Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΑναλύσειςΕλληνικές προοπτικές 2012

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ελληνικές προοπτικές 2012

Οι ταξικοί αγώνες και το εργατικό κίνημα : απολογισμός

Στη χρονιά που κλείνει, η εργατική τάξη απέδειξε την αυξανόμενη αποφασιστικότητα της να αγωνιστεί σκληρά και με αυτοθυσία. Συνολικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων 22 μηνών η εργατική τάξη συμμετείχε σε 15 γενικές απεργίες, δύο από αυτές 48ωρες. Επιπρόσθετα, σε όλο αυτό το διάστημα οι εργαζόμενοι συμμετείχαν σε μαχητικές πολυήμερες απεργίες και καταλήψεις στο Δημόσιο τομέα και τις πρώην ΔΕΚΟ, όπως αυτές στις αστικές συγκοινωνίες, στους ΟΤΑ, στη ΔΕΗ, στα νοσοκομεία, στην ακτοπλοΐα, στις συγκοινωνίες, στα υπουργεία, αλλά επίσης και στον ιδιωτικό τομέα, όπως αυτές στον χώρο των ιδιωτικών ΜΜΕ και στην «Ελληνική Χαλυβουργία». Μεγάλη και διακριτή ήταν επίσης η συμμετοχή, κύρια των «πλατύτερων», ανοργάνωτων, νεαρότερων και πιο σκληρά εκμεταλλευόμενων στρωμάτων της εργατικής τάξης στο μαζικό κίνημα στις πλατείες που εξελίχθηκε από τα τέλη Μαΐου μέχρι και τον Ιούλιο.

Ενδιάμεσα, σαν αντανάκλαση των διαθέσεων που αναπτύσσονται στην εργατική τάξη μέσα στους κόλπους της μαθητικής και φοιτητικής νεολαίας, είχαμε δύο μικρά σε διάρκεια κύματα καταλήψεων στα σχολεία και τις σχολές. Τέλος, μικροαστικά και παραδοσιακά πολιτικά καθυστερημένα τμήματα της κοινωνίας, όπως οι ιδιοκτήτες ταξί, με τις μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις τους έδειξαν ότι ο συσχετισμός δύναμης στην κοινωνία μεταβάλλεται  αποφασιστικά σε βάρος της αστικής τάξης.

Οι πιο σημαντικοί σταθμοί της ταξικής πάλης την περασμένη χρονιά ήταν το μαζικό κίνημα στις πλατείες και η Φθινοπωρινή αντεπίθεση του εργατικού κινήματος που κορυφώθηκε στην 48ωρη γενική απεργία στις 19-20 Οκτώβρη. Αξίζει να δούμε λοιπόν αναλυτικά τα συμπεράσματα που βγαίνουν από αυτούς τους σταθμούς.

Το μαζικό κίνημα στις πλατείες αποτέλεσε ορόσημο για τις εξελίξεις, διότι  για πρώτη φορά έβγαλε στο προσκήνιο παθητικά, ανοργάνωτα και σκληρά εκμεταλλευόμενα τμήματα της κοινωνίας, δίνοντάς τους πολιτική εμπειρία, καλλιεργώντας τους την ψυχολογία της συλλογικής διεκδίκησης και αποδεικνύοντας ότι, κάτω από τα απανωτά σοκ της κρίσης, οι πλατειές μάζες αφυπνίζονται, ενσαρκώνοντας έτσι την βασική προϋπόθεση για μια επαναστατική κατάσταση.

Ο πυρήνας του κινήματος ήταν οι μορφωμένοι νέοι άνεργοι. Βγαίνοντας μπροστά σαν αποτέλεσμα της απόγνωσής του από την περιθωριοποίηση, αυτό το τμήμα της κοινωνίας μπόρεσε να εκφράσει και να τραβήξει μαζί του στην δράση την πλατιά αγανακτισμένη μάζα των μικροαστών της πόλης που ξεπέφτουν στην εξαθλίωση. Έτσι, ενώ αυτά τα στρώματα δεν είχαν δείξει έως τον περασμένο Μάη διάθεση να συμμετάσχουν ενεργά και μαζικά στα καλέσματα του εργατικού κινήματος, ανταποκρίθηκαν με ενθουσιασμό στα καλέσματα δράσης των «Αγανακτισμένων».

Οι κατεστραμμένοι μικροαστοί κατρακυλώντας απότομα στην εξαθλίωση, δηλαδή χαμηλότερα και από την κατάσταση ενός εκμεταλλευόμενου προλετάριου, αποκτούν την ψυχολογία απελπισμένου ανέργου και μέσα στην απελπισία τους, ενώ μισούν βαθειά την άρχουσα τάξη και τους πολιτικούς της εκφραστές, βλέπουν από την άλλη πλευρά την εργατική τάξη σαν «βολεμένη», αντικρίζουν καχύποπτα τα κόμματα, τα σύμβολα και τις οργανώσεις της και – σε κάποιο βαθμό δικαιολογημένα, σαν αποτέλεσμα του ρόλου του ρεφορμισμού και της γραφειοκρατίας και της ταυτόχρονης απουσίας ενός αληθινά επαναστατικού κόμματος του προλεταριάτου – αντιμετωπίζουν τις μεθόδους πάλης του εργατικού κινήματος σαν αναποτελεσματικές και χρονοβόρες. Από εκεί πήγαζε η διάχυτη «αντι-κομματική γενικά» διάθεση του κινήματος των πλατειών.

Ο δυναμισμός και η μαζικότητα των πρώτων συγκεντρώσεων τράβηξε γρήγορα την προσοχή ευρύτερων αδρανών τμημάτων των μαζών της πόλης, όπως οι νοικοκυρές και οι συνταξιούχοι, των οποίων η φωνή δεν μπορούσε να ακουστεί σε κανένα συνδικάτο ή κόμμα. Τα πιο σκληρά εκμεταλλευόμενα στρώματα της εργατικής τάξης στον ιδιωτικό τομέα, που η απουσία συνδικαλιστικής εκπροσώπησης τους είχε δημιουργήσει δίψα για συλλογικές διαδικασίες διεκδίκησης, βρήκαν χιλιάδες όμοιούς τους στις «Λαϊκές συνελεύσεις» και τις συγκεντρώσεις του κινήματος και άρχισαν να αναζητούν μαζί τους πολιτικές λύσεις και απαντήσεις.

Όπως ήταν φυσικό, η θεαματική κίνηση αυτής της ετερογενούς μάζας ανθρώπων, έφερε στο προσκήνιο μαζί με την οργή της για τον καπιταλισμό, ένα σωρό πολιτικά καθυστερημένες αντιλήψεις, σύμβολα και μεθόδους. Αυτό είναι απόλυτα φυσικό και αποτέλεσε ιστορικά το χαρακτηριστικό κάθε επαναστατικής αφύπνισης των μαζών, οι οποίες μαζί με την οργή τους κουβαλούν και τις «αποσκευές» από το πνευματικό και πολιτικό τους παρελθόν. Οι ελληνικές και βυζαντινές σημαίες, τα αντίσκηνα των «χίπις», οι μούντζες, τα γηπεδικά συνθήματα, οι χαοτικές μέθοδοι και διαδικασίες των συνελεύσεων αποτελούσαν ενδείξεις της απότομης αφύπνισης μιας ετερογενούς λαϊκής μάζας.

Μέσα από την εμπειρία των πρώτων ημερών, το πιο ενεργά στοιχεία στο κίνημα δεν άργησαν να χωριστούν σε διακριτά τμήματα. Τα πιο μικροαστικά και πατριωτικά στοιχεία, συσπειρώθηκαν σε συγκεκριμένα σημεία της «πάνω Πλατείας» στο Σύνταγμα. Τα πιο προχωρημένα, ταξικά και ριζοσπαστικά τμήματα του κινήματος συσπειρώθηκαν στις «Λαϊκές συνελεύσεις» και αυθόρμητα στράφηκαν στο εργατικό κίνημα για συμπαράσταση και καθοδήγηση. Προϊόν αυτή της κίνησης ήταν η ανοιχτές  αποφάσεις – εκκλήσεις της Λαϊκής Συνέλευσης της Πλατείας Συντάγματος για μια γενική πολιτική απεργία διαρκείας.

Έτσι το μαζικό κίνημα στις πλατείες άρχισε να κεντρίζει το εργατικό κίνημα, χαλώντας τα εκτονωτικά σχέδια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Η βάση των συνδικάτων σε μια σειρά εργατικούς χώρους, αντιλαμβανόμενη ότι το μαζικό κίνημα στις πλατείες διαμορφώνει ευνοϊκές συνθήκες για μια αντεπίθεση του εργατικού κινήματος, επέβαλε στην συνδικαλιστική γραφειοκρατία την προκήρυξη για πρώτη φορά μετά από πολλά χρονιά μιας 48ωρης γενικής απεργίας.

Αυτό ήταν το σημείο που το μαζικό κίνημα στις πλατείες, βλέποντας ότι οι επαναλαμβανόμενες μαζικές συγκεντρώσεις έξω από τη Βουλή δεν αρκούν, εναπόθεσε τις ελπίδες στο οργανωμένο εργατικό κίνημα. Όμως για άλλη μια φορά, η γραφειοκρατία είχε διαφορετική γνώμη. Άφησε την 48ωρη απεργία χωρίς οργάνωση και κλιμάκωση, με αποτέλεσμα η άρχουσα τάξη να σημειώσει μια «πύρρειο νίκη», περνώντας το «Μεσοπρόθεσμο» με μικρές απώλειες στη Βουλή και τρομοκρατώντας το κίνημα με πρωτοφανή αστυνομική βία.

Αυτό το σημείο ήταν και η τελευταία ουσιαστικά πράξη του κινήματος στις πλατείες. Κάθε προσπάθεια τεχνητής αναζωογόνησης αυτού του κινήματος από τον ηγετικό πυρήνα του, έπεσε στο κενό από τη στιγμή που δεν το κίνημα δεν οδήγησε σε κανένα πρακτικό αποτέλεσμα για τις μάζες.Όταν η αστυνομία εκκένωσε την Πλατεία Συντάγματος από τους τελευταίους διαδηλωτές – κατασκηνωτές, οι μάζες δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον. Το μαζικό κίνημα στις Πλατείες με τη συγκεκριμένη μορφή που εμφανίστηκε το δίμηνο Ιουνίου-Ιουλίου, αντιπροσώπευε μια συγκεκριμένη, πρώτη βαθμίδα εξέλιξης της κινητοποίησης των πλατιών μαζών. Τα βασικά στοιχεία που μπορούν να επανεμφανιστούν και σε μεγαλύτερη κλίμακα από αυτή τη βαθμίδα είναι δύο: οι μαζικές συγκεντρώσεις και οι λαϊκές συνελεύσεις.

Οι λαϊκές συνελεύσεις ήταν το πιο σημαντικό στοιχείο του μαζικού κινήματος. Συγκέντρωσαν στις πλατείες των μεγαλύτερων πόλεων της χώρας και σε δεκάδες γειτονιές της Αθήνας τα καλύτερα και πιο ταξικά στοιχεία του κινήματος, σε διαδικασίες συλλογικής αναζήτησης πολιτικών λύσεων. Αντικειμενικά, ανεξάρτητα από το μεγάλο ή μικρότερο μέγεθός τους ανά περίπτωση, αντιπροσωπεύουν όπως έχουμε αναφέρει χαρακτηριστικά, «τα εμβρυακά στοιχεία, μιας εμβρυακής, μελλοντικής επαναστατικής εξουσίας».

Οι Λαϊκές συνελεύσεις παρά την εξασθένιση της λειτουργίας και της μαζικότητας τους, έχουν ήδη δημιουργήσει μια παρακαταθήκη που ριζώνει στις γειτονιές των πόλεων. Όπως έδειξε η τάση μαζικοποίησης των συνελεύσεων στον αγώνα ενάντια στο «χαράτσι», οι συνελεύσεις διατηρούν τη ζωτικότητά τους και μπορούν να συσπειρώσουν μαχητικά στο άμεσο μέλλον ευρύτατα στρώματα εργαζόμενων και καταπιεσμένων της πόλης.

Όμως αν στις μαζικές οργανώσεις το εμπόδιο για τον  επαναστατικό τους προσανατολισμό είναι η ρεφορμιστική γραφειοκρατία, στις λαϊκές συνελεύσεις τον ρόλο του ανοιχτού σαμποταριστή έχουν υιοθετήσει τα τοπικά στελέχη του ΚΚΕ που προσπαθούν να κρατήσουν τις δυνάμεις του κόμματος μακριά, ενώ το ρόλο του εκ των έσω υπονομευτή έχουν επάξια επωμιστεί διάφορα τοπικά στελέχη της υπόλοιπης Αριστεράς.

Τα στελέχη αυτά – παρά τις «καλές προθέσεις» τους – κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους για να κουράσουν και να απογοητεύσουν όσους συσπειρώνονται σε Λαϊκές Συνελεύσεις. Έχοντας αντιγράψει τις πιο αντιδημοκρατικές και αναποτελεσματικές μεθόδους λειτουργίας της Λαϊκής Συνέλευσης του Συντάγματος, όπως η απαγόρευση κάθε εκλογής και αντιπροσώπευσης, τις εμπλουτίζουν με ανούσιο ακτιβισμό, που υποβιβάζει συχνά τις συνελεύσεις σε μονοθεματικές καμπάνιες και σε πολλές περιπτώσεις, απλά βαφτίζουν τους εαυτούς τους και τον περίγυρό τους «Λαϊκή συνέλευση». Αυτές οι πρακτικές δυσφημούν την έννοια και τον ρόλο μιας γνήσιας Λαϊκής Συνέλευσης, που μπορεί να νοηθεί μόνο σαν ένα όργανο μαζικής, δημοκρατικής έκφρασης των αγωνιζόμενων μαζών, ανταγωνιστικό ως προς την αστική εξουσία.

Μια ριζωμένη στις μάζες επαναστατική ηγεσία θα μπορούσε να παρέμβει δημιουργικά στις λαϊκές συνελεύσεις συντελώντας στην δημοκρατική και μαζικής τους λειτουργία, να προωθήσει την σύνδεσή τους με τους εργατικούς χώρους και να τις κατευθύνει γρηγορότερα στον δρόμο της μετατροπής τους σε πραγματικά όργανα εξουσίας των αγωνιζόμενων μαζών. Όμως οι σημερινές ηγεσίες της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος είδαν είτε παθητικά και εξιδανικευμένα (ηγεσία ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ) είτε εχθρικά (ηγεσία ΚΚΕ), τόσο το μαζικό κίνημα στις πλατείες, όσο και το ανώτερο δημιούργημά του, τις λαϊκές συνελεύσεις, καθυστερώντας και δυσχεραίνοντας έτσι την ίδια την διαδικασία επαναστατικής αφύπνισης των μαζών.

Ο δεύτερος και ακόμα σπουδαιότερος σταθμός της ταξικής πάλης ήταν το απεργιακό κίνημα του περασμένου Οκτώβρη με την μεγαλειώδη 48ωρη γενική απεργία. Δύο μήνες σχεδόν μετά την υποχώρηση του μαζικού κινήματος στις πλατείες και την άδοξη κατάληξη της 48ωρης γενικής απεργίας του Ιουλίου,η εργατική τάξη επέστρεψε στο προσκήνιο με μια νέα απεργιακή αντεπίθεση. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της αντεπίθεσης ήταν η πολιτικοποίηση των διεκδικήσεων, που αντανακλούσε την ορθότητα της εκτίμησής μας ότι η εργατική τάξη αναπτύσσει επαναστατικές διαθέσεις, αλλά και της υπεράσπισης του συνθήματος για μια γενική πολιτική απεργία διαρκείας.

Οι απεργίες μετατράπηκαν σε πολιτικές απεργίες που αποφασίστηκαν από μαζικές συνελεύσεις και συμπληρώθηκαν από καταλήψεις κρατικών κτιρίων και υπηρεσιών, οργανωμένες από τα σωματεία. Οι συνδικαλιστές σε μια σειρά χώρους, αντανακλώντας τις επαναστατικές διαθέσεις, αξίωναν στις ομιλίες και τις δηλώσεις τους ανοιχτά την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου.

Στην πρωτοπορία του αγώνα τέθηκαν οι εργαζόμενοι στους ΟΤΑ. Ο ηρωικός τους αγώνας έγινε σημείο αναφοράς για όλο το εργατικό κίνημα και οι δυναμικές μέθοδοι πάλης τους υιοθετήθηκαν από το εργατικό κίνημα με καταλήψεις στο ένα υπουργείο μετά το άλλο. Μια νέα τρομερή πίεση άρχισε να ασκείται στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που πίστευε ότι μετά την ήττα της 48ωρης του καλοκαιριού είχε ξεμπερδέψει με το εργατικό κίνημα. Όπως προβλέψαμε, το αίτημα για μια γενική πολιτική απεργία διαρκείας άρχιζε να προσεγγίζεται αυθόρμητα από όλο και μεγαλύτερα τμήματα του εργατικού κινήματος.

Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία για μια ακόμα φορά κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε να ξεμπερδέψει με αυτή τη διάθεση με κάτι λιγότερο από μια νέα 48ωρη γενική απεργία. Αυτή τη φορά, σαν αποτέλεσμα του κύρους που απέκτησαν στις πλατειές μάζες οι μαχητικοί κατά χώρους απεργιακοί αγώνες, η 48ωρη γενική απεργία ήταν μια μεγαλειώδης σε μαζικότητα και μαχητικότητα κινητοποίηση της εργατικής τάξης, που απέσπασε την ενεργή υποστήριξη και συμμετοχή όλων εκείνων των τμημάτων της κοινωνίας που είχαν συσπειρωθεί στο μαζικό κίνημα στις πλατείες και είχαν απογοητευθεί από την κατάληξή του.

Η διαδήλωση μισού εκατομμυρίου λαού στην Αθήνα και δεκάδων χιλιάδων σε όλη την υπόλοιπη χώρα ανέδειξε το εργατικό κίνημα σε αδιαφιλονίκητο εκφραστή της θέλησης όλων των προοδευτικών εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή της μεγάλης της πλειοψηφίας. Στις επιμέρους και κατακερματισμένες κινητοποιήσεις που προωθούσαν οι ρεφορμιστές και σταλινικοί ηγέτες, το εργατικό κίνημα με την απεργιακή του δράση επέβαλε μέσα από την 48ωρη γενική απεργία την μεγαλύτερη δυνατή ενότητα του λαού, με πρωτοπόρα την εργατική τάξη.

Για πρώτη φορά οι σταλινικοί ηγέτες του ΚΚΕ σύρθηκαν στην κοινή δράση με το υπόλοιπο εργατικό κίνημα, αναγκαζόμενοι μάλιστα να αναλάβουν την οργάνωση της περιφρούρησης ολόκληρης της κεντρικής απεργιακής συγκέντρωσης στην Αθήνα την δεύτερη μέρα της γενικής απεργίας. Η τάξη συνειδητοποίησε τη δύναμή της και αύξησε την αυτοπεποίθησή της περισσότερο από κάθε άλλη φορά.

Η 48ωρη απεργία τυπικά κατέληξε σε ήττα. Η αστυνομία σε συνεργασία με χούλιγκανς, παρά την ηρωική αντίσταση χιλιάδων μελών του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, κατάφερε να διαλύσει την συγκέντρωση της δεύτερης μέρας, αφήνοντας πίσω τον πρώτο νεκρό του εργατικού αγώνα. Τα νέα μέτρα πέρασαν στη Βουλή και η κυβέρνηση τυπικά συνέχισε να κυβερνά. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία όπως αναμενόταν δεν έδωσε καμία συνέχεια στον αγώνα. Ακόμα και στον πιο προχωρημένο χώρο των εργαζόμενων στους ΟΤΑ, παρά τη σφοδρή αντίδραση της βάσης στις γενικές συνελεύσεις, η γραφειοκρατία πέτυχε την αναστολή του αγώνα Η ηγεσία του ΚΚΕ, πάσχισε να συγκρατήσει και αυτή το εργατικό κίνημα, με μια «υπεύθυνη» στάση – θαψίματος ακόμα και της θυσίας του απεργού συνδικαλιστή του ΠΑΜΕ, φοβούμενη τα καθήκοντα που θα της θέσει η κλιμάκωση του αγώνα.

Αυτά ήταν όμως μόνο τα επιφανειακάστοιχεία της κατάστασης. Η οργή των μαζών συνέχιζε να συσσωρεύεται και έψαχνε μια νέα ευκαιρία για να εκφραστεί. Αυτή η ευκαιρία ήρθε μόλις μια βδομάδα μετά, στις 28 Οκτωβρίου, με ένα γεγονός που κάθε άλλο παρά ξεχωριστά πρέπει να ειδωθεί από την μεγαλειώδη 48ωρη γενική απεργία, καθώς ήταν η διαστρεβλωμένη, αλλά θεαματική της προέκταση.

Η αυθόρμητη μετατροπή της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου σε ημέρα πανελλαδικής διαδήλωσης ενάντια στην κυβέρνηση και τους αστούς πολιτικούς, ήταν ένα γεγονός πρωτόγνωρο για τα χρονικά του δυτικού καπιταλισμού. Στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες μεγάλες ελληνικές πόλεις είχαμε μια γλαφυρή εικόνα του επαναστατικού μέλλοντος : ο λαός στα βάθρα των επισήμων και οι εκπρόσωποι των αστικών θεσμών διωγμένοι από αυτά «κακήν κακώς».

Μετά από αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα, οι αστοί άρχισαν να ανησυχούν σοβαρά. Ο Παπανδρέου είχε κάθε λόγο να αισθάνεται πιο ανήσυχος από όλους. Παραμονές της λήψης νέων ακόμα πιο σκληρών μέτρων, είχε κάθε λόγο να αρχίσει να βλέπει επαναστατικούς εφιάλτες. Ο πανικός του, τελικά  τον οδήγησε στην ιδέα του δημοψηφίσματος για την «συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου» σαν ένα μέσο εκτόνωσης της επαναστατικής οργής. Με αυτό τον τρόπο όμως, ανεξάρτητα από της προθέσεις του, στη πραγματικότητα επιτάχυνε την πτώση της κυβέρνησής του, καθώς η αστική τάξη και οι κηδεμόνες δανειστές της σε συνθήκες εύθραυστης κατάστασης του ελληνικού και ευρωπαϊκού καπιταλισμού, δεν θα μπορούσαν να ανεχθούν τέτοια «δημοκρατικοφανή» τεχνάσματα, που ισοδυναμούν με αποσταθεροποίηση.

Η ιδιαίτερη αυτή τροπή των γεγονότων όμως δεν πρέπει να μας ξεγελά. Η πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου ήταν το αποτέλεσμα της τρομακτικής πίεσης που ασκήθηκε στην κυβέρνηση από το μεγάλο απεργιακό κύμα του φθινοπώρου, που κορυφώθηκε με την 48ωρη γενική απεργία και την εμφάνιση ενός ακόμα καθαρού συμπτώματος των επαναστατικών διαθέσεων στην κοινωνία στα γεγονότα της 28ης Οκτωβρίου. Με μια ευρύτερη έννοια, η πτώση του Παπανδρέου ήταν το αποτέλεσμα 1,5 χρόνου μαζικών ταξικών αγώνων, με την πρωτοπόρα και καθοριστική δράση του εργατικού κινήματος σε ρόλο εκφραστή της επαναστατικής οργής των μαζών.

Κατάσταση και προοπτικές του εργατικού κινήματος

Το εργατικό κίνημα σήμερα έχει μια αντιφατική ψυχολογία, που καθορίζεται από την ίδια την εμπειρία των αγώνων του, αλλά και από την παρατεταμένη επίθεση που δέχεται από τον καπιταλισμό σε όλα τα επίπεδα.

Από τη μια πλευρά, έχει αποδεδειγμένα διάθεση για αγώνα μέχρι την τελική νίκη. Είναι πραγματικά πολύ σπάνιο να έχουμε τέτοιας μεγάλης κλίμακας αγώνες μέσα στις συνθήκες της πιο βαθειάς ύφεσης, της πιο ακραίας εργοδοτικής τρομοκρατίας και μαζικών απολύσεων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

Παρά το «βάρος» 1,5 εκατομμυρίου ανέργων, το εργατικό κίνημα όχι μόνο δεν έχει παραλύσει, αλλά δείχνει διαθέσεις για κλιμάκωση της πάλης του. Ακόμα και αυτή η προκλητικά εκτονωτική 24ωρη γενική απεργία που κάλεσε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία την 1η Δεκέμβρη «ενάντια στον προϋπολογισμό», είχε αξιοσημείωτη συμμετοχή και μαχητικότητα. Επίσης, ο ηρωικός αγώνας διαρκείας των εργαζόμενων στην «Ελληνική Χαλυβουργία» είναι ένα ακόμα ζωντανό δείγμα των επαναστατικών διαθέσεων της εργατικής τάξης.

Η μεγάλη αυτή μαχητικότητα οφείλεται στο είδος της επίθεσης με την οποία βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι οι εργαζόμενοι. Ουδέποτε η ελληνική εργατική τάξη μετά τον πόλεμο – ούτε κάτω από τις πιο αντιδραστικές κυβερνήσεις ή στις συνθήκες των πιο βαθιών υφέσεων -βρέθηκε αντιμέτωπη με μια προσπάθεια να γυρίσει το βιοτικό της επίπεδο κυριολεκτικά έναν αιώνα πίσω. Είναι τέτοιο το μέγεθος της αντιδραστικής επίθεσης, που οι επαναστατικές διαθέσεις αναπτύσσονται ταχύτατα και τείνουν να εκδηλώνονται με ανάλογη συχνότητα και μαζικότητα.

Μπορεί οι αγώνες  να προσκρούουν σήμερα πάνω στα εμπόδια που  βάζει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά κοιτώντας κάτω από την επιφάνεια των γεγονότων, πρέπει να σημειώσουμε τις πρώτες σαφείς ενδείξεις αντανάκλασης των επαναστατικών εργατικών διαθέσεων μέσα στα συνδικάτα, με μια αλλαγή των συσχετισμών και στροφή στ’ αριστερά.

Σε μια σειρά σωματείων οι δυνάμεις της Αριστεράς ενισχύονται θεαματικά τους τελευταίους μήνες. Στο σωματείο των εργαζομένων της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ) μια ενωτική αριστερή παράταξη κέρδισε την πλειοψηφία. Στις εκλογές των εφοριακών της Αττικής μια αριστερή παράταξη πέρασε στην δεύτερη θέση, ενώ μαζί με την παράταξη του ΠΑΜΕ έχουν την πλειοψηφία. Η πιο πρόσφατη εκλογική άνοδος της Αριστεράς ήρθε στις νοσοκομεία. Στον «Ευαγγελισμό» το ΠΑΜΕ πήρε την πλειοψηφία και στοΓενικό Κρατικό της Νίκαιας μια ακόμα αριστερή παράταξηέγινε πρώτη δύναμη στο σωματείο. Όλα αυτά φανερώνουν μια ταχύτατη αλλαγή συσχετισμών που απειλεί τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.

Αυτή η πολιτική μεταστροφή, συνδυάζεται με τις συνέπειες που έχει στο εργατικό κίνημα η σκληρή επίθεση στις κατακτήσεις σε πρώην ΔΕΚΟ και Δημόσιο. Από αυτούς τους χώρους αντλούσε παραδοσιακά τη δύναμή της η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Από εδώ και στο εξής όμως, και σε αυτούς του χώρους, όπως και σε όλους τους υπόλοιπους, η συνδικαλιστική δράση δεν θα έχει χώρο για διαπραγματεύσεις, στις οποίες είναι ειδικευμένη με το αζημίωτο, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Θα απαιτεί ηγεσίες μαχητικές που θα μπορούν να ρισκάρουν τη δουλειά και την ίδια τους τη ζωή για τα συμφέροντα των εργαζόμενων. Ήδη, ξεκινώντας από την ίδια τη σημερινή διοίκηση της ΓΣΕΕ, εμφανίζεται η τάση οι παλιοί γραφειοκράτες να αποχωρούν οικειοθελώς, λόγω των αλλαγμένων συνθηκών. Πάνω στη βάση της εμπειρίας από τις μεγάλες ταξικές μάχες, νέες μαχητικές ηγεσίες θα τείνουν να αναδεικνύονται παντού όπως έχουμε εδώ και καιρό προβλέψει, στο ένα σωματείο μετά το άλλο.

Ακόμα και ο νέος νόμος που καταργεί τις κλαδικές συμβάσεις και προβλέπει την αντικατάστασή τους από άλλες που θα υπογραφούν από επιχειρησιακά σωματεία, δημιουργεί νέα δεδομένα, που μπορούν να έχουν μακροπρόθεσμα μια θετική όψη. Η δημιουργία πολλών τέτοιων επιχειρησιακών σωματείων υπό την ενθάρρυνση ή ανοχή της εργοδοσίας για να παρακαμφτούν οι κλαδικές συμβάσεις, θα δημιουργήσει για πρώτη φορά σωματεία εκεί που δεν υπήρξαν ποτέ. Αυτά τα σωματεία, σε μια επόμενη φάση του κινήματος, σε πολλές περιπτώσεις θα επιχειρηθεί να ελεγχτούν από τους ίδιους τους εργαζόμενους για να μετατραπούν σε όπλα στον αγώνα τους ενάντια στα αφεντικά.

Από την άλλη πλευρά όμως, παρά την μαχητική τους διάθεση, εξαιτίας της απουσίας επαναστατικής ηγεσίας και μιας άμεσης σοσιαλιστικής προοπτικής, οι εργαζόμενοι έχουν όλο αυτό το διάστημα την αίσθηση ότι αγωνίζονται από «ηθική υποχρέωση» έναντι του εαυτού τους, των οικογενειών τους και της τάξης τους, χωρίς όμως να πιστεύουν ότι υπάρχει πραγματική και ορατή πολιτική λύση.Αν είχαν στα χέρια τους αυτή την πολιτική λύση θα είχαν ήδη καταλάβει την εξουσία.

Τόσο στις αρχές του καλοκαιριού, όσο και στην αντεπίθεση του Οκτώβρη, η κυβέρνηση θα μπορούσε να έχει ανατραπεί και αντικατασταθεί από μια εργατική κυβέρνηση αν οι ηγεσίες της Αριστεράς είχαν μια επαναστατική πολιτική και έδιναν μια ενωτική, επαναστατική λύση εξουσίας στις μάζες. Όμως παρά την ολοένα και πιο αριστερή φρασεολογία τους, είναι στην πραγματικότητα απορροφημένες από τις κοινοβουλευτικές τους επιδιώξεις και διαρκώς υπεκφεύγουν από το καθήκον της πάλης για την εξουσία.

Αυτή τη στιγμή, οι πλατιές μάζες της εργατικής τάξης δείχνουν αποφασισμένες να αντισταθούν σθεναρά ενάντια σε κάθε νέο μέτρο της κυβέρνησης Παπαδήμου, αλλά παράλληλα βγάζουν συμπεράσματα από τους αγώνες της τελευταίας περιόδου και στρέφουν όλο και πιο πολύ το ενδιαφέρον τους στο πολιτικό πεδίο.

Αναπόφευκτα, όσο πλησιάζουν οι εκλογές, τόσο περισσότερο η τάση για εκλογική ενίσχυση της Αριστεράς θα μεγαλώνει, όχι εξαιτίας της σωστής πολιτικής των ηγεσιών της, αλλά σαν μια απόπειρα των εργαζόμενων να αναγκάσουν τις αριστερές ηγεσίες να υιοθετήσουν ένα πρόγραμμα εξουσίας, ικανό να λύσει τα προβλήματά τους. Αυτή η στροφή των εργαζόμενων στην Αριστερά αποτυπώνεται σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, με το αξιόπιστο «βαρόμετρο» της «Public Issue» για τον «Σκάι»και την «Καθημερινή» να δίνει στις 8/12 αθροιστικό ποσοστό για ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και ΔΗΜΑΡ 37%!

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα