Οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στο σημερινό καπιταλιστικό κόσμο είναι η βασική αιτία για τη διαρκώς αυξανόμενη αστάθεια στις διεθνείς σχέσεις και ειδικότερα, για τον εξαιρετικά οξυμένο ανταγωνισμό ανάμεσα στα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κράτη.
Η «πίτα» των καπιταλιστικών κερδών είναι περιορισμένη σε σχέση με παλαιότερες περιόδους ανάκαμψης στην παγκόσμια οικονομία (ειδικά εάν λάβει υπόψη κανείς και τα τρομακτικού ύψους συσσωρευμένα χρέη), την ώρα που σε σύγκριση με 25 χρόνια πριν, νέες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν έρθει δυναμικά στο προσκήνιο (Κίνα, Ρωσία), διεκδικώντας από τις παλιές (ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία) μερίδιο σε αγορές, πρώτες ύλες, φτηνή εργατική δύναμη, πολιτική και στρατιωτική ισχύ. Αυτή η νέα πραγματικότητα αντανακλάται στον «τυφώνα» Τραμπ και στις μεγάλες συγκρούσεις και τις διαρκείς ανακατατάξεις στις παραδοσιακές διεθνείς συμμαχίες που συνοδεύουν την εμφάνισή του.
Στο επίκεντρο αυτών των συγκρούσεων είναι το πιο απειλητικό από όλα τα είδη τους, ο εμπορικός πόλεμος, που κηρύχθηκε επίσημα από την αμερικάνική κυβέρνηση στα τέλη του περασμένου Μαΐου ενάντια στα κράτη της ΕΕ, το Μεξικό και τον Καναδά, με την επιβολή δασμών στον χάλυβα και το αλουμίνιο, η οποία ακολουθήθηκε από ανακοινώσεις για ανάλογα «αντίποινα» από την πλευρά των κρατών που στοχοποίησε ο αμερικάνικος προστατευτισμός.
Στα μέσα Ιουλίου, μετά την ανταλλαγή επιθετικών δηλώσεων μεταξύ Τραμπ και Γιουνκέρ, φάνηκε πως υπήρξε ανακωχή. Όμως οι αμερικανικοί δασμοί σε χάλυβα και αλουμίνιο συνεχίζουν να βρίσκονται κανονικά σε ισχύ. Και μόλις λίγες μέρες μετά την υποτιθέμενη ανακωχή, η αναγγελία από τον Τραμπ με ένα «τουιτάρισμα» της επιβολής δασμών στον χάλυβα και το αλουμίνιο της Τουρκίας και κυρίως, όλα όσα ακολούθησαν στην τουρκική και (με τη μορφή ανησυχίας προς το παρόν) την ευρωπαϊκή οικονομία, έδειξαν ότι η στροφή στον προστατευτισμό μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για την είσοδο της παγκόσμιας οικονομίας σε μια νέα ύφεση.
Η κρίση στην Τουρκία, ασφαλώς έλαβε πιο οξυμένη μορφή εξαιτίας της αμερικανικής οικονομικής (και διπλωματικής) επιθετικότητας. Αλλά αυτή καθ’ αυτή, δεν οφείλεται στην αναγγελία των αμερικανικών δασμών, ούτε και στην αυξανόμενη αδυναμία του τουρκικού νομίσματος, που υποτιμήθηκε κατά 40% από τις αρχές του χρόνου. Οι αμερικανικοί δασμοί στην Τουρκία είναι η έκφραση της αυξανόμενης όξυνσης του διεθνούς ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και η τουρκική νομισματική κρίση είναι η συνέπεια της κρίσης και του αδιεξόδου του ίδιου του τουρκικού καπιταλισμού. Η σταθερή κατρακύλα της τιμής της λίρας δείχνει ότι η αξιοσημείωτη ανάπτυξη που γνώρισε ο τουρκικός καπιταλισμός τα προηγούμενα σχεδόν δεκαπέντε χρόνια, η οποία αποτέλεσε και την υλική βάση της κυριαρχίας του καθεστώτος Ερντογάν και της πολιτικής αλαζονείας του, έχει ήδη φτάσει στα όριά της.
Η καπιταλιστική Τουρκία δεν μπορεί να γίνει αυτό που φαντάζονται οι Τούρκοι αστοί και ο «σουλτάνος» που διαχειρίζεται τις υποθέσεις τους. Μετά από την πρόσφατη αρκετά μακρά περίοδο ανάπτυξής του, ο τουρκικός καπιταλισμός είναι ακόμα πιο εξαρτημένος από την παγκόσμια αγορά, που δεν υπακούει στις διαταγές κανενός «σουλτάνου» και ειδικά ενός τέτοιου που είναι απλώς ο πολιτικός επικεφαλής, όχι μιας ισχυρής, κεντρικής ιμπεριαλιστικής δύναμης, αλλά ενός περιφερειακής εμβέλειας, «αναπτυσσόμενου» ιμπεριαλιστικού κράτους. Οι πολιτικές επιπτώσεις της κρίσης δεν θα αργήσουν να φανούν. Στην Τουρκία υπάρχει ένα μαζικό εργατικό κίνημα και μια διψασμένη και μαχητική για δημοκρατικές και κοινωνικές κατακτήσεις πρωτοπόρα νεολαία. Η εξέγερση στο πάρκο Γιεζί το 2013, θα αποδειχθεί αναπόφευκτα ο προάγγελος για ακόμα πιο ριζοσπαστικά και αποφασιστικά κινήματα στο άμεσο μέλλον, ικανά να τσακίσουν τόσο το διεφθαρμένο καθεστώς Ερντογάν, όσο και τον ίδιο τον αντιδραστικό τουρκικό καπιταλισμό.
Ο φόβος που κυριάρχησε στις τάξεις της Ε.Ε για την τουρκική κρίση φανέρωσε το πόσο εύθραυστη είναι σήμερα η κατάσταση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Η βέβαιη είσοδος της Τουρκίας σε ύφεση θα επηρεάσει σημαντικά τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Η ΕΕ είναι ο βασικός εμπορικός εταίρος της Τουρκίας. Η Γερμανία είναι δεύτερη δύναμη σε επενδύσεις στη χώρα, ενώ το τουρκικό κράτος και οι Τούρκοι καπιταλιστές (και άλλοι πολίτες της χώρας) έχουν λάβει συνολικά δάνεια ύψους 88,3 δισ, δολαρίων, 38,4 δισ. δολαρίων και 17 δισ. δολαρίων από ισπανικές, γαλλικές και ιταλικές τράπεζες αντίστοιχα. Και ο ελληνικός καπιταλισμός, με εξαγωγές στην Τουρκία συνολικού ύψους 2,77 δισ ευρώ, δεν πρόκειται να μείνει καθόλου αλώβητος από μια τουρκική ύφεση.
Η τουρκική κρίση όμως, κάθε άλλο παρά είναι ο μόνος και βασικός πονοκέφαλος του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Η πρακτική εφαρμογή του Brexit, την ώρα που ξεπροβάλει ορατά πλέον ο κίνδυνος να πραγματοποιηθεί χωρίς συμφωνία (παρότι η βρετανική αστική τάξη εγκαταλείπει στις διαπραγματεύσεις τους όποιους λεονταρισμούς βλέποντας την ύφεση να ζυγώνει στη μετά ΕΕ εποχή), αλλά κυρίως, η αναζωπύρωση της ιταλικής κρίσης, απειλούν με νέα κύματα αποσταθεροποίησης τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό.
Οι επίσημες προβλέψεις της Κομισιόν το καλοκαίρι σχετικά με τις οικονομικές επιδόσεις της ΕΕ για τη φετινή χρονιά, περιείχαν την εκτίμηση ότι η ιταλική οικονομία θα βρίσκεται σε ύφεση μέχρι και το 2020. Το ιταλικό κρατικό χρέος ανέρχεται πλέον σε 2,3 τρισ. ευρώ και στο 130% του ιταλικού ΑΕΠ, με τον οίκο αξιολόγησης Fitch να υποβαθμίζει πριν από λίγες μέρες τις προοπτικές του ιταλικού χρέους, από «σταθερές» σε «αρνητικές». Η νέα ιταλική κυβέρνηση της ακροδεξιάς Λίγκας του Βορά και του τυχοδιωκτικού, δημαγωγικού «Κινήματος των 5 Αστέρων» δέχεται από την Κομισιόν αφόρητες πιέσεις, στη βάση της υπεράσπισης της άγριας λιτότητας που έχει επιβληθεί με το Σύμφωνο Σταθερότητας, με σκοπό να εγκαταλείψει τις προεκλογικές υποσχέσεις της για παροχές που θα μπορούσαν να φτάσουν το ιταλικό κρατικό έλλειμμα από το σημερινό 2,4% στο 5-6% και την καλεί αντίθετα, να υιοθετήσει δραστικές περικοπές, ώστε να ρίξει το έλλειμμα στο 0,8% το 2019.
Οι κίνδυνοι που απορρέουν από την αδυναμία του ιταλικού καπιταλισμού για ολόκληρο το οικοδόμημα της καπιταλιστικής ΕΕ είναι τρομακτικοί. Η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα. Είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη. Μαζί της στο σκηνικό οικονομικής αβεβαιότητας βρίσκεται και η τέταρτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρώπης, η Ισπανία, η κυβέρνηση της οποίας, επίσης δυσκολεύεται να περάσει από το κοινοβούλιο τα μέτρα λιτότητας που απαιτούν οι Βρυξέλλες. Πάνω στο ασταθές έδαφος της υπερχρέωσης και των διαρκών πιέσεων για άγρια λιτότητα «αλά ελληνικά», το ιταλικό και το ισπανικό προλεταριάτο αναπόφευκτα θα μπουν ξανά στο δρόμο μεγάλων μαχών.
Ο εφιάλτης των χρεών του ευρωπαϊκού Νότου λοιπόν, που φαίνεται πως επανέρχεται πιο έντονα στο προσκήνιο, σε συνδυασμό με τις υφεσιακές τάσεις που τροφοδοτεί η αναβίωση του προστατευτισμού, θα απειλήσει στο άμεσο μέλλον και πάλι τη συνοχή της Ευρωζώνης και της ίδιας της ΕΕ. Για μια ακόμα φορά, θα αποδειχθεί ότι σε καπιταλιστικό έδαφος είναι αδύνατη μια πραγματική ευρωπαϊκή ενοποίηση και έτσι το ιστορικό σύνθημα της Κομμουνιστικής Διεθνούς «Για τις ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης!» θα έρθει επιτακτικά στο προσκήνιο και θα πρέπει να αποτελέσει κεντρική διεκδίκηση για το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα και τα μαζικά του κόμματα, σε Νότο και Βορά.
Η Ευρώπη και η «αυλή» της είναι γεμάτη από εστίες κρίσης για το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και η «αυλή» των ΗΠΑ δεν πάει πίσω. Στη Λατινική Αμερική, η επιβίωση της λαϊκής υποστήριξης στην μπολιβαριανή επανάσταση που φανέρωσαν τα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα παρά τις συνέπειες της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και η εντεινόμενη αδυναμία των ΗΠΑ να επέμβουν άμεσα για να τσακίσουν της εναπομείνασες κατακτήσεις της επανάστασης στη Βενεζουέλα (παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες υπονόμευσής τους που κάνει με την πολιτική δειλία και τις φιλοκαπιταλιστικές της αυταπάτες η ίδια η μπολιβαριανή κυβέρνηση, που είναι απρόθυμη να δεχθεί ότι πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού η Βενεζουέλα δεν μπορεί να έχει κανένα άλλο μέλλον από την μαζική φτώχεια και τον υπερπληθωρισμό), σε συνδυασμό με τη μεγάλη γενική απεργία του περασμένου Απρίλη στη Βραζιλία, που συνοδεύεται από ένα κύμα αγανάκτησης για τη δεξιά κυβέρνηση, είναι φαινόμενα εξαιρετικής σημασίας για τις επαναστατικές προοπτικές σε ολόκληρη την αμερικάνικη ήπειρο. Σε αυτά, ήρθε να προστεθεί τις τελευταίες εβδομάδες το νέο ξέσπασμα οικονομικής κρίσης στην Αργεντινή, με την εκδήλωση αδυναμίας εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους και τη νέα πιεστική παρέμβαση του ΔΝΤ για περισσότερη άγρια λιτότητα, που με τη σειρά της, λειτουργεί σαν διεγερτικό για τη δράση των εργατικών μαζών. Έτσι, μετά τις μαζικές κινητοποιήσεις της αργεντίνικης νεολαίας της εκπαίδευσης, η εργατική τάξη της χώρας παίρνει τη σκυτάλη του αγώνα με μια γενική απεργία στα τέλη του μήνα.
Το κεντρικό συμπέρασμα που μπορεί κανείς να βγάλει από όλες αυτές τις διεθνείς εξελίξεις, είναι πως η θηλιά της κρίσης αρχίζει να ξανασφίγγει το λαιμό του καπιταλισμού. Δέκα χρόνια μετά την εμφάνιση της τελευταίας μεγάλης, διεθνούς οικονομικής κρίσης και της ύφεσης που την ακολούθησε, ο καπιταλισμός βρίσκεται προ των πυλών μια ακόμα βαθύτερης ύφεσης. Και αν κρίνει κανείς από τη γενικευμένη, διεθνή τάση απαξίωσης των παραδοσιακών αστικών κομμάτων και από τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα ριζοσπαστικοποίησης της συνείδησης που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια (ισχυροποίηση αριστερών κομμάτων και ηγεσιών σε Γαλλία και Ισπανία με την άνοδο Μελανσόν και «Ποντέμος» και με τα φαινόμενα Κόρμπιν και Σάντερς σε Βρετανία και ΗΠΑ) είναι καταδικασμένος σύντομα, μιλώντας με ιστορικούς όρους, να έρθει αντιμέτωπος και με το πιο ισχυρό ρεύμα πολιτικής αμφισβήτησης της κυριαρχίας του στη σύγχρονη Ιστορία. Αυτή τη φορά όμως, με κύριο επίκεντρο την καρδιά του, την ανεπτυγμένη καπιταλιστική Δύση. Διακόσια χρόνια από τη γέννηση του Καρλ Μαρξ, ο επαναστατικός μαρξισμός έχει τις ευνοϊκότερες δυνατές αντικειμενικές συνθήκες για να κερδίσει την ενεργή υποστήριξη της εργατικής τάξης και να βάλει τα θεμέλια για ένα μέλλον αντάξιο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των τεράστιων σύγχρονων δυνατοτήτων της επιστήμης και της τεχνολογίας, για ένα κομμουνιστικό μέλλον.
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος
Στο επόμενο μέρος: Ο ελληνικός καπιταλισμός πιο ευάλωτος από την αρχή της κρίσης