ΠΑΣΟΚ : συρρίκνωση και διασπάσεις
Για τους μαρξιστές τα μαζικά κόμματα είναι ζωντανοί οργανισμοί που εκφράζουν συγκεκριμένα ταξικά συμφέροντα και στην εξέλιξή τους αντανακλούν διαφορετικές ταξικές πιέσεις. Αντανακλώντας τις αλλαγές του ταξικού συσχετισμού δύναμης, τα μαζικά κόμματα στρέφονται στην μια ή στην άλλη πολιτική κατεύθυνση, διασπώνται ή επανενώνονται, μεταβάλλεταιο συσχετισμός μεταξύ των τάσεων και των ομάδων στο εσωτερικό τους.
Είναι λάθος το να προσεγγίζουμε τα μαζικά κόμματα, όχι από μια ταξική σκοπιά, αλλά με αποκλειστικό κριτήριο τη μια ή την άλλη πολιτική των εκάστοτε ηγεσιών τους. Αυτή η οπτική βλέπει μόνο την επιφάνεια και είναι η συνταγή για την έκπληξη και την αδυναμία σοβαρής εξήγησης μπροστά σε κάθε νέα σοβαρή μεταβολή που συντελείται στο εσωτερικό των μαζικών κομμάτων.
Αντιστεκόμενοι στην επιφανειακή και αντι-διαλεκτική μέθοδο των σεχτών και των αριστερών ρεφορμιστών, οι μαρξιστές ανέκαθεν αρνούνταν να προσεγγίσουν ένα τόσο σοβαρό ζήτημα όπως είναι αυτό της ταξικής φύσης του ΠΑΣΟΚ από μια συναισθηματική σκοπιά. Εξήγησαν και εξηγούν υπομονετικά, ότι το ΠΑΣΟΚ, παρότι διαθέτει μια πολιτικά εκφυλισμένη, αστική ηγεσία, δεν είναι ένα αστικό κόμμα όπως η Ν.Δ και το ΛΑΟΣ. Συνεχίζει και σήμερα να είναι ένα κόμμα με εργατική βάση και αστική πολιτική, ένα εργατικό κόμμα με μια αστική ηγεσία.
Σε αντίθεση με τα αστικά κόμματα που είναι πολιτικά δημιουργήματα της άρχουσας τάξης, το ΠΑΣΟΚ γεννήθηκε σαν αποτέλεσμα της ριζοσπαστικοποίησης των εργατικών μαζών και της νεολαίας. Μαζικοποιήθηκε στη βάση μιας πολύ προωθημένης διακήρυξης που καλούσε για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας και χτίστηκε από τις εργατικές μάζες, στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν ένα αποτελεσματικό πολιτικό όπλο ενάντια στην άρχουσα τάξη.
Η αστική τάξη μίσησε το ΠΑΣΟΚ, αλλά εξαιτίας του αρνητικού γι’ αυτήν συσχετισμού δύναμης της πρώτης περιόδου της Μεταπολίτευσης, υποχρεώθηκε να το ανεχθεί και να προσπαθήσει να ελέγξει την ηγεσία του. Η απόπειρά της αυτή στέφθηκε από επιτυχία, ξεκινώντας από την έντονη δεξιά στροφή της ηγετικής ομάδας υπό τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου και έγινε ακόμα πιο στέρεη, στις περιόδους Σημίτη και Γ. Παπανδρέου.
Η αιτία που οδήγησε στον πλήρη αστικό εκφυλισμό της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ τις δυο τελευταίες δεκαετίες, δεν ήταν αφηρημένα οι πολιτικές της επιλογές, ούτε η (αναμφίβολα υπαρκτή σε πολλαπλά επίπεδα) «ανηθικότητά της». Η βασική αιτία ήταν οι νέοι ταξικοί συσχετισμοί που διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα και διεθνώς, πάνω στο έδαφος της διατήρησης υποφερτών επιπέδων διαβίωσης για τις μάζες. Η δεξιά στροφή του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν ένα ελληνικό φαινόμενο, αλλά η αντανάκλαση στην Ελλάδα της γενικότερης δεξιάς στροφής των μαζικών εργατικών οργανώσεων παγκόσμια, που οφειλόταν στην παράταση της καπιταλιστικής μεταπολεμικής ανάπτυξης στην Δύση, στην κατάρρευση του Σταλινισμού και στην υποχώρηση του εργατικού κινήματος.
Παρά την παρατεταμένη δεξιά στροφή της ηγεσίας του, το ΠΑΣΟΚ, εξαιτίας της ιστορικής του πορείας και της βαθειάς του σύνδεσης με τις πλατιές μάζες της εργατικής τάξης, συνέχισε να διατηρεί μεγάλη επιρροή σε αυτές. Οι σέχτες και οι σταλινικοί συνήθως εδώ, αντιτάσσουν μια σοφιστεία : «Ναι αλλά και η ΝΔ και το ΛΑΟΣ έχουν επιρροή στις εργατικές μάζες!». Αυτό που ξεχνούν όμως, είναι να πουν σε ποια τμήματα των μαζών έχουν υποστήριξη αυτά τα κόμματα.
Τα αστικά κόμματα υποστηρίζονται από τα πιο καθυστερημένα και αδρανή τμήματα των μαζών, η πλειονότητα των οποίων στις μεγάλες ταξικές μάχες δεν κινητοποιείται, ενώ από τα σπλάχνα της βγαίνουν οι απεργοσπάστες και οι υποστηρικτές βοναπαρτιστικών, αντιδραστικών κυβερνήσεων. Όποτε συνέβη ευρύτερα στρώματα εργαζομένων να ψηφίσουν στις εκλογές τη Ν.Δ, όπως το 2004, αυτό αποτελούσε περισσότερο μια πράξη διαμαρτυρίας έναντι των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη πλευρά, οι απλοί εργαζόμενοι που μέχρι τις τελευταίες εκλογές υποστήριζαν το ΠΑΣΟΚ, βλέπουμε ότι είναι παντού η πλειονότητα των τμημάτων των μαζών που κινητοποιούνται και από τις τάξεις τους, έχει προκύψει ένα μεγάλο τμήμα της πρωτοπορίας των εργατικών αγώνων.
Ο σωστός προσδιορισμός της ταξικής φύσης του ΠΑΣΟΚ μας δίνει τη βάση για μια αξιόπιστη ερμηνεία των εξελίξεων και των προοπτικών του κόμματος. Δεν λύνει όμως από μόνος του όλα τα ζητήματα. Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι σήμερα αφηρημένα ένα εργατικό κόμμα με μια αστική ηγεσία, αλλά ένα εργατικό κόμμα με μια αστική ηγεσία μέσα στην εποχή βαθειάς κρίσης του καπιταλισμού και της θυελλώδους ταξικής πάλης. Σε αυτές τις συνθήκες, ραγδαίες μεταβολές συντελούνται στη βάση και την ηγεσία του.
Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ επωμίστηκε τα τελευταία δύο χρόνια το ρόλο του «δήμιου», που βάλθηκε να αποτελειώσει την εργατική τάξη και το φτωχό λαό για λογαριασμό της άρχουσας τάξης. Αυτό όμως που φαίνεται να αποτέλειωσε στην πράξη, ήταν η διαχρονική διατήρηση μιας πλειοψηφικής επιρροής για το ΠΑΣΟΚ μέσα στις εργαζόμενες μάζες. Η κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ των τελευταίων δύο χρόνων, δεν ήταν απλά μια ακόμα δεξιά κυβερνητική θητεία. Το μέγεθος της επίθεσης που εξαπολύθηκε στους εργαζόμενους δημιούργησε ένα πολύ βαθύ χάσμα με την πλειονότητα όσων από αυτούς στις τελευταίες εκλογές ψήφισαν ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να τονίσουμε ότι πλέον, αυτό το χάσμα δεν είναι δυνατό να γεφυρωθεί από οποιαδήποτε δεξιά ρεφορμιστική ηγεσία.
Ειδικά για τα νεότερα τμήματα των εργαζόμενων μαζών που διαμόρφωσαν τη συνείδησή τους μέσα στα τελευταία 20 χρόνια, η λέξη ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνει ούτε στο ελάχιστο βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, «κοινωνική πολιτική» και δημοκρατικά δικαιώματα, κάτι που σε κάποιο βαθμό συμβαίνει ακόμα με τις παλιές γενιές της εργατικής τάξης, που έζησαν τα πρώτα χρόνια της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου το 1981. Για τους «30άρηδες» και «40άρηδες» εργαζόμενους, ΠΑΣΟΚ σημαίνει μόνο λιτότητα, ανεργία, ασυδοσία του κεφαλαίου και διαφθορά. Αυτό το μεγάλο και δυναμικό τμήμα της εργατικής τάξης, είναι σε πλήρη αποξένωση με το σημερινό ΠΑΣΟΚ και θα μπορούσε να το στηρίξει μόνο στην περίπτωση που επέστρεφε στις αρχικές αριστερές και ταξικές του διακηρύξεις.
Η άρχουσα τάξη από την άλλη πλευρά, όπως είδαμε, στηρίχθηκε στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ εξαιτίας της αδυναμίας του βασικού, δικού της κόμματος, να εφαρμόσει το πρόγραμμά της στην εξουσία. Είχε ανάγκη από ένα ΠΑΣΟΚ ισχυρό στην εργατική τάξη με την προϋπόθεση όμως, ότι η ηγεσία του θα είναι πάντα απόλυτα ελεγχόμενη. Σήμερα η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ συνεχίζει πολιτικά να είναι ελεγχόμενη, όμως η απήχηση του κόμματος στην εργατική τάξη έχει αποδυναμωθεί θεαματικά. Το όπλο δεν κινδυνεύει ακόμα να περάσει στα χέρια του εχθρού, αλλά κινδυνεύει με αφλογιστία.
Κοιτώντας τη σχετική αρθρογραφία των τελευταίων εβδομάδων, η κύρια γραμμή μέσα στην άρχουσα τάξη για το ΠΑΣΟΚ, εκφράζεται από αυτούς που υποστηρίζουν ότι το κόμμα «όπως είναι σήμερα έχει τελειώσει». Υπονοούν έτσι, ότι πρέπει να μετεξελιχθεί «συντεταγμένα», δηλαδή με τη συναίνεση όλων των τμημάτων της σημερινής δεξιάς ηγεσίας, σε ένα κόμμα αστικό, όπως συνέβη με την μετεξέλιξη της Δημοκρατικής Αριστεράς στην Ιταλία (πλειοψηφία του πρώην ΚΚ Ιταλίας) στο αστικό πλέον Δημοκρατικό Κόμμα, με την πλήρη κατάργηση κάθε έννοιας και συμβόλου που θυμίζει το αριστερό του παρελθόν. Οι αστοί κάνουν ξεκάθαρο ότι θα προτιμούσαν αυτό να συμβεί χωρίς τον Γ Παπανδρέου, που έχει δώσει δείγματα «τυχοδιωκτικών» και «λαϊκίστικων» από αστική σκοπιά πρακτικών και γι’ αυτό, επιχειρούν να τον σπρώξουν το συντομότερο δυνατό προς την έξοδο.
Από τη δική του πλευρά, ο Παπανδρέου δεν αισθάνεται βολικά στο ρόλο της «στυμμένης λεμονόκουπας». Νιώθει προδομένος, όταν αυτοί που ευεργέτησε με το πέρασμα των αντιδραστικότερων μέτρων των τελευταίων δεκαετιών τον μεταβάλουν τώρα σε «αποδιοπομπαίο τράγο» για την κατρακύλα του ελληνικού καπιταλισμού. Φυσικά, ο ίδιος δεν έχει καμία αντίρρηση στα σχέδια μετεξέλιξης του ΠΑΣΟΚ σε αστικό κόμμα. Θέλει απλά να του αναγνωρίσουν τον ρόλο του εγγυητή σε αυτή τη μετάβαση, έτσι ώστε από μια προσοδοφόρα γι’ αυτόν και την κλίκα του θέση, να συνεχίζει να υπηρετεί τους αστούς.
Οι αστοί ξέρουν ότι στο βωμό αυτής του της διεκδίκησης, ο Παπανδρέου είναι ικανός να ξαναπαίξει τα χαρτί της δημαγωγίας. Γι’ αυτό τον πολιορκούν με υποψήφιους της απόλυτης εμπιστοσύνης τους, όπως είναι ο Λοβέρδος και ο Χρυσοχοΐδης, που ανεβάζουν τους τόνους της προσωπικής αντιπαράθεσης εναντίον του. Την ίδια στιγμή, ο επίσης έμπιστός τους Βενιζέλος, επιχειρεί να καλλιεργεί ένα πιο ενωτικό προφίλ, που θα τον κάνει να εμφανίζεται ως ο επικρατέστερος.
Οι διεργασίες που συντελέστηκαν στη βάση του ΠΑΣΟΚ, κύρια στα συνδικάτα και τη νεολαία, καθ’ όλο το διάστημα της αντιδραστικής κυβερνητικής θητείας Παπανδρέου, ήταν έντονες. Η ΠΑΣΚΕ στο Δημόσιο τομέα ουσιαστικά διασπάστηκε και σε μια σειρά χώρους, όπως οι δάσκαλοι και οι εργαζόμενοι στους ΟΤΑ, «έκοψε» επίσημα τις σχέσεις της με το κόμμα. Στη ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ η ΠΑΣΚΕ είναι στην πρωτοπορία των κινητοποιήσεων και η ηγεσία της έχει κινηθεί πολύ αριστερά. Στην ΠΑΣΠ είδαμε μια ανοιχτή διάσπαση στο κίνημα των φοιτητικών καταλήψεων του Φθινοπώρου, με μαζικές διαγραφές αριστερών αντιπολιτευόμενων.
Το φαινομενικά οξύμωρο είναι ότι όλες αυτές οι διεργασίες δεν βρίσκουν αυτή τη στιγμή καμία αντανάκλαση στην ηγεσία, ενώ στην κοινοβουλευτική ομάδα βρήκαν μια πολύ αδύναμη ηχώ. Αυτό είναι η καλύτερη απόδειξη για το πόσο μακριά βρίσκονται όλα τα «προβεβλημένα στελέχη» του ΠΑΣΟΚ από τις μάζες των εργαζόμενων που τους ψήφισαν. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για απλούς «σοσιαλδημοκράτες ιδεολόγους του ταξικού συμβιβασμού», αλλά για χοντρόπετσους νεόπλουτους καριερίστες της αστικής πολιτικής, ευθέως διαπλεκόμενους με μεγάλα καπιταλιστικά συμφέροντα.
Η αδυναμία ηγετικής έκφρασης της αντιπολιτευτικής διάθεσης της βάσης του ΠΑΣΟΚ σήμερα οφείλεται πάνω απ’ όλα, στη δειλία αυτών που θα μπορούσαν με μαζικούς όρους να παίξουν αυτό το ρόλο, δηλαδή των ηγετών της ΠΑΣΚΕ. Οι πιο συμβιβασμένοι, δεξιοί συνδικαλιστές σαν τον Παναγόπουλο, δείχνουν ότι δεν έχουν καμία διάθεση να δώσουν μάχη και θα αρχίζουν να αποσύρονται ήσυχα από την κεντρική πολιτική και συνδικαλιστική «σκηνή». Οι πιο μαχητικοί αριστεροί ΠΑΣΚίτες σαν τον Φωτόπουλο της ΓΕΝΟΠ -ΔΕΗ, μέσα σε ένα πολιτικό κλίμα συρρίκνωσης της απήχησης του ΠΑΣΟΚ και ενίσχυσης της «παραδοσιακής Αριστεράς», το πιο πιθανό θα είναι να στραφούν στον ευκολότερο δρόμο, έξω από το κόμμα, κύρια προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως ακόμα και σήμερα, μια αριστερή υποψηφιότητα για την προεδρία ενός μαχητικού συνδικαλιστή όπως ο Φωτόπουλος, στη βάση της επιστροφής στην ιδρυτική «διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη» θα μπορούσε να φέρει σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα χιλιάδες αριστερούς αγωνιστές στο ΠΑΣΟΚ και να συντρίψει όλες τις δεξιές υποψηφιότητες. Ο φόβος για μια τέτοια εξέλιξη άλλωστε, είναι ένας από τους λόγους που οι αστοί σπρώχνουν από τώρα πολλούς δεξιούς υποψηφίους στο προσκήνιο, με σκοπό ορισμένους από αυτούς να τους αποσύρουν στο τέλος, για να περιορίσουν όσο μπορούν το έδαφος για την ανάπτυξη μιας αριστερής υποψηφιότητας.
Αυτή τη στιγμή, χωρίς μια αριστερή υποψηφιότητα για την προεδρία, οι προοπτικές του ΠΑΣΟΚ εξαρτώνται όχι τόσο από τους αστικούς σχεδιασμούς, αλλά σε σημαντικό βαθμό από τις εξελίξεις στα άλλα δύο εργατικά κόμματα, το ΚΚΕ και τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Όπως προβλέψαμε και συμπεραίνουμε από τις τάσεις που εμφανίζονται σήμερα, τα κόμματά αυτά μπαίνουν σε μια τροχιά εξουσίας κάτω από την ισχυρή ώθηση της υποστήριξης των εργαζόμενων και της νεολαίας. Αυτό θα έχει σαν συνέπεια η απήχηση του ΠΑΣΟΚ να φθίνει όλο και πιο πολύ, με κίνδυνο στις εκλογές να βγει ακόμα και τρίτο κόμμα. Σε αυτές τις συνθήκες, η πιθανή απόπειρα επανίδρυσης του κόμματος σε πλήρη αστική βάση, θα συνοδευτεί από αριστερές διασπάσεις και την μαζική αποχώρηση συνδικαλιστών και νεολαίων προς την παραδοσιακή Αριστερά.