Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΘεωρία - ΙστορίαΠοιος ήταν πραγματικά ο Αντόνιο Γκράμσι;

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ποιος ήταν πραγματικά ο Αντόνιο Γκράμσι;

Διαβάστε μια συνοπτική κριτική αποτίμηση του έργου και της συνεισφοράς του Αντόνιο Γκράμσι στον μαρξισμό και το εργατικό κίνημα

Με τη διδασκαλία του Μαρξ συμβαίνει σήμερα ό’τι συνέβηκε επανειλημμένα στην ιστορία με τις διδασκαλίες των επαναστατών στοχαστών και αρχηγών των καταπιεζόμενων τάξεων στην πάλη τους για την απελευθέρωση. Όσο ζούσαν οι μεγάλοι επαναστάτες, οι τάξεις των καταπιεστών τους καταδίωκαν συνεχώς και αντιμετώπιζαν τη διδασκαλία τους με την πιο άγρια μανία, με το πιο λυσσασμένο μίσος, με την πιο αχαλίνωτη εκστρατεία ψευτιάς και συκοφαντίας. Ύστερα από το θάνατο τους γίνονται προσπάθειες να τους μετατρέψουν σε άβλαβα εικονίσματα, σα να λέμε, να τους αγιοποιήσουν, να δώσουν κάποια δόξα στο όνομα τους για “παρηγοριά” των καταπιεζόμενων τάξεων και για την αποβλάκωση τους, ευνουχίζοντας το περιεχόμενο της επαναστατικής διδασκαλίας, στομώνοντας την επαναστατική της αιχμή, εκχυδαΐζοντας την. Με τέτοια “επεξεργασία” του μαρξισμού συμφωνάνε σήμερα η αστική τάξη και οι οπορτουνιστές μέσα στο εργατικό κίνημα. Λησμονούν, σβήνουν, διαστρεβλώνουν την επαναστατική πλευρά της διδασκαλίας, την επαναστατική ψυχή της. Προωθούν στην πρώτη γραμμή, εξυμνούν εκείνο πού είναι αποδεχτό ή που φαίνεται πώς είναι αποδεχτό για την αστική τάξη.”

(Β.Ι.Λένιν, “Κράτος κι Επανάσταση”)

Η περίπτωση του Αντόνιο Γκράμσι δεν αποτελεί εξαίρεση. Η ερμηνεία της σκέψης του και του ρόλου του βρίσκει τις πιο απίθανες απαντήσεις, με πολλές διαστρεβλώσεις, αν όχι ιστορικές πλαστογραφίες, από υποτιθέμενους “διανοούμενους” του εργατικού κινήματος.

Δεν είναι λίγες οι φορές που ο Γκράμσι έχει παρουσιαστεί σαν ο πρόδρομος της στροφής του Σαλέρνο, του “ιστορικού συμβιβασμού”[1] και θεμελιωτής του ευρωκομμουνισμού. Επιπρόσθετα σε όλα τα παραπάνω, πριν κάποια χρόνια, ο Μπερλινγκουέρ τον είχε παρουσιάσει σαν έναν από τους “Πατέρες του έθνους”, ενώ την κληρονομιά του έχουν διεκδικήσει και εκπρόσωποι της Δεξιάς, όπως ο Μπερλουσκόνι, εμφανίζοντάς τον ως έναν “ουδέτερο” διανοούμενο. Από εκπρόσωπος του επαναστατικού μαρξισμού, έχει καταντήσει μια φιγούρα αξιοσέβαστη από όλους! Αποτελεί, λοιπόν, καθήκον για κάθε μαρξιστή, να απορρίψει κάθε προσπάθεια που έχει ως στόχο να ακυρώσει την πραγματική σημασία της σκέψης του Γκράμσι και να καταρρίψει κάθε θεωρητική διαστρέβλωση, είτε ρεφορμιστική, είτε φιλελεύθερη και πατριωτική.

Η “Νέα Τάξη”(Ordine Nuovo) και η διάσπαση του Λιβόρνο

Ο Γκράμσι και η Ομάδα του Τορίνο οργανώνονται γύρω από την εφημερίδα “Νέα Τάξη”, μέσω της οποίας μεταφέρουν στην Ιταλία την κατάσταση και τις εξελίξεις της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 και εκπροσωπούν το πιο πρωτοπόρο τμήμα του ιταλικού εργατικού κινήματος.

Οι “Οrdinovisti” όχι μόνο υπερασπίζονται και οργανώνουν το κίνημα κατάληψης των εργοστασίων, αλλά θα εξελιχθούν και στους κύριους θεωρητικούς της εργατικής αυτοδιαχείρησης. Σύμφωνα με τον Γκράμσι, τα εργοστασιακά συμβούλια θα αποτελέσουν τα όργανα του εργατικού ελέγχου στους βασικούς τομείς της παραγωγής και τα κύτταρα δημοκρατίας στη σοσιαλιστική κοινωνία.

Κατά τη διάρκεια της ιταλικής επανάστασης του 1920-1921, η οποία είναι γνωστή ως “Κόκκινη Διετία”, ο Γκράμσι από τις σελίδες της “Νέας Τάξης” καλεί το Σοσιαλιστικό Κόμμα να οπλίσει το βιομηχανικό προλεταριάτο και την αγροτιά με ένα επαναστατικό πρόγραμμα που θα έχει ως κεντρικό σύνθημα: “Όλη η εξουσία στα χέρια των εργοστασιακών επιτροπών” σε άμεση παραλληλία με το “Όλη η εξουσία στα σοβιέτ” που χρησιμοποίησαν οι Μπολσεβίκοι λίγα χρόνια πριν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι αντιλήψεις αυτές αποτελούν τα συμπεράσματα από τους εργατικούς αγώνες και τις καταλήψεις στο Τορίνο, αλλά και η επιρροή από τους ρώσους επαναστάτες και το ρόλο τους στην νίκη της επανάστασης του Οκτώβρη είναι ιδιαίτερα εμφανής. Δεν είναι τυχαίο που ο Γκράμσι γράφει: “Το Σοβιέτ αποδείχθηκε αθάνατο, σαν η μορφή της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών που μπορεί και επιτελεί ευέλικτα, ποικίλες λειτουργίες(οικονομικές και πολιτικές) και σαν μόνιμο στοιχείο της καθημερινής ζωής μεγάλης μάζας του ρωσικού λαού!”

Ο Γκράμσι μεταξύ του 1919 και 1920 θέτει δύο βασικούς στόχους, που με βάση και την εμπειρία της ρωσικής επανάστασης, θεωρεί ως απαραίτητους για τη νικηφόρα έκβαση του επαναστατικού αναβρασμού στην Ιταλία: Πρώτος στόχος είναι η δημιουργία επαναστατικών – δημοκρατικών οργανώσεων αγώνα, οι οποίες θα αγκαλιάζουν τη μεγάλη μάζα των εργαζόμενων και θα πρωωθούν την αυτοοργάνωσή τους, ενώ σαν δεύτερο στόχο προβάλλει την ανάγκη του σχηματισμού μιας επαναστατικής ηγεσίας, ανεξάρτητης από όλες τις ρεφορμιστικές (Turati), μαξιμαλιστικές και κεντρώες (Serrati και Lazzari) τάσεις στο PSI (Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας) και στο εργατικό κίνημα[2]. Οι ρεφορμιστές αποτελούσαν ένα τεράστιο εμπόδιο για την επανάσταση, γιατί παρά την αποδοχή της στα λόγια, στη πράξη τη σαμπόταραν συστηματικά, αρνούμενοι να την οργανώσουν με έναν αποφασιστικό τρόπο. Το γεγονός αυτό επαληθεύτηκε από τη προδοτική στάση που κράτησε η ρεφορμιστική ηγεσία του κόμματος και των συνδικάτων την περίοδο των εργοστασιακών καταλήψεων, που απρόθυμη να παλέψει για την ανατροπή του συστήματος, περιόρισε το κίνημα σε κάποιες απεργίες, καταδικάζοντάς το σε ήττα.

Η φραξιονιστική πάλη του Αντόνιο Γκράμσι μέσα στο PSI ξεκινάει το Νοέμβριο του 1920, όταν ιδρύεται στην Ιμόλα, με πρωτοβουλία του Μπορντίγκα, η Κομμουνιστική Τάση του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Τον Ιανουάριο του ’21, στο συνέδριο του Λιβόρνο, το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα διασπαστεί και θα έχουμε τη γέννηση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας(PCdI). Στο συνέδριο αυτό, 58.873 αγωνιστές του κόμματος και σχεδόν ολόκληρη η σοσιαλιστική νεολαία περνάει στο πλευρό του νεοσύστατου Κ.Κ., 98.023 υποστηρίζουν την κεντριστική (επαναστατική στα λόγια, ρεφορμιστική στις πράξεις) τάση των Lazzari και Serrati, ενώ 14.695 ψηφίζουν τη ρεφορμιστική, σοσιαλδημοκρατική τάση του Turati.

Η Τρίτη Διεθνής θα υποστηρίξει τη διάσπαση και η Εκτελεστική της Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την άρνηση του κεντριστή Serrati να διαχωριστεί από τη ρεφορμιστική ομάδα του Turati, δέχεται το νέο Κ.Κ.Ι. σαν το μοναδικό τμήμα της Διεθνούς στην Ιταλία, με τον ταυτόχρονο αποκλεισμό του PSI.

Στο 3ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Ιούνιος 1921), οι Σοσιαλιστές στέλνουν αντιπροσωπεία με αίτημα την είσοδο στη Διεθνή, αίτημα το οποίο δε γίνεται δεκτό. Παρόλα αυτά, προτείνεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα να ακολουθήσει τη τακτική του Ενιαίου Μετώπου[3] με τους Σοσιαλιστές, προκειμένου να προσελκύσει τους πιο μαχητικούς και ενθουσιώδεις σοσιαλιστές, που δεν έχουν ακόμα συνάγει τα απαραίτητα συμπεράσματα για την ανάγκη σπασίματος με το κόμμα του Serrati.

Ο Τρότσκι, σ’ αυτό το συνέδριο, στην έκθεση σχετικά με τη παγκόσμια οικονομική κατάσταση, σκιαγραφεί τη νέα φάση της καπιταλιστικής ανόδου και την υποχώρηση του επαναστατικού κύματος, και τονίζει την ανάγκη οι κομμουνιστές να κερδίσουν τις μάζες με τη συμμετοχή σε κάθε επιμέρους αγώνα και στην πάλη ενάντια στο φασισμό.

Αυτό συμβαίνει επίσης γιατί η Διεθνής είχε επίγνωση του γεγονότος ότι οι εργαζόμενοι του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν έχουν κατανοήσει απόλυτα τους λόγους της διάσπασης και για να αφομοιωθούν απαιτείται όχι απλώς η κήρυξη της επανάστασης στα λόγια (αυτά τα είχαν ήδη ακούσει από τον Serrati), αλλά συγκεκριμένες ενέργειες που να καταδεικνύουν τη πραγματικά επαναστατική φύση του νέου κόμματος. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι είχαν υποστεί μια ιστορική ήττα και ο μόνος τρόπος να σταματήσουν τις φασιστικές συμμορίες, που την άνοιξη και το καλοκαίρι του ’21 κυριαρχούσαν στη χώρα, καταστρέφοντας επιμελητήρια εργασίας και καίγοντας τοπικά γραφεία του σοσιαλιστικού και του κομμουνιστικού κόμματος και τυπογραφεία των εφημερίδων τους, είναι να προτείνουν στους σοσιαλιστές εργαζόμενους ενότητα στη δράση!

Για το λόγο αυτό, ο Τρότσκι ασκεί εξαντλητική κριτική στον Μπορντίγκα, που απέρριπτε τη τακτική του Ενιαίου Μετώπου και εναντιωνόταν σε οποιονδήποτε “συμβιβασμό” με τους Σοσιαλιστές, λέγοντας: “{…} Προετοιμασία για μας, σημαίνει η δημιουργία των συνθηκών ώστε να εξασφαλιστεί η συμπάθεια της μεγάλης πλειοψηφίας του κόσμου. Η ιδέα να αντικατασταθεί η θέληση των μαζών με την απόφαση ή την επιθυμία της λεγόμενης πρωτοπορίας είναι καταδικαστέα και σε καμία περίπτωση μαρξιστική” και ακόμα: “Οι επαναστατικές πράξεις είναι αδύνατες χωρίς τις μάζες, αλλά οι μάζες δεν αποτελούνται αποκλειστικά από απόλυτα συνειδητοποιημένα στοιχεία”.

Ωστόσο, την περίοδο εκείνη, ο Μπορντίγκα αποτελεί τον αδιαφιλονίκητο ηγέτη του PCdI. Οι ιδέες του είναι ηγεμονικές στο νέο κόμμα και ευρέως αποδεκτές, όχι μόνο από τον Γκράμσι, αλλά από ολόκληρη την ηγεσία του. Για το λόγο αυτό, ενώ το κόμμα δηλώνει σαν στόχο την κατάκτηση των μαζών, αρνείται την τακτική του ενιαίου μετώπου, θεωρώντας μονόδρομο για το ξεσκέπασμα της εγκληματικής πολιτικής των Σοσιαλιστών την άρνηση οποιασδήποτε συνεργασίας με αυτούς. Στη καλύτερη περίπτωση, υπό συνθήκες, δέχεται την ενότητα στο συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά ποτέ την ενότητα στο πολιτικό πεδίο.

Στην Ιταλία, την περίοδο αυτή, δημιουργούνται οι “Arditi del Popolo” (αντιφασιστικές οργανώσεις) που έχουν σαν σκοπό να ανακόψουν τη στρατιωτική επέλαση του φασισμού. Οι εργάτες τις υποδέχονται με ενθουσιασμό, ενώ χιλιάδες μαχητικοί σοσιαλιστές και κομμουνιστές, όπως και πολλά εργατικά σωματεία, προσχωρούν στις γραμμές τους! Αντίθετα, το PCdI κρατάει μια περιφρονητική στάση απέναντί τους, σε αντίθεση με τις προτροπές της Διεθνούς, και απειλεί με διαγραφές όσα μέλη του συμμετέχουν σε αυτές. Τελικά, με αυτή του τη στάση, το Κομμουνιστικό Κόμμα, ουσιαστικά συμβάλλει στη νίκη των φασιστικών συμμοριών.

Ο Μπορντίγκα ήλπιζε ότι μπορούσε να σταματήσει το φασισμό μόνος του, με την οργανωμένη δύναμη του κόμματος και των μαχητών του. Η ήττα ήταν αναπόφευκτη!

Ο Γκράμσι ενάντια στο σεχταρισμό

Ανάμεσα στο Μάη του ’22 και το Μάη του ’24, ο Γκράμσι ταξιδεύει στο εξωτερικό (αρχικά στη Μόσχα και στη συνέχεια στη Βιέννη) ως μέλος των εκτελεστικών οργάνων της Κομμουνιστικής Διεθνούς, γεγονός που του δίνει τη δυνατότητα να κάνει μια κριτική αποτίμηση όλων των προηγούμενων θέσεων και ζητημάτων που απασχόλησαν το ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Οι εκτενείς συζητήσεις με τους ηγέτες της Διεθνούς ήταν εξαιρετικής σημασίας για τη πολιτική του ωρίμανση.

Ενδεικτικά σχολιάζει τη γέννηση του PCdI, τον Ιανουάριο του 1921, σαν “το πιο σημαντικό γεγονός στη γενική κρίση της ιταλικής μπουρζουαζίας και του εργατικού κινήματος. Η διάσπαση, αν και ήταν ιστορικά αναγκαία και αναπόφευκτη, ήταν απροετοίμαστη και αρκετά ανεπιθύμητη ανάμεσα στις μάζες”.

Παράλληλα, θα ξεκινήσει μία αντιπαράθεση με τον Μπορντίγκα, κριτικάροντας τις αριστερίστικες αντιλήψεις του, που ήταν η αιτία της όλο και μεγαλύτερης απομάκρυνσής του από τις μάζες. Αρνείται, επιπλέον, να υπογράψει ένα ψήφισμα του Μπορντίγκα που κάνει κριτική στις προσπάθειες της Διεθνούς να ενώσει το Κομμουνιστικό Κόμμα – τους διεθνιστές, με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, σε αντίθεση με τον Togliatti (μετέπειτα σταλινικό ηγέτη του ΚΚΙ), που υποστηρίζει το ψήφισμα.

Το Δεκέμβριο του 1923 ωριμάζει, στο μυαλό του Γκράμσι, η ιδέα να δημιουργήσει ένα “κέντρο” στο PCdI, που θα αντιτίθεται εξίσου στον εξτρεμισμό του Μπορντίγκα, αλλά και στις θέσεις της δεξιάς πτέρυγας. Η μάχη ενάντια στη τάση του Μπορντίγκα θα ξεκινήσει στο συνέδριο του Κόμο το ’24, αλλά θα κορυφωθεί δύο χρόνια αργότερα στο συνέδριο της Λυών.

Εκεί οι “Θέσεις της Λυών”, το βασικό εισηγητικό κείμενο του συνεδρίου που παρουσιάστηκε από το Γκράμσι, υπερψηφίζεται από το 90% του κόμματος και υποστηρίζει τα εξής:

-Η επερχόμενη ιταλική επανάσταση είναι μια σοσιαλιστική επανάσταση με κινητήριες δυνάμεις την εργατική τάξη, τους εργάτες γης και τους αγρότες της βόρειας και νότιας Ιταλίας.

-Η εργατική τάξη είναι η πρωτοπόρα δύναμη του επαναστατικού προτσές, η κεφαλή της πλειοψηφίας του ιταλικού πληθυσμού.

-Ο μετασχηματισμός της κοινωνίας είναι μια διαδικασία που απαιτεί μία επαναστατική ρήξη, δηλαδή μια μαζική εξέγερση προετοιμασμένη και οργανωμένη από το κόμμα.

-Η ήττα του εργατικού κινήματος κατά την “κόκκινη διετία” οφείλεται στην απουσία ενός επαναστατικού κόμματος.

-Το Κομμουνιστικό Κόμμα πρέπει να κερδίσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης μέσω ενός υπομονετικού και σκληρού αγώνα στις μαζικές οργανώσεις για άμεσες διεκδικήσεις και αιτήματα κατανοητά από τον κόσμο. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να υψώσεις τη συνείδηση των μαζών και να τις προσελκύσεις από τις ρεφορμιστικές οργανώσεις.

-Το Ενιαίο Μέτωπο αποτελεί ένα βασικό εργαλείο σε αυτή τη μάχη, ενώ δεδομένων των συνθηκών η τακτική αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί με το σύνθημα μιας εργατικής και αγροτικής κυβέρνησης.

Η στρατηγική του νέου κόμματος είναι βασισμένη στις θέσεις των πέντε πρώτων Συνεδρίων της Κομμουνιστικής Διεθνούς, προσαρμοσμένη προσεκτικά στις ιδιαίτερες συνθήκες της Ιταλίας.

Σε γενικές γραμμές ο Γκράμσι καταφέρνει να διορθώσει σημαντικά λάθη του παρελθόντος. Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποια αριστερίστικα λάθη στις θέσεις του Συνεδρίου, όπως στην περίπτωση των μαξιμαλιστών και των ρεφορμιστών που αντιμετωπίζονται με ένα σεχταριστικό τρόπο και παρουσιάζονται περισσότερο σαν οι “αριστερές” δυνάμεις των αστών, αντί σαν η δεξιά πτέρυγα του εργατικού κινήματος.

Όμως, η σημαντικότερη αδυναμία του Συνεδρίου, είναι η υποστήριξη του Γκράμσι στη διεθνή καμπάνια της ανερχόμενης σοβιετικής γραφειοκρατίας για το “μπολσεβικισμό” των νεαρών κομμουνιστικών κομμάτων, που δε βασίζεται στο παράδειγμα των πρώτων χρόνων της σοβιετικής εξουσίας με σκοπό την εκπαίδευση και την προετοιμασία των νέων αγωνιστών από τις εμπειρίες του Μπολσεβικισμού και της Ρωσικής Επανάστασης, αλλά αποτελεί διοικητική πάλη με πειθαρχικά μέτρα απέναντι στο “φραξιονισμό” και σε ανθρωποκυνηγητό απέναντι σε κάθε μορφής αντιπολιτευόμενο.

Η καμπάνια αυτή αποτέλεσε μέρος του εκφυλισμού του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος[4] μετά το θάνατο του Λένιν, με τους σταλινικούς να ενορχηστρώνουν πλέον ελεύθεροι μια εκστρατεία κατασυκοφάντησης ενάντια σε κάθε διαφωνούντα και ιδιαίτερα ενάντια στην Αριστερή Αντιπολίτευση του Τρότσκι[5].

Ο Γκράμσι, ωστόσο, παρά το νέο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί και τις συνθήκες παρανομίας στις οποίες είναι αναγκασμένο να λειτουργεί το Κ.Κ.Ι., συνεχίζει να υπεραμύνεται του δικαιώματος τάσεων μέσα στο κόμμα.

Η στάση του Γκράμσι απέναντι στο Σταλινισμό

Λίγο πριν τη σύλληψή του, ο Γκράμσι γράφει για λογαριασμό του κόμματος ένα γράμμα προς την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ που έχει ιδιαίτερη αξία για να καταλάβουμε τη στάση του, όσον αφορά τη τρέχουσα σύγκρουση στο εσωτερικό του Μπολσεβίκικου κόμματος.

Ο Γκράμσι αναφέρει, ότι ενώ δε θέλει να λάβει μέρος στη συζήτηση για τα θέματα της ΕΣΣΔ, υποστηρίζει τις πολιτικές θέσεις της πλειοψηφίες, αφού δε συμμερίζεται τις πολιτικές κριτικές της Αριστερής Αντιπολίτευσης.

Από την άλλη, την ίδια στιγμή υπεραμύνεται της Αριστερής Αντιπολίτευσης απέναντι στο “κυνήγι μαγισσών” που έχει εξαπολύσει η ηγεσία, και τονίζει ότι αποτελεί προάγγελο καταστολής κάθε έννοιας δημοκρατίας μέσα στο κόμμα (των Μπολσεβίκων). Κόντρα στο ρεύμα που διαμορφώνεται σε διεθνές επίπεδο, υποστηρίζει τον Τρότσκι και την Αριστερή Αντιπολίτευση απέναντι στις διαγραφές και τους αναγνωρίζει επαναστατικό ρόλο, μεγάλων δασκάλων. Πρέπει να επισημάνουμε ότι η στάση του Γκράμσι εκείνη την περίοδο ήταν ιδιαίτερα ηρωική αν αναλογιστεί κανείς ότι χιλιάδες ηγέτες, στελέχη και μέλη κομμουνιστικών κομμάτων χαρακτηρίζονταν ως αντεπαναστάτες απλώς επειδή εξέφραζαν μια άποψη αντίθετη από τα συμφέροντα της αναδυόμενης γραφειοκρατικής κάστας στη Σοβιετική Ένωση.

Ο Τολιάτι, που αυτή την εποχή βρισκόταν στη Μόσχα, κάνει οτιδήποτε για να σταματήσει την επιστολή με τις διαφωνίες του Γκράμσι. Σύμφωνα με τον ίδιο, το PCdI δεν έπρεπε να εκφράζει καμία αμφισβήτηση προς την πλειοψηφία του Κ.Κ.Σ.Ε.. Ο Γκράμσι απαντάει αυστηρά στον Τολιάτι: “(…) θα ήμασταν πολύ θλιβεροί και ανεύθυνοι επαναστάτες αν αφήναμε τα γεγονότα να πέσουν στο έδαφος, χωρίς να βλέπουμε την ανάγκη να τα δικαιολογήσουμε πρώτα (…) Αυτή η στάση μου δημιουργεί μια πολύ οδυνηρή εντύπωση.”

Συνοψίζοντας, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως παρ’ ότι ο Γκράμσι δεν αντιτάχθηκε αποφασιστικά στους γραφειοκράτες που έλεγξαν την Τρίτη Διεθνή μετά το θάνατο του Λένιν, κράτησε μια στάση υποστήριξης της εσωκομματικής δημοκρατίας και καταδίκης των διώξεων κατά της Αριστερής Ανιπολίτευσης.

Οι διαφορές του στα παραπάνω ζητήματα με τον Τολιάτι που, μετά τη σύλληψη του Γκράμσι, έγινε ο κύριος ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος, είναι αβυσσαλέες!

Η γραφειοκρατικοποίηση του PCdI και η διαγραφή των “Τριών”

Ο Τολιάτι, μετά την άνοδό του στην ηγεσία του κόμματος, γίνεται πιστός ακόλουθος της σταλινικής γραμμής, μετασχηματίζοντας το κόμμα σε ένα όργανο της εξωτερικής πολιτικής της σοβιετικής γραφειοκρατίας. Αυτή η διαδικασία υποβοηθείται από το γεγονός ότι ο Στάλιν παρουσιάζεται σαν ο μοναδικός διεκδικητής του κύρους της Οκτωβριανής Επανάστασης και από τις τεράστιες δυσκολίες για σωστή πληροφόρηση από το εσωτερικό της ΕΣΣΔ, με το ιταλικό κόμμα να βρίσκεται σε καθεστώς παρανομίας.

Το 1928 η Κομμουνιστική Διεθνής υιοθετεί την πολιτική του “σοσιαλφασισμού”, ή αλλιώς την πολιτική της “Τρίτης Περιόδου”. Η “θεωρία” αυτή αποτελεί την πλήρη άρνηση της Λενινιστικής τακτικής του Ενιαίου Μετώπου. Σύμφωνα με την ηγεσία της Διεθνούς λοιπόν, ξεκινάει διεθνώς μία νέα φάση επαναστατικών κυμάτων και ο βασικός εχθρός που πρέπει να πολεμήσουν τα Κ.Κ. είναι τα ρεφορμιστικά και τα Σοσιαλιστικά κόμματα. Επομένως, τα Κ.Κ. δεν πρέπει να δημιουργήσουν ενάντια στους φασίστες, ένα μέτωπο με τη Σοσιαλδημοκρατία, ξεσκεπάζοντας την ίδια στιγμή τη ρεφορμιστική πολιτική της ώστε να κερδίσουν από αυτήν την πλειοψηφία των εργατών αλλά αντίθετα, πρέπει να κρατήσουν “ίσες αποστάσεις” από τους φασίστες και από τους σοσιαλδημοκράτες, αρνούμενοι κάθε είδους συμμαχία με τους τελευταίους. Σύμφωνα μάλιστα με μία διάσημη δήλωση του Μολότοφ σε ένα συνέδριο της Διεθνούς, φασίστες και σοσιαλιστές είναι “δίδυμοι” και ως εκ τούτου προκύπτει ο όρος “σοσιαλφασίστες”. Η πολιτική αυτή αποδείχθηκε εγκληματική καθώς οδήγησε το εργατικό κίνημα σε οδυνηρές ήττες και άνοιξε στους φασίστες το δρόμο προς την εξουσία. Ο Τρότσκι είχε γράψει μία πλήρη κριτική πάνω σε αυτό το ζήτημα, με αφορμή τα λάθη των σταλινικών στη Γαλλία, με τίτλο “Η τρίτη περίοδος των λαθών της Κομμουνιστικής Διεθνούς”.

Αλλά στην περίπτωση της Ιταλίας η πολιτική αυτή φαντάζει ακόμα πιο γελοία, καθώς ισχυρίζεται ότι προετοιμάζεται μία επαναστατική κατάσταση, τη στιγμή που ο Μουσολίνι έχει μία ευρεία κοινωνική συναίνεση, η εργατική τάξη είναι αδρανής και ηττημένη, το ΚΚΙ έχει ένα μικρό και αδύναμο μηχανισμό βρισκόμενο στην παρανομία, και μερικούς από τους πιο ικανούς και επιφανείς ηγέτες του στη φυλακή!

Σαν αποτέλεσμα του πολιτικού αδιεξόδου που αντιμετωπίζει το PCdI, δημιουργείται μία αντιπολιτευτική τάση ενάντια στη γραμμή του Τολιάτι, στην ηγεσία της οποίας βρίσκονται τρία από τα εφτά μέλη του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος.

Οι Τρέσο, Λεονέτι και Ραβατζόλι αντιτάσσονται στη θεωρία του σοσιαλφασιμού ενώνοντας τις θέσεις τους με εκείνες της Αριστερής Αντιπολίτευσης του Λέοντα Τρότσκι[6]. Οι “τρεις” παρέμεναν πιστοί στα βασικά στοιχεία των “Θέσεων της Λυών” απέναντι στη σεχταριστική στροφή του ΚΚΙ. Ωστόσο, στην αντιπαράθεση που ανοίγει στο κόμμα, ο Τολιάτι προτιμά τις προσβολές και τη λασπολογία και η ομάδα των τριών σύντομα διαγράφεται από το κόμμα μαζί με άλλα τριάντα μέλη.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συγκρατουμένων του, ο Γκράμσι επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τις διαγραφές. Ο Τρέσο ήταν ένας από τους αγαπημένους του μαθητές, αλλά το βασικό σημείο που τον προβλημάτιζε ήταν ότι ο ίδιος είχε κοινές πολιτικές απόψεις με τους διαγραφέντες. Την ίδια χρονιά, διακηρύσσει ότι δε συμμερίζεται τις θέσεις του PCdI και της Διεθνούς. Επιπλέον, σύμφωνα με μία έκθεση ενός αγωνιστή, του Athos Lisa, το 1933, ο Γκράμσι είναι αγανακτισμένος με την επιπολαιότητα πολλών συντρόφων που το 1930 ανάμεναν μία άμεση πτώση του φασισμού και την αντικατάσταση της φασιστικής δικτατορίας με τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο αδελφός του Γκράμσι, Τζενάρο, μαρτυρεί ότι ο Αντόνιο συμφωνούσε με τις ιδέες των Λεονέτι, Τρέσο και Ραβατζόλι, ενώ διαφωνούσε με τη διαγραφή τους από το κόμμα και τη γραμμή της Διεθνούς. Επίσης, σύμφωνα με μία άλλη μαρτυρία, του Σάντρο Περτίνι, ο Γκράμσι διαφωνούσε και με το χαρακτηρισμό “σοσιαλφασίστες” που είχε δοθεί στους σοσιαλδημοκράτες.

Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι σε μία έκθεση που γράφει στη φυλακή, ο Γκράμσι διατυπώνει το σύνθημα της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης με καθολική ψηφοφορία, για άντρες και γυναίκες άνω των 18, σύνθημα που είχαν προτάξει οι “τρεις” και στέλνει ένα γράμμα του στον Τρότσκι το 1930. Στην απάντηση του, ο Τρότσκι αναφέρει: “ […]ακριβώς με τη βοήθεια τέτοιων συνθημάτων και αιτημάτων η κομμουνιστική πρωτοπορία κερδίζει με το μέρος της την εργατική τάξη, τη πλειοψηφία των μαζών, ανοίγοντας το δρόμο για τη δικτατορία του προλεταριάτου[…]”.

Στη πραγματικότητα, ο Τρότσκι και ο Γκράμσι είναι οι μαρξιστές-επαναστάτες που την περίοδο αυτή καταφέρνουν να δώσουν ένα σαφή χαρακτηρισμό του φασισμού, όχι απλώς σαν μία καπιταλιστική αντίδραση, αλλά ως ένα μαζικό κίνημα της αστικής και αγροτικής μικροαστικής τάξης, που έχει σκοπό να διαλύσει με τη βία όλες τις μορφές οργάνωσης του εργατικού κινήματος, από τα πολιτικά του κόμματα μέχρι τα συνδικάτα και τους εργατικούς συνεταιρισμούς.

Ποτέ δε θα μάθουμε τι θα συνέβαινε αν ο Γκράμσι δε βρισκόταν στη φυλακή την εποχή της στροφής της “Τρίτης Περιόδου”. Θα συμμαχούσε με την Αριστερή Αντιπολίτευση ή θα έκανε έκκληση για την ενότητα του κόμματος όπως το ’26; Στη πραγματικότητα το ερώτημα αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Αυτό που αξίζει να αναφέρουμε, το οποίο φανερώνει και τη πολιτική μεγαλοφυϊα του Αντόνιο Γκράμσι, είναι η ικανότητα του να καταλήξει σε σωστά συμπεράσματα και ανάλυση της περιόδου, σε συνθήκες εξαθλίωσης και απομόνωσης, με ελάχιστες πληροφορίες, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους ηγέτες των μαζικών εργατικών κομμάτων και της Διεθνούς.

“Τα Τετράδια της Φυλακής”

Με περισσότερα από δέκα χρόνια στη φυλακή, ο Γκράμσι παρουσίασε ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Τα “Τετράδια της Φυλακής”, που εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1948, γράφτηκαν κάτω από τον αυστηρό έλεγχο της φασιστικής λογοκρισίας με αποτέλεσμα η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Γκράμσι να είναι αρκετά ασαφής και περισσότερο κοινωνιολογική, παρά πολιτική. Το στοιχείο αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στη διαφορά που παρατηρείται ανάμεσα στα “Τετράδια” και στην εποχή της Ordine Nuovo και των Θέσεων της Λυών.

Υπάρχουν όμως κάποιες πολύ ενδιαφέρουσες σκέψεις στα κείμενα αυτά που χρησιμοποιήθηκαν (κυρίως από τους ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος μετά τον πόλεμο) για να υποστηρίξουν ότι ο Γκράμσι υπερασπιζόταν την αντίληψη της σταδιακής κατάληψης της εξουσίας.

Σε κυρίαρχη θέση δεσπόζει η αμφιλεγόμενη έννοια της “ηγεμονίας” και οι διάφορες ερμηνείες της.

Αρχικά, είναι αναγκαίο να διασαφηνιστεί ότι η έννοια της ηγεμονίας εμφανίζεται νωρίτερα από το έργο του Γκράμσι στους κόλπους της Ρωσικής Σοσιαλδημοκρατίας, ήδη από τις αρχές του εικοστού αιώνα. Στο 3ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ο όρος “ηγεμονία” αναφέρεται στην ηγεσία του προλεταριάτου πάνω στις άλλες καταπιεσμένες τάξεις, στην πάλη απέναντι στο κεφάλαιο. Επιπλέον, σε ένα απόσπασμα από τις θέσεις του 4ου Συνεδρίου, η έννοια της ηγεμονίας επεκτείνεται ώστε να συμπεριλάβει και τις μορφές κυριαρχίας της μπουρζουαζίας πάνω στην εργατική τάξη, στο έδαφος του καπιταλισμού.

Ο Γκράμσι βασίζει τους συλλογισμούς του στη προαναφερθείσα λογική και εξηγεί ότι η αστική τάξη, αναπτυσσόμενη, κυριαρχεί πάνω στους εργαζόμενους όχι μόνο με όρους φυσικής καταπίεσης, αλλά και με ιδεολογικούς μηχανισμούς, επεκτείνοντας στην ουσία τη ρήση του Μαρξ ότι: “Οι κυρίαρχες ιδέες σε μία κοινωνία, είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης”. Το πρόβλημα στο οποίο προσπαθεί να απαντήσει ο Γκράμσι είναι ο χαρακτήρας της επανάστασης στη Δύση, όπου οι αστικές τάξεις είναι σαφώς ισχυρότερες από τη ρωσική και έχουν δημιουργήσει ένα ευρύ πλέγμα κοινωνικών δικτύων ώστε να αποσπούν ευκολότερα τη συναίνεση των εργατών. Σύμφωνα με τον ίδιο: “Στη Ρωσία το Κράτος είναι το παν, η κοινωνία των πολιτών [δηλαδή οι ιδεολογικοί μηχανισμοί, όπως η εκπαίδευση ή τα Μ.Μ.Ε. – δική μου επεξήγηση] ήταν αρχέγονη και ζελατινώδης. Στη Δύση (…) όταν το Κράτος τρεμούλιαζε διακρινόταν αμέσως μια ισχυρή δομή της κοινωνίας των πολιτών. Το Κράτος ήταν μονάχα ένα εξωτερικό χαράκωμα πίσω από το οποίο υπάρχει ένα πανίσχυρο δίκτυο από φρούρια και αμπριά”.

Ποια λοιπόν ήταν η επαναστατική στρατηγική για τη Δύση; Ο Γκράμσι θεωρεί μη πρακτικό ένα “πολεμικό” κίνημα, έναν “πόλεμο ελιγμών” όπως το ονομάζει (και που θεωρεί ότι χρησιμοποιήθηκε στη Ρωσική Επανάσταση), αλλά πιστεύει ότι είναι απαραίτητος ένα “πόλεμος θέσεων”, αναφέροντας ότι ο Λένιν είχε αντιληφθεί την ανάγκη αυτή, που μεταφραζόταν στη τακτική του “Ενιαίου Μετώπου”. Από την άποψη αυτή ασκεί άδικα, κριτική στον Τρότσκι, όταν περιγράφει τη “Θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης”[7], σαν μία θεωρία “πολέμου ελιγμών” και μετωπικής πολιτικής και στρατιωτικής σύγκρουσης. Στη πραγματικότητα, την εξομοιώνει λανθασμένα με την τακτική του Μπορντίγκα και των Γερμανών Κομμουνιστών, όπου το Μάρτιο του 1921 πραγματοποίησαν μία εξέγερση χωρίς την υποστήριξη των πλατιών μαζών, που κατέληξε σε τεράστιες απώλειες και στην επακόλουθη λογική ήττα του ΚΚΓ, το οποίο πλήρωσε ακριβά τα αδιέξοδα παιχνίδια των σεχταριστών.

Τα παραπάνω αναδεικνύουν ξεκάθαρα ότι ο Γκράμσι δεν είχε διαβάσει ποτέ τη “Θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης” και μάλλον την ερμηνεύει αυθαίρετα, αν αναλογιστούμε ότι ο Τρότσκι υπήρξε μαζί με το Λένιν ένας από τους βασικούς αρχιτέκτονες της τακτικής του “Ενιαίου Μετώπου”, άσκησε σκληρή κριτική στη σεχταριστική αντίληψη των Γερμανών Κομμουνιστών το Μάρτιο του 1921 και, όπως φαίνεται από τα στρατιωτικά γραπτά του, υπήρξε επίσης αντίπαλος της “Θεωρίας της Επίθεσης” που υποστήριζαν στρατιωτικοί όπως ο Frunze και Tukacevskij.

Ωστόσο, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η κοινωνική κατάσταση στην προ-επαναστατική Ρωσία δεν ήταν τόσο “ζελατινώδης”, ο Γκράμσι θέτει ένα ερώτημα που μπορεί πολύ δύσκολα να επιλυθεί στην απομόνωση των φυλακών του Turi και στην πραγματικότητα δεν καταφέρνει να δώσει ποτέ μία απάντηση στο πρόβλημα της επανάστασης στη Δύση. Στα “Τετράδια” φαίνεται να υποστηρίζει (βέβαια υπάρχουν αρκετά αντιφατικά αποσπάσματα) ότι στη Δύση το κόμμα χρειάζεται να κατακτήσει μια “μεγαλύτερη” ιδεολογική ηγεμονία από ότι στη Ρωσία του ’17, επειδή ο εχθρός είναι αρκετά ισχυρότερος και κυβερνά περισσότερο στη βάση της συναίνεσης παρά του καταναγκασμού. Η θέση αυτή είναι σωστή κατά μία έννοια σε ένα καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, όμως οφείλουμε να επισημάνουμε ότι οι έννοιες της συναίνεσης και του καταναγκασμού αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, καθώς η αστική τάξη θα χρησιμοποιήσει το “όπλο” που καλύτερα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της σε κάθε στιγμή.

Το ίδιο ισχύει και για την επανάσταση. Σε μια επαναστατική κατάσταση, η εργατική τάξη γίνεται ηγεμονική δύναμη αλλά η κατάκτηση της ηγεμονίας συνδυάζεται απαραίτητα με τη χρήση βίας (μαζικής και πλειοψηφικής) απέναντι στις αντεπαναστατικές ενέργειες!

Το γεγονός ότι η κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη συμβαδίζει με τη πολιτική της ηγεμονία πάνω στη πλειοψηφία του πληθυσμού, ακόμα και με κάποιους συμβιβασμούς με τις μεσαίες τάξεις όταν ανέλθει στην εξουσία (βλέπε τη Νέα Οικονομική Πολιτική στη Ρωσία για παράδειγμα), δε σημαίνει ότι ο μετασχηματισμός της κοινωνίας θα είναι ειρηνικός – καθώς καμία άρχουσα τάξη δε παραχωρεί απλώς τη θέση της, αλλά αντίθετα συνοδεύεται από έναν επαναστατικό ξεσηκωμό! Η κλασσική αυτή μαρξιστική αντίληψη για το ζήτημα του κράτους δεν αμφισβητείται σε κανένα σημείο των “Τετραδίων” από το Γκράμσι, και αυτό αποτελεί σημαντική απόδειξη της επαναστατικής του σκέψης.

Ταυτόχρονα, η αντίληψη του Γκράμσι για το κόμμα ως “συλλογικό διανοούμενο” αποτελεί την τυπική μαρξιστική αντίληψη για το κόμμα, δηλαδή μία οργάνωση θεωρητικά και πολιτικά εκπαιδευμένων στελεχών. Αυτό βέβαια, δε σημαίνει ότι οι “πόρτες” του κόμματος είναι κλειστές στους εργάτες, ή στις μάζες γενικότερα, αλλά αντίθετα απεικονίζει ένα κόμμα με υψηλό πολιτικό επίπεδο, που αποτελείται από συνειδητούς αγωνιστές ικανούς να συνεισφέρουν σε κάθε τομέα της κομματικής δραστηριότητας.

Επιπλέον, ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμβολή του Γκράμσι στη μελέτη της ιστορίας της ιταλικής Αναγέννησης από ταξική σκοπιά σε αντίθεση με την αστική εκδοχή της ιταλικής ενοποίησης. Ασκεί έντονη κριτική στον αντεπαναστατικό ρόλο που διαδραμάτισαν οι Δημοκράτες του Μαντσίνι και του Γκαριμπάλντι (που για κάποια περίοδο ήταν και μέλη της Πρώτης Διεθνούς). Η Αναγέννηση αποτέλεσε μία ανολοκλήρωτη αστική επανάσταση, εξαιτίας της δειλίας της άρχουσας τάξης να απομακρύνει το βασιλιά και την αριστοκρατία. Η οικονομική καθυστέρηση και οπισθοδρόμηση της ιταλικής μπουρζουαζίας την οδήγησε, σε αντίθεση με τους Γάλλους Ιακωβίνους, σε μία συμμαχία με τους ευγενείς, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε ακόλουθό τους. Για παράδειγμα, όταν το 1860 οι φτωχοί αγρότες της Σικελίας κατέλαβαν τα κτήματα των μεγαλο-γαιοκτημόνων, στην ουσία πραγματοποιώντας ένα από τα βασικά καθήκοντα της αστικής επανάστασης, οι Δημοκράτες απάντησαν με την “Εκστρατεία των Χιλίων”, και αντί για τους Βουρβόνους, ήταν οι αστοί Γκαριμπάλντι και Μπίξιο που σφάγιασαν τους εξεγερμένους αγρότες. Σύμφωνα με τον Γκράμσι, σε αυτή την “ιστορική προδοσία” βρίσκεται η βάση του υπανάπτυκτου Νότου και η αδυναμία της ιταλικής μπουρζουαζίας να αντιμετωπίσει το αγροτικό ζήτημα. Ακόμα, επέμενε πως μόνο η σοσιαλιστική επανάσταση μπορούσε να λύσει το ουσιώδες αυτό πρόβλημα, με το “ιστορικό μπλοκ”, δηλαδή τη συμμαχία ανάμεσα στο προλεταριάτο και τη φτωχή αγροτιά, να αποτελεί το φορέα της.

Εν κατακλείδι, ο Αντόνιο Γκράμσι, παρ’ όλες τις αδυναμίες και τα λάθη του, υπήρξε ένας σπουδαίος επαναστάτης και θεωρητικός του μαρξισμού, ταγμένος στο σκοπό του σοσιαλισμού. Τα σφάλματά του ήταν ασύγκριτα μικρότερα από αυτά των μεταγενέστερων δήθεν οπαδών του και των ρεφορμιστών διανοούμενων μελετητών του. Η αφοσίωσή του στην επανάσταση, του επέτρεπε να βγάλει τα κατάλληλα συμπεράσματα που θα προετοίμαζαν και θα οδηγούσαν το ιταλικό προλεταριάτο στη νίκη. Γι’ αυτό φυλακίστηκε και απομονώθηκε στις φασιστικές φυλακές. Ήταν ένας πραγματικός μπολσεβίκος από την Ιταλία!

πηγές:
http://www.marxismo.net/fm116/fm116-ins-gramsci.htm
http://www.marxists.org/archive/trotsky/1929/12/index.htm
http://www.scribd.com/doc/54030418/Antonio-Gramsci-Selections-From-Political-Writings-1921-1926
http://www.walkingbutterfly.com/wp-content/uploads/2010/12/gramsci-prison-notebooks-vol1.pdf

{fcomment} 

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα