Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΗ κρίση του κορονοϊού δείχνει τη γύμνια του καπιταλισμού (Μέρος 2ο): Στήνουν...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η κρίση του κορονοϊού δείχνει τη γύμνια του καπιταλισμού (Μέρος 2ο): Στήνουν πάρτυ με φθηνό χρήμα και αδιαφορούν για τη Δημόσια Υγεία – Τι πρέπει να διεκδικήσουμε

Στο πλαίσιο της διεθνούς αποκάλυψης της οργανικής ανικανότητας του καπιταλισμού να προστατέψει τη δημόσια υγεία από την εξάπλωση του κορονοϊού, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνείται ουσιαστικά να ενισχύσει το Δημόσιο σύστημα Υγείας και στήνει πάρτυ φθηνού χρήματος για τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις με πρόσχημα την κρίση. Τι πρέπει να διεκδικήσουμε για να αντιμετωπιστεί η κυβερνητική αδιαφορία για το σύστημα Δημόσιας Υγείας και το κύμα εργοδοτικής αυθαιρεσίας.

Η ελληνική άρχουσα τάξη, οι κυβερνήσεις και οι πολιτικές ηγεσίες της είναι συλλογικά ένοχες για την καταστροφή με την οποία απειλεί την ελληνική κοινωνία η ραγδαία εξάπλωση του κορονοϊού. Διέλυσαν συνειδητά τη Δημόσια Υγεία, για να γλιτώσουν τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ. Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδίας των Νοσοκομειακών Γιατρών, από το 2010 μέχρι σήμερα μείωσαν κατά 50% τις κρατικές δαπάνες για την Υγεία, δημιούργησαν 30.000 κενές οργανικές θέσεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, έκλεισαν τα προηγούμενα 7 χρόνια τουλάχιστον 10 νοσοκομεία, έθεσαν σε αδράνεια το 25% των κρεβατιών των ΜΕΘ (Μονάδες Εντατικής Θεραπείας) και διαμόρφωσαν μια θλιβερή αναλογία με 6 κρεβάτια ΜΕΘ ανά 100 χιλιάδες κατοίκους.

Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, πάρα τα πομπώδη λόγια στα διαγγέλματα του Μητσοτάκη και τις συνεντεύξεις των υπουργών του, στην πράξη, δεν κάνει τίποτα περισσότερο από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αστικές κυβερνήσεις στο ζήτημα της αντιμετώπισης της κρίσης του κορονοϊού. Επιδιώκει συστηματικά η προσοχή της κοινωνίας να μετατεθεί στο πεδίο της «ατομικής ευθύνης», για να κρυφτούν οι εγκληματικές ευθύνες της άρχουσας τάξης και όλων των κυβερνήσεών της, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας, για το διαρκές και συνεχιζόμενο έγκλημα της διάλυσης του Δημόσιου συστήματος Υγείας.

Καταρχάς, η κυβέρνηση της Ν.Δ φανέρωσε πλήρως την ακαταλληλότητά της ως προς το καθήκον της προστασίας της δημόσιας υγείας, όταν επί σχεδόν 2 βδομάδες, από φόβο να μην «κακοκαρδίσει» την ορθόδοξη ιεραρχία, παρακολουθούσε παθητικά τη δράση των σκοταδιστών ρασοφόρων, οι οποίοι μέσω της κανονικής τέλεσης των λειτουργιών στις Εκκλησίες και της επαναλαμβανόμενης τελετής της «Θείας Κοινωνίας», πιθανότατα, συνέβαλαν στη διασπορά του κορονοϊού στον πληθυσμό.

Ταυτόχρονα, από την πρώτη ημέρα εμφάνισης της απειλής του ιού μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση καλύπτει με συνέπεια τους καπιταλιστές κερδοσκόπους της Υγείας, οι οποίοι χρεώνουν εκατοντάδες ευρώ για ένα διαγνωστικό τεστ, ενώ επίσης, ανέχεται και τη μαυραγορίτικη στάση βιομηχάνων, προμηθευτών και εμπόρων διαφόρων ειδών που σχετίζονται με την αναγκαία ατομική προφύλαξη και απολύμανση.

Στο ζήτημα της αναγκαίας αποτροπής του συνωστισμού ανθρώπων για να εμποδιστεί η γρήγορη μετάδοση του κορονοϊού, η ίδια αυτή κυβέρνηση που σπεύδει πλέον με την παρουσία αστυνομίας να απομακρύνει τους περιπατητές από τα πάρκα, «ξέχασε» όλες αυτές τις μέρες τον υποχρεωτικό «συνωστισμό» χιλιάδων εργαζόμενων σε χώρους δουλειάς διαφόρων κλάδων της βιομηχανίας, στα τηλεφωνικά κέντρα, στις τράπεζες, τις κατασκευές κ.α. Θα μπορούσε αυτόν το συνωστισμό να τον έχει αποτρέψει φροντίζοντας για την υγεία χιλιάδων εργαζόμενων, προχωρώντας ακόμα και σε πλήρη διακοπή της εργασίας στους περισσότερους απ’ αυτούς τους εργασιακούς χώρους για ένα διάστημα, με κανονική καταβολή των μισθών. Αυτό έως σήμερα δεν το έκανε, γιατί, απλούστατα, ιεραρχεί τα καπιταλιστικά κέρδη πάνω από τη δημόσια υγεία.

Το κύριο μέλημα της κυβέρνησης και των φιλικών της, αστικών ΜΜΕ, όλες αυτές τις μέρες είναι η ευθύνη προστασίας της δημόσιας Υγείας να εξατομικευθεί και να αντιμετωπίζεται σαν να είναι, όχι μια συνταγματικά κατοχυρωμένη, κρατική υποχρέωση, αλλά μια προσωπική υπόθεση. Αντί για τον περιορισμό σε συστάσεις (αυτονόητα αναγκαίες στο σημείο που βρισκόμαστε) για μείωση των μετακινήσεων και αποφυγή των συνωστισμών, μια κυβέρνηση που θέλει να υπερασπίσει ειλικρινά τη δημόσια υγεία από την εξάπλωση του κορονοϊού, θα έπρεπε, πάνω και πρώτα απ’ όλα, εδώ και εβδομάδες να εφαρμόζει ένα πλάνο αποφασιστικής ενίσχυσης του Δημόσιου συστήματος Υγείας. Αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να αρνείται την αναγκαία αυτή ενίσχυση. Και αυτό καθίσταται ακόμα προκλητικότερο, από τη στιγμή που η ίδια επαίρεται ότι εξασφάλισε από την Κομισιόν πρόσθετους πόρους λόγω της έκτακτης κατάστασης, καθώς και την έγκριση να μην τηρήσει φέτος τη μνημονιακή υποχρέωση για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ.

Η μόνη χρηματοδοτική ενίσχυση που έχει εξαγγείλει μέχρι στιγμής η κυβέρνηση για τη Δημόσια Υγεία είναι, σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις της, «η ενίσχυση του συστήματος Υγείας, με τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ, επιπλέον του υφιστάμενου Προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας», με σκοπό μόλις 2.000 προσλήψεις νοσηλευτών, αλλά όχι – σύμφωνα με όσα καταγγέλλουν οι νοσοκομειακοί γιατροί – προσλήψεις γιατρών, καθώς και η χορήγηση ενός έκτακτου πασχαλινού βοηθήματος για τους εργαζόμενους στην Υγεία. Έτσι, απολύτως δικαιολογημένα, η Ομοσπονδία των Νοσοκομειακών Γιατρών ανέφερε με ανακοίνωσή της στις 19/03 τα ακόλουθα, απευθυνόμενη στον πρωθυπουργό: «Οι 2.000 προσλήψεις νοσηλευτικού προσωπικού δε φτάνουν. Τόσες είχατε εξαγγείλει και τον Ιούλιο, όταν δεν ήμασταν σε πόλεμο, και δεν τις κάνατε.. Στη μάχη ενάντια στον “αόρατο εχθρό” χρειαζόμαστε: ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ (μόνιμο προσωπικό), ΕΠΙΘΕΤΙΚΑ ΟΠΛΑ (αναπνευστήρες και κλίνες ΜΕΘ), ΑΜΥΝΤΙΚΑ ΟΠΛΑ (ατομικά μέσα προστασίας για το υγειονομικό προσωπικό ώστε να μην βγει εκτός μάχης). Αυτά διεκδικούμε, για να αντιμετωπίσουμε την επιδημία».

Με δεδομένη την σκανδαλώδη, επίμονη κυβερνητική άρνηση να χορηγηθεί η αναγκαία χρηματοδότηση και να εκπονηθεί ένα έκτακτο σχέδιο αποφασιστικής ενίσχυσης του Δημόσιου συστήματος Υγείας, η σχετική συγκράτηση που εμφανίζεται στους ρυθμούς αύξησης των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων κορονοϊού τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα αποτελεί ένα απροσδόκητο, ευτυχές γεγονός (αν και όλοι οι επιστήμονες τονίζουν, χωρίς να παραβλέπουν τη θετική σημασία αυτής της σχετικής συγκράτησης, ότι είναι ακόμα νωρίς για να προεξοφληθεί ο ρυθμός εξέλιξης των κρουσμάτων). Αυτή η σχετική συγκράτηση δεν οφείλεται σε κάποια κρατική, κυβερνητική ενεργητική πολιτική παρέμβαση – παράγοντας που ουσιαστικά απουσιάζει, έχοντας αντικατασταθεί από μια απλή κρατική διαχείριση των συμβουλών των επιστημόνων – αλλά στον αυξημένο βαθμό υπευθυνότητας από την πλευρά των απλών ανθρώπων. Η αξιοσημείωτη συμμόρφωσή τους με τις υποδείξεις των επιστημόνων (παρά τα περί του αντιθέτου σκόπιμα αναφερόμενα στα αστικά ΜΜΕ, τα οποία μεθοδικά καλλιεργούν τη θεωρία της αποκλειστικά ατομικής ευθύνης σαν άλλοθι για πιθανές αρνητικές εξελίξεις στους ρυθμούς εξάπλωσης του ιού το επόμενο διάστημα) πηγάζει από την παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης στο διαλυμένο από τις κυβερνήσεις της λιτότητας και των Μνημονίων Δημόσιο σύστημα Υγείας και από τη βεβαιότητά τους ότι μια αύξηση των κρουσμάτων – αν όχι με ρυθμούς Ιταλίας, έστω με εκείνους της Ισπανίας ή της Γαλλίας –  εξαιτίας αυτής της διάλυσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε επίπεδα απωλειών πολεμικής  καταστροφής.

Κυνισμός και προκλητικότητα: «πακτωλοί» σε τράπεζες και εταιρείες με πρόσχημα την κρίση

Η κυβέρνηση, όχι μόνο αρνείται να ενισχύσει αποφασιστικά το Δημόσιο σύστημα Υγείας, αλλά σε συνεννόηση με την ηγεσία της ΕΕ, ως τμήμα μιας κοινής ευρωπαϊκής αστικής πολιτικής που εφαρμόζεται με πρόσχημα την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών από την πανδημία, επιχειρεί να στήσει ένα μεγάλο πάρτυ με φθηνό χρήμα για τις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Έτσι, με διαδοχικά πρωθυπουργικά διαγγέλματα και υπουργικές συνεντεύξεις στις 18, 19 και 20/03, η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα «αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών» από την εξάπλωση του κορονοϊού, συνολικού ύψους σχεδόν 10 δισ. ευρώ, από τον κρατικό προϋπολογισμό (6,8 δισ. ευρώ) και τον «ανασχεδιασμό του ΕΣΠΑ», χωρίς μάλιστα, όπως ανέφερε στο διάγγελμά του ο Κ. Μητσοτάκης (19/3), να υπολογίζεται η «παροχή πρόσθετης ρευστότητας στις επιχειρήσεις από τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία»! Ταυτόχρονα, άλλα 12 δισ. ευρώ προβλέπεται να διοχετευθούν «στην ελληνική οικονομία» από την ποσοτική χαλάρωση. Ποιος όμως, θα καρπωθεί αυτά τα, συνολικά, 22 δισ. ευρώ;

Για το 1,4 εκατομμύριο εργαζομένους, αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες που πλήττονται άμεσα από τις οικονομικές συνέπειες της εξάπλωσης του κορονοϊού προορίζονται μόνο τα 2 από αυτά τα 22 δισ. ευρώ. Οι υπουργοί, στις σχετικές πομπώδεις συνεντεύξεις τους, παρουσιάζοντας τα «μέτρα για την ενίσχυση της οικονομίας», ισχυρίστηκαν ότι αυτά «ωφελούν» τους εργαζόμενους, τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Στην πραγματικότητα, αυτό που κάνουν είναι να μειώνουν την εισοδηματική ζημιά που υφίστανται από την αναστολή λειτουργίας ή την υπολειτουργία των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται. Πρακτικά, αυτά τα 2 δισ. χρησιμεύουν απλώς για να δημιουργηθεί ένα επικοινωνιακό προκάλυμμα ώστε να κρυφτεί η προκλητική ενίσχυση των καπιταλιστών και ενός μεγάλου τμήματος μεσαίων εργοδοτών με τα υπόλοιπα, 20 δισ. ευρώ.

Τι προβλέπουν όμως, συγκεκριμένα, τα μέτρα αυτά για τους εργαζόμενους; Οκτακόσιες χιλιάδες εργαζόμενοι, συνολικά 320.000 επιχειρήσεων, των οποίων η λειτουργία είτε έχει ήδη ανασταλεί με κρατική εντολή, είτε επηρεάζεται δραστικά από τις οικονομικές επιπτώσεις του κορονοϊού, μαζί με 40.000 ακόμα εργαζόμενους που απολύθηκαν απ’ αυτές τις επιχειρήσεις μέσα στον Μάρτιο σε μια ανάλγητη απόπειρα των εργοδοτών να ξεφορτωθούν το κόστος τους, θα λάβουν από το κράτος ένα ειδικό βοήθημα 800 ευρώ για την περίοδο μέχρι και το τέλος Απριλίου. Τα χρήματα αυτά, αναλογικά κατανεμημένα στο διάστημα του 1,5 αυτού μήνα, είναι λιγότερα και από τον προβλεπόμενο μηνιαίο κατώτατο μισθό. Έτσι, οι εργαζόμενοι που εργάζονται σε αυτές τις επιχειρήσεις με καθεστώς πλήρους απασχόλησης υποχρεώνονται να περάσουν το διάστημα αυτού του 1,5 μήνα με συρρικνωμένο εισόδημα. Η συρρίκνωση, μάλιστα, γίνεται μεγαλύτερη με την σκανδαλώδη παροχή από την κυβέρνηση στους εργοδότες του δικαιώματος να καθυστερήσουν έως τα μέσα καλοκαιριού την καταβολή του «δώρου του Πάσχα», η οποία κανονικά θα έπρεπε να γίνει στα μέσα Απριλίου.

Αυτή η συρρίκνωση θα μετριαστεί ελαφρά και όχι για όλους, με την καταβολή από το κράτος του 60% του μισθώματος για πρώτη κατοικία για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο στους εργαζόμενους που μένουν στο νοίκι, με την ωφέλεια να είναι ασήμαντη για πολλούς απ’ αυτούς, οι οποίοι όπως συνηθίζεται έχουν υποχρεωθεί από τους ιδιοκτήτες των κατοικιών τους να καταβάλουν πραγματικό νοίκι μεγαλύτερο απ’ αυτό που δηλώνεται στην εφορία, για προφανείς λόγους. Τέλος, η αναστολή εκπλήρωσης φορολογικών υποχρεώσεων για 4 μήνες και εξυπηρέτησης δανείων για 3 μήνες γι’ αυτούς τους εργαζόμενους, συνιστά μικρή ωφέλεια και μόνο για ένα (όχι μεγάλο) τμήμα τους, που τυγχάνει να έχει σήμερα αξιόλογη ακίνητη περιουσία ή ενήμερα δάνεια.

Μήπως όμως η κυβέρνηση σώζει, όπως διατείνεται, τις θέσεις εργασίας των εργαζομένων των επιχειρήσεων που πλήττονται από τον κορονοϊό; Σε καμία περίπτωση! Καταρχάς, αμνηστεύει τις 40.000 απολύσεις που έγιναν στο αμέσως προηγούμενο διάστημα του Μαρτίου, επίσης μέσα σε συνθήκες εξάπλωσης του κορονοϊού, αφού δεν υποχρεώνει τους εργοδότες που πέταξαν αυτούς τους εργαζόμενους στον δρόμο να τους επαναπροσλάβουν. Αλλά, επίσης, δεν παρέχει και καμία συγκεκριμένη εγγύηση στους 800.000 εργαζόμενους που δεν έχουν ακόμα απολυθεί, ότι η απόλυσή τους δεν θα έρθει αργότερα, αμέσως μόλις παρέλθει ο χρόνος που απαιτείται για να μπορούν να απολαύσουν οι εργοδότες όλα τα ωφελήματα των μέτρων ενίσχυσης για τις επιχειρήσεις.

Αυτά είναι, λοιπόν, όλα κι όλα, τα «ωφελήματα» των εργαζόμενων από τα μέτρα τις κυβέρνησης. Ανάλογης ποιότητας είναι και τα μέτρα ενίσχυσης των εργαζόμενων αυτοαπασχολουμένων και των ελευθέρων επαγγελματιών (επίσης ειδικό βοήθημα 800 ευρώ, καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, 4μηνη αναστολή πληρωμής φόρων). Ωστόσο, το πιο αντιπροσωπευτικό για την κυβερνητική αναλγησία γεγονός είναι ο πλήρης αποκλεισμός των μακροχρόνια ανέργων από κάθε είδος ενίσχυσης, δηλαδή των, όχι έκτακτα, αλλά μόνιμα ευρισκόμενων σε κατάσταση οικονομικού αδιεξόδου ανθρώπων της εργατικής τάξης.

Σε πλήρη αντίθεση με την τύχη των άνεργων και των εργαζόμενων, ιδιαίτερα οι μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά και γενικότερα οι εργοδότες θα έχουν πραγματική και ισχυρή ωφέλεια από τα μέτρα της κυβέρνησης, με ορισμένους από αυτούς, με πρώτους και καλύτερους τους τραπεζίτες, να βλέπουν τη δύσκολη κοινωνικά συγκυρία του κορονοϊού να μετατρέπεται σε ευλογία για την τσέπη τους.

Οι ελληνικές τράπεζες θα ωφεληθούν αποφασιστικά από την απόφαση που έλαβε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στις 19/03, να συμπεριληφθεί και η Ελλάδα στο νέο έκτακτο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» με την επωνυμία «QE πανδημίας», το οποίο περιλαμβάνει συνολικά ένα τεράστιο πακέτο 750 δισ. ευρώ. Από αυτό, για την Ελλάδα προορίζονται τα 12 δισ. ευρώ, με τη μορφή αποδοχής των ελληνικών κρατικών ομολόγων ως εγγύηση για δανεισμό από την ΕΚΤ.

Embed from Getty Images

Οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούν να χρησιμοποιούν τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν ως εγγύηση (“collateral”), για να χρηματοδοτηθούν από την ΕΚΤ, αποκτώντας ρευστότητα με πολύ χαμηλό κόστος. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες θα κερδίζουν και από το γεγονός ότι, με την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα έχουν ελκυστικότερες τιμές, κι έτσι θα μπορούν να τα μετατρέπουν σε “repos” (χρεόγραφα που πωλούνται σε μια συγκεκριμένη τιμή και συμφωνείται να επαναγορασθούν μελλοντικά σε αυξημένη τιμή) ευκολότερα και με πιο ευνοϊκές αποδόσεις.

Τέλος, από την ένταξη των ελληνικών κρατικών ομολόγων στην «ποσοτική χαλάρωση» θα ωφεληθούν επίσης οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, αφού θα διευκολυνθεί ο δανεισμός τους από το διεθνές τραπεζικό σύστημα.

Υποτίθεται ότι όλη αυτή η μεγαλύτερη ρευστότητα για τις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις θα αποτυπωθεί, μέσω επενδυτικών δανείων ή απευθείας επενδύσεων, σε περισσότερη ανάπτυξη στην οικονομία. Καμιά διασφάλιση όμως δεν υπάρχει πρακτικά γι’ αυτό. Η πρόσφατη εμπειρία από το προηγούμενο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στην Ευρωζώνη, έδειξε πως η τεράστια ποσότητα φθηνού χρήματος που διοχετεύθηκε στις τράπεζες, δεν μετατράπηκε σε επενδύσεις και δεν ανέκοψε την πορεία της Ευρωζώνης προς τη νέα ύφεση. Αν αυτό δεν μπόρεσε να συμβεί στις ευνοϊκότερες συνθήκες της ανάκαμψης των προηγούμενων ετών, γιατί να συμβεί στην παρούσα φάση της θυελλώδους έναρξης μιας νέας ύφεσης και μάλιστα, στον αδύναμο και υπερχρεωμένο ελληνικό καπιταλισμό;

Ακόμα πιο άμεση και εκτεταμένη για τις επιχειρήσεις θα είναι η ωφέλεια από τις άλλες κυβερνητικές ενισχύσεις. Έτσι, στις επιχειρήσεις που ανέστειλαν ή περιόρισαν τη λειτουργία τους λόγω κορονοϊού παραχωρείται η απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής των μισθών και των εισφορών των εργαζομένων για 1,5 μήνα, το δικαίωμα μετάθεσης της πληρωμής του δώρου του Πάσχα για το καλοκαίρι, ενώ θα υπάρξει ακόμα αναστολή καταβολής φόρων για 4 μήνες και ασφαλιστικών εισφορών για 3 μήνες, όπως και κάλυψη από το κράτος του 60% του ενοικίου της επιχείρησης για τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Πάνω απ’ όλα όμως, στις επιχειρήσεις αυτές θα δοθεί άφθονο χρήμα από τον κρατικό προϋπολογισμό και τα ταμεία της ΕΕ. Ένα δισ. ευρώ θα τους δοθεί από τον προϋπολογισμό ως χρηματοδότηση με εκτεταμένο χρονικό ορίζοντα αποπληρωμής και περίοδο χάριτος. Από ειδικό ευρωπαϊκό επενδυτικό ταμείο θα τους δοθεί ακόμα 1,8 δισ. ευρώ. Θα γίνουν, επίσης, χορηγήσεις δανείων κεφαλαίου κίνησης σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις έως 3 δισ. ευρώ, δανείων «επενδυτικού σκοπού» από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έως και 500 εκατ. ευρώ, αλλά και νέων δανείων από το Ταμείο Επιχειρηματικότητας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας ύψους 250 εκατ. ευρώ με επιδότηση 100% του επιτοκίου για δύο χρόνια.

Τα καθήκοντα, οι δυνατότητες και οι αναγκαίες διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος

Την ώρα που η κυβέρνηση και η αστική τάξη απευθύνουν συστάσεις «ατομικής ευθύνης» για να αμνηστεύσουν τις ευθύνες τους για τη διάλυση της Δημόσιας Υγείας και ενώ στήνουν ξεδιάντροπα ένα πάρτυ κερδοσκοπίας με πρόσχημα την κρίση του κορονοϊού, οι απλοί άνθρωποι του εργαζόμενου λαού, όλες αυτές τις μέρες δίνουν διαπιστευτήρια κοινωνικής υπευθυνότητας. Η εμφάνιση ορισμένων περιστατικών συνωστισμού και «ανεμελιάς», τα οποία προέρχονται κυρίως από τη σύγχυση που δημιουργεί ο πρωτόγνωρος χαρακτήρας της παρούσας κατάστασης, αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης και των αστικών ΜΜΕ να τα αξιοποιήσουν για να ενοχοποιήσουν τους απλούς ανθρώπους για την αδυναμία της άρχουσας τάξης να προασπίσει τη Δημόσια Υγεία. Παρά τα θρυλούμενα, δεν υπήρξαν ούτε μαζικές έξοδοι στα χωριά, ούτε έφοδοι για άδειασμα στα ράφια των σούπερ μάρκετ, με τα μόνα είδη που σπανίζουν να είναι εκείνα που η κυβέρνηση δε φρόντισε, ως όφειλε, να διανείμει δωρεάν στο λαό από την πρώτη στιγμή της εμφάνισης του ιού, δηλαδή τα βασικά απολυμαντικά είδη προφύλαξης.

Την ίδια στιγμή όμως που η κοινωνική υπευθυνότητα και η αλληλεγγύη των ανθρώπων της εργατικής τάξης προς τους ανθρώπους που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου επιδεικνύεται με αδιαμφισβήτητο τρόπο, είναι η εργατική τάξη εκείνη που υποφέρει καθημερινά από τις αυθαιρεσίες εξαχρειωμένων αφεντικών και εκείνη η οποία αναγκάζεται να εκθέτει περισσότερο από όλες τις υπόλοιπες την υγεία της στον κίνδυνο του κορονοϊού.

Έχουμε ήδη αναφερθεί στις 40.000 απολύσεις που έγιναν από τις αρχές του μήνα, αναγκάζοντας ακόμα και τον υπουργό Εργασίας, Βρούτση, να ανεβάσει (υποκριτικά) τους τόνους ενάντια στους ανάλγητους εργοδότες. Όπως αναφέρει μια σχετική ανακοίνωση της ΓΣΕΕ στις 20/03, το 32% των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα καταγγέλλουν ότι δεν έχουν ληφθεί στους χώρους εργασίας τους τα αναγκαία μέτρα προστασίας για τον κορονοϊό, σύμφωνα με σχετική έρευνα του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ που διεξήχθη σε δείγμα 1500 εργαζομένων ηλικίας άνω των 17 ετών, σε όλη τη χώρα. Στην ίδια ανακοίνωση αναφέρεται, επίσης, ότι στη Συνομοσπονδία έφτασε ένας «καταιγισμός καταγγελιών εργαζομένων επιχειρήσεων που έχει ανασταλεί ή απαγορευτεί η λειτουργία τους, επιχειρήσεων που παραμένουν ανοιχτές, καθώς και εργαζόμενων στο δημόσιο Τομέα που βρέθηκαν σε σημαντικό βαθμό εκτεθειμένοι από τη διαχρονική απουσία μέτρων υγείας και ασφάλειας. Οι καταγγελίες αφορούν όλους τους κλάδους της οικονομίας και κατηγοριοποιούνται σε καταγγελίες για μη χορήγηση αδειών ειδικού σκοπού, για καταγγελίες συμβάσεων εργασίας που έγιναν πριν από την ημερομηνία εξαγγελίας της ρήτρας διατήρησης των θέσεων εργασίας (ως προαπαιτούμενου για τις ελαφρύνσεις των επιχειρήσεων), για μετατροπές συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε εκ περιτροπής εργασίας και μερικής απασχόλησης, για παράνομες διαθεσιμότητες και άδειες άνευ αποδοχών, για επιχειρήσεις που παραμένουν ανοιχτές παρά την απαγόρευση λειτουργίας τους, για μη χορήγηση μέσων ατομικής προστασίας, για εξαντλητικά και υποαμειβόμενα ωράρια εργασίας στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, για εταιρείες call centers που στοιβάζουν στα τηλεφωνικά κέντρα εκατοντάδες εργαζόμενους». Τέλος, τονίζεται ότι υπάρχουν «περιστατικά απειλών από διάφορες εισπρακτικές εταιρείες για διακοπή ηλεκτροδότησης ή και κατασχέσεων, σε νοικοκυριά εργαζομένων που πλήττονται από τα μέτρα για τον περιορισμό του κορονοϊού» και «φαινόμενα ασυδοσίας και εξαπάτησης εναντίον εργαζόμενων που παραμένουν στο σπίτι από εταιρίες μέσω του διαδικτύου».

Από τη σκοπιά της ζωτικής υπόθεσης της προστασίας των δικαιωμάτων και των συμφερόντων της ως ενιαία τάξη, η μεγαλύτερη αντικειμενική δυσκολία για την εργατική τάξη σήμερα είναι η (δυστυχώς επιβεβλημένη από τις συνθήκες) απουσία της δυνατότητας να διεξαχθούν μαζικές κινητοποιήσεις με τη μορφή συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων κάτω από την απειλή της εξάπλωσης του κορονοϊού. Αυτή η κατάσταση μπορεί να διαρκέσει ίσως και κάποιους μήνες, και το διάστημα αυτό, είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη θα προσπαθήσουν να το αξιοποιήσουν στο έπακρο για τα δικά τους ταξικά συμφέροντα και σε βάρος της εργατικής τάξης. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι η ταξική πάλη δεν μπορεί να συνεχίζει να διεξάγεται.

Η απλή συμμετοχή σε απεργίες, όχι μόνο δεν ενέχει κινδύνους για τη δημόσια υγεία, αλλά, αντίθετα είναι η μόνη διέξοδος για την υπεράσπιση της υγείας των εργαζόμενων στις σημερινές συνθήκες, οι οποίοι σε μια σειρά χώρους (βιομηχανία, τράπεζες, τηλεφωνικά κέντρα, κατασκευές κ.α.) υποχρεώνονται να εργάζονται με κίνδυνο να μολυνθούν από τον κορονοϊό, όχι με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες, αλλά μονάχα τα κέρδη των αφεντικών. Επίσης, η τεχνολογία παρέχει πλέον μέσα από το διαδίκτυο μεγάλες δυνατότητες για πλατιά ενημέρωση, συζήτηση, ευαισθητοποίηση και έκφραση διαμαρτυρίας, που πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο, με σκοπό να ανοίξει από τώρα ο δρόμος για μαζικές κινητοποιήσεις με συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, όταν αυτό επιτραπεί από τις αντικειμενικές συνθήκες.

Ήδη, τις προηγούμενες μέρες, σε μια σειρά χώρους, εκδηλώθηκαν αυθόρμητα τάσεις και διαθέσεις για διαμαρτυρίες, ως αντίδραση στην εργοδοτική αυθαιρεσία, ιδιωτική ή κρατική, και στην κυβερνητική αδιαφορία έναντι του κινδύνου διασποράς του ιού μέσα σε μαζικούς εργασιακούς χώρους. Το σχετικό παράδειγμα έδωσαν οι εργαζόμενοι στα ΚΕΠ, στο ΨΝΑ «Δρομοικαΐτειο», στο μαιευτήριο «Έλενα», στο νοσοκομείο «Σωτηρία», ενώ πρωτοβουλίες δημοσιοποίησης των αυθαιρεσιών και κινητοποίησης των συναδέλφους τους είχαμε από τα σωματεία εργαζομένων στον κλάδο των «ντελίβερι», στα τηλεφωνικά κέντρα, στον «Βασιλόπουλο», στη Vodafone κ.α.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η εργατική τάξη έχει ανάγκη τις μαζικές της οργανώσεις! Κάθε εργαζόμενος, για να μπορέσει να αγωνιστεί πιο αποτελεσματικά για τα δικαιώματά του, πρέπει να στραφεί στο σωματείο του, με σκοπό να απαιτήσει και να δηλώσει διαθεσιμότητα για συγκεκριμένες πρωτοβουλίες δράσης. Συγκεκριμένα, στην παρούσα φάση, πρέπει να αξιοποιηθούν όλων των ειδών οι μορφές δράσης που δεν προϋποθέτουν μαζικές συναθροίσεις πολλών ατόμων: συστηματικές εκστρατείες επιτροπών των συνδικάτων για ενημέρωση στους χώρους δουλειάς και επί τόπου ελέγχους τήρησης των μέτρων προφύλαξης, παραστάσεις διαμαρτυρίας, διαδικτυακές εκδηλώσεις και συνελεύσεις κατά χώρο ή συναντήσεις συντονισμού με άλλα σωματεία, εκστρατείες δημοσιοποίησης κειμένων, βίντεο και συλλογές υπογραφών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.α. Με αυτόν το τρόπο, μπορεί και πρέπει να προετοιμαστούν άμεσα τα επόμενα 24ωρα απεργίες διαρκείας (αυτονόητα, σ’ αυτή τη φάση, χωρίς συγκεντρώσεις ή διαδηλώσεις) σ’ όλους εκείνους τους εργασιακούς χώρους που καταπατούνται τα εργατικά δικαιώματα και οι εργαζόμενοι εκτίθενται σε άμεσο κίνδυνο μόλυνσης από τον κορονοϊό.

Το νέο κύμα απολύσεων και καταπάτησης των εργατικών δικαιωμάτων και, πάνω απ’ όλα, η καθημερινή έκθεση των εργαζόμενων στον κίνδυνο της μόλυνσης από τον κορονοϊό στο βωμό της διαφύλαξης των εργοδοτικών κερδών, σε συνδυασμό με την ανάγκη για κεντρικό συντονισμό και γενίκευση σ’ όλη τη χώρα των μορφών δράσης που προαναφέρθηκαν, απαιτεί, όσο ποτέ άλλοτε, τη δημιουργία ενός Ενιαίου Μετώπου δράσης όλων των μαζικών οργανώσεων, συνδικαλιστικών και πολιτικών που επιθυμούν να δράσουν ενεργά για να υπερασπίσουν τα δικαιώματα και την υγεία των εργαζομένων. Μέσα από αυτόν τον δρόμο, το εργατικό κίνημα είναι ανάγκη να αρχίζει να αγωνίζεται σήμερα για τις ακόλουθες διεκδικήσεις.

1) Να εφαρμοστεί τώρα ένα αποφασιστικό έκτακτο σχέδιο ενίσχυσης και θωράκισης του Δημόσιου Συστήματος Υγείας για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορονοϊού με τα ακόλουθα μέτρα:

α) Επίταξη-απαλλοτρίωση και πλήρης ένταξη των υποδομών, των χώρων, των κρεβατιών και του εξοπλισμού των ιδιωτικών-κερδοσκοπικών μονάδων παροχής υπηρεσιών Υγείας στο Δημόσιο σύστημα Υγείας.

β) Δωρεάν διαγνωστικές εξετάσεις σ’ όλα τα διαγνωστικά κέντρα, δωρεάν περίθαλψη και θεραπεία σε κάθε νοσοκομείο.

γ) Άμεση χορήγηση της απαραίτητης χρηματοδότησης και εντατικές ενέργειες σε 24ωρη βάση και για να ανοίξουν τις επόμενες μέρες όλες οι κλειστές Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και για να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή αύξηση του αριθμού των κλινών και των ΜΕΘ, με μίμηση των σχετικών προτύπων ταχείας επίτευξης αυτού του στόχου που ακολουθήθηκαν στην Κίνα. Να γίνει 24ωρη η λειτουργία όλων των μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.

δ) Άμεση πρόσληψη 30.000 γιατρών και νοσηλευτών με αξιοπρεπείς μισθούς για την κάλυψη όλων των οργανικών κενών στα δημόσια νοσοκομεία.

ε)  Να ανασταλεί κάθε προγραμματισμένη κρατική δαπάνη για τοκοχρεολύσια και αγορά πολεμικού εξοπλισμού και να αξιοποιηθεί πλήρως το ανενεργό «μαξιλάρι» κρατικής ρευστότητας, ύψους άνω των 30 δισ. ευρώ για να βρεθούν τα αναγκαία χρήματα γι’ αυτήν την αποφασιστική ενίσχυση του Δημόσιου συστήματος Υγείας.

στ) Επίταξη από το κράτος όλων των διαθέσιμων ιδιωτικών αποθεμάτων σε αναγκαία είδη και φάρμακα για την προφύλαξη και τη θεραπεία από τον κορονοϊό με σκοπό χρησιμοποίησή τους από το Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Προμήθεια από το κράτος επιπλέον αποθεμάτων ειδών προφύλαξης για δωρεάν διανομή τους στους πολίτες από τις Δημόσιες δομές Υγείας και τους Δήμους. Να επιβληθεί χαμηλή διατίμηση σε όσα είδη απολύμανσης και προσωπικής υγιεινής, εκτός των βασικών που πρέπει να διανέμονται δωρεάν από το κράτος,  σχετίζονται με την προφύλαξη από τον κορονοϊό και πωλούνται σε φαρμακεία και καταστήματα λιανικής. Να γίνει επίταξη ξενοδοχείων για δωρεάν στέγαση και σίτιση όλων των αστέγων, να υπάρξει κρατική μέριμνα για την άμεση ένταξη αυτών των ανθρώπων στη διαδικασία των δωρεάν διαγνωστικών εξετάσεων για τον κορονοϊό.

ζ) Είμαστε σε πολεμικές συνθήκες, χιλιάδες άνθρωποι κινδυνεύουν άμεσα να χάσουν τη ζωή τους και γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει να «θυσιαστεί» η καπιταλιστική ιδιοκτησία και τα καπιταλιστικά κέρδη ώστε να σωθεί η Δημόσια Υγεία. Να γίνει απαλλοτρίωση (με αποζημίωση μόνο όπου υπάρχει αποδεδειγμένη ανάγκη) της βιομηχανίας παρασκευής φαρμάκων και των εταιρειών που τα διανέμουν (εμπορίου χονδρικής) στο Δημόσιο σύστημα Υγείας, στα φαρμακεία και σε άλλα καταστήματα. Να απαλλοτριωθούν όλες οι εταιρείες που παράγουν ιατρικό εξοπλισμό και χρήσιμα είδη προσωπικής απολύμανσης και προφύλαξης από τον κορονοϊό. Όλες οι απαλλοτριωμένες βιομηχανίες και εταιρίες να ενταχθούν σε έναν ενιαίο φορέα με κεντρικό δημοκρατικό σχεδιασμό, με τη συμμετοχή εκλεγμένων επιτροπών εργαζομένων από τις εταιρείες αυτές και τα συνδικάτα. Για να χρηματοδοτηθούν άμεσα οι αναγκαίες επενδύσεις που πρέπει να γίνουν σ’ αυτόν το νέο φορέα, χρειάζεται επίσης να απαλλοτριωθούν οι τράπεζες και να δημιουργεί μια ενιαία κρατική τράπεζα, στη διοίκηση της οποίας θα συμμετέχουν εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζομένων και των συνδικάτων.

2) Να ληφθούν άμεσα, αποφασιστικά μέτρα πραγματικής ενίσχυσης και προστασίας των εργαζόμενων από την εργοδοτική αυθαιρεσία, τις επιπτώσεις από την αναστολή ή τον περιορισμό λειτουργίας χιλιάδων επιχειρήσεων και από την καθημερινή έκθεση τους στον κίνδυνο μόλυνσης από τον κορονοϊό:

α) Πλήρης διακοπή της εργασίας, χωρίς καμία περικοπή μισθών, μέχρι να υποχωρήσει αποφασιστικά η εξάπλωση του κορονοϊού σ’ όλες τις επιχειρήσεις, καθώς και τις κρατικές υπηρεσίες, που δεν σχετίζονται άμεσα με την Υγεία και επείγουσες κοινωνικές ανάγκες. Αποφασιστικό λόγο για το πού, συγκεκριμένα, θα διακοπεί η εργασία να έχουν τα συνδικάτα και εκλεγμένες επιτροπές των εργαζομένων κατά χώρο.

β) Σχολαστική τήρηση των κανόνων προστασίας των εργαζομένων σε όλους τους υπόλοιπους εργασιακούς χώρους για την αποφυγή μόλυνσης από τον ιό. Καθημερινός έλεγχος-αξιολόγηση από επιτροπές των συνδικάτων και των εργαζομένων του χώρου και σκληρές ποινές για τους παραβάτες εργοδότες.

γ) Άδειες με πλήρεις αποδοχές σε όσους εργαζόμενους νοσούν, σε όσους αναγκάζονται να απέχουν από την εργασία τους λόγω έκτακτων μέτρων πρόληψης, σε όσους πρέπει να φροντίσουν αρρώστους της οικογένειάς τους ή μένουν με τα ανήλικα παιδιά τους στο σπίτι λόγω του κλεισίματος των σχολείων – φροντιστηρίων.

δ) Στις επιχειρήσεις που αναστέλλεται η λειτουργία τους ή υπολειτουργούν να καλυφθούν πλήρως οι προβλεπόμενοι μισθοί και οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζόμενων από τους εργοδότες. Να υπάρξει συμβολή από το κράτος, κλιμακούμενη ποσοστιαία ανάλογα με την πραγματική ανάγκη μόνο σε περίπτωση που, μετά από έλεγχο επιτροπής του συνδικάτου και των εργαζόμενων του χώρου στα οικονομικά διαθέσιμα της επιχείρησης αποδειχθεί σχετική αδυναμία του εργοδότη. Να χορηγηθεί μηνιαίο κρατικό βοήθημα, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών, στους εργαζόμενους αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες με χαμηλά – μέσα εισοδήματα, ίσο με το μισθό ειδικευμένου εργάτη.

ε) Να σταματήσουν οριστικά όλοι οι πλειστηριασμοί κύριας κατοικίας. Να ανασταλούν οι διακοπές της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος σε νοικοκυριά για χρέη σε λογαριασμούς. Να διατεθεί με κρατική μέριμνα δωρεάν ρεύμα, νερό, σταθερό τηλέφωνο σε όλους τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τους συνταξιούχους και τους αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες χαμηλών εισοδημάτων, για όσο διάστημα το κράτος συστήνει την παραμονή των πολιτών στο σπίτι. Αν οι εταιρίες παροχής αυτών των υπηρεσιών δεν αποδεχθούν να αναλάβουν το κόστος, να γίνει άμεση απαλλοτρίωση τους, με εργατικό έλεγχο και χωρίς αποζημίωση.

στ) Για να αποφευχθεί η μαζική ανεργία και η καταστροφή της οικονομίας να απαλλοτριωθούν (με αποζημίωση μόνο σε περίπτωση αποδεδειγμένης ανάγκης) όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις που κλείνουν εξαιτίας της κρίσης (ξενοδοχειακές, ταξιδιωτικές κ.α.) και να συγκεντρωθούν σε ενιαίους φορείς κατά κλάδο, με ενιαίο δημοκρατικό σχεδιασμό και διοίκηση με τη συμμετοχή εκλεγμένων και ανακλητών εκπροσώπων των εργατικών οργανώσεων.

ζ) Να καλυφθεί το κόστος αυτών των μέτρων από το έξτρα ποσό των αρκετών δισ. ευρώ που ανακοίνωσε η κυβέρνηση ότι θα διατεθούν από τον φετινό κρατικό προϋπολογισμό «για τη στήριξη της οικονομίας». Επίσης, ο πόλεμος, σύμφωνα με τα λεγόμενα του πρωθυπουργού, που διεξάγεται σήμερα για να προστατευθεί η δημόσια υγεία απαιτεί να συμβάλουν όλοι, ανάλογα με τις δυνατότητές τους, στην πολεμική προσπάθεια. Έτσι, χρειάζεται να επιβληθεί ένας έκτακτος, μεγάλος φόρος στις μεγάλες εταιρίες (σε εφοπλιστές, βιομηχάνους, μεγαλομετόχους τραπεζών, μεγαλεμπόρους και στις μεγάλες εταιρίες κατασκευών κ.α.) και στους κατόχους μεγάλων περιουσιών, σε ύψος που θα καθοριστεί με τη γνωμοδότηση των μαζικών εργατικών οργανώσεων, μετά από την εξέταση των υπαρχουσών αναγκών.

Όλα αυτά τα απολύτως αναγκαία μέτρα για να αποτραπεί η επαπειλούμενη καταστροφή από την εξάπλωση του κορονοϊού, είναι αδύνατο να ληφθούν από μια κυβέρνηση της άρχουσας τάξης, όπως η παρούσα κυβέρνηση της ΝΔ. Διότι στα βασικότερα σημεία τους, αμφισβητούν την ίδια την κυριαρχία της άρχουσας τάξης στην οικονομία και το κράτος.

Ασφαλώς, ακόμα και αν η εφαρμογή ορισμένων απ’ αυτά επιβληθεί στην κυβέρνηση κάτω από την πίεση της όποιας μαζικής δράσης είναι σήμερα εφικτή από το εργατικό κίνημα, θα έχουν γίνει πολύτιμα βήματα για την αντιμετώπιση της επαπειλούμενης καταστροφής. Ωστόσο, κάθε ώρα, μέρα και βδομάδα που περνά, θα αποδεικνύεται ότι η εξουσία της άρχουσας τάξης και ο καπιταλισμός είναι παράγοντες απολύτως ασυμβίβαστοι με την προστασία της δημόσιας υγείας και των υπόλοιπων, στοιχειωδών δικαιωμάτων του εργαζόμενου λαού. Έτσι, το εργατικό κίνημα είναι υποχρεωμένο να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια που υπάρχουν από τις συνθήκες για ταξική πολιτική δράση, ώστε να επιτύχει τη συντομότερη δυνατή ανατροπή της κυβέρνησης της άρχουσας τάξης και την εκλογή μιας εργατικής κυβέρνησης, που θα εφαρμόσει στο ακέραιο το παραπάνω πρόγραμμα. Τα κόμματα της Αριστεράς, με την αποφασιστική συμβολή του ΚΚΕ, αλλά και του ΜέΡΑ25, θα πρέπει άμεσα να θέσουν τις δυνάμεις τους στην υπηρεσία αυτού του σκοπού.

Κομμουνιστική Τάση  (ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης)

– εφημερίδα ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ (www.marxismos.com)

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα