Το 1968 ήταν μια χρονιά που σημαδεύτηκε από το ξέσπασμα σε διεθνές επίπεδο δεκάδων εξεγέρσεων και επαναστάσεων. Αυτή η επαναστατική χρονιά ήταν προϊόν της δυσαρέσκειας της εργατικής τάξης και της νεολαίας ενάντια στα αδιέξοδα του συστήματος στον καπιταλιστικό κόσμο και ενάντια στην αντιδημοκρατική διακυβέρνηση στις χώρες που ακολουθούσαν το μοντέλο της σταλινικής ΕΣΣΔ. Η επαναστατική πυρκαγιά του 1968 είχε ως σημαντικότερες εστίες το Μεξικό, την Ιαπωνία, τη Γερμανία, την Τσεχοσλοβακία, την Κίνα, κορυφώθηκε, όμως, εκείνο τον ιστορικό Μάη στη Γαλλία.
Το κίνημα των εργαζόμενων και της νεολαίας της Γαλλίας τον Μάη του 1968 ταρακούνησε συθέμελα την καρδιά της Ευρώπης. Αφορμή για την εξέγερση της νεολαίας, που αποτέλεσε τον προάγγελο για την κατοπινή έκρηξη του εργατικού κινήματος, στάθηκε το σχέδιο αναμόρφωσης της ανώτατης εκπαίδευσης, που περιόριζε τον αριθμό των εισακτέων στα Πανεπιστήμια και προκάλεσε την αντίδραση των φοιτητών αρχικά στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ.
Στις 3 Μαΐου, μια ειρηνική φοιτητική διαδήλωση χτυπήθηκε από τις ειδικές δυνάμεις καταστολής της αστυνομίας, τα διαβόητα «CRS». Στις 5 Μαΐου, οι φοιτητές που είχαν συλληφθεί σε προηγούμενες κινητοποιήσεις φυλακίστηκαν. Όμως, το κίνημα αντί να καταλαγιάσει, φούντωσε.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η ηγεσία του Κομουνιστικού Κόμματος, του μεγαλύτερου εργατικού κόμματος της Γαλλίας, κατάγγελλε (!!) τη δράση των φοιτητών, χαρακτηρίζοντάς τους «παρασυρμένους από αναρχικά και τροτσκιστικά γκρουπούσκουλα και πράκτορες της CIA».
Τις επόμενες ημέρες, οι νέοι εργαζόμενοι άρχισαν όλο και περισσότερο να συμπαρίστανται στους φοιτητές. Την νύχτα της 10ης Μαΐου, η οποία πέρασε στην Ιστορία ως τη «Νύχτα των Οδοφραγμάτων», οι διαδηλωτές αντιμετωπίστηκαν από την αστυνομία ανελέητα, με δακρυγόνα και πρωτοφανή αγριότητα.
Η αυξανόμενη πίεση από τη βάση του εργατικού κινήματος και η αηδία, που αναπτύχθηκε σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας από τις δραστηριότητες της αστυνομίας, ανάγκασαν την ηγεσία του ΚΚ και των συνδικάτων να καλέσουν γενική απεργία για τις 13 Μαΐου. Από εκεί και ύστερα, η απεργιακή θύελλα πήρε τεράστιες διαστάσεις.
Στις 18 Μαΐου, οι απεργίες και οι καταλήψεις απλώθηκαν στα εργοστάσια της «Ρενώ», στα Ναυπηγεία, στα νοσοκομεία και τις δημόσιες επιχειρήσεις. Στις 21 Μαΐου, στο απεργιακό κίνημα συμμετείχαν πλέον 10 εκατομμύρια εργαζόμενοι!
Παντού εμφανίστηκαν εκλεγμένες επιτροπές συντονισμού, περιφρούρησης και δράσης: στα πανεπιστήμια, στα γραφεία, στα εργοστάσια, στα καταστήματα, στις γειτονιές. Στις σχολές οι φοιτητές έκαναν κοινές συνελεύσεις με τους εργάτες και συζητούσαν τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας, που θα αντικαθιστούσε τον καπιταλισμό! Το κίνημα είχε πλέον ξεφύγει από την απλή διεκδίκηση αιτημάτων και το ερώτημα που τέθηκε καθαρά ήταν «ποιος διοικεί την κοινωνία».
Στις 29 Μάιου, ο πρόεδρος Ντε Γκώλ εγκατέλειψε το Παρίσι, ενώ την ίδια στιγμή εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και νέοι διαδήλωναν με αίτημα την εκλογή μιας «λαϊκής κυβέρνησης». Όμως, σ’ αυτή την τόσο κρίσιμη στιγμή, οι ηγέτες του ΚΚ αντί να πάρουν την εξουσία ανταποκρινόμενοι στα αιτήματα των μαζών, αρνήθηκαν αυτό το καθήκον, υποστηρίζοντας ότι η κατάσταση δεν ήταν ώριμη για μια σοσιαλιστική αλλαγή και ότι η κινητοποίηση των μαζών θα έπρεπε να οδηγήσει μόνο σε κάποια εφικτά αποτελέσματα, όπως αυξήσεις στους μισθούς… Έτσι, επέβαλαν στους εργάτες να γυρίσουν στις δουλειές τους δεχόμενοι τις μεγάλες αυξήσεις, που παραχωρούσαν οι πανικόβλητοι εργοδότες.
Αυτή η προδοτική στάση έκανε τον Ντε Γκώλ να γυρίσει πίσω στο Παρίσι και να εμφανισθεί ως υπερασπιστής «της τάξης και της σταθερότητας απέναντι στο χάος που δημιούργησαν οι διαδηλώσεις και οι απεργίες», συσπειρώνοντας τα μικροαστικά στρώματα που κουράστηκαν από την αναποφασιστικότητα των ηγετών του εργατικού κινήματος. Έτσι, στις εκλογές του Ιουνίου ο μέχρι πρότινος ξοφλημένος πρόεδρος, εκμεταλλευόμενος τη σύγχυση και την απογοήτευση των μαζών, αύξησε τις ψήφους του κόμματός του κατά 1 εκατομμύριο περίπου, κάνοντας περίπατο…. Ακολούθησαν κύματα συλλήψεων και διώξεων ενάντια σε χιλιάδες αγωνιστές που έμειναν ανυπεράσπιστοι.
Ο Μάης του ‘68 ενέπνευσε και συνεχίζει να εμπνέει με το επαναστατικό του πνεύμα ολόκληρες γενιές νεολαίων και εργαζομένων. Αν είχε νικήσει θα μπορούσε αναμφίβολα να έχει αλλάξει ολόκληρη τη ροή της Ιστορίας, δίνοντας τεράστια ώθηση στην υπόθεση της νίκης του σοσιαλισμού πανευρωπαϊκά και παγκόσμια, πολύ μεγαλύτερη μάλιστα από εκείνη της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917. Για άλλη μια φορά, όμως, ο ηρωισμός των εργατών και της νεολαίας πήγε χαμένος εξαιτίας της ανικανότητας της ηγεσίας τους. Έτσι, αποδείχθηκε ξανά ότι για την νίκη μιας επανάστασης, εκτός από την αυθόρμητη και ηρωική δράση των ίδιων των καταπιεσμένων μαζών, απαιτείται απαραίτητα ένα ξεκάθαρο επαναστατικό πρόγραμμα και μια αποφασισμένη ηγεσία με βαθιές ρίζες στην εργατική τάξη, ικανή και αποφασισμένη να παλέψει για την εφαρμογή του μέχρι το τέλος.