Η επιρροή της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Γ΄ Διεθνής) μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο έκανε άλματα: διέθετε 51 εθνικά τμήματα, με συνολικό αριθμό μελών 2,8 εκατομμύρια (μόνο 550.000 στη Ρωσία στο Τρίτο Συνέδριο το 1921). Στις τάξεις της υπήρχαν πολλές τάσεις, από τον «κεντρισμό» (ανάμεσα στο μαρξισμό και το ρεφορμισμό) ως τον υπεραριστερισμό.
Στην Ουγγαρία, ήταν τα υπεραριστερά λάθη της κομμουνιστικής ηγεσίας που οδήγησαν στην ήττα της Σοβιετικής Δημοκρατίας. Αρνούμενοι να μοιράσουν τη γη στους αγρότες και επιμένοντας δογματικά να κολλεκτιβοποιήσουν τα κτήματα των γαιοκτημόνων, απέτυχαν να κερδίσουν την υποστήριξη των αγροτικών μαζών.
Όταν η αντεπανάσταση χτύπησε, με τη μορφή εισβολής ρουμανικών και τσεχοσλοβακικών στρατευμάτων, οι αγρότες αρνούνταν να πολεμήσουν για μια κυβέρνηση που δεν ικανοποιούσε το βασικό τους αίτημα. Τον Αύγουστο του 1919 μετά από 4 μήνες ηρωικής άμυνας, η Σοβιετική Δημοκρατία της Ουγγαρίας έπεσε. Ακολούθησε λουτρό αίματος και λευκή τρομοκρατία.
Αντίθετα, στην Ιταλία ήταν η κεντριστική πλαδαρότητα της «επαναστατικής» ηγεσίας που έβαλε τελικά εμπόδιο στη νίκη. Ένα μαζικό κύμα καταλήψεων εργοστασίων έφερε επαναστατική κατάσταση το 1920, με σοβιέτ να ελέγχουν τα εργοστάσια και κόκκινες ομάδες περιφρούρησης να τα υπερασπίζονται Ο βασικός στόχος ήταν να εξοπλιστούν οι εργάτες για να προχωρήσουν στην κατάληψη της εξουσίας.
Οι «μαρξιστές» ηγέτες του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, κάτω από την πίεση της βάσης, έδωσαν υποστήριξη στην Γ΄ Διεθνή. Στην πραγματικότητα, ήταν διασπασμένοι και ακόμα και η αριστερή πτέρυγα αρνήθηκε να αναλάβει την ηγεσία. Η πρωτοβουλία αφέθηκε να περάσει στα χέρια των ρεφορμιστών ηγετών, που με τη σειρά τους έδωσαν την εξουσία πίσω στους καπιταλιστές, με αντάλλαγμα κάποιες παροδικές παραχωρήσεις από την πλευρά των καπιταλιστών.
Στη Γαλλία, στην Ιρλανδία, στη Βρετανία, στην Ολλανδία και σε πολλές άλλες χώρες η αστική τάξη κατάφερε να ξανακερδίσει τον έλεγχο χάρις στη βοήθεια των ρεφορμιστών ηγετών. Σε όλες τις περιπτώσεις, αυτό έγινε δυνατό λόγω της έλλειψης μίας γνήσιας μαρξιστικής ηγεσίας, που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις τεράστιες ευκαιρίες και να απομονώσει τους ρεφορμιστές μέσα στο εργατικό κίνημα, όπως είχαν κάνει οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία.