Ο Β. Ι. Λένιν, οι μπολσεβίκοι, η νέα σοβιετική εξουσία και η άρνηση του εξωτερικού χρέους
Η πάλη των μπολσεβίκων ενάντια στον κρατικό δανεισμό των τσαρικών κυβερνήσεων, η διακήρυξη της απόφασής τους να αρνηθούν πληρωμή των κρατικών χρεών προς τις ιμπεριαλιστικές χώρες, αποτελεί βασικό στοιχείο των θέσεων του επαναστατικού ρεύματος στη Ρωσία. Χωρίς αποσπασματικές επιλογές παρακολουθούμε τις τοποθετήσεις του Λένιν στην κρίσιμη πρώτη 20ετία του 20ού αιώνα, παρακαταθήκη και για σήμερα.
21 Γενάρη 1918: Ακυρώνονται τα κρατικά χρέη
ΣΤΑΘΕΡΗ ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΩΝ
(…)
Το συνολικό ποσό των τσαρικών χρεών και της αστικής προσωρινής κυβέρνησης στους ιμπεριαλιστές της Αγγλίας, της Γαλλίας, των ΗΠΑ και άλλων χωρών (συμπεριλαμβανομένων και των επενδύσεων στη βιομηχανία της Ρωσίας) ξεπερνούσε τα 16 δισ. χρυσά ρούβλια. Με το διάταγμα της Προσωρινής Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της 21ης Γενάρη του 1918 (3 Φλεβάρη του 1918 με το νέο ημερολόγιο) όλα τα εξωτερικά δάνεια των τσαρικών κυβερνήσεων και της προσωρινής κυβέρνησης ακυρώθηκαν. Η απόφαση της επαναστατικής κυβέρνησης για τη διαγραφή των δανείων, δεν ήταν ένα ζήτημα που αντιμετωπίστηκε μόνο μετά την κατάληψη της εξουσίας από τα σοβιέτ των εργατών. Ζυμώθηκε ως αναγκαιότητα και αποτέλεσε θέση της επαναστατικής πτέρυγας πολλά χρόνια πριν. Ας παρακολουθήσουμε με χρονική σειρά τα γεγονότα…
Ο Βλαδιμίρ Ίλιτς Λένιν από το 1900 έγραφε ότι τα κρατικά χρέη αποτελούν δυσβάστακτο φορτίο για την εργατική τάξη: «Τι όφελος έχει η ρώσικη εργατική τάξη και όλος ο εργαζόμενος λαός από τις κατακτήσεις στην Κίνα; Tεράστια αύξηση των κρατικών χρεών και εξόδων, αύξηση των φόρων». Το 1902 σημειώνει σχετικά με τον κρατικό προϋπολογισμό: «Η χρεοκοπία των κρατικών επιχειρήσεων υπήρχε κίνδυνος να καταλήξει σε κρατική χρεοκοπία! O λαός πρέπει να διώξει όσο το δυνατό πιο γρήγορα τους αετονύχηδες που διαχειρίζονται την περιουσία του». Το 1904 σχολιάζει: «Ομολογείται επίσημα πως αυτές τις μέρες στην Πετρούπολη έγιναν διαπραγματεύσεις για δάνειο (σ.σ. από τη Γερμανία) Λένε πως στις διαπραγματεύσεις αυτή τη φορά πήραν μέρος γερμανοί χρηματιστές. Το δάνειο σκοπεύουν να το τοποθετήσουν στη γερμανική αγορά (…) Τον τελευταίο καιρό τα ρωσικά χρεόγραφα παρουσιάζουν μεγάλη τάση για πτώση (…) Και αν ως τώρα συνήθιζαν να θεωρούν τα ρωσικά δάνεια ασφαλή τοποθέτηση κεφαλαίων, τώρα τα δάνεια αυτά αποχτούν λίγο – πολύ απόχρωση κερδοσκοπική, ιδίως εξαιτίας του πρόσφατου διαγγέλματος του τσάρου, που ρίχνει χαρακτηριστικό φως στην εσωτερική κατάσταση της Ρωσίας». Μετά την πρώτη επανάσταση του 1905 υπογραμμίζει τον Απρίλη ότι «χωρίς τα ξένα δάνεια η απολυταρχία δεν θα μπορούσε να κρατηθεί. Η γαλλική αστική τάξη είχε συμφέρον να υποστηρίζει το στρατιωτικό σύμμαχό της, όσο τα τοκοχρεολύσια καταβάλλονταν κανονικά Κάτω από την επίδραση των γοργά εξελισσόμενων γεγονότων συνενώνονται όλο και πιο στενά σε μια αστική αντεπαναστατική συμμαχία, παρά τις διαφορές εθνικότητες, οι γάλλοι χρηματιστές και οι άγγλοι μεγιστάνες, οι γερμανοί κεφαλαιοκράτες και οι ρώσοι έμποροι».
Ενώ έχει ξεκινήσει η δημιουργία των σοβιέτ, τον Ιούνη του 1905 γράφει: «Η αστική τάξη της Ευρώπης, αυτό το πιστότατο στήριγμα της τσαρικής εξουσίας, αρχίζει επίσης να χάνει την υπομονή της. (…) Την ανησυχεί η τύχη των δισεκατομμυρίων που δάνεισε μεγαλόψυχα στην απολυταρχία. Την ανησυχεί σοβαρά η επανάσταση στη Ρωσία, που συγκινεί πάρα πολύ το ευρωπαϊκό προλεταριάτο και απειλεί να ανάψει παγκόσμια επαναστατική πυρκαγιά». Τον Σεπτέμβρη του 1906 σημειώνει ότι «τα οικονομικά είναι πολύ άσχημα. Προμηνύεται χρεοκοπία. Το εξωτερικό δεν δίνει χρήματα. Εσωτερικό δάνειο δεν χωράει. Είναι υποχρεωμένοι να κάνουν με τη βία και κρυφό δάνειο από τα κεφάλαια των ταμιευτηρίων – κρυφά γιατί οι καταθέτες των ταμιευτηρίων δεν θα ήταν καθόλου πρόθυμοι να αγοράσουν τώρα κρατικά χρεόγραφα». Αλλά, τον Σεπτέμβρη του 1906 το κεφάλαιο αλλάζει τακτική: «Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο θα δώσει χρήματα μόνο με την εγγύηση ότι θα υπάρχει “τάξη”. Το τι λογής όμως θα είναι αυτή η “τάξη”, είναι αδιάφορο για το κεφάλαιο, για το οποίο ακόμα και η τάξη του νεκροταφείου του είναι συμπαθέστερη».
Οι εργάτες έχουν εκλέξει πλέον βουλευτές στη Δούμα και τον Μάρτη του 1907, ο Λένιν υπερασπίζεται την ξεκάθαρη θέση των μπολσεβίκων που εναντιώνονται στα δάνεια. «Ποιος υπενθύμισε στις προεκλογικές συγκεντρώσεις της Πετρούπολης και στις πρώτες μέρες της δεύτερης Δούμας ότι το δάνειο του 1906 των 2 δισ. φράγκων δόθηκε ουσιαστικά από τον Ντουμπάσοφ και Σία με την έμμεση βοήθεια των καντέτων, οι οποίοι απόρριψαν την επίσημη θέση, εξ ονόματος του κόμματος, ενάντια σ’ αυτό το δάνειο; Οι μπολσεβίκοι».
Τον Φλεβάρη του 1908 καταγγέλλει τη χορήγηση δανείων από το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στον τσάρο και τονίζει ότι το βασικό κίνητρο είναι η καθυπόταξη του προλεταριάτου. «Και η αστική τάξη όλου του κόσμου δίνει δισ. δάνεια σε ένα αποδεδειγμένο χρεοκόπο, τον τσάρο όχι μόνο γιατί τη σαγηνεύουν, όπως κάθε τοκογλύφο τα μεγάλα κέρδη, αλλά γιατί η αστική τάξη έχει συνείδηση ότι συμφέρον της είναι να νικήσει το παλιό καθεστώς την επανάσταση στη Ρωσία, επειδή επικεφαλής αυτής της επανάστασης βρίσκεται το προλεταριάτο». Μάλιστα, τον Νοέμβρη του 1912 γράφοντας για τα αιτήματα των μπολσεβίκων στη διακήρυξη των εργατών βουλευτών στη Δούμα σημειώνει ότι: «H φαινομενική δημοσιονομική ευημερία κρατιέται με την απομύζηση φόρων και την αποχαύνωση του λαού, ενώ η κυβέρνηση τρενάρει τη χρεοκοπία της, συνάπτοντας καινούργια δάνεια». Τον Μάρτη του 1913 ο Λένιν κατακρίνει τη «δημιουργική λογιστική» της εποχής του: «Είναι ευνόητο πως μια τέτοια δημόσια “οικονομία” που στις δαπάνες δισεκατομμυρίων δεν “υπολογίζονται” οι τόκοι και η απόσβεση μοιάζει περισσότερο με κρατική ταχυδακτυλουργία».
Ο ηγέτης των μπολσεβίκων επιμένει στην ανάγκη να προβάλεται το αίτημα της άρνησης πληρωμής του χρέους. Σε γράμμα προς τον Ζηνόβιεφ, τον Μάρτη του 1916, επαναλαμβάνει ότι στις θέσεις για την ειρήνη πρέπει να προστεθεί και η άρνηση πληρωμής. Ξεκαθαρίζει ότι συνδέεται με την επανάσταση και αφουγκραζόμενος τους Ολλανδούς, αλλάζει τη φράση πολεμικά χρέη με τη λέξη κρατικά χρέη: «Επιμένω οπωσδήποτε στην προσθήκη: “άρνηση πληρωμής των κρατικών χρεών’’. Μόλις σήμερα είδα το άρθρο στη Berner Tagwacht, επίσης υπέρ της απαίτησης αυτής. Και εκεί δεν υπάρχει λέξη για τους μικρονοικοκυρέους, τους θυρωρούς κ.ά. Δεν χρειάζεται και εμείς να φροντίσουμε γι αυτούς. Απλώς να πούμε: “Xάρη της επανάστασης, σε συνδυασμό μ’ αυτήν, κατάργηση της πληρωμής όλων των κρατικών χρεών” — να το μοναδικό σοβαρό χτύπημα στο χρηματιστικό κεφάλαιο, η μοναδική εγγύηση της “δημοκρατικής ειρήνης’’. Δεν είναι κατορθωτή χωρίς την επανάσταση; Φυσικά. Αυτό δεν είναι επιχείρημα ενάντια σε μια τέτοια παράγραφο, αλλά υπέρ της επανάστασης».
Στο βιβλίο του Λένιν Ιμπεριαλισμός το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, γραμμένο το 1916, οι αναφορές στα δάνεια είναι πολλές, αφού αποτελεί μια εμπεριστατωμένη μελέτη και για το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αναφέρουμε μόνο: «Το χρηματιστικό κεφάλαιο, που είναι συγκεντρωμένο σε λίγα χέρια και ασκεί πραγματικό μονοπώλιο, βγάζει τεράστια και διαρκώς αυξανόμενα κέρδη από την ίδρυση εταιρειών, από την έκδοση χρεογράφων, από κρατικά δάνεια κ.λπ., σταθεροποιώντας την κυριαρχία της χρηματιστικής ολιγαρχίας, επιβάλλοντας σε όλη την κοινωνία ένα φόρο υποτέλειας προς τους μονοπωλητές (…) Ο ιμπεριαλισμός είναι η εποχή του χρηματιστικού κεφαλαίου και των μονοπωλίων, που παντού έχουν την τάση προς την κυριαρχία και όχι προς την ελευθερία. Αντίδραση σε όλη τη γραμμή κάτω από οποιοδήποτε πολιτικό καθεστώς, όξυνση στο έπακρο των αντιθέσεων και σ’ αυτό τον τομέα – να το αποτέλεσμα αυτών των τάσεων».
Μετά την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, κι ενώ έχει αναλάβει η κυβέρνηση Κερένσκι, ο Λένιν γράφει τον Μάρτη 1917: «Η νέα κυβέρνηση δεν μπορεί να δώσει ειρήνη και γιατί είναι εκπρόσωπος των καπιταλιστών και των τσιφλικάδων και γιατί συνδέεται με συμφωνίες και χρηματικές υποχρεώσεις με τους καπιταλιστές της Αγγλίας και της Γαλλίας (…) Κρατάει μυστικά τα ληστρικά σύμφωνα που έκλεισε ο τσαρισμός με την Αγγλία, τη Γαλλία την Ιταλία, την Ιαπωνία κ.λπ.». Με άλλη ευκαιρία, τον ίδιο μήνα δήλωσε: «Αν η κρατική εξουσία στη Ρωσία ανήκε στα σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών, τα σοβιέτ αυτά και το εκλεγμένο από αυτά Πανρωσικό Σοβιέτ θα μπορούσαν και ασφαλώς θα συμφωνούσαν να πραγματοποιήσουν το πρόγραμμα ειρήνης (…) Αυτό το πρόγραμμα θα ήταν αναμφίβολα το παρακάτω: Πρώτον, το Πανρωσικό Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών (…) θα δήλωνε αμέσως ότι αυτό δεν δεσμεύεται από κανενός είδους σύμφωνα ούτε της τσαρικής μοναρχίας, ούτε των αστικών κυβερνήσεων.
Δεύτερον, θα δημοσίευε αμέσως όλα αυτά τα σύμφωνα, για να παραδώσει στη δημόσια καταισχύνη τους ληστρικούς σκοπούς της τσαρικής μοναρχίας και όλων ανεξαίρετα των αστικών κυβερνήσεων (…) Έκτον, θα δήλωνε πως τα δάνεια των δισεκατομμυρίων που συνήψαν οι αστικές κυβερνήσεις για τη διεξαγωγή αυτού του εγκληματικού, ληστρικού πολέμου μπορούν να τα πληρώσουν οι ίδιοι οι κύριοι καπιταλιστές και ότι οι εργάτες και οι αγρότες δεν αναγνωρίζουν αυτά τα χρέη. Το να πληρώνεις τόκους για αυτά τα δάνεια, σημαίνει να πληρώνεις για πολλά χρόνια φόρο υποτέλειας στους καπιταλιστές, γιατί είχαν την καλοσύνη να επιτρέψουν στους εργάτες να αλληλοσκοτώνονται για το μοίρασμα της λείας από τους καπιταλιστές».
Μάλιστα, τον Απρίλη του 1917, ο Λένιν τονίζει: «Γι’ αυτό το προλεταριακό κόμμα δεν μπορεί να υποστηρίξει με κανένα τρόπο ούτε τον τωρινό πόλεμο, ούτε την τωρινή κυβέρνηση, ούτε τα δάνεια της με οποιαδήποτε μεγάλα λόγια και αν τιτλοφορούνται τα δάνεια αυτά. Μας απομόνωσε το ζήτημα του δανείου, να τι μας οδήγησε στην απομόνωση. Μάλιστα είμαστε μειοψηφία. Και τι μ’ αυτό! Σ’ αυτή την περίοδο της σοβινιστικής μέθης το να είσαι σοσιαλιστής, σημαίνει ότι είσαι μειοψηφία και το να είσαι πλειοψηφία σημαίνει ότι είσαι σοβινιστής».
«Δεν θα μας περάσουν τη θηλιά στο λαιμό»
Η ΔΥΣΚΟΛΗ ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΩΝ ΓΙΑ ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΟΥΝ ΔΑΝΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ
Ποια ήταν όμως η στάση των μπολσεβίκων και του Λένιν απέναντι στα χρέη μετά την εμφάνιση της πείνας; Τον Ιούνη του 1921 η σοβιετική εξουσία προσπαθεί να εξασφαλίσει δάνειο από το εξωτερικό. «Μας είναι πολύ αναγκαία κάθε είδους δάνεια», τονίζει ο Λένιν και προσπαθεί να πετύχει τους καλύτερους όρους, επιμένοντας στη μη αναγνώριση των τσαρικών χρεών. «Θεωρώ την υπόθεση σημαντικότατη και επείγουσα, γιατί η υπογραφή δανείου με την Ιταλία, που δεν απαιτεί αναγνώριση των παλιών χρεών, μπορεί να σημαίνει ρήγμα στον οικονομικό αποκλεισμό» (Οκτώβρης 1921).
Σουηδικές τράπεζες προσφέρουν δάνειο, αλλά ζητούν εκχώρηση δασών και αντιμετώπιση ζητήματος με παλιά χρέη. Στις 23 Δεκέμβρη ’21 ο Λένιν αναφέρει, σχολιάζοντας γενικότερα: «Ξέρετε πολύ καλά σύντροφοι πόσο μεγάλη συμφορά ήταν για μας η πείνα του 1921 (…) Δεν ξέρω, αν ο διάβολος είναι πιο φοβερός ή ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός. Ξέρω πως στην πράξη, παρά το λιμό, έφτασαν στο σημείο να δοκιμάσουν να εισπράξουν τα παλιά χρέη με εξαιρετικά βαρείς όρους. Δεν αρνούμαστε να πληρώσουμε και δηλώνουμε επίσημα πως είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε πρακτικά το ζήτημα. Μα ποτέ και σε καμιά περίπτωση δεν θα επιτρέψουμε να μας περάσουν με την ευκαιρία αυτή τη θηλιά στο λαιμό χωρίς τους απαραίτητους υπολογισμούς».
Αυτά τα δυο στοιχεία χρησιμοποιούνται σήμερα από όσους διατείνονται ότι ο Λένιν πλήρωσε τα χρέη, για να δικαιολογήσουν την αντίθεση τους στη θέση για διαγραφή του χρέους.
Αλλά, τα πράγματα έχουν διαφορετικά. Τον Σεπτέμβρη του 1922 στο 5ο Πανρωσικό Συνέδριο των Συνδικάτων ξεκαθαρίζει: «Δεν θέλουν να μας δώσουν δάνειο, αν δεν αποκαταστήσουμε την ιδιοκτησία των καπιταλιστών και των τσιφλικάδων, μα αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε και δεν πρόκειται να το κάνουμε. Μένει ένας απίστευτα δύσκολος και μακρύς δρόμος». Τον Νοέμβρη του 1922 στο 4ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς αρνείται ότι τελικά πήραν τα δάνεια με υποτελείς όρους: «Εμείς δεν είχαμε τέτοια δάνεια και ως σήμερα δεν πήραμε τίποτα. Όσα γράφονται τώρα για τις εκχωρήσεις και τα λοιπά δεν υπάρχουν παρά μόνο στα χαρτιά».
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Σβήσιμο των δανείων που είχαν συνάψει οι τσάροι
ΧΤΥΠΗΜΑ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η οκτωβριανή επανάσταση έχει ξεσπάσει και ο Λένιν γράφει στο Σχέδιο Διατάγματος τον Δεκέμβρη του 1917: «Όλες οι μετοχικές επιχειρήσεις κηρύσσονται ιδιοκτησία του κράτους. Τα μέλη της διοίκησης και οι διευθυντές των μετοχικών εταιρειών, καθώς και όλοι οι μέτοχοι που ανήκουν στις τάξεις των πλουσίων οφείλουν παραδώσουν όλες τις μετοχές στην κρατική τράπεζα. Τα κρατικά δάνεια, εξωτερικά και εσωτερικά, ακυρώνονται (σβήνονται). Τα συμφέροντα των μικρών ομολογιούχων, καθώς και των κατόχων κάθε είδους μετοχών, δηλαδή των κατόχων που ανήκουν στις εργαζόμενες τάξεις του πληθυσμού, εξασφαλίζονται ολοκληρωτικά».
Και στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Eργαζόμενου Λαού, τον Γενάρη του 1918: «Η συντακτική συνέλευση θεωρεί σαν πρώτο χτύπημα ενάντια στο διεθνές τραπεζικό, χρηματιστικό κεφάλαιο το σοβιετικό νόμο για την ακύρωση (σβήσιμο) των δανείων που είχαν συνάψει οι κυβερνήσεις του τσάρου, των τσιφλικάδων και της αστικής τάξης και εκφράζει την πεποίθηση ότι η σοβιετική εξουσία θα προχωρήσει σταθερά σ’ αυτό το δρόμο ως την πλήρη νίκη της διεθνούς εργατικής εξέγερσης ενάντια στο ζυγό του κεφαλαίου». Στο λόγο του Λένιν στη συνδιάσκεψη των εργατών της Πρεσνία (Δεκέμβρης 1918) αναφέρεται: «Η αστική τάξη διαδίδει αυτές τις ψευτιές, γιατί τα 17 δισ. ρούβλια που χρωστούσε η τσαρική κυβέρνηση στους καπιταλιστές, αυτό το χρέος των 17 δισ. που το ακυρώσαμε και δεν το αναγνωρίσαμε (εμείς δεν σκοπεύουμε να πληρώσουμε γι αυτούς, για τους παλιούς κυβερνήτες – παραδεχόμαστε ότι αυτά τα χρέη υπήρχαν, και λέμε: Πολύ καλά, εσείς δημιουργήσατε αυτά τα χρέη, εσείς ξοφλήστε τα)– οι σύμμαχοι θέλουν να φορτώσουν τα χρέη στις πλάτες μας και να παλινορθώσουν την τσιφλικάδικη, τσαρική εξουσία».
Στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στην ομιλία για τη διεθνή κατάσταση και τα βασικά καθήκοντα (19/7/1920), ο Λένιν τονίζει: «Έχουμε μια αφάνταστη όξυνση της καταπίεσης (…) Ξέρουμε πως τα χρέη των κυριότερων ευρωπαϊκών κρατών αυξήθηκαν από το 1914 ως το 1920 τουλάχιστον εφτά φορές. Θα αναφέρω μια ακόμα οικονομική πηγή (…) τον Κέυνς, (…) αμείλικτο εχθρό του μπολσεβικισμού. Ο Κέυνς κατέληξε στο συμπέρασμα πως η Ευρώπη και όλος ο κόσμος με την ειρήνη των Βερσαλλιών τραβούν στη χρεοκοπία. Το ζήτημα φυσικά δεν είναι μονάχα, ή καλύτερα δεν είναι καθόλου, ότι η ρώσικη επαναστατική κυβέρνηση δεν θέλει να πληρώσει τα χρέη. Οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να πληρώσει, γιατί αυτά τα χρέη είναι τοκογλυφικός επιπρόσθετος λογαριασμός πάνω σ’ εκείνο που 20 φορές ως τώρα πληρώθηκε. Και αυτός ο ίδιος ο αστός Κέυνς, που δεν συμπαθεί καθόλου το ρώσικο επαναστατικό κίνημα, λέει: “Είναι ευνόητο πως αυτά τα χρέη δεν μπορεί να μπουν στο λογαριασμό” (…) Εμείς λιγάκι νωρίτερα από την εμφάνιση του βιβλίου του Κέυνς ακολουθήσαμε τη θαυμάσια συμβουλή του: Aκυρώσαμε όλα τα χρέη (…) Οι εργάτες πείθονται από την πείρα τους πως οι καπιταλιστές κέρδισαν αμέτρητα πλούτη από τον πόλεμο και φορτώνουν τις δαπάνες και τα χρέη στις πλάτες των εργατών».
Στο λόγο του στη σύσκεψη των προέδρων των εκτελεστικών επιτροπών το 1920, ο Λένιν θα ξεκαθαρίσει: «Ελπίζει (σ.σ. η Γαλλία) πως θα της πληρώσουμε τα δάνεια των 20 δισ., που πήρε ο πρώην τσάρος και που τα αναγνώρισε η κυβέρνηση του Κερένσκι, τώρα όμως ο κάθε λογικός άνθρωπος βλέπει καθαρά πως οι γάλλοι καπιταλιστές δεν θα δουν ποτέ αυτά τα χρήματα. (Σε όλο τον κόσμο) εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι είναι καταδικασμένοι τώρα να πληρώνουν για δάνεια, για να πλουτίσουν τους γάλλους, τους άγγλους και τους άλλους ιμπεριαλιστές».
της Μαρίας Μπικάκη