Στις 13 Ιουλίου, έφυγε από τη ζωή ο 27χρονος Βασίλης Μάγγος από τον Βόλο. Ενεργός στα κοινωνικά κινήματα, αλλά και τα τοπικά κινήματα της περιοχής, συμμετείχε στις διαδηλώσεις κατά της καύσης σκουπιδιών στην περιοχή του Βόλου από την εταιρία ΑΓΕΤ – Lafarge. Στις 14 Ιουνίου, συμμετείχε επίσης σε σχετική συγκέντρωση διαμαρτυρίας υπέρ των συλληφθέντων στις προαναφερθείσες διαδηλώσεις έξω από τα δικαστήρια του Βόλου.
Εκεί του επιτέθηκαν βάναυσα και απρόκλητα δυνάμεις των ΜΑΤ και της ΟΠΚΕ, με αποτέλεσμα 6 σπασμένα πλευρά και κάκωση στο συκώτι και τη σπλήνα. Τις τελευταίες ώρες, μάλιστα, κυκλοφορεί ευρέως στο διαδίκτυο ένα βίντεο από τον ξυλοδαρμό του από τις αστυνομικές δυνάμεις, που προκαλεί σοκ. Η επίθεση και η κακομεταχείριση όμως εναντίον του νεαρού αγωνιστή δεν σταμάτησε εκεί. Σύμφωνα με καταγγελίες του ίδιου και του πατέρα του τις επόμενες μέρες, οι αστυνομικοί συνέχισαν να βιαιοπραγούν εναντίον του, να τον βρίζουν και να τον ειρωνεύονται με προκλητικές εκφράσεις, αφότου τον συνέλαβαν. Στη συνέχεια, μάλιστα, αρνήθηκαν να του δώσουν νερό, όπως είχε ζητήσει, ενώ για πολλές ώρες του αρνιόνταν τη μεταφορά στο νοσοκομείο, όπως ζητούσε και όπως απαιτούσε η κατάστασή του, όπως αποδείχτηκε αδιαμφισβήτητα και στη συνέχεια.
Το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας έσπευσε χθες να πάρει θέση, βγάζοντας ανακοίνωση, στην οποία κάθε προσπάθεια σύνδεσης του θανάτου του Βασίλη Μάγγου με το ξυλοδαρμό του από την αστυνομία χαρακτηρίζεται ως «αθλιότητα» και «ασύστολο ψέμα», παραπέμποντας στη νεκροψία που θα ακολουθήσει. Πώς προδικάζει έτσι το Υπουργείο τα αποτελέσματα της νεκροψίας; Έχει πρόσβαση μήπως σε δεδομένα, που δεν ξέρει ο υπόλοιπος κόσμος; Ανήκει στις αρμοδιότητές του να κρίνει τα αίτια θανάτου ενός νεκρού; Και εκτός αυτού, έχουν την απαραίτητη επιστημονική κατάρτιση στο εν λόγω Υπουργείο, για να μιλήσουν για κάτι τέτοιο;
Σε όλα τα παραπάνω ρητορικά ερωτήματα έρχονται να προστεθούν και οι τελευταίες εξελίξεις σχετικά με την ιατροδικαστική εξέταση. Ενώ οι γονείς του αδικοχαμένου νεαρού ζήτησαν να γίνει την Πέμπτη στη Λάρισα και παρότι, όπως τους απάντησε ο Εισαγγελέας, έχουν δικαίωμα επιλογής, είχε ήδη προαποφασιστεί η εξέταση να πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη, υπονοώντας παράλληλα σαφώς ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι, για να αλλάξει αυτό το γεγονός. Στη συνέχεια, έγινε γνωστό ότι τελικά δε θα υπάρχει διαθέσιμος ιατροδικαστής στη Λάρισα τις επόμενες 15 μέρες, ενώ αρχικά υποτίθεται ότι θα υπήρχε την Πέμπτη 17 Ιουλίου.
Οι παραπάνω μεθοδεύσεις, σε συνδυασμό με την προκλητική ανακοίνωση του Υπουργείου, που προκαταβάλλει τα πορίσματα της ιατροδικαστικής εξέτασης, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η ιατροδικαστής που επιλέχθηκε να αναλάβει την υπόθεση έχει βρεθεί στο παρελθόν στα εκλογικά ψηφοδέλτια της ΝΔ προκαλούν εύλογα ερωτηματικά σχετικά με την αξιοπιστία της ιατροδικαστικής εξέτασης που πρόκειται να ακολουθήσει. Η ανακοίνωση του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, που αναφέρθηκε και παραπάνω, μεταξύ άλλων, παροτρύνει να «αφήσουμε τη μνήμη του παιδιού στην ησυχία του και τους οικείους του στην θλίψη τους». Μόνο που η πραγματικότητα δείχνει ότι αυτός που δεν αφήνει ήσυχη τη μνήμη του παιδιού και τα οικεία του πρόσωπα είναι το ίδιο το Υπουργείο.
Στην ουσία του ζητήματος, υπάρχει κανένας νοήμων άνθρωπος που να μπορεί να πιστέψει ότι ο θάνατος του νεαρού είναι τελείως άσχετος με τον αστυνομικό ξυλοδαρμό που είχε προηγηθεί εναντίον του; Δηλαδή, υπάρχει νοήμων άνθρωπος, που να μπορεί να πιστέψει ότι μπορεί έτσι απλά να πεθάνει από «φυσικά» αίτια ένας 27χρονος άνθρωπος, χωρίς σοβαρό ιατρικό ιστορικό, την ώρα που από βιαιοπραγία έχουν σπάσει τα πλευρά του και έχει υποστεί ζημιά το συκώτι του, το οποίο είναι ζωτικό όργανο; Υπάρχει νοήμων άνθρωπος, που να μπορεί να πιστέψει στα σοβαρά ότι, αν δεν είχαν προηγηθεί όλα αυτά, ο Βασίλης Μάγγος θα είχε χάσει σε κάθε περίπτωση τη ζωή του στα «καλά καθούμενα»; Όποιο και να είναι το αποτέλεσμα της ιατροδικαστικής εξέτασης, κατόπιν και των κυβερνητικών μεθοδεύσεων, ουσιαστικά μπορούμε ήδη να μιλάμε για μια κρατική-αστυνομική δολοφονία.
Αυτό το δυστυχές περιστατικό της απώλειας του νεαρού αγωνιστή αποτελεί το αποκορύφωμα της κλιμάκωσης της αστυνομικής τρομοκρατίας, βίας και καταστολής από τότε που ξεκίνησε η θητεία της παρούσας κυβέρνησης. Ήρθε να προστεθεί στα πολλά αντίστοιχα κρούσματα του τελευταίου έτους και ήταν σχεδόν αναπόφευκτο και θέμα χρόνου να φτάσουμε στο σημείο να θρηνήσουμε νεκρό. Φυσικά, την πολιτική ευθύνη γι’ αυτό φέρουν ακέραια πρωτίστως η κυβέρνηση και στη συνέχεια το – κατ’ όνομα – Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη με πρώτο φυσικά τον επικεφαλής του, τον υπουργό Μ. Χρυσοχοΐδη. Αλλά ακόμα και τώρα, όχι μόνο δεν μπαίνουν στη διαδικασία να αναλάβουν τις ευθύνες τους, έστω από ντροπή, αλλά κάνουν και το ακριβώς αντίθετο. Με την επαίσχυντη ανακοίνωσή του, το υπουργείο ουσιαστικά «κλείνει το μάτι» στις δυνάμεις καταστολής να συνεχίσουν στην ίδια ρότα και αυτοί θα είναι «εκεί» να τους καλύπτουν.
Το τραγικό γεγονός της απώλειας του νεαρού αγωνιστή αποδεικνύει για άλλη μια φορά, και αυτή τη φορά με τον πιο εμφατικό τρόπο, ότι ο σκοπός της αστυνομίας, και ειδικότερα των ειδικών δυνάμεων καταστολής, όπως λένε πάντα οι μαρξιστές, δεν είναι η «προστασία του πολίτη» ή κάτι παρεμφερές, αλλά η βίαιη καταστολή των κοινωνικών αγώνων, κάθε φωνής που αντιστέκεται στο σάπιο καπιταλιστικό σύστημα. Το εργατικό κίνημα, στις δεδομένες συνθήκες, απαγορεύεται να «μείνει με σταυρωμένα χέρια». Με πρωτοβουλία των μαζικών, πολιτικών και συνδικαλιστικών, οργανώσεων της εργατικής τάξης και της νεολαίας πρέπει να δημιουργηθεί ένα ενιαίο μέτωπο αγώνα, που θα διεκδικήσει την παραδειγματική τιμωρία των αστυνομικών που ενεπλάκησαν στον ξυλοδαρμό του νεκρού, τη διάλυση όλων των ειδικών μονάδων καταστολής και που, σε τελική ανάλυση, θα πρέπει να κατευθυνθεί πολιτικά στην ανατροπή της κυβέρνησης, για να μπει ένα τέλος στην κρατική τρομοκρατία και την καταστολή και ποινικοποίηση των κοινωνικών αγώνων.
Νίκος Σέντης
Ακολουθεί η ανάρτηση που είχε κάνει ο 27χρονος αγωνιστής στο FB στις 16 Ιουνίου 2020 και στην οποία είχε περιγράψει τη βάρβαρη επίθεση που δέχθηκε:
«ΕΓΩ, Ο ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΑΓΓΟΣ, ΚΑΤΑΓΓΕΛΩ:
Βρίσκομαι στο νοσοκομείο με 6 ή 7 κατάγματα στα πλευρά και με θλάση στο συκώτι, χτυπημένος άγρια κ βασανισμένος από τις δυνάμεις καταστολής (ΜΑΤ,ΟΠΚΕ,Ασφάλεια). Υπάρχουν τα σχετικά βίντεο κ φωτογραφίες, όποτε πιστεύω δεν χρειάζεται να τα αναδημοσιεύσω. Αλλά ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή…
Το Σάββατο, πραγματοποιήθηκε ένα μεγάλο συλλαλητήριο ενάντια στη καύση σκουπιδιών από την Lafarge, ενάντια δηλαδή στον καρκίνο και τον θάνατο που πλανάται πάνω από την πόλη μας και το εισπνέουμε όλοι καθημερινά, αφού συνεχως βρωμάει το καμένο πλαστικό στην ατμόσφαιρα της πόλης μας. Κι επειδή βλέπω κάτι ψευτοανακοινωσεις απο τη μεριά της αστυνομίας, που προσπαθούν να βγουν και θύματα(!), παρά τα όσα αίσχη κάνανε και τα χουν καταγράψει ο κόσμος με τα κινητά και τις κάμερές του, μιας και υπάρχει κ ο φακός συγκεκριμένων ρεπόρτερ από συγκεκριμένες φυλλάδες και κανάλια που παίζουν το βρώμικο παιχνίδι της εξουσίας.
Ζήτημα πρώτο, λοιπόν: Ύπηρξε μια «μικρή ομάδα ταραξιών αντιεξουσιαστών» που ήθελε «να χυθεί αίμα αστυνομικών»; Ε, λοιπόν τέτοια ομάδα δεν υπήρξε, το μόνο που υπήρξε ήταν η οργή του κόσμου που θέλησε να μπει στο εργοστάσιο, να κρεμάσει τα πανό του και να διαμαρτυρηθεί και οι «κύριοι» αστυνομικοί παρεμπόδιζαν την είσοδο των διαδηλωτών. Δεν υπολόγισαν όμως πως ο κόσμος έχει απηυδήσει με την κατάσταση αυτή και αν τους μπάτσους τους νοιάζει πιο πολύ το να εκτελούν εντολές απ’ την υγεία τους και από την υγεία όλων των πολιτών, των παιδιών μας και του μέλλοντος αυτής της πόλης, ε κι εμάς δεν μας νοιάζει τότε ποιος θα σταθεί μπροστά μας, θα κάνουμε ότι μπορούμε για να περάσουμε και να διαμαρτυρηθούμε όπως εμείς, οι χιλιάδες πολίτες, οι κινήσεις και τα εγχειρήματα, συλλογικά αποφασίζουμε. Και ας μας πουν, λοιπόν, αφού όπως ψευδώς ισχυρίζονται πως τους αφορά το ζήτημα, για ποιο λόγο είναι συνέχεια απέναντι μας στις διαμαρτυρίες μας για την καύση, είτε στο δημαρχείο, είτε στη νομαρχία, είτε προχθές στο ίδιο το εργοστάσιο όπως και σήμερα στη Λάρισα, όπως πάντα και παντού. Επίσης, γιατί φέρνουνε ολόκληρο στρατό στη πόλη μας, όταν τίθεται το ζήτημα αυτό, σε μορφή διαμαρτυρίας; Άρα, καλύτερα να μην μιλάνε για την ελάχιστη μορφή βίας απέναντι στη βία που μας επιβάλουν κάθε μέρα.
Και κάπου εκει, ξεκινάει το όργιο της καταστολής. Πέσανε μερικές μπογιές προς τα ΜΑΤ και προς το εργοστάσιο, άντε και καμιά πέτρα, σας το δίνουμε, και οι “άριστοι” ξεκινήσανε να πετάνε κρότου λάμψης και δακρυγόνα μέσα στο κόσμο, σε μεγάλους ανθρώπους, σε μικρά παιδιά, άντρες, γυναίκες, η καταστολή δεν κάνει διακρίσεις. Με το που δημιουργήθηκε ο αναμενόμενος πανικός, οι προστάτες μας με στολή, ξεκίνησαν να χτυπάνε αδιακρίτως ΟΠΟΙΟΝ/Α βλέπανε μπροστά τους, όπως υπάρχουν και τα σχετικά βίντεο και φωτογραφίες. Αφού επικράτησε χάος, συνέλαβαν κάποιους μετά… “μουσικής” των γκλοπς και αφού έγινε η προσπάθεια από αλληλέγγυο κόσμο να απεγκλωβιστούν από την παραλία όσοι βρίσκονταν εκεί, που κι εκεί συλλάβανε κόσμο που πήγε να βοηθήσει, κι ενω όλα είχαν τελειώσει από πλευράς των διαδηλωτών ξαναξεκίνησαν αναίτια να τρέχουν τον κόσμο και το κορυφαίο? Οι πανέξυπνοι, ρίξανε χημικά έξω από το νοσοκομείο! Αν υπάρχει Όσκαρ ηλιθιότητας και σαδισμού, παρακαλώ όπως το αποδώσετε άμεσα στην ΕΛ.ΑΣ. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μαζεύτηκε κόσμος έξω από το αστυνομικό μέγαρο στο Αλιβέρι, απλώς και μόνο για να υποδηλώσει τη παρουσία του και την αλληλεγγύη του προς τα παιδιά που κρατούνταν, ακόμη μία νόμιμη διαμαρτυρία και συγκέντρωση, όπου χτυπήθηκε άσχημα από την αστυνομία για να εκδιωχθούν από που? Από τον δρόμο έξω από το τμήμα! Φυσικά, ξέρουμε πως αυτή είναι η γραμμή, είναι μια σύγχρονη χούντα που τη βλέπουμε καθημερινά κυρίως στη πρωτεύουσα κι απλώς τη ζήσαμε και στη πόλη μας.
Κι εδώ, φτάνουμε στην δικιά μου περίπτωση. Εγώ την Κυριακή δεν ήμουν με το συγκεντρωμένο πλήθος, τυχαία βέβαια, όμως με το που είδα τους δικούς μου ανθρώπους να διαμαρτύρονται έξω από τα δικαστήρια, σταμάτησα αμέσως με το μηχανάκι μου για να συσπειρωθώ με τους αλληλέγγυους. Έτυχε εκείνη τη στιγμή να βγάζουν οι ασφαλίτες το παιδί που είχαν κρατούμενο κι εγώ αντί να τρέξω στο πλήθος, έτρεξα προς το μέρος των μπάτσων να διαμαρτυρηθώ, γιατι έτσι ένιωσα εκείνη τη στιγμή, με έπνιξε το δίκιο μου, έλεγα από μέσα μου κοίτα να δεις, εμ μας μολύνουν τον αέρα με καρκίνο, εμ μας βαράνε αλύπητα τα τσιράκια τους με τα χημικά, τις κρότου λάμψης και τα γκλοπς, εμ μας τραβολογάνε δέσμιους στα δικαστήρια. Δεν πρόλαβα όμως καν να φτάσω στους ασφαλίτες. Πετάχτηκε μια διμοιρία ΟΠΚΕ και μια ματ, στοχευμένα και συγκεκριμένα για μένα, μιας και με γνωρίζουν, ήρθαν τρέχοντας κατά πάνω μου και ξεκίνησαν να με βαράνε αναίτια, δολοφονικά, απάνθρωπα κι αλύπητα. Με χτυπούσαν μέχρι που δεν μπορούσα να πάρω ανάσα, γιατί είχα χτυπηθεί άσχημα στα πλευρά, τους φώναζα, δεν τους ένοιαζε καν. Μου βάλανε χειροπέδες και με πήραν σηκωτό, ενώ με βριζανε με το επίθετο μου. Μέσ’ στο αμάξι, μου δώσανε μερικές ακόμα και όταν πήγα να σηκώσω λίγο το κεφάλι μου μου λέγανε “κάτω το κεφάλι πούστη”, επειδή βογγούσα και έκανα “αααα” απ’ τον πόνο, αυτοί μου λέγανε “τι α μωρη κραγμένη” και αλλά τέτοια ωραία. Όταν φτάσαμε στο τμήμα, πήρε σειρά ο ασφαλίτης που φαίνεται και στο βίντεο να ανοίγει τη πόρτα από το ασφαλίτικο, με κράταγαν τα οπκε και με βαρούσε αυτός. Όταν φώναζα πως θέλω νοσοκομείο, μου λέγανε άσε ρε τα ψέματα και άλλα τέτοια διάφορα. Όταν ζήτησα λίγο νερό, στην αρχή δεν μου δίνανε κι έπειτα με βάλανε να πιω από έναν καταψύκτη που έτρεχε σταγόνα-σταγονα το νερό και μάλιστα από κάτω προς τα πάνω. Εγώ εντωμεταξύ να ‘μαι σακάτης, κατάκοιτος και να μην μπορώ να πάρω τα πόδια μου. Και αφού διασκέδασαν όλοι μαζί πάνω μου, με ρίξανε στο κρατητήριο. Τελικά με βγάλανε, αφού τους άκουσα να λένε πως αν με κρατούσαν θα έπρεπε να με παν και νοσοκομείο, άσε σου λέει μην χρεωθούμε κιόλας με το μαλακιστήρι. Όταν ρώτησα το όνομα του ασφαλίτη που με βαραγε για να καταθέσω μήνυση δεν μου απαντούσε και μάλιστα με κορόιδευε και μου λέγε εσύ τι είσαι αστυνομία για να μάθεις? Κι όταν του είπα πως θα του κάνω μήνυση άλλα λέω ποιος θα σε πειράξει, μήπως η αστυνομία? Και γελώντας, σήκωσε τα χέρια και μου λέει: “βλέπεις, τα λες και μόνος σου”. Τελικά, με πέταξαν έξω απ’ το τμήμα χωρίς να μπορώ να πάρω ανάσα καλά-καλά και σίγουρα δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου καθόλου. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα εκείνη την ώρα, ούτε να πάρω κάποιον τηλέφωνο ούτε να πάρω το ΕΚΑΒ, τίποτα, ένιωθα σαν μισοπεθαμενος και απλώς προσπαθούσα κούτσα κούτσα να φτάσω κάπου, ούτε ήξερα που, να βρω λίγο νερό να πιω, να κάνω κάτι για να επιβιώσω, έτσι ένιωθα εκείνη τη στιγμή. Ευτυχώς με βρήκανε κάποια παιδιά που πήγαιναν φαγητό και πράγματα στο παιδί που κρατούνταν από τα γεγονότα του Σαββάτου, με μαζεψαν, με πήγανε σπίτι, επικοινώνησα με τους δικούς μου, πήραμε τηλέφωνο το ΕΚΑΒ και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε…
Ξέρω πως η επίθεση εναντίον μου ήταν στοχευμένη. Ξέρω πως δεν τους νοιάζει να βαράνε μπροστά στα μάτια του κόσμου και να κάνουν επίδειξη εξουσίας. Ξέρω πως δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι σε σχέση με τον ρόλο της αστυνομίας, όσα και να αποκαλυφθούν για αυτούς, αφού είναι οι εντολοδόχοι εκτελεστές του κρατικού μηχανισμού. Αλλά αν θεωρούν πως μας φοβίζουν, εκεί κάνουν ένα μεγάλο λάθος: δεν μας φοβίζουν, μας εξοργίζουν. Οι ιδέες μας, οσους κι από ‘μας αν σκοτώσουν, δεν θα πεθάνουν ποτέ, θα κατοικούνε πάντα στα μυαλά των ελεύθερων ανθρώπων. Ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε πάντα εδώ, ενάντια σε κάθε τι που μας πνίγει και δεν μπορούμε να ανασάνουμε, ενάντια στο άδικο, για την ελευθερία όλων μας, σε κάθε γωνιά του πλανήτη.Κι ας μην νικήσουμε ποτέ… Θα πολεμάμε πάντα!!»