν λάθος τις διαθέσεις του Αμερικανικού λαού. Εκλέγοντας έναν άνθρωπο γνωστό για την αποστροφή του στο σύστημα των Αμερικανικών θεσμικών λειτουργιών, οι Αμερικανοί έστειλαν στην Ουάσινγκτον το εκλογικό αντίστοιχο ενός επίδοξου αυτόχειρα. Η θητεία Τραμπ μπορεί να ανατινάξει το σύστημα».

Με λίγα λόγια οι δημοσκόποι απέτυχαν παταγωδώς γιατί τα Μέσα ήθελαν απελπισμένα να πιστέψουν το ίδιο τους το παραμύθι. Ετσι όπως δεν έδιναν στον Μπέρνι Σαντερς την παραμικρή πιθανότητα να απειλήσει την Χίλαρυ, θεώρησαν πως ο χυδαίος σεξισμός, ο ρατσισμός και η άγνοια του Τραμπ θα ήταν από μόνα τους στοιχεία ικανά για να τον βυθιστούν. Ο Σαντερς υπέκυψε στην πίεση. Ο Τραμπ όμως δεν υπέκυψε και οι υποστηρικτές του επιβράβευσαν την αντοχή του και τον οδήγησαν στη νίκη.

Γυναίκες και Κλίντον

Μερικοί θα κατηγορήσουν το σεξισμό και το μισογυνισμό για το αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία περί αυτού: αυτό το διχαστικό δηλητήριο «ζει και βασιλεύει» στις ΗΠΑ και θα συνεχίσει να ζει όσο οι τάξεις και οι τεχνητές διακρίσεις θα συνεχίσουν να υφίστανται. Ωστόσο, υπάρχουν άλλοι σημαντικότεροι λόγοι για την απόρριψη από μέρος της κοινωνίας της υποψηφιότητας Κλίντον, που δεν είναι σχετίζονται με το θέμα του φύλλου. Όπως το έθεσε άλλωστε ωμά η ακτιβίστρια-ηθοποιός Σούζαν Σάραντον: «Εγώ δε ψηφίζω με τον κόλπο μου!».

Παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ είναι ένας απεχθής σεξιστής στα λόγια και στις πράξεις , αυτό ωχριά σε σύγκριση με τις δράσεις της Κλίντον ενάντια στα συμφέροντα των εκατομμυρίων γυναικών που εργάζονται στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο. Ως ένα μόνο παράδειγμα, πάρτε το περίφημο Ίδρυμα Κλίντον, το οποίο πληρώνει τις γυναίκες υπαλλήλους του μόνο το 72% του μισθού των αντρών, ακόμα λιγότερο κι από τον μέσο όρο του 75% για μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει ότι πληρώνει τις γυναίκες $7,20 αντί $10 την ώρα για τους άνδρες που κάνουν την ίδια δουλειά. Για να μην αναφέρουμε την εξαθλίωση των εκατομμυρίων γυναικών στη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Λιβύη, και όλα τα άλλα μέρη του κόσμου στα οποία η Υπουργός Εξωτερικών Κλίντον επεφύλαξε βομβαρδισμούς και φτωχοποίηση.

Η μεγάλη πλειοψηφία των αμερικάνων πολιτών δε θα είχαν κανένα πρόβλημα να εκλεγεί μία γυναίκα πρόεδρος, σύμφωνα με τις σχετικές δημοσκοπήσεις. Αντίθετα πολλοί πίστευαν ότι θα αποτελούσε ένα σημαντικό ορόσημο. Ωστόσο, όταν ήρθε η κατάλληλη στιγμή δεν αποφάσισαν να ψηφίσουν αυτή τη γυναίκα για πρόεδρο. Ψήφισαν τον Τραμπ, όχι επειδή είναι ηλίθιοι κι αδιάφοροι, αλλά γιατί το ταξικό τους ένστικτο τους είπε ότι η Χίλαρι Κλίντον ήταν ταξικός εχθρός τους.

«Είναι η Οικονομία, Ηλίθιε»

Το κλειδί για την εξήγηση του αποτελέσματος βρίσκεται στη κληρονομιά που άφησε ο Ομπάμα μετά από 8 χρόνια στην εξουσία. Όπως ανέφερε ο Μάρτιν Γουλφ, των Financial Times, πριν τις εκλογές:

«Ακόμα, μερικά από τα σημάδια που άφησε η κρίση, όπως μειωμένη εμπιστοσύνη στην εντιμότητα και την ικανότητα των οικονομικών, πνευματικών και πολιτικών ελίτ, ήρθαν να προστεθούν στο βουνό των λοιπών επιπτώσεων.

Το αληθινό μέσο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 5,2% μεταξύ 2014 και 2015. Ωστόσο, παραμένει κάτω από τα επίπεδα προ της κρίσης. Πράγματι, είναι κάτω από τα επίπεδα του 2000 και μάλιστα πέφτει σε σχέση με το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ σταθερά από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Η επίδοση αυτή εξηγεί το κύμα της απογοήτευσης, ακόμα και της απόγνωσης, που εμφανίστηκε τόσο έντονα σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση.

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός οτι η ανισότητα έχει διευρυνθεί σημαντικά. Ανάμεσα στο 1980 και την τελευταία περίοδο, το 1% των φορολογουμενων υψηλων εισοδηματων περασε στην κατοχη από το 10% στο 18% του συνολικού μεικτού εισοδήματος. Ακόμη και μετά τη φορολογία, αυξήθηκε κατά ένα τρίτο, από 8% μέχρι 12%. Η αύξηση της αποζημίωσης των διευθυνόντων συμβούλων, σε σχέση με εκείνη των εργαζομένων, υπήρξε τεράστια. Οι ΗΠΑ έχουν την υψηλότερη ανισότητα σε σχέση με οποιαδήποτε «αναπτυγμένη» χώρα και έχουν την ταχύτερη αύξηση της ανισότητας μεταξύ των επτά κορυφαίων οικονομιών. Η απόκλιση μεταξύ των χωρών αυτών δείχνει ότι η αυξανόμενη ανισότητα είναι πολύ περισσότερο μια κοινωνική επιλογή παρά μια οικονομική πραγματικότητα.

Στενά συνδεδεμένη με την αυξανόμενη ανισότητα υπήρξε η μείωση του μεριδίου της εργασίας στο ΑΕΠ από 64,6% το 2001 σε 60,4% το 2014. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν μόνο πληγεί από τη μείωση της πίτας που τους αναλογεί. Το ίδιο σημαντική είναι η σταθερή αύξηση του ποσοστού των ανδρών ηλικίας 25-54 που δεν έχουν δουλειά, ούτε ψάχνουν για μία, από περίπου 3% το 1950 σε 12% σήμερα. Ακόμη και η Γαλλία είχε υψηλότερο ποσοστό ανδρών στην πλέον παραγωγική ηλικία σε θέσεις εργασίας από ό,τι οι ΗΠΑ, κάθε χρόνο από το 2001. Από το 1990, οι ΗΠΑ ήταν η δεύτερη χώρα μέλος του ΟΟΣΑ στην αύξηση της ανδρικής μη συμμετοχής στην αγορά εργασίας. Ακόμα, μετά το 2000, η ​​πτωτική τάση στην μη συμμετοχή των γυναικών στην πλέον παραγωγική ηλικία σταμάτησε κι έμεινε στάσιμη. Το ποσοστό των γυναικών στις ΗΠΑ, σε αυτή την ηλικιακή κατηγορία, που έχουν εργασία, βρίσκεται σήμερα ανάμεσα στα χαμηλότερα από όλα τα μέλη του ΟΟΣΑ».

Δεν είναι τυχαίο ότι το μήνυμα του Τραμπ βρήκε ανταπόκριση στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές. Η μεσοδυτική Αμερική ιδίως, χτυπήθηκε σκληρά από την κρίση, και πρώην Δημοκρατικά προπύργια όπως το Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν, μαζί με τη Πενσυλβανία και το Οχάιο πήγαν στον Τραμπ. Χωρίς σαφή προοπτική από την ηγεσία της εργατικής τάξης, τα αποτελέσματα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης απορρίπτονται με έναν συγκεχυμένο και εθνικιστικό τρόπο, με μια αντίθεση στη μετανάστευση, την Κίνα, κ.λπ.
Εκατομμύρια Αμερικανοί αισθάνονται ότι δεν έχουν μέλλον και ότι η αξιοπρέπειά τους έχει χαθεί από τη συνεχιζόμενη κρίση. Η «επιδημία» ηρωίνης είναι μόνο μία εκδήλωση αυτού του γεγονότος. Θέλουν να «πνίξουν στον βάλτο» την Ουάσινγκτον και «να πάρουν πίσω τη χώρα τους» – αν και εξ αρχής δεν την είχαν και ποτέ.

Οι Δημοκρατικοί ηταν στην εξουσία στα πιο προσοδοφόρα χρόνια στην ιστορία της Wall Street, χρόνια που αντιστοιχούν σε μια δεκαετία στασιμότητας και ύφεσης για τους εργαζόμενους. Δεν μπορούν να ζουν πια βασιζόμενοι σε φρούδες ελπίδες. Αυτό εξηγεί γιατί, παρά το γεγονός ότι είναι δισεκατομμυριούχος, ο Τραμπ ήταν σε θέση να εμφανιστεί ως το απόλυτο αουτσάιντερ, και σε σύγκριση με τη Κλίντον, σίγουρα ήταν τέτοιο. Αυτός είναι ο πρώτος πρόεδρος που δεν είχε ποτέ πριν εκλεγεί σε κάποιο δημόσιο αξίωμα ή υπηρετήσει στον στρατό. Και παρά τα ψέματα που ξεστομούσε σχεδόν με κάθε ανάσα, οι επιθέσεις του ενάντια στο κατεστημένο συχνά περιέχουν περισσότερες από μία δόση αλήθειας.

«Αριστερά» και «Δεξιά»

Οπότε, αν και επιφανειακά φαίνεται αντιφατικό, τα εκατομμύρια που ψήφισαν τον Τραμπ στην πραγματικότητα εξέφραζαν τα ταξικά τους ένστικτα, αν και με έναν συγχυσμένο και διαστρεβλωμένο τρόπο. Αξίζει να παραθέσουμε αυτό που γράφαμε τις παραμονές των εκλογών:

«Πώς να κατανοήσουμε την υποστήριξη για τον Τραμπ; Αν πραγματικά κερδίσει, αυτό σημαίνει ότι εκατομμύρια αμερικανοί εργάτες θα τον ψηφίσουν. Η βασική μερίδα υποστηρικτών του είναι εμφανώς η ‘‘εξαγριωμένη μικροαστική τάξη’’ – όσο αριθμητικά μειωμένη και κοινωνικά αδύναμη κι αν είναι – όμως έχει εκμεταλλευτεί σε σημαντικό βαθμό τον θυμό εκατομμυρίων εργαζόμενων. Για να καταλάβουμε τι συμβαίνει θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τη διαδεδομένη-ακαδημαϊκή-αστική-φιλελεύθερη αντίληψη του τι σημαίνει «αριστερά» και «δεξιά». Με λίγα λόγια, οφείλουμε να αναλύσουμε τις εξελίξεις που συμβαίνουν από μία ταξική προοπτική.

Για τους μαρξιστές, η «αριστερά» αντιπροσωπεύει τη ζωντανή, ιστορικά προοδευτική για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, πάλη για τον επαναστατικό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Η «δεξιά» αποτελεί τον υπερασπιστή του υπέργηρου καπιταλισμού, ενός οπισθοδρομικού συστήματος βασισμένου στην εκμετάλλευση και καταπίεση που έχει επιβιώσει πολύ μετά την «ημερομηνία λήξης» του εξαιτίας των προδοσιών των ηγετών της εργατικής τάξης. Το καθοριστικό στοιχείο δεν είναι η μία ή η άλλη πολιτική αφηρημένα, αλλά η ταξική θέση: είσαι εργαζόμενος ή ζεις από την εργασία κάποιων άλλων που εργάζονται για σένα;

Για να διατηρηθεί η ψευδαίσθηση της δημοκρατίας σαν ‘»κανόνας της πλειοψηφίας’», οι εργάτες, οι οποίοι ξεπερνούν αριθμητικά κατά πολύ τους καπιταλιστές, πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ψηφίσουν (ή τουλάχιστον εκείνοι που δεν έχουν αποκλειστεί από την διαδικασία για διάφορους ψευδείς λόγους). Κατά τη διάρκεια μιας «κανονικής» περιόδου, επιφανειακές διαφορές στην κοινωνική, οικονομική, ή εξωτερική πολιτική είναι αρκετές για τους ψηφοφόρους ώστε να αποφασίσουν ποιον θα πρέπει να ψηφίσουν. Αλλά μερικές φορές, όταν οι αντιφάσεις του συστήματος σπρώχνουν τα υπάρχοντα κόμματα σε οριακό σημείο, και δεν υπάρχει μια μαζική εργατική εναλλακτική για να τα αντικαταστήσει, απαιτούνται άλλες μέθοδοι για να κρατήσει το σύστημα τα πράγματα μέσα σε ασφαλή όρια.

Συνειδητά ή ασυνείδητα, η λειτουργία τόσο του αριστερού όσο και του δεξιού λαϊκισμού είναι να οδηγήσει τους εργαζόμενους να ψηφίσουν για κόμματα που υπερασπίζονται ταξικά συμφέροντα διαμετρικά αντίθετα από τα δικά τους. Αντιμετωπίζοντας την πολιτική απλώς ως «εμείς εναντίον των άλλων», δια μέσω διαφόρων ιδεολογικών και δημογραφικών προσταγμάτων, η προσοχή εκτρέπεται από το βασικό πρόβλημα: την οργανική κρίση και το αδιέξοδο του συστήματος. Ταυτόχρονα, όμως, ανακατεύοντας μαζί αυτές τις δυνάμεις διαμορφώνεται μια δυνητική απειλή για την άρχουσα τάξη, καθώς οι «ταχυδακτυλουργοί» μπορεί να μην είναι σε θέση να τις κρατήσουν υπό έλεγχο. Το κόλπο είναι να ταρακουνήσουν τους ανθρώπους όσο ακριβώς χρειάζεται για να τους πάρουν με με το μέρος τους στις δημοσκοπήσεις και τις εκλογές, αλλά όχι τόσο πολύ ώστε πραγματικά να πιστεύουν ότι έχουν λόγο για το πώς πρέπει να λειτουργεί η κοινωνία. Μετά τις εκλογές, ο καθένας υποτίθεται ότι πρέπει να πάει σπίτι και να αφήσει την πολιτική στους επαγγελματίες. Είναι αδιανόητο να θέλουν να βγουν στους δρόμους, να παρελάσουν στην πρωτεύουσα, να καταλάβουν εργοστάσια και να οργανώσουν μαζικές απεργίες.

Οπότε ας είμαστε σαφείς: οι Δημοκρατικοί δεν είναι «αριστερά», και οι Ρεπουμπλικάνοι δεν είναι «δεξιά». Και τα δύο είναι δεξιά κόμματα. Και τα δύο ήταν πάντα και παραμένουν, κόμματα της, από, και για την άρχουσα τάξη. Είναι στην καλύτερη περίπτωση η «φιλελεύθερη» και «συντηρητική» πτέρυγα της καπιταλιστικής τάξης. Αν και εξελίχθηκαν ιστορικά σε ιδεολογικό ανταγωνισμό μεταξύ τους, τόσο ο φιλελευθερισμός όσο και ο συντηρητισμός είναι παραλλαγές της καπιταλιστικής κυριαρχίας και θα συμμαχούν πάντα ενάντια στα συμφέροντα των εργαζομένων. Τόσο οι Δημοκρατικοί οσο και οι Ρεπουμπλικάνοι καλούν δημαγωγικά την εργατική τάξη, υπόσχονται τον ήλιο και τα αστέρια κατά τη διάρκεια των εκλογών, αλλά κυβερνούν για τα συμφέροντα των καπιταλιστών από την επόμενη μέρα.

Με δεδομένη την έλλειψη ενός μαζικού εργατικού κόμματος, η εργατική πλειοψηφία αναγκάζεται να «επιλέξει» μία από αυτές τις πτέρυγες που θεωρεί ως τη «λιγότερο κακή» κάθε φορά που πλησιάζει μια εκλογική αναμέτρηση. Για δεκαετίες, οι Δημοκρατικοί παρουσιάζονταν ως περισσότερο «αριστεροί» εξαιτίας της κληρονομιάς μετριοπαθών μεταρρυθμίσεων από τον Ρούσβελτ και το New Deal, τον δυναμισμού του Κένεντι και της «Μεγάλης Κοινωνίας». Αλλά η κρίση του συστήματος σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πια άλλα ψίχουλα για μοίρασμα. Οι καπιταλιστές θέλουν να κρατήσουν όλη την πίτα, ακόμα κι αν είναι οι εργαζόμενοι που κάνουν όλο το «ψήσιμο».

Μετά από σχεδόν μία δεκαετία στασιμότητας, αδιαφορίας και ανεργίας υπό την διακυβέρνηση των Δημοκρατικών, δεν είναι και τόσο ξεκάθαρο για τους εργάτες ποιο κακό είναι το ‘‘λιγότερο’’. Κυρίως είναι οι μεγαλύτεροι, λευκοί, άντρες εργαζόμενοι που υποστηρίζουν τον Τραμπ, πολλοί από αυτούς μέλη των συνδικάτων. Αυτοί αποτελούν τους βασικούς δέκτες της μεταπολεμικής ανάπτυξης και τώρα αντιλαμβάνονται τη πίεση από τους τοίχους που στενεύουν και τους πλησιάζουν. Ωστόσο δεν κατανοούν ακόμα ότι η αιτία αυτής της μείωσης του βιοτικού τους επιπέδου είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, και διαποτισμένοι από τους συνδικαλιστές ηγέτες με την ιδέα της «συνεργασίας με τα αφεντικά», προσπαθούν απελπισμένα να διατηρήσουν ότι λίγο τους έχει απομείνει. Ελπίζουν, ενάντια σε κάθε λογική, ότι ένας «ισχυρός επιχειρηματίας» θα κάνει τη δουλειά.»

Καμία λύση μέσα στον καπιταλισμό

Αλλά οι εσφαλμένες ελπίδες τους, σύντομα θα θρυμματιστούν στα βράχια της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Καθώς ο Τραμπ αναλαμβάνει τα ηνία ενός συστήματος που ο ίδιος έχει αποκαλέσει στημένο και διεφθαρμένο, ο βαθμός της αυταπάτης του είναι εμφανής. Στη νικητήρια ομιλία του, έδωσε τις εξής υποσχέσεις:

«Θα επισκευάσουμε τα κέντρα των πόλεών μας και θα κατασκευάσουμε αυτοκινητόδρομους, γέφυρες, σήραγγες, αεροδρόμια, σχολεία, νοσοκομεία. Θα ανοικοδομήσουμε την υποδομή μας, η οποία θα γίνει, παρεμπιπτόντως, ασύγκριτη, και θα βάλουμε εκατομμύρια ανθρώπων να εργαστούν, καθώς θα ανοικοδομούμε.»

«…Θα ξεκινήσουμε ένα πρόγραμμα εθνικής ανάπτυξης και ανανέωσης. Θα αξιοποιήσω τα δημιουργικά ταλέντα των ανθρώπων και θα στραφούμε προς τους καλύτερους και εξυπνότερους, προκειμένου να επωφεληθούμε από το τεράστιο ταλέντο τους προς όφελος όλων. Αυτό πρόκειται να συμβεί. Έχουμε ένα εξαιρετικό οικονομικό σχέδιο. Θα διπλασιάσουμε την ανάπτυξή μας και θα έχουμε την ισχυρότερη οικονομία από οπουδήποτε στον κόσμο. Την ίδια στιγμή θα έχουμε καλές σχέσεις με άλλα έθνη που είναι πρόθυμα να έχουν καλές σχέσεις με εμάς. Θα το κάνουμε. Θα έχουμε πολύ καλές σχέσεις. Αναμένουμε να έχουμε εξαιρετικές σχέσεις. Κανένα όνειρο δεν είναι τόσο μεγάλο, καμία πρόκληση δεν είναι τόσο σπουδαία. Τίποτα από αυτά που θέλουμε για το μέλλον μας δεν είναι πέρα από τις δυνατότητές μας».

«Η Αμερική δεν θα αρκεστεί ποτέ ξανά σε κάτι λιγότερο από το καλύτερο. Πρέπει να διεκδικήσουμε το πεπρωμένο της χώρας μας και να κάνουμε μεγάλα και τολμηρά όνειρα. Πρέπει να το κάνουμε. Θα ονειρευτούμε ξανά όμορφα και επιτυχημένα πράγματα για τη χώρα μας. Θέλω να πω στην παγκόσμια κοινότητα ότι, ενώ βάζουμε πάντα τα συμφέροντα της Αμερικής πρώτα, θα ασχοληθούμε με όλους, με όλους. Με όλους τους ανθρώπους και όλα τα άλλα έθνη. Θα αναζητήσουμε κοινό έδαφος, όχι εχθρότητα – συνεργασία, όχι σύγκρουση».

Μέσα σε όλη τη δημαγωγία και αθλιότητα του, ο Τράμπ υπόσχεται θέσεις εργασίας για όλους, ένα τέλος στο χάος του λεγόμενου «Obamacare» , και , επιπλέον, ότι θα κάνει «τα όνειρά σας…πραγματικότητα!». Ενώ έχει προσελκύσει την υποστήριξη πολλών ορκισμένων ρατσιστών και οπαδών της λευκής υπεροχής, για τους περισσότερους εργαζόμενους, το μήνυμά του πιάνει τόπο, παρά τον εμφανή ρατσισμό και σεξισμό του. Έχει υποσχεθεί την επιστροφή στις μυθικές καλές εποχές, τότε που η Αμερική ήταν «τεράστια». Οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν καταλαβαίνουν ότι εκείνες οι ημέρες στηρίχθηκαν σε μια ανεπανάληπτη σύγκλυση συνθηκών που διήρκησε μόλις λίγες δεκαετίες και από τις όποιες επωφελήθηκε μόνο ένα μέρος του πληθυσμού. Αυτές οι ημέρες δεν πρόκειται να ξανάρθουν, παρά τις υποσχέσεις του Τράμπ.

Ο εκλεγμένος πρόεδρος έχει, επίσης, υποστηρίξει ότι είναι «τόσο εύκολο!» να διορθώσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί εργαζόμενοι. Ακριβώς για αυτό, δηλαδή για μια εύκολη λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, ψήφισαν εκατομμύρια άνθρωποι το 2008. Τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης των Δημοκρατικών ήταν θλιβερά. Αλλά με δεδομένο τον πολιτικό διπολισμό που έχει κυριαρχήσει στην πολιτική των ΗΠΑ για 150 χρόνια, και την αποτυχία των ηγετών της εργατικής τάξης να χτίσει μια εναλλακτική λύση, είναι φυσικό «το άλλο κόμμα» να είναι κάθε φορά ο κύριος ωφελούμενος από την αυξανόμενη δυσαρέσκεια.

Αλλά έχουμε άσχημα νέα για τον κύριο Τράμπ: η επίλυση της καπιταλιστικής κρίσης εντός των ορίων του συστήματος είναι αδύνατη. Στη νικητηρια ομιλία του κάλεσε επισης σε ενότητα και δεσμεύτηκε να γίνει πρόεδρος για όλους τους Αμερικάνους. Ωστόσο, αυτό είναι απραγματοποίητο. Ο κ. Τραμπ μπορεί να αποφανθεί μόνο για ένα ελάχιστο μέρος του πληθυσμού: τους δισεκατομμυριούχους, των οποίων τα συμφέροντα είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με αυτά των εργαζομένων.

Οι Ρεπουμπλικάνοι τώρα ελέγχουν το Κογκρέσο, καθώς και τον Λευκό Οίκο. Οι μάσκες θα πέσουν στις πρώτες επιθέσεις τους εναντίον των εργαζομένων, και δε θα έχουν καμία δικαιολογία για τη μη υλοποίηση των υποσχέσεων του Τραμπ. Όταν η απογοήτευση, αναπόφευκτα, θα εμφανιστεί, θα είναι προφανές ότι με τον δικό του διαστρεβλωμένο τρόπο, ο Τράμπ έχει βοηθήσει να απελευθερωθούν κοινωνικές δυνάμεις που ο ίδιος και το κόμμα του δεν θα είναι σε θέση να ελέγξουν. Γι αυτό το λόγο η άρχουσα τάξη προτιμούσε την Χίλαρι. Ωστόσο, με την ανοιχτή αυτή προτίμησή της, η άρχουσα τάξη, απλώς τροφοδότησε τον θυμό και ενθάρρυνε την αντίδραση ενάντια στην υποψηφιότητά της.

Η ιστορική ευκαιρία του Μπέρνι Σάντερς

Παρά την κολοσσιαία ανατροπή που πέτυχε ο Τραμπ, ας μην ξεχνάμε την άλλη μεγάλη ιστορία που προέκυψε από τις εκλογές του 2016: το μαζικό κίνημα που στράφηκε στον Μπέρνι Σάντερς. Μόλις 25 χρόνια μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, στη Γή του Joseph Mc Carthy και της Κόκκινης Απειλής, το κάλεσμά του για «πολιτική επανάσταση ενάντια στην τάξη των δισεκατομμυριούχων» του έδωσε πάνω από 13 εκατομμύρια ψήφους στους προκριματικούς γυρους και στις κοινοβουλευτικές ομάδες του Δημοκρατικού Κόμματος. Η ανοιχτά σοσιαλιστική του εκστρατεία συγκέντρωσε τεράστια πλήθη και παρήγαγε τέτοια επίπεδα ενθουσιασμού, που η ψυχρή ομάδα μάρκετινγκ της Κλίντον μπορούσε μόνο να ονειρευτεί.
Παρά το ρεφορμιστικό του πρόγραμμα, το τεράστιο κύμα υποστήριξης υπέρ του Σάντερς αντιπροσώπευε έναν πολιτικό σεισμό που αντήχησε σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Ακόμα και μετά την αποκάλυψη από τα Wiki leaks της απάτης και της ατιμίας της εκστρατείας της Κλίντον, ο Σάντερς υπέκυψε στις πιέσεις, υποστήριξε την Χίλαρι, και αρνήθηκε να κετέβει σαν ανεξάρτητος (όπως τον είχαμε εμείς παροτρύνει.). Η δικαιολογία ήταν ότι η δημιουργία ενός μαζικού σοσιαλιστικού κόμματος θα έδινε την εκλογική νίκη στον Τραμπ. Τώρα που η λογική «του μικρότερου κακού» έχει καταρρεύσει, ποιός μπορεί να αρνηθεί ότι ο Σάντερς θα μπορούσε να είχε κερδίσει τον Τράμπ;

Είτε ο κόσμος θέλει να το παραδεχτεί, είτε όχι, η αλήθεια παραμένει: οι εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να είναι οι χαμένοι μέχρι να έχουμε το δικό μας κόμμα. Χάθηκε μια ιστορική ευκαιρία. Αλλά δεν πρέπει να απελπιζόμαστε. Θα υπάρξουν και άλλες ευκαιρίες. Τίποτα δεν έχει τελειώσει και η φύση απεχθάνεται το κενό. Η αντικειμενική ανάγκη για μια μαζική πολιτική διέξοδο για την εργατική τάξη είναι πιο έντονη από ποτέ. Το φαινόμενο Σάντερς περιέχει πολλούς γόνιμους σπόρους για το μέλλον. Οι Δημοκρατικοί έχουν υποστεί ένα καταστροφικό πλήγμα, αλλά μέχρι να βρούν αντικαταστάτη, θα χωλαίνουν για αρκετό χρονικό διάστημα , όπως ακριβώς το σύστημα που εκπροσωπούν και που πρέπει να αντικατασταθεί από τη συνειδητή δράση της οργανωμένης εργατικής τάξης

Η Κόλαση δεν έχει τόση οργή όσο η περιφρονημένη εργατική τάξη
Βλέπουμε τον περίφημο αμερικανικό πραγματισμό σε δράση, καθώς ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων προσπαθεί να πάρει την κατάσταση στα χέρια του με το μόνο τρόπο που έχει στη διάθεσή του στην παρούσα συγκυρία. Σε τελική ανάλυση, όταν η τηλεόραση χαλάσει και δεν λειτουργεί, η κλασική αμερικανική απάντηση είναι ένα δυνατό κτύπημα με τη γροθιά. Και αν και ύστερα από αυτό δεν λειτουργήσει, ήρθε η ώρα να πεταχτεί στον κάδο και να πάρουμε μία καινούρια. Εκατομμύρια Αμερικανοί μόλις δώσανε ένα δυνατό αρχικό χτύπημα στο καθεστώς. Με τον καιρό, θα δουν και οι ίδιοι ότι η τρέχουσα κατάσταση δεν μπορεί να επισκευασθεί και θα πρέπει να αντικατασταθεί εξ ολοκλήρου.

Όπως ξεκάθαρα το έθεσε η «Washington Post» «..αυτή η αποσύνδεση μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την επιθυμία ανατίναξης ολόκληρου του συστήματος. Και δεν εννοώ μόνο το πολιτικό σύστημα. Εννοώ κάθε ελίτ και κάθε καθεστωτικό θεσμό που θεώρησε για κάποια στιγμή ότι ξέρει καλύτερα την κατάσταση – των μέσων μαζικής ενημέρωσης συμπεριλαμβανομένων σε μεγάλο βαθμό. Ο Τραμπ είναι ένα συλλογικό μεσαίο δάχτυλο από όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι οι ελίτ αυτές, τους έχουν χλευάσει και απορρίψει για πάρα πολύ καιρό. Είναι η εκδίκηση του μέσου ανθρώπου – η οποία γίνεται ακόμη πιο αξιοσημείωτη από το γεγονός ότι το μέσο έκφρασης αυτής της οργής ενάντια στην ελίτ και το καθεστώς, είναι ένας δισεκατομμυριούχος που διαλαλεί σε όλους πόσο έξυπνος και πλούσιος είναι».

Έτσι, ενώ πολλοί Αμερικανοί έχουν αυταπάτες βλέποντας τη λύση στον Τραμπ, εκατομμύρια άλλοι δεν τον στήριξαν ποτέ και ήδη ετοιμάζονται να αντεπιτεθούν. Μετά την απογοήτευση εξαιτίας της συνθηκολόγησης του Σάντερς και την αποτυχία της Κλίντον να σταματήσει τον Τραμπ ως το λιγότερο κακό, ο λαός δεν θα γυρίσει τυφλά πίσω στους Δημοκρατικούς, αν και, όπως έχουμε εξηγήσει, όσο το παρόν σύστημα λειτουργεί , και όσο δεν έχει ακόμα αντικατασταθεί, όλα είναι δυνατά.

Μετά από δεκαετίες προδοσίας, η λευκή εργατική τάξη εγκατέλειψε τελικά το Δημοκρατικό Κόμμα. Ωστόσο, το φλερτ της με τους Ρεπουμπλικάνους θα είναι βραχύβιο, καθώς αυτοί δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στους εργαζόμενους. Αλλά και άλλοι που είχαν αυταπάτες για τους Δημοκρατικούς θα επηρεαστούν βαθιά από αυτό το αποτέλεσμα και θα αρχίσουν να ψάχνουν για εναλλακτικές λύσεις.

Αυτά είναι τα πικρά αποτελέσματα της επιλογής του λεγόμενου λιγότερο κακού. Χρειάστηκαν πάνω από 20 χρόνια, αλλά η «ζώνη της σκουριάς» (ΣτΜ. η περιοχή στις ΒΑ ΗΠΑ, η οποία βρίσκεται σε οικονομική παρακμή από τη δεκαετία του ΄80, μετά την κατάρρευση της εκεί παραγωγής σιδήρου, άνθρακα, χάλυβα και των αντίστοιχων βιομηχανιών) πήρε τελικά την εκδίκησή της για τη NAFTA (ΣτΜ., η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου, μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικό – ένας από τους κύριους καταλύτες της οικονομικής παρακμής της περιοχής αυτής), τη διάλυση του κράτους πρόνοιας, και την πληθώρα των αντεργατικών νόμων που πέρασε ο Μπιλ Κλίντον στη δεκαετία του 1990. Όπως είχαμε προειδοποιήσει ξανά και ξανά, όταν υιοθετείται μία στρατηγική του μικρότερου κακού, εν τέλει το μεγαλύτερο κακό κερδίζει. Και για πολλούς αυτή την εκλογική χρονιά, δεν ήταν τόσο σαφές ποιο κακό ήταν το μικρότερο.

Μια νέα εποχή πόλωσης, λιτότητας και ταξικής πάλης βρίσκεται μπροστά μας
Σε εκείνους που νιώθουν απελπισμένοι από το αποτέλεσμα και φοβούνται ότι ο κόσμος έχει ήδη καταστραφεί θα πρέπει να πούμε: ο αγώνας μόλις τώρα αρχίζει! Κατά μία έννοια, είναι προτιμότερο το γεγονός ότι ο Τραμπ και οι όμοιοί του θα εκτεθούν αργά η γρήγορα, από το να συγκεντρώνουν δυνάμεις ως αντιπολίτευση για άλλα τέσσερα χρόνια, και να ουρλιάζουν «σας το είχαμε πει!». Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι σε μία τέτοια περίπτωση κάτι ακόμη περισσότερο στα δεξιά θα μπορούσε να είχε εμφανιστεί-αν και αυτό μπορεί να προκύψει ακόμα-.

Αλλά για τώρα, το βάρος πέφτει στον Τραμπ και τους Ρεπουμπλικάνους, και όταν αυτοι αποτύχουν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του κόσμου, ο εμφύλιος πόλεμος που μαίνεται ήδη μέσα στις τάξεις τους θα οδηγήσει στη μία κρίση μετά την άλλη και αυτό το κόμμα. Ο Τραμπ ακολουθείται από απραγματοποίητες προσδοκίες. Αν και τον εξυμνούν σήμερα, οι υποστηρικτές του θα στραφούν εναντίον του. Ο θυμός, ο οποίος δεν έχει ακόμη βρει μια συνεκτική, εργατικής κατεύθυνσης έξοδο, θα βρει τελικά μια ταξική έκφραση: ένα μαζικό κόμμα της εργατικής τάξης με οποιαδήποτε μορφή, και αν αυτό μπορεί να εμφανιστεί.

Οι φιλελεύθεροι και πολλοί στην αριστερά θα κατηγορήσουν την υποτιθέμενη άγνοια της εργατικής τάξης. Θα φωνάζουν ότι ο ουρανός θα πέσει, και ότι τα πράγματα κινούνται πολύ προς τα δεξιά, ίσως ακόμη και στο φασισμό. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα κινούνται σύμφωνα με τους απρόβλεπτους στροβιλισμούς και τις δίνες του καπιταλιστικού χάους. Ο Τραμπ δεν είναι η αιτία, αλλά απλώς το αποτέλεσμα και η έκφραση της αποσταθεροποίησης του συστήματος ως συνόλου. Ένα πράγμα είναι σαφές ωστόσο: η μοριακή διαδικασία της επανάστασης στις ΗΠΑ μόλις έλαβε μια δυνατή δόση αδρεναλίνης.

Η στρατηγική των εργατικών ηγετών να στηρίξουν τους Δημοκρατικούς ηττήθηκε κατά κράτος και η αξιοπιστία τους έχει υπονομευθεί σοβαρά. Για να αλλάξει πορεία και να οργανώσει ένα νικηφόρο αγώνα ενάντια στην επόμενη επίθεση, το εργατικό κίνημα χρειάζεται νέες πολιτικές. Τα υπάρχοντα συνδικάτα πρέπει να πλημμυρίσουν με φρέσκα μέλη και νέα σωματεία θα πρέπει να ιδρυθούν για τους δεκάδες εκατομμύρια εργαζόμενους οι οποίοι δεν έχουν καμία συλλογική άμυνα ενάντια στα αφεντικά. Αν οι σημερινοί ηγέτες είναι ανίκανοι να αναβιώσουν τις μαχητικές, ταξικές αρχές που οδήγησαν στην ίδρυση των συνδικάτων αρχικά, θα πρέπει να αποχωρήσουν και νέοι ηγέτες θα σφυρηλατηθούν στους αγώνες που έχουμε μπροστά μας.

Οι φιλοδοξίες της εργατικής τάξης ξεφεύγουν από αυτά που ο καπιταλισμός μπορεί να προσφέρει. Οι νέοι και οι εργαζόμενοι δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να αγωνιστούν. Οι εκλογές του 2016 θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως ένα εγερτήριο κάλεσμα. Η αλλαγή δεν θα έρθει μέσω της ψήφου στα κόμματα των αφεντικών. Χρειαζόμαστε τα δικά μας πολιτικά εργαλεία για τον αγώνα. Επιπλέον, χρειαζόμαστε τις μαρξιστικές ιδέες, τη θεωρία και τις προοπτικές, ώστε να προσανατολίσουμε τη δουλειά μας.

Να αγωνιστούμε για το σοσιαλισμό!

Το σύνθημα να «κάνουμε την Αμερική Μεγάλη πάλι!» αντανακλά μια απελπισμένη επιθυμία να γυρίσει πίσω ο χρόνος σε μια φανταστική περίοδο, όταν το αμερικανικό όνειρο φαινόταν να έχει μία πραγματική υπόσταση. Αλλά οι μαρξιστές καταλαβαίνουν ότι καμία χώρα δεν μπορεί πραγματικά να είναι μεγάλη στον καπιταλισμό. Υπάρχει μόνο ένας δρόμος προς τα εμπρός: να γίνει όλος ο κόσμος «μεγάλος» μέσω του σοσιαλισμού.

Πολλοί άνθρωποι έχουν χάσει δικαιολογημένα το ηθικό τους, νιώθουν απογοήτευση και αηδία. Αλλά δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Πρέπει να μετατρέψουμε την οργή σε δράση. Για να είναι όμως αποτελεσματική η δράση μας, πρέπει να είμαστε οργανωμένοι και οπλισμένοι με ένα πρόγραμμα και σχέδιο. Μπορεί να υπάρξει κάποιος αποπροσανατολισμός στην αρχή, αλλά οι διαμαρτυρίες δεν θα αργήσουν να ξεκινήσουν και με το πέρασμα του χρόνου, οι διαμαρτυρίες αυτές θα εξαπλωθούν και θα προέρχονται από εκατομμύρια ανθρώπων σε όλη τη χώρα. Ως το πιο άξεστο και ξεδιάντροπο κόμμα της άρχουσας τάξης, οι Ρεπουμπλικάνοι θα έχουν ένα ισχυρό κίνημα διαμαρτυρίας στα χέρια τους στο όχι πολύ μακρινό μέλλον. Διαμαρτυρίες έχουν ήδη οργανωθεί μέσω των κοινωνικών μέσων και η Διεθνής Μαρξιστική Τάση θα βρίσκεται εκεί.

Όπως εξηγήσαμε λιγες μόλις ημέρες πριν από τις εκλογές: «Δεν έχει σημασία ποιος θα κερδίσει, ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου θα προεδρεύσει σε συνθήκες πυριτιδαποθήκης, κρίσης και αστάθειας. Περικοπές, λιτότητα, και επιθέσεις στην εργατική τάξη είναι στην ημερήσια διάταξη ανεξάρτητα απ’ ό,τι υπόσχονται οι υποψήφιοι. Οι εργαζόμενοι δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να αντεπιτεθούν στους χώρους εργασίας και στους δρόμους. Λεγαμε παντα πως αν ο Τραμπ κερδίσει, όχι μόνο θα υπάρξουν αυθόρμητες μαζικές διαμαρτυρίες, αλλά η επόμενη οικονομική κρίση μπορεί επίσης να προκληθεί ως αποτέλεσμα της εκλογής του. Οι υποστηρικτές του θα μάθουν σύντομα ότι τους περιέπαιξε. Αν η Κλίντον κερδιζε, ο μήνας του μέλιτος θα ηταν, σίγουρα, βραχύβιος, ειδικά έχοντας μια κόλαση οικονομικής κατάρρευσης να διαφαίνεται στον ορίζοντα. Η τελευταία κρίση δεν εξάντλησε μόνο τα δημόσια ταμεία, αλλά και την προθυμία του λαού να διασώσει για άλλη μια φορά το 1%. Το σοκ και η παράλυση θα αντικατασταθούν από την οργή και την κινητοποίηση.

«… Αντί να λειτουργήσουν ως στοιχείο αποσυμπίεσης, οι εκλογές έχουν αποσταθεροποιήσει την κατάσταση ακόμη περισσότερο. Ανεξάρτητα του αν είμαστε έτοιμοι ή όχι, μαζικά κινήματα σε μια κλίμακα που δεν έχουμε δει ως τώρα, είναι στον ορίζοντα. Η ζωή διδάσκει και τα γεγονότα των επόμενων ετών θα αποτελέσουν ένα εντατικό μάθημα πάνω στην καπιταλιστική κρίση σε όλα τα επίπεδα. Ενώ παρακολουθούμε τις ανατροπές και τις μεταβολές των εκλογών, δεν μπορούμε να αποσπαστούμε από το τσίρκο, που είναι η αστική πολιτική σκηνή. Δεν υπάρχουν περιθώρια για απογοήτευση ή αισθήματα ρουτίνας. Αντίθετα, θα πρέπει να γεμίσουμε από επαναστατική αισιοδοξία, διατηρώντας παράλληλα την προσοχή μας στο στόχο: Το κτίσιμο μίας οργάνωσης στελεχών, ικανών να καταρτίσουν και να εκπαιδεύσουν τα επαναστατικά τάγματα του μέλλοντος».

Η αξιοπιστία και η νομιμότητα του όλου συστήματος έχει βαθιά υπονομευθεί. Σύμφωνα με τον Γουίλιαμ Κόεν, τον πρώην υπουργό Άμυνας υπό τον Μπιλ Κλίντον, η χώρα «κινείται νωχελικά προς την αμοιβαία εξασφαλισμένη καταστροφή του πολιτικού μας συστήματος.»

Και όπως ένας φίλος μου, εργαζόμενος στο Οχάιο, μου έγραψε, καθώς παρουσιάζονταν τα αποτελέσματα: «Λοιπόν παλιέ μου φίλε, φαίνεται ότι το πάρτυ ξεκινά. Επέλεξα ένα τρίτο κόμμα και δεν αισθάνομαι ότι πέταξα αναίτια την ψήφο μου. Ο τρόπος που το βλέπω εγώ είναι ο εξής: αν έχω ως επιλογές σκατά από ροτβάιλερ, σκατά από ντόμπερμαν, ή πίτσα, ακόμη και αν υπάρχει μια πολύ, πολύ μικρή πιθανότητα να πάρω την πίτσα, θα ζητήσω και σε αυτή την περίπτωση την εν λόγω πίτσα. Προβλέπω μια τεράστια καταιγίδα, όταν ο αμερικανικός λαός συνειδητοποιήσει ότι αυτός ο πορτοκαλί δισεκατομμυριούχος δεν εκπροσωπεί ούτε αυτούς ούτε τα συμφέροντά τους.»

Ο καπιταλισμός έχει πτωχεύσει και το ίδιο και τα πολιτικά κόμματα του. Η κρίση του αστικού οικονομικού συστήματος αναπόφευκτα αντανακλάται σε μια κρίση της αστικής πολιτικής ηγεσίας. Από τη μια μέρα στην άλλη, το επίπεδο συνείδησης στην Αμερική έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα προς τα εμπρός. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ σηματοδοτεί ένα ακόμη βήμα στη μη γραμμική, αλλά αδυσώπητη πορεία προς τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Εμπρός μας έχουμε ένα δύσκολο δρόμο. Δεν είναι ώρα να ομφαλοσκοπούμε. Ήρθε η ώρα να οργανωθούμε! Για να πολεμήσουμε τον Τραμπ, να πολεμήσουμε τον καπιταλισμό! Γίνετε μέλη ή υποστηρίξτε οικονομικά τη Διεθνή Μαρξιστική Τάση! Για ένα μαζικό σοσιαλιστικό κόμμα με βάση τα συνδικάτα και την εργατική τάξη!

Μετάφραση: Αλέξης Μητσόπουλος, Αντριάνα Κοκκίνη, Θωμάς Γεωργίου, Ελένη Ανδριοπούλου, Μάριος Καλομενόπουλος
Συντακτική επιμέλεια: Παναγιώτης Ασημακόπουλος

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα