Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΤο Αριστερό Ρεύμα αντιμέτωπο με το παρελθόν και το μέλλον

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Το Αριστερό Ρεύμα αντιμέτωπο με το παρελθόν και το μέλλον

Ένα αναλυτικό κείμενο του σ. Γιώργου Κολλιά που αποκαθιστά και διασαφηνίζει τις απόψεις του μαρξισμού για τα κρίσιμα ζητήματα του πολιτικού χαρακτήρα της ρωσικής επανάστασης, της τακτικής του Ενιαίου Μετώπου και της πολιτικής των Λαικών Μετώπων, του ρόλου του σταλινισμού και της θεωρίας των σταδίων, με άξονα την αναγκαία πολιτική κατεύθυνση για το Αριστερό Ρεύμα και τη ΛΑΕ σήμερα. Αξίζει να διαβαστεί προσεκτικά. Αναδημοσιεύεται από την ΙΣΚΡΑ.

 

1. ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΛΛΕΙΜΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΣΥΝ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΣΥΡΙΖΑ.

Η ταχύτατη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ από μια δύναμη ανατροπής της λιτότητας και του μνημονίου σε μια δύναμη επιβολής της λιτότητας και συνέχισης ακόμη πιο βάρβαρων πολιτικών αφαίμαξης των λαϊκών τάξεων, που ο ίδιος εκπροσώπησε πολιτικά, οδήγησε σε αποχώρηση απ αυτόν της αριστερής του πτέρυγας και την συγκρότηση του πολιτικού σχήματος της ΛΑΕ ανοίγοντας την συζήτηση για τους όρους και τις προϋποθέσεις της ανασύνταξης των κοινωνικών δυνάμεων που αντιτάχθηκαν στα μνημόνια σε μια νικηφόρα πορεία και προοπτική. Σε αυτή την πρόκληση ο ρόλος του Αριστερού Ρεύματος θα αποβεί καθοριστικός, μιας δύναμης που αποτελούσε διαχρονικά τον εγγυητή των ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών του ΣΥΝ, οδήγησε στην δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ μαζί με άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς και αποτέλεσε μετέπειτα τον βασικό κορμό της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως παρά την θετική του συνεισφορά το Αριστερό Ρεύμα ως βασική του αδυναμία είχε την έλλειψη θεωρητικών προσεγγίσεων και αναζητήσεων πάνω στα ζητήματα της στρατηγικής της μετάβασης, αλλά και την απουσία μιας συστηματικής επαναθεώρησης και αξιολόγησης της ιστορικής εμπειρίας του κομμουνιστικού κινήματος τόσο της δημοκρατικής και επαναστατικής του παράδοσης, όσο και της παράδοσης που την διαδέχθηκε μετά το 1923 και οδήγησε σε ήττα το μεγαλύτερο εγχείρημα κοινωνικής απελευθέρωσης των εργαζόμενων τάξεων στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Η απουσία μιας ιδεολογικοποιημένης λειτουργίας στο εσωτερικό του, συνέβαλε σε αναζήτηση της πολιτικής του ηγεμονίας μέσα στον ΣΥΝ αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ με όρους πολιτικής συγκυρίας, οργανωτικούς και γραφειοκρατικούς. Μετέτρεπε το Α.Ρ από ιδεολογική τάση σε έναν μηχανισμό που αδυνατούσε να επιτύχει μια στοιχειώδη πολιτική και ιδεολογική ομοιογένεια σε κρίσιμα ζητήματα που προέκυπταν μέσα στην ιστορική του διαδρομή. Η στάση μας για παράδειγμα στο ζήτημα του χαρακτήρα και της φύσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή της προτεραιότητας των κοινωνικών ανταγωνισμών εντός του εθνικού κοινωνικού σχηματισμού έναντι του Ευρωπαϊκού πλαισίου, ήταν καθοριστικής σημασίας οδηγώντας τελικά σε διάσπασή του, αναδιατάσσοντας τους εσωκομματικούς συσχετισμούς εις βάρος της αριστερής του πτέρυγας.

Η αδυναμία αυτή του ΑΡ, το οδηγούσε σε περιχαράκωση έναντι των συμμάχων του στα πλαίσια της Αριστερής Πλατφόρμας, στον ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα να συντηρούνται και να αναπαράγονται φαινόμενα καχυποψίας που σε μεγάλο βαθμό εμπόδιζαν, τόσο την αποτελεσματικότητα στην ενιαία δράση εντός του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και στην υπέρβαση των διαφορών που έχουν διαμορφωθεί ιστορικά στο κομμουνιστικό κίνημα μέσα από έναν συντροφικό διάλογο αξιολόγησης της συσσωρευμένης εμπειρίας του.

Η εμπειρία ωστόσο του Α.Ρ, και όχι μόνο εντός του ΣΥΡΙΖΑ, μας διευκολύνει να δούμε ξανά και με νηφάλιο τρόπο διλήμματα και κρίσιμες επιλογές που αντιμετωπίσαμε, και επαναφέρουν με νέους όρους, ζητήματα πάνω στα οποία εκδηλώθηκαν οξύτατες αντιπαραθέσεις μέσα στην ιστορική διαδρομή του κομμουνιστικού κινήματος. Το πολιτικό ρεύμα που ηγεμόνευσε τελικά μέσα σ αυτό καθόρισε και την έκβαση της πάλης στο κρίσιμο ζήτημα της εξουσίας. Η πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση εκδηλώθηκε βασικά πάνω σε τρεις άξονες. Πρώτον, στο ζήτημα του προγράμματος και της στρατηγικής της μετάβασης, δεύτερον, στο ζήτημα των συμμαχιών που υπηρετούσαν το συγκεκριμένο πρόγραμμα και στρατηγική, και τρίτον, στο ζήτημα του πολιτικού υποκειμένου που δίνει στόχο και προοπτική.

2. Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ ΚΑΙ Η ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ.

Μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα, τόσο πριν, όσο και μετά τον Οκτώβρη του 1917, συγκρούστηκαν δυο βασικές αντιλήψεις πάνω στο ζήτημα του χαρακτήρα της επικείμενης επανάστασης. Στους κόλπους του ρώσικου εργατικού κινήματος από τις απαρχές ακόμα της συγκρότησής του, αναπτύχθηκε ένας προβληματισμός στην βάση του οποίου σταδιακά διαμορφώθηκαν δύο διαφορετικές στρατηγικές για το χαρακτήρα της επανάστασης στο ρώσικο κοινωνικό σχηματισμό και την στάση της εργατικής τάξης απέναντι στο ζήτημα της εξουσίας, του Μενσεβικισμού και του Μπολσεβικισμού.

Οι Μενσεβίκοι είχαν την άποψη ότι η επανάσταση θα είχε αστικό χαρακτήρα με τον έλεγχο της εξουσίας από την αστική τάξη και την δημιουργία ενός αστικού κοινοβουλευτικού καθεστώτος με διακριτούς τους ρόλους των πολιτικών κομμάτων εκπροσώπων των κοινωνικών τάξεων της Ρωσίας. Υποστήριζαν την δημιουργία αστικής κυβέρνησης και συνεπώς, ο αγώνας του προλεταριάτου της Ρωσίας δεν θα έπρεπε να οδηγεί έξω από τα όρια του αστικού χαρακτήρα της επερχόμενης επανάστασης.

Οι Μπολσεβίκοι από την άλλη ενώ θεωρούσαν ότι ο αστικός χαρακτήρας της επανάστασης ήταν αναπόφευκτος υποστήριζαν ότι η κυβέρνηση που έπρεπε να προκύψει από αυτήν ήταν ένας συνασπισμός της εργατικής τάξης με την αγροτιά. Αναγνώριζαν την καθοριστική σημασία της εργατικής τάξης, η οποία όμως ήταν αδύνατο, από μόνη της, να επιτελέσει το στόχο της δίχως την αμέριστη συμπαράσταση και συμμαχία της με την αγροτιά το μεγαλύτερο πληθυσμιακά στρώμα στη Ρωσία. Η νίκη της επανάστασης μέσω της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά, θα έφερνε στην εξουσία μια δημοκρατική δικτατορία η οποία όμως δεν ταυτίζονταν με την δικτατορία του προλεταριάτου. Ακριβώς αυτή την θεώρηση των Μπολσεβίκων συμπύκνωνε η διατύπωση του Λένιν για την «Επαναστατική Δημοκρατική Δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς» όχι όμως με σκοπό το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, αλλά, «Με σκοπό την εφαρμογή του μίνιμουμ προγράμματος της σοσιαλδημοκρατίας τότε, ελευθερίας συνδικαλιστικής, και πολιτικής οργάνωσης και δράσης, οχτάωρο, προστασία εργατική κλπ.κλπ1». Να πως ο ίδιος ο Λένιν έθετε το ζήτημα το 1905. «Στην Προσωρινή κυβέρνηση, μας λένε, η σοσιαλδημοκρατία θα έχει την εξουσία. Η Σοσιαλδημοκρατία όμως σαν κόμμα του προλεταριάτου δεν μπορεί να κρατάει στα χέρια της την εξουσία δίχως να προσπαθήσει να πραγματοποιήσει τη σοσιαλδημοκρατική ανατροπή (επανάσταση). Μα μόλις θα άρχιζε μια τέτοια δουλειά, θα αποτύχαινε σήμερα και μόνο θα ντροπιαζότανε….Αν η Σοσιαλδημοκρατία έκανε την απόπειρα να βάλει άμεσα – (δίχως αναβολή) για σκοπό της την σοσιαλιστική ανατροπή τότε πραγματικά μόνο θα ντροπιαζότανε2». Αυτή ήταν την περίοδο εκείνη η άποψη του Λένιν για την «Επαναστατική Δημοκρατική Δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς». Πρώτα θα ανατρέπονταν η φεουδαρχία, και θα εγκαθιδρύονταν η αστική δημοκρατία, όπου πάνω στο έδαφος αυτής, το προλεταριάτο της Ρωσίας θα συνέχιζε τον αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας. Η αντίληψη αυτή προσέγγιζε σε μεγάλο βαθμό αυτήν της «θεωρίας των σταδίων» που ο ίδιος, αργότερα το 1917, θα απορρίψει δίνοντας νικηφόρα προοπτική στην εξέγερση του Οκτώβρη.

3. Η ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙ.

Για τον πολιτικό χαρακτήρα της επανάστασης ο Τρότσκι θεωρούσε ότι η συμμαχία του προλεταριάτου και της αγροτιάς θα έλυνε τα προβλήματα της αστικοδημοκρατικής ολοκλήρωσης προχωρώντας την επαναστατική διαδικασία έξω από τα αστικοδημοκρατικά καθήκοντα υλοποιώντας ταυτόχρονα και σοσιαλιστικά μέτρα κοινωνικού μετασχηματισμού. Αυτό όμως το έργο μπορούσε να προχωρήσει μόνο μέσα από την δικτατορία του προλεταριάτου. Και αυτή η αντίληψη του Τρότσκι ήταν ο πυρήνας της θεωρίας της «Διαρκούς Επανάστασης» και διατυπώθηκε για πρώτη φορά, από τον ίδιο, στο έργο του «Αποτελέσματα κι Προοπτικές». Ισχυρίζονταν χαρακτηριστικά ότι «Το προλεταριάτο ερχόμενο στην εξουσία δεν μπορεί να περιοριστεί σε ένα αστικοδημοκρατικό πρόγραμμα…..πρέπει να καταστρέψει τους φραγμούς μεταξύ του μίνιμουμ και του μάξιμουμ προγράμματος.3

Είναι χαρακτηριστικό το ερώτημα που θέτει ο ίδιος ο Τρότσκι το 1906 λαμβάνοντας υπόψη την πείρα της αποτυχημένης επανάστασης του 1905 στη Ρωσία. «Πρέπει να εργαστούμε συνειδητά για μια εργατική κυβέρνηση στο βαθμό που η επανάσταση φέρνει αυτό το στάδιο κοντύτερα, ή πρέπει εκείνη την στιγμή να θεωρήσουμε την πολιτική εξουσία ως μια ατυχία που η αστική επανάσταση είναι έτοιμη να ρίξει στους εργάτες και που θα είναι καλύτερο να αποφύγουμε; Οφείλουμε να εφαρμόσουμε τα λόγια του “ρεαλιστή” πολιτικού Βόλμαρ σε σχέση με τους Κομουνάρους του 1871: Αντί να πάρουν την εξουσία θα ήταν καλύτερα να πήγαιναν για ύπνο…;»4

Απέναντι σε αυτό το ερώτημα ο Τρότσκι τάσσεται αποφασιστικά υπέρ μιας εργατικής κυβέρνησης που οι εκπρόσωποι της εργατικής τάξης θα είναι ο πυρήνας της και θα έχουν τον καθοριστικό ρόλο, με τα εργατικά συμφέροντα να ηγεμονεύουν προγραμματικά.. Απαντάει ότι «Στην περίπτωση καθοριστικής νίκης της επανάστασης, η εξουσία θα περάσει στα χέρια εκείνης της τάξης που θα έχει τον καθοδηγητικό ρόλο στην πάλη – με άλλα λόγια στα χέρια του προλεταριάτου»5. Στο δε ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού ξεκαθαρίζει ότι: «Το όλο πρόβλημα συνίσταται σ αυτό ακριβώς: Ποιος θα καθορίσει το περιεχόμενο της κυβερνητικής πολιτικής, ποιος θα σχηματίσει στο εσωτερικό της μια συμπαγή πλειοψηφία;

Ο Τρότσκι λοιπόν, από την απάντηση που δίνει στα παραπάνω ερωτήματα, θεωρεί ότι ο χαρακτήρας της επανάστασης στη Ρωσία θα είναι σοσιαλιστικός και όχι αστικοδημοκρατικός,, επιλύνοντας ταυτόχρονα και αστικοδημοκρατικά καθήκοντα. Από την άποψη αυτή ο ηγετικός ρόλος στην επανάσταση ανήκει στην ίδια την εργατική τάξη που οφείλει να αναλάβει το καθήκον του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού μέσω της δικτατορίας του προλεταριάτου. Συνοψίζοντας την θέση του στο έργο του Αποτελέσματα και Προοπτικές αναφέρει πως «Δεν μπορεί να γίνει λόγος για καμία ιδιαίτερη μορφή προλεταριακής διχτατορίας μέσα στην αστική επανάσταση, δηλαδή για μια ιδιαίτερη διχτατορία του προλεταριάτου (ή του προλεταριάτου και της αγροτιάς). Η εργατική τάξη δεν μπορεί να εξασφαλίσει το δημοκρατικό χαρακτήρα της διχτατορίας της δίχως να ξεπεράσει τα όρια του δημοκρατικού της προγράμματος»

4. Ο ΛΕΝΙΝ ΣΥΝΤΑΣΣΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.

Με την άποψη του Τρότσκι θα συνταχθεί ο Λένιν λίγους μήνες πριν τον Οκτώβρη του 1917, διαβάζοντας σωστά τη συγκυρία της αλλαγής της κατάστασης στην οποία δεν ανταποκρίνονταν η θέση του για τη «δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», η οποία όπως αναφέρθηκε προσέγγιζε σε μεγάλο βαθμό την «θεωρία των σταδίων». Το γεγονός όμως ότι ο Λένιν έδινε μεγάλη σημασία στο ειδικό βάρος του ίδιου του ταξικού συσχετισμού που διαμόρφωνε η κοινωνική διαπάλη, καθώς επίσης στο ρόλο και στη σημασία του Κόμματος ως πολιτικής πρωτοπορίας6, κατάλαβε ότι τα δεδομένα, λίγους μήνες μετά το 17 είχαν αλλάξει, και εάν το μπολσεβίκικο Κόμμα επέμενε να υποστηρίζει το παλιό σχήμα της «δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς» θα μετατρέπονταν, από άποψη θέσεων, σε ουρά του μενσεβικισμού αδυνατώντας να δώσει νικηφόρα προοπτική στην επανάσταση. Υιοθετεί έτσι το σχήμα του Τρότσκι για τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης, απορρίπτοντας την θέση που ο ίδιος είχε διαμορφώσει για τον σταδιακό της χαρακτήρα.

Να τι μας λέει ο ίδιος ο Λένιν τον Απρίλη του 1917. «Όποιος μιλάει για «επαναστατική δημοκρατική διχτατορία» πέρασε ουσιαστικά με το μέρος της μπουρζουαζίας ενάντια στην ταξική πάλη του προλεταριάτου. Ο τύπος αυτός πάλιωσε. Η ζωή τον έφερε από το βασίλειο των γενικών τύπων στο βασίλειο της πραγματικότητας, τόνε γιόμισε με σάρκες και οστά, τον έκανε συγκεκριμένο και έτσι τόνε τροποποίησε»7 Αυτή την αλλαγή της θέσης του Λένιν η οποία ήταν απόρροια της κατανόησης της δυναμικής της κοινωνικής σύγκρουσης μέσα από την ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης στην συγκεκριμένη στιγμή, και που ο Τρότσκι μπόρεσε να προβλέψει από το 1905 ακόμη, δεν μπόρεσαν να την καταλάβουν οι Μπολσεβίκοι που καθοδηγούσαν τότε το Κόμμα μέσα στη Ρωσία μετά την επανάσταση του Φλεβάρη του 17 και στάθηκαν απέναντί του (Στάλιν, Κάμενεφ Ζηνόβιεφ) έχοντας με το μέρος τους την πλειοψηφία της Κ.Ε και υπό τον έλεγχό τους το καθοδηγητικό όργανο του Κόμματος την «Πράβντα». Η πολιτική κατεύθυνση ήταν κριτική στήριξη της Προσωρινής Κυβέρνησης και πίεση να προχωρήσει σε μέτρα αστικοδημοκρατικού εκσυγχρονισμού. Μια κατεύθυνση βασιζόμενη στο παλιό και ξεπερασμένο πια σχήμα της «Επαναστατικής Δημοκρατικής Δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς».

Λίγες μέρες πριν φθάσει ο Λένιν στη Πετρούπολη η διεύθυνση της Κ.Ε των Μπολσεβίκων στη Ρωσία υπό την καθοδήγηση του Στάλιν Κάμενεφ Ζηνόβιεφ, δημοσιεύει άρθρο στην «Πράβντα» όπου μεταξύ άλλων τονίζονται τα εξής. «Το σύνθημά μας δεν είναι η διάλυση του επαναστατικού και επαναστατικοποιούμενου στρατού, όχι το ανόητο κάτω ο πόλεμος!» Το σύνθημά μας είναι πίεση (!) πάνω στην προσωρινή κυβέρνηση με το σκοπό να την εξαναγκάσουμε να εμφανιστεί ανοιχτά μπροστά στην παγκόσμια Δημοκρατία(!) με την προσπάθεια να απαιτήσει απ όλες τις εμπόλεμες χώρες ν αρχίσουν αμέσως διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου. Μέχρι τότε όμως καθένας θα μείνει στις θέσεις του στο μέτωπο! («Πράβντα αρ.9-15 Μάρτης 1917, άρθρο «χωρίς μυστική διπλωματία»8. Και ο Λένιν απαντά: «Να απευθυνόμαστε σε αυτήν την κυβέρνηση (Λβώφ-Γκούτσκωφ-Μιλιούκωφ) προτείνοντάς της να κλείσει ειρήνη, είναι σαν να κάνουμε κήρυγμα ηθικής σε διευθυντές οίκων ανοχής» (επιστολές από μακριά 12 Μάρτη) και συνεχίζει. «Είναι απόλυτα απαράδεχτο να κρύβουμε από τον εαυτό μας και από το λαό ότι η κυβέρνηση αυτή θέλει να κρύψει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ότι είναι πράχτορας του αγγλικού καπιταλισμού ότι στερεώνει την εξουσία των γαιοκτημόνων και των καπιταλιστών (8 Μάρτη).9

Στις 4 του Απρίλη ο Λένιν φθάνοντας στην Πετρούπολη στέλνει επιστολή στην Κ.Ε του Κόμματος. «Καμιά υποστήριξη στην Προσωρινή Κυβέρνηση, ξεσκέπασμα αλύπητο των απατηλών της υποσχέσεων, ειδικά στο σημείο για την παραίτηση από προσαρτήσεις. Ξεμασκάρεμά της αντί να της προβάλουμε την απαίτηση, που γεννάει τερατώδες αυταπάτες, να πάψει η κυβέρνηση αυτή να ναι η κυβέρνηση των καπιταλιστών, να ναι ιμπεριαλιστική.»10

Είναι προφανές και ξεκάθαρο από τα παραπάνω ότι μέσα στους Μπολσεβίκους συγκρούονται δύο διαφορετικές αντιλήψεις σε σχέση με την τακτική που έπρεπε να ακολουθήσουν και την θέση τους για τον χαρακτήρα της επανάστασης. Ο Λένιν από θεωρητική και πολιτική σκοπιά προσεγγίζει και συγκλίνει με τις απόψεις του Τρότσκι, αναγνωρίζοντας ότι πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα το δίκιο ήταν με το μέρος του.

Ο Λένιν ευρισκόμενος στην μειοψηφία τότε στην ΚΕ, και κατηγορούμενος ότι διολισθαίνει προς τις αντιλήψεις του Τρότσκι για την «Διαρκή Επανάσταση», απευθύνεται στη βάση του Κόμματος και στην Συνδιάσκεψη του Απρίλη κερδίζει την πλειοψηφία αλλάζοντας την έως τότε τακτική του Κόμματος, θέτοντας ως άμεσο στόχο την κατάληψη της εξουσίας με το σύνθημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» και το ξεκίνημα της διαδικασίας σοσιαλιστικού μετασχηματισμού υλοποιώντας ταυτόχρονα και μέτρα αστικοδημοκρατικής ολοκλήρωσης.

5. Η ΤΡΙΤΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΙ Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ.

Παρά όμως το γεγονός του σπασίματος του αδύναμου κρίκου της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας από την ρώσικη εργατική τάξη υπό την καθοδήγηση του Μπολσεβίκικου Κόμματος, η ισχύς και η επιρροή της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη μέσα στην εργατική τάξη και τις συνδικαλιστικές της οργανώσεις, ήταν μεγάλη σε σημείο μάλιστα που αυτή η επιρροή είχε διεισδύσει σε μεγάλο βαθμό και μέσα στα νεοσύστατα και άπειρα πολιτικά Κομμουνιστικά Κόμματα. Από την άλλη, το εργατικό κίνημα βρέθηκε σε θέση άμυνας και υποχώρησης με τις δυνάμεις του διασπασμένες μπροστά στην επίθεση που δέχτηκε από την αστική τάξη των ευρωπαϊκών χωρών έπειτα από την κάμψη και εν τέλει την αποτυχία του επαναστατικού κινήματος που ξέσπασε στην Ευρώπη (Αυστρία, 1918, Ουγγαρία 1919, Γερμανία 1918–1923, Ιταλία 1919-1920) στον απόηχο της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Υπό αυτές τις συνθήκες προέκυψε η ανάγκη της επεξεργασίας μιας νέας επαναστατικής στρατηγικής που θα έπαιρνε υπόψη της την αντικειμενική κατάσταση του κινήματος θα ενοποιούσε τις αντιστάσεις και θα συσπείρωνε τις γραμμές της εργατικής τάξης, θα οργάνωνε την άμυνά της και θα δημιουργούσε τους όρους για το πέρασμα στην αντεπίθεση εναντίων του ταξικού της αντιπάλου. Αυτή η αναγκαιότητα ήταν που δημιούργησε την Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή το Μάρτιο του 1919, Ακριβώς πάνω σε αυτό το στόχο η Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνής, επικέντρωσε όλες της τις δυνάμεις και επεξεργάστηκε πρόγραμμα και τακτική αξιοποιώντας όλη την έως τότε εμπειρία του κινήματος θετική και αρνητική και ιδιαίτερα αυτήν της επιτυχημένης πορείας του Μπολσεβίκικου Κόμματος.

Στο ζήτημα του Προγράμματος κεντρική θέση έχει η μεταβατική λογική σε αντίθεση με την θεωρία των σταδίων, ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης και η δικτατορία του προλεταριάτου ως μια ιστορική διαδικασία ανατροπής και κοινωνικού μετασχηματισμού. Η πολιτική συμμαχιών που αντιστοιχεί σε έναν τέτοιο στόχο με βάση και την εμπειρία του Μπολσεβικισμού, είναι η τακτική του «Ενιαίου Μετώπου». Το 3ο και 4ο συνέδριο της Κομουνιστικής Διεθνούς, υιοθετεί την τακτική του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου ως μια στρατηγική ενότητας όλων των οργανώσεων και κομμάτων της εργατικής τάξης, ώστε αυτή να δώσει την μάχη της ενωμένη κάτω από την καθοδήγηση μιας ενιαίας ηγεσίας σε μια περίοδο που ο καπιταλισμός σταθεροποιεί τη θέση του κι περνάει στην αντεπίθεση μετά τον Οκτώβρη του 17 και τις αποτυχημένες επαναστάσεις στην Ευρώπη.

Η τακτική του Ε.Μ που υιοθετήθηκε από την Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή, από την μια μεριά, ήταν το καταστάλαγμα της θετικής εμπειρίας των Μπολσεβίκων στην πάλη τους για την ηγεμονία μέσα στα σοβιέτ ως αναγκαία συνθήκη για την επιτυχή κατάληξη της εξέγερσης του Οκτώβρη του 17, από την άλλη, ήταν η μόνη αποτελεσματική μέθοδος ώστε το εργατικό κίνημα να δώσει την μάχη του ενωμένο απέναντι στην επίθεση του αντιπάλου και το Κομμουνιστικό Κόμμα να ηγεμονεύσει ξανά μέσα στην εργατική τάξη δίνοντας στον αγώνα της για την εξουσία νικηφόρα προοπτική.

Έτσι, ενώ αμέσως μετά την επανάσταση του Οκτώβρη επικρατούσε ένας ενθουσιασμός στους κόλπους του επαναστατικού κινήματος και ήταν διάχυτη η αίσθηση ότι πολύ σύντομα η επανάσταση θα απλώνονταν σε όλη την Ευρώπη, η υποχώρηση του κινήματος και οι αλλαγές στους συσχετισμούς των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων ασφαλώς και είχε θέσει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα των ρυθμών της επαναστατικής διαδικασίας. Ο Τρότσκι, βασικός εισηγητής στο 3ο συνέδριο, αναγνώρισε ότι «Μόνο τώρα βλέπουμε και αισθανόμαστε πως δεν είμαστε κοντά στον τελικό μας σκοπό, την κατάκτηση της εξουσίας σε παγκόσμια κλίμακα, στην παγκόσμια επανάσταση. Λέγαμε το 1919 στους εαυτούς μας ότι ήταν ζήτημα μηνών, αλλά τώρα λέμε ότι μπορεί να είναι ζήτημα πολλών ετών». Ο ίδιος ο Ζηνόβιεφ, αναφερόμενος στα χρόνια 1921-22, εκτίμησε αργότερα ότι «Στην πραγματικότητα η τακτική του ενιαίου μετώπου αποτελούσε στην αρχή έκφραση του γεγονότος ότι είχαμε συνειδητοποιήσει: πρώτο ότι δεν έχουμε ακόμα την πλειοψηφία στην εργατική τάξη, δεύτερο ότι η σοσιαλδημοκρατία είναι ακόμη πολύ ισχυρή, τρίτο ότι είμαστε σε θέση άμυνας και ότι ο εχθρός επιτίθεται… Έτσι καταλήξαμε στο σύνθημα «Πρός τις μάζες» και στην τακτική του ενιαίου μετώπου» 11.

6. Η ΡΗΞΗ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ ΜΕ ΤΗΝ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΟΣΙΑΛΦΑΣΙΣΜΟ ΣΤΟ ΛΑΪΚΟ ΜΕΤΩΠΟ.

Η τακτική αυτή μετά το θάνατο του Λένιν και την επικράτηση του Στάλιν στην ηγεσία των Μπολσεβίκων, μέσα από την εσωκομματική διαπάλη, εγκαταλείφθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή το 1928, οδήγησε στην θεωρία του σοσιαλφασισμού στη Γερμανία, στην απομόνωση των Κομμουνιστών από τις εργατικές μάζες που ακολουθούσαν την σοσιαλδημοκρατία, και στο άνοιγμα του δρόμου για την επικράτηση του Ναζισμού. Επρόκειτο για την μια όψη της άρνησης της λενινιστικής πολιτικής συμμαχιών και της μπολσεβίκικης κληρονομιάς στην πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας που πλήρωσε ακριβά το εργατικό κίνημα στην Γερμανία αλλά και ευρύτερα το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα.

Όμως αντί μέσα από αυτή την καταστροφική για το κίνημα πολιτική, να βγουν τα αναγκαία συμπεράσματα και η σταλινική ηγεσία να επαναφέρει στην αντίληψή της την δοκιμασμένη και αποτελεσματική, από την άποψη της μεθόδου, τακτική του «ενιαίου μετώπου», από τα μέσα της δεκαετίας του 30 υιοθετεί την τακτική του «Λαϊκού Μετώπου» ανοίγοντας το δρόμο στην υποταγή της εργατικής τάξης και του κόμματός της εντός της συμμαχίας στα αστικά συμφέροντα. Η στροφή αυτή, ήταν το αποτέλεσμα της επιστροφής στην πριν του 1917 αντίληψη των μπολσεβίκων για το χαρακτήρα της επανάστασης, όπου σε προγραμματικό επίπεδο εγκαταλείπονταν η μεταβατική λογική και ο σοσιαλιστικός της χαρακτήρας, δίνοντας τη θέση της σε ένα πρόγραμμα που δεν έβγαινε έξω από τα πλαίσια της αστικοδημοκρατικής ολοκλήρωσης και συνεπώς δεν αμφισβητούνταν η καπιταλιστική εξουσία.

7. ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗΝ ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ.

Ποιες ήταν όμως οι συνέπειες μιας τέτοιας στροφής στο ζήτημα της πολιτικής συμμαχιών; Εφόσον λοιπόν ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός έφευγε από την ημερήσια διάταξη και άμεσος στόχος ήταν ένα στάδιο που θα προηγούνταν αυτού, τα συμφέροντα που θα ηγεμόνευαν στο πρόγραμμα δεν θα ήταν τα εργατικά. αλλά τα αστικά. Συνεπώς, στους συμμάχους της εργατικής τάξης συμπεριλαμβάνονταν και αστικά στρώματα τα οποία μέσα σε αυτή την συμμαχία έχουν έναν ηγεμονικό ρόλο που απορρέει από τα καθήκοντα και τους στόχους του προγράμματος με την υποταγή των εργατικών συμφερόντων στα αστικά συμφέροντα. Αυτός είναι ο πυρήνας της αντίληψης του λαϊκομετωπισμού.

Που οδήγησε αυτή η πολιτική των λαϊκών μετώπων το κομμουνιστικό κίνημα;

Στην αποτυχία της Κινέζικης Επανάστασης το 1927, όταν ο Στάλιν υποχρέωσε το ΚΚΚ να διαλυθεί και να ενταχθεί μέσα στο αστικό μέτωπο του Κουόμιντανγκ του Τσαγκ Κάι Σεκ, με τραγική κατάληξη την σφαγή του προλεταριάτου και των κινέζων κομμουνιστών στη Καντόνα.

Στην αποτυχία της Κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία το 1936, όταν το ΚΚΓ, ήδη από το 1935, διακήρυττε ότι ο μοναδικός «ρεαλιστικός» στόχος για το κίνημα ήταν η υπεράσπιση της κοινοβουλευτικής αστικής δημοκρατίας από το φασισμό. Για το σκοπό αυτό, στη συμμαχία των αριστερών κομμάτων το ΚΚΓ κάλεσε και τους Ριζοσπάστες (κόμμα των «δημοκρατικών» αστών). Όταν ο Γραμματέας του ΚΚΓ Τορέζ την ώρα που η Γαλλία σείονταν από ένα πρωτοφανές κύμα καταλήψεων επιχειρήσεων και απεργιών, στις 11 Ιούνη δήλωνε πως «Αυτή τη στιγμή δεν μπαίνει θέμα για την εργατική τάξη και το κόμμα να διεκδικήσει την εξουσία… πρέπει να γνωρίζουμε πώς να κλείνουμε μια απεργία, όταν τα αιτήματά της έχουν ικανοποιηθεί. Όμως, ακόμα περισσότερο πρέπει να γνωρίζουμε πώς να δεχόμαστε ένα συμβιβασμό, έστω και αν δεν έχουν ικανοποιηθεί όλα τα αιτήματα». Στην αποτυχία της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου στην Ισπανία,

8. ΤΟ Κ.Κ.Ε Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΜΕΤΩΠΟ.

Οι συνέπειες μιας τέτοιας στροφής της Κομμουνιστικής Διεθνούς οδήγησαν τα κομμουνιστικά κόμματα μέλη της, συμπεριλαμβανομένου και του ΚΚΕ, στην εγκατάλειψη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού ως στόχου άμεσα διεκδικήσιμου συνδεδεμένου με το ζήτημα της πάλης για την εξουσία. Έτσι, το ΚΚΕ με την 6η ολομέλεια του 1934 αλλάζει την στρατηγική του στόχευση από σοσιαλιστική σε αστικοδημοκρατική. Αυτή η αλλαγή, με το πέρασμα του χρόνου, οδήγησε το ΚΚΕ στο να διατυπώνει τη θέση ότι η επερχόμενη επανάσταση στην Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είναι σοσιαλιστική αλλά να περιορίσει το ρόλο της σε καθήκοντα μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος αστικοδημοκρατικά καθήκοντα, καθήκοντα, που έχουν να κάνουν με την εξάλειψη των φεουδαλικών καταλοίπων στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία. Οι τραγικές συνέπειες μιας τέτοιας στροφής του ΚΚΕ που συντάχθηκε με τις κατευθύνσεις της σταλινικής αντίληψης που ηγεμονεύουν εκείνη την περίοδο στη Κομμουνιστική Διεθνή, δεν άργησαν να φανούν.

Αντί το Κόμμα να δώσει προοπτική στην εξέγερση της Θεσσαλονίκης το Μάιο του 36, προχώρησε σε συμφωνία με τους αστούς φιλελεύθερους γνωστή ως «Σύμφωνο Σοφούλη Σκλάβαινα» ανοίγοντας το δρόμο στη μεταξική δικτατορία. Η συμφωνία προέβλεπε μεταξύ άλλων ότι το ΚΚΕ θα ψήφιζε τον βενιζελικό υποψήφιο για πρόεδρο της βουλής και την κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν, με αντάλλαγμα την υλοποίηση ενός μίνιμουμ προγράμματος: μείωση της τιμής του ψωμιού, κατάργηση της προσωποκράτησης για χρέη προς το δημόσιο, κατάργηση του νόμου του Ιδιώνυμου, καταπολέμηση κάθε φασιστικής τάσης. Το πρόγραμμα ήταν τόσο μίνιμουμ, που δύσκολα ξεχώριζε από το πρόγραμμα των Φιλελεύθερων και κυρίως πολύ πίσω από όσα είχε διεκδικήσει και θα μπορούσε να επιβάλει η επέκταση της γενικής απεργίας της Θεσσαλονίκης.

Το οδήγησε στην συμφωνία της Βάρκιζας και στη είσοδό του στην αστική κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας αφού ο στόχος του, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της 6ης ολομέλειας της Κ.Ε του 1934, δεν ήταν η κατάληψη της εξουσίας και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, αλλά να αποτελέσει κομμάτι της διαδικασίας του αστικοδημοκρατικού εκσυγχρονισμού μεταπολεμικά. Η ίδια η διακήρυξη του ΕΑΜ ήταν ένα πρόγραμμα αστικοδημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που υπάκουε στην λογική της ανάλυσης του ΚΚΕ από το 1934 για το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα.

Η αντίληψη συνεπώς της «θεωρίας των σταδίων» στην προγραμματική σύλληψη της σταλινικής σχολής σκέψης και οι συνέπειές της στην πολιτική συμμαχιών οδήγησαν στην ρήξη με την λενινιστική αντίληψη της τακτικής του Ενιαίου Μετώπου και την αντικατάστασή της με την τακτική του λαικομετωπισμού. Συνεπώς η θεωρία του σοσιαλφασισμού από την μια, και η τακτική του λαϊκού μετώπου από την άλλη, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος στην άρνηση της λενινιστικής αντίληψης στο ζήτημα της στρατηγικής της μετάβασης και της πολιτικής των συμμαχιών που υπηρετεί μια τέτοια στρατηγική. Η ελληνική αριστερά κυρίως όπως αυτή συγκροτείται πολιτικά στην κομμουνιστική της εκδοχή μέσα από το ΚΚΕ αλλά και στην σοσιαλιστική της από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, και τον Ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ, δέσμια μιας τέτοιας αντίληψης δεν μπόρεσε να αρθρώσει έναν προγραμματικό λόγο πάνω στις ράγες του κοινωνικού μετασχηματισμού και οδηγήθηκε τελικά στην ενσωμάτωση της αστικής διαχείρισης. Η ήττα μιας μεταβατικής αντίληψης στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε το ίδιο το Κόμμα στην λογική του «εθνικού ακροατηρίου» και της κυβέρνησης «εθνικής σωτηρίας» αντί της ταξικής απεύθυνσης για Κυβέρνηση της Αριστεράς με μεταβατικό πρόγραμμα και πολιτική «ενιαίου μετώπου». Και όπως ήταν φυσικό, δεν μπόρεσε η ηγετική του ομάδα να αντέξει το τεράστιο βάρος μια μεγάλης ιστορικής σύγκρουσης, όχι μόνο για την ελληνική εργατική τάξη αλλά και για την εργατική τάξη των ευρωπαϊκών κρατών.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Το Αριστερό Ρεύμα σε αυτή την συγκυρία, σε συνθήκες ήττας και κατακερματισμού των συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων των εργαζόμενων τάξεων στην Ελλάδα, όπου οι εργατικές αντιστάσεις βρίσκονται σε εμβρυακή ακόμη μορφή μετά από μια στρατηγικών διαστάσεων ήττα των δυνάμεων του αντιμνημονιακού μπλοκ, οφείλει να επεξεργαστεί στρατηγική στη βάση της ανάλυσης της πολιτικής και κοινωνικής δυναμικής της συγκυρίας. Σε αυτό το εγχείρημα οφείλει να μελετήσει σε βάθος, την εμπειρία του κινήματος, να αντλήσει από τις πιο αγωνιστικές και επαναστατικές του παραδόσεις. Να ξαναανακαλύψει τον γνήσιο επαναστατικό μαρξισμό, όχι μόνο στο ζήτημα της προγραμματικής στρατηγικής της μετάβασης, απορρίπτοντας την καταστροφική για το κίνημα πολιτική της «θεωρίας των σταδίων», αλλά και στο ζήτημα της πολιτικής συμμαχιών υιοθετώντας την τακτική του «ενιαίου μετώπου» ως την εφαρμογή του επιστημονικού μαρξισμού στο πρακτικό πεδίο της τακτικής. Η κληρονομιά μιας τέτοιας στροφής στην ιδεολογική και πολιτική του λειτουργία έχεις τις ρίζες της στις αποφάσεις των πρώτων τεσσάρων συνεδρίων της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς. Μια τέτοια κατεύθυνση θα του δώσει εκείνα τα μεθοδολογικά εργαλεία να επεξεργαστεί ένα πρόγραμμα που θα ακουμπά στις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων σήμερα, θα τα συγκροτεί σε μια μάχιμη δύναμη υπεράσπισης των συμφερόντων τους και θα θέτει τους όρους ανατροπής των μνημονίων, μέσω της διαδικασίας του κοινωνικού μετασχηματισμού. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις θα μπορέσει να ανταποκριθεί με επιτυχία στο ρόλο που έχει να επιτελέσει ως η μαζικότερη έκφραση εντός της ΛΑΕ, είτε επιλέξει να συνεχίσει την παρέμβασή του ως ιδεολογικό ρεύμα – τάση, είτε ως ένας συγκροτημένος φορέας με χαρακτηριστικά οργάνωσης ή πολιτικού κόμματος, εντός του μετωπικού σχήματος της ΛΑΕ.

*Ο Γιώργος Κολλιάς είναι μέλος της ΛΑΕ Πατησίων και Αριστερού Ρεύματος.

 

1 Π. Πουλιόπουλος, Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα σελ 136.

2 Όπως παραπάνω υποσημείωση 1 σελ 136,137.

3 Τρότσκι, Η Ρώσικη Επανάσταση του 1905(Αποτελέσματα κι Προοπτικές)

4 Τρότσκι Η Ρώσικη Επανάσταση του 1905(Αποτελέσματα κι Προοπτικές).

5 Βλέπε το ίδιο όπως προηγούμενα υποσημείωση 1 σελ. 81

6 «Οι μπολσεβίκοι διεκδικούσαν για το προλεταριάτο το ρόλο του ηγέτη της επανάστασης. Οι μενσεβίκοι περιόριζαν το ρόλο του στα καθήκοντα της άκρας αντιπολίτευσης. Οι μπολσεβίκοι καθόριζαν συγκεκριμένα το ταξικό χαρακτήρα και τη ταξική σημασία της επανάστασης, λέγοντας ότι μια νικηφόρα επανάσταση εξυπακούεται ότι θα είναι μια επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Οι μενσεβίκοι ερμήνευαν πάντοτε την έννοια της αστικής επανάστασης με τόσο λαθεμένο τρόπο που τους οδηγούσε να δεχτούν ότι ο ρόλος του προλεταριάτου στην επανάσταση θα ήταν ένας ρόλος υποταγής και εξάρτησής του από την αστική τάξη» Λένιν άπαντα τόμος 1, σελ.111αγγλ. εκδ., και ξανά, «Οι σοσιαλδημοκράτες στηρίζουν τους υπολογισμούς τους ολοκληρωτικά και αποφασιστικά στη δραστηριότητα στη συνειδητότητα και στην ανάπτυξη της οργάνωσης του προλεταριάτου, στην επιρροή του πάνω στη μάζα των εργαζόμενων και των εκμεταλλευομένων. Λένιν άπαντα τόμος 8, σελ.27 αγγλ. εκδ.

7 Αναφέρεται στο Π. Πουλιόπουλος, «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα» σελ. 135.

8 Βλέπε όπως προηγούμενα υποσημείση 6 σελ 139

9 Βλέπε όπως προηγούμενα υποσημείση 6 σελ.140

10 Βλέπε όπως προηγούμενα υποσημείση 6 σελ.140

11 www.rednotebook.gr Τάκης Μαστρογιανόπουλος για το ενιαίο μέτωπο, 14 οκτώβρη 2014.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα