Η Κίνα γνώρισε μια τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων τα τελευταία 40 χρόνια. Αυτός ήταν ένας από τους κυριότερους παράγοντες που κράτησαν την παγκόσμια οικονομία μακριά από μια βαθιά ύφεση, για 20 με 30 χρόνια. Αλλά τώρα, η ανάπτυξη στην Κίνα έχει φτάσει τα όριά της. Η ανάπτυξη στην Κίνα έχει μειωθεί δραματικά και τώρα είναι μικρότερη από 7%. Αυτό το νούμερο είναι πολύ χαμηλό για τα δεδομένα της Κίνας.
Υπάρχουν πολλές ανεπίλυτες αντιφάσεις στην κινεζική οικονομία. Η παραγωγή της Κίνας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές. Προκειμένου να διατηρηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης, η Κίνα πρέπει να εξάγει. Εάν η Ευρώπη και η Αμερική δεν καταναλώνουν όπως έκαναν στο παρελθόν, η Κίνα δεν μπορεί να παράγει όπως στο παρελθόν, επειδή χρειάζονται ξένες αγορές για να απορροφήσουν το πλεονάζον προϊόν της. Κι αν η Κίνα δεν παράγει, τότε άλλες χώρες όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή και η Αυστραλία δεν μπορούν να εξάγουν τις πρώτες ύλες τους. Έτσι, η παγκοσμιοποίηση εκδηλώνεται ως παγκόσμια κρίση του καπιταλιστικού συστήματος.
Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, οι ηγέτες της Κίνας ανησυχούσαν. Εκτίμησαν ότι έπρεπε να διατηρήσουν έναν ελάχιστο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 8%, για να αποτρέψουν το ξέσπασμα αναταραχών, που θα μπορούσαν να απειλήσουν την κυριαρχία τους. Επένδυσαν σε κεϋνσιανές πολιτικές και ξεκίνησαν ένα πρωτοφανές σχέδιο νέων δημόσιων επενδύσεων σε υποδομές. Χρησιμοποίησαν το κρατικό τραπεζικό σύστημα, για να ξεκινήσουν τη μεγαλύτερη απόπειρα νομισματικής χαλάρωσης στην ιστορία, προσφέροντας εύκολα δάνεια. Αλλά αυτό δημιουργεί νέες αντιφάσεις, που απειλούν τη μελλοντική σταθερότητα της Κίνας και ολόκληρου του κόσμου.
Ως αποτέλεσμα, το χρέος της Κίνας σε σχέση με το ΑΕΠ διπλασιάστηκε από το 2008, παρ’ όλο που εξακολουθεί να είναι σχετικά χαμηλό σε σχέση με το αντίστοιχο των ΗΠΑ, στο 46,2%. Ωστόσο, το συνολικό χρέος (αθροιστικά το δημόσιο, το τραπεζικό, το επιχειρηματικό και το χρέος των νοικοκυριών) έχει αυξηθεί εκθετικά και απειλεί να ξεφύγει. Σε απόλυτους όρους, το συνολικό χρέος της Κίνας αυξήθηκε από περίπου 6 τρισεκατομμύρια δολάρια την εποχή της οικονομικής κρίσης του 2008 σε σχεδόν 28 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του 2016. Ως ποσοστό του ΑΕΠ, το συνολικό χρέος αυξήθηκε από 140% σε σχεδόν 260% την ίδια περίοδο. Και οι επίσημοι αριθμοί υποτιμούν αναμφισβήτητα την πραγματική κατάσταση.
Είναι πιθανό το συνολικό χρέος της Κίνας να αγγίξει το 300% του ΑΕΠ – και η εκτίμηση αυτή δεν περιλαμβάνει τον ανεπίσημο τομέα της σκιώδους τραπεζικής αγοράς (εκτιμάται ότι αφορά κάτι μεταξύ 30% και 80% του ΑΕΠ), για την οποία ειδικά η Παγκόσμια Τράπεζα, στην έκθεση του Οκτωβρίου του 2017 σχετικά με τις οικονομίες της Ανατολικής Ασίας και του Ειρηνικού, προειδοποιεί ότι αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την ευημερία της ευρύτερης περιοχής.
Η κινεζική οικονομία αναμφισβήτητα κέρδισε βραχυπρόθεσμα από την απόφαση της κυβέρνησης να ανοίξει την κάνουλα με το ρευστό, αλλά αυτό είχε ως αποτέλεσμα η κινεζική οικονομία να εξαρτάται από το δανεισμό και να απειλείται από τεράστιες οικονομικές φούσκες. Η πραγματική κρίση θα έρθει, όταν το Πεκίνο τελικά προσπαθήσει να μειώσει αυτή την εξάρτηση από το χρέος. Αυτό μπορεί να προκαλέσει μια χρηματοπιστωτική κατάρρευση, η οποία οι σοφοί αστοί οικονομολόγοι φοβούνται ότι θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Πέρυσι, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εξέδωσε προειδοποίηση σχετικά με την απροθυμία του Πεκίνου να περιορίσει τα επικίνδυνα επίπεδα χρέους.
Αυτή τη στιγμή, η κατάρρευση του κινεζικού χρηματοπιστωτικού συστήματος δε διαφαίνεται στον ορίζοντα. Αλλά αυτό δε συνέβαινε ούτε με την κρίση του 2008… πριν συμβεί. Είναι αλήθεια ότι, λόγω του ιδιαίτερου βάρους του κρατικού τομέα, η κινεζική κυβέρνηση μπορεί να ασκήσει μεγαλύτερο έλεγχο τόσο στους δανειολήπτες όσο και στους δανειστές απ’ ό,τι θα ήταν δυνατό σε μια κανονική οικονομία της αγοράς. Μπορεί να διατάξει τις κρατικές τράπεζες να συνεχίσουν να δανείζουν σε ζημιογόνες εταιρείες ή σε μικρότερους δανειστές, που βασίζονται στη βραχυπρόθεσμη πίστωση για να έχουν την απαιτούμενη ρευστότητα.
Αυτό επέτρεψε στο Πεκίνο να καθυστερήσει την εμφάνιση προβλημάτων πολύ περισσότερο. Αλλά η αναβολή της εμφάνισης ενός προβλήματος δε σημαίνει ότι αυτό επιλύεται. Αντίθετα, όσο περισσότερο παραμένει η παρούσα ασταθής φάση, τόσο πιο βίαιη και συνταρακτική θα είναι η κρίση, όταν έρθει και, αργά ή γρήγορα, έρχεται. Η επιβράδυνση της οικονομίας έχει οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση της ανεργίας, η οποία αποκρύπτεται από τα επίσημα στοιχεία, που δεν περιλαμβάνουν τα εκατομμύρια των μεταναστών που προέρχονται από την ύπαιθρο, επειδή δεν μπορούν να βρουν δουλειά. Αυτό θα επηρεάσει την πολιτική και κοινωνική κατάσταση.
Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε με ακρίβεια τι συμβαίνει στην Κίνα. Σ’ ένα ολοκληρωτικό κράτος, οι ειδήσεις ελέγχονται αυστηρά. Ωστόσο, υπήρξαν αρκετές απεργίες και διαδηλώσεις: ο αριθμός τέτοιων «συμβάντων» διπλασιαζόταν κάθε χρόνο μεταξύ 2011 και 2015 κι αυτό ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Το καθεστώς κατάφερε να σταματήσει το απεργιακό κύμα, ασκώντας πίεση στις εταιρείες που δεν πληρώνουν εγκαίρως μισθούς.
Κάτω από τη φαινομενική ηρεμία, υπάρχει τεράστια οργή. Η αγανάκτηση των μαζών προκαλείται από τις αδικίες: τις αυθαίρετες ενέργειες της γραφειοκρατίας, την απώλεια της γης των αγροτών από διεφθαρμένους αξιωματούχους, την καταστροφή του περιβάλλοντος, το γεγονός ότι το Πεκίνο και άλλες πόλεις καλύπτονται από τοξικά σύννεφα και κυρίως τη σκανδαλώδη ανισότητα, που καταρρίπτει ανοιχτά τον ισχυρισμό ότι η Κίνα είναι μια σοσιαλιστική χώρα.
Οι Κινέζοι εργάτες θα μπορούσαν να αντέξουν αυτή την κατάσταση, αρκεί να αισθάνονταν ότι τα πράγματα προχωρούσαν κάπως και η κατάσταση βελτιωνόταν. Ωστόσο, διαπιστώνουν ότι αυτό δε συμβαίνει πλέον. Το μέλλον της Κίνας εξαρτάται από το μέλλον της παγκόσμιας αγοράς. Η Κίνα επωφελήθηκε από τη συμμετοχή της στην παγκόσμια αγορά, αλλά τώρα όλες οι αντιφάσεις επανέρχονται αδυσώπητα. Μια εκρηκτική κατάσταση διαμορφώνεται και μπορεί η έκρηξη να εκδηλωθεί ξαφνικά, χωρίς καμία προειδοποίηση.