Η Πολιτική Απόφαση
Η Πολιτική Απόφαση που υιοθέτησε το συνέδριο (
http://www.syn.gr/gr/keimeno.php?id=19360) αντανακλά τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του «κειμένου – κορμός», στο οποίο είχαμε κάνει αναλυτική κριτική σε πρόσφατο άρθρο μας.
Για άλλη μια φορά, στην απόφαση ενοχοποιείται η νεοφιλελεύθερη μορφή του καπιταλισμού, αντί για τον ίδιο τον καπιταλισμό. Η καπιταλιστική κρίση, ενώ χαρακτηρίζεται απροσδιόριστα «δομική», αποδίδεται τελικά στο «νεοφιλελεύθερο μοντέλο». Σχετικά με την ΕΕ, τίθεται σαν πολιτικός σκοπός η επανίδρυσή της, μέσα από τη συσκότιση της καπιταλιστικής της φύσης.
Η απόφαση σε αρκετά σημεία μιλάει στο όνομα της ριζοσπαστικής και «ανανεωτικής αριστεράς», αδιαφορώντας για τους συντηρητικούς συνειρμούς που δημιουργεί αυτός ο δεύτερος όρος στην βάση και τον περίγυρο του κόμματος, με αφορμή τα υπονομευτικά πεπραγμένα και τις δεξιές ιδέες της ΑΠ (Ανανεωτική Πτέρυγα).
Πάνω στο καυτό ζήτημα του δημόσιου χρέους, η απόφαση κάνει άτολμα λόγο για επαναδιαπραγμάτευση με τους τοκογλύφους δανειστές, αντί για την άμεση παύση πληρωμής, που αποτελεί τη μόνη επιλογή, που σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα κοινωνικοποίησης των βασικών μοχλών της οικονομίας, μπορεί να βγάλει την εργατική τάξη της χώρας από το αδιέξοδο της άγριας λιτότητας.
Στο ζήτημα των τραπεζών, βλέπουμε μια εμμονή στη μεσοβέζικη διεκδίκηση του «δημόσιου τραπεζικού πυλώνα», αντί για την άμεση διεκδίκηση κοινωνικοποίησης του τραπεζικού συστήματος, αντανακλώντας έτσι, όχι τα συμφέροντα των εκατομμυρίων ληστεμένων από τις τράπεζες εργαζόμενων, αλλά τις πιέσεις της αστικής κοινής γνώμης. Στο επίκεντρο των θέσεων για την οικονομία τίθεται η Κεϋνσιανή λογική της «αναδιανομής», την ώρα που το καίριο πεδίο για την Αριστερά πρέπει να είναι η γενεσιουργός περιοχή της καπιταλιστικής κρίσης, δηλαδή η καπιταλιστική παραγωγή, με την υποστήριξη της εγκαθίδρυσης ενός σοσιαλιστικού μοντέλου, κοινωνικοποιημένης ιδιοκτησίας.
Η σοσιαλδημοκρατική, ρεφορμιστική λογική του κειμένου της απόφασης, κορυφώνεται στην ουδέτερη, αταξική αντιμετώπιση του αστικού κράτους. Το σημερινό κράτος δηλώνεται ότι πρέπει να μετατραπεί σε «εργαλείο ανάπτυξης και κοινωνικής συνεισφοράς», παραβιάζοντας έτσι τις στοιχειώδης αρχές μαρξιστικής προσέγγισης του κράτους σαν ένα όργανο ταξικής κυριαρχίας.
Στο τμήμα που η απόφαση αναφέρεται στην οργάνωση των αγώνων, πολύ σωστά προτείνεται η εκπόνηση σχεδίων από τα συνδικάτα για την αυτοδιαχείριση των εργοστασίων που κλείνουν. Όμως αντί για το αίτημα της κοινωνικοποίησης τους, η απόφαση προβάλει τη μικροαστική – ουτοπική «λογική της τοπικής παραγωγής και κατανάλωσης».
Ένα από τα πιο αδύναμα σημεία της απόφασης είναι εκείνο των πολιτικών καθηκόντων που τίθενται για το κόμμα μέσα στο κίνημα. Αντί για τον στόχο της ενδυνάμωσης της παρέμβασης του ΣΥΝ στο εργατικό κίνημα για την μαζική, αποτελεσματική και ενωτική απάντηση της εργατικής τάξης στην σφοδρή επίθεση του κεφαλαίου, η απόφαση προτείνει σαν έμφαση την επίδειξη «ανταγωνιστικής λογικής για την κοινωνική και οικονομική οργάνωση», δηλαδή μια ρεφορμιστική ιδέα αναρχικής έμπνευσης, που ισχυρίζεται ότι μπορεί να επέλθει αλλαγή στην κοινωνία μέσα από τη δημιουργία κοινωνικά απελευθερωμένων νησίδων στο περιθώριο του συστήματος.
Η επίκληση της Αριστεράς του «αποτελέσματος και του παραδείγματος» σε μια λογική έμμεσης, «αφ’ υψηλού» απόρριψης της Αριστεράς της «πολιτικής καταγραφής», δηλαδή της Αριστεράς που σύμφωνα με την θεμελιώδη μαρξιστική αντίληψη μάχεται για να κερδίσει τις πλατειές μάζες σε ένα πρόγραμμα επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού, είναι ένα ακόμα από τα «επιτεύγματα» του «δημιουργικού μαρξισμού» που επικαλείται η ηγετική ομάδα και οι ακαδημαϊκοί θεωρητικοί της, το οποίο «πνίγει» την προετοιμασία της επαναστατική προοπτικής στο όνομα ενός ρεφορμιστικού ψευτο-ρεαλισμού.
Στο σκέλος της απόφασης που αναφέρεται στον ΣΥΡΙΖΑ, γίνεται λόγος για ένα νέο «συμβόλαιο», χωρίς να ξεκαθαρίζεται σε ποια κατεύθυνση θα κινείται αυτό και με ποιο πολιτικό περιεχόμενο. Τέλος, στο ζήτημα του κόμματος, η απόφαση εστιάζει αφηρημένα στα προβλήματα που δημιουργεί στη δημόσια εικόνα του κόμματος η πολυγλωσσία και ο τρόπος λειτουργίας των τάσεων, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι το αποφασιστικό πρόβλημα που είχε προκαλέσει την οργή της βάσης την προηγούμενη περίοδο, ήταν συγκεκριμένα, η δημόσια υπονόμευση από τους ηγέτες της ΑΠ. Την ίδια στιγμή, από την απόφαση απουσιάζουν οι αναφορές στα σημαντικά πολιτικά προβλήματα που εμφανίζουν οι Πολιτικές Κινήσεις, που στην πλειονότητά τους υπολειτουργούν, δεν συζητούν πολιτικά και ιδεολογικά και σε πολλές περιπτώσεις, γίνονται θύματα φαινομένων παραγοντισμού με επίκεντρο την «Τοπική Αυτοδιοίκηση».
Αριστερό Ρεύμα : μια επιτυχία που μας θέτει καθήκοντα
Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας για την ΚΠΕ ανέδειξαν ουσιαστικό νικητή τη λίστα του Αριστερού Ρεύματος (ΑΡ), των συντρόφων δηλαδή που συσπειρωθήκαμε γύρω από το κείμενο και τις απόψεις των 30 μελών της προηγούμενης ΚΠΕ ( Λαφαζάνης, Τόλιος, Στρατούλης, Καλύβης κ.α).
Το 30% που απέσπασε η λίστα του ΑΡ έχει μεγάλη αξία, γιατί σημειώθηκε παρά και ενάντια σε ένα αρνητικό κλίμα που είχε διαμορφώσει η ηγετική ομάδα σχετικά με τις προθέσεις των στελεχών του, σε μια απόπειρα οι σημαντικές πολιτικές διαφωνίες που έθεσαν στην προσυνεδριακή περίοδο να μείνουν χωρίς αναλυτική εξέταση και συζήτηση από τα μέλη του κόμματος. Επίσης είναι σημαντικό, γιατί συντελέστηκε μέσα σε ένα περιβάλλον γενικευμένου σκεπτικισμού για τον ρόλο των τάσεων στη βάση του κόμματος, που έχει ως αντικειμενικό υπόστρωμα τις προσκλήσεις των ηγετών της ΑΠ αλλά και που σε κάποιο βαθμό, επιχείρησε να εκμεταλλευτεί έμμεσα η ηγετική ομάδα, για να υπερβεί τα πλαίσια της μεγάλης παραδοσιακής αριστερής τάσης του κόμματος, στη βάση μιας «προεδροκεντρικής» λογικής.
Οι θέσεις που με την πρωτοβουλία των 30 μελών της ΚΠΕ τέθηκαν από το ΑΡ, είναι κεφαλαιώδους σημασίας για το μέλλον του κόμματος και της Αριστεράς : επιστροφή στον Μαρξισμό, μαρξιστική ερμηνεία της κρίσης, ανάγκη σύγκρουσης με την καπιταλιστική ΕΕ και ανατροπής της, κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, επανατοποθέτηση ως κυρίαρχου του διλλήματος «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», αναγκαιότητα ενός επαναστατικού κόμματος, ξεκαθάρισμα της ταξικής φυσιογνωμίας του ΣΥΝ. Οι θέσεις αυτές συνιστούν θεμελιώδη διαφοροποίηση από την σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση του κειμένου που παρουσίασε η ηγετική ομάδα, τόσο στην αρχική του μορφή («κείμενο – κορμός»), όσο και στη μορφή του τελικού σχεδίου Πολιτικής Απόφασης. Με αυτή την έννοια λοιπόν, από τη σκοπιά της καλύτερης δυνατής υπεράσπισής τους στα μάτια της συγχυσμένης βάσης του κόμματος, θα έπρεπε να είχαν κατατεθεί για ψήφιση με τη μορφή ξεχωριστού, αντιπαραθετικού κειμένου και όχι τροπολογιών.
Η κατάθεση ενός εφ’ όλης της ύλης αντιπαραθετικού κειμένου από το ΑΡ θα ήταν ευθέως αντίστοιχη στη λογική κατάθεσης ξεχωριστής λίστας, που ήταν σωστή σαν μέθοδος, από τη στιγμή που εκφράστηκαν ουσιαστικές πολιτικές διαφωνίες. Θα έδινε τη δυνατότητα στα μέλη του κόμματος να κατανοήσουν σε βάθος την πολιτική ανάγκη για μια διακριτή διαφοροποίηση από τη λίστα των υποψηφίων που στηρίχθηκαν από την κυρίαρχη ηγετική ομάδα. Θα βοηθούσε, όχι μόνο τη βάση, αλλά και τον περίγυρο του κόμματος, να αποκτήσει μια συνολική, αναλυτική εικόνα για τις θέσεις που πρόβαλλε το ΑΡ, σε μια περίοδο που η εξέλιξη της κρίσης δικαιώνει τις πιο βασικές από αυτές τις θέσεις και γενικότερα, επιβάλει ξεκάθαρες πολιτικά και ταξικά, ιδέες και αναλύσεις.
Η τελική έγκριση από την πλευρά της μεγάλης πλειονότητας των συνέδρων του ΑΡ «επί της αρχής» μιας Πολιτικής Απόφασης που κατά κύριο λόγο απηχεί τις σοσιαλδημοκρατικές απόψεις της ηγετικής ομάδας, είναι μια λαθεμένη επιλογή, η οποία χρεώνει στην τάση μας απόψεις ριζικά διαφορετικές από αυτές που περιέχονταν στο κείμενο συμβολής και στις προτεινόμενες εκδοχές των 30. Η τελική κατάθεση 3 τροπολογιών στην Πολιτική Απόφαση – η τύχη των οποίων στις ψηφοφορίες ούτε καν μνημονεύεται στην επίσημη ιστοσελίδα του κόμματος – δεν ήταν επαρκής μέθοδος για να αποκαλυφθούν στα μάτια της βάσης οι αδυναμίες και τα λάθη των πολιτικών θέσεων της ηγετικής ομάδας.
Παρ’ όλα αυτά, ειδικά η οριακή ήττα της τροπολογίας για την κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος στις ψηφοφορίες, απέδειξε ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για την διεύρυνση της απήχησης των μαρξιστικών θέσεων. Έτσι τα καθήκοντά όλων μας στο ΑΡ είναι πλέον ιδιαίτερα αυξημένα. Πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια να ανοίξει μέσα στο κόμμα μια σε βάθος ιδεολογική και πολιτική συζήτηση για τον αναγκαίο μαρξιστικό προσανατολισμό του και παράλληλα, να πρωτοστατήσουμε στην δράση του κόμματος στο εργατικό κίνημα και τη νεολαία, προωθώντας τη ζωτική υπόθεση της πλατειάς ενότητας της Αριστεράς στην κατεύθυνση της επιδίωξης μιας αριστερής, σοσιαλιστικής λύσης εξουσίας. Ζήτημα – κλειδί για την πολιτική προοπτική του ΑΡ και την υπόθεση του μαρξιστικού προχωρήματος της αριστερής στροφής του κόμματος υπέρ της οποίας έχει ταχθεί, είναι η συστηματική προσπάθεια που πρέπει να διεξάγουμε για το βαθύτερο ρίζωμα των μαρξιστικών ιδεών στην Νεολαία ΣΥΝ, στην κατεύθυνση της οικοδόμησή της, με πιο μαζικά, επαναστατικά και κομμουνιστικά χαρακτηριστικά.
Η Μαρξιστική Φωνή ιδεολογικό σημείο αναφοράς
Η εφημερίδα και η ιστοσελίδα μας σε όλη την προσυνεδριακή περίοδο επιχείρησε να συμβάλει σε μια ουσιαστική πολιτική συζήτηση, μέσα από το άνοιγμά του μικρού της βήματος στις απόψεις αρκετών αγωνιστών της βάσης του κόμματος, αλλά και μέσα από την απόπειρα μιας αναλυτικής μαρξιστικής προσέγγισης των θεμάτων που τέθηκαν στο επίκεντρο του διαλόγου.
Με το ξεκίνημα της προσυνεδριακής συζήτησης καταθέσαμε γραπτά την άποψή μας για την περίοδο και τα καθήκοντα του κόμματος, με ένα ειδικό κείμενο συμβολής στη συζήτηση. Από την πρώτη στιγμή καλωσορίσαμε την διακήρυξη για την ανάγκη επιστροφής στο μαρξισμό από την πλευρά των 30 σ. της προηγούμενης ΚΠΕ και μέχρι την τελευταία στιγμή του συνεδρίου υποστηρίξαμε δραστήρια τις βασικότερες πολιτικές και ιδεολογικές θέσεις του κειμένου που κατέθεσαν, συμμετέχοντας κι εμείς σαν ένα οργανικό τμήμα στο ιστορικό ΑΡ, επιχειρώντας παράλληλα να συμβάλουμε στην κριτική ανάπτυξη και συμπλήρωσή των ιδεών που θέλει να εκφράσει.
Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στη νικηφόρα προσπάθεια που κατέβαλλαν τα μέλη της συντακτικής μας ομάδας, με την πολύτιμη συμβολή του συντρόφου Κ. Ήσυχου, για την τελική ομόφωνη υιοθέτηση από το συνέδριο ενός ψηφίσματος αλληλεγγύης στις επαναστάσεις σε Βενεζουέλα και Κούβα (
http://www.syn.gr/gr/keimeno.php?id=19381), που παράλληλα ανοίγει το δρόμο για την ενεργή συμμετοχή του κόμματός μας στις διεργασίες ίδρυσης μιας νέας μαζικής πολιτικής Διεθνούς ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό, στη βάση της σχετικής έκκλησης του Ούγκο Τσάβες στα τέλη της περασμένης χρονιάς .
Αν κρίνουμε από την απήχηση που γνώρισε η εφημερίδα και το υλικό μας κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, δεν είναι καθόλου υπερβολή να διαπιστώσουμε πως ήδη στις συνειδήσεις ενός σημαντικού τμήματος πρωτοπόρων αγωνιστών του κόμματος, η Μαρξιστική Φωνή έχει καθιερωθεί σαν ένα σταθερό και διακριτό ιδεολογικό σημείο αναφοράς στον αγώνα για έναν μαζικό, μαχητικό, ταξικό και μαρξιστικό ΣΥΝ.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ