Η βαθειά ύφεση επιταχύνει την ελληνική χρεοκοπία
Μέσα στο ασφυκτικό περιβάλλον της διεθνούς κρίσης, ο ελληνικός καπιταλισμός βιώνει ένα πρωτοφανές αδιέξοδο, που αποτυπώνεται με την ταχύτατη διολίσθησή του προς την πλήρη και πολύπλευρη χρεοκοπία. Με γοργούς ρυθμούς, υφίσταται μια επιδείνωση σε όλα τα βασικά του μεγέθη. Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία της ΕΣΥΕ που δημοσιεύθηκαν τον Ιούνιο. Τα στοιχεία για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου του 2010 έδειξαν μείωση κατά 2,5% έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2009. Στο ίδιο διάστημα, οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 14,6%, σημειώνοντας πτώση για 10 συνεχόμενα τρίμηνα (!!). Η μείωση των επενδύσεων στις κατοικίες έφτασε στο 16,7%, στον μηχανολογικό εξοπλισμό 10% και στις λοιπές κατασκευές 29%. Οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 0,5%. Επίσης, η συνολική οικοδομική δραστηριότητα μειώθηκε τον Μάρτιο κατά 36,3%, σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2009. Τέλος, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 5,1% τον Απρίλιο σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2009. Συνολικά την προηγούμενη χρονιά σύμφωνα με σχετική έρευνα του ΙΟΒΕ, οι επενδυτικές δαπάνες στη βιομηχανία μειώθηκαν κατά 44,4% σε σχέση με το 2008.
Όλα λοιπόν δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία ήδη έχει μπει σε μια φάση βαθιάς ύφεσης. Παρά τις μετριοπαθείς επίσημες προβλέψεις κυβέρνησης και ΔΝΤ για συνολική πτώση 4% στο τρέχον έτος, το μέγεθος της ύφεσης θα είναι πρωτόγνωρο για τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, αν μάλιστα ληφθούν υπόψη, τόσο η καταιγιστική επίδραση που θα έχει η άγρια λιτότητα που επέβαλαν από κοινού με το περιβόητο «Μνημόνιο» η ελληνική κυβέρνηση και η «τρόικα» ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ, όσο και η άμεση προοπτική μιας δεύτερης, απανωτής διεθνούς ύφεσης με επίκεντρο την ΕΕ.
Η βαθειά ύφεση αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που προεξοφλεί με βεβαιότητα την αδυναμία εξυπηρέτησης του διαρκώς διογκούμενου δημόσιου χρέους. Σύμφωνα μάλιστα με τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, για να αντιμετωπιστεί ουσιαστικά το ελληνικό δημόσιο χρέος απαιτούνται ρυθμοί ανάπτυξης τουλάχιστον 5% ετησίως για μια εικοσαετία, σενάριο που ανήκει καθαρά στη σφαίρα της φαντασίας.
Η μαύρη προπαγάνδα για το δημόσιο χρέος
Οι αστοί πολιτικοί και οι λοιποί απολογητές του καπιταλισμού στα ΜΜΕ αναφέρονται συχνά στη «σπάταλη και διεφθαρμένη νοοτροπία των νεοελλήνων», που τάχα οδήγησε στη διόγκωση του χρέους, προσπαθώντας να ενοχοποιήσουν έτσι τους εργαζόμενους. Θέλουν να μας κάνουν να ξεχάσουμε ότι ήδη από το 1985 στη χώρα εφαρμόζονται απανωτά προγράμματα λιτότητας και περικοπών, που ανάγκασαν τους εργαζόμενους για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις μιας ανεκτής διαβίωσης για τις οικογένειες τους, να δουλέψουν με εξοντωτική εντατικοποίηση, να δεχθούν εξευτελιστικούς όρους εργασίας, να πληρώνουν διαρκώς αυξανόμενες δαπάνες για Υγεία και Παιδεία και να υπερχρεωθούν στις τράπεζες.
«Ξεχνούν» προκλητικά να μας πουν ότι ήδη, πριν την εμφάνιση της κρίσης, οι κατώτεροι μισθοί στην Ελλάδα – αν συνυπολογιστεί και ο περίφημος «13ος και 14ος μισθός» – έφθαναν τα 800 ευρώ, όταν ο κατώτατος μικτός μισθός στην Ιρλανδία είναι 1.300 ευρώ, στη Γαλλία 1.250 ευρώ και στην Ολλανδία 1.400 ευρώ. Τους «διαφεύγει» η ύπαρξη, με βάση στοιχεία του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, 600.000 ανασφάλιστων εργαζόμενων (το 25% του εργατικού δυναμικού), 300.000 εργαζομένων που παρουσιάζονται ως «ελεύθεροι επαγγελματίες» ενώ παρέχουν εξαρτημένη εργασία, 200.000 εργαζόμενων σε «μερική απασχόληση» που απασχολούνται πολλές φορές με πλήρες ωράριο, 350.000 εργαζόμενων μόνιμα συμβασιούχων. Κάνουν ότι δεν γνωρίζουν πως με βάση τις συλλογικές συμβάσεις οι Έλληνες εργαζόμενοι είναι τρίτοι στον κατάλογο των ετησίων ωρών εργασίας μέσα στην «ΕΕ των 15».
Η κυρίαρχη, μαύρη προπαγάνδα των ημερών για τα αίτια του χρέους, εστιάζει πιο συγκεκριμένα, στις δήθεν υπέρογκες δαπάνες του κράτους για μισθούς δημοσίων υπαλλήλων και συντάξεις. Εδώ αξίζει να τονίσουμε ότι το σύνολο των δαπανών για μισθούς και συντάξεις που πληρώνει το κράτος το 2009 ανήλθε στα 25,5 δις ευρώ, δηλαδή στο 10,6% του ΑΕΠ της χώρας. Το ποσό αυτό είναι μόλις το 30% των δαπανών που ξοδεύτηκαν το ίδιο διάστημα για την εξυπηρέτηση των δανείων του κράτους.
Ο «μεγάλος αριθμός των ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων», τα δήθεν «μεγάλα ποσά» για την πληρωμή των συντάξεων και τα «χαμηλά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ελλάδα» είναι τρία πολυχρησιμοποιημένα, μεγαλοπρεπή ψέματα. Σύμφωνα με στοιχεία της «International Labour Organization», οι δημόσιοι υπάλληλοι αποτελούν το 22,3% των εργαζομένων στην Ελλάδα, την ίδια στιγμή που στη Γαλλία είναι το 30%, στη Σουηδία το 34%, στην Ολλανδία το 27% και στην Αγγλία το 20%. Σε ότι αφορά στις συντάξεις, σύμφωνα πάλι με τη ΓΣΕΕ, οι Έλληνες συνταξιούχοι είναι οι «φθηνότεροι» στην ΕΕ, καθώς ο μέσος όρος σύνταξης πριν την εφαρμογή του «Μνημονίου» ήταν 750 ευρώ, όταν στην Ισπανία είναι στα 950 ευρώ, στην Ιρλανδία τα 1.700 ευρώ, στο Βέλγιο τα 2.800 και στην Ολλανδία τα 3.200 ευρώ, ενώ ο μέσος όρος ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ελλάδα μέχρι το 2008 ήταν στα 61,4 έτη, πάνω δηλαδή από το μέσο ευρωπαϊκό, ο οποίος ήταν τα 61,1.
Τέλος, στην πρώτη γραμμή της επίσημης αποπροσανατολιστικής προπαγάνδας, φιγουράρουν οι «κλέφτες» πολιτικοί, σε μια προσπάθεια οι ευθύνες για την χρεοκοπία να προσωποποιηθούν για να εξαγνιστεί με αυτό τον τρόπο η παρασιτική άρχουσα τάξη σαν σύνολο. Όμως αν κάποιος ρίξει μια ματιά στην πολιτική ζωή των χωρών με το χαμηλότερο δημόσιο χρέος, θα διαπιστώσει την ύπαρξη εκτεταμένης διαφθοράς, φαινομένου που αποτελεί συνηθισμένο σύμπτωμα της σήψης και της παρακμής του καπιταλισμού παγκόσμια.
Ποιος δημιουργεί το δημόσιο χρέος;
Οι αληθινές αιτίες για τη γιγάντωση του δημόσιου χρέους βρίσκονται στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού και στη συγκεκριμένη φάση στην οποία βρίσκεται σήμερα στην Ελλάδα και διεθνώς.
Το δημόσιο χρέος αυξάνει διεθνώς τους τελευταίους μήνες με επίκεντρο την ΕΕ, σαν αποτέλεσμα της παράτασης της ύφεσης και της πολύπλευρης, απλόχερης, έμμεσης ή άμεσης επιδότησης των τραπεζών και των μονοπωλίων από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Το πρόβλημα οξύνεται επιπρόσθετα, καθώς τα κεφάλαια αποσύρονται από την κορεσμένη λόγω κρίσης παραγωγή και διοχετεύονται στην προσοδοφόρα αγοραπωλησία κρατικών ομολόγων και άλλων κερδοσκοπικών προϊόντων («cds» κ.α.) που συνδέονται με τα χρέη των κρατών. Έτσι την ώρα που το ΑΕΠ στην Ευρωζώνη το 2009 έπεφτε 4,0%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη πτώση μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε περίπου κατά 9 %, σε 78,2% του ΑΕΠ, ενώ το 2010 προβλέπεται να φθάσει το 84% του ΑΕΠ. Αυτή είναι η πραγματικότητα που «φούντωσε» την κερδοσκοπία πάνω στα κρατικά ομόλογα των χωρών με τα μεγαλύτερα χρέη, μεγαλώνοντας το πρόβλημά τους σαν αποτέλεσμα του ακριβότερου δανεισμού.
Όμως, ενώ η ύφεση οξύνει το δημόσιο χρέος, η πηγή που το δημιουργεί είναι ο ίδιος ο ρόλος της άρχουσας τάξης και του κράτους μέσα στον καπιταλισμό.
Το αστικό κράτος είναι από τη φύση του ένα μέσο προάσπισης και αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Οι φοροαπαλλαγές, οι επιδοτήσεις, οι αναθέσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις και κάθε άλλη μορφή επωφελούς οικονομικής σύνδεσης των καπιταλιστών με το κράτος, δημιουργούν ελλείμματα που πληρώνονται με τον «ιδρώτα» της μεγάλης πλειοψηφίας των φορολογουμένων, δηλαδή των εργαζόμενων.
Αρκεί να αναφέρουμε μερικά σχετικά παραδείγματα στην Ελλάδα. Υπολογίζεται π.χ ότι τα δημόσια έργα της προηγούμενης δεκαετίας, συμπεριλαμβανομένης της Ολυμπιάδας που κόστισε περίπου 20 δις, πρόσθεσαν περίπου 150 δισ. ευρώ κρατικού χρέους, με έναν απίστευτο μηχανισμό υπερτιμολογήσεων. Μόλις ένα χρόνο πριν την εμφάνιση της διεθνούς κρίσης η κυβέρνηση της ΝΔ αποφάσισε την εφαρμογή εξοπλιστικού προγράμματος με σκοπό να καταλήξουν στις τσέπες των εμπόρων όπλων συνολικά 26, 7 δισ. ευρώ. Επίσης το κόστος της κλοπής των νοσοκομείων και των ασφαλιστικών ταμείων από τις υπερκοστολογήσεις φαρμάκων και ιατρικού υλικού από τους φαρμακοβιομήχανους και τους λοιπούς προμηθευτές των δημόσιων νοσοκομείων, υπολογίζεται κοντά στα 25 δισ. ευρώ, καλύπτοντας ένα 10% του σημερινού δημόσιου χρέους. Οι φοροαπαλλαγές και οι βεβαιωμένες οφειλές των επιχειρήσεων στο κράτος είναι συνολικά 40 δις ευρώ, ενώ η εισφοροδιαφυγή υπολογίζεται σε 8 δις σε ετήσια βάση.
Όσο πιο παρασιτική και αδύναμη στο διεθνή ανταγωνισμό είναι η άρχουσα τάξη μιας χώρας, τόσο περισσότερα χρέη φορτώνει στα κρατικά της ταμεία. Με αυτή την έννοια, η διαρκής κατρακύλα του ελληνικού καπιταλισμού στον διεθνή κατάλογο της ανταγωνιστικότητας τα τελευταία χρόνια, δεν μπορούσε παρά να αντανακλαστεί με μια αύξηση στο δημόσιο χρέος όταν η διεθνής ύφεση ήρθε για να αναδείξει στην επιφάνεια το παραγωγικό του έλλειμμα.
Οι καπιταλιστές συσσώρευσαν τεράστια κέρδη από την προηγούμενη «χρυσή περίοδο» της δεκαετούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με στοιχεία της «Eurostat» για κάθε 1000 ευρώ προστιθέμενη αξία που παρήγαγε η ελληνική οικονομία σε ετήσια βάση την τελευταία δεκαετία τα 560 μετατράπηκαν σε επιχειρηματικό κέρδος και μόλις τα 350 σε αποζημίωση των εργαζομένων. Στην ΕΕ η αντίστοιχη κατανομή είναι 360 και 550. Έτσι η Ελλάδα κατέχει την υψηλότερη θέση μέσα στην ΕΕ ως προς το τμήμα του προϊόντος της που μετατρέπεται σε επιχειρηματικό κέρδος.
Όμως αυτά τα τεράστια κέρδη δεν επενδύθηκαν σε παραγωγικούς σκοπούς μέσα στη χώρα. Ολόκληροι βιομηχανικοί κλάδοι μετακόμισαν σε γειτονικούς «παραδείσους» φθηνής εργατικής δύναμης. Κατά ένα σημαντικό μέρος τα κέρδη φυγαδεύτηκαν στο εξωτερικό σε αναζήτηση φορολογικής ασυλίας ή τοποθετήθηκαν σε κάθε είδους παρασιτικές, κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Το αποτέλεσμα ήταν – αντί η δεκαετής ανάπτυξη να αφήσει πίσω της μια μεγαλύτερη και πιο σύγχρονη παραγωγική βάση στη χώρα και περισσότερες θέσεις εργασίας – η βιομηχανία να συρρικνωθεί, η ανεργία να παραμένει σε υψηλά επίπεδα και οι νέες θέσεις εργασίας να είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία ανασφαλείς και πιο κακοπληρωμένες.
Η διόγκωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας δεν μπορεί παρά να αποτελεί αντανάκλαση της πτώσης στον παγκόσμιο κατάλογο της ανταγωνιστικότητας από το νούμερο 35 στο νούμερο 71 κατά την πενταετία 2004-2009, του διπλασιασμού σχεδόν του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου κατά την περίοδο 2004-2008, της μαζικής μεταφοράς εργοστασίων στα Βαλκάνια, της αύξησης της ανεργίας επίσημα κατά 4 μονάδες μόνο τα 2 τελευταία χρόνια και της τεράστιας διαφυγής κεφαλαίων στο εξωτερικό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ μόνο στα τέλη του 2009 βγήκαν από την Ελλάδα πάνω από 200 δις δολ. για να τοποθετηθούν σε μετοχές, ομόλογα, παράγωγα και παρεμφερείς κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών στα τέλη του 2009 οι καταθέσεις περίπου 3.000 κατοίκων της Ελλάδας σε τράπεζες του εξωτερικού ανέρχονταν σε 15 δις ευρώ, ενώ σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα των «Financial Times» οι ‘Έλληνες εκτιμάται ότι έχουν περισσότερα από 25 δισεκατομμύρια ευρώ σε υπεράκτιους (off shore) τραπεζικούς λογαριασμούς.
Τέλος, αποφασιστικής σημασίας ζήτημα για να συνειδητοποιήσουμε τις αποκλειστικές ευθύνες που έχει η άρχουσα τάξη για την διόγκωση του δημόσιου χρέους, είναι η εξέταση του μεριδίου των κρατικών δαπανών που καταλήγουν στις τσέπες των τοκογλύφων δανειστών του ελληνικού κράτους. Την δεκαετία 2000-2009 το ελληνικό κράτος πλήρωσε στους δανειστές του πάνω από 450 δις ευρώ. Tην ίδια περίοδο δανείστηκε σχεδόν 486 δις ευρώ, ενώ παράλληλα το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 155 δις ευρώ περίπου! Είναι προφανές ότι η συντριπτική πλειονότητα των νέων δανείων διοχετεύονται στην κάλυψη των παλιών, προσθέτοντας όμως νέους τόκους. Μόνο το 2009 για την εξυπηρέτηση του χρέους δαπανήθηκαν συνολικά σχεδόν το 35% του ΑΕΠ (84,2 δις ευρώ), ενώ 10 χρόνια πριν το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 17,4%!
Το δυσβάστακτο δημόσιο χρέος της χώρας λοιπόν, είναι αποκλειστικό δημιούργημα της τάξης των καπιταλιστικών παρασίτων και του συστήματός τους. Είναι ώρα να στείλουμε σε αυτούς τους κυρίους το λογαριασμό για τα υπερκέρδη, τις απάτες και τους τόκους τους, το διαχρονικό κόστος των οποίων απειλεί σήμερα να γυρίσει την μόνη αληθινά προοδευτικά τάξη της κοινωνίας, την εργατική τάξη, πίσω στην περίοδο του μεσοπολέμου.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος