Την Τετάρτη 24 Σεπτέμβρη, η κυβέρνηση της ΝΔ ανακοίνωσε την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Μάλιστα, το Ελληνικό Δημόσιο χάνει, για πρώτη φορά, το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της ΔΕΗ, καθώς πρόκειται να εκποιήσει το 17% των μετοχών του και έτσι θα πέσει από το 51% στο 34%. Φυσικά, τα πράγματα δεν οδηγήθηκαν ως εδώ εν μία νυκτί, αλλά μέσω μιας διαδικασίας δεκαετιών. Αυτή η διαδικασία που ξεκίνησε δειλά-δειλά στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 και κλιμακώθηκε έντονα τα τελευταία χρόνια, ειδικά σε αυτά της μνημονιακής περιόδου, με τις διάφορες φάσεις της, καθώς και η ιστορία της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα περιγράφονται συνοπτικά σε μια αξιόλογη και διαφωτιστική ανάλυση του Νίκου Αστρουλάκη, Δρ. Οικονομικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, για Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών.
Επιγραμματικά, αναφέρουμε εδώ τα βασικά στάδια αυτής της διαδικασίας:
- Η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ – μαζί με αυτή άλλων κομβικών κρατικών επιχειρήσεων – μπαίνει για πρώτη φορά στον δημόσιο διάλογο από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αλλά δεν προχωράει λόγω της έντονης κοινωνικής εναντίωσης σε κάτι τέτοιο.
- Στα πλαίσια του «εκσυγχρονισμού» της κυβέρνησης Σημίτη, της πολιτικής δηλαδή της απελέυθερωσης της αγοράς, εκχωρείται το πρώτο μετοχικό πακέτο της ΔΕΗ.
- Τα επόμενα χρόνια πωλούνται όλο και περισσότερα μετοχικά πακέτα σε ιδιώτες επενδυτές και μειώνεται το ποσοστό, που έχει υπό τον έλεγχό του το Ελληνικό Δημόσιο.
- Σημαντικό ρόλο στην πορεία ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ έπαιξε τα προηγούμενα χρόνια και ο λεγόμενος «τεμαχισμός» με την ίδρυση των θυγατρικών επιχειρήσεων ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ, που είναι υπεύθυνες ανεξάρτητα από τη ΔΕΗ για τη διανομή της ενέργειας και η μετέπειτα ιδιωτικοποίησή τους.
Την ώρα που ο εργαζόμενος λαός της χώρας χάνει – ακόμα – ένα πολύτιμο περιουσιακό του στοιχείο, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, παρουσίασε την εξέλιξη αυτή στα ΜΜΕ ως «μια μεγάλη εθνική επιτυχία» και «ένα μικρό θαύμα της κυβέρνησης της ΝΔ». Ως επιχείρημα, για να στηρίξει τον ισχυρισμό του, χρησιμοποίησε το ότι τα 750 εκ. € που αντιστοιχούν στην πώληση του 17% των μετοχών της ΔΕΗ θα χρησιμοποιηθούν ως αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης, και όχι στους δανειστές, όπως είχε συμφωνήσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Όπως όλες οι ιδιωτικοποιήσεις, έτσι κι αυτή προωθείται με βασικά επιχειρήματα ότι οι κρατικές επιχειρήσεις είναι σπάταλες και αναποτελεσματικές, ενώ οι ιδιωτικές επιχειρήσεις προσφέρουν καλύτερης ποιότητας προϊόντα και υπηρεσίες σε πιο χαμηλές τιμές. Είναι όμως αυτό αλήθεια, εν προκειμένω στην αγορά ενέργειας για παράδειγμα; Στην εφημερίδα «Τα Νέα» – που κάθε άλλο παρά κομμουνιστική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί – διαβάζουμε σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 17 Νοέμβρη του 2007: «Η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έφερε τα πολυπόθητα αποτελέσματα της μείωσης των τιμών του ρεύματος για τους καταναλωτές. Αντίθετα μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, οδήγησε σε αυξήσεις τιμολογίων έως και 89% από το 2000 μέχρι σήμερα, γεγονός που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας στους Έλληνες καταναλωτές για μείωση των τιμών εν όψει και της επικείμενης δραστηριοποίησης ιδιωτών στην αγορά.
Αλλού οι ιδιωτικοί όμιλοι εκμεταλλεύτηκαν το άνοιγμα της αγοράς και λειτούργησαν σαν καρτέλ- όπως για παράδειγμα στη Γερμανία, όπου αύξησαν ταυτόχρονα τις τιμές- και αλλού, όπως στη Σκανδιναβία, τα πάλαι ποτέ μονοπώλια δεν επέτρεψαν στους νέους παίκτες να δραστηριοποιηθούν ελεύθερα, βάζοντας εμπόδια στην είσοδό τους στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής». Και παρακάτω: «Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Νορβηγίας, όπου το 2000 ένα μέσο νοικοκυριό με ετήσια κατανάλωση 3.500 κιλοβατώρες πλήρωνε 0,0720 ευρώ την κιλοβατώρα, ενώ σήμερα πληρώνει 89% περισσότερο, δηλαδή 0,1361 ευρώ/ kWh. Από κει και πέρα, είχαμε αυξήσεις 71% στη Σουηδία, 63% στη Δανία και 36% στη Φινλανδία, στην Κεντρική Ευρώπη τα τιμολόγια αυξήθηκαν κατά 89% στην Τσεχία και κατά 64% στην Ουγγαρία, στην Ολλανδία 49%, στην Πολωνία 33% και στην Κύπρο 39%».
Ακόμα, το 2014, όταν και πάλι βρισκόταν στο προσκήνιο η συζήτηση περί απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας και ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, ο τότε πρόεδρός της, Αρθούρος Ζέρβος, σχολίασε την πιθανότητα πτώσης των τιμολογίων σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, λέγοντας τα εξής: «Δεν το έχουμε δει σε καμία χώρα. Το έχουμε δει μόνο, εν μέρει, αυτή τη στιγμή στην μεγάλη Βρετανία, δηλαδή, τις τιμές να πηγαίνουν προς τα κάτω. Αφού ανέβηκαν αρκετά, άρχισαν να πηγαίνουν προς τα κάτω, μόνο στην μεγάλη Βρετανία. Σε όλες τις άλλες χώρες με την απελευθέρωση έχουμε δει αύξηση τιμολογίων. Άρα, αναμένεται αύξηση των τιμολογίων και στην χώρα μας, μέσα από αυτή την διαδικασία». Αυτό που θα πρέπει να περιμένουμε τα επόμενα χρόνια δεν είναι λοιπόν η πτώση των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά το αντίθετο. Η κυβέρνηση της ΝΔ, εν μέσω στασιμότητας των μισθών και εκτεταμένου πληθωρισμού ακόμα και σε βασικά είδη κατανάλωσης, με την πολιτική της θα οδηγήσει τώρα και σε αύξηση τιμών στο βασικό αγαθό του ρεύματος και σε ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες τα λαϊκά νοικοκυριά στο βωμό της κερδοφορίας των αρπακτικών του κεφαλαίου.
Οι κοινωνικές ανάγκες – γενικά, αλλά σήμερα ακόμα περισσότερο, με τον καπιταλισμό σε βαθιά κρίση και τον πληθωρισμό να καλπάζει – επιτάσσουν όχι την «απελευθέρωση» των αγορών, αλλά τη μέγιστη δυνατή κρατική παρέμβαση. Μόνο έτσι θα μπορούσε να αποροφηθεί το κύμα της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών και να μην μεταφερθεί στον τελικό καταναλωτή. Αντιθέτως, σε μια ιδιωτική επιχείρηση, που λειτουργεί με σκοπό την παραγωγή του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους, η μεταφορά της αύξησης αυτής στον τελικό καταναλωτή είναι αναπόφευκτη και απορρέει από τη φύση της. Άρα, θα πρέπει το επόμενο διάστημα να περιμένουμε αυξήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος, κάτι που θα επιβαρύνει κι άλλο το ήδη τρομακτικά συμπιεσμένο βιοτικό επίπεδο των εργατικών και λαϊκών μαζών.
Πέρα από τις συνέπειες που θα έχει για τα φτωχά λαϊκά στρώματα η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, αλγεινό είναι και πώς αυτή πραγματοποιήθηκε, με όλες τις ενδείξεις να δείχνουν ότι πρόκειται για μια σκανδαλώδη διαδικασία. Πιο συγκεκριμένα, τις τελευταίες μέρες πριν από την ανακοίνωση της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης, που σηματοδότησε και την ιδιωτικοποίησή της, η μετοχή της στο χρηματιστήριο έπεφτε καθημερνά με περίεργα και ασυνήθιστα ταχείς ρυθμούς, κάτι που προφανώς έριξε την αξία της και άρα την όποια τιμή αγοράς των μετοχών της. Απορίες προκαλεί ακόμα το γεγονός ότι το Δημόσιο, ο – πρώην πλέον – βασικός μέτοχος δεν επέδειξε καμία πρόθεση να συμμετάσχει στην εν λόγω αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι δεν προκύπτει από πουθενά ότι δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα, καθώς η αύξηση αυτή ήταν 750 εκ. €, την ώρα που πρόσφατα η ΔΕΗ έβαλε στα ταμεία της σχεδόν το διπλάσιο ποσό από την πώληση της θυγατρικής της επιχείρησης ΔΕΔΔΗΕ, ενώ παράλληλά δεν παρουσίασε καμία απώλεια εσόδων το τελευταίο διάστημα.
Από την άλλη πλευρά, ο Αλέξης Τσίπρας και τα υπόλοιπα στελέχη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούν – δικαίως – την κυβέρνηση ότι ξεπουλάει τη ΔΕΗ, διαπράττοντας «έγκλημα κατά του ελληνικού λαού». Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ίδια η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, από τη θέση της κυβέρνησης την περίοδο 2015-2019, στο πλαίσιο της υποταγής της στους εκβιασμούς της τρόικας, όχι μόνο δεν ανέστειλε, αλλά συνέχισε και κλιμάκωσε την πολιτική των προηγούμενων αστικών κυβερνήσεων σχετικά με την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και την αποδυνάμωση του ρόλου και την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Πιο συγκεκριμένα, «τεμάχισε» τη ΔΕΗ, συμφωνώντας στην απόσπαση απ’ αυτόν τη διανομή και τη μεταφορά του ηλεκτρικού ρεύματος με την ίδρυση των ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ και την ιδιωτικοποίηση της ΑΔΜΗΕ. Επίσης, συμφώνησε με την τρόικα για το πέρασμα του 34% των μετοχών της ΔΕΗ στο υπερταμείο, ενώ μια από τις δεσμεύσεις που συνόδευαν την υπογραφή του 3ου Μνημονίου ήταν μέχρι το 2020 να έχει περάσει το 50% της αγοράς ενέργειας στον έλεγχο των ιδιωτικών παρόχων.
Η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και η αύξηση του μεριδίου της αγοράς που καταλήγει στις ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής ενέργειας έχει ήδη προχωρήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια. Και σε μεγάλο βαθμό αυτό επιτεύχθηκε, με την ολέθρια πολιτική, στην οποία εξανάγκασαν οι τελευταίες κυβερνήσεις τη ΔΕΗ, να πουλάει φθηνά το ρεύμα στις «ανταγωνίστριες», ιδιωτικές εταιρίες, την ώρα που η ίδια αύξανε συνεχώς τα δικά της τιμολόγια, δίνοντας το περιθώριο στους ιδιωτικούς παρόχους να προσφέρουν χαμηλότερα τιμολόγια.
Αλλά ακόμα και τώρα, που το Ελληνικό Δημόσιο χάνει πια τον έλεγχο της ΔΕΗ, ο Αλέξης Τσίπρας δηλώνει σχετικά τα εξής: «..ενώ θα έπρεπε να έχεις μία δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού που να παίζει καθοριστικό ρόλο στον ανταγωνισμό για την μείωση των τιμών, η ΔΕΗ όχι μόνο δεν ασκεί αυτόν τον ρόλο, αλλά πλέον δεν θα έχει καμία δυνατότητα να τον ασκήσει διότι χάνει κάθε ισχύ μέσα από την περαιτέρω απομείωση του ποσοστού που έχει το ελληνικό Δημόσιο». Η δήλωση αυτή δείχνει γλαφυρά πόσο έχουν απομακρυνθεί από την υπεράσπιση των συμφερόντων, τις αντιλήψεις και τα ιστορικά αιτήματα του εργαζόμενου λαού τόσο ο ίδιος ο Τσίπρας, όσο και η ηγεσία του κόμματός του, αλλά και την πίστη και την αφοσίωσή τους στο καπιταλιστικό σύστημα. Ο ρόλος που θα έπρεπε να παίζει η δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού δεν είναι αυτή του «ρυθμιστή του ανταγωνισμού της αγοράς ενέργειας για τη μείωση των τιμών», αλλά αυτή του κρατικού μονοπωλίου. Χωρίς αυτό τον αναγκαίο όρο, δεν μπορεί να ασκηθεί οποιαδήποτε φιλολαϊκή πολιτική στο ζήτημα της ενέργειας, και ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για οικονομική ανάπτυξη με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες.
Οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25, από τη μεριά τους, σωστά καταδίκασαν με ανακοινώσεις τους την εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ και ξεσκέπασαν τον ρόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ γύρω από τη ΔΕΗ και γενικότερα του ζητήματος της ενέργειας. Ωστόσο, η ηγεσία του ΜέΡΑ25 δεν παρουσίασε κανένα πλάνο δράσης κατά της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, ενώ η ηγεσία του ΚΚΕ αρκέστηκε σε ένα γενικόλογο, «εθιμοτυπικού χαρακτήρα» κάλεσμα αγώνα στους εργαζόμενους και τα εργατικά σωματεία, χωρίς να προτείνει η ίδια ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης.
Αυτή η πολιτική των ηγεσιών των μαζικών κομμάτων της Αριστεράς, όπως περιγράφηκε παραπάνω, του μεν ΣΥΡΙΖΑ που δεν παρουσιάζει παρά μόνο δευτερεύουσες διαφορές στην πολιτική του σε σχέση με αυτή της ΝΔ, και του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25 που δεν παρέχουν πραγματική διέξοδο στον εργαζόμενο λαό με την άτολμη στάση τους, είναι που εξηγεί και τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων σχετικά με τη δημοφιλία των κομμάτων. Την ώρα που η κυβέρνηση της ΝΔ έχει ήδη κληθεί να διαχειριστεί μια σειρά από κρίσεις, κάτι που έκανε με παταγώδεις, εκκωφαντικές αποτυχίες, την ώρα που εν μέσω αυτών των κρίσεων έχει προχωρήσει σε περαιτέρω εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και έχει μοιράσει άφθονο χρήμα σε κάθε ευκαιρία, ακόμα και με άμεσο τρόπο, στους καπιταλιστές, την ώρα που οι καθημερινοί άνθρωποι εκφράζουν συνεχώς δημόσια την αγανάκτηση και το μίσος τους προς τον πρωθυπουργό, τα κόμματα της Αριστεράς παρουσιάζουν στασιμότητα σε ό,τι αφορά την επιρροή και τη δημοφιλία τους.
Είναι ώρα να αλλάξει η κατάσταση αυτή! Ήδη οι εργαζόμενοι της efood πέτυχαν μια πρώτη, μεγάλη νίκη μετά από μια μακριά περίοδο απουσίας σημαντικών ταξικών αγώνων, με την αγωνιστική τους κινητοποίηση και την ευρύτερη, μαζική υποστήριξη, των λαϊκών στρωμάτων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, η ομοσπονδία των εργαζομένων της ΔΕΗ, έχει ήδη προχωρήσει σε μια 24ωρη απεργία στις 19 Οκτώβρη κατά της ιδιωτικοποίησης της επιχείρησης. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της εργατικής τάξης και τα μαζικά κόμματα της Αριστεράς θα πρέπει να παρουσιάσουν ένα ενιαιομετωπικό, κλιμακούμενο σχέδιο δράσης που θα έχει ως αρχικό στόχο την πλήρη κοινωνικοποίηση τόσο της ΔΕΗ και όσο και των υπολοίπων ιδιωτικών παρόχων ενέργειας χωρίς αποζημίωση και με απώτερο σκοπό την ανατροπή της λαομίσητης κυβέρνησης του κεφαλαίου, πριν προλάβει να εφαρμόσει κι άλλες πολιτικές, που κατακρεουργούν το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Νίκος Σέντης