«Και τώρα ούτε τάσεις, ούτε φατρίες, ούτε επαναστάσεις μέσα στο κόμμα ούτε αντιπολίτευση εσωτερική. Όποιος είναι δίπλα σε αυτές τις θέσεις, όποιος θέλει να βοηθήσει υπάρχει πεδίο να προχωρήσουμε, όποιος δεν θέλει ας κάτσει στην άκρη…». Τάδε έφη ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης στην πρώτη του συνέντευξη μετά τη νίκη του Στέφανου Κασσελάκη στον 2ο γύρο των εσωκομματικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ, στο εμβληματικό κανάλι της ελληνικής αστικής αντίδρασης, τον ΣΚΑΙ.
Αυτή η «ηχηρή πολιτική μεταγραφή» της ομάδας Τσίπρα τον Ιανουάριο του 2019 από το βαθύ καπιταλιστικό κατεστημένο απευθείας στην τότε κυβέρνηση και μετά στην κοινοβουλευτική ομάδα μέσω των ψηφοδελτίων Επικρατείας, ο επίτιμος Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και δεξί πλέον χέρι του καπιταλιστή δημαγωγού και νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανου Κασσελάκη, επιχείρησε απλώς να δώσει μια πρώτη διευκρίνηση για το σύνθημα που φώναζαν το βράδυ της Κυριακής δεκάδες χαμογελαστοί νέοι καριερίστες, ποζάροντας με καμάρι δίπλα στον νέο πρόεδρο: «Στέφανε προχώρα, αλλαξέ τα όλα!».
Τι εννοεί όμως με τις «αλλαγές» και το «προχώρημα μπροστά» όλη αυτή η κουστωδία των συμβούλων και αυλοκολάκων του νέου προέδρου; Πριν απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα, οφείλουμε να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά και να τονίσουμε ότι ο 2ος γύρος των εσωκομματικών εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έκρυβε εκπλήξεις. Επιβεβαίωσε πλήρως τις τάσεις που είχε αναδείξει ο 1ος γύρος και τις οποίες είχαμε αναλύσει στο σχετικό μας άρθρο.
Η συμμετοχή έδειξε και πάλι ότι η βάση συρρικνώνεται
Η συμμετοχή στον 2ο γύρο, παρά τις αρχικές εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν λόγω της αυξημένης πρωινής προσέλευσης ψηφοφόρων σε κάποια εκλογικά τμήματα, τελικά αποδείχθηκε μικρότερη από τον 1ο γύρο. Σε σύνολο σχεδόν 210.000 μελών του ΣΥΡΙΖΑ, παλιών (172.000 πριν από τις 16/9) και νέων (40.000 μέλη που γράφτηκαν στις 16/9), και όχι σε σύνολο 180.000 μελών όπως ανακριβώς γράφεται (αφού μετά την επανεκλογή Τσίπρα τον Μάη του 2022 το σύνολο των μελών του κόμματος κατά δήλωση του ίδιου του πρώην προέδρου ήταν 172.000 και όχι 152.000, αριθμός που ήταν το σύνολο των ψηφισάντων, όχι των μελών), τελικά στις κάλπες του 2ου γύρου προσήλθαν μόνο 134.420. Ήταν δηλαδή περίπου 14.500 λιγότερα από τον 1ο γύρο, στον οποίο είχαν συμμετάσχει 148.821 μέλη.
Αυτό σημαίνει ότι περίπου 76.000 μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να συμμετάσχουν σε αυτή την τόσο κρίσιμη για το μέλλον του κόμματος ψηφοφορία. Σύμφωνα δε, με τις επίσημες κομματικές ανακοινώσεις, από τη στιγμή που μόλις 8.000 από όσους δεν είχαν ψηφίσει στον 1ο γύρο συμπλήρωσαν την ειδική φόρμα δηλώνοντας ότι θα ψηφίσουν σίγουρα στον 2ο γύρο, μπορούμε να υπολογίσουμε βάσιμα ότι 68.000 μέλη, δηλαδή σχεδόν το 33% του συνόλου των μελών, δεν ψήφισαν ούτε στον 1ο ούτε στον 2ο γύρο, φανερώνοντας ότι είναι πλέον παντελώς αδιάφοροι για τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ανάγλυφα το μέγεθος της συρρίκνωσης που υφίσταται η βάση του κόμματος τους τελευταίους μήνες. Οι πομπώδεις ισχυρισμοί των υποστηρικτών Κασσελάκη για ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ λόγω της υποψηφιότητάς του και οι προσδοκίες των κομματικών στελεχών που υποστήριξαν την Αχτσιόγλου ότι θα υπάρξει συσπείρωση μελών απέναντι στην εισβολή ενός πολιτικά «άγνωστου Χ» στο κόμμα, δεν επιβεβαιώθηκαν. Σχεδόν 1 στα 3 μέλη που βρίσκονταν στις λίστες του ΣΥΡΙΖΑ μετά και από την ολοκλήρωση του 1ου γύρου και τις νέες εγγραφές στις 16 Σεπτέμβρη, δείχνουν ότι τον έχουν εγκαταλείψει οριστικά, με τις ντε φάκτο αποχωρήσεις (68.000) να είναι πολύ περισσότερες από τις νέες εγγραφές (40.000).
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα των δυο αντιπάλων
Τα τελικά αποτελέσματα του 2ου γύρου για τους δύο διεκδικητές της προεδρίας σε σύγκριση με εκείνα του 1ου γύρου ήταν τα ακόλουθα:
2ος γύρος 1ος γύρος
Ψήφισαν 134.420 Ψήφισαν 148.821
Έγκυρα: 132.710 Έγκυρα: 147.821
Λευκά: 654 Λευκά: 293
Άκυρα: 1.056 Άκυρα: 1.220
Κασσελάκης: 55,98%, 74.285 ψήφοι Κασσελάκης: 44,91%, 66.156
Αχτσιόγλου 44,2%, 58.425 ψήφοι Αχτσιόγλου: 36,18%, 53.292
Τσακαλώτος: 8,93%, 13.156
Παππάς: 8,68%, 12.787
Τζουμάκας: 1,3%, 1.917
Με μια προσεκτική πρώτη ματιά, αυτό που βλέπουμε είναι ότι και οι δύο υποψήφιοι είχαν σε απόλυτους αριθμούς αποτελέσματα πολύ κατώτερα από τις προσδοκίες τους, καθώς απέτυχαν να εμπνεύσουν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των μελών του ΣΥΡΙΖΑ που δεν είχαν συμμετάσχει στον 1ο γύρο, αλλά και ένα σεβαστό τμήμα των υποστηρικτών εκείνων των ψηφοφόρων των δύο (Τσακαλώτος, Παππάς) εκ των τριών αποκλεισμένων από τον 2ο γύρο υποψηφίων που τους στήριξαν ανοικτά.
Ο νικητής μεγαλοαστός δημαγωγός, πήρε μόλις 8.000 ψήφους περισσότερες από τον 1ο γύρο, ενώ μόνο οι ψήφοι του Νίκου Παππά στον 1ο γύρο ήταν 12.787. Κι εδώ θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός, ότι ο Κασσελάκης δεν στηρίχθηκε μόνο από τον Παππά, αλλά και από τη μισή κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, με ορισμένους μάλιστα, όπως η Έλενα Ακρίτα και ο Χάρης Μαμουλάκης, να αλλάζουν ανοικτά στρατόπεδο μετά τον 1ο γύρο, υποστηρίζοντας του Κασσελάκη.
Το αποτέλεσμα αυτό, δείχνει επίσης πως ο Κασσελάκης δεν κατάφερε να δημιουργήσει κανένα διακριτό ρεύμα στα μέλη που δεν ψήφισαν στον πρώτο γύρο, γεγονός που σημαίνει πρακτικά ότι για τα συντριπτικά περισσότερα από αυτά τα μέλη, ο νέος πρόεδρος είναι μέρος της κρίσης και της απαξίωσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Επιπλέον, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ο Κασσελάκης εκλέχθηκε τελικά με 100.000 λιγότερες ψήφους από εκείνες με τις οποίες είχε εκλεγεί πρόεδρος της ΝΔ στην αντίστοιχη διαδικασία 2ου γύρου ο Κυριάκος Μητσοτάκης το 2016 (173.297) και με μόλις τις μισές ψήφους από εκείνες που είχε λάβει (139.492) στη δική του εκλογή στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στον αντίστοιχο γύρο ο Νίκος Ανδρουλάκης.
Όλα αυτά τα αντικειμενικά δεδομένα μαρτυρούν ότι το κοινωνικό ρεύμα του Κασσελάκη είναι ακόμα πάρα πολύ αδύναμο. Κανένα πραγματικό στοιχείο δεν δείχνει σήμερα ότι αυτό το ρεύμα μπορεί να αλλάξει την τροχιά συρρίκνωσης στην οποία βρίσκεται σταθερά ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την πρόσφατη μεγάλη εκλογική του ήττα. Μια στοιχειώδης παρατήρηση του είδους των δραστήριων υποστηρικτών του Κασσελάκη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αρκεί για να καταλάβει κάποιος ότι τον τόνο δίνουν οι πολιτικά απελπισμένοι – κυρίως μεσήλικες ή ηλικιωμένοι – άνθρωποι της «μεσαίας τάξης», οι οποίοι αναπαράγοντας το κλίμα που φτιάχνουν στη λεγόμενη κοινή γνώμη τα αστικά μέσα ενημέρωσης και οι διάφοροι απολογητές του καθεστώτος, φαντασιώνονται απλοϊκά ότι αυτό που χρειάζεται για να νικηθεί ο Μητσοτάκης και η Δεξιά είναι ένας νέος, μορφωμένος και ευπαρουσίαστος αστός, και ό,τι όλα τα άλλα, η ιδεολογία, το πολιτικό πρόγραμμα, η σύνδεση με τις μάζες και τα κινήματά τους κ.λπ. δεν έχουν καμία σημασία.
Αυτή η πολιτικά καθυστερημένη μικροαστική μάζα, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και άφθονοι νέοι καριερίστες που διψούν για θέσεις και αξιώματα στο κράτος, ασπάζεται την άποψη – αναπαράγοντας κι εδώ τα επιφανειακά κλισέ της αστικής κοινής γνώμης – ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα εξουσίας ήταν το αποκλειστικό δημιούργημα του «χαρισματικού Αλέξη Τσίπρα», κι έτσι συνεπώς, το μόνο που χρειάζεται για να «ξαναμεγαλουργήσει» το κόμμα είναι να βρούμε τον «νέο Αλέξη», έστω και λιγότερο ταλαντούχο στην πολιτική δημαγωγία.
Όμως σε αντίθεση με τις πολύ διαδεδομένες αυτές ανοησίες, οφείλουμε για πολλοστή φορά να τονίσουμε ότι ο παλιός αριστερός ΣΥΡΙΖΑ έγινε κόμμα εξουσίας, όχι χάρις σε κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες του επικεφαλής του, αλλά γιατί ως η συνέχεια ενός παραδοσιακού και γνωστού στις μάζες αριστερού εργατικού κόμματος έλαβε τεράστια ώθηση από ένα πραγματικό μαζικό κίνημα που αναζητούσε εναγωνίως πολιτική λύση μετά τις προδοσίες του ΠΑΣΟΚ, το αντιμνημονιακό κίνημα της περιόδου 2010-2015, και γιατί συγκεκριμένα υποστηρίχθηκε αποφασιστικά από την εργατική τάξη που υπήρξε ο κορμός αυτού του κινήματος. Όταν αυτό το μαζικό κίνημα υποχώρησε προδομένο από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική αναξιοπιστία που δημιούργησε αυτή η προδοσία για το κόμμα στην εργατική τάξη τάξη έφερε και τις εκλογικές του ήττες, τη μία μετά την άλλη.
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, με δεδομένες τις αστικές, αντιδραστικές απόψεις που μέχρι τώρα έχει εκφράσει ο νέος του πρόεδρος, και τις οποίες έχει έμπρακτα υποστηρίξει με την ίδια την ως τώρα πολιτική του διαδρομή, όπως αναλύσαμε και σε προηγούμενα άρθρα μας (εδώ και εδώ), είναι οργανικά ακατάλληλος να δημιουργήσει ένα ανάλογο δυναμικό ρεύμα υποστήριξης στην εργατική τάξη και να αποτελέσει πολιτικό σημείο αναφοράς για τα προοδευτικά μαζικά κινήματα που αναπόφευκτα θα προκύψουν το επόμενο διάστημα από τις γραμμές της.
Οι πολιτικά απελπισμένοι μικροαστοί και οι καριερίστες δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσουν την κοινωνική βάση για ένα προοδευτικό ρεύμα ενάντια στη Δεξιά. Για κάθε απελπισμένο μικροαστό που ενθουσιάζεται σήμερα (πρόσκαιρα) με τον Κασσελάκη προβάλλοντας πάνω του διάφορες προλήψεις και φαντασιοκοπίες, πολλοί περισσότεροι άνθρωποι από την εργατική τάξη και ριζοσπαστικοποιημένοι νέοι που είχαν στηρίξει πολιτικά τον παλιό αριστερό ΣΥΡΙΖΑ, είναι άκρως επιφυλακτικοί και δύσπιστοι απέναντι στον αστό δημαγωγό.
Η ηττημένη εκπρόσωπος της κομματικής γραφειοκρατίας, Έφη Αχτσιόγλου, λαμβάνοντας μόλις 5.000 περισσότερες ψήφους από τον 1ο γύρο, έδειξε ότι απέτυχε παταγωδώς να δώσει κίνητρο συμμετοχής στα μέλη που απείχαν. Επιπλέον, το αποτέλεσμα αυτό δείχνει βάσιμα, όχι μόνο ότι απέτυχε να αποσπάσει το αναγκαίο μεγάλο τμήμα από τους ψηφοφόρους του Ευκλείδη Τσακαλώτου παρά την ξεκάθαρη στήριξή του στην ίδια, αλλά και ότι δεν απέφυγε απώλειες ακόμα και μεταξύ των ψηφοφόρων που την είχαν επιλέξει στον 1ο γύρο.
Το αποκαρδιωτικό αποτέλεσμα της κύριας εκπροσώπου της κομματικής γραφειοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε πόσο απομονωμένη είναι αυτή η γραφειοκρατία από την ίδια τη βάση του κόμματος. Φανερώνει την οργανική ακαταλληλότητα που έχει η υποψηφιότητα μιας υπουργού που εφάρμοσε τα αντεργατικά-αντιλαϊκά Μνημόνια και που υπεράσπισε πιστά όλη την παράδοση της δεξιάς στροφής («διεύρυνσης») έναντι του καθήκοντος να αποτραπεί η άλωση του κόμματος από έναν φιλόδοξο αστό δημαγωγό. Χιλιάδες αριστεροί ψηφοφόροι ή μέλη του κόμματος – και σωστά – δεν βρήκαν κανένα πολιτικό κίνητρο να στηρίξουν την υποψηφιότητα μιας από τους κύριους υπεύθυνους και τους πιο πιστούς απολογητές όλων των πολιτικών ατοπημάτων που έστρωσαν τον δρόμο και άνοιξαν διάπλατα την πόρτα στο νεόπλουτο δημαγωγό.
Τι σημαίνει το «Άλλαξέ τα όλα!», τι έρχεται
Η άνετη επικράτηση ενός καπιταλιστή δημαγωγού στις εσωκομματικές εκλογές για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να διαθέτει κανένα κομματικό παρελθόν και με καμπάνια μόλις ενός μήνα, εκφράζει όχι το επικοινωνιακό χάρισμα αυτού του έτσι κι αλλιώς εμφανώς αδέξιου δημαγωγού Κασσελάκη, αλλά το μέγεθος της κρίσης του κόμματος και της κατάρρευσης της απήχησής του. Σηματοδοτεί ένα προχωρημένο πλέον στάδιο στον αστικό-καθεστωτικό εκφυλισμό ενός κόμματος το οποίο μαζικοποιήθηκε και σπρώχτηκε στην εξουσία από τους εργαζόμενους λόγω της ανάγκης τους για πολιτική σύγκρουση με την άρχουσα τάξη και το οποίο τελικά, με αποκλειστική ευθύνη της ηγεσίας του, ενσάρκωσε μία από τις πιο ξεδιάντροπες προδοσίες στην ιστορία του αγώνα των πολιτικών τους αγώνων.
Πολλοί ψηφοφόροι και οι λοιποί πολιτικά απελπισμένοι συμπαθούντες του Κασσελάκη, ισχυρίζονται ότι «μόνο αυτός μπορεί να νικήσει τη Δεξιά και τον Μητσοτάκη». Θεωρητικά αυτή την πιθανότητα δεν μπορεί να την αποκλείσει κανείς. Το πρόβλημα είναι ότι ο αστός δημαγωγός που έχουμε μπροστά μας δεν θέλει να νικήσει τον Μητσοτάκη σαν ένας αριστερός ηγέτης των εργαζόμενων που επιδιώκει πολιτική σύγκρουση με την τάξη που στηρίζει τον Μητσοτάκη, αλλά ως ένας καλύτερος και πιο αυθεντικός υπερασπιστής του συστήματος στο οποίο αυτή η διεφθαρμένη και παρασιτική τάξη κυριαρχεί. Όμως το «να νικήσει» μέσα από αυτόν τον δρόμο ο Κασσελάκης τον Μητσοτάκη, είναι παντελώς αδιάφορο για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχά λαϊκών στρωμάτων, συμπεριλαμβανομένης και της πλειονότητας των απελπισμένων μικροαστών που τον ψήφισαν.
Κανένας εργαζόμενος και νέος δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες για τις προθέσεις του Κασσελάκη. Η πολιτική του διαδρομή ως ενεργός υποστηρικτής του Τζο Μπάιντεν (και πολιτικός φίλος του Κυριάκου Μητσοτάκη), μαζί φυσικά με όσα φανέρωσε από την πολιτική του ατζέντα στην έως τώρα δημαγωγική, ναρκισσιστική του ρητορική, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο των δημόσιων προτροπών των καθεστωτικών του καθοδηγητών τύπου ναυάρχου Αποστολάκη και των διαφόρων καριεριστών αυλικών του, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για παρερμηνείες σχετικά με το τι έρχεται στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό θα είναι μια απόπειρα να ολοκληρωθεί ό,τι άφησε ανολοκλήρωτο η ομάδα Τσίπρα: o πλήρης μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σ’ ένα νέο αστικό κόμμα, σε μια «δημοκρατική προοδευτική παράταξη», χωρίς ούτε καν έναν συμβολικό ομφάλιο λώρο με το αριστερό παρελθόν.
Γιατί όμως έχει ανάγκη από κάτι τέτοιο ο Κασσελάκης και η νέα ηγετική του ομάδα; Έχουν κάποια «ιδεολογική εμμονή»; Η απάντηση είναι ότι θεωρούν πως με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να επιταχυνθεί το σχέδιο της δημιουργίας ενός νέου εναλλακτικού στη ΝΔ αστικού πόλου εξουσίας, ικανού να συσπειρώσει μεγάλο μέρος ή και το σύνολο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Κι αυτό είναι το μόνο σχέδιο που μπορεί να φέρει αυτά τα φιλόδοξα αστικά τρωκτικά το συντομότερο δυνατό στην εξουσία, με ασφάλεια και χωρίς «επικίνδυνες» για το σύστημα δεσμεύσεις απέναντι στους εργαζόμενους.
Αυτό το σχέδιο κατανοούν ότι θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή αμέσως. Η απογοήτευση που κυριαρχεί στις τάξεις της κομματικής γραφειοκρατίας που επικαλείται την «Αριστερά» και η αυξανόμενη τάση για «αλλαξοπιστίες» προς τον Κασσελάκη από γραφειοκράτες και βουλευτές που στήριξαν την Αχτσιόγλου, προσφέρει το κατάλληλο «τάιμινγκ» για ένα πολιτικό «blitzkrieg» («κεραυνοβόλο πόλεμο») που θα οριστικοποιήσει και τυπικά το τέλος εποχής για τα απομεινάρια του παλιού αριστερού ΣΥΡΙΖΑ. Η γραμμή του «όποιος δεν θέλει ας κάτσει στην άκρη» που εξέφρασε στη πρώτη του μετεκλογική συνέντευξη ο κύριος ναύαρχος, θα πάρει σάρκα και οστά με ανοικτή εξώθηση των διαφωνούντων να αποχωρήσουν, ακόμα και με διαγραφές.
Το φαινομενικά αρραγές μπλοκ που εμφανίστηκε υπέρ της Αχτσιόγλου στον 2ο γύρο, αναπόφευκτα θα κινηθεί προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις. Ένα τμήμα του θα διασπαστεί άμεσα ή θα αποσυρθεί από την πολιτική, πιθανότατα χωρίς καν να περιμένει το συνέδριο που θα το θεωρεί τελειωμένη υπόθεση. Ένα άλλο θα υποταχθεί (επικερδώς) στον νέο πρόεδρο και ένα τρίτο, απλώς θα «μείνει μέχρι να φύγει» με την κρυφή ελπίδα πως μια μεγάλη ήττα στις Ευρωεκλογές θα του ανοίξει τον δρόμο της επιστροφής στην ηγεσία.
Στο πλαίσιο αυτών των εξαιρετικά πιθανών εξελίξεων, το επερχόμενο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ για το οποίο τούτες τις ώρες γίνεται πολύς λόγος, θα διεξαχθεί σε εκείνη την ημερομηνία στην οποία η νέα ηγετική ομάδα θα θεωρήσει ότι θα είναι η ευνοϊκότερη για να το ελέγξει πλήρως. Γι’ αυτό, δεν χρειάζεται πλέον να βιαστεί για το συνέδριο. Στο μεταξύ, μέχρι να φτάσει σ’ αυτό, θα έχει ήδη δώσει δείγματα «σαρωτικών αλλαγών», επιδιώκοντας να αποκλείσει κάθε αντιπολιτευτική φωνή από τα όργανα, μη διστάζοντας ακόμα και να τα καταργήσει στην πράξη αν αυτά δεν συμμορφωθούν.
Στο συνέδριο δε, όποτε κι αν αυτό γίνει, από την ηγεσία Κασσελάκη θα προταθεί ένα πρόγραμμα κατά πολύ δεξιότερο από το σημερινό. Το σώμα αυτό επιπλέον, θα κληθεί πιθανά να σφραγίσει αλλαγές ακόμα και στο όνομα του κόμματος με την αφαίρεση της «ξεπερασμένης» αναφοράς στη «Ριζοσπαστική Αριστερά», ανοίγοντας και επίσημα τον δρόμο για να συμμετάσχουν στα Ευρω-ψηφοδέλτια πρόσωπα, σε σύγκριση με τα οποία, ακόμα και ο Ευάγγελος Αντώναρος θα μοιάζει με ακροαριστερό.
Οι παραπάνω εκτιμήσεις συνθέτουν την κεντρική, γενική μας πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον υπό την προεδρία Κασσελάκη κλείνει και τυπικά τον κύκλο του αστικού του εκφυλισμού και περνά επίσημα στη φάση της αστικής επανίδρυσης. Ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης κρίσης και φθοράς της κυβέρνησης, και με την κεκτημένη επικοινωνιακή ορμή της εκλογής Κασσελάκη, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μια πρόσκαιρη άνοδο της απήχησης του κόμματος. Όμως η ιστορία του νέου ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να σταματήσει εκεί. Το νέο κόμμα του Κασσελάκη, όπως όλα τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, θα τείνει να γίνει αμεσότερα από ποτέ άλλοτε, φορέας της ίδιας της βαθιάς κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού, βιώνοντας διαρκείς κρίσεις και διασπάσεις.
Μέσα στη δίνη αυτών των κρίσεων θα επακολουθήσει αναπόφευκτα και το οριστικό κλείσιμο ενός ακόμα πολιτικού κύκλου. Εκείνου των πιο αυθεντικών εκφραστών της δεξιάς στροφής και του αστικού εκφυλισμού του ΣΥΡΙΖΑ, αυτών που είναι πασιφανές πλέον ότι προώθησαν και στήριξαν τον μεγαλοαστό δημαγωγό, δηλαδή των αρχι-οπορτουνιστών «Διόσκουρων», Νίκου Παππά και Αλέξη Τσίπρα.
Όπως είδαμε από το πρώτο λεπτό κιόλας της έναρξης της μάχης του 2ου γύρου, ο υποτιθέμενος ανταγωνιστής του Κασσελάκη ως υποψήφιος για την προεδρία, Νίκος Παππάς, μεταμορφώθηκε «ξαφνικά» σε πιστό πολιτικό του σύμβουλο και τον συντρόφεψε μάλιστα με τα πλατύτερα των χαμόγελων στους προχθεσινούς πανηγυρισμούς. Από τη δική του πλευρά, ο υποτιθέμενα «ουδέτερος» πρώην πρόεδρος, Αλέξης Τσίπρας, για να διασώσει το κλονισμένο από τις απανωτές εκλογικές ήττες κύρος του και για να καλύψει τις κολοσσιαίες ευθύνες του γι’ αυτές, υποδαύλισε μαεστρικά την ενοχοποίηση πιστών συνοδοιπόρων του και βασικών του στηριγμάτων, όπως η Αχτσιόγλου και ο Τσακαλώτος, για το αμάρτημα της «υπονόμευσης», την ώρα που και ο πιο μακρινός παρατηρητής των εξελίξεων στον ΣΥΡΙΖΑ γνώριζε ότι η εσωκομματική παντοδυναμία του Τσίπρα τα προηγούμενα χρόνια θα μπορούσε να του επιτρέψει να διορίσει σε ηγετική θέση ακόμα και τον κηπουρό του.
Και οι δύο αρχι-οπορτουνιστές «Διόσκουροι», κρύβονται σήμερα πίσω από τον Κασσελάκη, αλλά κανέναν πλέον δεν μπορούν να πείσουν ότι δεν είναι φανατικοί θιασώτες και υπηρέτες των σχεδίων του. Αν κάποιος θα μπορούσε να διακινδυνεύσει μια πρόβλεψη για το πολιτικό μέλλον αυτών των αχώριστων φίλων που έκαναν καριέρες σπεκουλάροντας στα αιτήματα του μαζικού αντιμνημονιακού κινήματος, είναι ότι η χαριστική βολή στην άθλια καριέρα τους θα τείνει να δοθεί από ένα ανάλογο και αναπόφευκτο νέο μαζικό κίνημα του προλεταριάτου, την ώρα που οι ίδιοι, στο φως ή στο ημίφως της αστικής πολιτικής ζωής, θα είναι απασχολημένοι με το να παζαρεύουν ηγεμονικούς ρόλους και αξιώματα με καλούς κρατικούς μισθούς.
Πιθανότατα πολύ νωρίτερα από το πολιτικό τέλος αυτών των ευεργετών του, οι οποίοι τον έχρισαν υπουργό, θα έρθει και το τέλος του σημαίνοντα πολιτικού ρόλου που διαδραματίζει σήμερα ο πρώην αριστερός ρεφορμιστής Παύλος Πολάκης, ο άνθρωπος που παρείχε το αναγκαίο άλλοθι «λαϊκότητας» στην υποψηφιότητα του δημαγωγού golden boy. Για τους αστούς σήμερα, ο «λαϊκιστής» Πολάκης αντιπροσωπεύει τη μόνη πολιτική σκιά στα «λαμπρά» πολιτικά σχέδια του Κασσελάκη. Έτσι, όσο δουλικά και αν φερθεί στον νέο πρόεδρο ο πολιτικά ρηχός αλλά ιδιαίτερα θορυβώδης αυτός επικριτής της «ολιγαρχίας», όσο μεγάλη κι αν είναι από την άλλη πλευρά η προσωπική ευγνωμοσύνη του Κασσελάκη για τις υπηρεσίες που αυτός πρόσφερε στην υποψηφιότητά του, ο Πολάκης αποτελεί την ενοχλητική τρίχα που θα πεταχτεί γρήγορα από τη σούπα της συμπόρευσης με το ΠΑΣΟΚ που μαγειρεύει η άρχουσα τάξη μαζί με την ηγεσία του νέου ΣΥΡΙΖΑ.
Το κύριο στοιχείο που οφείλει να κρατήσει στο μυαλό του κάθε εργαζόμενος και νέος που υποστήριξε στο παρελθόν τον ΣΥΡΙΖΑ και που συνεχίζει να ενδιαφέρεται για τις εξελίξεις στο εσωτερικό του, είναι η νέα και ολόπλευρη αποκάλυψη του αληθινού ρόλου του ρεφορμισμού. Αποτελώντας την έκφραση των πιέσεων της αστικής κοινωνίας στις μαζικές οργανώσεις που ιδρύθηκαν για να εκφράζουν τον εργατικό πολιτικό αγώνα, ο σύγχρονος ρεφορμισμός, με την αμαχητί παράδοσή του στον αστό δημαγωγό Κασσελάκη, απέδειξε ότι όποιο μανδύα κι αν φορέσει – «ριζοσπαστική αριστερά», «κυβερνώσα Αριστερά», «κεντροαριστερά», «προοδευτική παράταξη» – είναι ικανός για κάθε είδους πολιτική τερατογένεση.
Αλλά η θεωρητική συνειδητοποίηση αυτού του ρόλου θα είναι λειψή χωρίς το πολιτικό της «δια ταύτα»: η μόνη αληθινά ριζοσπαστική αριστερά που αντιπροσωπεύει την αναγκαία πολιτική λύση για τα προβλήματα του εργαζόμενου λαού είναι ο γνήσιος και ανόθευτος κομμουνισμός, ο κομμουνισμός του Μαρξ, του Ένγκελς του Λένιν και του Τρότσκι. Γίνε λοιπόν κομμουνιστής! Οργανώσου στη μόνη γνήσια κομμουνιστική συλλογικότητα που συνδέθηκε με τον παλιό αριστερό ΣΥΡΙΖΑ και πάλεψε από την πρώτη στιγμή ενάντια στη δεξιά στροφή του και τον αστικό του εκφυλισμό, την Κομμουνιστική Τάση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης!
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος