Το MAS (Κίνημα για το Σοσιαλισμό) επέστρεψε στην εξουσία στη Βολιβία, αφού πέτυχε μια συντριπτική νίκη στις πρόσφατες εκλογές. Αντί όμως για ένα πρόγραμμα συμβιβασμού και εθνικής ενότητας, απαιτείται να ληφθούν ξεκάθαρα σοσιαλιστικά μέτρα για να ξεπεραστεί η τρέχουσα περίοδος τεράστιας κρίσης και να προχωρήσει η κοινωνία μπροστά.
Ότι ο υποψήφιος του MAS Λουίς Άρσε Κατακόρα ήταν το φαβορί για τις βολιβιανές εκλογές της 18ης Οκτωβρίου, δεν ήταν κάτι μη αναμενόμενο. Όμως ούτε η αντιπολίτευση, ούτε η διεθνής κοινότητα, ούτε το ίδιο το MAS περίμεναν μια νίκη του Άρσε με περισσότερες ψήφους από όσες έλαβε ο Έβο Μοράλες το 2019, στην κυβέρνηση του οποίου ο Άρσε ήταν υπουργός οικονομικών.
Η πιο αξιόπιστη πρόβλεψη υποστήριζε ότι θα γινόταν μάχη ψήφο-ψήφο που θα έκρινε εάν οι εκλογές θα κρίνονταν σε δεύτερο γύρο. Σύμφωνα με τον βολιβιανό εκλογικό νόμο, νίκη στον πρώτο γύρο προκύπτει εάν κάποιος υποψήφιος εξασφαλίσει το 50% + 1 των ψήφων, ή όταν ο νικητής λάβει 10% περισσότερο από τον δεύτερο. Για το λόγο αυτό, και προκειμένου να αποφευχθεί οποιοσδήποτε υποψήφιος να βγάλει ανακοινώσεις πρόωρα, οι διεθνείς παρατηρητές και ιδιαίτερα αυτοί της MERCOSUR και του OHE, πρότειναν στο Κεντρικό Εκλογικό Συμβούλιο να μην δημοσιεύσει τα στοιχεία του συστήματος γρήγορης μετάδοσης. Το σύστημα αυτό παρουσιάζει τα αποτελέσματα κάθε κάλπης πριν αθροιστούν τα επίσημα αποτελέσματα. Ήθελαν να αποφύγουν τις πιθανές συγκρούσεις που φοβόταν τμήμα του πληθυσμού, ιδιαίτερα σε πόλεις όπως η La Paz, όπου τεράστιες ουρές συγκεντρώθηκαν στα βενζινάδικα τα χαράματα των εκλογών για να γεμίσουν τα ντεπόζιτά τους με βενζίνη.
Μάθαμε τα αποτελέσματα από μια ανεπίσημη καταμέτρηση τα μεσάνυχτα της Κυριακής, αφού ο εκπρόσωπος της καμπάνιας του MAS, Σεμπάστιαν Μίτσελ παρενέβη δημοσίως, ζητώντας την ανακοίνωση της νίκης του Άρσε. Αυτό συνέβη επειδή υπήρχαν ήδη καλέσματα στα κοινωνικά δίκτυα για κινητοποιήσεις εναντίον πιθανής απάτης. Ωστόσο, όπως έχει επανειλημμένως ξεκαθαριστεί, η απόφαση για μη αναμονή του επίσημου αποτελέσματος της ψηφοφορίας είχε συμφωνηθεί μεταξύ αποστολών διεθνών παρατηρητών με τον ίδιο του Άρσε και με τον πρώην Πρόεδρο Κάρλος Μέσα της «Κοινότητας Πολιτών» (Comunidad Ciudadana) που ήταν ο πλησιέστερος διεκδικητής της προεδρίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και σε αυτή την εμφάνιση στα ΜΜΕ, μισή ώρα αφού το μέγεθος της νίκης του Άρσε είχε γίνει γνωστό, ο Michel ανάφερε το ίδιο 45%, το ποσοστό δηλαδή που για μήνες προβλεπόταν στις δημοσκοπήσεις ότι θα λάβει το MAS. Αλλά σύμφωνα με τα στοιχεία της ανεπίσημης καταμέτρησης, η εκλογική λίστα του MAS που αποτελούνταν από τον Άρσε και τον Νταβίντ Τσοκεχουάντσα (την πιο επιφανή προσωπικότητα της ιθαγενούς πτέρυγας του κόμματος) είχε κερδίσει 52-53%. Αυτή η χωρίς ανταγωνισμό νίκη αναγνωρίστηκε από όλους τους αντιπάλους του MAS σε αυτές τις εκλογές, από τη μεταβατική κυβέρνηση, τις διεθνείς αποστολές και τη διεθνή διπλωματία, συμπεριλαμβανομένου του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Μια τέτοια πλατιά αναγνώριση του θριάμβου του Άρσε, μειώνει τις πιθανότητες να γίνουν οι κινητοποιήσεις που είχε απειληθεί ότι θα γίνουν στη Σάντα Κρουζ, τη Κοτσαμπάμπα και τη Σούκρε. Αυτές οι διαμαρτυρίες δεν ήταν σε θέση να επαναλάβουν αυτό που συνέβη πριν από 1 χρόνο, όταν η νίκη από τον πρώτο γύρο του Μοράλες με μικρό περιθώριο, επέτρεψε στη δεξιά αντιπολίτευση να κατηγορήσει την κυβέρνηση για απάτη και να κινητοποιήσει τους υποστηριχτές της στους δρόμους. Παρόλα αυτά, για ένα μέρος της αντιπολίτευσης (της ακροδεξιάς που συσπειρώνεται γύρω από τον συντηρητικό Καθολικό υποψήφιο Λουίς Φερνάντο Καμάτσο), η πολιτική κρίση δεν τελείωσε. Φαίνεται πως ο Καμάτσο θα επιθυμούσε να επαναφέρει σκηνές από τα πρώτα χρόνια της μάχης του Έβο ενάντια στην «ημισέληνο»: το μπλοκ των ανατολικών επαρχιών που κυβερνιόνταν από την αντιδραστική αστική τάξη, η οποία ήταν αποφασισμένη να καταστρέψει τη χώρα προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία. Αυτό αποτελεί μια προειδοποίηση για το κοινωνικό κλίμα που θα επικρατήσει κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Άρσε.
Μια αδιαμφισβήτητη νίκη
Η απόσταση που χωρίζει τον Άρσε από τον Μέσα είναι περίπου 20 εκατοστιαίες μονάδες. Το τρίτο κόμμα, οι “Creemos”, με το οποίο ήταν υποψήφιος ο πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου της Επαρχίας Σάντα Κρουζ, Καμάτσο, πέτυχε μια πολύ μεγάλη νίκη στη Σάντα Κρουζ, αλλά έμεινε στο 14% σε εθνικό επίπεδο. Ο Άρσε κέρδισε στις επαρχίες Λα Παζ, Ορούρο και Κοτσαμπάμπα με το 65% των ψήφων. Κέρδισε επίσης στην Τσουκουισάκα με 49%, στο Ποτοζί με 57% και στο Πάντο με 47%. Ο Μέσα κέρδισε στο Μπενί και την Ταρίγια.
Στη Βολιβία, η γερουσία είναι ένα σώμα περιφερειακής εκπροσώπησης, για την εκλογή της οποίας η προβλεπόμενη διαδικασία είναι ιδιαίτερα αντιδημοκρατική. Κάθε μία από τις εννιά περιφέρειες, ανεξαρτήτως πληθυσμού, εκλέγει τέσσερις από τους 36 αντιπροσώπους, ανάλογα με τις ψήφους που έλαβε κάθε προεδρικός υποψήφιος. Το σενάριο που φαίνεται να διαμορφώνεται είναι αυτό μιας ισοπαλίας ή μικρής πλειοψηφίας του MAS στη Γερουσία, όπου η αντιπολίτευση των Μέσα και Καμάτσο πιθανώς θα μπορούν να θέτουν βέτο σε όλα τα ζητήματα που απαιτούν πλειοψηφία δύο τρίτων, ξεκινώντας από τον ορισμό των ανώτατων κρατικών αξιωματούχων (δικαστών, εισαγγελέων, διαμεσολαβητών κλπ.) μέχρι την έγκριση συγκεκριμένων νόμων, τη λογοκρισία ή τη ψήφο σε προτάσεις μομφής κατά υπουργών. Ακόμα και η παραπομπή σε δίκη της πρώην μεταβατικής προέδρου Ζανίν Ανιές – γεγονός που δίκαια αναμένει μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος – απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων.
Το 2007-2008, σε μια παρόμοια κατάσταση, ο Έβο έπρεπε να ζητήσει τη στήριξη της εργατικής τάξης της επαρχίας και των αστικών περιοχών για να ξεπεράσει τα κοινοβουλευτικά εμπόδια. Ο Άρσε θα είχε κάθε ευκαιρία να στηριχτεί στις μαζικές κινητοποιήσεις που αντιστάθηκαν και πολέμησαν την κυβέρνηση της Ανιές τους πρόσφατους μήνες. Ωστόσο, η προοπτική που παρουσίασε στο κόμμα και στη χώρα είναι αυτή μιας «κυβέρνησης εθνικής ενότητας». Η γραμμή αυτή θα έχει σοβαρές συνέπειες στη σχέση του MAS με την εργατική τάξη και τα συνδικάτα και γενικά στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης στη χώρα.
Η καταστροφή της «μετάβασης»
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δραματική κατάσταση που άφησε η μεταβατική κυβέρνηση της Ανιές, ήταν αποφασιστικής σημασίας για να επιστρέψει στο MAS ένα τμήμα του εκλογικού σώματος, το οποίο στο παρελθόν ψήφιζε το MAS, αλλά το 2019 υποστήριξε τον Μέσα. Η χώρα μας βίωσε κρίσεις που συνεχίζουν να αποτελούν μελέτες περίπτωσης για τους διεθνείς οικονομολόγους, όπως για παράδειγμα ο υπερπληθωρισμός της δεκαετίας του 1980. Ωστόσο, οποιαδήποτε σκοτεινή περίοδος της ιστορίας μας αδυνατεί να συγκριθεί με το μέγεθος της καταστροφής στο οποίο έχουμε βυθιστεί σήμερα.
Μέσα σε ελάχιστους μήνες, περισσότερες από 100.000 δουλειές χάθηκαν και τα ποσοστά φτώχειας εκτοξεύθηκαν. Η κατάρρευση της εθνικής οικονομίας που προβλεπόταν για το 2020 στο μείον 7%, βρίσκεται ήδη στο μείον 11%. Σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, έχουμε το τρίτο υψηλότερο ποσοστό θανάτων ανά 100.000 κάτοικους με συνολικά 8.500 νεκρούς που αντιστοιχούν σε 75 ανά 100.000 κατοίκους. Ωστόσο, η Ληξιαρχική Υπηρεσία έχει ανακοινώσει ότι μεταξύ του Απρίλη και του Ιούνη μόνο, πέθαναν 30.000 περισσότεροι άνθρωποι σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019, δηλαδή τέσσερις φορές περισσότεροι σε σχέση με τον επίσημο αριθμό θανάτων που αποδίδονται στην πανδημία.
Οι ενορχηστρωτές του πραξικοπήματος ξεγυμνώθηκαν μπροστά στα μάτια των χιλιάδων εργατών της χώρας, για τους οποίους η αστική δημοκρατία δεν έχει να δώσει τίποτα. Ενώ τα νοικοκυριά της εργατικής τάξης χωρίς εισόδημα αναζητούσαν τρόπους για αναβολή της πληρωμής των μη βιώσιμων ενοικίων, η Ανιές υπερασπίστηκε το δικαίωμα των ιδιοκτητών να λαμβάνουν το ενοίκιο ή να κάνουν έξωση στους ενοίκους. Ενώ οι βιομηχανικοί εργάτες και οι μεταλλωρύχοι αγωνίζονταν για να υπερασπιστούν τις θέσεις της εργασίας τους, η Ανιές απλά έδωσε ένα ελάχιστο εφάπαξ βοήθημα που για να καλυφθεί, η χώρα προχώρησε σε βαρύ δανεισμό από το ΔΝΤ. Και ενώ οι εργαζόμενοι στην Υγεία ρίσκαραν τις ζωές τους σε έναν αγώνα ενάντια στην πανδημία και αγωνίζονταν για να λάβουν τον απαραίτητο εξοπλισμό και είδη ατομικής προστασίας, η Ανιές και η κυβέρνησή της προσπαθούσαν να αποσπάσουν την προσοχή των μαζών επιτιθέμενοι στα πεπραγμένα του MAS και προσπαθώντας να κερδοσκοπήσουν από την αγορά επειγόντων ιατρικών προμηθειών.
Η αποτυχία του Μέσα και το φαινόμενο Καμάτσο
Οι αλλαγμένες προτεραιότητες μέρους του εκλογικού σώματος που το οδήγησαν τώρα όσο και πριν από ένα χρόνο στην αλλαγή πολιτικού στρατοπέδου, «χάθηκαν» μεταξύ του επιχειρηματία Μέσα και του Καμάτσο. Η άνοδος του δεύτερου όμως, κατεύθυνε ολόκληρη την καμπάνια του Μέσα στην κριτική προς το MAS από τα δεξιά, καλώντας σε «χρήσιμη ψήφο» εναντίον του και αποκαλύπτοντας την απάτη του Μέσα περί «μετάβασης». Έτσι ο Μέσα έχασε ψήφους τόσο προς τον Καμάτσο, όσο κυρίως προς τον Άρσε.
Η πλατιά επικράτηση του Άρσε απαλλάσσει τον Καμάτσο από την ευθύνη της διάσπασης της αντιπολιτευτικής ψήφου. Ωστόσο, αυτό που πραγματικά ενδιέφερε τον Καμάτσο ήταν η σταθεροποίηση της αντιπολιτευτικής ψήφου στη Σάντα-Κρουζ, πράγμα που κατάφερε. Ο Καμάτσο εκφράζει την εκδίκηση μιας βαθιά αντιδραστικής και αποικιοκρατικής αγροτοβιομηχανικής αστικής τάξης, ελάχιστα συνηθισμένης στην πολιτική διαμεσολάβηση και περισσότερο στην άσκηση εξουσίας που στηρίζεται σε τοπικούς οικογενειακούς κομματάρχες, η οποία κρατάει την οικονομική εξουσία στη χώρα χωρίς να είναι σε θέση να βρει διέξοδο προς την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Οι επιθέσεις του Καμάτσο προς τους ηγέτες των οργανώσεων των επιχειρηματιών που συνθηκολόγησαν με την κυβέρνηση του Έβο, καθώς επίσης η ιδέα του για εξαγωγή σε εθνικό επίπεδο του μοντέλου οικονομικού υπερ-φιλελευθερισμού και θρησκευτικού σκοταδισμού της Σάντα-Κρουζ, γεννήθηκαν σ’ αυτό το ταραχώδες έδαφος.
Το γεγονός ότι μια τέτοια φιγούρα έχει επιτύχει τεράστια υποστήριξη, μπορεί μόνο να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η αστική τάξη στη Σάντα Κρουζ έχει καταφέρει να κατακτήσει την ηγεμονία στην επαρχία της χώρας με το μεγαλύτερο ποσοστό εργατικής τάξης, καλλιεργώντας συστηματικά το δηλητήριο του τοπικισμού. Ο Άρσε και το MAS θα μπορούσαν να σπάσουν την περιφερειακή υποστήριξη προς τον Καμάτσο σε ταξικές γραμμές, αλλά μόνο στηριζόμενοι στον αγώνα της εργατικής τάξης ενάντια στην ολιγαρχία της Σάντα Κρουζ. Ωστόσο, μέχρι τώρα τουλάχιστον, στα σχέδια του Άρσε δεν φάνηκε καμία τέτοια πρόθεση.
Πέρσι, ο Μέσα είχε πετύχει την υποστήριξη μεγάλου μέρους των απογοητευμένων από τον Έβο και το MAS. Κάποιοι από τους υποψήφιους και τους ηγέτες της λίστας του ήταν άνθρωποι που είχαν εκλεγεί με το MAS. Ο ίδιος ο Mesa ήταν εκπρόσωπος της βολιβιανής επιτροπής διεκδίκησης για το δικαίωμα εξόδου της χώρας στη θάλασσα που είχε απωλέσει στον πόλεμό της με τη Χιλή. Δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι το κόμμα “Comunidad Ciudadana” αποτελεί μια δεξιά διάσπαση του MAS. Ο διακηρυγμένος στόχος της ομάδας ήταν να εμποδιστεί η επ’ αόριστο επανεκλογή του Έβο, μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 21ης Φεβρουαρίου 2016.
Ο Μέσα αυτοπροτάθηκε ως ο συνεχιστής των θετικών πτυχών της «διαδικασίας αλλαγής» που ξεκίνησε το MAS, χωρίς τον ολοκληρωτισμό και τις γραφειοκρατικές παραμορφώσεις του. Το σύνθημά του «Καμία ιδιωτικοποίηση, ούτε νέα κρατικοποίηση» είναι ο αστικός τρόπος να διατυπωθεί αυτό που στη γλώσσα όσων εγκαταλείπουν το MAS λέγεται «ανακατεύθυνση» της Αλλαγής. Είναι αναμφισβήτητα μια «ανακατεύθυνση προς τα δεξιά», όπως είχαμε πει πέρσι, αλλά τότε ήταν λιγότερο φανερό στα μάτια του εκλογικού σώματος. Ο Mesa συνέχισε να παρουσιάζει τον εαυτό του ως τον κύριο αντίπαλο του MAS, σε μια φάση που οι μάζες αναζητούσαν ένα εργαλείο για να αγωνιστούν εναντίον της Ανιές και της διαφθοράς, της καταπίεσης και της ασυνέπειας της κυβέρνησής της.
Ξανά για την πτώση του Έβο
Ο ίδιος ο Άρσε πάλι μίλησε για «ανακατεύθυνση της πορείας μας, μαθαίνοντας από τα λάθη μας». Ο Τσοκεχουάντσα, ακόμα πιο ξεκάθαρα, έχει αναγνωρίσει ότι η υπερβολική εξουσία και παρεμβατικότητα από το παλιό επιτελείο του Έβο έχει αλλοιώσει τη διαδικασία της αλλαγής και δήλωσε ότι κανένας από τους συνεργάτες του πρώην προέδρου δεν πρόκειται να επιστρέψει στην εξουσία. Η πλειονότητα των «MASίστας» και της ηγεσίας των συνδικάτων έχει τοποθετηθεί στον ίδιο τόνο. Ο ίδιος ο Έβο που είχε ανακοινώσει ότι θα επέστρεφε στη Βολιβία την επόμενη μέρα της εκλογικής νίκης, παραμένει στην Αργεντινή και καλεί, όπως ο Άρσε, «όλα τα κόμματα, επιχειρηματίες και εργάτες να μαζευτούν και να συνάψουν μια συμφωνία συμφιλίωσης.» Αυτό είναι το συμπέρασμα που έβγαλε το MAS μετά την πτώση του Έβο, το οποίο βρίσκεται πολύ κοντά, ακόμα και στη ρητορική, με αυτό του Μέσα. Εμείς δεν συμφωνούμε μ’ αυτό το συμπέρασμα.
Οι επικριτές του Έβο Μοράλες στ’αριστερά του ΜΑS, έχουν αποτύχει να κατανοήσουν την πτώση του Έβο Μοράλες που έχει τις ρίζες της στην αποτυχημένη πολιτική της ταξικής συνεργασίας και των γραφειοκρατικών ελιγμών.
Από την αριστερά του κόμματος, ο πρώην υπουργός Ούγκο Μολντίζ, υποστηριχτής του βολιβιανού γκεβαρικού κινήματος, έχει εκδώσει ένα βιβλίο με έναν πολύ ξεκάθαρο τίτλο και υπότιτλο: «Πραξικόπημα στην Βολιβία: η μοναξιά του Έβο Μοράλες». Στο βιβλίο αυτό, ο Μολντίζ, μαζί με την μαρτυρία του Αργεντινού κοινωνιολόγου Atilio Borón, ο οποίος ήταν στην Λα Παζ τις μέρες μετά την παραίτηση του Έβο, θέτει το ερώτημα γιατί δεν υπήρξε καμία μαζική κινητοποίηση υπεράσπισης της κυβέρνησης του MAS, και γιατί ακόμα και αυτοί που βγήκαν στους δρόμους δεν απαιτούσαν την επιστροφή του Έβο.
Η απάντηση που δίνει ο Μολντίζ μπορεί να συνοψιστεί στα εξής: έχοντας αντικαταστήσει την προοπτική του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού με την προοπτική ενός «Ανδεο-αμαζονιο-καπιταλισμού», δηλαδή ενός καπιταλισμού σε εθνική βάση, το MAS έχει απογυμνωθεί από την ιδεολογία του και την ικανότητα ακόμα και να αναγνωρίσει την επέλαση του εχθρού.
Σ’ αυτή την ανάλυση υπάρχουν στοιχεία αλήθειας, αλλά και πολλές παραλήψεις. Ο Μολντίζ, συνεπής στο όραμά του, αντιλαμβάνεται την κοινωνία ως πεδίο μάχης, στο οποίο οι μάζες αποτελούν το γρασίδι που ποδοπατιέται από τους πραγματικούς πολεμιστές.
Ακόμα και χωρίς να έχουν μία ξεκάθαρη εικόνα «για το τι επιθυμούσαν και ακόμα λιγότερο… μια συνειδητή προσήλωση σε ένα εναλλακτικό από τον καπιταλισμό εγχείρημα», όπως πολύ επιφανειακά γράφει ο Μολντίζ, η αλήθεια είναι ότι οι μάζες αντιστάθηκαν στην προοπτική ενός «ανδο-αμαζονο-καπιταλισμού» με ενεργούς αγώνες για γη, εργατικά δικαιώματα, εθνικοποιήσεις επιχειρήσεων κ.τ.λ. Όλους αυτούς τους αγώνες ο Μολντίζ τους βάζει συγκεχυμένα στο τσουβάλι της «αποσταθεροποίησης», πράγμα που σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης ενός υπαίθριου πάγκου λαϊκής στο Potosi που συμμετείχε στην κατάληψη των ορυχείων ενάντια στην εκμετάλλευση μιας πολυεθνικής, ουσιαστικά θεωρείται κρυφός πράκτορας της CIA. Αυτή η λαθεμένη ανάλυση εξηγεί γιατί η αριστερά του MAS έχει υποβιβαστεί σ’ έναν περιθωριακό ρόλο.
Ο Γκαρσία Λινέρα επίσης επέστρεψε στο ερώτημα σχετικά με τη πτώση του Έβο, επαναλαμβάνοντας την ανάλυσή του που βασίζεται στη «μεσαία τάξη». Για εκείνον, η διάβρωση της εκλογικής βάσης του MAS οφείλεται στο ότι διατηρούσε μεν τη συζήτηση γύρω από τις υλικές και πολιτικές απαιτήσεις των «από κάτω», χωρίς όμως να έχει τη δυνατότητα να ενσωματώνει στην πολιτική του τη μεσαία τάξη. Αυτά είναι ωραία, κενά επιχειρήματα, και πράγματι η μεσαία τάξη αποτελεί ένα «μεγάλο κενό» που οι ρεφορμιστές μπορούν να το γεμίσουν όπως αυτοί θέλουν.
Θα το εξηγήσουμε αυτό με ένα απλό παράδειγμα. Στη Βολιβία, έχουμε ένα φορολογικό σύστημα – μια νεοφιλελεύθερη κληρονομιά, που το MAS δεν μεταρρύθμισε – το οποίο αποτελεί το όνειρο κάθε δεξιού σε όλο τον κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει ένας «οριζόντιος συντελεστής» 25% φορολογίας στα κέρδη, είτε αυτά προέρχονται από την πολυεθνική πετρελαϊκών REPSOL, είτε από ένα συνοικιακό κατάστημα παιχνιδιών. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση με κάθε αρχή προοδευτικότητας, σύμφωνα με την οποία αυτοί που έχουν περισσότερα θα έπρεπε να πληρώνουν περισσότερα. Με την αύξηση της φορολογίας των 100 μεγαλύτερων εταιριών (ιδιαίτερα του χρηματοοικονομικού τομέα και αυτού των εξορύξεων, από τις οποίες προέρχεται το 60% του ΑΕΠ της χώρας) κατά μερικές μόνο ποσοστιαίες μονάδες, θα ήταν δυνατό να μειωθεί ο ΦΠΑ που επιβαρύνει όλους χωρίς καμία διάκριση, επιτρέποντας στα πολύ φτωχά στρώματα να αγοράσουν περισσότερα αγαθά και στον ιδιοκτήτη του καταστήματος παιχνιδιών να έχει μια καλύτερη ζωή.
Μην κάνοντας αυτό, ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού παιχνιδιών βλέπει μόνο αυτούς που δεν πληρώνουν φόρους – βλέπε τον αγρότη στις φυτείες κοκαΐνης ή τον εργαζόμενο στη μαύρη αγορά. Κι αυτό ακριβώς έχει συμβεί και εξακολουθεί να συμβαίνει, πράγμα που ο Λινέρα δεν μπορεί να το καταλάβει. Τίποτα από όσα λέγονται για τη μεσαία τάξη δεν βγάζει κανένα νόημα, ούτε το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί πώς η τάξη αυτή μπορεί να «ενσωματωθεί» σε ένα εγχείρημα μετασχηματισμού της κοινωνίας, εάν η όποια απάντηση δεν ξεκινάει από το θεμελιώδες θεώρημα ότι η μεσαία τάξη δεν μπορεί να υπάρξει ως ξεχωριστό πολιτικό υποκείμενο: είτε θα ακολουθήσει τη REPSOL ενάντια στην εργατική τάξη, είτε θα ακολουθήσει την εργατική τάξη ενάντια στα συμφέροντα της REPSOL. Ο Γκαρσία Λινέρα θέλει η μεσαία τάξη να ακολουθήσει τον Έβο από το μονοπάτι της REPSOL – αυτή ήταν η αιτία της ήττας του MAS.
Η «ανακατεύθυνση» του Άρσε
Κατά την γνώμη μας, το ζήτημα είναι ξεκάθαρο. Η εργατική τάξη της επαρχίας και των πόλεων οδήγησε το MAS στην εξουσία, θεωρώντας το ως εργαλείο πάλης ενάντια στην αστική τάξη και την εξουσία της, που εκτός των άλλων έχει μια ρατσιστική δομή στη χώρα μας. Η οικονομική ανάπτυξη, αποτέλεσμα των παρεμβατικών πολιτικών από το κράτος σε ευνοϊκές διεθνείς συνθήκες, επέτρεψε στο MAS να εδραιώσει τη θέση του στην εξουσία ως εργαλείο ταξικής συνεργασίας, η οποία πάντα όμως καταλήγει να γίνεται συνεργασία της εργατικής τάξης με τους εκτελεστές της. Με το τέλος αυτής της περιόδου, η εργατική τάξη δεν βρήκε στο κόμμα αυτό με την κάθετη δομή που οδηγεί απευθείας στον χαρισματικό του ηγέτη, ένα κανάλι για να εκφράσει την αντίθεσή της. Γι’ αυτό, ο Mέσα, με τη συμβολή του ίδιου του MAS, επένδυσε πολιτικά στη δυσαρέσκεια γι’ αυτό το κόμμα, με τις γνωστές συνέπειες: τη βίαιη απομάκρυνση του Μοράλες από την εξουσία πριν από ένα χρόνο.
Όπως πάντα, οι ομιλίες του Λινέρα είναι μεγαλειώδεις, αλλά εν τέλει δεν είναι παρά ‘μεγάλα βουνά που γεννούν ποντίκια’– για να παραφράσουμε τον Μαρξ. Όμως, οι θέσεις του Λινέρα είναι πιο εύκολο να μεταφραστούν πολιτικά σε σχέση με δυσνόητα εφευρήματα περί «συνείδησης», όπως αυτά του Μολντίζ. Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η ανάλυση του Λινέρα οδηγεί σε μια ξεκάθαρη πολιτική γραμμή: προγραμματική μετριοπάθεια και ταξική συνεργασία. Αυτό προτείνουν οι Άρσε και Τσοκεχουάντσα στη Βολιβία και στο ανανεωμένο MAS, θυσιάζοντας τον Έβο, του οποίου ο μελλοντικός ρόλος είναι αμφίβολος.
Ο Άρσε ήδη ανακοίνωσε ότι η πρώτη πράξη της κυβέρνησης θα είναι η δρομολόγηση της χορήγησης 1000 μπολιβιάνος (144 δολάρια) οικονομικής βοήθειας σε όλους τους πολίτες και η τόνωση της εσωτερικής αγοράς. Θα το κάνει (όπως πιθανόν να κάνει κάτι εναντίον του κύματος απολύσεων που γίνονται στη χώρα) πιθανά στηριζόμενος στο νόμο που πέρασε η συνέλευση των «MASίστας» στη Βουλή πριν από μερικούς μήνες. Αυτό θα είναι μια προσωρινή αναστολή των απολύσεων, δηλαδή η επιβολή ενός είδους ανακωχής. Όμως με την ίδια σαφήνεια, ανακοίνωσε ότι τουλάχιστον δύο χρόνια θυσιών βρίσκονται στον ορίζοντα. Στην πρώτη του ομιλία, απευθύνθηκε σε όλους τους επιχειρηματίες και τους κάλεσε, σε αντίθεση με τον Μέσα ή τον Καμάτσο, να μπουν σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
Δεν χρειάζεται μια λεπτομερής ανάλυση του προγράμματος του Άρσε, ώστε να καταλάβει κανείς τις αντιθέσεις που θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση του. Ο Άρσε παρουσίασε τον εαυτό του στο εκλογικό σώμα με αυτό το μήνυμα, μέσες άκρες: «Με τις εθνικοποιήσεις σας έβγαλα από τις κρίσεις του 2008 και το 2015». Δεν ήταν πραγματικές εθνικοποιήσεις, αλλά σε ευνοϊκές συνθήκες λειτούργησαν θετικά. Όμως, τι υπόσχεται να εθνικοποιήσει τώρα; Τίποτα. Αυτή η κρίση, μας λέει, πρέπει να ξεπεραστεί με διαφορετικό τρόπο, και ο εκπρόσωπος του MAS, Μίτσελ, μας διαβεβαιώνει ότι ο Άρσε θα «αλλάξει την αλλαγή». Ένα μήνυμα επομένως που απευθύνεται στους επιχειρηματίες και όχι εναντίον τους και σημαίνει ότι η λύση για την κρίση που ο Άρσε έχει στο μυαλό του δεν είναι αυτή που περιμένει η εργατική τάξη.
Μόνο η εργατική τάξη μπορεί να αντιμετωπίσει την κρίση
Η γραμμή της ταξικής συνεργασίας, της μεγάλης εθνικής συμφωνίας που προτείνει ο Άρσε, αποτελεί ένα βήμα προς τα πίσω, μεγαλύτερο ακόμα από αυτά που έχει κάνει ο Μοράλες στο παρελθόν. Ο Έβο, πρώτα προπαγάνδιζε την εθνικοποίηση του αερίου και στη συνέχεια τα έβρισκε με τις πολυεθνικές ώστε να μπορούν να έχουν κι αυτές όφελος. Από την άλλη μεριά, η αποστολή του Άρσε είναι να επαναφέρει αυτή την συνύπαρξη και να ανακάμψει η οικονομία, με άλλα λόγια, να σώσει τον σάπιο βολιβιανό καπιταλισμό. Όμως, η κρίση θέτει πιεστικά κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα, τόσο επιτακτικά, που η εργατική τάξη δεν θα δώσει πολύ χρόνο στον Άρσε για να πετύχει τους στόχους του.
Τους τελευταίους μήνες έχουμε δει ένα από τα πιο σημαντικά εργοστασιακά απεργιακά κινήματα στην ιστορία της χώρας μας να αναπτύσσεται και να ριζοσπαστικοποιείται. Αν το κάλεσμα για γενική απεργία απέτυχε τον Αύγουστο να κινητοποιήσει πλήρως τους βιομηχανικούς εργάτες στον αγώνα, οφείλεται στο ότι η απεργία είχε οργανωθεί στη βάση της πολιτικής ατζέντας του MAS, η οποία δεν παρουσίαζε καμία λύση στα προβλήματα που προκάλεσαν το κίνημα, και στην ολική απαξίωση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των «MASίστας». Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης αποφάσισε να υποστηρίξει τον Άρσε, επειδή βίωσε οδυνηρά, από πρώτο χέρι, τι σημαίνει μια κυβέρνηση που οργανικά βρίσκεται στις υπηρεσίες της αστικής τάξης. Όμως, όπως και τον Αύγουστο, δεν θα περιμένει τον Άρσε να πείσει τους καπιταλιστές και οι τελευταίοι πρόκειται να δεχθούν ξανά το MAS να προσπαθεί να τους πείσει πώς να κάνουν τη δουλειά τους, που δεν είναι άλλη από το να ζουν από την εργασία των άλλων.
Ως μαρξιστές έχουμε συνεισφέρει, μαζί με όλους τους φτωχούς και εργαζόμενους ανθρώπους να νικήσουμε την Ανιές, τον Μέσα και τον Καμάτσο και πανηγυρίζουμε γι’ αυτό. Όμως, όπως και οι εργάτες, δεν δίνουμε λευκή επιταγή στον Άρσε. Αντιθέτως, ανοικτά ασκούμε κριτική στη πολιτική προοπτική του ξεθωριασμένου ρεφορμισμού. Η «ανακατεύθυνση» σαφέστατα δεν αποτελεί έναν εκδημοκρατισμό του MAS, αλλά μάλλον μια πιο σαφή και τελικά ανέφικτη συνεργασία μεταξύ αυτών που απολύουν και αυτών που απολύονται, με το σκεπτικό ότι είναι η μόνη εναλλακτική λύση ώστε να εμποδιστούν αυτοί που απολύουν να επιστρέψουν στην εξουσία.
Αυτό δεν δίνει προοπτική σε κανέναν από τους εργάτες που έχουν δώσει μάχες τους τελευταίους μήνες. Είναι καθήκον μας να βοηθήσουμε την εργατική τάξη να βρει τη δική της προοπτική στον αγώνα για δημοκρατία μέσα στα συνδικάτα, και για μία συνδικαλιστική ηγεσία που θα αποτελεί γνήσια έκφραση του εργατικού κινήματος. Αυτή η ηγεσία θα αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια των αναπόφευκτων τριβών και διαφωνιών που θα προκύψουν μεταξύ του εργατικού κινήματος και της κυβέρνησης του Άρσε. Η νέα περίοδος που ανοίγεται μπροστά μας, στη σκιά μιας τεράστιας κρίσης, μπορεί να λήξει είτε υπέρ της εργατικής, είτε υπέρ της αστικής τάξης. Δεν υπάρχει μέση οδός. Η εργατική τάξη θα προσπαθήσει να επιλύσει την κρίση με τον δικό της τρόπο, ασυμβίβαστα, ενάντια στα συμφέροντα και τις θέσεις της αστικής τάξης. Και αυτή είναι η μόνη δυνατή επιλογή για το μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Χοσέ Περέιρα –
Από την εφημερίδα «Πάλη των Τάξεων» της Βολιβίας,
21 Οκτωβρίου 2020.
Μετάφραση: Άγγελος Ηρακλείδης-Ιωσήφ Σπάρταλης
Επιμέλεια: Άγγελος Ηρακλείδης