Μετά το άνοιγμα των μετώπων σε ασφαλιστικό, ωράρια, συλλογικές συμβάσεις τα πυρά της ΝΔ στρέφονται κατά της Δημόσιας εκπαίδευσης. Με την πρόταση για αναθεώρηση του συντάγματος και την κατάργηση του άρθρου 16 η κυβέρνηση σκοπεύει να προσφέρει στο κεφάλαιο ένα ανεκμετάλλευτο μέχρι τώρα πεδίο της «αγοράς», την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η εμπειρία έχει δείξει (σε Αμερική και Ευρώπη) ότι ο χώρος αυτός μπορεί να προσφέρει σημαντικά κέρδη όχι μόνο με την καταβολή διδάκτρων από τους φοιτητές αλλά με το ρόλο που μπορούν να παίξουν τα πανεπιστήμια σαν «εργοστάσια» προμήθευσης της αγοράς με απόλυτα εξειδικευμένο και φθηνό εργατικό δυναμικό.
Τα επιχειρήματα για τα ιδιωτικά ΑΕΙ και η αλήθεια
Τα αντιδραστικά επιχειρήματα της κυβέρνησης για το άνοιγμα των πυλών των πανεπιστημίων στους ιδιώτες δεν περιορίζονται στην ανταγωνιστικότητα. Ένα βασικό επιχείρημα είναι η σημερινή απαξίωση της εκπαίδευσης, η άθλια κατάσταση σε πανεπιστήμια (υποδομές, προγράμματα σπουδών κτλ.). Το ερώτημα που πολύ εύκολα προκύπτει από τις παραπάνω θέσεις είναι ποιος προκάλεσε αυτήν την απαξίωση. Η απάντηση προκύπτει εξίσου εύκολα με μία παρατήρηση στον ψηφισθέντα προϋπολογισμό και την μείωση στις δαπάνες για την παιδεία τις οποίες προέβλεπε. Η κυβέρνηση πάντως πασχίζει να πείσει την κοινωνία ότι για την κατάσταση των πανεπιστημίων σήμερα φταίνε οι ανάξιοι καθηγητές-δημόσιοι υπάλληλοι- και οι αμελείς φοιτητές και σε καμιά περίπτωση η έλλειψη υλικοτεχνικών υποδομών, προσωπικού και χρηματοδότησης που φθάνουν σε τέτοιο βαθμό ώστε πολλά πανεπιστήμια να μη μπορούν να πληρώσουν θέρμανση και τηλέφωνο. Αντίθετα γίνεται μια προσπάθεια να «αναδειχτεί» ο κοινωνικός χαρακτήρας της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Είναι μια πάγια τακτική του κράτους να αιμοδοτεί την ελληνική αστική τάξη παραδίδοντας της ακμαίες δημόσιες επιχειρήσεις που είχε πριν φροντίσει να απαξιώσει. Μπορούμε όμως να χαρακτηρίσουμε το εκπαιδευτικό σύστημα ως επιχείρηση; Είναι ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση και το κεφάλαιο έτσι τη βλέπουν.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ήδη προωθεί μία σειρά από μέτρα που θα κάνουν πιο «ομαλή» τη μετάβαση των πανεπιστημίων σε ιδιώτες. Ένα από τα κύρια είναι η κατάργηση του ασύλου, του οποίου κατά την κυβέρνηση γίνεται «κατάχρηση» με αποτέλεσμα να διεξάγονται «παράνομες» δραστηριότητες στο χώρο των πανεπιστημίων. Πάντως η πανεπιστημιακή κοινότητα έχει μέχρι σήμερα αποδείξει ότι μπορεί να διευθετήσει τις εσωτερικές της υποθέσεις και τα ποινικά αδικήματα μπορεί να πει κανείς ότι είναι ανύπαρκτα. Μένει λοιπόν να δούμε τι θεωρεί ως παράνομο η κυβέρνηση. Είναι φανερό ότι το άσυλο αποτελεί ένα μεγάλο αγκάθι στην πορεία προς την ιδιωτικοποίηση. Κανένας ιδιώτης δεν θα θεωρούσε συμφέρουσα μία επιχείρηση που δεν αστυνομεύεται(πόσο μάλλον όταν κυκλοφορούν «ελεύθερες» ιδέες). Η τροποποίηση-κατάργηση του ασύλου λοιπόν, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την «εισβολή» του κεφαλαίου.
Ένα άλλο βασικό μέτρο είναι η κατάργηση των «αιωνίων» φοιτητών. Η κυβέρνηση σκοπεύει να απαλλαχτεί με ένα τεχνητό τρόπο από τους φοιτητές που καθυστερούν να τελειώσουν το πανεπιστήμιο βάζοντας ένα ανώτατο χρονικό όριο φοίτησης. Οι πανεπιστημιακοί όμως δηλώνουν ότι ο μεγάλος αριθμός φοιτητών που χρωστά μαθήματα δεν επιβαρύνει ούτε οικονομικά, ούτε λειτουργικά τα πανεπιστήμια. Το μέτρο αυτό βέβαια έχει ξεκάθαρο στόχο. Με τον καθορισμό ανώτατου χρονικού ορίου αμέσως οι φοιτητές μπαίνουν σε ένα εντατικοποιημένο πρόγραμμα σπουδών στα πρότυπα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης απομακρύνεται η πλειοψηφία των φοιτητών από τα φτωχά λαϊκά στρώματα που αποτελούν (επί το πλείστον) και τους εργαζόμενους φοιτητές αφού δεν μπορούν να έχουν συστηματική παρακολούθηση των μαθημάτων. Η απομάκρυνση των φοιτητών αυτών είναι απαραίτητη στο κεφάλαιο γιατί απλά δεν θα έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν σε ένα μελλοντικό ιδιωτικό πανεπιστήμιο και συνεπώς θα είναι αυτοί που θα δημιουργήσουν τα σοβαρότερα «προβλήματα» στην «ομαλή « μετάβαση των πανεπιστημίων προς την ιδιωτικοποίηση.
Απ’ τα έδρανα της βουλής ακούγεται βέβαια καθησυχάσθηκα ότι τα πανεπιστήμια αυτά δεν θα είναι πλήρως ιδιωτικά αλλά μη κρατικά-μη κερδοσκοπικά. Αλήθεια ποιος είναι ο λόγος για έναν ιδιώτη να επενδύσει σε ένα πανεπιστήμιο αν αυτό δεν παράγει καθόλου κέρδος; Ακόμα κι αν οι καπιταλιστές δεν βγάζουν άμεσα ούτε δεκάρα από τα πανεπιστήμια μπορούν να έχουν τεράστια κέρδη από τη σύνδεση με την αγορά. Μία μεγάλη πολυεθνική εταιρία ηλεκτρονικών για παράδειγμα θα μπορεί να επενδύσει σε ένα πανεπιστήμιο του αντίστοιχου κλάδου(ξοδεύοντας πολύ λιγότερα από το να χτίσει δικές τις εγκαταστάσεις) Δημιουργώντας ένα ταχύρρυθμο πρόγραμμα σπουδών με απόλυτη εξειδίκευση πάνω στην τεχνολογία της ,η εταιρεία εξασφαλίζει ένα καλά εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό γρήγορα και φθηνά. Οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων αυτών όμως λόγω της εκπαίδευσης πάνω στην τεχνολογία της εταιρίας είναι και άμεσα εξαρτημένοι από αυτήν. Παράγονται έτσι εφεδρείες εργαζομένων με υψηλή εξειδίκευση και λίγες απαιτήσεις. Τα πανεπιστήμια χάνουν με αυτόν τον τρόπο τον κοινωνικό τους χαρακτήρα και από «προμηθευτές» επιστημονικού δυναμικού στην κοινωνία υποβαθμίζονται σε κέντρα σεμιναρίων για εταιρίες.
O τομέας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βέβαια μπορεί να αποβεί τόσο κερδοφόρος όσο και επιζήμιος για το κεφάλαιο. Οι έρευνες που διεξάγονται σε μία σειρά πανεπιστήμια στη χώρα και σχετίζονται με θέματα δημόσιας υγείας, οικολογίας και άλλα μπορούν να αποβούν καταστροφικές για τα κέρδη των καπιταλιστών. Οι καπνοβιομηχανίες στις ΗΠΑ π.χ. έχασαν δισεκατομμύρια δολάρια από την έρευνα που αποδείκνυε ότι το τσιγάρο προκαλεί καρκίνο(παρόλη την προσπάθεια να ελέγξουν τις έρευνες αυτές). Ο χώρος των ερευνών είναι λοιπόν ζωτικός για το κεφάλαιο για 2 βασικούς λόγους, αφενός για τον έλεγχο και την παραποίηση ερευνών που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές απώλειες κερδών και αφετέρου την τελειοποίηση των μέσων παραγωγής και την αύξηση των κερδών.
Αγωνιστική απάντηση
Οι ιδιωτικοποιήσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση συνεπώς υποβαθμίζουν αποφασίστηκα τον κοινωνικό χαρακτήρα των πανεπιστημίων και ολοκληρώνουν τον ταξικό χαρακτήρα της σημερινής παιδείας απομακρύνοντας τα παιδία των φτωχών λαϊκών στρωμάτων από την ανώτατη εκπαίδευση.
Η απάντηση των φοιτητών δεν μπορεί παρά να είναι το ίδιο αποφασιστική και αγωνιστική. Η άνοδος του φοιτητικού κινήματος είναι η μόνη που μπορεί να σταθεί καθοριστικό εμπόδιο στα σχέδια του κεφαλαίου.
Σήμερα χρειάζεται ο συντονισμός του αγώνα των φοιτητών με εκείνου των καθηγητών και με το σύνολο του εργατικού κινήματος για να διεκδικήσουμε μια εκπαίδευση πραγματικά δημόσια και δωρεάν, πραγματικά ολόπλευρη και επιστημονική. Η διεκδίκηση μιας τέτοιας εκπαίδευσης αποτελεί και αγώνα για μια κοινωνία που μπορεί να την προσφέρει, αποτελεί συνεισφορά στον ίδιο τον αγώνα για τον σοσιαλισμό.