Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΘεωρία - ΙστορίαΤο Σύμφωνο Στάλιν-Χίτλερ και η πολιτική της σοβιετικής γραφειοκρατίας

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Το Σύμφωνο Στάλιν-Χίτλερ και η πολιτική της σοβιετικής γραφειοκρατίας

Γιατί υπογράφτηκε και τι προέβλεπε το επαίσχυντο Σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν (23/8/1939).

Στις πρώτες πρωινές ώρες της 23ης Αυγούστου 1939 η ναζιστική Γερμανία και η ΕΣΣΔ υπέγραψαν ένα «σύμφωνο μη επίθεσης», το οποίο χώριζε κράτη της Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης σε γερμανικές και σοβιετικές «σφαίρες επιρροής», τεμαχίζοντας ουσιαστικά την Πολωνία σε δύο μέρη. Το Σύμφωνο Στάλιν-Χίτλερ (ή αλλιώς Σύμφωνο Μολότωφ-Ρίμπεντροπ από τα ονόματα των υπουργών Εξωτερικών της ΕΣΣΔ και της ναζιστικής Γερμανίας) έχει καταγραφεί στην Ιστορία ως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του απόλυτου κυνισμού της σταλινικής γραφειοκρατίας.

Ήταν μια συμφωνία που προέβλεπε το μοίρασμα και τη διαίρεση της Πολωνίας, τη μισή στη σταλινική Ρωσία και τη μισή στη Γερμανία του Χίτλερ. Αυτή η κίνηση περιγράφεται από τους σταλινικούς ως «αμυντική». Όμως το Σύμφωνο δεν εμπόδισε καθόλου τον πόλεμο μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, αλλά σίγουρα βοήθησε τον Χίτλερ στους πολέμους του. Προκάλεσε σύγχυση και αποθάρρυνση μεταξύ των τίμιων κομμουνιστών σε όλον τον κόσμο, οι οποίοι για χρόνια κατήγγειλαν τον Χίτλερ ως τον πρωταρχικό εχθρό του εργατικού κινήματος και ως τη βασική απειλή για την παγκόσμια ειρήνη.

Σε αντίθεση με τον Στάλιν, ο οποίος επιδίωξε κάθε είδους διπλωματικές συμφωνίες με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις σύμφωνα με τη θεωρία του «σοσιαλισμού σε μια χώρα» και θυσίασε κυνικά την επανάσταση στη Δύση, για τον Λένιν και τους μπολσεβίκους η κατευθυντήρια αρχή ήταν η προώθηση της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτή ήταν μια αρχή που βασίστηκε σε πολύ συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις. Για μια καθυστερημένη χώρα όπως η Ρωσία, περικυκλωμένη από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η εξάπλωση της επανάστασης διεθνώς ήταν το κλειδί για την επιβίωση και την συμβολή της στον παγκόσμιο σοσιαλισμό.

Ασφαλώς, όταν ο Λένιν και ο Τρότσκι υπέγραψαν αναγκαστικά την ειρηνευτική Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ το 1918, αυτό σήμαινε, πρακτικά, ενίσχυση του γερμανικού ιμπεριαλισμού, με τη δυνατότητά του να καταλάβει την Ουκρανία. Η ιδέα ένα εργατικό κράτος να συμφωνεί με τα καπιταλιστικά κράτη δεν αποκλείεται από τους μαρξιστές. Αλλά κάθε περίπτωση συμφωνίας πρέπει να αξιολογείται και να εξετάζεται ως προς το πώς ακριβώς προωθεί τους σκοπούς και τα συμφέροντα των εργατών σε διεθνή κλίμακα. Η Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ του 1918 επιβλήθηκε στη Σοβιετική Δημοκρατία, καθώς διακυβευόταν η ίδια η επιβίωσή της. Ωστόσο, ο Λένιν και ο Τρότσκι προσέγγιζαν τέτοιες συμφωνίες ως δευτερεύοντες διπλωματικούς ελιγμούς και ως μοναδική πραγματική σωτηρία έβλεπαν την εξάπλωση της ίδιας της επανάστασης, ξεκινώντας από τη Γερμανία. Όμως η υπογραφή του συμφώνου Στάλιν-Χίτλερ δεν είχε σχέση με τις παραδόσεις του μπολσεβικισμού και την εξωτερική πολιτική του Λένιν και του Τρότσκι. Όπως ανέφερε ο Τρότσκι εκείνη την εποχή, αυτή η συμφωνία ήταν «ένα επιπλέον στοιχείο για να μετρηθεί ο βαθμός εκφυλισμού της γραφειοκρατίας και η περιφρόνησή του για τη διεθνή εργατική τάξη, συμπεριλαμβανομένης της Κομιντέρν».

Η άνοδος του ναζισμού και οι σταλινικές εκκαθαρίσεις

Η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία είχε καταστροφικό αντίκτυπο στην εργατική τάξη διεθνώς. Το ισχυρότερο και καλύτερα οργανωμένο εργατικό κίνημα στον κόσμο είχε επιτρέψει στο φασισμό να θριαμβεύσει, όπως καυχιέται ο Χίτλερ, «χωρίς να σπάσει ούτε ένα τζάμι». Η αιτία για αυτήν την καταστροφή δεν ήταν άλλοι από τις παράφρονες πολιτικές των σταλινικών κομμουνιστικών κομμάτων. Μέχρι το 1927, ο Τρότσκι και η Αριστερή Αντιπολίτευση εκδιώχθηκαν από τα Κομμουνιστικά κόμματα και οι υποστηρικτές του καταδιώκονταν παντού από τους σταλινικούς. Αντιμέτωποι με την απειλή του φασισμού, έθεσαν την ανάγκη για ένα Ενιαίο Μέτωπο στη Γερμανία μεταξύ των σοσιαλιστών και των κομμουνιστών.

Στη Ρωσία οι σταλινικοί, έχοντας συμμαχήσει με τη Δεξιά πτέρυγα για να νικήσουν την Αριστερή Αντιπολίτευση, προχώρησαν στο να συντρίψουν τον Μπουχάριν και την πλούσια αγροτιά που εκπροσωπούσε. Αυτό αντικατοπτρίστηκε στην αριστερίστικη στροφή μέσα στην Κομμουνιστική Διεθνή το 1928. Τούτη η στροφή εκφράστηκε με την καταγγελία κάθε πολιτικής τάσης εκτός Κομμουνιστικού Κόμματος ως «παραλλαγής του φασισμού»: είχαμε παντού αναφορές για «σοσιαλφασίστες», «φιλελεύθερους φασίστες» και το αισχρότερο από όλα, οι «τρότσκιστο-φασίστες». Αυτές οι εγκληματικές πολιτικές ανοησίες απλώς αποθάρρυναν τους εργάτες και ευνόησαν τα σχέδια των συμμοριών του Χίτλερ.

Η απόλυτη χρεοκοπία των ηγετών του γερμανικού ΚΚ αποκαλύφθηκε όταν ο Χίτλερ έγινε καγκελάριος. Έκαναν δεκτό αυτό το γεγονός με τη δήλωση: «Πρώτα ο Χίτλερ, μετά η σειρά μας!». Οι ναζί τσάκισαν τη γερμανική εργατική τάξη, όχι μόνο με τη σύλληψη και δίωξη των Εβραίων, αλλά και με την εξόντωση όλων των κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών κομμάτων και όλων των ανεξάρτητων εργατικών οργανώσεων. Μετά από αυτήν την καταστροφή, η οποία δεν προκάλεσε ούτε τους στοιχειώδεις πολιτικούς τριγμούς μέσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα, ο Τρότσκι συνειδητοποίησε ότι η Κομμουνιστική Διεθνής τελείωσε και ότι δεν θα μπορούσε πλέον να είναι εργαλείο το οποίο θα ήταν δυνατό να αξιοποιηθεί για την προώθηση των σκοπών της διεθνούς εργατικής τάξης. Χρειαζόταν μια νέα Διεθνής.

Σε αυτό το σημείο είναι αμφισβητήσιμο το αν η σταλινική γραφειοκρατία επιδίωκε να σαμποτάρει συνειδητά το εργατικό κίνημα, όπως αργότερα έκανε στην Ισπανία το 1936, όπου σαφώς ενεργούσε ως συνειδητή κάστα που πάσχιζε να διατηρήσει τη θέση της. Οι Ισπανοί σταλινικοί ενήργησαν σε μια γραμμή που υπαγόρευσε η Μόσχα και απαιτούσε το σαμποτάζ της επανάστασης και τη συγκέντρωση, τάχα, κάθε προσπάθειας στον «πόλεμο ενάντια στον φασισμό». Οι σταλινικοί ήταν ξεκάθαροι: «Προς το παρόν τίποτα δεν έχει σημασία εκτός από τη νίκη του πολέμου, χωρίς νίκη στον πόλεμο όλα τα άλλα δεν έχουν νόημα. Επομένως, δεν είναι η στιγμή να μιλήσουμε για την προώθηση της επανάστασης… Σε αυτό το στάδιο δεν παλεύουμε για τη δικτατορία του προλεταριάτου, αγωνιζόμαστε για την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Όποιος προσπαθεί να μετατρέψει τον εμφύλιο πόλεμο σε σοσιαλιστική επανάσταση παίζει το παιχνίδι των φασιστών και είναι στην πραγματικότητα, αν όχι από πρόθεση, προδότης».

Αυτή η γραμμή προήλθε από την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου, η οποία υιοθετήθηκε το 1935 και αντιπροσώπευε μια στροφή 180 μοιρών. Αντί του αναγκαίου Ενιαίου Μετώπου των εργατικών οργανώσεων, η νέα πολιτική του Λαϊκού Μετώπου επιδίωκε την ενότητα των κομμουνιστών με τους σοσιαλιστές, τους φιλελεύθερους και τους «προοδευτικούς», «αντιφασίστες» αστούς. Από τον τρελό υπερ-αριστερισμό στράφηκαν στον απελπισμένο οπορτουνισμό. Εγκατέλειψαν όλες τις αρχές για να εναγκαλιστούν κάθε υποτιθέμενα προοδευτικό σύμμαχο. Αυτό σήμαινε την εγκατάλειψη οποιασδήποτε ανεξάρτητης δράσης της εργατικής τάξης – του μοναδικού τρόπου δηλαδή για να νικηθεί ο φασισμός.

Ο αντεπαναστατικός «ρεαλισμός» του Στάλιν

Στο επίπεδο της διεθνούς διπλωματίας, ο Στάλιν προσπάθησε να αποδείξει στις καπιταλιστικές δημοκρατίες ότι ήταν αξιόπιστος σύμμαχος με το ξεπούλημα της Ισπανικής επανάστασης. Το 1936 ο Στάλιν ανακοίνωσε δημοσίως στην περιβόητη συνέντευξή του στον δημοσιογράφο Χάουαρντ ότι «η ΕΣΣΔ δεν είχε ποτέ προθέσεις να προωθήσει την παγκόσμια επανάσταση» και ότι η αντίθετη άποψη ήταν αποτέλεσμα μιας «κωμικοτραγικής παρανόησης».

Σε αυτό το σημείο, οι διώξεις της αντιπολίτευσης και των διαφωνούντων μέσα στην ΕΣΣΔ αυξάνονταν πυρετωδώς. Οι «εκκαθαρίσεις» του 1936-38 δημιούργησαν ένα «ποτάμι αίματος» μεταξύ των καθεστώτων του Λένιν και του Στάλιν. Από τον Αύγουστο του 1936 ο παγκόσμιος σταλινικός τύπος δημοσίευε καθημερινά ψηφίσματα από «συγκεντρώσεις εργατών» που μιλούσαν για τους κατηγορούμενους των σταλινικών δικαστικών σκευωριών ως «τροτσκιστές τρομοκράτες» που «διεξάγουν τις δραστηριότητές τους σε σύνδεση με την Γκεστάπο»!

Από τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που συμμετείχαν στο 17ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης το 1934, η συντριπτική πλειοψηφία εκτελέστηκε ή εξαφανίστηκε μέχρι το 1938. Στους εκτελεσθέντες περιλαμβάνονταν οι Μπουχάριν, Κάμενεφ και Ζινόβιεφ, μέλη του Πολιτικού Γραφείου κατά την περίοδο του Λένιν. Ο Κόκκινος Στρατός αποδιοργανώθηκε, με ηγετικές στρατιωτικές προσωπικότητες που δολοφονήθηκαν όπως ο Τουχατσέφσκι, η στρατιωτική ιδιοφυΐα και ο ήρωας του Εμφυλίου Πολέμου. Συνολικά, το 90% των στρατηγών, το 80% των συνταγματαρχών και 35.000 αξιωματικοί «εκκαθαρίστηκαν» από τον Στάλιν. Ο Κόκκινος Στρατός αποκεφαλίστηκε.

Αυτό το γεγονός έγινε καλά αντιληπτό από τον Χίτλερ, ιδιαίτερα μετά την καταστροφική σοβιετική εκστρατεία στη Φινλανδία το 1939, η οποία έπαιξε ρόλο στην απόφασή του για να επιτεθεί στην ΕΣΣΔ το 1941. Ο Λένιν αρεσκόταν να επικαλείται τον Πρώσο στρατιωτικό θεωρητικό Κλαούζεβιτς και τη ρήση του «ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα». Ο μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος εναντίον των πραγματικών κομμουνιστών που παρέμειναν στη Σοβιετική Ένωση σηματοδότησε την πλήρη επικράτηση μιας συνειδητής και αυτοσυνείδητης γραφειοκρατίας. Η πιθανή επιτυχία της Ισπανικής επανάστασης θα είχε αναζωογονήσει τις ελπίδες των Ρώσων εργατών και θα υπονόμευε τη θέση της γραφειοκρατίας. Δεν ήταν τυχαίο ότι οι Δίκες της Μόσχας πραγματοποιήθηκαν αυτήν τη στιγμή. Εάν ο Στάλιν δεν είχε κινηθεί προληπτικά για να κυλήσει τους Ρώσους εργάτες στο αίμα, θα είχε ανατραπεί.

Ο πόλεμος πλησίαζε. Οι δυτικές αστικές «δημοκρατίες» δεν ενδιαφέρονταν για μια συμφωνία με τον Στάλιν. Ο Στάλιν, συνεπώς, ως «ρεαλιστής», επιζήτησε μια συμφωνία με τον Χίτλερ. Αυτή σκέφτηκε ότι ήταν η λύση. Αφού οι Βρετανοί έδωσαν τον Χίτλερ την Τσεχοσλοβακία στο πιάτο, ο Στάλιν σκέφτηκε ότι χρειαζόταν επειγόντως μια συμφωνία με τον Χίτλερ, ανεξάρτητα από το κόστος. Έτσι υπογράφτηκε το Σύμφωνο Στάλιν-Χίτλερ. Ακόμη και οι δουλικές στην Μόσχα ηγεσίες της Κομιντερν εξεπλάγησαν.

Στη Βρετανία, ο γενικός γραμματέας του ΚΚ, ο Χάρι Πόλιτ, δεν «χοροπήδησε» αρκετά γρήγορα στο νέο σκοπό και μέσα σε λίγες μέρες απομακρύνθηκε κατόπιν εντολής της Μόσχας. Το Σύμφωνο παρείχε στους ναζί χρήσιμες πρώτες ύλες που ενίσχησαν τη ναζιστική πολεμική μηχανή για να στραφεί αργότερα εναντίον της ΕΣΣΔ. Μέχρι το 1940 η Ρωσία προμήθευσε τη Γερμανία με 900.000 τόνους ορυκτέλαιου, 100 τόνους ανακυκλωμένου σίδηρου, 500.000 τόνους σιδηρομετάλλευμα μαζί με μεγάλες ποσότητες άλλων ορυκτών.

Με τον κυνικό τρόπο του, ο Στάλιν απέλασε από τα εδάφη της ΕΣΣΔ κάθε πρέσβη του οποίου η χώρα καταλαμβανόταν από τους ναζί. Τον Ιούνιο του 1941, όμως, προς μεγάλη έκπληξη του Στάλιν, ο Χίτλερ εισέβαλε στη Ρωσία, συναντώντας πολύ λίγη αντίσταση στο δρόμο του. Παρά τα προφανή σημάδια και τις σαφείς προειδοποιήσεις, η ΕΣΣΔ βρέθηκε εντελώς απροετοίμαστη και υπέστη μεγάλες απώλειες. Ο Στάλιν όταν άκουσε τις ειδήσεις εξαφανίστηκε για περισσότερο από μια εβδομάδα, δηλώνοντας μάλιστα ότι «όλα όσα έχτισε ο Λένιν χάθηκαν!».

Η ναζιστική επίθεση στην ΕΣΣΔ ευχαρίστησε τους δυτικούς ιμπεριαλιστές που ήλπιζαν ότι ο αγώνας στο Ανατολικό μέτωπο θα εξαντλούσε αμοιβαία και τις δύο πλευρές. Αλλά είχαν υπολογίσει εσφαλμένα. Δεν είχαν υπολογίσει τη σχεδιασμένη οικονομία, η οποία, παρά την σπατάλη και την κακή διαχείριση της γραφειοκρατίας, κατάφερε να αυξήσει την παραγωγή και να σηκώσει το βάρος του πολέμου κατά τις πιο δύσκολες μέρες του. Η ανωτερότητα του κεντρικού οικονομικού σχεδίου, σε συνδυασμό με το μίσος των Ρωσικών μαζών απέναντι στον Χίτλερ, παρείχαν στη Σοβιετική Ένωση την αήττητη φλόγα που απαιτούταν για να νικηθούν οι ναζί, οι οποίοι καταδιώχτηκαν μέχρι το Βερολίνο.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος περιορίστηκε ουσιαστικά σ’ έναν αγώνα μεταξύ της ΕΣΣΔ και της Γερμανίας, με τους Συμμάχους ως παρατηρητές. Το 1943 ο Στάλιν διέλυσε την Κομμουνιστική Διεθνή σαν δώρο για τους ιμπεριαλιστές, αλλά εκείνοι έκλειναν τα αυτιά τους στις εκκλήσεις της Ρωσίας για να ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο. Μέχρι το 1945 οι Σοβιετικοί εργάτες και αγρότες μέσα από τον ηρωικό Κόκκινο Στρατό είχαν νικήσει τη ναζιστική πολεμική μηχανή. Αυτό ενίσχυσε αντικειμενικά τον σταλινισμό για μια ολόκληρη περίοδο. Ωστόσο, όπως είχε προειδοποιήσει ο Τρότσκι, μέσα στην κυρίαρχη γραφειοκρατία ήταν έμφυτη η επιθυμία να παλινορθωθεί ο καπιταλισμός προκειμένου οι ίδιοι οι γραφειοκράτες να μεταβιβάσουν τα προνόμιά τους στους απογόνους τους. Χρειάστηκαν 50 χρόνια για να επαληθευθεί αυτή η πρόγνωση. Το 1991 η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε και οι κορυφαίοι γραφειοκράτες, όπως ο Γιέλτσιν, «αγκάλιασαν» τον καπιταλισμό. Έτσι, οι σταλινικοί γραφειοκράτες, παρά τις θυσίες των ρωσικών μαζών, έγιναν νεκροθάφτες της Ρωσικής Επανάστασης.


Μπεν Πεκ

Δημοσιεύθηκε στις 24/8/2009 στην ιστoσελίδα “In defence of Marxism

Μετάφραση: Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα