Ο ταξικός εχθρός μας έχει τη συνήθεια να παραπονείται για την τρομοκρατία μας. Τι εννοούν μάλλον μ΄ αυτό είναι ασαφές. Πολύ θα ήθελαν να βάλουν αυτήν την ταμπέλα σε κάθε δραστηριότητα του προλεταριάτου ενάντια στα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, αποκαλώντας την τρομοκρατία. Η απεργία για παράδειγμα, είναι στα δικά τους μυαλά, η πρωταρχική μέθοδος τρομοκρατίας. Η απειλή για απεργία, η οργάνωση μιας πικετοφορίας από απεργούς, το οικονομικό μποϋκοτάζ ενός σκληρού ιδιοκτήτη που συμπεριφέρεται στους εργαζόμενούς του σαν σε σκλάβους, το διώξιμο ενός προδότη έξω από τις γραμμές μας, όλα αυτά και πολλά άλλα ακόμη τα ονομάζουν τρομοκρατία. Αν η τρομοκρατία έχει τέτοια χαρακτηριστικά και ιδιότητες ώστε κάθε πράξη που έχει σαν σκοπό να προκαλέσει το φόβο ή τη ζημιά στον ταξικό εχθρό να ονομάζεται ως τρομοκρατική, τότε ολόκληρη η ταξική πάλη δεν είναι τίποτα άλλο παρά τρομοκρατία. Και τότε το μόνο ζήτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι το εάν οι αστοί πολιτικοί έχουν το δικαίωμα να εξαπολύουν την πλημμυρίδα της υποτιθέμενης ηθικής τους αγανάκτησης ενάντια στην προλεταριακή τρομοκρατία, όταν ολόκληρο το κρατικό εποικοδόμημα τους με τους νόμους του, την αστυνομία του και τον στρατό του δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα εποικοδόμημα καπιταλιστικής τρομοκρατίας.
Παρόλ’ αυτά πρέπει να σημειώσουμε, ότι όταν μας προσάπτουν την κατηγορία της τρομοκρατίας, προσπαθούν – αν και όχι πάντα – να αποδώσουν σ’ αυτή την λέξη ένα στενότερο και λιγότερο ασαφές νόημα. Η καταστροφή των μηχανών από τους εργάτες, για παράδειγμα, είναι τρομοκρατία με αυτή την αυστηρή έννοια της λέξης. Η δολοφονία ενός εργοδότη, η απειλή εμπρησμού ενός εργοστασίου ή η απειλή δολοφονίας του ιδιοκτήτη του, μια δολοφονική απόπειρα με το όπλο στο χέρι ενάντια σε έναν υπουργό – όλα αυτά είναι τρομοκρατικές ενέργειες με την πλήρη και αυθεντική έννοια του όρου. Ωστόσο, οποιοσδήποτε έχει την παραμικρή ιδέα για την αληθινή φύση της διεθνούς Σοσιαλδημοκρατίας θα πρέπει να γνωρίζει ότι αυτή πάντα αντιτάχθηκε σ΄ αυτού του είδους την τρομοκρατία και το έκανε αυτό με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο.
Γιατί;
«Τρομοκρατώντας» με την απειλή απεργίας, ή ακόμη και καθοδηγώντας μια απεργία, είναι κάτι που μόνο οι βιομηχανικοί εργάτες ή οι εργάτες γης μπορούν να κάνουν. Η κοινωνική σημασία μιας απεργίας στηρίζεται κατ΄ αρχήν, στο μέγεθος της επιχείρησης ή στον βιομηχανικό τομέα στον οποίο απευθύνεται και επηρεάζει και επιπλέον στον βαθμό στον οποίο οι συμμετέχοντες εργάτες είναι οργανωμένοι, πειθαρχημένοι και έτοιμοι για δράση. Αυτό είναι μια αρχή που ισχύει τόσο για μια οικονομική όσο και για μια πολιτική απεργία. Είναι μια μέθοδος αγώνα που προέρχεται άμεσα από τον παραγωγικό ρόλο του προλεταριάτου στη μοντέρνα κοινωνία.
Με απώτερο σκοπό την ανάπτυξή του, το καπιταλιστικό σύστημα χρειάζεται έναν μανδύα κοινοβουλευτισμού. Αλλά επειδή δεν μπορεί να απομονώσει το σύγχρονο προλεταριάτο σε ένα πολιτικό γκέτο, πρέπει αργά ή γρήγορα να επιτρέψει στους εργάτες να συμμετέχουν στον κοινοβουλευτικό αγώνα. Στις εκλογές ο μαζικός χαρακτήρας του προλεταριάτου και το επίπεδο της πολιτικής του ανάπτυξης – οι ικανότητές του που και πάλι καθορίζονται από τον κοινωνικό του ρόλο που όπως προείπαμε πάνω απ΄ όλα είναι ο παραγωγικός του ρόλος – εκφράζονται και εκεί. Οπως και στην περίπτωση της απεργίας, έτσι και στις εκλογές, η μέθοδος, ο στόχος και το αποτέλεσμα του αγώνα πάντα εξαρτώνται από τον κοινωνικό ρόλο και τη δύναμη του προλεταριάτου σαν τάξη.
Μόνο οι εργάτες μπορούν να καθοδηγήσουν μια απεργία. Οι μικροί χειρώνακτες τεχνίτες που καταστράφηκαν από τη βιομηχανική παραγωγή του εργοστασίου, οι αγρότες των οποίων το νερό των χωραφιών μολύνθηκε από τα εργοστάσια ή το λούμπεν προλεταριάτο που ψάχνει για λάφυρα ζητιανιάς, μπορούν να καταστρέψουν τις μηχανές, να βάλουν φωτιά στο εργοστάσιο ή να δολοφονήσουν τον ιδιοκτήτη του. Αλλά μόνο η συνειδητοποιημένη και οργανωμένη εργατική τάξη μπορεί να στείλει στις αίθουσες του κοινοβουλίου μια δυνατή εκπροσώπηση για να παλέψει για τα προλεταριακά συμφέροντα. Από την άλλη, αν θέλεις να δολοφονήσεις έναν επιφανή αξιωματούχο δεν χρειάζεται να έχεις οργανωμένες μάζες μαζί σου. Η συνταγή κατασκευής εκρηκτικών είναι εύκολα προσβάσιμη σ΄ όλους, και ένα όπλο Μπράουνιγκ μπορεί να αποκτηθεί οπουδήποτε. Στην πρώτη περίπτωση όμως θα είχαμε έναν κοινωνικό αγώνα του οποίου όμως οι μέθοδοι και οι σκοποί θα πήγαζαν αναγκαστικά από την ίδια τη φύση της προϋπάρχουσας κοινωνικής κατάστασης. Στην δεύτερη περίπτωση έχουμε απλώς μια εντελώς μηχανική αντίδραση παρόμοια παντού – είτε στην Κίνα γίνει είτε στη Γαλλία – πολύ εκρηκτική ως προς την εξωτερική της μορφή (δολοφονία, έκρηξη βόμβας κτλ) αλλά εντελώς ακίνδυνη όσο αφορά την λειτουργία του κοινωνικού συστήματος.
Μια απεργία, ακόμη και στην πιο ασήμαντη εκδοχή της, έχει κοινωνικές επιπτώσεις: το δυνάμωμα της εργατικής αυτοπεποίθησης, την ανάπτυξη του συνδικαλισμού και όχι σπάνια και μια βελτίωση στους όρους παραγωγής. Η δολοφονία ενός ιδιοκτήτη εργοστασίου παράγει αποτελέσματα αποκλειστικά αστυνομικού ενδιαφέροντος ή και μια αλλαγή κληρονομική στην ιδιοκτησία χωρίς καμιά κοινωνική σημασία. To εάν μια τρομοκρατική ενέργεια, ακόμη και μια «επιτυχημένη», θα ρίξει την άρχουσα τάξη σε σύγχυση εξαρτάται από τις συγκεκριμένες πολιτικές συγκυρίες. Αλλά ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η σύγχυση έχει μικρή διάρκεια. Το καπιταλιστικό κράτος δεν βασίζεται στους κυβερνητικούς αξιωματούχους και δεν μπορεί να εκλείψει μαζί τους. Η τάξη που το κυβερνάει μπορεί πάντα να βρει νέους ανθρώπους, ο μηχανισμός παραμένει αλώβητος και συνεχίζει να λειτουργεί.
Αλλά η αποδιοργάνωση που προκαλείται στις τάξεις των εργατικών μαζών από μια τρομοκρατική ενέργεια είναι πολύ σοβαρότερη. Αν αρκεί απλώς να εξοπλίσεις έναν άνθρωπο με ένα πιστόλι με σκοπό να πετύχεις τον όποιο στόχο σου, τότε γιατί να κάνεις προσπάθειες ταξικού αγώνα; Αν μια δαχτυλήθρα μπαρουτόσκονης και ένας μικρός πυροσωλήνας αρκεί για να σκοτώσεις τον εχθρό σου, ποιος ο λόγος της ταξικής οργάνωσης; Αν αρκεί απλώς να τρομοκρατήσεις ένα υψηλά ιστάμενο αξιωματούχο με τον κρότο των εκρήξεων, ποιος ο λόγος να φτιάξεις κόμμα; Για ποιο λόγο να γίνουν συζητήσεις και θεωρητική ζύμωση, γιατί να συμμετέχεις σε εκλογές, αν μπορείς τόσο εύκολα να στοχεύσεις και να πετύχεις τους υπουργικούς θώκους από τον εξώστη του κοινοβουλίου; Στην δική μας λογική, η ατομική τρομοκρατία είναι απορριπτέα επειδή ακριβώς εκμηδενίζει το ρόλο των μαζών στην ίδια τους την αυτοσυνείδηση, τη συμφιλιώνει με την ίδια της την αδυναμία και στρέφει τα μάτια και τις ελπίδες της σ΄ έναν πιθανό μεγάλο μαχητή και απελευθερωτή που κάποια μέρα θα έρθει για να εκπληρώσει την αποστολή του.
Οι αναρχικοί προφήτες της «προπαγάνδας της πράξης» μπορούν να ισχυρίζονται ό,τι θέλουν σχετικά με την ανυψωτική και ενεργητική επιρροή της τρομοκρατίας στις μάζες. Η θεωρητική ανάλυση και η πολιτική εμπειρία αποδεικνύουν το αντίθετο. Οσο περισσότερο «δραστική» είναι η τρομοκρατική ενέργεια, όσο μεγαλύτερος ο αντίκτυπός της, όσο περισσότερο επικεντρώνεται η προσοχή του κόσμου σ΄ αυτήν – τόσο περισσότερο μειώνεται το ενδιαφέρον των μαζών στην αυτοοργάνωση και αυτο-εκπαίδευσή τους. Αλλά κάποια στιγμή ο καπνός της έκρηξης διαλύεται, ο πανικός εξαφανίζεται, ο διάδοχος του δολοφονηθέντος υπουργού αναλαμβάνει το πόστο του, η ζωή κυλάει πάλι στις ράγες της και ο τροχός της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης συνεχίζει όπως και πριν να γυρνάει. Μόνο η αστυνομική καταπίεση γίνεται πιο κτηνώδης και δυναμική. Και σαν αποτέλεσμα στη θέση των καλών προθέσεων και ελπίδων και στον έντεχνα προκαλούμενο ενθουσιασμό, έρχεται η απογοήτευση και η απάθεια.
Οι προσπάθειες της Αντίδρασης να θέσουν ένα τέλος στις απεργίες και στο μαζικό εργατικό κίνημα γενικά έχουν πάντα και παντού αποτύχει. Η καπιταλιστική κοινωνία πάντα χρειάζεται ένα ικανό, δυναμικό και έξυπνο προλεταριάτο, γι΄ αυτό δεν μπορεί να το δένει χειροπόδαρα επί μακρόν. Από την άλλη μεριά το μόνο που καταφέρνει η αναρχική «προπαγάνδα της πράξης» είναι να δείχνει κάθε φορά ότι το κράτος είναι πιο δυνατό και τα μέσα της φυσικής καταστροφής του μηχανισμού καταπίεσης που διαθέτει είναι πιο ανθεκτικά από τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Εάν αυτό συμβαίνει τότε πώς θα προκύψει η επανάσταση; Δεν αρνείται την ύπαρξή της και δεν την καθιστά απίθανη αυτή η κατάσταση; Σε καμιά περίπτωση. Γιατί η επανάσταση δεν είναι το άθροισμα των μηχανικών της μέτρων. Η επανάσταση ξεδιπλώνεται μόνο όταν οξύνεται η ταξική πάλη και μπορεί να εξασφαλίσει τη νίκη της μόνο από τα όργανα πάλης που διαμορφώνει το προλεταριάτο. Η μαζική πολιτική απεργία, η ένοπλη εξέγερση, η κατάκτηση της κρατικής εξουσίας – όλα αυτά καθορίζονται από το βαθμό ανάπτυξης της παραγωγής, το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, το ειδικό βάρος του προλεταριάτου και εντέλει από την κοινωνική συγκρότηση του ένοπλου στρατού καθώς αυτή η δύναμη θα είναι την ώρα της επανάστασης ο καθοριστικός παράγοντας που θα κρίνει την τύχη της κρατικής εξουσίας. Η Σοσιαλδημοκρατία είναι αρκετά ρεαλιστική για να μην αποφύγει την επανάσταση που αναπτύσσεται από την ίδια την παρούσα ιστορική κατάσταση. Το αντίθετο μάλιστα, κινείται με σκοπό να συναντήσει την επανάσταση, με τα μάτια ανοιχτά. Αλλά – σε αντίθεση με τους αναρχικούς και σε ευθεία αντιπαράθεση μαζί τους – η Σοσιαλδημοκρατία απορρίπτει όλες τις μεθόδους και τα μέσα που έχουν σαν στόχο τον τεχνητό εκβιασμό της κοινωνικής ανάπτυξης και την υποκατάσταση των χημικών αντιδράσεων που προκαλούνται από τον αναντικατάστατο επαναστατικό χαρακτήρα του προλεταριάτου.
Πριν αναχθεί στο επίπεδο μιας μεθοδικής πολιτικής πάλης, η τρομοκρατία κάνει την εμφάνισή της σαν μορφή ατομικής εκδίκησης. Αυτό συνέβη στη Ρωσία την κατεξοχήν χώρα που άνθισε η τρομοκρατία. Ήταν το μαστίγωμα των πολιτικών κρατούμενων αυτό που ώθησε την Βέρα Ζάσουλιτς να δώσει μια έκφραση στο γενικό κλίμα αγανάκτησης με τη δολοφονική απόπειρα κατά του στρατηγού Τρέποβ. Το παράδειγμά της βρήκε και άλλους μιμητές στους κύκλους της επαναστατικής διανόησης, που στερούνταν κάθε μαζική υποστήριξη. Αυτό που ξεκίνησε σαν πράξη απερίσκεπτης εκδίκησης αναπτύχθηκε σε ένα οργανωμένο σχέδιο μεταξύ 1879-81. Τα ξεσπάσματα των δολοφονικών ενεργειών των αναρχικών στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική πάντα συμβαίνουν μετά από κάποια ακρότητα που έχει κάνει η κυβέρνηση όπως τον πυροβολισμό κατά των απεργών ή την εκτέλεση των πολιτικών αντιφρονούντων. Το σημαντικότερο ψυχολογικό στήριγμα της τρομοκρατίας είναι πάντα το συναίσθημα της εκδίκησης με σκοπό να δοθεί μια απάντηση.
Δεν χρειάζεται να σημειώσουμε το ότι η Σοσιαλδημοκρατία δεν έχει τίποτα το κοινό με την αγοραία αντίληψη των ηθικολόγων, που σχολιάζουν μια τρομοκρατική ενέργεια, με δακρύβρεχτες διακηρύξεις για την «απόλυτη αξία» της ανθρώπινης ζωής. Αυτοί είναι οι ίδιοι άνθρωποι που σε άλλες περιπτώσεις και στο όνομα άλλων – «απόλυτων αξιών» – όπως για παράδειγμα την τιμή του έθνους ή το πρεστίζ της μοναρχίας – είναι έτοιμοι να σπρώξουν εκατομμύρια ανθρώπους στην κόλαση του πολέμου. Σήμερα ο εθνικός τους ήρωας είναι ο υπουργός που δίνει διαταγές να αρχίσει πυρ κατά των άοπλων εργατών – στο όνομα της υπεράσπισης του ιερού δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας και αύριο, όταν το απελπισμένο χέρι ενός άνεργου εργάτη θα ακουμπήσει τη σκανδάλη ενός όπλου, θα αρχίσουν να λένε όλων των ειδών τις ανοησίες σχετικά με τον αποτροπιασμό τους για κάθε μορφή βίας απ΄ όπου κι αν προέρχεται. Ο,τι κι αν λένε οι ευνούχοι και οι φαρισαίοι της ηθικής, το αίσθημα της εκδίκησης έχει το δίκιο του. Κάνει την εργατική τάξη τη μεγαλύτερη ηθική δύναμη που δεν κοιτάει με αδιαφορία αυτά που συμβαίνουν σ΄ αυτόν τον καλύτερο από τους δυνατούς κόσμους. Δεν πρέπει να καταπραΰνουμε το ανικανοποίητο αίσθημα εκδίκησης που έχει το προλεταριάτο, αλλά αντίθετα να το τσιγκλάμε ξανά και ξανά, να το εμβαθύνουμε και να το κατευθύνουμε ενάντια στις αληθινές πηγές της κοινωνικής αδικίας και του απανθρωπισμού – αυτό είναι το καθήκον της Σοσιαλδημοκρατίας. Ας αντιτασσόμαστε στις τρομοκρατικές ενέργειες, αυτό γίνεται επειδή η ατομική εκδίκηση δεν μας ικανοποιεί. Ο λογαριασμός που έχουμε να ξοφλήσουμε με το καπιταλιστικό σύστημα είναι πολύ μεγάλος για να περιοριστεί σε κάποιον λειτουργό που ονομάζεται υπουργός. Το να μελετάμε και να κοιτάμε όλα τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και όλες τις ύβρεις στις οποίες υποβάλλεται το ανθρώπινο σώμα και το πνεύμα, από τις διεστραμμένες λειτουργίες και εκφράσεις του υπάρχοντος κοινωνικού συστήματος, με σκοπό να κατευθύνουμε όλες μας τις ενέργειες στη συλλογική πάλη ενάντια σ΄ αυτό το σύστημα – αυτός είναι ο σκοπός στον οποίο η φλεγόμενη επιθυμία μας για εκδίκηση μπορεί να βρει τη μεγαλύτερη ηθική ικανοποίηση.
Μετάφραση Γ.Χ.