Η υποψηφιότητα του Μπέρνι Σάντερς γίνεται σημείο αναφοράς για την εργατική τάξη και τη νεολαία στις ΗΠΑ. Με την αριστερή ρητορική του Σάντερς έχει τεθεί η συζήτηση για το σοσιαλισμό στο προσκήνιο και αναδεικνύεται η ανάγκη για ένα μαζικό εργατικό κόμμα. Ένα φαινόμενο που αντανακλά σημαντικές ριζοσπαστικές διεργασίες στην αμερικανική κοινωνία.
Η σαρωτική νίκη του Μπέρνι Σάντερς στο Νέο Χαμσάιρ, παρά το γεγονός ότι είχε προβλεφθεί σε μεγάλο βαθμό από τις δημοσκοπήσεις, προκάλεσε σοκ. Μετά την οριακή ήττα του στην Ιόβα (με μεγάλη πιθανότητα το αποτέλεσμα να έχει νοθευτεί), ο Σάντερς κέρδισε την Κλίντον με πάνω από 20 μονάδες. Το αποτέλεσμα αυτό έχει προκαλέσει τεράστια σύγχυση στους πολιτικούς σχολιαστές. Πρόκειται για κάτι που υποτίθεται δεν μπορούσε να συμβεί.
Για μήνες τα μέσα μαζικής ενημέρωσης προσπάθησαν να αγνοήσουν την υποψηφιότητα του Σάντερς. Όλη η προσοχή δόθηκε στον Ντόναλτ Τραμπ, ενώ θεωρήθηκε δεδομένο ότι η Χίλαρι Κλίντον θα κυριαρχούσε στην κούρσα για τον προεδρικό υποψήφιο του Δημοκρατικού Κόμματος.
Η Χίλαρι Κλίντον έχει την υποστήριξη της «ελίτ» των Δημοκρατικών, η οποία αποτελείται από εκλεγμένους αξιωματούχους έως ηγέτες βασικών ακτιβιστικών οργανώσεων. Με τέτοια δεδομένα, ο Σάντερς είχε μηδαμινές πιθανότητες απέναντι στην αντίπαλό του. Ωστόσο, όλα αυτά αποδείχθηκαν μάταια. Σε εθνικό επίπεδο, όπως και στα πολιτειακά προκριματικά, ο Μπέρνι Σάντερς κατάφερε να ανταγωνιστεί σκληρά την Κλίντον. Πώς μπόρεσε να συμβεί όμως κάτι τέτοιο; Δε μπορεί να εξηγηθεί στη βάση των ιδιαίτερων προσωπικών αρετών του Σάντερς, παρότι το τελευταίο διάστημα έχει επιδείξει μεγάλο θάρρος και σθένος απέναντι σε ένα μπαράζ επιθέσεων και προσβολών. Πρόκειται για έναν ηλικιωμένο άντρα με κάπως εκκεντρικό αέρα. Η βασική αιτία λοιπόν της απήχησης που απολαμβάνει πρέπει να αναζητηθεί στις βαθιές αλλαγές που συντελούνται στη συνείδηση της αμερικάνικης κοινωνίας.
Δημοκρατία για δισεκατομμυριούχους
Στις ΗΠΑ υπήρχε ήδη μια αίσθηση αποξένωσης από τα πολιτικά κόμματα. Τώρα η αποξένωση αυτή μετατρέπεται σε μίσος. Εδώ βρίσκεται η εξήγηση για τη ραγδαία άνοδο του Μπέρνι Σάντερς.
Η οικονομική κρίση του 2008 και τα επακόλουθά της μετέτρεψαν το «αμερικάνικο όνειρο» σε «αμερικάνικο εφιάλτη» για εκατομμύρια ανθρώπους. Αυτό επηρεάζει κατά κύριο λόγο τη νεολαία, όμως όλο και περισσότερο ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας αμφισβητούν τον καπιταλισμό.
Υπάρχει μια αυξανόμενη αποστροφή απέναντι στο «κατεστημένο», τους πολιτικούς με τα κομψά κουστούμια που συναναστρέφονται τους τραπεζίτες, που δίνουν τεράστια ποσά δημόσιου χρήματος στους πλούσιους την ίδια στιγμή που επιβάλλουν σκληρές περικοπές στις δαπάνες κοινωνικής πρόνοιας. Η πλειοψηφία έχει κουραστεί με αυτό και θέλει μια αλλαγή.
Η προσοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε αυτές τις προκριματικές εκλογές έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στον Ντόναλτ Τραμπ. Με ένα διεστραμμένο και αντιδραστικό τρόπο, ακόμη και αυτός εκφράζει την παραπάνω διάθεση των μαζών. Ο ίδιος καλλιεργεί ένα «πληβειακό» στυλ ομιλίας που έρχεται σε αντίθεση με τη δύσκαμπτη, ανώδυνη «γλώσσα της Ουάσιγκτον» – στην οποία επιδίδονται όλοι οι άλλοι υποψήφιοι που ειδικεύονται σε κενές κοινοτυπίες. Αυτό εξηγεί γιατί είναι δημοφιλής στη βάση των Ρεπουμπλικάνων και γιατί επικράτησε άνετα στο Νέο Χαμσάιρ, σε απογοήτευση του μηχανισμού του κόμματος.
Όπως ο Τραμπ, ο Μπέρνι Σάντερς μιλάει με έναν τρόπο που είναι πολύ διαφορετικός από τον τρόπο της πολιτικής ελίτ. Αλλά σε αντίθεση με τον Τραμπ, υποστηρίζει πολιτικές υπέρ των μη προνομιούχων και κακοπληρωμένων Αμερικανών εργαζομένων. Εναντιώνεται στην οικονομική και κοινωνική αδικία και ξεσηκώνεται ενάντια στο Κατεστημένο. Οι φοιτητές δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τα χρέη τους και οι γονείς πρέπει να πιάσουν 2-3 δουλειές για να τα βγάλουν πέρα. Η ιδέα ότι η οικονομία είναι «στημένη» στα μέτρα μιας πλούσιας ελίτ γίνεται αντιληπτή από εκατομμύρια ανθρώπους.
Η αυξανόμενη υποστήριξη για το σοσιαλισμό
Η κύρια δύναμη που προωθεί την αλλαγή είναι η νεολαία. Το κίνημα, τουλάχιστον αρχικά, δεν ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών της καμπάνιας του Σάντερς, αλλά περισσότερο μια ενστικτώδης αντίδραση στο άκουσμα της υποψηφιότητάς του. Μια ολόκληρη γενιά που έχει βομβαρδιστεί με διαφημιστικά συνθήματα, βλέπει τώρα στο πρόσωπο του Sanders κάτι διαφορετικό και παράξενα ελκυστικό.
Η αυξανόμενη υποστήριξη για τον Μπέρνι Σάντερς σηματοδοτεί μια δραματική αλλαγή στο πολιτικό τοπίο στις Ηνωμένες Πολιτείες, και, ως εκ τούτου, τον κόσμο. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η αλλαγή συμβαίνει σε μια χώρα όπου οι σοσιαλιστικές ιδέες έχουν κατασταλεί και δαιμονοποιηθεί συστηματικά. Όπως παραδέχτηκε στις 20 Γενάρη η αρθρογράφος της Ουάσινγκτον Ποστ, Καθριν Ράμπελ, η σημερινή νεολαία, στην οποία η ίδια ανήκει, «αγαπάει τον Σάντερς, όχι παρά το σοσιαλισμό του, αλλά εξαιτίας αυτού… Πολλοί από εμάς μπήκαμε στην αγορά εργασίας την περίοδο που ο αχαλίνωτος καπιταλισμός φάνηκε να ανατινάζει την παγκόσμια οικονομία. Ίσως γι’ αυτό το λόγο εκατομμύρια φαίνεται να προτιμούν το σοσιαλισμό από τον καπιταλισμό.»
Το «Κατεστημένο» έχει θορυβηθεί
Μπορεί να ειπωθεί ότι η προτροπή του Σάντερς για μια πολιτική επανάσταση είναι ασαφής. Ίσως πράγματι είναι, ωστόσο η σημασία μιας τέτοιας έκκλησης είναι ξεκάθαρη για τους «στρατηγούς» του κεφαλαίου. Αν ο Σάντερς εκλεγόταν Πρόεδρος θα βρισκόταν αντιμέτωπος με ένα εχθρικό Κογκρέσο – όχι λιγότερο εχθρικό από τους Δημοκρατικούς απ’ ότι για τους Ρεπουμπλικάνους, καθώς οι περισσότεροι από αυτούς τον αντιπαθούν και τον φοβούνται. Θα προσπαθούσαν αρχικά να τον εξαγοράσουν, να τον πάρουν με το μέρος τους, μια τακτική που έχει γίνει τέχνη με τις δεκαετίες. Αλλά τι θα γινόταν αν δε τα κατάφερναν; Το πρόβλημα διατυπώνεται από αυτούς με τον πιο εκπληκτικό κυνισμό:
«Κανένα από τα προβλήματα αυτά δεν ήταν εμπόδιο όσο ο Σάντερς ήταν μέλος της Γερουσίας. Εκεί είναι απλά ένας από τους εκατό. Αλλά ο Σάντερς δε βρίσκεται πλέον εκεί. Προσπαθεί να δημιουργήσει ένα κίνημα που θα κυριαρχήσει στο Δημοκρατικό Κόμμα και μετά θα ‘κερδίσει’ τον Λευκό Οίκο. Οι Δημοκρατικοί δεν έχουν την πολυτέλεια να δεχτούν κανένα από αυτά τα αποτελέσματα.»
Με τις συνεχείς εκκλήσεις του για επανάσταση, ο Σάντερς έχει συνδεθεί με πολλούς ανθρώπους που νιώθουν ότι το σημερινό σύστημα σαπίζει και είναι διεφθαρμένο ως το μεδούλι. Το γεγονός αυτό έχει σπείρει τους πρώτους σπόρους αμφισβήτησης στα μυαλά των ανθρώπων και οι σπόροι αυτοί μπορούν να αναπτυχθούν και να αποκτήσουν μια μαζική έκφραση, ειδικά στη περίοδο που η κρίση του καπιταλισμού βαθαίνει.
«Σεξισμός»;
Η υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον για το Δημοκρατικό κόμμα, θεωρούταν από πολλούς ότι θα στηριζόταν από άτομα του γυναικείου φύλου, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των νέων γυναικών έχουν στραφεί προς τον Σάντερς. Αυτό έχει προκαλέσει οργή και αγανάκτηση σε κάποιες φεμινίστριες όπως η συγγραφέας Γκλόρια Στέινεμ. Τελευταία «ανέστησαν» ακόμα και την Πρώην Γραμματέα του Κράτους Μεντελίν Ολμπράιτ που εμφανίσθηκε σε μία συγκέντρωση της Κλίντον και επιτέθηκε στις νέες γυναίκες ότι «προδίδουν το φύλο τους». «Υπάρχει ένα ειδικό μέρος στην κόλαση για τις γυναίκες που δεν αλληλοϋποστηρίζονται!» ανακοίνωσε.
Βέβαια η κυρία Ολμπράιτ δεν μας ενημέρωσε ποιο μέρος της κόλασης επιφυλάσσεται σε κάποια που σε όλη της τη ζωή έχει υποστηρίξει τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και έχει την ευθύνη για το θάνατο μισού εκατομμυρίου παιδιών στο Ιράκ ως αποτέλεσμα των κυρώσεων των ΗΠΑ. Αυτή η λασπολογία της Ολμπράιτ προκάλεσε αμέσως κύματα διαμαρτυριών από πολλές γυναίκες. Αν και πολλές θα ήθελαν να δουν μια γυναίκα να είναι υποψήφια για Πρόεδρος, αντιλαμβάνονται ότι κάποιος δε μπορεί να ψηφίσει μόνο με βάση το φύλο.
Αυτό που αποδεικνύει η καμπάνια του Μπέρνι Σάντερς είναι ότι όταν οι μάζες αρχίζουν να κινούνται, προσπερνάνε όλα τα διχαστικά ζητήματα φυλής, φύλου, θρησκείας ή εθνικότητας. Όλοι αυτοί που προσπαθούν να διασπάσουν το κίνημα, θα μπουν στην άκρη. Η εργατική τάξη και η επαναστατική νεολαία χρειάζονται την ενότητα για να αλλάξουν τη κοινωνία.
Το πρόγραμμα του Σάντερς
Ενώ όλοι οι άλλοι υποψήφιοι συνεχίζουν να πλέκουν το εγκώμιο του καπιταλισμού, ο Μπέρνι Σάντερς θέτει προκλητικές ερωτήσεις για το υπάρχον κοινωνικό σύστημα. Έχει επιτεθεί στις μεγάλες τράπεζες και τη Γουόλ Στριτ, σημειώνοντας ότι η τεράστια πλειοψηφία του πλούτου που παράγεται από την αμερικανική εργατική τάξη πηγαίνει στο 1% των πλουσίων. Υποστηρίζει την αύξηση του κατώτατου μισθού σε 15$ την ώρα και το «σπάσιμο» των μεγάλων τραπεζών της Γουόλ Στριτ. Περιγράφει την Γουόλ-Μαρτ ως τον ωφελημένο του κράτους πρόνοιας. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς για όλες τις αμερικανικές τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Αυτό εννοεί με τον όρο «διεφθαρμένη οικονομία», ένα σύστημα στο οποίο μια ισχυρή, πλούσια ελίτ κυριαρχεί πάνω στους καθημερινούς ανθρώπους, όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά. Αυτή είναι μια δίκαιη περιγραφή του καπιταλισμού στον 21ο αιώνα στην Αμερική και παντού όπου επικρατεί το κεφάλαιο. Ο Σάντερς υποστηρίζει ότι θα αυξήσει τους φόρους σε αυτούς που κερδίζουν πάνω από 250.000$, ανεβάζοντας το ποσοστό φορολόγησης εισοδήματος στο 37%. Αυτοί που βρίσκονται στη κορυφή της οικονομικής αλυσίδας – κερδίζοντας πάνω από 10 εκατομμύρια το χρόνο – θα πληρώνουν φόρους στο 52% του εισοδήματός τους. Επίσης, θα αυξήσει και άλλα τέλη και φόρους για τα μεγαλύτερα εισοδήματα, συμπεριλαμβανομένης της Κοινωνικής Ασφάλισης. Επιπρόσθετα, θα φορολογήσει τα κεφαλαιακά κέρδη στο ίδιο ποσοστό με τη φορολόγηση του εισοδήματος ενός φορολογουμένου από την εργασία του.
Υποστηρίζει ότι όλοι οι νέοι πρέπει να έχουν την ευκαιρία να μορφωθούν, να βρουν εργασία και να κερδίσουν ένα εισόδημα, ότι θα πρέπει να υπάρχει ελεύθερη και κατάλληλη εκπαίδευση για κάθε άτομο στην Αμερική. Ακόμα, ισχυρίζεται ότι μέσω της εκπαίδευσης οι νέοι στην Αμερική μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ένα ευρύτερο φάσμα θέσεων εργασίας και να γίνουν τα πιο παραγωγικά μέλη της κοινωνίας. Η πρότασή του για την υγειονομική περίθαλψη πηγαίνει πολύ πέρα από το σύστημα Obamacare.
Υπάρχουν πολλά πράγματα στο πρόγραμμα Σάντερς που είναι ελκυστικά για πολλούς ανθρώπους στις ΗΠΑ. Με πολλά από αυτά συμφωνούμε, όπως η καθολική υγειονομική περίθαλψη, η δωρεάν παιδεία, η μείωση του χρέους των φοιτητών και τη θέσπιση κατώτερου μισθού στα $15 ανά ώρα. Το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, ωστόσο, είναι πώς θα επιτευχθούν όλα αυτά χωρίς να νικηθεί η εξουσία των μεγάλων τραπεζών και των μονοπωλίων;
Η ιδέα της διάλυσης των μεγάλων τραστ (σε μικρότερα) είναι αρκετά παλιά. Ωστόσο, αυτό έρχεται σε αντίθεση με τους θεμελιώδεις νόμους του καπιταλισμού, όπως είχε ήδη εξηγήσει ο Μαρξ από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Ο Μαρξ δείχνει ότι ο ανταγωνισμός οδηγεί αναπόφευκτα στο μονοπώλιο. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα «καταπίνουν» πάντα τις μικρότερες. Οι Μαρξιστές εξηγούν ότι ο πραγματικός έλεγχος είναι δυνατός μόνο με την απαλλοτρίωση των μεγάλων τραπεζών και των μονοπωλίων. Αλλά ο Μπέρνι Σάντερς δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, τάσσεται υπέρ της διάλυσης των μεγάλων τραπεζών και της ρύθμισης του καπιταλισμού. Λέει ότι ο αγαπημένος του πρόεδρος είναι ο Φραγκλίνος Ντ. Ρούσβελτ.
Αυτή είναι μια σημαντική παρατήρηση, όπως και η δήλωσή του ότι ο «σοσιαλισμός» που έχει στο μυαλό του είναι σαν αυτόν των Σκανδιναβικών χωρών, δηλαδή ένα είδος ρυθμιζόμενου καπιταλισμού με ένα κράτος πρόνοιας και λιγότερη ανισότητα. Το πρόβλημα με αυτή την ιδέα είναι ότι δεν υφίσταται πλέον, ακόμη και στη Σκανδιναβία. Ως Μαρξιστές λέμε: εμείς θα παλέψουμε για κάθε μεταρρύθμιση που αντιπροσωπεύει μια πραγματική βελτίωση της ζωής των εργαζομένων και της νεολαίας, αλλά πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να βγάλουμε όλα τα αναγκαία συμπεράσματα.
Όταν οι αστοί επικριτές του Σάντερς προειδοποιούν ότι το πρόγραμμά του μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσα από μια επανάσταση από τα κάτω, αυτό είναι αρκετά σωστό. Για να είναι επιτυχής ο αγώνας αυτός, θα πρέπει να καταλήξει στην ανατροπή της δικτατορίας της Γουόλ Στρίτ και των μεγάλων τραπεζών και επιχειρήσεων. Ο μόνος τρόπος για να νικηθεί η εξουσία των μεγάλων ιδιωτικών μονοπωλίων είναι να αντικατασταθούν τα ιδιωτικά μονοπώλια με ένα κρατικό μονοπώλιο των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων. Αντί της δικτατορίας μιας μικροσκοπικής χούφτας αφεντικών, μια σοσιαλιστική σχεδιασμένη οικονομία θα είναι υπό το δημοκρατικό έλεγχο και τη διαχείριση της εργατικής τάξης.
Μπορεί να κερδίσει;
Η μάχη για τη προεδρία των ΗΠΑ έχει φτάσει πλέον σε άλλο επίπεδο, καθώς οι προκριματικές εκλογές έχουν αρχίσει να λαμβάνουν χώρα από τη μία πολιτεία στην άλλη, μέχρι και τον Ιούνιο. Μπορεί άραγε ο Σάντερς να κερδίσει την υποψηφιότητα για πρόεδρος; Αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η νίκη του στο Νέο Χαμσάιρ δε θα επαναληφθεί απαραίτητα σε άλλες πολιτείες, ειδικά προς το Νότο, όπου τουλάχιστον μέχρι στιγμής, φαίνεται να είναι σε πιο αδύναμη θέση από την αντίπαλό του.
Θα χρησιμοποιήσουν κάθε βρώμικο κόλπο και θα κινητοποιήσουν ό,τι πόρους έχουν για να τον σταματήσουν. Η Χίλαρι Κλίντον υποστηρίζει ότι θα παλέψει για κάθε ψήφο, σε κάθε πολιτεία και δεν αμφιβάλλουμε ότι αυτή είναι η αλήθεια. Έχει την υποστήριξη του ισχυρού μηχανισμού του Δημοκρατικού Κόμματος.
Το λεγόμενο σύστημα με τους «υπερ-εκλέκτορες» σημαίνει ότι ο Σάντερς θα χρειαστεί ένα ποσοστό κοντά στο 60-70% για να νικήσει. Αυτό είναι ένα τιτάνιο έργο. Ωστόσο δεν αποκλείεται καθόλου να καταφέρει να κερδίσει. Η διάθεση θυμού εναντίον του κατεστημένου είναι τόσο ισχυρή ώστε ο κομματικός μηχανισμός μπορεί να μην είναι τόσο τρομερό εμπόδιο όσο φαίνεται αυτή τη στιγμή. Η κατάσταση είναι τόσο ασταθής που σχεδόν όλα μπορούν να συμβούν.
Τι θα συμβεί αν ο Μπέρνι Σάντερς δεν κερδίσει χρίσμα των Δημοκρατικών; Αυτό εξαρτάται από το πώς θα αντιδράσει. Ο ίδιος έχει δηλώσει δημοσίως ότι αν ηττηθεί, θα υποστηρίξει τη Χίλαρι ή οποιονδήποτε άλλο υποψήφιο επιλέξει το κόμμα. Αν το κάνει αυτό, θα προκαλέσει ένα κύμα απογοήτευσης στους οπαδούς του. Το κίνημα που έχει εμπνεύσει, θα μπορούσε να εξατμιστεί σαν μια σταγόνα νερό σε μια καυτή κουζίνα. Αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι το μόνο πιθανό ενδεχόμενο.
Το κίνημα γύρω από τον Μπέρνι Σάντερς έχει συσσωρεύσει τέτοια δυναμική που θα τείνει να ενισχυθεί κατά τους επόμενους μήνες. Υπάρχει μια δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ του Σάντερς και του αναπτυσσόμενου κινήματος που ηγείται. Αν στο τέλος χάσουν με ύποπτο τρόπο τη νίκη από τους χειρισμούς του μηχανισμού του κόμματος, θα υπάρξει μια έκρηξη οργής, η οποία πιθανότητα θα επηρεάσει τον Σάντερς, ο οποίος κάτω από τεράστια πίεση είναι πιθανό να μην αποδεχθεί το αποτέλεσμα.
Αυτό που έχει αποδείξει ήδη αυτή η εκστρατεία είναι ότι οι «στέρεοι νόμοι» της αμερικανικής πολιτικής είναι στη πραγματικότητα απλώς συνήθειες και παραδόσεις που μπορούν να σπάσουν και στη πραγματικότητα έχουν ήδη σπάσει. Οπότε, δε μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να οδηγηθεί ο Σάντερς στο σπάσιμο από το Δημοκρατικό Κόμμα και στη δημιουργία ενός νέου κόμματος στα αριστερά των Δημοκρατικών. Αυτό θα αποτελούσε μια θεμελιώδη αλλαγή στην όλη κατάσταση.
Ο Σάντερς και το Δημοκρατικό Κόμμα
Ο Σάντερς δεν ήταν στο Δημοκρατικό Κόμμα ανέκαθεν. Στο παρελθόν ήταν ένας ανεξάρτητος σοσιαλιστής, πρώην δήμαρχος του Μπέρλινγκτον στο Βερμόντ, ο οποίος συνεργάστηκε με τους Δημοκρατικούς στο Καπιτώλιο. Ο μηχανισμός του Δημοκρατικού Κόμματος ξεκάθαρα τον αποδέχτηκε ως υποψήφιο επειδή θεώρησε ότι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να «τραβήξει» κάποιες προοδευτικές ψήφους προς το κόμμα, ενώ φαινόταν ότι δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να εκλεγεί. Ένα παρόμοιο λάθος έκαναν οι ηγέτες του Εργατικού Κόμματος στην Αγγλία, όταν επέτρεψαν στον Τζέρεμι Κόρμπιν να κατέβει υποψήφιος για την ηγεσία του κόμματος. Η αιτία είναι ακριβώς η ίδια: αυτοί οι άνθρωποι (γραφειοκράτες του κόμματος) δεν έχουν καμία επαφή με τη πραγματική διάθεση της κοινωνίας. Όπως και στις άλλες χώρες, η πολιτική ελίτ στις ΗΠΑ είναι τελείως ξεκομμένη από τη πραγματικότητα.
Εμείς υποστηρίζουμε τη δημιουργία ενός Εργατικού Κόμματος στις ΗΠΑ. Λέμε ότι το Δημοκρατικό Κόμμα είναι ένα αστικό κόμμα που δεν μπορεί να αλλάξει. Αυτό είναι σωστό γενικά, αλλά δεν αρκεί αυτή η γενική θέση. Είναι απαραίτητο να πούμε με συγκεκριμένο τρόπο πώς θα μπορέσει να δημιουργηθεί ένα Εργατικό Κόμμα. Στο παρελθόν υποστηρίξαμε ότι θα μπορούσε να έρθει πιθανώς από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που θα σπάσουν τους πολιτικούς δεσμούς τους με τους Δημοκρατικούς. Αυτή ήταν μια λογική υπόθεση, όμως όπως και κάθε άλλη υπόθεση είναι απαραίτητο να δοκιμαστεί με βάση την εμπειρία.
Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες για μια καμπάνια για τη δημιουργία ενός Εργατικού κόμματος με βάση τα συνδικάτα που όμως δεν οδήγησαν πουθενά. Ο εκφυλισμός της συνδικαλιστικής ηγεσίας στις ΗΠΑ έχει προχωρήσει πιθανά πολύ περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Οι ηγέτες των συνδικάτων δεν έχουν απολύτως καμία πρόθεση να σπάσουν με τους Δημοκράτες ή να δημιουργήσουν ένα Εργατικό Κόμμα. Στην πραγματικότητα, η όλη ιδέα τους γεμίζει με τρόμο.
Το κίνημα για μια αριστερή εναλλακτική στους Δημοκρατικούς εμποδίστηκε από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά δεν εξαφανίστηκε. Η απογοήτευση για την ηγεσία των Δημοκρατικών ποτέ δεν ήταν τόσο έντονη όσο σήμερα και σήμερα εκδηλώνεται με τη μορφή του κινήματος γύρω από τον Μπέρνι Σάντερς. Ασφαλώς πρέπει πάντα να προσέχουμε να μην παρασυρόμαστε από τις εφήμερες τάσεις και εξελίξεις, ωστόσο είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι κάτι αλλάζει στην πολιτική κατάσταση των ΗΠΑ και πρέπει να την αναλύουμε προσεκτικά και να εξάγουμε τα αναγκαία συμπεράσματα.
Είναι άλλο πράγμα το ολοκληρωμένο πρόγραμμα και οι Μαρξιστικές ιδέες και άλλο, τελείως διαφορετικό, η αναγκαστικά ανολοκλήρωτη, συγκεχυμένη και αντιφατική συνείδηση των μαζών. Δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι οι νέοι άνθρωποι που μόλις αφυπνίζονται στην πολιτική ζωή να έχουν μια σαφή κατανόηση της φύσης των πραγμάτων. Είναι καθήκον των Μαρξιστών να παρέχουν την απαραίτητη σαφήνεια. Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει απλά επαναλαμβάνοντας τις γενικές θέσεις του Μαρξισμού (ακόμα κι αν αυτές είναι εκατό τοις εκατό σωστές). Είναι απαραίτητο να συμμετάσχουν ενεργά στο κίνημα, να συμμετέχουν στον ουσιαστικό διάλογο που διαδραματίζεται σε αυτό, να κερδίσουν από τη συλλογική εμπειρία, και φυσικά, να εξηγήσουν υπομονετικά τις ιδέες τους με όρους που μπορεί να γίνουν κατανοητές.
Ενώ πρέπει υπομονετικά να εξηγούμε τους περιορισμούς του αριστερού ρεφορμισμού και να υπερασπίζουμε τις ιδέες του επαναστατικού μαρξισμού, είναι σημαντικό να χτίζουμε γέφυρες προς τους νέους ανθρώπους που υποστηρίζουν τον Μπέρνι Σάντερς. Οι σύντροφοι του WIL (Workers International League – του αμερικάνικου τμήματος της ΔΜΤ) έχουν ορθώς επισημάνει ότι «σε αυτή την εποχή της καπιταλιστικής κρίσης, το βήμα από μια άμορφη υποστήριξη βασικών δικαιωμάτων και μετριοπαθών μεταρρυθμίσεων στην κατάκτηση πλήρως επαναστατικών συμπερασμάτων, είναι πολύ μικρό. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για το σοσιαλισμό είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, με διαφορετικές εκδοχές που απορρέουν από τις παραδόσεις και την ιστορία της κάθε χώρας: η υποψηφιότητα του Τζέρεμι Κόρμπιν για την ηγεσία του Εργατικού κόμματος στη Βρετανία, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας και η άνοδος των Podemos στην Ισπανία, ο Τσίπρας και η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές στην Ελλάδα. Εδώ στις ΗΠΑ, βιώνουμε τη δική μας παραλλαγή, παραμορφωμένη μέσα από το πρίσμα μιας χώρας με ένα αντικομμουνιστικό παρελθόν και χωρίς ένα παραδοσιακό μαζικό εργατικό κόμμα.
Εξαιτίας της απουσίας κάποιας βιώσιμης εναλλακτικής, και με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες να μη προσφέρουν κάποια ταξικά ανεξάρτητη πορεία προς τα εμπρός, πολλοί εργαζόμενοι καταλήγουν να ψηφίσουν κάποιον ‘Δημοκρατικό’ όταν έρχονται οι εκλογές. Ο Μπέρνι Σάντερς, ο ανεξάρτητος γερουσιαστής από το Βερμόντ, είναι υποψήφιος για το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών. Η έκκλησή του για μια πολιτική επανάσταση και δημοκρατικό σοσιαλισμό έχει σημαντικό αντίκτυπο σε εκατομμύρια Αμερικανούς απογοητευμένους από τις ψεύτικες υποσχέσεις του Ομπάμα για αλλαγή. Μετά από χρόνια αναιμικής «ανάκαμψης», λιτότητας και πρωτοφανούς ανισότητας, η επίθεσή του ενάντια στη ‘τάξη των δισεκατομμυριούχων’ έχει ξεσηκώσει ένα κίνημα από τη Μινεάπολις ως το Μέιν.»
Όλα αυτά δείχνουν ότι κάτω από την επιφάνεια της αμερικάνικης πολιτικής οι τεκτονικές πλάκες κινούνται. Αργά ή γρήγορα αυτό θα προκαλέσει ένα σεισμό. Αυτό που βλέπουμε είναι οι πρώτες δονήσεις που προαναγγέλλουν έναν κατακλυσμό.
Μετάφραση : Μάριος Καλομενόπουλος
Επιμέλεια : Άγγελος Ηρακλείδης
Περίληψη άρθρου του Άλαν Γουντς που δημοσιεύθηκε
από την ιστοσελίδα www.marxist.com