Το κύριο άρθρο του νέου τεύχους της ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, της εφημερίδας της Κομμουνιστικής Τάσης, που κυκλοφορεί.
Η τελική κατάληξη της επιχείρησης εξαπάτησης του λαού και επικοινωνιακής διαχείρισης της προδοσίας του που ονομάστηκε «διαπραγμάτευση», ήταν από τη μια πλευρά η επιβολή ακόμα μεγαλύτερης καταστροφής των δικαιωμάτων και του βιοτικού του επιπέδου και από την άλλη, η ακόμα πιο γλαφυρή αποκάλυψη του αντιδραστικού προσώπου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και των βουλευτών που τη στηρίζουν.
Μετά από τη νομοθέτηση της δυνατότητας αυτόματης περικοπής μισθών και συντάξεων με Προεδρικά Διατάγματα και από το πέρασμα του συνόλου της κρατικής περιουσίας στον «προθάλαμο» του ξεπουλήματος και στον έλεγχο των δανειστών για 99 χρόνια, το μόνο που επιτυγχάνουν οι διακηρύξεις της κυβέρνησης για τον «δημοκρατικό εκσυγχρονισμό του Συντάγματος» είναι να την καθιστούν ακόμα πιο μισητή, σ’ έναν λαό που εμπαίζεται προκλητικά με υποσχέσεις για «περισσότερα δημοψηφίσματα» μόλις ένα χρόνο μετά τη βάναυση καταπάτηση της εντολής που έδωσε σ’ ένα δημοψήφισμα – ορόσημο.
Οι μόνοι που αισθάνονται ικανοποίηση για τις εξελίξεις στη χώρα είναι οι καπιταλιστές. Χάρις στους καριερίστες ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ είδαν να νομοθετούνται κρίσιμα μέτρα του ταξικού πολιτικού τους προγράμματος, που τα δικά τους παραδοσιακά κόμματα ήταν μέχρι πρότινος αδύνατο να νομοθετήσουν. Την ίδια στιγμή όμως, όπως τόνιζε χαρακτηριστικά στο κύριο άρθρο της η «Καθημερινή» στις 8/6, για τη σταθεροποίηση του ελληνικού καπιταλισμού «ο δρόμος θα είναι μακρύς». Το «success story» της κυβέρνησης περί έναρξης της πορείας προς την «ανάπτυξη» είναι ένα αποκύημα φαντασίας, που δεν το παίρνουν στα σοβαρά ούτε και οι ίδιοι οι δημόσιοι υπερασπιστές του.
Η φοροδοτική ικανότητα των λαϊκών μαζών έχει εκμηδενιστεί και η ενεργοποίηση του μηχανισμού περικοπής μισθών και συντάξεων είναι θέμα χρόνου. Η ύφεση στην ελληνική οικονομία αποτελεί καθεστώς για 8ο συνεχόμενο χρόνο, μέσα σ’ ένα γενικότερο διεθνές οικονομικό περιβάλλον στασιμότητας και επιβράδυνσης. Οι δανειστές δεν δείχνουν καμία γενναιοδωρία σχετικά με το χρέος, προσφέροντας στην κυβέρνηση μόνο υποσχέσεις και «οδικούς χάρτες», ενώ ταυτόχρονα, σε σύμπνοια με τα αδέλφια τους της ελληνικής καπιταλιστικής ολιγαρχίας, αξιώνουν την κατάργηση δυο μισθών («δώρα» γιορτών και επίδομα άδειας) στον ιδιωτικό τομέα, την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, την απαγόρευση των απεργιών και την παρεμπόδιση της συνδικαλιστικής δράσης, αυξάνοντας την οργή και το ταξικό μίσος των εργαζόμενων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Όλα αυτά συνιστούν τις κατάλληλες συνθήκες – όχι ασφαλώς για την έναρξη της «ανάπτυξης» – αλλά για την εμφάνιση μετά τον ερχομό του Φθινοπώρου μιας νέας κρίσιμης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής καμπής, μιας ακόμα «πανεθνικής κρίσης», όπως αυτές που ταρακούνησαν επανειλημμένα το αστικό καθεστώς στη χώρα τα τελευταία χρόνια. Το «φάσμα» της, θα επιταχύνει την «αλλαγή φρουράς» στην κυβέρνηση, αφού η παρούσα φαίνεται δύσκολο να αντέξει τις κολοσσιαίες, συνδυασμένες πιέσεις από την κρίση, τους δανειστές και την οργή των μαζών. Σύντομα ο σχηματισμός μιας νέας και πιθανότατα νεοεκλεγμένης από εθνικές εκλογές μνημονιακής κυβέρνησης, θα αποτελέσει μονόδρομο για να εξυπηρετηθούν καλύτερα οι κοινές, βασικές επιδιώξεις άρχουσας τάξης και δανειστών. Ταυτόχρονα όμως, μια τέτοια κρίση θα δώσει στην εργατική τάξη νέες ευκαιρίες για να μπει στο προσκήνιο μαζικά και να καθορίσει τις εξελίξεις.
Η αποτυχημένη 48ωρη «γενική» απεργία του περασμένου Μαΐου δεν προσφέρεται για ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με τις πραγματικές διαθέσεις των εργατικών μαζών. Η εργατική τάξη παρέλυσε εξαιτίας της άθλιας τακτικής, σχεδόν του συνόλου των συνδικαλιστικών ηγεσιών, με την προκήρυξη γενικής απεργίας στο «παρά ένα» της ψήφισης του ασφαλιστικού και των άλλων αντιδραστικών προαπαιτούμενων του 3ου Μνημονίου, η οποία έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να τα περάσει αιφνιδιαστικά και «ήσυχα». Η συμμετοχή σε μια τέτοια «κινητοποίηση», απόλυτα λογικά εμφανίστηκε στα μάτια των εργατικών μαζών σαν «χάσιμο χρόνου». Μόνο ύπουλοι απολογητές της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ή αγιάτρευτοι σεχταριστές μπορούν να συμπεράνουν από την αποτυχία μιας τέτοιας απεργίας πως οι εργαζόμενοι δεν θέλουν να αγωνιστούν.
Η εργατική τάξη, η νεολαία και τα φτωχά λαϊκά στρώματα έχουν μόνο ένα δρόμο μπροστά τους. Τον δρόμο που έδειξαν οι ίδιοι στο κοντινό παρελθόν και σήμερα τον δείχνουν τα αδέρφια τους στη Γαλλία: μαζικός αγώνας διαρκείας μέχρι τη νίκη! Οι συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες της αντιμνημονιακής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς πρέπει από τώρα να υποστηρίξουν και να προετοιμάσουν σοβαρά έναν τέτοιο αγώνα, με ενότητα στη δράση και γύρω από ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα πάλης που θα κλιμακωθεί σε μια γενική απεργία διαρκείας για τη ματαίωση των επερχόμενων, αλλά και την κατάργηση όλων των προηγούμενων, μνημονιακών μέτρων και το άνοιγμα του δρόμου για την εκλογή μιας αληθινά αριστερής, εργατικής – σοσιαλιστικής κυβέρνησης.
Η Σύνταξη