Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήUncategorized10ο συνέδριο ΚΝΕ : κριτική στις θέσεις του Κ.Σ. - Μέρος Β΄

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

10ο συνέδριο ΚΝΕ : κριτική στις θέσεις του Κ.Σ. – Μέρος Β΄

Η αντίληψη για το σοσιαλισμό

Το πρώτο μέρος του κειμένου – το 1/3 περίπου σε έκταση – σωστά ασχολείται με τις προγραμματικές θέσεις και την εκτίμηση για το σοσιαλισμό, ένα κομβικό ζήτημα, και επίσης σωστά, εκτιμά ότι η αντίληψη για το σοσιαλισμό πρέπει να αποτελεί το βασικό όπλο των κομμουνιστών στην αντιπαράθεση τους με τα άλλα κόμματα και τις οργανώσεις. Συνδέει την αντίληψη αυτή με την πολιτική απόφαση του 18ου συνεδρίου του ΚΚΕ για τον σοσιαλισμό και τις αιτίες κατάρρευσης της ΕΣΣΔ («ανατροπής» όπως την βαφτίζει το κόμμα), ανακεφαλαιώνοντας με έναν συνοπτικό τρόπο, κάποια από τα συμπεράσματα του κειμένου. Σε αυτό το μέρος συνυπάρχουν σωστές και λάθος αντιλήψεις για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό.

Συγκεκριμένα, κανένας πραγματικός κομμουνιστής δεν θα διαφωνήσει με τα ακόλουθα : «..Ο σοσιαλισμός είναι ο ανώριμος κομμουνισμός, η ανώριμη βαθμίδα του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής και κατανομής των προϊόντων της εργασίας. Δεν είναι αυτόνομος κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός. Διέπεται από τις νομοτέλειες του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής. Ο σκοπός του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής είναι η κάλυψη των συνεχώς διευρυνόμενων υλικών, πολιτιστικών, κοινωνικών αναγκών και όχι η παραγωγή εμπορευμάτων για την αγορά, το κέρδος. Η αγορά, το κέρδος, οι εμπορευματικές σχέσεις, είναι εχθρικές προς τον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής και πρέπει σχεδιασμένα να εξαλείφονται. Ο σοσιαλισμός-κομμουνισμός βασίζεται στο γεγονός ότι όλα τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής όπως στην ενέργεια, στις μεταφορές, στη γη κλπ, είναι κοινωνική ιδιοκτησία και όχι ατομική. Λειτουργούν με κεντρικό σχεδιασμό και κάτω από εργατικό έλεγχο κ.ο.κ.» (σελ.11)

Επίσης, κανείς μαρξιστής δεν θα διαφωνήσει με τις παρακάτω απόψεις : «…Ο σοσιαλισμός – κομμουνισμός είναι επαναστατική διαδικασία, στηρίζεται στην επαναστατική εργατική εξουσία, στη δικτατορία του προλεταριάτου, με καθοδηγητή το κόμμα της, το ΚΚ….Η επαναστατική εργατική εξουσία στηρίζεται στους θεσμούς που θα γεννήσει η επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Οι αστικοί κοινοβουλευτικοί θεσμοί θα αντικατασταθούν από τους νέους θεσμούς της εργατικής εξουσίας…. Μέσα από τις κοινότητες θα εκλέγονται και θα ανακαλούνται όταν χρειάζεται, οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων στα όργανα εξουσίας. …Οι «βουλευτές» στο σοσιαλισμό θα είναι εργαζόμενοι, όπως όλοι, χωρίς κανένα ξεχωριστό προνόμιο. Η τάση θα είναι, με τη μείωση του χρόνου εργασίας, να απελευθερώνεται ελεύθερος χρόνος, ώστε η εργατική τάξη, οι νέοι, να συμμετέχουν ενεργά και ουσιαστικά στην άσκηση της διοίκησης, στον έλεγχο της διεύθυνσης, στην εξουσία.». (σελ 12).

Πραγματικά όλα αυτά είναι θεμελιώδη χαρακτηριστικά της νέας κοινωνίας. Ωστόσο, το κείμενο δεν εξηγεί ποια ήταν η πραγματικότητα στην ΕΣΣΔ σε σχέση με τα χαρακτηριστικά αυτού του μοντέλου που περιγράφεται στις παραπάνω γραμμές, δηλαδή το αν αυτά αποτελούσαν τη βάση συγκρότησης της ΕΣΣΔ και των άλλων «σοσιαλιστικών» κρατών του 20ου αιώνα. Δεν απαντά στα ακόλουθα βασανιστικά ερωτήματα. Τα σοβιέτ, αυτοί οι νέοι θεσμοί εξουσίας της εργατικής τάξης, λειτουργούσαν ουσιαστικά στις κοινωνίες αυτές ; (στην ΕΣΣΔ καταργήθηκαν και επίσημα το 1936 με το νέο σύνταγμα του Στάλιν). Υπήρχε πραγματικά εργατικός έλεγχος στην παραγωγή; Οι αξιωματούχοι, πράγματι δεν είχαν κανένα προνόμιο;

Πολύ περισσότερο, το κείμενο δε στέκεται καθόλου στο ζήτημα της απονέκρωσης του κράτους στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό. Είναι σωστό, ότι ο σοσιαλισμός δεν είναι μια αυτόνομη βαθμίδα, αλλά ο ίδιος ο ανώριμος κομμουνισμός. Αυτό όμως δε σημαίνει καθόλου ότι αυτή η κοινωνία ξεπηδάει αυτόματα, μετά την κατάκτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο, χωρίς μία περίοδο -ενίοτε και μακρά – μετασχηματισμού, «κοιλοπονημάτων» όπως τα χαρακτήριζε ο Μαρξ. «Ανώριμος κομμουνισμός», σημαίνει μια κοινωνία στην οποία έχουν ήδη εξαλειφθεί -τουλάχιστον σε ένα μεγάλο βαθμό οι ταξικές αντιθέσεις και οι τάξεις, έχουν αναπτυχθεί τα μέσα παραγωγής σε ένα επίπεδο που να μπορούν να εξασφαλίσουν αφθονία αγαθών, έχει καταργηθεί η εκμετάλλευση και έχει ήδη αρχίσει να απονεκρώνεται το κράτος, σαν λογική συνέπεια όλων των παραπάνω, που καθιστούν σταδιακά περιττή την ύπαρξη του.

Αν στην ΕΣΣΔ και στα υπόλοιπα «σοσιαλιστικά κράτη» είχε χτιστεί – έστω και όχι στην πλήρη ωριμότητα της – αυτή η κοινωνία, τότε πώς εξηγείται, η ενδυνάμωση αντί για απονέκρωση του κρατικού μηχανισμού και η μετατροπή του σε παντοδύναμο μηχανισμό καταπίεσης, ανεξέλεγκτο από τις μάζες της εργατικής τάξης; Πώς εξηγείται η ύπαρξη μόνιμου στρατού και αστυνομίας – ένα γεγονός ασυμφιλίωτο όχι μόνο με τον σοσιαλισμό, αλλά ακόμα και με τα πρώτα χρόνια ύπαρξης ενός εργατικού κράτους, σύμφωνα με την αντίληψη του Λένιν; Πώς εξηγείται η στασιμότητα της οικονομίας που συντάραξε συθέμελα αυτές τις κοινωνίες στις δεκαετίες 1970-80, ασυμβίβαστη με τη γενική αφθονία του σοσιαλισμού και αποδεικτικό στοιχείο της υλικής ανεπάρκειας και της υπαρκτής εξάρτησης αυτών των χωρών από τη διεθνή οικονομία; Πώς εξηγείται τελικά η ίδια η κατάρρευση αυτών των καθεστώτων;

Η απάντηση είναι, ότι στην πραγματικότητα, το κοινωνικό περιεχόμενο αυτών των καθεστώτων δεν ήταν ο σοσιαλισμός. Ήταν μεταβατικές κοινωνίες ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, που ασφαλώς δεν είχε ακόμα οικοδομηθεί. Και αυτό γιατί η ίδια η εμπειρία από τη ζωή αυτών των κοινωνιών, αποδεικνύει, ακριβώς ότι ο σοσιαλισμός – κομμουνισμός δεν μπορεί να χτιστεί σε μία χώρα, αλλά μόνο σε διεθνές επίπεδο – μια θεμελιώδης μαρξιστική ιδέα που δεν θα βρει πουθενά ο αναγνώστης σε αυτό το κείμενο. Τα καθεστώτα αυτά κατέρρευσαν κάτω από την καταστροφική επίδραση του παρασιτικού ρόλου της σοβιετικής γραφειοκρατίας, που αποτελούσε εμπόδιο για τη σοσιαλιστική ολοκλήρωση, συντρίβοντας τον εργατικό έλεγχο και την αυθεντική εργατική εξουσία, αλλά και υπονομεύοντας την διεθνή επανάσταση.

Το Κ.Σ, αρνούμενο να δώσει τις σωστές μαρξιστικές απαντήσεις σε αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα, αλλά και να διαχωριστεί θεωρητικά και πολιτικά από τη σταλινική γραφειοκρατία και τη θεωρία του «σοσιαλισμού σε μια χώρα», ταυτίζεται στην πράξη, στη συνείδηση των απλών εργατών και νεολαίων με τη χρεοκοπία αυτών των καθεστώτων και – αντί να τους προσελκύει – τους απωθεί από την ιδέα του σοσιαλισμού-κομμουνισμού.

Η θεωρία των σταδίων

Στο ίδιο τμήμα του κειμένου (σελ 12) διαβάζει κανείς: «..Ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικό σύστημα,( Σημείωση του γράφοντα : παρά μόνο «η περίοδος της επαναστατικής μετατροπής του ενός στο άλλο», θα συμπληρώναμε για λόγους επιστημονικής πληρότητας, κατά τη θέση  του Μαρξ στη «Κριτική στο πρόγραμμα της Γκότα», που επαναλαμβάνεται στην απόφαση του 1ου συνεδρίου της Κ.Δ.), επομένως δεν υπάρχει και ενδιάμεση πολιτική εξουσία ανάμεσα στην αστική και την επαναστατική εργατική εξουσία. Δεν υπάρχει κοινοβουλευτικός ή δεύτερος και τρίτος δρόμος προς το σοσιαλισμό.»

Για άλλη μια φορά, κανένας πραγματικός κομμουνιστής δεν θα διαφωνούσε με αυτή την αλήθεια. Δυστυχώς, όμως, οι ίδιοι οι συντάκτες των θέσεων, αναιρούν έμμεσα την παραπάνω θέση, σε δύο σημεία (όλες οι παραθέσεις με έντονα γράμματα είναι του γράφοντα): «Το ΚΚΕ απευθύνεται και σε εκείνες τις κοινωνικές δυνάμεις που είναι δεμένες με την περιορισμένη ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής…. Έχει επεξεργασμένη πολιτική συμμαχίας της εργατικής τάξης με αυτές τις δυνάμεις, το Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο πάλης(ΑΑΔΜ), που δεν προϋποθέτει τη συμφωνία με όλη τη στρατηγική του ΚΚΕ, την αντίληψη του για την επανάσταση, τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Προϋποθέτει όμως, τον ενιαίο αγώνα ενάντια στα μονοπώλια, στις κυβερνήσεις και στις πολιτικές διακρατικές συμμαχίες τους (ΕΕ-ΝΑΤΟ), αγώνα για τη λαϊκή εξουσία-οικονομία, όπως αδρά περιγράφεται στις Αποφάσεις …. Πίσω από τη λαϊκή εξουσία δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση σε επίπεδο εξουσίας.» (σελ.8).

Από αυτές τις γραμμές (που αποτελούν συμπύκνωση της βασικής αντίληψης του ΚΚΕ για το ΑΑΔΜ, η οποία υπάρχει στο επίσημο πρόγραμμα του Κόμματος), προκύπτει ξεκάθαρα ότι η «λαϊκή εξουσία-οικονομία» δεν ταυτίζεται με το σοσιαλισμό και την επανάσταση, άρα ούτε με την εργατική εξουσία, αφού το αν οι «κοινωνικές δυνάμεις» συμφωνούν με αυτό, δεν σημαίνει ότι συμφωνούν και με την αντίληψη του ΚΚΕ για την επανάσταση και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Είτε λοιπόν υπάρχει τελικά ενδιάμεση πολιτική εξουσία ανάμεσα στην εργατική και την επαναστατική εργατική εξουσία, δηλαδή η «λαϊκή εξουσία-οικονομία», είτε η ηγεσία του ΚΚΕ προσπαθεί να μπερδέψει τους συμμάχους που προσκαλεί.

Παρακάτω, στη σελ. 17, διαβάζουμε: «Σήμερα ο αντιμονοπωλιακός- αντιιμπεριαλιστικός αγώνας αντικειμενικά εντάσσεται ακόμα πιο πολύ στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού. Δεν παρεμβάλλονται σινικά τείχη ανάμεσα στη συσπείρωση και πάλη των αντιμονοπωλιακών-αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων και στον αγώνα για το σοσιαλισμό.» Ο τρόπος με τον οποίο, έχει διατυπωθεί η παραπάνω θέση, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο, ότι στο παρελθόν υπήρχε διαφορά, ανάμεσα στις δύο μορφές αγώνα – πότε όμως και γιατί δεν πληροφορούμαστε από τους συντάκτες – παρ’ όλο που ο Λένιν ήδη από το 1916 έχει αναλύσει λεπτομερώς, ότι ο ιμπεριαλισμός είναι απλά το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού. Αφήνει επίσης ανοιχτό το ενδεχόμενο, ότι υπό προϋποθέσεις – ποιες άραγε; – μπορεί ακόμα να συμβεί αυτό, αφού ο ένας εντάσσεται πιο πολύ, και δεν ταυτίζεται με τον άλλο. Με αυτόν τον τρόπο, το Κ.Σ προσπαθεί να δικαιολογήσει παλιότερες θέσεις του κόμματος, για την «αντι-ιμπεριαλιστική- δημοκρατική» και όχι σοσιαλιστική επανάσταση, και να καλύψει σύγχρονες αντιφάσεις της πολιτικής του, που προκύπτουν από την υποστήριξη μιας παρόμοιας θέσης, π.χ. για τις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Από τη στιγμή όμως που δεν εξηγείται το γιατί «εντάσσεται ακόμα πιο πολύ» και το γιατί αυτό γίνεται «σήμερα», όλα τα ενδεχόμενα αφήνονται ανοιχτά και δεν εξηγείται τίποτα, μια μέθοδος κάθε άλλο παρά επιστημονική και μαρξιστική.

Αυτές οι δύο θέσεις, αποδεικνύουν, ότι παρά τον φραστικό αποκλεισμό ενός ενδιάμεσου σταδίου ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, η θεωρία των σταδίων που προβλέπει το ακριβώς αντίθετο, παραμένει η βασική προγραμματική αντίληψη του κόμματος και της ηγεσίας της ΚΝΕ.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα