Σχεδόν δύο μήνες από την έναρξη του κινήματος κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του Μακρόν, οι γαλλικές μάζες απέδειξαν για άλλη μια φορά την αποφασιστικότητα τους να αγωνιστούν. Την Τρίτη 7 Μαρτίου, περίπου 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους σε 300 συγκεντρώσεις, σύμφωνα με τα συνδικάτα. Αυτή είναι η έκτη «ημέρα δράσης» από τις 19 Ιανουαρίου και έβγαλε έναν αριθμό διαδηλωτών – ρεκόρ στους δρόμους.
Ενώ ο Μακρόν παριστάνει ότι του είναι αδιάφορο αυτό το κίνημα, η κυβέρνησή του προσπαθεί, μάταια, να εκτρέψει την προσοχή των μαζών. Οι Γάλλοι εργαζόμενοι και η νεολαία έμειναν εντελώς ανεπηρέαστοι από την προσπάθεια να υποβαθμιστεί το ζήτημα των συντάξεων. Αν μη τι άλλο, η υποκρισία της κυβέρνησης αυξάνει την οργή τους.
Ρεκόρ κινητοποιήσεων
Η άρχουσα τάξη ήλπιζε να εξασθενίσει το κίνημα, αλλά αυτό αναπτύσσεται, αν και σταδιακά προς το παρόν. Αυτό γίνεται παρά τις προσπάθειες των συνδικαλιστών γραφειοκρατών να οδηγήσουν τον αγώνα σε αδιέξοδο και να τον εκτονώσουν.
Σε ορισμένες μικρές πόλεις οι διαδηλωτές έφτασαν έως και το ένα τρίτο του πληθυσμού. Σε μεγαλύτερες πόλεις, η δυναμική έχει επίσης συνεχίσει να αυξάνεται. Σύμφωνα με τη συνδικαλιστική συνομοσπονδία CGT, 250.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στους δρόμους της Μασσαλίας και 700.000 στο Παρίσι.
Μια από τις αιτίες που προσέδωσε μεγάλη δυναμική σε αυτές τις κινητοποιήσεις, ήταν η ασυνήθιστη ενότητα των διαφορετικών συνδικάτων, η οποία αντανακλά την πίεση στις ηγεσίες τους από τα κάτω. Όλα τα συνδικάτα, συμπεριλαμβανομένης της CGT και της πιο συντηρητικής CFDT, κάλεσαν σε γενική απεργία την 7η Μαρτίου. Κινητοποιήσαν χιλιάδες εργαζόμενους σε πολλούς κλάδους.
Και τα επτά διυλιστήρια πετρελαίου στη Γαλλία έκλεισαν. Σχεδόν τα δύο τρίτα των δασκάλων απεργήσαν, μαζί με το ένα τέταρτο των δημόσιων υπαλλήλων. Τα τρία τέταρτα των προγραμματισμένων δρομολογίων τρένων όλης της Γαλλίας ακυρώθηκαν, ενώ οι αεροπορικές εταιρίες ακύρωσαν περίπου το ένα τρίτο των προγραμματισμένων πτήσεων.
Η οργή των μαζών κλιμακώνεται και πολλοί εργαζόμενοι υπερβαίνουν το γενικό αίτημα για την απόσυρση της αντιδραστικής συνταξιοδοτικής αντιμεταρρύμισης του Μακρόν και στρέφουν την οργή τους ενάντια στην ίδια την αστική κυβέρνησή του.
Σε αρκετούς χώρους εργασίας τον τελευταίο μήνα, το κίνημα έχει πυροδοτήσει απεργίες που διεκδικούν μεγαλύτερες αυξήσεις στους μισθούς, στο πλαίσιο του υψηλού πληθωρισμού. Αυτή η ριζοσπαστικοποίηση έχει τραβήξει επίσης νεότερα τμήματα της εργατικής τάξης να συμμετάσχουν στον αγώνα.
Η βαθιά κρίση του γαλλικού καπιταλισμού έχει αντίκτυπο στη συνείδηση των εργαζόμενων. Νέα στρώματα κινούνται προς τα συνδικάτα ως το βασικότερο μέσο για την υπεράσπιση των μισθών, των εργασιακών συνθηκών και του βιοτικού τους επιπέδου, αν και σε σχετικά μικρό αριθμό προς το παρόν.
Έχουμε δει ένα παρόμοιο φαινόμενο να συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, με μια αναζωογόνηση των ταξικών αγώνων στη Γερμανία, τη Βρετανία, τις ΗΠΑ, και αλλού. Μόνο ο συντηρητισμός των συνδικαλιστικών ηγεσιών περιορίζει αυτήν τη διαδικασία.
Στη Γαλλία, εδώ και χρόνια, στους αγώνες των συνδικάτων πρωτοστατούν οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα. Αλλά αν τα συνδικάτα επέκτειναν τα αιτήματα τους ώστε αυτά να εκφράσουν τη μαχητική διάθεση που αναπτύσσεται στην κοινωνία, το κίνημα θα μπορούσε να εμπνεύσει ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας και να εξαπλωθεί γρήγορα στον ιδιωτικό τομέα.
Απεργιακός αγώνας διαρκείας!
Πολλοί εργαζόμενοι κατανοούν ότι ακόμη μια «ημέρα δράσης» δεν θα είναι αρκετή για να ρίξει την κυβέρνηση. Έχουν ξανακούσει αυτό το τραγούδι και ξέρουν πως τελειώνει: με κόπωση, απογοήτευση και ήττα.
Ορισμένα τμήματα της εργατικής τάξης εξάγουν πιο ριζοσπαστικά συμπεράσματα σχετικά με την αγωνιστική στρατηγική που απαιτείται για να νικηθεί ο Μακρόν. Ειδικότερα, οι ομοσπονδίες της CGT που εκπροσωπούν τους εργαζόμενους στον πετροχημικό τομέα, στους σιδηρόδρομους, στον τομέα της ενέργειας και στα λιμάνια, ήδη πριν από την ημέρα δράσης της 7ης Μάρτη καλούσαν σε απεργιακούς αγώνες διαρκείας.
Όμως, η αποτυχία των κεντρικών συνδικαλιστών ηγετών να συντονίσουν αυτές τις απεργιακές δράσεις διαρκείας και να τις καταστήσουν μέρος ενός γενικού καλέσματος για πανεργατικό απεργιακό αγώνα διαρκείας, σημαίνει ότι αυτοί οι κλάδοι κινδυνεύουν να μείνουν απομονωμένοι.
Αντί να βασιστούν σε αυτούς τους αγώνες και να επεκτείνουν το κίνημα, τα συνδικάτα κάλεσαν δύο ακόμα μεμονωμένες ημέρες δράσης στις 11 και στις 15 Μαρτίου, ενώ ταυτόχρονα ζητούν μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση του Μακρόν.
Αυτή είναι η ίδια χρεοκοπημένη στρατηγική που έχουμε δει αμέτρητες φορές: να αντιμετωπίζεται το μαζικό κίνημα της εργατικής τάξης ως μια βρύση που μπορεί να ανοίγει και να κλείνει κατά βούληση, ως μέσο για να πιεστεί η άρχουσα τάξη να προσέλθει σε διαπραγμάτευση στο παρασκήνιο.
Ένα ενδεχόμενο απέναντι στο οποίο οι γραφειοκράτες των συνδικάτων είναι εξαιρετικά φοβικοί, είναι το απεργιακό κίνημα «να ξεφύγει από τον έλεγχο», δηλαδή να μετατραπεί σε μια γενική απεργία διαρκείας εκτός του ελέγχου τους.
Την ίδια στιγμή, ο Μελανσόν, ο ηγέτης του αριστερού κινήματος «Ανυπότακτη Γαλλία» και της συμμαχίας NUPES στο κοινοβούλιο, ζητά είτε να γίνει δημοψήφισμα για το νομοσχέδιο για τις συντάξεις είτε διάλυση του κοινοβουλίου για να «αρθεί το αδιέξοδο».
Αυτό που αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα αυτή η στάση, είναι μια προσπάθεια να κατευθυνθεί ο αγώνας σε ασφαλή, «θεσμικά» κανάλια, αντί να αναπτυχθεί μια στρατηγική κλιμάκωσης της ταξικής πάλης για την ανατροπή του Μακρόν.
Τεράστιες δυνατότητες
Οι δυνατότητες για έναν αγώνα διαρκείας είναι τεράστιες. Αλλά για να γίνουν πραγματικότητα αυτές οι δυνατότητες, το κίνημα πρέπει να διευρύνει την απεύθυνσή του, συνδέοντας τον εαυτό του με τα συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και η νεολαία.
Αυτό σημαίνει διεκδικήσεις σχετικά με τους μισθούς, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, ενάντια στην υποχρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών, ενάντια στις αντιδραστικές αλλαγές για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο κλπ. Πάνω απ’ όλα, το κίνημα πρέπει να θέσει ως πολιτικό στόχο του την πτώση της μισητής κυβέρνησης Μακρόν.
Το απεργιακό κίνημα έχει μαζική υποστήριξη, γεγονός που δείχνει το βάθος της οργής στη γαλλική κοινωνία. Το 70% του πληθυσμού αντιτίθεται στην αντιμεταρρύθμιση του Μακρόν για τις συντάξεις και το 56% υποστηρίζει τις αποφάσεις των συνδικάτων για επαναλαμβανόμενες απεργίες.
Ωστόσο, αντί να οδηγήσουν το κίνημα προς τα εμπρός, οι ρεφορμιστές ηγέτες στα συνδικάτα και στο κοινοβούλιο περιορίζουν τον αγώνα στο στενό πλαίσιο των κοινοβουλευτικών διαδικασιών και των εκκλήσεων για διαπραγματεύσεις με τον Μακρόν. Αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο.
Θα μπορούσε, όμως, το παράδειγμα των εργατών που έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή του αγώνα να «ηλεκτρίσει» την κατάσταση και να δώσει σε όλο και περισσότερους κλάδους την αυτοπεποίθηση για να κηρύξουν αγώνα διαρκείας. Παρά τη συντηρητική στρατηγική της ηγεσίας, μπορεί να προκύψουν απεργίες διαρκείας σε μια σειρά εργασιακούς χώρους.
Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: οι παλιές μέθοδοι έχουν δοκιμαστεί, ξανά και ξανά, μέχρι τις καταστροφικές τους συνέπειες. Υπάρχουν ακόμα αξιοσημείωτα αποθέματα μαχητικότητας τις γαλλικές μάζες, αλλά το κίνημα είτε θα προχωρήσει μπροστά είτε θα οδηγηθεί στην ήττα.
Γεωργία Τζιρκαλλή
πηγή: ιστοσελίδα marxist.com