ΣΥΝ: Απογοητευτικά τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας ηγεσίας
Με την εκλογή του Αλέξη Τσίπρα στην ηγεσία του Συνασπισμού εκτινάχτηκαν στα ύψη τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Η ανύπαρκτη αντιπολίτευση από μέρους της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και η σεχταριστική τακτική της ηγεσίας του ΚΚΕ, σε συνδυασμό με τη διαχρονική ταύτισή της με τον σταλινισμό, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να στραφεί ένα μέρος των εργαζόμενων στο νέο και «άφθαρτο» αρχηγό του ΣΥΝ. Ωστόσο, τα υψηλά ποσοστά των δημοσκοπήσεων αντανακλούν τις υψηλές προσδοκίες που έχουν οι εργαζόμενοι και η νεολαία, που ψάχνουν να βρουν συγκεκριμένες πολιτικές απαντήσεις για τα προβλήματά τους. Αυτό όπως έχουμε εξηγήσει θέτει το επιτακτικό καθήκον στην ηγεσία του ΣΥΝ να υιοθετήσει ένα πρόγραμμα που θα δίνει συγκεκριμένες πολιτικές απαντήσεις στα προβλήματα των εργαζομένων.
Τον τελευταίο 1,5 μήνα βλέπουμε ένα αντιφατικό φαινόμενο. Ενώ η ταξική πάλη και η λαϊκή δυσαρέσκεια γενικά οξύνθηκαν, τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ πέφτουν, έστω και λίγο προς το παρόν, συγκριτικά με τα μεγαλύτερα ποσοστά που συγκέντρωνε στις δημοσκοπήσεις τον πρώτο μήνα της θητείας του Αλέξη Τσίπρα. Ο σημαντικότερος λόγος γι’ αυτή την – όχι ακόμα ανώμαλη, αλλά πάντως ενδεικτική προσγείωση – είναι ότι σε μια περίοδο που οι εργαζόμενοι ριζοσπαστικοποιούνται, η νέα ηγεσία του ΣΥΝ μιλάει γενικόλογα, αποφεύγοντας να προβάλει συγκεκριμένες ριζοσπαστικές αριστερές θέσεις.
Σημαντικό ρόλο παίζει και το ότι το τελευταίο διάστημα ηγεσία του ΣΥΝ και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ κάνουν χρήση της ίδιας γενικόλογης αντιπολιτευτικής γλώσσας, για ζητήματα όπως η ακρίβεια, ο ΟΤΕ κτλ, γεγονός που κάνει τις διάφορες των δυο κομμάτων δυσδιάκριτες. Έτσι λοιπόν μια ελαφρά, επικοινωνιακή στη λογική της, «αριστερή» αλλαγή στην ρητορεία της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ (για τον ΟΤΕ, το ασφαλιστικό, τη ΔΕΗ) έφτασε να αποτελεί απειλή για τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ! Όσο λοιπόν η νέα ηγεσία του ΣΥΝ δεν επιχειρεί να προτάξει ένα ριζικά διαφορετικό πρόγραμμα εξουσίας με συγκεκριμένο περιεχόμενο και στόχο τον σοσιαλισμό, δεν πρόκειται στα μάτια πολλών εργαζόμενων να διαφοροποιείται επί της ουσίας από την εύηχη αριστερή αοριστολογία της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ κι έτσι ξανά, χιλιάδες αριστεροί εργαζόμενοι που θα μπορούσαν να στραφούν στον ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν έτοιμοι να ξαναστραφούν στο ΠΑΣΟΚ ως τον πιο σύντομο δρόμο για να ηττηθεί η ΝΔ.
Επίσης ενώ η νέα ηγεσία του ΣΥΝ τυπικά απορρίπτει μια κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, ταυτόχρονα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας στο μέλλον «αν αυτό υιοθετήσει αριστερές θέσεις», χωρίς όμως να διευκρινίζει ποιες είναι αυτές. Χαρακτηριστικά ο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποιεί όλο και συχνότερα την αντινεοφιλελευθερη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ του 1980 ως σημείο αναφοράς (πρόσφατη συνέντευξη στο κανάλι Alter και στον Ν. Χατζηνικολάου). Το πρόβλημα όμως είναι ότι ενώ το ΠΑΣΟΚ υποσχόταν την κατάργηση του καπιταλιστικού συστήματος, τελικά όταν ήρθε στη κυβέρνηση διαχειρίστηκε το σύστημα, μεταθέτοντας τον στόχο του σοσιαλισμού σε ένα αόριστο μέλλον ( μέχρι να τον εγκαταλείψει εντελώς). Και είναι ανάγκη να θυμηθούμε εδώ, ότι αυτή η δεξιά στροφή της τότε ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ είχε στο ξεκίνημά της τις ρεφορμιστικές αυταπάτες για « δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του κράτους» και «αναδιανομή του εισοδήματος», χωρίς να ετίθετο το ζήτημα της ανατροπής του αστικού κράτους και της άρσης του ελέγχου της οικονομίας από τους καπιταλιστές, όπως δυστυχώς αντίστοιχα κάνει σήμερα με τις δηλώσεις του ο Αλέξης Τσίπρας.
Από την άλλη, ενώ ο σ. Τσίπρας εμφανίζεται διαρκώς να συζητά για το ενδεχόμενο μια μελλοντικής αριστερής κυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ, με πρόσχημα την σεχταριστική τακτική της ηγεσία του ΚΚΕ αρνείται να κάνει μια συγκεκριμένη πρόταση διακυβέρνησης προς αυτό, ούτε καν μια συγκεκριμένη πρόταση κοινής δράσης με το ΚΚΕ.
Η ηγεσία του ΣΥΝ σχολιάζοντας την εικόνα ελαφράς πτώσης στις δημοσκοπήσεις, διαμαρτύρεται για επιθέσεις από τα ΜΜΕ και διαστρέβλωση των θέσεων της. Τα αστικά επιτελεία όμως κάνουν απλώς τη δουλειά τους. Αντιμέτωπη με την κρίση της δεξιάς ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, η αστική τάξη θέλει να χρησιμοποιήσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σαν ένα νέο ΠΑΣΟΚ, όταν αυτό καταστεί αναγκαίο. Το πρόβλημα είναι ότι η ρεφορμιστική λογική της ηγεσίας του ΣΥΝ που τείνει να στρογγυλεύει τις θέσεις και τη ρητορεία του κόμματος – υποτίθεται για να «απευθύνεται σε πλατύτερα ακροατήρια» – το κάνει πιο ευάλωτο στα σχέδια της αστικής τάξης και στις δεξιές πιέσεις.
Είναι ξεκάθαρο ότι η ηγεσία του ΣΥΝ έχει καταληφθεί από την αυταπάτη ότι αυτό που προέχει σήμερα είναι μια αντι-νεοφιλελευθερη, αριστερή διακυβέρνηση, χωρίς να θιγούν οι δομές του καπιταλισμού. Όμως τέτοια διακυβέρνηση δεν μπορεί να υπάρξει. Μόνη απάντηση στα αδιέξοδα του καπιταλιστικού συστήματος, του οποίου οργανικά κομμάτια είναι οι οικονομικές κρίσεις, η ανεργία , η κερδοσκοπία είναι η επαναστατική διέξοδος, μέσα από μια εργατική σοσιαλιστική κυβέρνηση. Σήμερα αυτή η αναγκαιότητα μπορεί να εκφραστεί μέσα από μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ με σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Κάτι τέτοιο θα έδινε μία απάντηση στη έλλειψη πρότασης εξουσίας από μέρους της Αριστεράς και θα ενθουσίαζε τους εργαζόμενους.
Αναγκαία προϋπόθεση γι’ αυτή την προοπτική είναι το πολιτικό σπάσιμο της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΝ από τη δεξιά, ανανεωτική πτέρυγα και τις ανοιχτά φιλοκαπιταλιστικές της απόψεις, αλλά και γενικότερα από την ρεφορμιστική λογική μεταρρυθμίσεων μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού. Είναι ιστορικά αναγκαίο, ανταποκρινόμενη στις αυξημένες εργατικές προσδοκίες η ηγεσία του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ να υιοθετήσει τώρα ένα πρόγραμμα που θα συνδέει τα άμεσα εργατικά αιτήματα με την πάλη για το σοσιαλισμό. Αλλά η ηγεσία του ΣΥΝ δεν μοιάζει πρόθυμη να το κάνει αυτό, ιδιαίτερα αν κρίνουμε από τις απανωτές, τηλεοπτικές συνεντεύξεις του νέου προέδρου, που απογοητεύουν, αφού δεν περιέχουν ούτε μια συγκεκριμένη πρόταση ενάντια στον καπιταλισμό. Σε αυτές τις συνθήκες, το πιο επείγον καθήκον των αγωνιστών του ΣΥΝ είναι το χτίσιμο της μόνης τάσης που μπορεί να δώσει αυτό που λείπει στο κόμμα, μιας μαζικής μαρξιστικής Τάσης .
ΤΖΙΝΑ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ