Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΒουτιά σε βαθιά ύφεση: εξαθλίωση για το λαό, «πακέτα» με δισ. ευρώ...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Βουτιά σε βαθιά ύφεση: εξαθλίωση για το λαό, «πακέτα» με δισ. ευρώ για το κεφάλαιο – Καμία λύση μέσα στον καπιταλισμό (Μέρος 2ο)

Χρέος και δημοσιονομικό έλλειμμα: οι γνωστοί εφιάλτες αναβιώνουν.Οι αναγκαίες μορφές πάλης και το ζήτημα της εξουσίας. Οι αναγκαίες διεκδικήσεις για την αποτροπή της καταστροφής και ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας τους με τον καπιταλισμό.

Χρέος και δημοσιονομικό έλλειμμα: οι γνωστοί εφιάλτες αναβιώνουν

Στο πλαίσιο της όξυνσης της κρίσης ελληνικού καπιταλισμού αρχίζουν ήδη να αυξάνονται τόσο το κρατικό χρέος, όσο και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Το ΔΝΤ στην έκθεση Δημοσιονομικό Παρατηρητήριο (Fiscal Monitor) προβλέπει για φέτος την εκτόξευση του ελληνικού κρατικού χρέους στο 200% του ΑΕΠ (από 179,2% του ΑΕΠ το 2019), του δημοσιονομικού ελλείμματος (συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα του κρατικού προϋπολογισμού) στο 9% (από πλεόνασμα 1,9% το 2019) και του πρωτογενούς ελλείμματος (έλλειμμα αφαιρουμένων των τόκων) στο 5,1% του ΑΕΠ (έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% το 2019). Ανάλογες είναι και οι προβλέψεις της Κομισιόν.

Η τάση για μια νέα μεγάλη εκτόξευση δημόσιου χρέους και δημοσιονομικού ελλείμματος επιβεβαιώνει τις σχετικές εκτιμήσεις που έχουμε επανειλημμένα κάνει τα προηγούμενα χρόνια. Απαντώντας στις γεμάτες εμπιστοσύνη στις δυνατότητες του ελληνικού καπιταλισμού θέσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ ότι η υποταγή της στην τρόικα το 2015 «έσωσε το ελληνικό κράτος από την κατάρρευση» και ότι «με το 3ο Μνημόνιο του 2015 είχαμε τις τελευταίες θυσίες πριν το ξέφωτο», εξηγούσαμε ότι το φάσμα της παύσης πληρωμών και της χρεοκοπίας θα επιστρέψει σύντομα στο προσκήνιο για τον ελληνικό καπιταλισμό, ως αποτέλεσμα της επικείμενης βαθιάς διεθνούς ύφεσης και της οργανικής του αδυναμίας να ανακάμψει όσο απαιτείται για να εξυπηρετεί κανονικά το τεράστιο κρατικό χρέος. Και μαζί με το φάσμα της χρεοκοπίας, τονίζαμε ότι θα επιστρέψουν και τα πρόσθετα μέτρα άγριας λιτότητας.

Μπορεί για το 2020 να έχει υπάρξει στην ΕΕ αναστολή των σκληρών δημοσιονομικών κανόνων, αλλά από το 2021 η «κανονικότητα» της άγριας λιτότητας θα επανέλθει. Η μορφή που θα λάβει αυτή θα είναι οι «εγγυήσεις» που οφείλει να παράσχει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην ΕΕ για να πραγματοποιήσει τη λήψη των χρημάτων («επιχορηγήσεων» και δανείων) από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ο επικεφαλής της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής της Κομισιόν, Βάντις Ντομπρόβσκις μιλώντας σχετικά με αυτό το ζήτημα στην εφημερίδα «Τα Νέα» την 1/6 ήταν αποκαλυπτικός, αναφέροντας ότι «οι δεσμεύσεις της ενισχυμένης εποπτείας θα πρέπει να εμπεριέχονται στο ελληνικό σχέδιο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων για την αξιοποίηση των πόρων που αναλογούν στην Ελλάδα από το ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης».

Αυτό το «ελληνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων» ασφαλώς δεν μπορεί να στηρίζεται και το 2021 σ’ ένα έλλειμμα κοντά σε διψήφιο αριθμό, όπως εκείνο που θα εμφανιστεί στο τέλος του 2020 και το οποίο θα θυμίζει το έλλειμμα του 2009 που οδήγησε την Ελλάδα στα Μνημόνια. Όταν ο στόχος του 2021 για τη Γερμανία θα είναι το μηδενικό έλλειμμα, οι υπερχρεωμένοι νότιοι της ΕΕ όπως η Ελλάδα δεν μπορούν να προσδοκούν αναφορικά με έναν επίσημα συμφωνημένο με την Κομισιόν στόχο, κάτι καλύτερο από ένα -3%. Αυτό όμως, με δεδομένη τη φρενήρη παρούσα πτωτική πορεία του ελληνικού ΑΕΠ, σημαίνει σκληρά μέτρα λιτότητας για το 2021 όπως νέα περικοπή συντάξεων και μισθών των κρατικών υπαλλήλων, νέα μείωση του αφορολόγητου ορίου, ενώ το «ελληνικό σχέδιο επενδύσεων» δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει και την επιστροφή του κατωτάτου μισθού στα προ 2019 επίπεδα.

Στα οξυμένα προβλήματα θα πρέπει να προσθέσουμε και την ήδη εξελισσόμενη νέα αύξηση των ήδη υπέρογκων «κόκκινων δανείων», των οποίων η αξία σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος αυξήθηκε κατά 7,280 δισ. ευρώ και διαμορφώθηκε σε 30,817 δισ. ευρώ, έναντι 23,537 δισ. ευρώ το δ΄ τρίμηνο του 2019. Η αύξηση αυτή, ξαναφέρνει άμεσα στο προσκήνιο μια νέα απόπειρα για ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Στην προαναφερθείσα συνέντευξη μάλιστα, ο Ντομπρόφσκις δήλωσε ότι αν προκύψει ζήτημα ενίσχυσης των τραπεζών από τα χρήματα που θα λάβει η Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης, τότε αυτό «θα συζητηθεί ως ειδικό θέμα» με την Ελλάδα. Από αυτό και μόνο καταλαβαίνουμε πολλά για το που προορίζεται να διατεθούν τα χρήματα του Ταμείου Ανάπτυξης, τα οποία, κατά τα άλλα, σύμφωνα με την κυρίαρχη φιλολογία της κυβέρνησης και των αστικών ΜΜΕ «θα αξιοποιηθούν για το καλό της χώρας».

Οι προοπτικές της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας δεν ήταν ποτέ χειρότερες από όσο είναι σήμερα. Η βαθιά ύφεση και η επανεμφάνιση του φάσματος της χρεοκοπίας κράτους και τραπεζών, δεν μπορεί παρά να αναβιώσουν και τον μεγάλο εφιάλτη της ελληνικής άρχουσας τάξης, την απώλεια δηλαδή της θέσης του ελληνικού καπιταλισμού μέσα στην Ευρωζώνη. Αυτή τη φορά όμως, είναι τέτοια η σφοδρότητα και το βάθος της κρίσης του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου καπιταλισμού, που η προοπτική του Grexit θα εμφανιστεί άμεσα συνδεδεμένη με την πιθανή αποχώρηση και άλλων υπερχρεωμένων κρατών-μελών από το κοινό νόμισμα, με την Ιταλία σε «πρώτο πλάνο». Η σύνθεση της Ευρωζώνης και της ΕΕ (η δημιουργία των οποίων ήταν το αποτέλεσμα της παρατεταμένης μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάκαμψης) μετά την κρίση του 2008 άρχισε να τίθεται σε αμφισβήτηση. Αλλά με την παρούσα, ακόμα βαθύτερη κρίση, δημιουργούνται όλες οι προϋποθέσεις να αμφισβητηθεί η ίδια η ύπαρξή τους.

Οι αναγκαίες μορφές πάλης και το ζήτημα της εξουσίας

Μπροστά μας λοιπόν βρίσκεται μια καταστροφική κρίση, η οποία θα επιβεβαιώσει την ορθότητα της θεμελιώδους εκτίμησης των μαρξιστών για την παρούσα ιστορική περίοδο. Ο καπιταλισμός πλέον – και αυτό ισχύει δεκάδες φορές περισσότερο για την αδύναμη σε σχέση με τα ισχυρά βιομηχανικά κράτη Ευρώπης, Ασίας και Αμερικής, καπιταλιστική Ελλάδα – είναι ανίκανος να εγγυηθεί στην εργατική τάξη την ίδια την επιβίωση. Τους επόμενους μήνες έρχεται ένα μεγάλο κύμα ανεργίας και εξαθλίωσης, σε συνδυασμό, πάντοτε, με την απειλή μιας αναζωπύρωσης της πανδημίας COVID-19. Ήδη ο ΟΑΕΔ ανακοίνωσε στις 20/5 ότι τον μήνα Απρίλιο ο αριθμός των ανέργων έφθασε στις 1.185.000 ανθρώπων, δηλαδή φτάνει το 25,5%.

Το εργατικό κίνημα με την νεολαία στην πρώτη γραμμή, είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αποτρέψει τον εφιάλτη της καπιταλιστικής κρίσης και την εξελισσόμενη απόπειρα της άρχουσας τάξης να φορτώσει τα βάρη της κρίσης εξολοκλήρου στις πλάτες της εργατικής τάξης. Παρά τις πρωτόγνωρες συνθήκες της «καραντίνας», το σοκ της απότομης αύξησης της ανεργίας και την προκλητική αδράνεια των κεντρικών γραφειοκρατικών συνδικαλιστικών ηγεσιών, το εργατικό κίνημα έδειξε το τελευταίο τρίμηνο στοιχεία μαχητικότητας, που προαναγγέλλουν μια νέα περίοδο μαζικών εργατικών αγώνων.

Οι διαρκείς κινητοποιήσεις των υγειονομικών, η μαχητική στάση εργασίας στην “Beat” και η απεργία διαρκείας των συμβασιούχων στην Υπηρεσία Ασύλου τον Απρίλιο, η εντυπωσιακή για την οργάνωση και το μήνυμα ταξικής σοβαρότητας που εξέπεμψε έναντι της προστασίας της δημόσιας υγείας πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση του ΠΑΜΕ, η 48ωρη και 24ωρη απεργία της ΛΑΡΚΟ τον Απρίλιο και τον Μάιο ως τμήμα των μαχητικών τους κινητοποιήσεων ενάντια στην ιδιωτικοποίηση που εξελίσσονται εδώ και ένα εξάμηνο, οι μαχητικές κινητοποιήσεις των εργαζόμενων στον Επισιτισμό-Τουρισμό στα τέλη Μαΐου και στις αρχές Ιουνίου, η μαζική κινητοποίηση των εκπαιδευτικών στις 9 Ιουνίου και η πανελλαδική στάση εργασίας της ΑΔΕΔΥ την ίδια μέρα, είναι ενδείξεις των αγωνιστικών διαθέσεων που αρχίζουν να αναπτύσσονται στην εργατική τάξη.

Ωστόσο, αν αυτές οι κινητοποιήσεις μείνουν διάσπαρτες και ασυντόνιστες δεν πρόκειται να έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα, ούτε για τους εργαζόμενους που κινητοποιούνται, ούτε για την εργατική τάξη ως σύνολο. Για την ενοποίηση και τον κοινό συντονισμό των αγώνων της, η εργατική τάξη έχει ανάγκη τις μαζικές της οργανώσεις, τα συνδικάτα και τα μαζικά εργατικά κόμματα. Η αδυσώπητη επίθεση του καπιταλισμού στο βιοτικό επίπεδο των εργατικών μαζών επιβάλει τη συγκρότηση ενός Ενιαίου Εργατικού Μετώπου Αγώνα με τη συμμετοχή όλων των μαζικών συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων της εργατικής τάξης, με βασικά του κύτταρα σε κάθε εργατικό χώρο και κάθε γειτονιά μετωπικές επιτροπές δράσης, χωρίς εκ των προτέρων αποκλεισμό καμιάς εκ των ηγεσιών των μαζικών οργανώσεων, αλλά και χωρίς καμία παραίτηση από το δικαίωμα σκληρής κριτικής στα πεπραγμένα, τις πολιτικές και τις τακτικές τους.

Όμως, δυστυχώς, είναι ακριβώς αυτά τα πεπραγμένα, οι πολιτικές και οι τακτικές των συνδικαλιστικών και πολιτικών ηγεσιών της εργατικής τάξης, η αιτία που υπονομεύει σήμερα τη ζωτική υπόθεση της συγκρότησης του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου. Η πλειοψηφική ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ έχει δώσει επαρκή διαπιστευτήρια προσήλωσης στο αστικό καθεστώς και έχει αποδείξει ότι δεν έχει καμία πρόθεση να ηγηθεί σε πραγματικούς αγώνες. Έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο στον μέσο εργαζόμενο, ότι όταν αυτή η ηγεσία καλεί σε κινητοποιήσεις το κάνει με σκοπό να εκτονώσει τις εκάστοτε αγωνιστικές διαθέσεις της βάσης του κινήματος, σαμποτάροντας ταυτόχρονα τον αγώνα, αφήνοντάς τον ανοργάνωτο, απροετοίμαστο και χωρίς σχέδιο κλιμάκωσης.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος υποστηρίζεται εκλογικά από τη μεγάλη πλειονότητα των εργαζόμενων που ψηφίζουν κόμματα που μιλούν στο όνομα της  Αριστεράς και των εργατικών συμφερόντων, αποτελείται σήμερα κατά κανόνα από καριερίστες, το κύριο μέλημά των οποίων είναι να επιστρέψουν στην κυβέρνηση και τον αστικό κρατικό μηχανισμό. Παρά τη σφοδρή επίθεση της κυβέρνησης στην εργατική τάξη, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προφέρει τη λέξη «αγώνας», ούτε καν για δημαγωγικούς λόγους.

Η ηγεσία του ΚΚΕ, ενώ αδιάκοπα προπαγανδίζει την αναγκαιότητα του μαζικού εργατικού αγώνα, δεν λαμβάνει πρωτοβουλίες που να προωθούν την ευρύτερη δυνατή ενότητα της εργατικής τάξης στη δράση γύρω από ένα σχέδιο αγώνα με προοπτική κλιμάκωσης. Υποτιμά το ζήτημα της ταξικής ενότητας, τη σημασία του οποίου αντιλαμβάνεται κάθε ταξικά συνειδητός εργαζόμενος και περιορίζεται σε σποραδικές κινητοποιήσεις που η απήχησή τους εξαντλείται στον περίγυρο και τους υποστηρικτές του κόμματος.

Οι αγωνιστές της βάσης του εργατικού κινήματος δεν έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν παθητικά για μια αλλαγή στάσης από τις ηγεσίες. Άλλωστε, η μόνη πιθανότητα αυτές να κινηθούν προς την αναγκαία κατεύθυνση είναι να πιεστούν από τη δραστηριότητα που θα αναπτύξουν τα πιο μαχητικά και ταξικά συνειδητά στοιχεία της βάσης του κινήματος. Αυτό που χρειάζεται σήμερα για την αναγκαία ενωτική αντεπίθεση του εργατικού κινήματος είναι οι πιο συνειδητοί και δραστήριοι αγωνιστές σε κάθε εργατικό χώρο να υπερασπίσουν και να προωθήσουν στους συναδέλφους τους ένα πρόγραμμα δράσης που θα περιλαμβάνει μορφές και μεθόδους πάλης όπως οι ακόλουθες:

Μαζικές συνελεύσεις σε κάθε εργατικό χώρο για ενημέρωση και αποφάσεις για άμεση αγωνιστική δράση. Η καπιταλιστική κρίση και η επίθεση κεφαλαίου και κυβέρνησης στην εργατική τάξη συνιστούν μια απειλή για ισοπέδωση του ήδη τσακισμένου βιοτικού επιπέδου των εργατικών μαζών και η αγωνιστική αντεπίθεση είναι ζήτημα υπερεπείγον!

– Ενιαίος συντονισμός των συνδικάτων των κλάδων που βρίσκονται σε κινητοποιήσεις, ξεκινώντας ενδεικτικά από τους εργαζόμενους των μεγάλων επιχειρήσεων που είτε κλείνουν, είτε απολύουν μαζικά, είτε δεν καταβάλουν δεδουλευμένα (ΛΑΡΚΟ, Ναυπηγεία κ.α). Τα συνδικάτα των Υγειονομικών έχουν το κατάλληλο κύρος να λάβουν μια αναγκαία πρωτοβουλία για έναν γενικότερο διαρκή συντονισμό όσων βρίσκονται σε κινητοποιήσεις με τη δημιουργία μιας Κεντρικής Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα αποτελούμενης από εκλεγμένους και ανακλητούς αντιπροσώπους από τις συνελεύσεις, η οποία θα διευρύνεται διαρκώς με αντιπροσώπους των κλάδων που μπαίνουν στον αγώνα.

– Εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές αγώνα από τις συνελεύσεις που θα αναλάβουν το συντονισμό των κινητοποιήσεων κατά κλάδο και θα συνδέονται με την Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα.

– Δημιουργία απεργιακών φρουρών και εργατικών ομάδων αυτοάμυνας για μια οργανωμένη και στιβαρή αντιμετώπιση της βίας και των ενεργειών προβοκάτσιας από την πλευρά της αστυνομίας και των φασιστών. Σύνδεση τους με ένα ενιαίο κεντρικό συντονιστικό όργανο και δημιουργία από αυτές επίλεκτων ομάδων, κατάλληλα εξοπλισμένων για να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις βίαιες επιθέσεις ενάντια στο κίνημα στις κεντρικές μεγάλες κινητοποιήσεις.

– Μαζικός και ενιαίος απεργιακός αγώνας σε ιδιωτικό και κρατικό τομέα με απαίτηση για στήριξη από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, με σαφή προοπτική κλιμάκωσης, που θα περιλαμβάνει τους ακόλουθους ενδεικτικούς σταθμούς: 1) Κοινή μέρα απεργιακής δράσης σε όλους τους χώρους που κινητοποιήθηκαν το τελευταίο τρίμηνο. 2) 24ωρη γενική απεργία, καλά προετοιμασμένη από τις επιτροπές αγώνα σε κάθε εργατικό χώρο. 3) Καλά προετοιμασμένη 48ωρη γενική απεργία, μετά από μαζικές συνελεύσεις αποτίμησης της 24ωρης. 4) Νέες μαζικές συνελεύσεις απεργιακού απολογισμού που θα συζητήσουν το ενδεχόμενο για κλιμάκωση με μια γενική απεργίας διαρκείας. Πραγματοποίηση αυτής της απεργιακής κλιμάκωσης διαρκείας απαραίτητα με: α) Εντατική προετοιμασία από τις επιτροπές αγώνα σε κάθε εργατικό χώρο, σε σύνδεση με επιτροπές αγώνα εργατών γης, αυτοαπασχολούμενων και με παρόμοιες επιτροπές σε γειτονιές, σχολές και σχολεία σε όλη τη χώρα. β) Διατύπωση συγκεκριμένης διεκδίκησης που θα απαντά με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια στο πρόβλημα της εξουσίας, το οποίο τίθεται αντικειμενικά από τη διεξαγωγή κάθε μαζικής γενικής απεργίας, πόσο μάλλον όταν αυτή είναι γενική απεργία διαρκείας.

Οι αναγκαίες διεκδικήσεις για την αποτροπή της καταστροφής και ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας τους με τον καπιταλισμό

Τρία είναι τα βασικά προβλήματα που η πραγματικότητα κατάρρευσης του ελληνικού καπιταλισμού θέτει απειλητικά για το ίδιο το μέλλον της εργατικής τάξης: η ανεργία, η φτώχεια και το διαλυμένο από τη λιτότητα Δημόσιο σύστημα Υγείας, που αφήνει χωρίς ουσιαστική προστασία τους ανθρώπους του καθημερινού μόχθου από μια πιθανή έξαρση της πανδημίας τους επόμενους μήνες. Αυτά τα προβλήματα τίθενται αντικειμενικά στο επίκεντρο της δράσης του εργατικού κινήματος, το οποίο έχει ως καθήκον να διαμορφώσει τις κατάλληλες διεκδικήσεις για να τα αντιμετωπίσει και να τα λύσει.

Η ύπαρξη ανεργίας της τάξης του 1,5 εκατομμυρίου και πλέον ανέργων, σημαίνει ότι σχεδόν οι μισοί άνθρωποι της εργατικής τάξης είναι καταδικασμένοι σε μια αορίστου διάρκειας αχρηστία. Αυτό επίσης σημαίνει ότι όλες οι μέχρι σήμερα «λύσεις» που χρησίμευαν ως παυσίπονα για το μετριασμό αυτής της μάστιγας και των επιπτώσεών της δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Για να σωθεί από τον αφανισμό αυτός ο τεράστιος αριθμός ανθρώπων που ανήκουν στη μόνη πραγματικά παραγωγική και προοδευτική τάξη της κοινωνίας απαιτούνται δραστικές και ριζικές λύσεις. Σε αυτές τις λύσεις θα πρέπει να στοχεύει το εργατικό κίνημα με διεκδικήσεις όπως οι ακόλουθες:

1. Να χορηγείται μηναίο επίδομα ανεργίας για όλους τους εγγραμμένους ανέργους στο ύψος του 80% του μισθού του ανειδίκευτου εργάτη και για όλο το διάστημα μέχρι να βρουν εργασία.

2. Η απόλυση εργαζομένων, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μια περίοδο βαθιάς κρίσης, είναι πράξη ανοικτά αντικοινωνική. Έτσι, θα πρέπει να υπάρξει γενική απαγόρευση των απολύσεων και αυστηρές ποινές για τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων που επιχειρούν να απολύσουν (συμπεριλαμβανομένων των κατασχέσεων περιουσιακών στοιχείων κ.λπ.). Τα ίδια θα πρέπει να προβλέπονται και για τις επιχειρήσεις οι οποίες καθυστερούν συστηματικά να καταβάλουν δεδουλευμένα, συμπεριφέρονται δηλαδή στους εργαζόμενους σαν να είναι «ντε φάκτο» απολυμένοι για μικρότερα ή μεγαλύτερα διαστήματα, προετοιμάζοντας με αυτήν τη στάση, πολλές φορές, οριστικές απολύσεις στο μέλλον. Οι μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις που απολύουν θα πρέπει να απαλλοτριώνονται, με αποζημίωση μόνο για τις μεσαίες και μόνο σε περίπτωση αποδεδειγμένης ανάγκης, και να λειτουργούν στο εξής με εργατικό έλεγχο και διοίκηση. 

3. Να πραγματοποιηθεί ένα πρόγραμμα δημόσιων-κοινωφελών έργων που θα θέσει ως στόχο να ενταχθούν πάλι στην εργασία όλοι οι άνεργοι που δημιούργησε η κρίση από την αρχή του χρόνου σε όλα τα σχετικά με την οικοδομική δραστηριότητα επαγγέλματα.

4. Μαζικές προσλήψεις στο κράτος για την κάλυψη όλων των υπαρχόντων κενών στους τομείς της Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Κοινωνικής Ασφάλισης και στις δομές και υπηρεσίες Πολιτισμού και Μαζικού Αθλητισμού.

5. Για να αντιμετωπισθεί ριζικά το πρόβλημα όλων εκείνων που μετά από την εφαρμογή αυτών των μέτρων θα συνεχίζουν να είναι άνεργοι, θα πρέπει να μειωθεί το ωράριο εργασίας ανά εργαζόμενο, χωρίς μείωση μισθού, όσο απαιτείται για να ανοίξει ένας αριθμός θέσεων εργασίας ίσος με τον αριθμό των ανέργων. Οι μεγάλες επιχειρήσεις που θα αρνούνται να κάνουν τις νέες προσλήψεις οι οποίες αποτελούν ζήτημα ζωής ή θανάτου για την επιβίωση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και για την οικονομία ως σύνολο, θα πρέπει να απαλλοτριώνονται χωρίς αποζημίωση. Οι μεσαίες επιχειρήσεις που δηλώνουν αδυναμία να κάνουν νέες προσλήψεις θα πρέπει να απαλλοτριώνονται με αποζημίωση σε περίπτωση αποδεδειγμένης ανάγκης και να ενοποιούνται κατά κλάδο και δραστηριότητα. Στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που επίσης δηλώνουν αδυναμία να κάνουν νέες προσλήψεις θα πρέπει να δίδονται φθηνά δάνεια και φοροελαφρύνσεις ως κίνητρα για ενοποίηση με άλλες μεγαλύτερες επιχειρήσεις υπό τον έλεγχο του κράτους και με την προϋπόθεση ότι θα κάνουν νέες προσλήψεις.

Η μαζική φτώχεια πνίγει το παρόν και το μέλλον της εργατικής τάξης. Οι μισθοί, οι συντάξεις και τα όποια προνοιακά επιδόματα καταβάλλονται ακόμα στις φτωχές οικογένειες βρίσκονται σε επίπεδα που δεν μπορούν να καλύψουν τις στοιχειώδεις ανάγκες του ίδιου του εργαζόμενου, συνταξιούχου ή δικαιούχου, πόσο μάλλον της οικογένειάς του, η οποία συνήθως έχει στις τάξεις της έναν ή περισσότερους ανέργους. Σήμερα η κυβέρνηση δίνει στα αφεντικά το «πράσινο φως» για μείωση των μισθών, ενώ η επανεμφάνιση ελλειμμάτων ξαναθέτει στο στόχαστρο της άγριας λιτότητας τις συντάξεις και τα επιδόματα, απειλώντας άμεσα με όξυνση της φτώχειας εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες. Ενάντια στη συντριβή του εργατικού εισοδήματος και την αυξανόμενη μαζική εξαθλίωση, το εργατικό κίνημα πρέπει να προβάλει διεκδικήσεις όπως οι ακόλουθες:

1. Κατάργηση όλων των αντεργατικών διατάξεων που πέρασε η κυβέρνηση της ΝΔ με πρόσχημα τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας που εκτός των άλλων μειώνουν αποφασιστικά τους μισθούς και επαναφορά των υποχρεωτικών κλαδικών συμβάσεων που θα καθορίζουν τους μισθούς. Κατώτατος μισθός, κατώτερη σύνταξη και προνοιακά επιδόματα (συμπεριλαμβανομένου του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος) στα όρια της αξιοπρεπούς διαβίωσης, διαμορφωμένα στη βάση δεσμευτικού υπολογισμού από τις μαζικές εργατικές οργανώσεις και αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή τους. Όσοι είναι φιλοξενούμενοι σε νοικοκυριά να είναι αυτόνομοι δικαιούχοι του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.

2. Κοινωνικές υπηρεσίες και παροχές στους χαμηλόμισθους εργαζόμενους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους άνεργους, τους αυτοαπασχολούμενους με χαμηλά εισοδήματα και τους ανίκανους προς εργασία: ένταξη στο χαμηλότερο κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ χωρίς όριο κατανάλωσης, ισότιμη πρόσβαση για όλους σε Δημόσια και δωρεάν πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και Εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, επιδότηση του 60% του ενοικίου πρώτης κατοικίας, δωρεάν κοινωνικό τουρισμό. Διαγραφή κάθε πρόσθετης δανειακής υποχρέωσης (τόκοι κ.α) πέραν της επιστροφής του αρχικού κεφαλαίου δανεισμού για εργαζόμενους, χαμηλοσυνταξιούχους, αυτοαπασχολούμενους με χαμηλά εισοδήματα, πλήρης διαγραφή χρεών για άνεργους και δικαιούχους προνοιακών επιδομάτων, πλήρης και απόλυτη προστασία της πρώτης κατοικίας για όλους. Επιστροφή του αφορολόγητου ορίου στα προ Μνημονίων επίπεδα, κατάργηση του ΕΝΦΙΑ με αντικατάστασή του από βαρύ φόρο στη μεγάλη ακίνητη περιουσία, κατάργηση του ΦΠΑ στα βασικά είδη κατανάλωσης.

Η πανδημία της COVID-19, η οποία παραμένει ακόμα εξαιρετικά απειλητική, έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη για ένα άρτια εξοπλισμένο, πλήρως επανδρωμένο, καθολικό, Δημόσιο και Δωρεάν σύστημα Υγείας. Ενάντια στην εγκληματική αδιαφορία της άρχουσας τάξης και της κυβέρνησής της έναντι του καθήκοντος να ενισχυθεί η Δημόσια Υγεία το εργατικό κίνημα πρέπει να διεκδικήσει:

1. Άμεση θωράκιση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας με κάλυψη όλων των υφιστάμενων οργανικών κενών με γιατρούς και νοσηλευτές μόνιμης, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.

2. Άνοιγμα όλων των κλειστών κλινών ΜΕΘ και άμεση αύξησή τους στον αναγκαίο σύμφωνα με τα σχετικά αιτήματα των γιατρών των δημόσιων νοσοκομείων αριθμό των 3.500 κλινών και αποφασιστική ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας.

3. Αποτελεσματική πρόληψη μια νέας έξαρσης του COVID-19 με δωρεάν διανομή μασκών, γαντιών και αναγκαίων ειδών απολύμανσης σε όλο τον πληθυσμό από το κράτος, διαγνωστικά τεστ σε όλον τον πληθυσμό για τον ακριβή εντοπισμό του αριθμού των κρουσμάτων, δημόσιο και δωρεάν πρόγραμμα πλήρους βοήθειας στο σπίτι και ιατρικής υποστήριξης για τους ηλικιωμένους και τις ευπαθείς ομάδες με τις απαιτούμενες μαζικές προσλήψεις ειδικευμένου προσωπικού.

4. Απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση όλων των ιδιωτικών μονάδων Υγείας, ολόκληρης της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας και της βιομηχανίας κατασκευής ιατρικών υλικών.

Για να χρηματοδοτηθούν αυτές οι ζωτικές διεκδικήσεις για την καταπολέμηση της μαζικής ανεργίας και φτώχειας και την προστασία της δημόσιας υγείας, εκτός από την πλήρη αξιοποίηση του δημοσιονομικού «μαξιλαριού ρευστότητας» των 2-3 δεκάδων δισ. ευρώ, πρέπει να ληφθούν επιπλέον, ριζικά μέτρα, όπως τα ακόλουθα:

1. Να επιβληθεί έκτακτη βαριά φορολογία υπέρ της Δημόσιας Υγείας σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους κατόχους μεγάλων εισοδημάτων και περιουσιών. Το 2019 τα κέρδη των ελληνικών τραπεζών μόνο από το Χρηματιστήριο και από τις ληστρικές προμήθειες ήταν 6,2 δισ. και 1,5 δισ. ευρώ αντίστοιχα, ενώ οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές επιχειρήσεις είχαν συνολικά κέρδη ύψους 8,2 δισ. ευρώ.

2. Για να εξασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει φοροδιαφυγή η κοινωνία χρειάζεται το «άπλετο φως» που μπορεί να ρίξει στην πραγματική κατάσταση των επιχειρήσεων ο εργατικός έλεγχος. Εκλεγμένες επιτροπές εργαζομένων με τη βοήθεια αφοσιωμένων στο εργατικό κίνημα επιστημόνων και ειδικών, θα πρέπει απαιτήσουν το άνοιγμα των βιβλίων των μεγάλων επιχειρήσεων και την έρευνα στις καταθέσεις και τα περιουσιακά στοιχεία αυτών και των μετόχων τους για να εξασφαλιστεί ότι θα καταλογιστούν φόροι επί των πραγματικών και όχι εικονικών κερδών και για να αποκαλυφθούν οι απάτες και τα οικονομικά σκάνδαλα των καπιταλιστών σε βάρος της κοινωνίας. Οι επιτροπές εργατικού ελέγχου θα πρέπει να προχωρήσουν στη συγκρότηση μιας Πανελλαδικής Επιτροπής Εργατικού Ελέγχου για να δοθεί μια συνολική εικόνα στην κοινωνία σχετικά με το πραγματικό μερίδιο που έχουν στο εθνικό εισόδημα το κεφάλαιο από τη μία πλευρά και η εργατική τάξη από την άλλη.

3. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας κατέχει μια τεράστια περιουσία την ώρα που οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα της χώρας που συντηρούν τους κληρικούς πληρώνοντας φόρους, εξαθλιώνονται. Σύμφωνα με άρθρο του πρώην υπουργού Βαγγέλη Αποστόλου η ακίνητη περιουσία της Εκκλησίας σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση, το 1987, των γεωτεχνικών επιθεωρήσεων της πρώην Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας, είναι 367.000 στρέμματα δάση, 753.000 στρέμματα βοσκότοποι και 190.000 στρέμματα αγροτικές εκτάσεις. Επιπλέον υπάρχουν Μονές που διαθέτουν πολλά αστικά ακίνητα, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει και μεγάλες επενδύσεις σε ξενοδοχεία, συνεδριακά κέντρα κ.λπ. Αυτά τα σκανδαλωδώς πολλά «χιτώνια» θα πρέπει να αξιοποιηθούν για να σωθεί ο λαός από την εξαθλίωση. Είναι επιτακτική ανάγκη να απαλλοτριωθεί η Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή περιουσία και να γίνει «από-δημοσιουπαλληλοποίηση» των κληρικών, με αποκλειστική συντήρησή τους στο εξής από τις εθελοντικές δωρεές των θρησκευόμενων.

4. Για να εξοικονομηθούν πόροι για την καταπολέμηση της ανεργίας, της φτώχειας και τη θωράκιση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, είναι επιτακτική η ανάγκη να εξαλειφθούν οι κρατικές σπατάλες και κάθε παρασιτική κρατική δαπάνη : α) Να διαγραφεί πλήρως το υπέρογκο και ληστρικό κρατικό χρέος. β) Να επαναξιολογηθούν από μηδενική βάση όλες οι κρατικές δαπάνες από μια Επιτροπή που θα αποτελείται από εκλεγμένους εκπροσώπους των μαζικών εργατικών και λαϊκών οργανώσεων με τη βοήθεια αφοσιωμένων στο εργατικό κίνημα επιστημόνων και ειδικών. γ) Να τεθεί «πλαφόν» στους μισθούς όλων των κρατικών υπαλλήλων, συμπεριλαμβανομένων των ανώτερων υπαλλήλων, των αξιωματικών του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας, των βουλευτών και των αξιωματούχων του κράτους και της κυβέρνησης, στο ύψος του μέσου μισθού ενός ειδικευμένου εργάτη.

Αυτονόητα, το σύνολο αυτών των ζωτικών μέτρων για την επιβίωση και την αξιοπρέπεια της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων δεν μπορεί να ληφθεί από την παρούσα κυβέρνηση της άρχουσας τάξης, η οποία εφαρμόζει στην εξουσία ακριβώς τα αντίθετα, και από καμία άλλη αστική κυβέρνηση. Για την εφαρμογή αυτών των αναγκαίων μέτρων απαιτείται η ανάδειξη μιας εργατικής κυβέρνησης. Για να στερεώσει αυτά τα μέτρα και να εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή αποδοτικότητά τους η κυβέρνηση  θα πρέπει: α) Να αποτελεί τον εκφραστή μιας νέας, συνταγματικά κατοχυρωμένης, αληθινά δημοκρατικής εξουσίας, η οποία θα στηρίζεται στον εργαζόμενο λαό, τις μαζικές του οργανώσεις και άλλα όργανα αγώνα που θα αναδειχθούν από τη μαζική του δράση και θα λογοδοτεί σε αυτά. β) Να εφαρμόσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα εγκαθίδρυσης μιας κοινωνικοποιημένης σχεδιασμένης οικονομίας, στο πλαίσιο του οποίου να κοινωνικοποιηθούν (κρατικοποίηση με εργατικό έλεγχο και διοίκηση από εκλεγμένους και ανακλητούς εργαζόμενους του χώρου και εκπροσώπους της εργαζόμενης κοινωνίας) οι τράπεζες και οι 500 μεγάλες και πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της χώρας.

Η εφαρμογή αυτού του προγράμματος είναι από τη φύση της ασυμβίβαστη με τα καπιταλιστικά δεσμά της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Η εργατική κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει στην έξοδο από αυτούς τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς, απευθύνοντας, ταυτόχρονα, ένα κάλεσμα αγώνα στο ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα για την Ενωμένη Σοσιαλιστική Ευρώπη. Γιατί η σταθερή οικοδόμηση του σοσιαλισμού, όπως απέδειξε η Ιστορία στον 20ο αιώνα επιβεβαιώνοντας τις θεμελιώδεις αντιλήψεις του κομμουνιστικού κινήματος, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συνεργασία των παραγωγικών δυνάμεων πολλών μαζί οικονομικά ανεπτυγμένων χωρών.

Η παρούσα καπιταλιστική κρίση είναι πάρα πολύ βαθιά και οι επιπτώσεις της στη ζωή των εργατικών μαζών δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με μεταρρυθμίσεις και επιμέρους αλλαγές μέσα στο πλαίσιο του υπάρχοντος κοινωνικοοικονομικού συστήματος και της εξουσίας που το υπηρετεί. Μόνο ο δρόμος που περιγράψαμε πιο πάνω, ο δρόμος της επανάστασης και του σοσιαλισμού ως μια διεθνής προοπτική, μπορεί να εξασφαλίσει την οριστική και ριζική διέξοδο από τον εφιάλτη της καπιταλιστικής κρίσης.

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Μέρος 1ο

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα