Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΗγεσία ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ: μετατόπιση σε λάθος κατεύθυνση

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ηγεσία ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ: μετατόπιση σε λάθος κατεύθυνση

Η πρωτοφανής δημοσκοπική άνοδος της Αριστεράς και η συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δείχνουν ότι είναι πλέον ώριμες οι συνθήκες για μία λύση εξουσίας της Αριστεράς. Το χτίσιμο ενός ενιαίου μετώπου της Αριστεράς και των συνδικάτων θα ενθουσίαζε τους εργαζόμενους, που παρά τους ηρωικούς τους αγώνες – εξαιτίας της ηγεσίας τους - γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια μόνο ήττες. Η εφαρμογή ενός σοσιαλιστικού προγράμματος θα έβαζε τις βάσεις για την δραστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και θα δημιουργούσε ένα κύμα ενθουσιώδους υποστήριξης από τους εργαζόμενους ολόκληρης της Ευρώπης.

Η πρωτοφανής δημοσκοπική άνοδος της Αριστεράς και η συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δείχνουν ότι είναι πλέον ώριμες οι συνθήκες για μία λύση εξουσίας της Αριστεράς. Το χτίσιμο ενός ενιαίου μετώπου της Αριστεράς και των συνδικάτων θα ενθουσίαζε τους εργαζόμενους, που παρά τους ηρωικούς τους αγώνες – εξαιτίας της ηγεσίας τους – γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια μόνο ήττες. Η εφαρμογή ενός σοσιαλιστικού προγράμματος θα έβαζε τις βάσεις για την δραστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και θα δημιουργούσε ένα κύμα ενθουσιώδους υποστήριξης από τους εργαζόμενους ολόκληρης της Ευρώπης.

Όμως ο δρόμος αυτός είναι σήμερα φραγμένος από τις ηγεσίες της Αριστεράς. Την μεγαλύτερη ευθύνη την έχει βέβαια η ηγεσία του ΚΚΕ που ορθώνει τείχη απέναντι σε κάθε έκκληση για κοινή δράση. Η ηγεσία του ΣΥΝ από την άλλη πλευρά, παρότι σωστά προβάλει την ανάγκη να δοθεί λύση εξουσίας, συσκοτίζει όλο και πιο πολύ το ποιοι θα συμμετέχουν σε αυτήν, ενώ ταυτόχρονα απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από το κατάλληλο πρόγραμμα.

Η ηγεσία του ΣΥΝ προβάλει πλέον την ανάγκη για ένα «νέο συνασπισμό εξουσίας με ισχυρή λαϊκή εντολή που θα καταγγείλει το Μνημόνιο και το Μεσοπρόθεσμο» μια κυβέρνηση δηλαδή των «αντιμνημονιακών δυνάμεων», που μπορεί να συμπεριλαμβάνει δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς, δυνάμεις από το ΠΑΣΟΚ ακόμα και δυνάμεις που «απεγκλωβίζονται» από την ΝΔ. Το συνεκτικό στοιχείο όλων αυτών των δυνάμεων θα είναι η εναντίωση στο Μνημόνιο, αλλά και η υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας. Η ηγεσία του ΣΥΝ καλεί πλέον σε ένα αντιμνημονιακό «δημοκρατικό και πατριωτικό μέτωπο» δυνάμεων που θα αντιστρατεύονται από «προοδευτική» (;) σκοπιά το Μνημόνιο….

Η θεωρητική φόρμουλα που έρχεται να δικαιολογήσει αυτή τη δεξιά αναδίπλωση της ηγεσίας του ΣΥΝ είναι ότι η αστική τάξη δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά από το να υπερασπίσει μέχρι τέλους το Μνημόνιο, με αυτή την έννοια η πάλη ενάντια στο μνημόνιο είναι πάλη ενάντια στην αστική τάξη. Όπως εξηγεί σε άρθρο του ο Νίκος Παππάς (μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ): «Η στάση του κ. Σαμαρά… αποδεικνύει ότι η εναντίωση στο Μνημόνιο είναι στάση αριστερή και στον πυρήνα της αντικαπιταλιστική, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα από δεξιούς και ορισμένους αριστερούς».

Είναι αλήθεια ότι η ελληνική αστική τάξη έχει υποστηρίξει το Μνημόνιο και συνεχίζει να το υποστηρίζει, γιατί καταλαβαίνει ότι η έξοδος από την Ευρωζώνη θα σημάνει μία σημαντική υποβάθμιση του ελληνικού καπιταλισμού. Η προσφυγή στο Μνημόνιο έγινε με την ελπίδα ότι η παγκόσμια οικονομία θα μπει γρήγορα σε τροχιά ανάπτυξης κι ότι το χρέος θα γίνει διαχειρίσιμο. Όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη και η ύφεση συνεχίζεται για πέμπτο συνεχόμενο έτος. Σε αυτές τις συνθήκες είναι πολύ πιθανό, αν όχι αναπόφευκτο η ελληνική αστική τάξη να αλλάξει στάση απέναντι στο Μνημόνιο.

Τα σενάρια για μία τέτοια μεταστροφή θα μπορούσαν να είναι πολλά. Κάτω από το βάρος της ύφεσης, μπροστά στην προοπτική της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, με το πέταγμα της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ή ακόμη και μπροστά στον κίνδυνο ενός επαναστατικού ξεσπάσματος, η ελληνική αστική τάξη από φιλοευρωπαϊκή και υπερασπιστής του μνημονίου μπορεί να γίνει μέσα σε μία νύχτα «αντιμνημονιακή» και «πατριωτική». Σε αυτήν την περίπτωση, θα χρησιμοποιήσει κάποιους πολιτικούς και κόμματα σαν αποδιοπομπαίους τράγους και θα δοκιμάσει να εκτρέψει το ταξικό μίσος σε εθνικό μίσος ενάντια σε Γερμανούς και λοιπούς «ανθέλληνες».

Ήδη το «αντιμνημονιακό» κόμμα του Καμένου δείχνει ότι ένα κομμάτι της αστικής τάξης – παρότι ακόμη μειοψηφικό – στρέφεται προς αυτήν την κατεύθυνση. Σε περιόδους όξυνσης της ταξικής πάλης η αστική τάξη προσπαθεί να ποτίσει τις μάζες εθνικιστικό δηλητήριο, να «δημιουργήσει» εξωτερικούς εχθρούς που «σύσσωμο» το έθνος πρέπει να αντιμετωπίσει.

Η Αριστερά έχει ιστορικό καθήκον να καταπολεμήσει τις πατριωτικές αυταπάτες των μαζών και να τις οχυρώσει απέναντι στην εθνικιστική και πατριωτική υποκρισία της αστικής τάξης. Με την έκκληση για ένα «δημοκρατικό και πατριωτικό» μέτωπο όμως, η ηγεσία του ΣΥΝ κάνει ακριβώς το αντίθετο. Μεγαλώνει τις πατριωτικές αυταπάτες και αφοπλίζει τους εργαζόμενους από τα πραγματικά διεθνιστικά τους καθήκοντα. Το μέτωπο που πρέπει να χτίσουμε δεν είναι εθνικό, αλλά ταξικό. Απέναντι μας έχουμε τόσο τους ευρωπαίους, όσο και τους Έλληνες αστούς.

Λύση εξουσίας – αλλά με ποιο πρόγραμμα;

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές Μαρτίου, δημοσίευσε 10 άξονες πάνω στους οποίους θα πρέπει κινηθεί μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Τα βασικά σημεία που θέτει είναι η απεμπλοκή από τα Μνημόνια και η ανατροπή της νέας δανειακής σύμβασης και των μέτρων που τη συνοδεύουν.

Η έκκληση για μία κυβέρνηση με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, προετοιμάζει το έδαφος για «αντιμνημονιακές» κυβερνήσεις εθνικής – δηλαδή ταξικής – συνεργασίας με ένα θολό «αντιμνημονιακό» πρόγραμμα, που δεν θα μπορεί να δώσει καμία διέξοδο στους εργαζόμενους.

Η αντιμνημονιακή ρητορεία μπορεί να είναι στοιχείο ενός ενιαίου μετώπου που θα παλεύει για την ανατροπή όλων των αντιδραστικών διατάξεων που περιέχονται στα Μνημόνια. Όμως δεν μπορεί να αποτελέσει προγραμματική βάση για ένα μέτωπο που θέλει να διεκδικήσει την εξουσία, γιατί δεν απαντάει στο τι θα γίνει μετά το «ξήλωμα» των Μνημονίων. Πολύ περισσότερο, αν ένα τέτοιο μέτωπο περιλαμβάνει αντιμνημονιακές δυνάμεις που «απεγκλωβίζονται» από τη Δεξιά.

Είναι σωστό ότι οι προγραμματικές διαφορές δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σαν άλλοθι για να αποτρέπεται κάθε κοινή δράση και να διασπάται το εργατικό κίνημα. Το αναγκαίο όμως πρόγραμμα για την έξοδο από την κρίση, που για τους μαρξιστές είναι ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα, δεν μπορεί να «νερώνεται» για χάρη των συμμάχων και της μαζικότητας του μετώπου. Ίσα ίσα, απαραίτητη προϋπόθεση για το χτίσιμο του μετώπου είναι η διαρκής πάλη για την επικράτηση αυτού του προγράμματος στις γραμμές του. Η Ιστορία έχει δείξει πάνω από μία φορά ότι μαζικά κινήματα, μεγάλες επαναστάσεις, οδηγήθηκαν στην ήττα λόγω του αδιέξοδου, ρεφορμιστικού προγράμματος των ηγεσιών τους .

Η ηγεσία του ΣΥΝ υποβαθμίζει αυτό το σπουδαίο ζήτημα για να μπορέσει να χωρέσει όσο το δυνατόν περισσότερους συμμάχους στο «αντιμνημονιακό» καράβι.

Στους 10 άξονες της, η ηγεσία του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ προτάσσει «τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, χωρίς μνημόνια λιτότητας», αλλά και την ανάγκη «για τριετές πάγωμα αποπληρωμής του χρέους», σαν μέσο για την εξοικονόμηση χρημάτων για δημόσιες επενδύσεις και ανάκαμψη της οικονομίας. Πως όμως θα δεχτούν οι δανειστές αυτό το πρόγραμμα; Η ηγεσία απαντά: μέσω της επιθετικής επαναδιαπραγμάτευσης.

Η ηγετική πλειοψηφία πιστεύει ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό χαρτί την ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας, την οποία η Γερμανία θέλει να αποφύγει τάχα με κάθε τίμημα, για να μην προκληθεί ένα ντόμινο καταρρεύσεων. Σαφώς η χρεοκοπία της Ελλάδας και η έξοδος της από το Ευρώ θα έχουν σοβαρό κόστος. Όμως οι Γερμανοί καπιταλιστές, καλούνται να διαχειριστούν μία κατάσταση που θα έχει κόστος ότι και να κάνουν. Το θέμα είναι ότι το κόστος της διατήρησης της Ελλάδας στο ευρώ θα γίνεται όλο και μεγαλύτερο για τη Γερμανία και είναι καθαρό ότι σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης, θα πρέπει να δοθούν και νέα «πακέτα στήριξης» για να μην χρεοκοπήσει το Ελληνικό κράτος. Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ και η χρεοκοπία λοιπόν, σε κάποιο στάδιο είναι αναπόφευκτα. Οι Ευρωπαίοι «εταίροι» δεν διαφωνούν πλέον στο αν θα πετάξουν ή όχι την Ελλάδα από το Ευρώ, αλλά μόνο στο πότε και το πως.

Όπως όλα δείχνουν μάλιστα, προετοιμάζονται για το αναπόφευκτο της ελληνικής χρεοκοπίας. Με τη διαρκή χρηματοδοτική ενίσχυση των ευρωπαϊκών τραπεζών στην οποία προβαίνει η ΕΚΤ, τη μεγάλη συγκέντρωση ελληνικών ομολόγων στα χέρια της και την αποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση πολύ ισχυρών εγγυήσεων για τα δάνεια των πιστωτών της χώρας, οι Ευρωπαίοι καπιταλιστές προσπαθούν να θωρακίσουν τις οικονομίες και τις τράπεζες τους από την επικείμενη ελληνική κατάρρευση. Το «ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί» της Αριστεράς λοιπόν, θα αποδειχτεί πολύ σύντομα, άλλο ένα άσφαιρο πιστόλι στο τραπέζι.

Στους 10 άξονες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνονται θέσεις που κινούνται προς στη σωστή κατεύθυνση, όπως η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, η δήμευση περιουσίας σε περιπτώσεις διαφθοράς, η άρση του τραπεζικού και εμπορικού απορρήτου, διαχωρισμός κράτους-Εκκλησίας και κρατικοποίηση της μεγάλης εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας. Όμως αυτά τα μέτρα, παρότι αναγκαία, δεν αγγίζουν το πραγματικό πρόβλημα, δεν απαντούν στο ποιος έχει πραγματικά την οικονομική εξουσία.

Μία κυβέρνηση που δεν θα τολμήσει να βάλει χέρι στο «ιερό» της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας θα είναι «έρμαιο» των αγορών και των ορέξεων του κεφαλαίου. Η εθνικοποίηση των βασικών μοχλών της οικονομίας, είναι βασική προϋπόθεση για μια ανάπτυξη που θα βάζει – όπως περιγράφεται στις 10 θέσεις – «προτεραιότητα την κοινωνία και τις ανάγκες της» .

Η ηγεσία του ΣΥΝ το τελευταίο διάστημα δεν βγάζει έξω από το κάδρο της πολιτικής της την αστική τάξη και τα συμφέροντα της, αλλά περιορίζεται στο να δίνει συμβουλές για το πώς πρέπει να γίνει η διαπραγμάτευση για τα «το καλό της χώρας». Αφήνει μάλιστα να εννοηθεί ότι η σημερινή οικονομική κατάσταση δεν είναι αποτέλεσμα της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, αλλά αποτέλεσμα βλακωδών χειρισμών από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Το βασικό πρόβλημα συνεπώς είναι ότι η χώρα έχει «έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Α. Τσίπρας από τα έδρανα της Βουλής .

Το αδιέξοδο όμως της «πολιτικής ηγεσίας» του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δεν αντανακλά το αδιέξοδο της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, αλλά το συνολικό αδιέξοδο της αστικής τάξης και του χρεοκοπημένου της συστήματος. Οι Κεϋνσιανές πολιτικές της «αναδιανομής του εισοδήματος» με σκοπό την ανάπτυξη έχουν αποδειχτεί ιστορικά ότι είναι αδιέξοδες. Σε συνθήκες βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και εκρηκτικού δημόσιου χρέους μάλιστα, αυτές οι πολιτικές δεν μπορούν καν να εφαρμοστούν, γιατί απλά αυξάνουν το χρέος. Η μόνη ρεαλιστική πολιτική είναι η κοινωνικοποίηση και ο δημοκρατικός σχεδιασμός της παραγωγής με βάση της ανάγκες της κοινωνίας. Η μόνη δυνατή διεθνής «διαπραγμάτευση» είναι ο συντονισμός και η αλληλέγγυα δράση με τους εργαζόμενους της Ευρώπης, τους μόνους αληθινούς συμμάχους των εργαζομένων της Ελλάδας.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα