Η Πρώτη και η Δεύτερη Διεθνής
Χωρίς μια διεθνή προοπτική, πρόγραμμα και πολιτική είναι αδύνατο να χτιστεί ένα κίνημα που να μπορεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του μετασχηματισμού της κοινωνίας. Μια Διεθνής είναι ένα πρόγραμμα, μια πολιτική και μια μέθοδος και η οργάνωση της είναι ένα μέσο για την πραγμάτωση τους. Η αναγκαιότητα της Διεθνούς απορρέει από τη θέση που κατέχει η εργατική τάξη διεθνώς. Η θέση αυτή έχει προσδιοριστεί με τη σειρά της από τον καπιταλισμό μέσα από την οργάνωση της παγκόσμιας οικονομίας σε μια ενιαία και αδιαίρετη ενότητα. Τα συμφέροντα της εργατικής τάξης μιας χώρας είναι ίδια με τα συμφέροντα των εργατών των άλλων χωρών. Εξ αιτίας της διαίρεσης της εργασίας που πραγματοποιήθηκε από τον καπιταλισμό, έχει μπει η βάση για μια νέα διεθνή οργάνωση της εργασίας και το σχεδιασμό της παραγωγής σε παγκόσμια κλίμακα. Έτσι η πάλη της εργατικής τάξης σε όλες τις χώρες αποτελεί τη βάση της πορείας για το Σοσιαλισμό.
Ο καπιταλισμός μέσα από την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, ανάπτυξε τη βιομηχανία και εξαφάνισε τον τοπικό κατατεμαχισμό του φεουδαλισμού. Κατάργησε τους αρχαϊκούς τελωνειακούς δασμούς, τα διόδια και τα χαράτσια του φεουδαλισμού. Το μεγαλύτερο επίτευγμα του είναι το εθνικό κράτος και η παγκόσμια αγορά. Αλλά μιας και εκπλήρωσε αυτό το καθήκον έγινε ο ίδιος εμπόδιο στην ανάπτυξη της παραγωγής. Το εθνικό κράτος και η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής εμποδίζουν την ανάπτυξη της κοινωνίας. Οι παραγωγικές δυνατότητες μπορούν να αξιοποιηθούν πλήρως μόνο με την κατάργηση των εθνικών συνόρων και τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής και Παγκόσμιας Ομοσπονδίας εργατικών κρατών. Αυτά με την κρατική ιδιοκτησία και την εργατική διαχείριση, αποτελούν ένα αναγκαίο μεταβατικό στάδιο για το Σοσιαλισμό. Και είναι ακριβώς εκείνοι οι παράγοντες που υπαγορεύουν τη στρατηγική και την ταχτική του προλεταριάτου, όπως αντανακλώνται στη συνειδητή του ηγεσία. Στους αφορισμούς του Μαρξ «οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα» και «εργάτες όλου του κόσμου ενωθείτε».
Μ’ αυτές ακριβώς τις σκέψεις ο Μαρξ οργάνωσε την πρώτη διεθνή, σαν το μέσο που θα ένωνε τα προχωρημένα στρώματα της εργατικής τάξης σε διεθνή κλίμακα. Στη Διεθνή συμμετείχαν Βρετανοί συνδικαλιστές, Γάλλοι ριζοσπάστες, και Ρώσοι αναρχικοί. Η διεθνής, με την καθοδήγηση του Μαρξ, έβαλε τα θεμέλια για την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη, τη Βρετανία και την Αμερική. Στις μέρες της η μπουρζουαζία έτρεμε από την απειλή του Κομμουνισμού με τη μορφή της Διεθνούς. Η Διεθνής έπιασε βαθιές ρίζες στις κύριες Ευρωπαϊκές χώρες. Μετά τη συντριβή της Παρισινής Κομμούνας ακολούθησε μια άνοδος του καπιταλισμού σε παγκόσμια κλίμακα. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, οι πιέσεις του καπιταλισμού πάνω στο εργατικό κίνημα δημιούργησαν εσωτερικές διαμάχες και φραξιονισμούς. Οι ίντριγκες των αναρχικών απόχτησαν μεγάλη ένταση. Η οργανική ανοδική εξέλιξη του καπιταλισμού επέδρασε με τη σειρά της πάνω στην οργάνωση διεθνώς. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες και αφού πρότειναν τη μεταφορά του αρχηγείου της οργάνωσης στη Ν. Υόρκη, ο Μαρξ και ο Ένγκελς αποφάσισαν πως προς το παρόν θα ήταν καλύτερο να διαλυθεί η Διεθνής.
Η δουλειά του Μαρξ και του Ένγκελς καρποφόρησε μέσα στις μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και σε άλλες χώρες όπως είχε προβλέψει ο Μαρξ. Αυτό με τη σειρά του άνοιγε δρόμο για την οργάνωση της Διεθνούς πάνω στις αρχές του Μαρξισμού που αγκάλιαζαν ολοένα και μεγαλύτερες μάζες. Έτσι στη δεκαετία του 1890 γεννήθηκε η Δεύτερη Διεθνής. Αλλά η ανάπτυξη της Δεύτερης Διεθνούς συντελέστηκε κυρίως μέσα στα πλαίσια μιας οργανικής ανοδικής εξέλιξης του καπιταλισμού και ενώ στα λόγια δέχονταν τις ιδέες του Μαρξισμού, τα ανώτερα στρώματα της Σοσιαλδημοκρατίας υπέκυψαν στις πιέσεις του καπιταλισμού.
Οι ηγέτες των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και των μαζικών συνδικαλιστικών οργανώσεων της εργατικής τάξης απόκτησαν τη συνήθεια του συμβιβασμού και της συζήτησης, της διαπραγμάτευσης των διαφορών με την άρχουσα τάξη, που οφειλόταν στη σταθερή αύξηση του βιοτικού επιπέδου εξ αιτίας της πίεσης των μαζικών οργανώσεων. Αυτό άλλαξε τους όρους διαβίωσης των ανωτέρων στρωμάτων των κομμάτων και των συνδικάτων. «Οι συνθήκες καθορίζουν τη συνείδηση» και οι δεκαετίες που ακολούθησαν, της ειρηνικής ανάπτυξης, μετά την κομμούνα του 1870 άλλαξαν το χαρακτήρα της ηγεσίας των μαζικών οργανώσεων. Υποστηρίζοντας το Σοσιαλισμό και τη δικτατορία του Προλεταριάτου στα λόγια και υιοθετώντας φραστικά τον Διεθνισμό, η ηγεσία πέρασε στη πράξη στην υποστήριξη του εθνικού κράτους. Στη συνδιάσκεψη της Βασιλείας στα 1912 και ενώ αναπτύσσονταν οι αντιθέσεις του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού και το αναπόφευκτο του παγκόσμιου πολέμου, Δεύτερη διεθνής αποφάσισε να αντιταχθεί με κάθε μέσον, συμπεριλαμβανομένης της Γενικής Απεργίας και του εμφυλίου πολέμου, στην προσπάθεια να ρίξουν τους λαούς σε μια σφαγή χωρίς νόημα. Ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι, μαζί με τη Λούξεμπουργκ, το Τρότσκι και τους άλλους ηγέτες του κινήματος, συμμετείχαν στην οργάνωση της Δεύτερης Διεθνούς θεωρώντας την σαν μέσο για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα πλοκάμια του καπιταλισμού.
Το 1914 οι ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας σ’ όλες σχεδόν τις χώρες έσπευσαν να υποστηρίξουν τις δικές τους άρχουσες τάξεις στον πόλεμο. Τόσο απροσδόκητη ήταν η κρίση και η προδοσία των αρχών του σοσιαλισμού, ώστε και ο Λένιν ακόμα πίστεψε ότι το φύλλο του «ΕΜΠΡΟΣ» κεντρικού οργάνου της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, που περιείχε την υποστήριξη των πολεμικών πιστώσεων, ήταν παραχαραγμένο από το γερμανικό επιτελείο. Η Διεθνής κατέρρευσε άδοξα στην πρώτη σοβαρή δοκιμασία.
Η Τρίτη Διεθνής
Ο Λένιν, ο Τρότσκι, ο Λίμπκνεχτ, η Λούξεμπουργκ, ο Μακ Λην, ο Κόνολι και οι άλλοι ηγέτες κατέληξαν να ηγούνται μικρών ομάδων. Οι Διεθνιστές του 1916, όπως χωράτευαν οι σύνεδροι της διάσκεψης του Τσίμερβαλντ, μπορούσαν να χωρέσουν όλοι μαζί σε λίγα βαγόνια. Η απροσδόκητη προδοσία έφερε μια τέτοια κατάσταση όπου οι διεθνιστές απομονωμένοι και αδύναμοι έτειναν να γίνουν λίγο αριστεριστές. Για να διαχωρίσουν τη θέση τους από τους «Σοσιαλπατριώτες» και τους «προδότες του Σοσιαλισμού» αναγκάστηκαν να ξαναστήσουν στα πόδια τους τις θεμελιώδεις αρχές του Μαρξισμού. Την ευθύνη του ιμπεριαλισμού για το πόλεμο, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνικοτήτων, την ανάγκη για την κατάκτηση της εξουσίας, το διαχωρισμό από την ταχτική και τις πολιτικές του ρεφορμισμού.
Οι αρχές αυτές δικαιώθηκαν στη Ρώσικη Επανάσταση του 1917 κάτω από την ηγεσία των Μπολσεβίκων. Αυτή ακολουθήθηκε από μια σειρά επαναστάσεων και επαναστατικών καταστάσεων από το 1917 μέχρι το 1921. Οι νεαρές όμως δυνάμεις της νέας διεθνούς, που ιδρύθηκε επίσημα το 1919, ήταν αδύναμες και ανώριμες. Σαν συνέπεια λοιπόν αν και η επίδραση της Ρώσικης επανάστασης προκάλεσε ένα κύμα ριζοσπαστικοποίησης στις περισσότερες χώρες της δυτικής Ευρώπης και την οργάνωση μαζικών Κομμουνιστικών Κομμάτων, αυτές βρέθηκαν πολύ αδύναμες για να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Τα πρώτα κύματα ριζοσπαστικοποίησης βρήκαν τις μάζες να στρέφονται στις παραδοσιακές τους οργανώσεις και εξ αιτίας της απειρίας τους και της έλλειψης κατανόησης της Μαρξιστικής θεωρίας της μεθόδου και της οργάνωσης, καθώς και της ανωριμότητας του, τα νεαρά Κομμουνιστικά κόμματα στάθηκαν ανίκανα να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Έτσι ο καπιταλισμός κατόρθωσε να σταθεροποιηθεί προσωρινά.
Στην επαναστατική κατάσταση της Γερμανίας στα 1923, χάθηκε η ευκαιρία της κατάκτησης της εξουσίας, λόγω της πολιτικής της ηγεσίας που πέρασε την ίδια κρίση όπως η ηγεσία των Μπολσεβίκων το 1917. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός έσπευσε σε βοήθεια του γερμανικού καπιταλισμού από το φόβο του «Μπολσεβικισμού» στη δύση. Αυτό άνοιξε το δρόμο για τον εκφυλισμό της Σοβιετικής Ένωσης, λόγω της απομόνωσης και της καθυστέρησης και της διαφθοράς και της σαπίλας της Τρίτης Διεθνούς.
Στα 1924 είχαμε την εδραίωση της σταλινικής γραφειοκρατίας και το σφετερισμό απ’ αυτή της εξουσίας στη Σοβιετική Ένωση. Ένα παρόμοιο προτσές μ’ αυτό που οδήγησε στον εκφυλισμό της Δεύτερης Διεθνούς μέσα σε δεκαετίες, ξετυλίχτηκε σε μια μικρότερη περίοδο στη Σοβιετική Ένωση. Έχοντας κατακτήσει την εξουσία οι Μαρξιστές σε μια καθυστερημένη χώρα, προετοιμάζονταν για την παγκόσμια επανάσταση, πιστεύοντας πως ήταν η μόνη λύση για τα προβλήματα των εργατών της Ρωσίας και όλου του κόσμου.
Το 1924, ο Στάλιν προβλήθηκε σαν ο εκπρόσωπος της νομενκλατούρας που είχε ανέβει πάνω από το επίπεδο των μαζών των εργατών και των αγροτών. Εκεί όπου αντί των ιδεών του Μαρξ και του Λένιν για την συμμετοχή στη κυβέρνηση και τη διαχείριση της βιομηχανίας από τη μάζα του πληθυσμού, διατηρήθηκε η «Τέχνη, η επιστήμη και η κυβέρνηση» τα κεκτημένα των προνομιούχων στρωμάτων ξανάρθαν στην επιφάνεια. Το Φθινόπωρο του 1924, ο Στάλιν παραβιάζοντας τις παραδόσεις του Μαρξισμού και του Μπολσεβικισμού, έφερε στο φως την ουτοπική «θεωρία» του «Σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα». Οι διεθνιστές κάτω από την ηγεσία του Τρότσκι πάλεψαν ενάντια σ’ αυτή τη θεωρία και πρόβλεψαν πως θα οδηγούσε στη κατάρρευση της Κομμουνιστικής Διεθνούς και στον εθνικό εκφυλισμό των τμημάτων της.
Η θεωρία δεν είναι μια αφαίρεση αλλά ένας οδηγός στη πάλη. Οι θεωρίες όταν αποκτούν μαζική υποστήριξη, πρέπει να αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα και τις πιέσεις ομάδων, καστών ή τάξεων στη κοινωνία. Έτσι, η «θεωρία» του «Σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα» αντιπροσώπευε την ιδεολογία της κυρίαρχης κάστας στη Σοβιετική Ένωση, αυτού του στρώματος της νομενκλατούρας που ήταν ικανοποιημένο με τα αποτελέσματα της επανάστασης και δεν ήθελε να μπει σε κίνδυνο η προνομιούχα θέση της. Αυτό ήταν που άρχισε να μεταβάλλει τη Κομμουνιστική Διεθνή από όργανο της Παγκόσμιας Επανάστασης σε απλό συνοριοφύλακα για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης, που υποτίθεται πως ήταν απασχολημένη στο χτίσιμο του Σοσιαλισμού από μόνη της.
Αριστερή Αντιπολίτευση
Η διαγραφή της αριστερής αντιπολίτευσης, που στάθηκε πιστή στις αρχές του Διεθνισμού και του Μαρξισμού, από τα Κομμουνιστικά Κόμματα, έγινε τώρα πια γεγονός. Η ήττα της Βρετανικής γενικής απεργίας και της Κινέζικης επανάστασης στα 1925 – 27, προετοίμασαν το δρόμο για αυτή την εξέλιξη. Μέχρι τότε ολόκληρο το πρόβλημα εμφανιζόταν σαν «λάθη» της πολιτικής του Στάλιν, του Μπουχάριν και των επιγόνων. Όμως το ζήτημα ήτανε η θέση τους σαν ιδεολόγων του προνομιούχου στρώματος και των τεράστιων πιέσεων του καπιταλισμού και του ρεφορμισμού. Αυτά τα λάθη της ηγεσίας καταδίκασαν το προλεταριακό κίνημα στις άλλες χώρες στην ήττα και στη καταστροφή.
Έχοντας κάψει τα δάκτυλα τους να συμφιλιώσουν με τους ρεφορμιστές στη δύση και με την αποικιακή μπουρζουαζία της ανατολής, ο Στάλιν και η κλίκα του πέρασαν μέσα από ζιγκ – ζαγκ, σε μια αριστερίστικη θέση παρασύροντας μαζί τους την ηγεσία της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Αντί να υποστηρίξουν το «Ενιαίο Μέτωπο» για να εμποδίσουν το φασισμό να καταλάβει την εξουσία στη Γερμανία, διέσπασαν τους Γερμανούς εργάτες και έτσι με την παράλυση του Γερμανικού προλεταριάτου προετοίμασαν το δρόμο για τη νίκη του Χίτλερ. Ο εκφυλισμός της Σοβιετικής Ένωσης και η προδοσία της Τρίτης Διεθνούς προετοίμασαν με τη σειρά τους το δρόμο για τα εγκλήματα της Σταλινικής αντεπανάστασης μέσα στη Σοβιετική Ένωση.
Τίποτα δεν έμεινε από την κληρονομιά του Οκτώβρη εκτός από την εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής, το μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου και το σχεδιασμό της παραγωγής. Οι εκκαθαρίσεις και ο μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος μέσα στη Σοβιετική Ένωση είχαν τα αντίστοιχα τους μέσα στη Κομμουνιστική Διεθνή. Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν η νίκη του Χίτλερ και οι ήττες στην Ισπανία και στη Γαλλία. Από το 1924 μέχρι το 1927, ο Στάλιν βασίστηκε πάνω στη συμμαχία με τους κουλάκους και τους γραφειοκράτες της Ν.Ε.Π στη Σοβιετική Ένωση για το «χτίσιμο του Σοσιαλισμού με βήματα χελώνας». Συγχρόνως στο εξωτερικό ο Σταλινισμός υποστήριξε την «ουδετεροποίηση» των καπιταλιστών και τη συμφιλίωση με τους σοσιαλδημοκράτες σαν μέσο για την «αποφυγή του πολέμου. Η ήττα της αριστερής αντιπολίτευσης στη Σοβιετική Ένωση και του προγράμματος της για επιστροφή στην εργατική δημοκρατία και στην εφαρμογή των πεντάχρονων σχεδίων οφειλόταν στις ήττες του παγκόσμιου προλεταριάτου που προκλήθηκαν από τη σταλινική πολιτική.
Έχοντας «καεί» από τους σοσιαλδημοκράτες και τους άλλους «διεθνείς φίλους» της Σοβιετικής Ένωσης, η Κομμουνιστική Διεθνής πέρασε στη πολιτική της «τρίτης περιόδου». Η κρίση του 1929 – 33 θεώρησαν ότι ήταν «η τελευταία κρίση του καπιταλισμού». Ο φασισμός και η σοσιαλδημοκρατία θεωρήθηκαν δίδυμα αδέλφια και μ’ αυτές τις «θεωρίες» έστρωσαν το δρόμο για τις καταστροφικές ήττες της διεθνούς εργατικής τάξης.
Τον ίδιο καιρό, η πολιτική της αριστερής αντιπολίτευσης στη Σοβιετική Ένωση κέρδισε με το μέρος της τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία μέσα στα κομμουνιστικά κόμματα του κόσμου. Στο έργο του Τρότσκι «Τα μαθήματα του Οκτώβρη» που περιλάμβανε τα διδάγματα της αποτυχημένης επανάστασης στα 1923 στη Γερμανία και στο γενικό πρόγραμμα της αντιπολίτευσης στο εσωτερικό και το εξωτερικό, απάντησαν με διαγραφές, όχι μόνο στο Ρώσικο κόμμα αλλά και στα κύρια τμήματα της Διεθνούς. Αυτές είχαν σαν αποτέλεσμα την δημιουργία ομάδων της αντιπολίτευσης στη Γερμανία, στη Γαλλία, στη Βρετανία, στην Ισπανία, στις ΗΠΑ, στη Ν. Αφρική και σ’ άλλες χώρες. Το πρόγραμμα της αντιπολίτευσης αυτή την περίοδο ήταν η μεταρρύθμιση της Σοβιετικής Ένωσης και της Κομμουνιστικής Διεθνούς και η υιοθέτηση της σωστής πολιτικής απέναντι στον οπορτουνισμό της περιόδου 1923 – 27 και στον τυχοδιωκτισμό της περιόδου 27 – 33.
Αυτές οι διασπάσεις όπως και ο Ένγκελς είχε πει μιλώντας για μια ανάλογη περίπτωση ήταν μια υγιής εξέλιξη, με την έννοια ότι προσπαθούσαν να διατηρήσουν τις καλύτερες παραδόσεις του Μπολσεβικισμού και της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η κρίση της ηγεσίας ήτανε κρίση της Διεθνούς και ολάκερου του ανθρώπινου γένους. Έτσι αυτές οι διασπάσεις ήτανε το μόνο μέσο για την διατήρηση των αρχών και των μεθόδων του μαρξισμού. Την πρώτη περίοδο της ύπαρξής της η Αριστερή αντιπολίτευση θεωρούσε τον εαυτό της σαν ένα τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και αποκλεισμένοι στάθηκαν υπέρ της μεταρρύθμισης της Διεθνούς.
Οι μάζες, ακόμα και τα πιο προχωρημένα στρώματα, μαθαίνουν μόνο μέσα από τα μαθήματα των μεγάλων γεγονότων. Ολόκληρη η ιστορία έχει δείξει ότι οι μάζες δεν μπορούν να εγκαταλείψουν τις παραδοσιακές τους οργανώσεις παρά όταν αυτές δοκιμαστούν μέσα στο καμίνι της πείρας. Μέχρι το 1933 η Μαρξιστική πτέρυγα της Διεθνούς υποστήριζε ακόμα τη μεταρρύθμιση στη Σοβιετική ένωση και στη Κομμουνιστική Διεθνή. Αν και κατά πόσο θα παρέμεναν βιώσιμες οι οργανώσεις αυτές θα αποδεικνυόταν στη πορεία της ιστορίας. Έτσι με επιμονή η αντιπολίτευση διατήρησε τον εαυτό της σαν τμήμα της Διεθνούς αν και επίσημα ήταν έξω από τις γραμμές της. Η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία και η άρνηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς να βγάλει τα μαθήματα από την ήττα ήταν αυτό που την καταδίκασε σαν όργανο της εργατικής τάξης στον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Τα τμήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς όχι μόνον δεν ανάλυσαν τους λόγους της ολέθριας πολιτικής του Σοσιαλφασισμού αλλά δήλωσαν ότι η νίκη του Χίτλερ ήταν νίκη για την εργατική τάξη, ακόμα και μέχρι το 1934 συνέχιζαν την ίδια καταστροφική πολιτική στη Γαλλία, την πολιτική της ενιαίας δράσης με τους φασίστες ενάντια στους σοσιαλφασίστες και τον «Ριζοσπάστη φασίστα» Νταλαντιέ, η οποία αν πετύχαινε θα προετοίμαζε το δρόμο για το φασιστικό πραξικόπημα στη Γαλλία το Φλεβάρη του 1934.
Η Τέταρτη Διεθνής
Αυτή η τρομαχτική προδοσία και οι συνέπειες της ήττας από τον Χίτλερ επέβαλαν την επανεκτίμηση του ρόλου της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Μια διεθνής που μπόρεσε να διαπράξει την προδοσία της παράδοσης του Γερμανικού προλεταριάτου στο Χίτλερ, χωρίς να πέσει ούτε ντουφεκιά και χωρίς αυτό να προκαλέσει κρίση στις γραμμές της, δεν μπορούσε να εκπληρώσει το ρόλο της σαν ηγεσία του προλεταριάτου. Η Τρίτη Διεθνής σαν όργανο του παγκόσμιου Σοσιαλισμού ήταν νεκρή. Από όργανο του Διεθνούς Σοσιαλισμού η Κομμουνιστική Διεθνής εκφυλίστηκε σε απόλυτο και πειθήνιο όργανο του Κρεμλίνου, σε όργανο της Ρώσικης εξωτερικής πολιτικής. Ήταν τώρα απαραίτητο να προετοιμαστεί ο δρόμος για την οργάνωση της Τέταρτης Διεθνούς, η οποία δεν βαρύνονταν με τα εγκλήματα και τις προδοσίες που κηλίδωναν τη ρεφορμιστική και Σταλινική Διεθνή.
Όπως τις μέρες μετά τη κατάρρευση της Δεύτερης Διεθνούς οι επαναστάτες Διεθνιστές έμειναν μικρές απομονωμένες ομάδες. Στο Βέλγιο είχαν ένα ζευγάρι βουλευτές και μια οργάνωση μιας ή δύο χιλιάδων, στην Αυστρία και στην Ολλανδία τα ίδια. Οι δυνάμεις της νέας Διεθνούς ήταν αδύναμες και ανώριμες, όμως είχαν με το μέρος τους την καθοδήγηση και τη βοήθεια του Τρότσκι καθώς και τις προοπτικές μεγάλων ιστορικών γεγονότων. Εκπαιδεύτηκαν πάνω στη της ανάλυσης της εμπειρίας της Δεύτερης και της Τρίτης Διεθνούς, της Ρώσικης, της Γερμανικής και της Κινέζικης επανάστασης, της Βρετανικής γενικής απεργίας και των μεγάλων γεγονότων που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Μ’ αυτό τον τρόπο έπρεπε να εκπαιδευτούν στελέχη που θα αποτελούσαν το σκελετό της Νέας Διεθνούς.
Ήταν ακριβώς σ’ αυτή την περίοδο που αναπτύχθηκε η ταχτική του «εισοδισμού» λαμβανομένου υπ’ όψιν της απομόνωσης του κινήματος από τις μαζικές οργανώσεις της Σοσιαλδημοκρατίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος. Για να κερδηθούν οι καλύτεροι έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος να τους επηρεάσουν. Αυτό μπορούσε να γίνει μόνο δουλεύοντας μαζί τους στις μαζικές οργανώσεις. Έτσι αρχίζοντας με το Α.Ε.Κ (Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα) της Βρετανίας, η ιδέα του «εισοδισμού» εφαρμόστηκε στις μαζικές οργανώσεις της Σοσιαλδημοκρατίας. Αυτό έγινε εκεί όπου τα κόμματα βρισκότανε σε κατάσταση κρίσης και οι μάζες κινούταν προς τ’ αριστερά. Έτσι με την ανάπτυξη της επαναστατικής κρίσης στη Γαλλία έγινε μέσα στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Στη Βρετανία η είσοδος στο Α.Ε.Κ που έχοντας σπάσει από το Εργατικό Κόμμα βρισκότανε σε κατάσταση ρευστότητας και αναβρασμού, ακολουθήθηκε από την είσοδο πολλών Τροτσκιστών ακολουθώντας τη συμβουλή του Τρότσκι, μέσα στο Εργατικό Κόμμα. Στις ΗΠΑ υπήρξε στις ΗΠΑ είσοδος στο Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Βασικά η προπολεμική περίοδος ήταν μια περίοδος προετοιμασίας, προσανατολισμού και επιλογής στελεχών ή ηγετικών στοιχείων, για να εκπαιδευτούν και να ατσαλωθούν θεωρητικά και πρακτικά μέσα στο μαζικό κίνημα.
Η ταχτική του εισοδισμού θεωρήθηκε επίσης σαν μια βραχυχρόνια σκοπιμότητα που επιβλήθηκε στους επαναστάτες λόγω της απομόνωσης τους από τις μάζες και από την αδυναμία των μικρό – οργανώσεων να ακουστούν και να βρουν υποστήριξη μέσα στη μάζα της εργατικής τάξης. Ο σκοπός ήταν να δουλέψουν μέσα στα ριζοσπαστικοποιημένα στοιχεία που έψαχναν για επαναστατικές λύσεις και τα οποία στην αρχή στρέφονταν προς τις μαζικές οργανώσεις. Όμως πάντοτε και κάτω απ’ όλες τις συνθήκες, οι βασικές αρχές του Μαρξισμού της ανεξάρτητης σημαίας, έπρεπε να μπαίνουν πάνω απ’ όλα, δηλαδή αυτές οι αρχές του Μαρξισμού έπρεπε να διατηρηθούν και να υπερασπιστούν. Το ζήτημα ήτανε η απόκτηση πείρας και κατανόησης η καταπολέμηση του σεχταρισμού και του οπορτουνισμού. Ήταν ένα μέσον για την ανάπτυξη μιας ευέλικτης προσέγγισης των προβλημάτων, σε συνδυασμό με την αδιαλλαξία πάνω στις αρχές σαν ένα μέσο για την προετοιμασία στελεχών για τα μεγάλα γεγονότα που έρχονταν.
Οι ήττες της εργατικής τάξης στη Γερμανία, στη Γαλλία και στον εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία, οι ήττες της περιόδου αμέσως μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, που οφείλονταν αποκλειστικά στην πολιτική της Δεύτερης και της Τρίτης Διεθνούς προετοίμασαν με τη σειρά τους το Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η παράλυση του προλεταριάτου στην Ευρώπη σε συνδυασμό με τη νέα παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού έκανε το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο απόλυτα αναπόφευκτο. Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα έγινε το 1938 το συνέδριο της Τέταρτης Διεθνούς. Παρά το γεγονός ότι το συνέδριο ήταν προπαρασκευαστικό για την ίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς, εν τούτοις η 4η Διεθνής ιδρύθηκε σ’ αυτό το συνέδριο.
Οι προοπτικές του Τρότσκι
Το ίδιο το κείμενο της απόφασης που υιοθετήθηκε είναι μια απόδειξη για το λόγο της ίδρυσής της. Το Μεταβατικό πρόγραμμα της Τέταρτης Διεθνούς είναι δεμένο με την ιδέα της μαζικής δουλειάς, η οποία με τη σειρά της είναι δεμένη με την ιδέα της Σοσιαλιστικής επανάστασης μέσα από τα μεταβατικά συνθήματα, που ξεκινούν από την σημερινή αντιφατική πραγματικότητα. Σ’ αντίθεση με το μίνιμουμ και το μάξιμουμ πρόγραμμα της Σοσιαλδημοκρατίας μπαίνει η ιδέα του μεταβατικού προγράμματος, μετάβασης από τον καπιταλισμό στη Σοσιαλιστική επανάσταση. Αυτό είναι η απόδειξη της θεώρησης της εποχής μας σαν μια εποχή επαναστάσεων και πολέμων. Έτσι όλη η δουλειά πρέπει να συνδεθεί με την ιδέα της Σοσιαλιστικής επανάστασης.
Η προοπτική του Τρότσκι ήταν πως ο πόλεμος με τη σειρά του θα προκαλούσε την επανάσταση. Το πρόβλημα του Σταλινισμού θα λυνόταν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ή η Σοβιετική Ένωση θα αναγεννιόταν μέσα από μια πολιτική επανάσταση ενάντια στο Σταλινισμό ή η νίκη της επανάστασης σε μια από τις κύριες χώρες θα μας έβγαζε από το αδιέξοδο σε παγκόσμια κλίμακα. Με τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης το πρόβλημα της Διεθνούς και της Σταλινικής και της ρεφορμιστικής θα λυνόταν από τα ίδια τα γεγονότα.
Αυτή η υπό όρους πρόβλεψη, αν και φανέρωνε μια ουσιαστική κατανόηση των προτσέσων της ταξικής κοινωνίας δεν πραγματοποιήθηκε. Λόγω των ιδιαιτέρων στρατιωτικών και πολιτικών γεγονότων του πολέμου ο σταλινισμός ισχυροποιήθηκε προσωρινά. Το επαναστατικό κύμα κατά τη διάρκεια και μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, προδόθηκε στην Ευρώπη από τους σταλινικούς αυτή τη φορά, χειρότερα απ’ ότι προδόθηκε το επαναστατικό κύμα που ακολούθησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο από τους ηγέτες της Δεύτερης Διεθνούς.
Η Διεθνής παρέμεινε, όπως θα πρέπει να παραμείνει ακόμα και μέχρι σήμερα, πιστή στις αρχές που επεξεργάστηκαν και αναπτύχθηκαν στα τέσσερα πρώτα συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς και στην εμπειρία του σταλινισμού , του φασισμού και των μεγάλων γεγονότων που ακολούθησαν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ιδέα που έκανε τον Τρότσκι να πιέσει για την ίδρυση της Διεθνούς το 1938 ήταν η κατάρρευση του σταλινισμού και του ρεφορμισμού σαν επαναστατικές τάσεις μέσα στην εργατική τάξη. Και οι δύο μπήκαν τρομερά εμπόδια για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης και σαν όργανα για την καταστροφή του καπιταλισμού στάθηκαν ανίκανα να οδηγήσουν το προλεταριάτο στη νίκη της Σοσιαλιστικής επανάστασης.
Το ζήτημα νέων κομμάτων και νέας Διεθνούς ήταν θέμα των άμεσων προοπτικών που έμπαιναν μπροστά μας. Ένας νέος Παγκόσμιος Πόλεμος θα προκαλούσε ένα νέο κύμα στις μητροπόλεις και τους αποικιακούς λαούς. Τα προβλήματα του σταλινισμού στη Ρωσία και παγκόσμια θα λύνονταν κατά συνέπεια μέσα απ’ αυτές τις επαναστατικές προοπτικές. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η προετοιμασία οργανωτική και πολιτική ήταν επιτακτική. Έτσι το 1938 ο Τρότσκι πρόβλεψε ότι μέσα σε 10 χρόνια δε θα είχε μείνει τίποτα από τις προδοτικές οργανώσεις και ότι η Τέταρτη Διεθνής θα είχε γίνει η αποφασιστική επαναστατική δύναμη στον πλανήτη. Η βασική ανάλυση δεν ήταν καθόλου λαθεμένη, όμως κάθε πρόβλεψη γίνεται υπό όρους. Η πολυπλοκότητα των παραγόντων οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά μπορεί πάντα να έχει σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική εξέλιξη απ’ αυτή που είχε προβλεφθεί. Πραγματικά η αδυναμία των επαναστατικών δυνάμεων ήταν ένας αποφασιστικός παράγοντας στην ανάπτυξη της διεθνούς πολιτικής περισσότερο από τριάντα χρόνια από τότε που το έγραψε ο Τρότσκι. Δυστυχώς όμως οι μανδαρίνοι της ηγεσίας της «Τέταρτης Διεθνούς» , χωρίς την καθοδήγηση και την παρουσία του Τρότσκι, δεν ερμήνευσαν αυτή την ιδέα του Τρότσκι σαν μια θέση που είχε ξεπεραστεί, αλλά σαν κατά γράμμα σωστή. (1)
Οι μεταπολεμικές εξελίξεις και ο ρόλος των «ηγετών» της 4ης Διεθνούς
Ο πόλεμος προχώρησε μέσα από διαφορετικούς δρόμους που ούτε οι μεγαλύτερες θεωρητικές ιδιοφυΐες θα μπορούσαν ποτέ να περιμένουν. Αυτό το προτσές έχει ήδη εξηγηθεί σε πολλά κείμενα της τάσης μας. Οι νίκες του Χίτλερ την πρώτη περίοδο του πολέμου ήταν μαζί με άλλους παράγοντες αποτέλεσμα της πολιτικής του σταλινισμού την προηγούμενη περίοδο. Η επίθεση ενάντια στη Σοβιετική ένωση, τα εγκλήματα και οι αγριότητες των Ναζί, (ο φασισμός, εξήγησε κάποτε ο Τρότσκι, είναι η χημικά αποσταγμένη ουσία του ιμπεριαλισμού), χωρίς κανένα έλεγχο ή εξισορρόπηση από μέρους της Γερμανικής εργατικής τάξης, που ήταν παραλυμένη και χωρίς δικαιώματα μπροστά στο θηρίο του ναζισμού σήμαινε ότι οι εργάτες και οι αγρότες της Σοβιετικής Ένωσης είδαν σαν καθήκον τους, την ήττα των ναζιστικών ορδών και όχι το ξεκαθάρισμα και την αποκατάσταση της εργατικής δημοκρατίας δια μέσου της πολιτικής επανάστασης. Σαν συνέπεια και για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο ο σταλινισμός ισχυροποιήθηκε προσωρινά.
Ο πόλεμος στην Ευρώπη εξελίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σ’ ένα πόλεμο μεταξύ της σταλινικής Ρωσίας και της ναζιστικής Γερμανίας. Ο αγγλοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός δεν υπολόγισε ακριβώς αυτή την προοπτική. Είχαν προβλέψει ότι είτε η Σοβιετική Ένωση θα εξασθένιζε τόσο πολύ μέσα στο αιματηρό ολοκαύτωμα του ανατολικού μετώπου, ώστε αυτοί θα μπορούσαν να υπαγορεύσουν την πορεία της παγκόσμιας πολιτικής, της παγκόσμιας διπλωματίας και της παγκόσμιας ανακατανομής (των αγορών) ανάλογα με τα δικά τους γούστα και επιθυμίες.
Οι υπολογισμοί του Τρότσκι αποδείχτηκαν αληθινοί, με την έννοια ότι το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ακολούθησε ένα ακόμα μεγαλύτερο επαναστατικό κύμα απ’ ότι το Πρώτο Παγκόσμιο. Όμως οι μάζες των διαφόρων χωρών της Ευρώπης, επειδή μετά την επίθεση των ναζί ενάντια στη Ρωσία τα Κομμουνιστικά Κόμματα έπαιξαν το κύριο ρόλο στην αντίσταση ενάντια στους ναζί, έτρεξαν στην υποστήριξη των Κομμουνιστικών Κομμάτων και σε πολλές χώρες ακόμα και στην υποστήριξη των Σοσιαλδημοκρατών.
Το 1944 ήταν απαραίτητο να επαναπροσανατολιστεί το κίνημα ώστε να κατανοήσει ότι μια μακροχρόνια περίοδος αστικής δημοκρατίας στη δύση και σταλινικής κυριαρχίας στη Ρωσία ήταν στην ημερήσια διάταξη. Στα κείμενα του Ε.Ε.Κ (Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα, R.C.P) γινόταν καθαρό ότι η ερχόμενη περίοδος στη Δυτική Ευρώπη ήταν περίοδος αντεπανάστασης με δημοκρατικές μορφές. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της αδυναμίας της μπουρζουαζίας να διατηρήσει την κυριαρχία της στη Δυτική Ευρώπη χωρίς τη βοήθεια του σταλινισμού και της σοσιαλδημοκρατίας.
Η Διεθνής Γραμματεία (Δ.Γ) μιλούσε διφορούμενα, το Αμερικανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι άλλοι ηγέτες καιροσκοπούσαν πάνω στο ζήτημα και υποστήριζαν ότι αντίθετα η μόνη μορφή εξουσίας που η μπουρζουαζία μπορούσε να διατηρήσει στην Ευρώπη ήταν η στρατιωτική δικτατορία και ο Βοναπαρτισμός. Ανίκανοι να παρατηρήσουν τη στροφή που έγινε στην ιστορική εξέλιξη, δε μπορούσαν να Καταλάβουν ότι η σταλινική Ρωσία βγήκε ενισχυμένη από τον πόλεμο και ότι ο Ιμπεριαλισμός όχι μόνο δε βρισκότανε στην επίθεση, αλλά είχε περάσει στην άμυνα.
Η συμμαχία του Άγγλο – Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού με τη Σοβιετική γραφειοκρατία υπαγορεύτηκε από τον αμοιβαίο φόβο της σοσιαλιστικής επανάστασης στις ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου. Ταυτόχρονα το επαναστατικό κύμα που κατέκλυσε την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο κατέστησε αδύνατο στον Άγγλο – Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό να επωφεληθεί από την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί και να επιχειρήσει μια εισβολή στη Ρωσία ακόμα και μιας κλίμακας παρόμοιας μ’ εκείνης που έγινε το 1918, παρ’ όλο που εκείνη την εποχή ο Άγγλο – αμερικάνικος ιμπεριαλισμός βρισκότανε σε πιο ισχυρή θέση παρά ποτέ απέναντι στη Ρωσία και η Ρωσία βρισκότανε στη πιο αδύναμη θέση απέναντι του. Ήταν ανίσχυρος εξ αιτίας αυτού του επαναστατικού κύματος. Μη κατορθώνοντας να κατανοήσει τον αλλαγμένο συσχετισμό δύναμης και το νόημα της επαναστατικής πλημμυρίδας η Διεθνής Γραμματεία έφτασε ακόμα και στο σημείο να συντάξει και μια απόφαση για το συνέδριο του 1945 που δήλωνε πως «και μόνο η διπλωματική πίεση αρκούσε για την επαναφορά του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση.
Ο αλλαγμένος συσχετισμός των ταξικών δυνάμεων στην Ανατολική Ευρώπη και Κίνα
Η πλήρης έλλειψη προοπτικών αναφορικά με την δυτική Ευρώπη, έκανε τη θέση τους πάνω στα θεωρητικά προβλήματα που αντιμετώπιζε το κίνημα στην Ανατολική Ευρώπη ακόμα χειρότερη. Δεν κατανόησαν πως η προέλαση του κόκκινου στρατού έδωσε μια ώθηση στην επανάσταση που οι γραφειοκράτες την χρησιμοποίησαν μετά για δικούς τους σκοπούς. Αφού πρώτα τη χρησιμοποίησαν κατόπιν στραγγάλισαν την επανάσταση. Το ζήτημα δεν ήταν ότι οι σταλινικοί συνθηκολόγησαν κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες με το καπιταλισμό, αλλά ότι προώθησαν την επανάσταση και μετά τη διαμόρφωσαν σ’ ένα καθεστώς σταλινοβοναπαρτιστικού τύπου.
Η «συμμαχία» των τάξεων στην Ανατολική ήταν όπως και το «Λαϊκό Μέτωπο» της Ισπανίας, μια συμμαχία όχι με τους καπιταλιστές αλλά με την σκιά της αστικής τάξης. Στην Ισπανία όμως επέτρεψαν στην σκιά να αποκτήσει σώμα. Η πραγματική εξουσία παραδόθηκε στους καπιταλιστές. Αλλά σ’ όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης όπου η ουσιαστική εξουσία ο στρατός και η αστυνομία πέρασε στα χέρια των σταλινικών κομμάτων και αυτά άφησαν μόνο τη σκιά της εξουσίας στους συμμάχους του συνασπισμού.
Οι σταλινικοί επωφελήθηκαν από την επαναστατική κατάσταση σ’ όλες αυτές τις χώρες, όπου η κυρίαρχη τάξη είχε αναγκαστεί να τις εκκενώσει, εξ αιτίας του φόβου της αντεκδίκησης των μαζών για τη συνεργασία τους με τους ναζί. Καθώς αποχώρησαν τα ναζιστικά στρατεύματα το κρατικό οικοδόμημα κατέρρευσε. Ο στρατός και η αστυνομία κρύφτηκαν ή το έσκασαν. Έτσι η μόνη οπλισμένη δύναμη στην Ανατολική Ευρώπη ήταν ο κόκκινος στρατός. Παλαντζάροντας ανάμεσα στις τάξεις η βοναπαρτιστική κλίκα προχώρησε στο χτίσιμο ενός κράτους όχι σαν της Ρωσίας του 1917, αλλά σαν της Ρωσίας του Στάλιν. Κτίστηκε ένα κράτος κατ’ εικόνα και ομοίωση της Μόσχας.
Αυτά τα νέα ιστορικά φαινόμενα αν και διαφαίνονταν στα γραπτά του Τρότσκι, ήταν σφραγισμένο βιβλίο για τους «ηγέτες» της Διεθνούς. Δήλωσαν ότι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ήταν κρατικοκαπιταλιστικές, ενώ η Ρωσία παράμενε ένα εκφυλισμένο εργατικό κράτος. Μια τέτοια θέση ήταν ασυμβίβαστη με κάθε μαρξιστική ανάλυση. Γιατί, αν η Ανατολική Ευρώπη όπου τα μέσα παραγωγής είχαν εθνικοποιηθεί και η παραγωγή είχε σχεδιοποιηθεί ήταν καπιταλιστική, τότε ήταν παράλογο να υποστηρίζεται ότι η Ρωσία όπου επικρατούσαν οι ίδιες συνθήκες γραφειοκρατικής δικτατορίας , ήταν ένα οποιοδήποτε είδος εργατικού κράτους. Οι συνθήκες ήταν βασικά όμοιες.
Έτσι και για την Ανατολική και για τη δυτική Ευρώπη αυτοί οι «ηγέτες» ήταν ανίκανοι να κατανοήσουν τις προοπτικές και να βασίσουν πάνω σ’ αυτές την εκπαίδευση των επαναστατικών στελεχών. Σημαντικές δυνάμεις στη Γαλλία και σ’ άλλες χώρες σπαταλήθηκαν σε φιλονικίες πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα.
Αλλά η στάση τους σε σχέση με τη κινέζικη επανάσταση που ήταν το δεύτερο σπουδαιότερο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία ήταν τουλάχιστο χειρότερη. Χωρίς να κατανοούν τον αγροτικό πόλεμο που έκανε ο Μάο – Τσε – Τουγκ και οι οπαδοί του και χωρίς να υπολογίζουν στο παγκόσμιο συσχετισμό δύναμης, ικανοποιούνταν να επαναλαμβάνουν σ’ αυτή την εποχή ιδέες που είχαν πάρει από το έργο του Τρότσκι, που δεν τις είχαν καταλάβει.
Δήλωσαν ότι ο Μάο προσπαθούσε να υποταχθεί στο Τσιάγκ – Καϊ – Σεκ και ότι γινότανε μια επανάληψη της επανάστασης του 1927. Κατ’ αρχή ο εμφύλιος πόλεμος γινότανε πάνω στο ζήτημα της γης και οι συνεχείς προτάσεις ειρήνης των Κινέζων σταλινικών είχαν σαν βάση το πρόγραμμα της αγροτικής μεταρρύθμισης και την απαλλοτρίωση του «φεουδαρχικού κεφαλαίου», ένα πρόγραμμα που ο Τσιάγκ ήταν αδύνατο να δεχτεί. Δεν είχαν καταλάβει ότι ανοίγονταν νέες προοπτικές σαν συνέπεια των εμπειριών της Κίνας από τον καιρό της επανάστασης του 1925 – 27 και την τέλεια ανικανότητα της Κινέζικης μπουρζουαζίας να λύσει τα προβλήματα της δημοκρατικής επανάστασης, της εθνικής ενοποίησης της Κίνας και του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, όπως αποδείχτηκε στο πόλεμο ενάντια στην Ιαπωνία.
Από τη μια ήταν η παθητικότητα της εργατικής τάξης στη Κίνα και από την άλλη ο αγροτικός πόλεμος – που είχε τον ιστορικά ιδιαίτερο χαρακτήρα της Κίνας όπως πολλές φορές παρουσιάστηκε στην πορεία της τελευταίας χιλιετηρίδας – και η παράλυση του ιμπεριαλισμού που οφειλόταν στο επαναστατικό κύμα που ακολούθησε το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Όλοι αυτοί οι παράγοντες έδιναν την δυνατότητα μιας νέας κατεύθυνσης στα γεγονότα. Το 1947, σ’ ένα κείμενο που ανέλυε την κατάσταση στην κίνα το Ε.Ε.Κ πρόβλεψε τα βήματα που θα ακολουθούσε ο Μάο στη περίπτωση της νίκης στον εμφύλιο πόλεμο. Μιας νίκης που κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ήταν αναπόφευκτη.
Εκείνη την εποχή οι ηγέτες του Κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμματος δήλωσαν πως η Κίνα για τα επόμενα 50 χρόνια βρισκότανε σε μια περίοδο «καπιταλιστικής δημοκρατίας’. Είχανε συμμαχία με τους λεγόμενους «εθνικούς καπιταλιστές» αλλά μια μαρξιστική ανάλυση δε θα το έπαιρνε αυτό πολύ σοβαρά. Η εξουσία ήταν στα χέρια του κόκκινου στρατού. Έτσι προβλέψαμε ότι σύμφωνα με το πρότυπο της Ανατολικής Ευρώπης ο Μάο θα ισορροπούσε μεταξύ των τάξεων και μέσα στις αλλαγμένες συνθήκες εθνικά και διεθνικά, θα έχτιζε ένα κράτος σαν του Στάλιν και όχι σαν αυτό που πρωτοδημιούργησε ο Λένιν. Έτσι από την αρχή της επανάστασης οδηγούνταν προς ένα βοναπαρτιστικό εργατικό κράτος. Οι ηγέτες της Διεθνούς Γραμματείας και του Κινέζικου τμήματος της υποστήριξαν ότι ο Μάο υποτασσόταν στον καπιταλισμό και ακόμα μετά την πλήρη νίκη των Κινέζων σταλινικών, δεν κατανόησαν τη σημασία της, αλλά δήλωσαν ότι η Κίνα όπως και η ανατολική Ευρώπη, ήταν κρατικοκαπιταλιστικές αν και δε προσδιόριζαν τι εννοούσαν μ’ αυτό.
Στη συνέχεια ανακοίνωσαν μεγαλοπρεπείς επαναστατικές προοπτικές για την Κίνα και την Ανατολική Ευρώπη. Ο Μάο δε θα μπορούσε να διατηρήσει την «καπιταλιστική εξουσία» του για πολύ. Στην Ανατολική Ευρώπη τα «κρατικοκαπιταλιστικά» καθεστώτα βρίσκονταν σε κατάσταση άμεσης κρίσης, που θα οδηγούσε στην ανατροπή τους. Δεν καταλάβαιναν ότι, εκτός από απρόοπτα γεγονότα στις κύριες καπιταλιστικές χώρες ή μιας νικηφόρας πολιτικής επανάστασης στη Ρωσία, για μια ή δύο δεκαετίες τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης και της Κίνας θα διατηρούσαν σταθερά τον έλεγχο. Συνέχιζαν να επαναλαμβάνουν ότι ο παγκόσμιος πόλεμος επρόκειτο να λύσει τα προβλήματα της επανάστασης και ιδιαίτερα ένας ηγέτης υποστήριζε ότι αφού ο πόλεμος δεν είχε λύσει τα προβλήματα αυτό σήμαινε ότι ο «πόλεμος συνεχιζόταν». Αμέσως μετά το πόλεμο χρόνο με το χρόνο από το 1945 και μετά, δήλωναν μονότονα ότι επρόκειτο να έχουμε το άμεσο ξέσπασμα ενός νέου πολέμου, ενός πυρηνικού πολέμου που θα έφερνε το Σοσιαλισμό.
Ακόμα και σήμερα επαναλαμβάνουν αυτή την ιδέα νερωμένη βέβαια. Σε κάθε κρίση του ιμπεριαλισμού ή κρίση μεταξύ του ιμπεριαλισμού και της σοβιετικής γραφειοκρατίας ξεθάβουν τα ταμπούρλα και μεταδίδουν το ίδιο απαρχαιωμένο μήνυμα. Μέχρι σήμερα δεν έχουν καταλάβει ότι το πρόβλημα του πολέμου στη σημερινή εποχή είναι πρόβλημα του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων, ότι μόνο αποφασιστικές ήττες της εργατικής τάξης στις κύριες καπιταλιστικές χώρες, ιδιαίτερα στην Αμερική μπορούν να βάλουν τις βάσεις για ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο. (Δες «Διεθνείς Προοπτικές»)
Η Ανατολική Ευρώπη και τα Σταλινικά κράτη
Όπως πάντα το σφυροκόπημα που δέχτηκαν οι ιδέες τους από τα ίδια τα γεγονότα και η άρνησή τους να αναλύσουν τα λάθη τους έσπρωξαν σ’ αντίθετα και ακόμα χειρότερα σφάλματα από το να ονομάζουν την Κίνα και την Ανατολική Ευρώπη καπιταλιστικά κράτη, τώρα πέρασαν στο άλλο άκρο.
Επειδή η εθνική γραφειοκρατία του Τίτο ήρθε σε σύγκρουση με τη ρώσικη γραφειοκρατία, ανακάλυψαν τώρα στη Γιουγκοσλαβία ένα «σχετικά υγιές εργατικό κράτος». Μη κατανοώντας τη φύση της σύγκρουσης, εκεί όπου θα έπρεπε να δοθεί κριτική υποστήριξη στους Γιουγκοσλάβους, άρχισαν να εξιδανικεύουν τον «ήρωα Τίτο» και να δηλώνουν ότι η νέα Διεθνής θα μπορούσε να φυτρώσει στο Γιουγκοσλαβικό έδαφος.
Αφού αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν το χαρακτηρισμό της Κίνας από καπιταλιστικό σε εργατικό κράτος δήλωσαν επίσης ότι η Κίνα ήταν «ένα σχετικά υγιές εργατικό κράτος». Δεν πήραν υπόψη τους τις συνθήκες και τον τρόπο με τον οποίο έγινε η επανάσταση στη Κίνα. Δεν πήραν υπόψη τους τις συνθήκες και τον τρόπο με τον οποίο έγινε η επανάσταση στη Κίνα. Η ανυπολόγιστη καθυστέρηση της Κίνας σε σχέση με τη Ρωσία, το γεγονός ότι η εργατική τάξη δεν είχε παίξει κανένα ανεξάρτητο ρόλο μέσα σ’ αυτά τα μεγάλα γεγονότα και απ’ αυτό παράμενε παθητική, ότι σε παγκόσμια κλίμακα ο καπιταλισμός, αν και προσωρινά βέβαια είχε κατορθώσει να σταθεροποιηθεί στη Δύση, ότι η Σοσιαλιστική επανάσταση στις καπιταλιστικές μητροπόλεις δεν ήταν κοντά και ότι γι αυτό το λόγο οι Κινέζοι σταλινικοί και η κινέζικη γραφειοκρατία είχαν μια ακόμα μεγαλύτερη θηλιά πάνω στο κινέζικο κράτος και στο κινέζικο λαό απ’ αυτή που είχε η ρώσικη γραφειοκρατία, ότι για τη σοσιαλιστική επανάσταση είναι απαραίτητη πάνω απ’ όλα η συνειδητή συμμετοχή της εργατικής τάξης και μετά την επανάσταση ο συνειδητός έλεγχος και η δημοκρατική συμμετοχή των εργατών στη διοίκηση της βιομηχανίας και του κράτους. Μέχρι σήμερα αυτοί οι «ηγέτες» δε ξεκαθάρισαν αυτό το πρόβλημα και εξακολουθούν να θεωρούν την Κίνα και τη Γιουγκοσλαβία «σχετικά υγιή εργατικά κράτη» που χρειάζονται μόνο μεταρρύθμιση ανάλογη μ’ αυτή της Ρωσίας του 1917 – 20 και καθόλου μια πολιτική επανάσταση όπως την όρισε και τη κατανόησε ο Τρότσκι.
Έτσι ενίσχυσαν τις προηγούμενες θέσεις τους παραβιάζοντας μερικές θεμελιώδεις αρχές του Μαρξισμού, αυτή τη φορά ‘όμως από τον αντίθετο πόλο. Επανέλαβαν την ίδια διαδικασία, όπως οι σταλινικοί πριν απ’ αυτούς σε κάθε σημαντική στροφή των γεγονότων. Κάνοντας ζιγκ – ζαγκ από τη μια θέση στην άλλη, δεν χρησιμοποίησαν τη Μαρξιστική μέθοδο ανάλυσης από το αρχικό τους σημείο, διορθώνοντας τα λάθη και προετοιμάζοντας έτσι το δρόμο για ένα ψηλότερο σημείο σκέψης. Κάθε αλλαγή γραμμής κάθε αλλαγή τακτικής παρουσιαζόταν ξαφνικά σαν το μάννα εξ ουρανού που θα διανεμόταν με ηχηρούς λόγους και κείμενα στους πιστούς. Αυτός ο παράγοντας μεταξύ άλλων, ήταν μια από τις κύριες αιτίες της πλήρους ανικανότητας τους να προσανατολιστούν σωστά στη εξέλιξη των γεγονότων. Μια τέτοια συνέπεια στο σκοπό μπορεί να αποκτηθεί μόνο απ’ εκείνους που έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους στις ιδέες τους και την πολιτική τους επιβολή. Μόνο με τέτοια μέσα μπορούν τα στελέχη του επαναστατικού κινήματος να εκπαιδευτούν και να ατσαλωθούν για τα μεγάλα καθήκοντα που τους βάζει η ανθρωπότητα.
Αφού υποστήριξαν ότι ολόκληρη η Ανατολική Ευρώπη και η Κίνα ήταν περίεργη μορφή κρατικοκαπιταλισμού, χωρίς ποτέ να την προσδιορίσουν να την αναλύσουν ή να την εξηγήσουν, τώρα έκαναν στροφή 180 μοιρών, χωρίς καμιά εξήγηση ή ανάλυση των λόγων που προκάλεσαν την αλλαγή, καθαρά ιμπρεσιονιστικά έκαναν ένα τέλειο αναποδογύρισμα! Όταν το Γιουγκοσλαβικό καθεστώς έσπασε από το Στάλιν υποστηρίζοντας τα κεκτημένα της Γιουγκοσλάβικης Γραφειοκρατίας, αυτοί ανακάλυψαν στο Τίτο ένα νέο σωτήρα για τη Τέταρτη Διεθνή. Η Γιουγκοσλαβία μεταμορφώθηκε μέσα σε μια νύχτα σ’ ένα «σχετικά υγιές εργατικό κράτος». Αντί από τη μια να δώσουν κριτική υποστήριξη στον αγώνα του Γιουγκοσλάβικου λαού ενάντια στην εθνική καταπίεση της ρώσικης γραφειοκρατίας, αλλά από την άλλη να εξηγήσουν τα κεκτημένα συμφέροντα της ντόπιας γραφειοκρατίας σ’ αυτή τη διάσπαση, εξιδανίκευσαν τη τελευταία.
Ενώ στη Ρωσία η πολιτική επανάσταση παρέμενε ακόμα απαραίτητη (αυτό θα έπρεπε να ‘ναι έτσι για κάποια ακαθόριστη ιστορική αιτία μιας και έτσι το είχε πει ο Τρότσκι. Δεν εξήγησαν όμως τις αιτίες τις πραγματικές. Ο Ντόιτσερ κατάφερε μάλιστα να κάνει ένα βήμα και να ανακαλύψει πως η πολιτική επανάσταση δεν ήταν απαραίτητη.) στη Γιουγκοσλαβία ανακάλυψαν τώρα ότι η πολιτική επανάσταση έγινε μέσα στο πόλεμο και στη μεταπολεμική περίοδο. Σαν συνέπεια των παραπάνω η Σοσιαλιστική επανάσταση στη Γιουγκοσλαβία είχε ήδη γίνει, ενώ η Σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία είχε απομακρυνθεί, η επανάσταση στη Γιουγκοσλαβία λόγω της επανάστασης στη Ρωσία δεν είχε απομακρυνθεί. Έτσι είπαν ότι η αιτία που αναπτύχθηκε ο σταλινισμός στη Ρωσία ήταν το γεγονός ότι ήταν η μόνη χώρα που η επανάσταση θριάμβευσε, τώρα πια που η επανάσταση επεκτάθηκε δεν έμπαινε πια θέμα να επαναληφθεί ένα όμοιο προτσέσο παραμόρφωσης. Ως εκ τούτου συμπέραναν θριαμβευτικά, δεν μπορούσε να επαναληφθεί ο σταλινισμός στη Γιουγκοσλαβία και συνεπώς υπήρχε εκεί ένα υγιές εργατικό κράτος με δευτερεύουσες παραμορφώσεις. Προχώρησαν στην οργάνωση διεθνών ομάδων εργασίας για να βοηθήσουν το χτίσιμο του σοσιαλισμού στη Γιουγκοσλαβία.
Η προπαγάνδα τους ήταν τόσο εγκωμιαστική, χωρίς κριτική όσο ήταν και η σταλινική προπαγάνδα για τις επισκέψεις ομάδων νεολαίων «για το χτίσιμο του σοσιαλισμού στη Ρωσία». Όλο αυτό το επεισόδιο είναι απόδειξη της κοινωνιολογικής «μεθόδου αυτής της τάσης. Οι Ζερμέν και Σια πρόβαλαν το ίδιο επιχείρημα για την επονομαζόμενη «πολιτιστική επανάσταση» στη Κίνα και βέβαια ακόμα και μέχρι σήμερα, για την Κούβα. Στην αρχή ήταν η καθυστέρηση της Σοβιετικής Ένωσης μαζί με την απομόνωση της και τις ήττες της παγκόσμιας εργατικής τάξης, που ήταν υπεύθυνες για την άνοδο της σταλινικής γραφειοκρατίας στην εξουσία στη Ρωσία. Όμως αφού ανέβηκε η ίδια η γραφειοκρατία με τη κρατική εξουσία στα χέρια της, γίνεται ένας ανεξάρτητος παράγοντας στη κατάσταση. Η σταλινική γραφειοκρατία της Γιουγκοσλαβίας δεν ήταν διαφορετική στα βασικά της σημεία απ’ αυτή της Ρωσίας. Η κλίκα του Τίτο άρχισε εκεί που τελείωσε ο Στάλιν. Ποτέ δεν υπήρξε εργατική δημοκρατία όπως αυτή του 1917 – 20 στη Σοβιετική Ένωση. Το κίνημα στη Γιουγκοσλαβία ήταν κατά τη διάρκεια του πολέμου ένας εθνικός απελευθερωτικός πόλεμος. Το κράτος που σχηματίστηκε ήταν ένας μονοκομματικός ολοκληρωτικός μηχανισμός, κατ’ εικόνα και ομοίωση της Ρωσίας με τελειοποιημένο το σταλινισμό.
Η Γιουγκοσλαβία ήταν μια πολύ καθυστερημένη χώρα. Συνεπώς στο Γιουγκοσλαβικό κρατικό μηχανισμό συσσωματώθηκαν τα στοιχεία της παλιάς άρχουσας τάξης, της διπλωματίας του στρατού και των υπολοίπων του κρατικού μηχανισμού.
Αυτή η διαδικασία ήταν βέβαια η ίδια που είχε εμφανιστεί και στη Ρωσία. Αλλά χωρίς τον έλεγχο της εργατικής δημοκρατίας δεν μπορούσε να υπάρξει ένα υγιές εργατικό κράτος. Η κίνηση προς το Σοσιαλισμό σε μια μεταβατική οικονομία απαιτεί το συνειδητό έλεγχο και τη συμμετοχή της εργατικής τάξης. Έτσι κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, όμοιες καταστάσεις και αιτίες δίνουν και πρέπει να δίνουν τα ίδια αποτελέσματα. Αφήνοντας κατά μέρος αυτή ή την άλλη δευτερεύουσα ιδιορρυθμία, τα βασικά χαρακτηριστικά του Γιουγκοσλαβικού καθεστώτος δεν ήταν διαφορετικά από τα χαρακτηριστικά του σταλινισμού στη Ρωσία. Το να δηλώνεις άλλα πράγματα είναι μια απόλυτη αναθεώρηση του Μαρξισμού.
Μέχρι σήμερα όλες οι τάσεις που υποστήριζαν αυτή τη θέση, δεν έχουν επανεκτιμήσει τη θεωρητική τους στάση στο φως των γεγονότων. Από τον Πάμπλο μέχρι τον Ποσάδας, τον Χήλι, τον Ζερμέν και τον Χάνσεν δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια να επανεκτιμήσουν τα θεωρητικά τους λάθη. Κατά συνέπεια οι ποιο απίθανοι συνδυασμοί ιδεών μπορούν να μπερδεύονται μέσα στα γραπτά τους. Ο Χήλι το βρίσκει εντελώς συνεπές να χαρακτηρίζει τη Κούβα σαν κρατικοκαπιταλιστική, ενώ χαιρέτιζε τη πολιτιστική επανάσταση στη Κίνα για νέα παραλλαγή της Παρισινής Κομμούνας. Η τάση της «Εργατικής Φωνής» στη Γαλλία, η οποία παρέμεινε ακόμα στη θέση Ε.Γ (Ενιαίας γραμματείας) του 1945 -47, 25 ολόκληρα χρόνια μετά τα γεγονότα, το βρίσκει ακόμα δυνατό να λέει πως η Ρωσία είναι ένα παραμορφωμένο εργατικό κράτος, ενώ η Ανατολική Ευρώπη, η Γιουγκοσλαβία και η Κούβα είναι καπιταλιστικά κράτη. Όλες αυτές οι τάσεις δηλώνουν ότι η Συρία και η Μπούρμα είναι καπιταλιστικές. Η ίδια η Ε.Γ, μέσα απ’ όλους τους ελιγμούς της πληρώνει το τίμημα της έλλειψης θεωρητικής συνέπειας ανακατεύοντας τα λάθη του παρελθόντος.
Έτσι μέχρι σήμερα παραμένουν συγχυσμένοι κατά πόσο είναι απαραίτητη μια πολιτική επανάσταση στη Κίνα και στη Γιουγκοσλαβία, η πλειοψηφία τους πιστεύει ότι αυτά είναι «σχετικά υγιή» εργατικά κράτη και έτσι καμιά πολιτική επανάσταση δεν είναι απαραίτητη, παρά μόνο μεταρρυθμίσεις.
Εξελίξεις στα Σταλινικά κράτη
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας εικοσιπενταετίας αυτή η τάση έχασε εντελώς το θεωρητικό της υπόβαθρο. Πιασμένοι στον ύπνο από την εξέλιξη των γεγονότων, αντιδρούσαν πάντοτε εμπειρικά και ιμπρεσιονιστικά υποτασσόμενοι στη άμεση πραγματικότητα χωρίς να βλέπουν τις μελλοντικές εξελίξεις, πράγμα αναπόφευκτο κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες για ομαδούλες και τάσεις. Αυτό όχι μόνο σε σχέση με το Τίτο στη Γιουγκοσλαβία, πράγμα που προέρχεται από τη λαθεμένη ανάλυση και την έλλειψη κατανόησης του προλεταριακού Βοναπαρτισμού, αλλά επίσης σε σχέση με όλα τα μεγάλα γεγονότα στις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Το κίνημα του 1956 στην Ουγγαρία, που πήρε τη μορφή μιας τέλειας ανατροπής της γραφειοκρατίας και ήταν η απαρχή της πολιτικής επανάστασης, δε μπορούσαν παρά να το υποστηρίζουν εγκαταλείποντας κάθε πρόσχημα και στηριζόμενοι στις παραδόσεις του Τροτσκισμού. Όμως αυτό δε τους εμπόδισε να βάλλουν στο ίδιο σακί το κίνημα της Πολωνίας, σαν να ήταν στην ίδια κατηγορία.
Δεν είδαν ότι στην Ουγγαρία παρουσιάστηκε μια πλήρης διάλυση του κατ’ όνομα Κομμουνιστικού κόμματος και η απαρχή οργάνωσης ενός νέου εργατικού κινήματος. Οι Ούγγροι εργάτες έχοντας την πείρα του σταλινικού ολοκληρωτισμού δεν ήταν διατεθειμένοι να ανεχτούν ούτε για μια στιγμή το χτίσιμο ενός νέου σταλινικού κράτους κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Στη Πολωνία τα γεγονότα εξελίχτηκαν αρκετά διαφορετικά. Ο εθνικός αγώνας ενάντια στη καταπίεση της μεγάλης ρώσικης γραφειοκρατίας ξεστρατεύτηκε από ένα τμήμα της Πολωνικής γραφειοκρατίας σε εθνικά σταλινικά πλαίσια. Χωρίς να το κατανοήσουν αυτό οι ηγέτες της «Τέταρτης» είδαν το Γκομούλκα σαν αντιπρόσωπο του «δημοκρατικού κομμουνισμού». Δεν είδαν ότι αυτός αντιπροσώπευε το κομμάτι εκείνο της Πολωνέζικης γραφειοκρατίας που ήθελε να εγκατασταθεί σαν «αφεντικό στο δικό τους σπίτι» και να γίνει σχετικά ανεξάρτητο από τη Μοσχοβίτικη γραφειοκρατία. Αυτό που δεν έγινε καθόλου ξεκάθαρο σ’ αυτούς ήταν ότι δεν υπήρχε καμιά βασική διαφορά μεταξύ του κόμματος των Πολωνών γραφειοκρατών και της ρεφορμιστικής πτέρυγας της Σοβιετικής γραφειοκρατίας. Στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να ανανεώσουν τη βάση της επανάστασης ή τη στροφή προς τη Ρωσία του ’17 τόσο , όσο και ο Χρουστσόφ. Αυτό που είναι ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι αντιτάχθηκαν στην προσπάθεια εγκαθίδρυσης μιας σοσιαλιστικής δημοκρατίας στην Ουγγαρία. Κατά συνέπεια η πιθανή πολιτική επανάσταση στην Πολωνία ξεστράτισε σε εθνικά σταλινικά πλαίσια. Όπως οι εθνικοί σταλινικοί αδελφοί τους στη Ρωσία, έτσι και οι Πολωνοί γραφειοκράτες το μόνο που μπορούσαν να περνάνε ήταν από την καταπίεση στη μεταρρύθμιση και αντίστροφα, ενώ διατηρούσαν το σταλινικό μηχανισμό άθικτο. Οι Τεταρτοδιεθνιστές «ηγέτες» είδαν στο Γκομούλκα την απαρχή μιας τέλειας αλλαγής της κατάστασης στη Πολωνία, όπως ακριβώς είχαν αυταπάτες για την αποσταλινοποίηση στη Σοβιετική Ένωση. Σε κάθε στάδιο της πραγματικότητας έψαχναν για κάποιο είδος Μεσσία που θα τους έσωζε από την απομόνωση και την έλλειψη μαζικών δυνάμεων. Κάθε φορά ήταν καταδικασμένοι σε απογοήτευση.
Σα να μην ήταν ικανοποιημένοι που είχανε κάψει τα δάχτυλα τους με το Μαοϊσμό, η διάσπαση μεταξύ Ρωσίας και Κίνας που τους έπιασε στον ύπνο, είχε παρ’ όλα αυτά σαν αποτέλεσμα την αναζωογόνηση των αυταπατών τους για το Μαοϊσμό. Έβγαλαν από τη ναφθαλίνη την «κρυφή» ιδέα ότι η Κίνα ήταν ένα υγιές εργατικό κράτος με δευτερεύοντα ψεγάδια, ένα κράτος που χρειαζότανε μεταρρύθμιση και όχι ανατροπή. Ο Μάο επρόκειτο να γίνει ο καινούργιος σωτήρας. Ερμήνευσαν εντελώς λαθεμένα το νόημα της «πολιτιστικής επανάστασης» στη Κίνα (2).
Ο Τρότσκι είχε εξηγήσει ότι ο προλεταριακός βοναπαρτισμός μερικές φορές στηρίζεται πάνω στους εργάτες και τους αγρότες με σκοπό να ξεκαθαρίσει τις χειρότερες καταχρήσεις της άπληστης γραφειοκρατίας. Κατά την εισαγωγή των πεντάχρονων σχεδίων στη Ρωσία, ο Στάλιν για μια περίοδο στηρίχτηκε στους εργάτες και τους αγρότες και μάλιστα προκάλεσε ενθουσιασμό ανάμεσα στους εργάτες και τους αγρότες που αυτοί πίστευαν πως ήταν η οικοδόμηση του Σοσιαλισμού. Αυτά όμως δεν άλλαξαν το χαρακτήρα τις μέθοδοι και την πολιτική του σταλινισμού. Δεν άλλαξαν το χαρακτήρα του κρατικού καθεστώτος. Κάνοντας αποδιοπομπαίους τράγους άτομα ή ακόμα τμήματα της γραφειοκρατίας, εκτός του ότι δεν άλλαξε τίποτα σημαντικό, δεν έκανε τίποτα άλλο από το να ενισχύει τη γραφειοκρατική εξουσία. Έτσι ο Μαοϊσμός και η «πολιτιστική επανάσταση» δεν άλλαξαν τίποτα σημαντικό στη Κίνα. Ο Μάο στηριζόμενος στους εργάτες και τους αγρότες, έδωσε χτυπήματα σε ορισμένα τμήματα της γραφειοκρατίας τα οποία είχαν μαζέψει προνόμια και μια υλική θέση που υπερέβαινε πολύ αυτό που οι αδύναμες παραγωγικές δυνάμεις μπορούσαν να βαστάξουν. Η διαφοροποίηση μεταξύ εργατών – αγροτών και των γραφειοκρατικών στρωμάτων είχε πάρει τέτοια έκταση που προκάλεσε τεράστια δυσαρέσκεια μέσα στους εργάτες και στους αγρότες. Έτσι για να μπορέσουν να ζέψουν τους εργάτες στη παραγωγή της βαριάς βιομηχανίας ατομικών όπλων και στην ενίσχυση της παραγωγής στη Κίνα, ήταν απαραίτητο να περιορίσουν ορισμένα προνόμια. Όμως η «πολιτιστική επανάσταση» ήταν οργανωμένη από τα πάνω, από την αρχή μέχρι το τέλος. Με το να μιλάνε οι «Τροτσκιστές ηγέτες» για παραλλαγή της Παρισινής Κομμούνας στη Σαγκάη, το Πεκίνο και στις άλλες πόλεις της Κίνας, έριχναν λάσπη στην παράδοση της Κομμούνας και της Ρώσικης Επανάστασης. Το αναπόφευκτο τέλος αυτής της εμπειρίας, όπως και αυτής του Γκομούλκα στην Πολωνία, ήταν η ενίσχυση της γραφειοκρατίας στη Κίνα όπως και στην Πολωνία. Πάνω σ’ αυτό το δρόμο δεν υπήρχε καμιά διέξοδος για τις Πολωνέζικες ή τις Κινέζικες μάζες. Το συνεχές ψάξιμο για κάποιο μαγικό μέσο με το οποίο θα λυνόντουσαν τα προβλήματα ήταν πάντα ένα σύμπτωμα μικροαστικού ουτοπισμού, ο οποίος αντικαθιστά τη Μαρξιστική ανάλυση με υστερικές ελπίδες σ’ αυτό ή το άλλο άτομο ή τάση.
Η συνθηκολόγηση στα διάφορα είδη του σταλινισμού ή του ουτοπισμού σε κάθε στάδιο εξέλιξης των γεγονότων έκανε τεράστια ζημιά στη δημιουργία ενός βιώσιμου κινήματος. Έτσι στην Ιταλία οι τροτσκιστές ή για να είμαστε πιο ακριβείς οι επονομαζόμενοι «ηγέτες» των τροτσκιστών βοήθησαν στο σχηματισμό μιας μεγάλης Μαοϊκής κίνησης με 100 000 μέλη. Ανατυπώνοντας και διανέμοντας με ενθουσιασμό και χωρίς καμιά κριτική τα έργα του Μάο μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα, δημιούργησαν τη τάση για το Μαοϊσμό στην Ιταλία. Οι ηγέτες αυτών των τάσεων έκαναν ειδικά ταξίδια στη Κινέζικη πρεσβεία της Ελβετίας, για να πάρουν αυτό το «πολύτιμο» υλικό. Η συνέπεια αυτής της αποδοχής του Μαοϊσμού χωρίς καμιά κριτική ήταν ότι όχι μόνο δεν κέρδισαν ούτε ένα μέλος από τις 100 χιλιάδες, αλλά αντίθετα έχασαν μέλη τους από τους Μαοϊκούς! Έτσι πάντα πληρώνεται ακριβά η αδυναμία και η θεωρητική σύγχυση, ιδιαίτερα για μια αδύνατη τάση. Ακόμα χειρότερα η σύγχυση και η αποθάρρυνση απλώνεται μέσα στις ίδιες της τις γραμμές. Το κύριο καθήκον σ’ αυτές τις συνθήκες ήταν να δείξουν στη βάση του Κ.Κ μια φιλική στάση και σ’ αυτούς που έτειναν στο Μαοϊσμό ενώ συγχρόνως να κάνουν αυστηρή κριτική όχι μόνο στην οπορτουνιστική φιλορώσικη πτέρυγα, αλλά επίσης και στη γεμάτη άγνοια και κυνισμό θέση των Μαοϊκών, αρχίζοντας από τους ηγέτες του Πεκίνου.
Η αποικιακή επανάσταση – Αλγερία
Απογοητευμένοι από τις αποτυχίες τους (που κύρια οφείλονταν σε αντικειμενικές συνθήκες και μερικά στη λαθεμένη πολιτική τους) έριξαν τις ευθύνες γι αυτές όπως συμβαίνει πάντα σ’ αυτές τις περιπτώσεις στην πλάτη της εργατικής τάξης. Έτσι είπανε ότι οι εργάτες της Δύσης είχανε διαφθαρεί και αμερικανοποιηθεί από την καλοπέραση. Η πολιτική τους έδειξε ότι πραγματικά το πιστεύανε. Μ’ αυτή τη λογική έψαξαν για ένα καινούργιο γιατροσόφι που θα ανανέωνε και θα αναζωογονούσε τις τύχες της Διεθνούς και της εργατικής τάξης. Και αυτό το βρήκαν στην αποικιακή επανάσταση. Στα πρόσφατα κείμενα της τάσης μας έχουμε εξηγήσει τη σημασία της αποικιακής επανάστασης και των εξελίξεων μέσα της. Εδώ αρκεί να πούμε ότι το ξεσήκωμα του επονομαζόμενου Τρίτου Κόσμου προέρχεται από την αδυναμία του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού που βρίσκεται σε αδιέξοδο να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις σ’ αυτές τις περιοχές στη μεγαλύτερη δυνατή και απαραίτητη έκταση. Αλλά παίρνοντας υπ’ όψιν τις διεθνείς συνθήκες την ύπαρξη ισχυρών βοναπαρτιστικών εργατικών κρατών και το συσχετισμό των δυνάμεων του καπιταλισμού, οι εξελίξεις σ’ αυτές τις περιοχές έχουν πάρει μια ιδιόρρυθμη μορφή. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες είναι τώρα απαραίτητο παρά ποτέ να διαφυλάξουμε με αδιάλλακτη αποφασιστικότητα τις ιδέες του Τρότσκι για τη διαρκή επανάσταση, να διδαχτούμε από την πείρα της Γιουγκοσλαβίας, της Κίνας και της Κούβας και να διαχωρίσουμε τις θέσεις μας από όλες τις τάσεις, εθνικοκαπιταλιστικές, εθνικομικροαστικές, σταλινικές και ρεφορμιστικές.
Στην Αλγερία σύνδεσαν τις δυνάμεις τους σχεδόν ολοκληρωτικά κάτω από τη σημαία του F.L.N (Ε.Α.Μ) αν και η θέση τους ήταν καλύτερη απ’ αυτή των Λαμπερτιστών και των Χηλικών, που υποστήριξαν το Μ.Ν.Α το οποίο ξεκινώντας από μια θέση αριστερότερα του Ε.Α.Μ κατέληξε σε πρακτορείο των Γάλλων ιμπεριαλιστών. Το να δώσουν κριτική υποστήριξη στο Ε.Α.Μ ήταν σωστό, αλλά το να υποτάξουν τελείως τη δουλειά του τμήματος τους στο εθνικό κίνημα το μόνο που μπορούσε να σημαίνει ήταν ότι και οι λιγοστές δυνάμεις που είχαν κάτω από τον έλεγχο τους θα χανόντουσαν μέσα στον απελευθερωτικό πόλεμο. Ενώ έπρεπε να διατηρήσουν την πλήρη υποστήριξή τους στο δίκαιο αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία από το Γαλλικό ιμπεριαλισμό, ταυτόχρονα ήταν απαραίτητα οι Αλγερινοί τροτσκιστές να διαφυλάξουν και να υπερασπίσουν τη θέση του Διεθνισμού. Μόνο έτσι μπορούσε να συνδεθεί ο εθνικό – απελευθερωτικός αγώνας με τον αγώνα της εργατικής τάξης στη Γαλλία και να πάρει σάρκα και οστά η δυνατότητα μια ς Σοσιαλιστικής Αλγερίας, συνδεδεμένης με μια Σοσιαλιστική Γαλλία. Η προδοσία των Σοσιαλδημοκρατικών και σταλινικών οργανώσεων στη Γαλλία που είχε σαν αποτέλεσμα να πάρει η Αλγερινή επανάσταση ένα εθνικό προσανατολισμό, δεν ήταν λόγος για να εγκαταλειφθούν οι επεξεργασμένες αρχές του Μαρξισμού – Λενινισμού πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Θα έπρεπε να ‘ταν ξεκαθαρισμένο ότι και με τις καλύτερες προοπτικές μετά τη νίκη τους ενάντια στους Γάλλους, που και μόνη τα ήταν ένα τεράστιο βήμα μπροστά, θα ήταν αδύνατο να χτιστεί μια εργατική δημοκρατία σε μια χώρα σαν την Αλγερία. Το αποτέλεσμα θα ήταν ή μια αστική ή μια προλεταριακή παραλλαγή βοναπαρτισμού, με σχεδόν καθόλου βιομηχανία, μ’ έναν πληθυσμό αποδεκατισμένο από τον πόλεμο, χωρίς ισχυρή ντόπια εργατική τάξη με το μισό πληθυσμό άνεργο και χωρίς ένα ταξικό επαναστατικό κόμμα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες σήμαιναν ότι χωρίς τη βοήθεια πάνω απ’ όλα του Γαλλικού και του Διεθνούς προλεταριάτου δεν μπορούσε να υπάρξει καμιά λύση για τον αλγερινό λαό, εκτός από το διώξιμο του ιμπεριαλισμού.
Οι αυταπάτες που σκόρπισαν οι «ηγέτες των τροτσκιστών» για τον εργατικό έλεγχο των εγκαταλειμμένων Γαλλικών χτημάτων απόδειξε μια τέλεια έλλειψη θεωρητικής κατανόησης του ζητήματος. Ο εργατικός έλεγχος από την ίδια του τη φύση ξεκινάει από τους βιομηχανικούς εργάτες και όχι από τους μισό – αγροτικούς, μισό – εργατοαγροτικούς συνεταιρισμούς που πέρασαν στον έλεγχό τους γιατί είχαν φύγει οι Γάλλοι διαχειριστές. Στη καλύτερη περίπτωση αυτοί οι σύλλογοι, δεν ήταν τίποτα άλλο από πρωτόγονες παραλλαγές συνεργατικών και καθόλου παραδείγματα εργατικού ελέγχου ή εργατικής αυτοδιοίκησης. Από την ίδια τους τη φύση ήταν προσωρινά κατασκευάσματα χωρίς κανένα πραγματικό μέλλον.
Εφ’ όσον η σοσιαλιστική επανάσταση δεν επεκτάθηκε στις προηγμένες χώρες, ήταν καταδικασμένα σαν ενδιαφέροντα αξιοπερίεργα στην ιστορική εξέλιξη, φανερώνοντας τους ενστικτώδεις αγώνες του αγροτικού μισό – προλεταριάτου. Στο παρελθόν υπήρξαν πολλά τέτοια κινήματα σε περίοδο μαζικού ξεσηκώματος σε πολλές χώρες.
Το πραξικόπημα του Μπουμεντιέν τους εξέπληξε αν και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μια παρόμοια εξέλιξη στην Αλγερία ήταν αναπόφευκτη. Παρόμοιες εξελίξεις συνέβησαν σ’ όλες τις αποικιακές χώρες όπου ο αγώνας για το ξεσήκωμα των ιμπεριαλιστικών αφεντικών ήταν επιτυχής. Αν και κερδήθηκε η πολιτική ανεξαρτησία, οικονομικά παρέμεναν ακόμα εξαρτημένες από τις ανεπτυγμένες χώρες. Η πολιτική ανεξαρτησία βέβαια σημειώνει ένα τεράστιο βήμα μπρος για την ανάπτυξη των αποικιακών λαών. Παρ’ όλα αυτά η εθνική ανεξαρτησία με την ιμπεριαλιστική κυριαρχία της παγκόσμιας αγοράς από τη μια μεριά και τη δύναμη του σταλινικού βοναπαρτισμού από την άλλη, σήμαινε ότι νέα προβλήματα τρομαχτικής φύσης μπαίνουν μπροστά σ’ αυτούς τους λαούς. Η ντόπια μπουρζουαζία είναι ανίκανη να λύσει αυτά τα προβλήματα. Γι αυτό στα πρώην αποικιακά εδάφη της Αφρικής, στις μισοαποικιακές περιοχές της Λατινικής Αμερικής και στις περισσότερες χώρες της Ασίας, στρατιωτικό – αστυνομικά κράτη του ενός ή του άλλου τύπου έχουν πάρει την εξουσία. Η κρίση αυτών των καθεστώτων επέβαλε μια κίνηση προς τον προλεταριακό ή τον καπιταλιστικό βοναπαρτισμό.
Ενώ δίνουν όλη τους την έμφαση για την αποικιακή επανάσταση σαν μια λύση στα προβλήματα της Τέταρτης Διεθνούς, σύγχρονα, όντας τυφλοί δεν έχουν καθόλου κατανοήσει τη διαλεκτική αυτού του προτσές. Η όλη εξέλιξη της αποικιακής επανάστασης έχει πάρει μια διαστρεβλωμένη μορφή λόγω της καθυστέρησης της επανάστασης στη δύση (της Αμερικής και της Ιαπωνίας συμπεριλαμβανομένης). Η αδυναμία των Μαρξιστικών – Λενινιστικών δυνάμεων, που οφειλόταν στους λόγους που εξηγήσαμε προηγούμενα έπαιξε ένα τεράστιο ρόλο σ’ αυτό το προτσές. Αυτή με τη σειρά της σήμαινε ότι λόγω της ωριμότητας του αποικιακού κόσμου για τη σοσιαλιστική επανάσταση, το προτσές κατάληξε να πάρει όλων των ειδών τις παράξενες αποκλίσεις. Ήταν καθήκον της Μαρξιστικής ηγεσίας να κατανοήσει το προτσές και να δώσει ηγεσία στις νεαρές και αδύναμες δυνάμεις του Μαρξισμού στον αποικιακό κόσμο. Αντί γι’ αυτό η ηγεσία, (παρά τα διδάγματα που μας άφησε ο Τρότσκι από τις εμπειρίες του Κ.Κ με το Κουομιτάγκ στη Κίνα και τις πλούσιες εμπειρίες της Γιουγκοσλαβίας, της Κίνας, της Ρωσίας και των Αφρικανικών χωρών) αδυνατώντας να βγάλει τα συμπεράσματα γονάτισε μπροστά στη μεγάλη αποικιακή επανάσταση. Οπωσδήποτε είναι καλύτερα να συμμετέχεις παρά απλά να αντιτίθεσαι. Όμως να συγχωνεύεσαι αδιάκριτα με τους μικροαστούς εθνικιστές, το να υποτάσσεσαι στις ουτοπίες της μεσαίας τάξης, δεν κατορθώνεις τίποτα άλλο παρά να διαλύεις την πρωτοπορία μέσα στο εθνικιστικό μίασμα.
Λατινική Αμερική – Κούβα
Η παντελής έλλειψη Μαρξιστικής μεθόδου στο τρόπο που προσεγγίζουν τα πράγματα φανερώνεται από τη στάση τους στη Κουβανέζικη επανάσταση. Η Κουβανέζικη επανάσταση λένε, είναι παράδειγμα Μαρξιστικής μεθόδου. Στη πραγματικότητα ο στρατός του Κάστρο συγκεντρώθηκε πάνω σ’ ένα αστικοδημοκρατικό πρόγραμμα που αποτελούνταν κύρια από αγροτοεργάτες, αγρότες και λούμπεν προλεταριακά στοιχεία. Ο Κάστρο ξεκίνησε σαν αστός δημοκράτης έχοντας τις Ε.Π.Α σαν παράδειγμα κοινωνίας. Η επέμβαση της εργατικής τάξης πραγματοποιήθηκε όταν ο αγώνας βρισκότανε στο τελικό του στάδιο. Όταν ο Κάστρο βάδιζε ενάντια στην Αβάνα οι εργάτες κάλεσαν σε γενική απεργία για βοήθεια του. Η πτώση της Αβάνας σήμαινε πτώση του μισητού στρατού και της αστυνομίας του καθεστώτος του Μπατίστα. Η εξουσία ήταν σταθερά στα χέρια των ανταρτών του Κάστρο. Η εξέλιξη του καθεστώτος προς την κατάργηση του καπιταλισμού και του φεουδαρχισμού δεν έγινε σαν αποτέλεσμα της σχεδιασμένης συνειδητής πορείας. Αντίθετα ήταν τα σφάλματα του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που έσπρωξαν τον Κάστρο στο δρόμο των απαλλοτριώσεων.
Με το 90% της οικονομίας να ανήκει στους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές, η αμερικάνικη κυρίαρχη τάξη επέβαλε στη Κούβα έναν αποκλεισμό, τον καιρό που ο Κάστρο εφάρμοζε μόνο αστικοδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Τα μονοπώλια που έλεγχαν τη Κούβα αντιτάχθηκαν στους φόρους που ήθελε ο Κάστρο να επιβάλει με σκοπό να μαζέψει χρήματα για τις μεταρρυθμίσεις. Αν και αυτοί οι φόροι ήταν χαμηλότεροι απ’ αυτούς που πλήρωναν στη χώρα τους, τα μονοπώλια αντέδρασαν με μανία και ζήτησαν τη βοήθεια της Ουάσιγκτον. Το κουβανέζικο καθεστώς σαν αντίποινα για τον αποκλεισμό κατάσχεσε τις αμερικάνικες επιχειρήσεις στη Κούβα. Αυτό σήμαινε ότι τα εννέα δέκατα της γεωργίας και της βιομηχανίας ήταν στα χέρια του κράτους, έτσι τότε το κουβανέζικο καθεστώς προχώρησε και στην εθνικοποίηση του ενός δέκατου. Είχαν το παράδειγμα της Κίνας, της Γιουγκοσλαβίας και της Ρωσίας και δημιούργησαν ένα καθεστώς κατ’ εικόνα και ομοίωση. Σε κανένα στάδιο δεν υπήρξε εργατική δημοκρατία στη Κούβα. Ο βοναπαρτισμός του καθεστώτος ενσαρκώνεται στην εξουσία του Κάστρο και στις συγκεντρώσεις στη πλατεία της επανάστασης, όπου η μόνη συμβολή των μαζών είναι να λένε «ναι» στις προτροπές του Κάστρο. Η Κούβα παρέμενε όλο το διάστημα ένα μονοκομματικό κράτος χωρίς σοβιέτ και χωρίς εργατικό έλεγχο στη βιομηχανία και το κράτος. Σαν συνέπεια γίνονταν ολοένα και περισσότερο γραφειοκρατικό. Αυτό ήταν αναπόφευκτο λόγω του τρόπου που εξελίχτηκε και της απομόνωσης της επανάστασης. Η εργατική πολιτοφυλακή αφοπλίστηκε. Η διαφοροποίηση μεταξύ των γραφειοκρατών – ιδιαίτερα των ανώτερων γραφειοκρατών και της εργατικής τάξης αναπτύσσεται σταθερά. Η ανάπτυξη ενός κρατικού μηχανισμού πάνω από τις μάζες και ανεξάρτητου απ’ αυτές προχωράει με ταχύτητα. Στα παρασκήνια ο Κάστρο προσπαθεί να διαπραγματευτεί με τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές μια συμφωνία αναγνώρισης και βοήθειας και μια συμφωνία είναι πιθανώς αναπόφευκτη στην ερχόμενη περίοδο. Αυτό θα βάλει τέλος στις επαναστατικές εκκλήσεις που εξαπολύει ο Κάστρο στη Λ. Αμερική. Η Κούβα θα δεσμεύεται πιο πολύ στις σκέψεις των ηγετών της από τα στενά σύνορα του νησιού στις σχέσεις της με τα άλλα έθνη και τάξεις του κόσμου. Όπως έχουν τα πράγματα η σταλινική γραφειοκρατία της Ρωσίας της δίνει βοήθεια ενός εκατομμυρίου λιρών την ημέρα, χωρίς τις οποίες το καθεστώς δεν θα μπορούσε να επιζήσει. Σ’ ένα καθεστώς εργατικής δημοκρατίας η σοβιετική γραφειοκρατία δε θα έδινε ούτε ένα καπίκι. Είναι μόνο και μόνο γιατί το καθεστώς στα βασικά του πλαίσια εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο σαν όλα τα άλλα βοναπαρτιστικά εργατικά κράτη, που η γραφειοκρατία μπορεί να επιτρέπει την πολυτέλεια της αδελφικής βοήθειας στη Κούβα.
Έχοντας ξεκινήσει από ένα λαθεμένο θεωρητικό στοιχείο το ένα λάθος συσσωρεύονταν πάνω στο άλλο. Έτσι η Ε.Γ είναι εντελώς τυφλή μπροστά στις εξελίξεις που συμβαίνουν στη Κούβα. Αρνούνται να αντικρύσουν το ζήτημα του αναπόφευκτου εκφυλισμού και παρακμής του καθεστώτος σε ολοκληρωτικά πλαίσια και επιμένουν στο αντιδραστικό τους όνειρο μια ς Κούβας αγροτικής και καθυστερημένης, που βαδίζει προς το σοσιαλισμό. Θεωρούν ότι χρειάζονται μόνο δευτερεύουσες μεταρρυθμίσεις για να γίνει η Κούβα ένα υπόδειγμα εργατικής δημοκρατίας! Δεν μπαίνει καθόλου ζήτημα μιας πολιτικής επανάστασης που θα σήμαινε τον έλεγχο της βιομηχανίας και του κράτους από τους εργάτες, αλλά ξανά το ζήτημα των μυθικών μεταρρυθμίσεων που θα ιδρύσουν μια εργατική δημοκρατία. Ο έλεγχος της βιομηχανίας και του κράτους από τους εργάτες μπορεί να αποκτηθεί πείθοντας τον Κάστρο ότι αυτό είναι απαραίτητο! Από την άλλη μεριά υποστηρίζουν, με το πιο σκοτεινό τρόπο ότι η εργατική δημοκρατία υπάρχει, ότι στην πραγματικότητα η Κούβα είναι πιο δημοκρατική από τη Ρωσία του 1917- 20. Στην πραγματικότητα αν ο Κάστρο τολμούσε τέτοιες ενέργειες η γραφειοκρατία θα τον ξήλωνε. Αφήνοντας κατά μέρος ότι ο Κάστρο χωρίς κανένα ιδεολογικό υπόβαθρο, πιστεύει ότι το είδος του καθεστώτος που χτίζει είναι «σοσιαλισμός». Δεν θα μπορούσε να παίξει το ρόλο που παίζει αν δεν είχε ιδεολογικές παρωπίδες. Αλλά οι σεχταριστές χωρίς την πίεση των συμφερόντων της γραφειοκρατίας υποτάσσονται σ’ αυτή την παραλλαγή του σταλινισμού και θεληματικά φοράνε μόνοι τους τις παρωπίδες.
Μέχρι σήμερα με την πείρα ολόκληρης εικοσιπενταετίας αυτή η τάση δεν έχει μάθει τίποτα και έχει ξεχάσει τα πάντα. Στη Λατινική Αμερική επαναλαμβάνουν τα λάθη της Αλγερίας και με μια διαφορετική φόρμα τις εκτιμήσεις της Κίνας, της Γιουγκοσλαβίας και της Κούβας. Τώρα η Βολιβία έχει γίνει το μαγικό κλειδί με το οποίο μπορεί να μεταμορφωθεί η παγκόσμια κατάσταση. Συγχωνεύονται με τους μικροαστούς αντάρτες σε μια προσπάθεια να επαναλάβουν το πείραμα της Κούβας. Ο Κάστρο «ο φυσικός τροτσκιστής» Ο Μεσσίας του μαρξισμού είναι το παράδειγμα που θέλουν να συναγωνιστούν. Χωρίς να υπολογίζουν την αλλαγή των συνθηκών, τις διαφορετικές καταστάσεις τη γνώση της κυρίαρχης τάξης και του ιμπεριαλισμού, υποστηρίζουν περιπέτειες όπως του Γκεβάρα, ο οποίος προσπάθησε να φυτέψει τεχνητά τον ανταρτοπόλεμο μέσα στους αγρότες. Ο ηρωισμός του Γκεβάρα δεν θα έπρεπε να μας καταστήσει τυφλούς μπροστά στη θεωρητική του χρεωκοπία. Με το να προσπαθεί κανείς στη Λ. Αμερική να επαναλάβει την πολιτική του καστρισμού της Κούβας, είναι σα να διαπράττει έγκλημα ενάντια στη διεθνή εργατική τάξη. Η μαρξιστική φιλολογία είναι γεμάτη επεξηγήσεις για το ρόλο των διαφόρων τάξεων στη κοινωνία: του προλεταριάτου, της αγροτιάς, των μικροαστών και της αστικής τάξης. Προφανώς γι’ αυτούς είναι σφραγισμένο βιβλίο. Ο μαρξισμός έχει εξηγήσει ότι είναι το προλεταριάτο που παίζει τον ηγετικό ρόλο. Το προλεταριάτο αναγκάζεται να συσπειρώνεται μέσα στη διαδικασία της παραγωγής. Αναγκάζεται να συσπειρώσει τις δυνάμεις του για να προστατέψει τον εαυτό του ενάντια στους εκμεταλλευτές. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο το προλεταριάτο είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να πραγματοποιήσει τη Σοσιαλιστική επανάσταση.
Αλλά το προλεταριάτο ακόμα είναι μόνο υλικό για εκμετάλλευση μέχρις ότου γίνει τάξη από τάξη αυτή καθ’ αυτή, τάξη για τον εαυτό της. Αυτή η συνείδηση αναπτύσσεται με την πείρα της τάξης μέσα στην πάλη για καλύτερες συνθήκες ζωής. Ακόμα εδώ απαιτείται το κόμμα και η ηγεσία της εργατικής τάξης. Οι αγρότες, οι μικροαστοί και το λούμπεν – προλεταριάτο δεν μπορούν να παίξουν κανένα ανεξάρτητο ρόλο. Όπου οι μικροαστοί διανοούμενοι και οι πρώην μαρξιστές οργανώνουν την πάλη πάνω στη βάση ενός πολέμου των χωρικών, το επίπεδο της συνείδησης εξ αιτίας του χαρακτήρα της πάλης μπορεί να ‘ναι μόνο χαμηλό. Αν όμως παρ’ όλα αυτά στη Γιουγκοσλαβία και στη Κίνα οι μικροαστοί, η αγροτιά και το λούμπεν – προλεταριάτο, οργανωμένοι στο στρατό της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, μπόρεσαν να τινάξουν τα σάπια μισό – φεουδαλικά καθεστώτα, αυτό συνέβη εξαιτίας του ιστορικού προτσές που έχουμε εξηγήσει σε πολλά ντοκουμέντα μας.
Είναι αλήθεια ότι ο Λένιν είχε προβλέψει ότι η αποτελούμενη από πολλές φυλές Αφρική μπορούσε να περάσει κατ’ ευθεία στο κομμουνισμό. Αυτό όμως μπορούσε να γίνει μόνο με τη βοήθεια και την υποστήριξη του σοσιαλισμού στις αναπτυγμένες χώρες. Δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει πάνω στη βάση των δικών τους δυνάμεων. Οι υλικές συνθήκες για το σοσιαλισμό δεν υπάρχουν σε καμιά από τις αποικιακές χώρες. Μόνο όταν παίρνονται σε παγκόσμια κλίμακα και σε σχέση με την παρακμή του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος μπαίνει η βάση για τη σοσιαλιστική επανάσταση στις καθυστερημένες χώρες. Αυτοί οι «αυτοδημιούργητοι μαρξιστές» αναποδογυρίζουν τα διδάγματα του μαρξισμού. Υιοθετούν την πολιτική των Ναρότνικων και των σοσιαλεπαναστατών της Ρωσίας. Ασυνείδητα προσαρμόζουν τις ιδέες τους για το ρόλο των διαφόρων τάξεων στη κοινωνία. Για τον Μπακούνιν οι πιο επαναστατικές τάξεις στην κοινωνία ήταν οι αγρότες και το λούμπεν – προλεταριάτο. Αυτή η θεώρηση προήρθε απ’ όλη τη μέθοδο και τη θεωρία των αναρχικών. Μαζί μ’ αυτό συμβάδιζε και η ατομική προπαγάνδα μέσω της πράξης, δηλαδή η ιδέα της τρομοκρατίας και των ατομικών απαλλοτριώσεων.
Ανταρτισμός και Μαρξισμός
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα και στη μεγαλύτερη ανυποληψία των Κ.Κ και των ρεφορμιστών της Λ. Αμερικής, αναπτύχθηκε το πρόγραμμα του ανταρτοπόλεμου στην ύπαιθρο και ακόμα χειρότερα των «ανταρτών των πόλεων». Οι νεαρές και αδύναμες δυνάμεις του τροτσκισμού αποπροσανατολισμένες από τους ελιγμούς των τελευταίων 25 ετών ρίχτηκαν μέσα σ’ αυτό το βάλτο. Στη Λ. Αμερική θα έπρεπε να διδάσκουν σ’ όλα τα προχωρημένα στοιχεία, των διανοουμένων των φοιτητών και πάνω απ’ όλα του προλεταριάτου, τις βασικές και στοιχειώδεις αρχές του μαρξισμού. Η κίνηση για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση στη Λ. Αμερική, τη Βραζιλία, την Αργεντινή, την Ουρουγουάη, τη Χιλή, τη Γουατεμάλα και στις άλλες χώρες, μπορεί να έρθει μόνο από ένα μαζικό κίνημα του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Οι απεγνωσμένες μονομαχίες, απαγωγές, ληστείες τραπεζών κλπ. το μόνο που κάνουν είναι να οδηγούν στην εξολόθρευση των νεαρών, ηρωικών και πιστών δυνάμεων χωρίς καμία ωφέλεια. Δεν θα έπρεπε αυτά τα στοιχεία ν’ αντιμετωπίζουν μόνα τους τις δυνάμεις της κυρίαρχης τάξης, του στρατού και της αστυνομίας χωρίς τη σύνδεσή τους με τον πραγματικό αγώνα για την ανατροπή των διεφθαρμένων συμμοριών της ολιγαρχίας και της αστυνομίας. Μπορεί να φαίνεται δυσκολότερο, αλλά μόνο οργανώνοντας πάνω απ’ όλα την εργατική τάξη στον αγώνα για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση μια σοσιαλιστική επανάσταση η οποία θα είχε αναπτυχθεί πάνω σε σωστές βάσεις. Λόγω της πολυπλοκότητας των ιστορικών παραγόντων και του ιδιόρρυθμου παγκόσμιου συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων θεωρητικά δεν αποκλείεται ένας ανταρτοπόλεμος των αγροτών να έχει επιτυχία, όμως τότε το παράδειγμα δε θα ‘ναι ίδιο με κείνο της Ρωσίας όπου το προλεταριάτο σαν ηγετική δύναμη της επανάστασης οδήγησε στη νίκη του ’17, αλλά στη καλύτερη περίπτωση ίδιο με κείνο της Κίνας και της Κούβας. Ένα μαζικό κίνημα του προλεταριάτου είναι απόλυτα δυνατό σ’ αυτές τις χώρες. Απόδειξη γι’ αυτό είναι οι πρόσφατες γενικές απεργίες στη Χιλή, την Αργεντινή και την Ουρουγουάη. Μια επαναστατική μαρξιστική τάση πρέπει να χτιστεί με βάση αυτή τη προοπτική, δηλαδή τη προετοιμασία ενός μαζικού ξεσηκώματος σαν αποκορύφωμα του κινήματος στις πόλεις που μπορεί να οδηγήσει στη νίκη της Σοσιαλιστικής επανάστασης, η οποία κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες θα εξαπλωθεί αστραπιαία σ’ ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.
Είναι πάνω στα μαθήματα της Ρώσικης και της Κινέζικης επανάστασης που θα πρέπει τα στελέχη του προλεταριάτου να αναπτυχθούν και να διδαχθούν, ώστε να μην ακολουθήσουνε τα παραδείγματα της Κινέζικης, της Κουβανέζικης και της Γιουγκοσλαβικής επανάστασης, αλλά αντίθετα το παράδειγμα της Ρωσίας του ’17. Η ιδέα του Μαρξ για την προλεταριακή επανάσταση στις πόλεις με τη βοήθεια του πολέμου των χωρικών στην ύπαιθρο πρέπει να είναι η αρχή πάνω στην οποία οφείλουμε να δουλέψουμε. Το κύριο καθήκον σ’ αυτές τις χώρες είναι να εξηγείς τον ηγετικό ρόλο του προλεταριάτου τον αγώνα για την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό.
Δεν είναι το αντάρτικο των πόλεων που πρέπει να αντιταχτεί στο καπιταλιστικό κράτος αλλά η μαζική δύναμη της εργατικής τάξης, οπλισμένης και οργανωμένης. Με την ίδια έννοια στη στρατιωτικό- αστυνομική δικτατορία πρέπει να αντιτάξουμε τον κριό της οργανωμένης εργατικής τάξης. Όταν το προλεταριάτο πειστεί γι αυτή την αναγκαιότητα τότε θα βρει και τα απαραίτητα όπλα. Ο στρατός που στέλνεται ενάντιά του θα διασπαστεί μπροστά στο μαζικό κίνημα, αποτελούμενος κύρια από αγρότες, και θα σταθεί στο πλευρό της επανάστασης. Ο στρατός που αποτελείται από αγρότες μπορεί να κερδηθεί στο πρόγραμμα της αγροτικής και της εθνικής επανάστασης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, μόνο αν αυτό είναι χαραγμένο με σαφήνεια πάνω στη σημαία του προλεταριάτου. Το να υποτασσόμαστε σ’ όλες αυτές τις φόρμες του απελπισμένου μικροαστικού αναρχισμού, είναι σαν να προδίδουμε την αποστολή του μαρξισμού. Το καθήκον των μαρξιστών είναι να κάνουμε κριτική, με συντροφικό βέβαια τρόπο, ενάντια στους ιδεαλιστές που όσο ειλικρινείς κι αν είναι οδηγούν τους εαυτούς τους και την επανάσταση σε θανάσιμο αδιέξοδο. Πρέπει να διεξάγουμε αδυσώπητη πάλη ενάντια στις μεθόδους και την πολιτική του αναρχισμού. Οι ηγέτες των τροτσκιστών πετώντας λάσπη στην παράδοση του τροτσκισμού, υιοθέτησαν εξ ολοκλήρου τις ιδέες των θεωρητικών αντιπάλων του μαρξισμού και των εκφυλισμένων απογόνων τους, αντί για τις ξεκάθαρες ταξικές αρχές που είναι ριζωμένες μέσα στη πολύχρονη πείρα της ταξικής πάλης και του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.
Δεν είναι στην παράδοση του μαρξισμού να υποστηρίζει ένα κίνημα πολέμου των χωρικών χωρισμένο και μακριά από το κίνημα της εργατικής τάξης, που είναι το αποφασιστικό κίνημα. Οι προσπάθειες και η δουλειά των μαρξιστών θα έπρεπε να συγκεντρώνεται κύρια στις πόλεις και μέσα στο προλεταριάτο. Πάντα βέβαια και κάτω απ’ όλες τις συνθήκες ο αγώνας των άλλων καταπιεσμένων τάξεων θα πρέπει να υποστηρίζεται από τους μαρξιστές.
Το επιχείρημα του αντάρτικου της υπαίθρου παίρνει φαινομενικά κάποια έννοια, μόνο αν λάβουμε υπ’ όψιν μας την πείρα των τριάντα τελευταίων χρόνων. Μα και σ’ αυτή ακόμα την περίπτωση το καθήκον των μαρξιστών δεν είναι να ανατρέψουν μόνο την καπιταλιστικό καθεστώς, αλλά να προετοιμάσουν το δρόμο για το σοσιαλιστικό μέλλον της ανθρωπότητας. Η καταστροφή του καπιταλισμού και του φεουδαρχισμού στις αποικιακές χώρες είναι ένα τεράστιο βήμα μπροστά που ανεβάζει το επίπεδο της ανθρωπότητας. Αλλά ακριβώς λόγω της ανικανότητας της αγροτιάς σαν τάξης να αναλάβει τα μελλοντικά σοσιαλιστικά καθήκοντα, το μόνο που μπορεί να πετύχει είναι να βάλει νέα εμπόδια στο δρόμο για το σοσιαλισμό. Η νίκη του πολέμου των χωρικών μέσα στο σημερινό παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων και στη κρίση του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού στις υπανάπτυκτες χώρες, μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα μόνο ένα τύπο παραμορφωμένου εργατικού κράτους. Δεν μπορεί να δημιουργήσει το συνειδητό έλεγχο από τους εργάτες και τους αγρότες της βιομηχανίας, της γεωργίας και του κράτους, γιατί στις πρώην αποικιακές και μισό – αποικιακές χώρες δεν έχει δημιουργηθεί η υλική βάση για το σοσιαλισμό. Η δυνατότητα για τέτοιους ιδιόρρυθμους συνδυασμούς υπάρχει εξ αιτίας της ωριμότητας των παγκόσμιων παραγωγικών δυνάμεων για το σοσιαλισμό. Η απαραίτητη τεχνική, η παραγωγική ικανότητα και οι πρώτες ύλες υπάρχουνε μόνο σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό είναι που κάνει πιθανή όχι μόνο μια υγιή δικτατορία του προλεταριάτου στις αποικιακές περιοχές, αλλά γεννάει επίσης και τα εξαμβλώματα της Κίνας, της Γιουγκοσλαβίας και της Κούβας. Όμως, όπου η επανάσταση έγινε με παραμορφωμένη μορφή ή στη περίπτωση της Ρωσίας μα υγιή μορφή, αλλά κάτω από συνθήκες καθυστέρησης και απομόνωσης η δικτατορία πισωδρόμησε στο σταλινικό βοναπαρτισμό, σήμαινε ότι το προλεταριάτο και οι αγρότες έβαλαν από πάνω τους μια προνομιούχα κάστα και μια κρατική μηχανή που είναι ανεξάρτητες από τον έλεγχό τους. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να πληρώσουν με μια νέα πολιτική επανάσταση πριν μπορέσουν ν’ αρχίσουν τη μετάβαση προς το σοσιαλισμό. Στη Κίνα, στη Γιουγκοσλαβία, στη Κούβα και στη Ρωσία το προλεταριάτο είναι υποχρεωμένο να πληρώσει με μια πολιτική επανάσταση πριν αρχίσει η εξαφάνιση του Κράτους και της βίας. Όλα αυτά τα προβλήματα είναι δεμένα με το πρόβλημα της παγκόσμιας επανάστασης.
Στη Λατινική Αμερική η υποχώρηση στις ξένες θεωρίες και η παραχάραξη των αρχών της διαρκούς επανάστασης σήμαινε την εγκατάλειψη των αρχών του Μαρξισμού – Λενινισμού. Σήμαινε την εγκατάλειψη της μαρξιστικής παράδοσης. Κάτω από τις συνθήκες των μεγάλων δυσκολιών στη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αφρική, το να μη διατηρείς τις βασικές αρχές του μαρξισμού είναι σαν να χώνεσαι μέσα στο βούρκο του μικροαστικού εθνικισμού, του αναρχικού ουτοπισμού και του σταλινικού κυνισμού, σήμαινε την εγκατάλειψη κάθε πίστης στη δύναμη του προλεταριάτου. Πάνω απ’ όλα σήμαινε την εγκατάλειψη της προοπτικής της παγκόσμιας επανάστασης πάνω στην οποία βασίζεται ο μαρξιστικός διεθνισμός μας. Η εγκατάλειψη του διεθνισμού για τα μικροαστικά κατορθώματα σήμαινε εγκατάλειψη του προγράμματος του τροτσκισμού.
Στη Λατινική Αμερική, ιδιαίτερα στη Βραζιλία, στη Χιλή, την Αργεντινή, την Ουρουγουάη και το Μεξικό το προλεταριάτο είναι αρκετά δυνατό για να παίξει τον ηγετικό ρόλο στην επανάσταση. Εδώ είναι που πρέπει να συγκεντρωθούν οι δυνάμεις του μαρξισμού. Οι διανοούμενοι και οι φοιτητές που σπάνε από τις μικροαστικές τους παραδόσεις και συνειδητοποιούν το αδιέξοδο του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, πρέπει να εκπαιδευτούν πάνω σ’ αυτό το πνεύμα. Μόνο μέσα από ένα αγώνα ενάντια στις άλλες τάσεις ο τροτσκισμός μπορεί να προετοιμάσει τα απαραίτητα στελέχη, ιδιαίτερα μεταξύ των προχωρημένων εργατών, για να οδηγήσουν την επανάσταση στην επιτυχία.
Πρώτα και κύρια κριτική της γραφειοκρατικής εξέλιξης στη Κούβα και των υπερβολών του καστρισμού, πρέπει να γίνει απαραίτητο συμπλήρωμα του ιδεολογικού αναπροσανατολισμού των επαναστατών της Λατινικής Αμερικής. Ενώ πρέπει να υπερασπίζουμε τις κατακτήσεις της Κουβανέζικης επανάστασης και να τονίζουμε τις θετικές της πλευρές ταυτόχρονα θα πρέπει να ξεκαθαρίζουμε στους προχωρημένους εργάτες και νεολαίους τα αρνητικά της στοιχεία. Μόνο έτσι μπορεί να καταπολεμηθεί με επιτυχία ο παιδικός αριστερισμός του καστρισμού στη Λατινική Αμερική.
Μαζικά κόμματα, «εισοδισμός» και μέθοδοι δουλειάς
Στο πρόβλημα του εισοδισμού η πολιτική της Ε.Γ δεν είναι περισσότερο βασισμένη πάνω στις αρχές απ’ όσο είναι και στα υπόλοιπα ιδεολογικά θέματα. Στη Βρετανία έβαλαν το πρόβλημα του εισοδισμού αμέσως μετά τον πόλεμο, λόγω της οικονομικής κρίσης και της ύπαρξης μιας δυνατής και αναπτυσσόμενης αριστερής πτέρυγας μέσα στο Εργατικό κόμμα. Ενάντια στην αντίληψη του Τρότσκι ότι κερδίζουμε τα καλύτερα στοιχεία βασιζόμενοι πάνω σε σταθερές πολιτικές αρχές, υιοθέτησαν την πολιτική του κερδίσματος των πιο προχωρημένων στοιχείων χωρίς ένα αδιάλλακτο πολιτικό πρόγραμμα. Νέρωσαν το πρόγραμμα τους για να βρούνε ένα τρόπο να προσαρμοστούν στους ρεφορμιστές ηγέτες.
Ποτέ δεν υποστήριξαν το ξεκάθαρο πρόγραμμα του μαρξισμού, αλλά αντίθετα υιοθέτησαν ένα πρόγραμμα προσαρμογής σε ρεφορμιστικά άτομα, που δεν αντιπροσώπευαν κανένα παρά μονάχα τον εαυτό τους. Υιοθέτησαν αυτό που οι ίδιοι ονόμαζαν πολιτική του «βαθιού εισοδισμού». Συγχέοντας τους αντικειμενικούς με τους υποκειμενικούς παράγοντες και χωρίς να παίρνουν υπόψιν τους το προτσές ανάπτυξης της μαζικής συνείδησης εξήγησαν στα μέλη τους ότι αυτοί θα οργάνωναν την αριστερή πτέρυγα. Αν μπορούσε να οργανωθεί ένα κίνημα με βάση μόνο τεχνάσματα, μανούβρες και ταχτικές τότε η σταλινική διαστρέβλωση του μαρξισμού θα ήταν σωστή. Μα κι αν αφήσουμε στο πλάι τη λαθεμένη πολιτική, ακόμα και με σωστή στρατηγική, πολιτική και ταχτική η ανάπτυξη της μαζικής συνείδησης δεν είναι καθόλου αυθαίρετη. Ακολουθεί τους δικούς της νόμους, που εξαρτώνται από το μοριακό προτσές ανάπτυξης της συνείδησης πάνω στη βάση της πείρας των γεγονότων. Η προσπάθεια (μερικά πετυχημένη) να μασκαρευτούν σαν αριστεροί ρεφορμιστές (για να προσαρμοστούν στο περιβάλλον) κατάληξε στο να γίνουν οι ίδιοι σε μεγάλο βαθμό «αριστεροί ρεφορμιστές». Μακροπρόθεσμα τέτοιες πολιτικές είναι καταστροφικές και βάζουν τις βάσεις για την υπαναχώρηση προς την κατεύθυνση του αριστερισμού. Και τα δύο προέρχονται από την ανικανότητα τους αφ’ ενός να στηριχτούν πάνω σε σταθερές αρχές, αφ’ ετέρου να δουν την αντικειμενική κατάσταση όπως είναι και να συνδυάσουν τον υποκειμενικό παράγοντα με την αντικειμενική εξέλιξη των γεγονότων. Τα γεγονότα βέβαια μόνα τους δεν θα λύσουν το πρόβλημα της οργάνωσης και από την άλλη η οργάνωση θα γίνει ισχυρότερη μόνο στο βαθμό που υπάρχει μια κατανόηση των αντικειμενικών προτσές και ένας προσανατολισμός της οργάνωσης στη βάση της πραγματικής κίνησης της συνείδησης μέσα στους προχωρημένους εργάτες. Η αριστερή πτέρυγα θα εξελιχθεί σε αριστερές ρεφορμιστικές και κεντριστικές γραμμές. Οι επαναστατικές δυνάμεις μπορούν να παίξουν κάποιο ρόλο στην εξέλιξη της αριστερής πτέρυγας, όμως όσον αφορά το μαζικό κίνημα είναι βέβαια οι θολωμένοι αριστεροί ρεφορμιστές και κεντριστές που θα βγουν στη κορφή. Αναπόφευκτα στα πρώτα στάδια του μαζικού κινήματος θα αποτελέσουν την ηγεσία και μόνο η δοκιμασία των γεγονότων μαζί με τη μαρξιστική κριτική θα οδηγήσει στην αντικατάσταση τους από μαρξιστικά στελέχη. Μέχρι σήμερα οι «ηγέτες» της Διεθνούς δεν έχουν καταλάβει το άλφα – βήτα απ’ αυτό το ζήτημα, (στη Βρετανία πρόβλεπαν συνέχεια κάθε χρόνο άμεσο παγκόσμιο πόλεμο). Απηχώντας την οπορτουνιστική προπαγάνδα των ηγετών του Εργατικού Κόμματος στις εκλογές του 1951 δήλωναν ότι η νίκη του Τσόρτσιλ σήμαινε παγκόσμιο πόλεμο! Σαν το πρόβλημα της ειρήνης ή του πολέμου να εξαρτιέται από τα καπρίτσια ενός ατόμου. Έτσι αντί να ανεβάσουν το επίπεδο των εργατών που μπορούσαν να πλησιάσουν, κατόρθωσαν απλά να τους συγχύσουν περισσότερο. Πάλι το 1951 δήλωσαν στη Βρετανία ότι το ζήτημα που μπαίνει είναι σοσιαλισμός ή φασισμός μέσα σε δώδεκα μήνες. Ένας που θα διάβαζε τα κείμενα τους ή τα κείμενα των πιστών μαθητών τους, όπως της Σ.Ε.Λ, θα φανταζότανε ότι ποτέ δε διάβασαν τα γραπτά του Τρότσκι και των άλλων μαρξιστών θεωρητικών σχετικά με την κίνηση των ταξικών δυνάμεων.
Το ζήτημα δεν είναι ότι η κυρίαρχη τάξη σε μια οποιαδήποτε στιγμή αποφασίζει να χρησιμοποιήσει το ένα ή το άλλο μέσο, είναι ζήτημα καθαρά του συσχετισμού των δυνάμεων μεταξύ της μεσαίας τάξης, της εργατικής τάξης και της αστικής αυτής καθαυτής.
Όχι μόνο στη Βρετανία όπου ποτέ δεν έβγαλαν μαθήματα από τις εμπειρίες τους, αλλά οπουδήποτε εφάρμοσαν αυτές τις ταχτικές απέτυχαν οικτρά στους αντικειμενικούς στόχους που οι ίδιοι έβαλαν.
Αυτό ήταν αποτέλεσμα της μακρόχρονης οικονομικής ανόδου στις κύριες καπιταλιστικές χώρες, που μέσα στην 25ετία οδήγησαν στην αναζωογόνηση της σοσιαλδημοκρατίας σε χώρες σαν τη Γερμανία και τη Βρετανία και του σταλινισμού (Κ.Κ) σε χώρες σαν τη Γαλλία και την Ιταλία. Λόγω του θεωρητικού τους αδιεξόδου και της ίδιας της αντικειμενικής κατάστασης η Ε.Γ ανάπτυξε μια θεωρία γενικού εισοδισμού μέσα στα σοσιαλδημοκρατικά και τα κομμουνιστικά κόμματα σ’ οποιοδήποτε ήταν ισχυρότερο. Αυτή ήταν μια σωστή τακτική κάτω από τις τότε συνθήκες. Όμως δυστυχώς, όπως στη Βρετανία εφάρμοσαν μια οπορτουνιστική τακτική. Στα κομμουνιστικά κόμματα της Γαλλίας και της Ιταλίας προσαρμόστηκαν στο σταλινισμό χωρίς να προβάλουν μια σταθερή λενινιστική επαναστατική γραμμή. Ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες θα ήταν δυνατόν να αντιπαραθέσουν στην πολιτική της ηγεσίας την πολιτική του Μαρξ και του Λένιν. Ο εισοδισμός επιβλήθηκε από τις αντικειμενικές συνθήκες και την αδυναμία των επαναστατικών δυνάμεων, όμως τον εφάρμοσαν με ένα σταθερά οπορτουνιστικό τρόπο. Σαν συνέπεια στη Γαλλία και στην Ιταλία δεν κέρδισαν σοβαρές δυνάμεις και εγκατέλειψαν τα κομμουνιστικά κόμματα στην ουσία με τον ίδιο αριθμό που είχαν όταν μπήκαν. Όπως πάντα ελίχθηκαν από μια οπορτουνιστική προσαρμογή στην ηγεσία σε μια αριστερίστικη θέση, σε σχέση με το κομμουνιστικό κόμμα φράζοντας έτσι στη βάση του κόμματος το δρόμο. Στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα υποτάχθηκαν στον αριστερό ρεφορμισμό: στη Βρετανία, στη Γερμανία, στην Ολλανδία και στο Βέλγιο. Μια και μ’ αυτό τον τρόπο δεν μπορούσαν να έχουνε αποτελέσματα, βγάλανε την απόφαση ότι αυτά τα κόμματα δεν υπήρχαν πια σαν μαζικά εργατικά κόμματα και υιοθέτησαν τέλεια ασριστερίστικη πολιτική σε σχέση μ’ αυτά. Δυστυχώς τα κομμουνιστικά κόμματα στη Γαλλία και την Ιταλία και η σοσιαλδημοκρατία στις άλλες χώρες διατήρησαν τη συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης και σαν αποτέλεσμα, ούτε καν αντιλήφθηκαν τις ενοχλήσεις αυτών των αριστερίστικη ούτε κατάλαβαν ότι είχαν φύγει από το κόμμα.
Κεϋνσιανισμός αντί του Μαρξισμού
Στην περίοδο αμέσως μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ήταν υπεύθυνοι για τις παιδικές αριστερίστικες θέσεις που εφάρμοσαν πάνω σχεδόν σε όλα τα ζητήματα. Αρνήθηκαν την πιθανότητα μιας παγκόσμιας οικονομικής άνθισης του καπιταλισμού, που ήταν αναπόφευκτη λόγω της πολιτικής του σταλινισμού και του ρεφορμισμού, η οποία έβαλε τις πολιτικές βάσεις για την αναζωογόνηση του καπιταλισμού. Δήλωσαν ότι η οικονομία των καπιταλιστικών χωρών δεν μπορούσε να ανακάμψει Αντιμετωπίζαμε μια οικονομική μεταπολεμική κρίση από την οποία ο καπιταλισμός ήτανε ανίκανος να ξεφύγει! Γελοιοποιούσαν τα επιχειρήματα μας, όταν αναφέραμε το Λένιν που υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός αν δεν ανατραπεί πάντα θα βρίσκει μια διέξοδο. Όταν οι προβλέψεις τους βγήκαν λαθεμένες από τα γεγονότα, τότε διακήρυξαν «μαρξιστικά» και με επισημότητα ότι υπάρχει ένα ανώτατο όριο στην ανάπτυξη της παραγωγής και αυτό το όριο ήταν που έφτασε ο καπιταλισμός στη προπολεμική περίοδο. Αλίμονο όμως για τους αυτοδημιούργητους μαρξιστές οικονομολόγους το «όριο» συντρίφτηκε από την άνοδο της παγκόσμιας οικονομίας.
Δήλωσαν ότι ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός ήταν αδύνατο να βοηθήσει τους αντιπάλους του. Πως μπορούσε η Αμερική να υποστηρίξει τους αντιπάλους της, γελούσαν ειρωνικά, ήταν οι καπιταλιστές φιλάνθρωποι για να υποστηρίξουν τους ανταγωνιστές τους; Μ’ άλλα λόγια δεν είχαν ιδέα για το συσχετισμό των δυνάμεων μεταξύ Ρωσίας και Αμερικής. Η οικονομική τους ανάλυση αυτής της περιόδου ήταν στο επίπεδο των σταλινικών της «Τρίτης περιόδου» για το καπιταλισμό της δεκαετίας του 1930.
Νέες εποχές, νέοι Θεοί. Στα επόμενα χρόνια σαν συνέπεια της εμπειρικής συντριβής των «χονδροειδών θεωριών» τους, έκαναν τώρα μια καινούργια στροφή. Όχι δα πως η ανάλυσή τους ήταν λαθεμένη, αλλά προφανώς ο καπιταλισμός είχε αλλάξει. Κρυφά πίστευαν ότι η μαρξιστική ανάλυση της κρίσης δεν ήταν σωστή. Χωρίς να τολμούν να το δηλώσουν ανοιχτά από φόβο μην αποκηρυχτούν σαν ρεβιζιονιστές, παρ’ όλα δέχτηκαν τις βασικές αρχές του κεϋνσιανισμού, πως δηλαδή ο καπιταλισμός μπορεί να αποφύγει τη κρίση με το κρατικό παρεμβατισμό και τον ελλειμματικό προϋπολογισμό. Αυτό μπορεί ν’ αποδειχτεί με την αναφορά με την αναφορά στα κύρια οικονομικά τους ντοκουμέντα μιας περιόδου δύο δεκαετιών. Αναφέρεται ξεκάθαρα στο κείμενό τους για το παγκόσμιο συνέδριο τους το 1965 με τίτλο: «Η εξέλιξη του καπιταλισμού στη Δ. Ευρώπη και τα καθήκοντα των επαναστατών Μαρξιστών». Αν η οικονομική αυτή άνθιση συνεχίσει κατά τη διάρκεια του 1965 και τους πρώτους μήνες του 1966, είναι πιθανό ότι μια γενική ύφεση δε θα συμβεί στη Δ. Ευρώπη. Αν αντίθετα ξεσπάσει μια ύφεση στις ΗΠΑ το 1965 και τους πρώτους μήνες του 1966, είναι πιθανό ότι θα συμπέσει με μια γενική ύφεση στη Δ. Ευρώπη και ότι για πρώτη φορά μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο θα συγχρονιστούν οι οικονομικοί κύκλοι όλων των σημαντικών καπιταλιστικών χωρών. Πάντως και στη τελευταία περίπτωση θα ήταν μόνο μια ύφεση και όχι μια σοβαρή οικονομική κρίση σαν αυτή του 1929 ή του 1938. Οι λόγοι γι’ αυτό που εξετάζονται εκτεταμένα σε προηγούμενα κείμενα της Διεθνούς, είναι η δυνατότητα που έχει ο ιμπεριαλισμός να «αποσβήνει» τη κρίση αυξάνοντας τα κρατικά έξοδα, πράγμα που συνεχώς μειώνει την αγοραστική αξία του χρήματος.
Αυτή η θέση απορρίπτεται εντελώς σήμερα από σοβαρούς αστούς οικονομολόγους. Η Ε.Γ δεν εξήγησε την εξέλιξη της οικονομικής ανόδου όπως εμείς στα δικά μας ντοκουμέντα, αλλά αντίθετα προσαρμόστηκαν στις πιέσεις των αστών «θεωρητικών». (Για πιο πλήρη εξήγηση δες, «Θα υπάρξει κρίση;» και «Διεθνείς Προοπτικές». Θα αλλάξουν και αυτές τις θέσεις τους τώρα που αυτές οι ιδέες έχουν καταρρακωθεί τελείως. Πιάστηκαν εντελώς στον ύπνο από τα οικονομικά γεγονότα και σαν συνέπεια προσαρμόστηκαν σ’ όλα τα ρεύματα σκέψης της σοσιαλδημοκρατίας, του σταλινισμού ακόμα και των αστών σ’ ένα απόλυτο εκλεκτικό συνονθύλευμα, που το πούλησαν για μαρξιστική θεωρία.
Τα προβλήματα του πολέμου
Στα ντοκουμέντα μας στη περίοδο μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχαμε εξηγήσει ότι δεν έμπαινε ζήτημα ενός άμεσου ενδο-ιμπεριαλιστικού πολέμου ή ενός παγκόσμιου πολέμου που να κατευθύνεται ενάντια στη Σοβιετική Ένωση ή στη Κινέζικη επανάσταση. Συγχρόνως μέσα σε λίγα χρόνια από το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, λόγω της επιστροφής των Άγγλο – αμερικανικών στρατευμάτων που οφειλόταν στη πίεση των στρατιωτικών και της κοινής γνώμης στη πατρίδα, ο συσχετισμός των δυνάμεων όσο αφορά τις συμβατικές δυνάμεις στην Ευρώπη, είχε αλλάξει δραστικά υπέρ της Σοβιετικής Ένωσης.
Με κινητοποιημένες 200 μεραρχίες, ενάντια στις 50 περίπου που βρίσκονταν στα χέρια των δυτικών δυνάμεων, αν επρόκειτο να γίνει ένας συμβατικός πόλεμος στην Ευρώπη, οι Ρώσοι θα σάρωναν πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι οι δυνάμεις του Χίτλερ σάρωσαν τη Γαλλία και κατάλαβαν ολόκληρη τη δυτική Ευρώπη. Έχοντας συντριπτική υπεροπλία σε τανκς, αεροπλάνα και όπλα οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν τα δυτικά κράτη θα σαρώνονταν μέσα σε λίγες μέρες στη Γερμανία και σε λίγες βδομάδες στη Γαλλία. Στην Ασία η Κίνα είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη και εδώ επίσης παίρνοντας τη δύναμη του επαναστατικού ή μισο – επαναστατικού πολέμου, που θα κέρδιζε με το μέρος του τους αγρότες, οι κινέζικες δυνάμεις μπορούσαν να σαρώσουν την Ασία επίσης. Σαν αποτέλεσμα ο παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων έχει αλλάξει δραστικά σε βάρος του ιμπεριαλισμού. Αφού δεν έμαθαν τίποτα στο σχολείο του Λένιν και του Τρότσκι, αυτοί οι στρατηγοί το που μπορούσαν να συνεχίσουν να επαναλαμβάνουν στερεότυπα ότι: «ο καπιταλισμός σημαίνει πόλεμος», πράγμα που και ένας 12χρονος μαθητής θα καταλάβαινε διαβάζοντας έργα του Λένιν. Όμως αυτή η φόρμουλα δε μας λέει πως, πότε και κάτω από ποιες συνθήκες θα ξέσπαγε παγκόσμιος πόλεμος. Σαν οδηγός για τη στρατηγική και την ταχτική μας αυτό δεν μας λέει τίποτα. Ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή ο πόλεμος δεν είναι μόνο ζήτημα του συσχετισμού των δυνάμεων αλλά πάνω απ’ όλα ζήτημα του συσχετισμού των τάξεων. Μόνο μετά από αποφασιστικό και αιματηρό ξεκαθάρισμα με τους εργάτες μπορεί να γίνει δυνατός ο παγκόσμιος πόλεμος. Οι ήττες των εργατών στη Γερμανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία και στην Ισπανία και η συντριβή των οργανώσεών τους προετοίμασαν το δρόμο για το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο η δύναμη των εργατών αυξήθηκε σημαντικά και οι ιμπεριαλιστές αντίθετα πρέπει να είναι προσεχτικοί. Είναι αλήθεια ότι οι τοπικοί πόλεμοι ενάντια στην αποικιακή επανάσταση και μεταξύ των μικρότερων δυνάμεων συμβαίνουν μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο σχεδόν κάθε χρόνο. Το ίδιο και μετά το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο γινότανε πόλεμος κάθε χρόνο, μέχρι το τελικό ολοκαύτωμα του 1939. Μαζί με όλους τους άλλους παράγοντες υπάρχει το πρόβλημα των πυρηνικών και των άλλων μέσων καταστροφής. Οι καπιταλιστές δεν κάνουν πόλεμο για το χατίρι του πολέμου, αλλά για να αυξήσουν τη δύναμή τους, τα εισοδήματα τους και τα κέρδη τους. Η ιδέα του πολέμου δεν είναι να εξοντώσεις τον εχθρό, αλλά να τον κυριεύσεις. Το να καταστρέψεις τον εχθρό και τον εαυτό σου δεν είναι κανένα κέρδος. Το να καταστρέψουν την εργατική τάξη, σαν αποτέλεσμα του πυρηνικού πολέμου, θα σήμαινε ότι καταστρέφουν την κότα που κάνει τα χρυσά αυγά. Αμοιβαία καταστροφή θα σήμαινε επίσης την καταστροφή της κυρίαρχης τάξης. Συνεπώς είναι μόνο ολοκληρωτικά φασιστικά καθεστώτα εντελώς απελπισμένα και ασταθή που θα έπαιρναν αυτό το δρόμο. Αλλά ακόμα και δω είναι ζήτημα ταξικής πάλης. Οι αστοί δεν θα παραδώσουν εύκολα την τύχη τους σε μανιακούς δικτάτορες σαν το Μουσολίνι και το Χίτλερ, πάντως πριν μπορέσουν να το πετύχουν αυτό θα χρειαζότανε να ματοκυλίσουν την τάξη.
Έτσι με το να δουλεύεις με την προοπτική του παγκόσμιου πολέμου στην πραγματικότητα σήμαινε όχι μόνο έλλειψη κατανόησης όλων των πολλαπλών κοινωνικών και στρατιωτικών δυνάμεων, αλλά ήταν ένα πρόγραμμα βαθύτατης απαισιοδοξίας. Το να φαντάζεται κανείς ότι ο πόλεμος θα λύσει το πρόβλημα της σοσιαλιστικής επανάστασης σήμαινε ότι είναι τόσο ελαφρόμυαλος όσο και οι σταλινικοί στη Γερμανία που φαντάζονταν ότι ο ερχομός στην εξουσία των φασιστών θα άνοιγε το δρόμο στο σοσιαλισμό. Στη πραγματικότητα το ξέσπασμα ενός παγκόσμιου πολέμου θα σήμαινε πολύ πιθανόν την αμοιβαία εξαφάνιση χωρών και τάξεων. Στη καλύτερη περίπτωση οι λίγοι επιζήσαντες να κατορθώσουν τη δημιουργία κάποιου είδους δουλοκτητικού κράτους και να αρχίσουν ξανά την απαραίτητη ανάπτυξη των υλικών παραγωγικών δυνάμεων που μαζί με την εργατική τάξη είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό. Οι Ποσαδικοί τράβηξαν απλά στα άκρα τις ιδέες των Πάμπλο, Χάνσεν, Ζερμέν, Χήλυ και Σια. Σ’ οποιαδήποτε περίπτωση ήταν ανίκανοι ακόμα να δουν τις αντιθέσεις που υπάρχουν στα συμφέροντα των ίδιων των ιμπεριαλιστών. Οι καπιταλιστικές δυνάμεις της Δ. Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Αγγλίας δεν ενδιαφέρονταν για τη νίκη ενός ιδανικού καπιταλισμού ή του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, αλλά για τα δικά τους κεκτημένα συμφέροντα. Ένας παγκόσμιος πόλεμος στη καλύτερη περίπτωση θα σήμαινε καταστροφή της Δ. Ευρώπης όπως η Κορέα και το Βιετνάμ καταστράφηκαν από τους αμερικάνικους βομβαρδισμούς. Ως εκ τούτου αυτές οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δε θα είχαν κανένα συμφέρον σ’ ένα πόλεμο που δε θα μπορούσαν να κερδίσουν, που θα γινότανε πάνω στα εδάφη τους και ο οποίος στην πιο ευνοϊκή περίπτωση θα ήταν μόνο προς το συμφέρον του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Ο συμβατικός πόλεμος θα ήταν για τους Αμερικάνους μια φοβερή προοπτική. Το ν’ αρχίσουν από το Καλαί και να προχωρήσουν, διασχίζοντας την ήπειρο, προς τη Σαγκάη, τη Καλκούτα και το Βλαδιβοστόκ, θα ήταν ένα έργο αδύνατο: Πυρηνικός πόλεμος θα σήμαινε για πρώτη φορά πόλεμο σε αμερικάνικο έδαφος. Θα σήμαινε καταστροφή της κύριας βάσης τους – των πόλεων – και της βιομηχανικής δύναμης της Αμερικής. Έτσι το σύνθημα «πόλεμος – επανάσταση» δεν ήταν μόνο αντιδραστικό, αλλά καθαρή φαντασία (2). Η θέση αυτής της τάσης φανέρωσε μια πλήρη άγνοια των πραγματικών κοινωνικών παραγόντων σχετικά με τον πόλεμο, ένα πρόβλημα που δεν έχουν καταλάβει μέχρι σήμερα. Σε κάθε κρίση σε κάθε σύγκρουση μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, έβγαζαν την κραυγή του άμεσου πολέμου. Στην πραγματικότητα και ο πόλεμος του Βιετνάμ και ο πόλεμος της Κορέας καθώς και οι άλλοι πόλεμοι της μεταπολεμικής εποχής, ήταν εντοπισμένοι και περιορισμένοι, λόγω του συνειδητού συμβιβασμού του ιμπεριαλισμού και της Κινέζικης και της Ρώσικης γραφειοκρατίας. Όλη αυτή την εποχή ο ιμπεριαλισμός βρισκότανε σε άμυνα μπρος στις επιδρομές της αποικιακής επανάστασης και στη στρατιωτική δύναμη, τη βιομηχανική και τη στρατηγική της Σοβιετικής Ένωσης και της σοβιετικής γραφειοκρατίας.
Αριστερισμός και φοιτητισμός
Αφού δεν είχαν αποτέλεσμα με τη δική τους παραλλαγή της πολιτικής του εισοδισμού πέρασαν τώρα σε μια αριστερίστικη θέση στις καπιταλιστικές χώρες της δύσης. Χωρίς να έχουν βγάλει ένα σοβαρό μάθημα από την πείρα του εισοδισμού στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και τα κομμουνιστικά, προχώρησαν τώρα στη πολιτική του υπεραριστερισμού στη Γερμανία, την Γαλλία και την Ιταλία. Εν πάση περιπτώσει κατόρθωσαν να συνδυάσουν αυτή τη στροφή τους με ένα μέτρο οπορτουνισμού. Η κυβέρνηση του Ουίλσον το 1964 ήταν ο ερχομός μιας «αριστερής σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης» έγραφε ένας από τους οπαδούς τους στη Βρετανία. Οι απόψεις του όχι μόνο δεν αποκηρύχτηκαν, αλλά υπερασπίστηκαν με θέρμη από τους οπαδούς τους στη Βρετανία. Τα γεγονότα επρόκειτο γρήγορα να τους απογοητεύσουν πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Σύγχρονα κατόρθωσαν να βρουν μια βασική διαφορά μεταξύ μιας κυβέρνησης του Ουίλσον στη Βρετανία και του Βίλλυ Μπραντ στη Δυτική Γερμανία. Ο εκλεκτικισμός τους δεν πήγαινε άλλο. Οι διαφορές μεταξύ προσώπων δεν είναι βασικές ακόμα κι αν υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ του Μπραντ και του Ουίλσον. Στη Βρετανία με το να εφαρμόζουν μια οπορτουνιστική τακτική μέσα στο εργατικό κόμμα ήταν για τους ηγέτες τους μόνο για να εμποδίζουν περιπέτειες προς τα αριστερά.
Στη Γερμανία αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στη μαζική σοσιαλδημοκρατική νεολαία, στρέφοντας αντίθετα την προσοχή τους στο φοιτητικό κίνημα. Αυτό ήταν ένα ζήτημα ταχτικής, λαθεμένο βέβαια, όμως ζήτημα τακτικής. Αρκετή προσοχή έπρεπε να δοθεί στους φοιτητές, αλλά με κύριο σκοπό να τους εκπαιδεύσουν , για να κατανοήσουν την ανάγκη να στραφούν προς το εργατικό κίνημα. Η εργατική τάξη στη Γερμανία όπως και τα’ αδέλφια τους στη Βρετανία, πρέπει να περάσουν μέσα από την εμπειρία μιας σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης για να καταλάβουν ότι ο ρεφορμισμός δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα τους. Η Δυτικογερμανική εργατική τάξη, που πολιτικά ρίχτηκε πίσω από τις εμπειρίες του φασισμού και την πολιτική του ρεφορμισμού και του σταλινισμού, μπορεί να εκπαιδευτεί στις επαναστατικές ιδέες μόνο δοκιμάζοντας τους ηγέτες της μέσα στη πείρα των ρεφορμιστικών κυβερνήσεων. Ξανά πολύτιμα στοιχεία μεταξύ των φοιτητών εκπαιδεύτηκαν με τη μέθοδο υποστήριξης των προκαταλήψεών τους, αντί να αναληφθεί το απαραίτητο έργο της μαρξιστικής εκπαίδευσης. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι σ’ ένα επόμενο στάδιο θ’ απογοητεύονταν και θα τα παρατούσαν. Είχαν την τάση να κατηγορούν την εργατική τάξη, για ότι στην ουσία ήταν δικές τους αδυναμίες. Σ’ αυτό όμως και σ’ όλα τα πράγματα κατόρθωσαν να βγάλουν από τις εμπειρίες τους τα χειρότερα συμπεράσματα. Στη Γερμανία το κύριο καθήκον είναι να πλησιάσουν τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες, ιδιαίτερα τη νεολαία. Ένα καθήκον που είναι ανίκανοι να εκπληρώσουν λόγω της αποτυχίας τους στο παρελθόν.
Όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά στη Γαλλία, στην Ιταλία και στην Αμερική ανακατεύθηκε αυτή η τάση σ’ αυτό που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε φοιτητισμό. Η προοδευτική άποψη του σπασίματος των φοιτητών από την αστική ιδεολογία, πράγμα που έγινε παγκόσμιο φαινόμενο, έπρεπε βέβαια να αναγνωριστεί και να χρησιμοποιηθεί με σκοπό να φέρουμε τους καλύτερους φοιτητές στις αρχές του μαρξισμού. Πάνω απ’ όλα θα ‘πρεπε να εξηγήσουμε στους φοιτητές ότι αυτό το φαινόμενο είναι ένα σύμπτωμα της κοινωνικής κρίσης του καπιταλισμού. Είναι ένα σύμπτωμα της κίνησης προς τα αριστερά που γενικά παίρνει μια παγκόσμια έκταση. Στις αποικιακές χώρες, τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες και τα βοναπαρτιστικά εργατικά κράτη παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο. Το φοιτητικό κίνημα είναι βαρόμετρο της συσσωρευμένης κοινωνικής κρίσης, όμως αν δε πιάσει ρίζες μέσα στο κίνημα των συνδικάτων και της εργατικής τάξης, είναι καταδικασμένο να γίνει στείρο και καθόλου αποτελεσματικό. Αν οι φοιτητές δε μπορέσουν να αποκτήσουν την πειθαρχία των αρχών και των μεθόδων του μαρξισμού, το κίνημα θα γίνει στείρο και θα εξελιχτεί σε διάφορες μορφές αναρχισμού και ουτοπισμού. Οι φοιτητές μπορούν να γίνουν ένας πολύτιμος φορέας για τη διάδοση των επαναστατικών ιδεών, όμως μόνο πάνω στη βάση των επαναστατικών αρχών και της κατανόησης του περιορισμένου των δυνατοτήτων των φοιτητών και του ρόλου τους στη κοινωνία.
Τα γεγονότα στη Γαλλία βάζουν σε δοκιμασία όλες τις τάσεις μέσα στο επαναστατικό κίνημα. Η τελική δοκιμασία για όλους τους επαναστάτες είναι η ίδια η επανάσταση. Σ’ αυτό το χωνευτήρι, ο χρυσός των επαναστατικών ιδεών θα ξεχωρίσει γρήγορα από τα άλλα βασικά στοιχεία και μίγματα. Αφού αρνήθηκαν τη δυνατότητα της επανάστασης στη δύση για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, πιάστηκαν φυσικά στον ύπνο από τα γεγονότα στη Γαλλία. Ξεκινώντας από μια θέση βαθιάς απαισιοδοξίας για τη δυναμικότητα της εργατικής τάξης στις χώρες της δύσης, πέρασαν στο πιο ανεύθυνο αριστερισμό. Η τέλεια αδυναμία τους να κατανοήσουν το ρόλο του Κ.Κ για άλλη μια ιστορική περίοδο τους καταδίκασε στο σεχταρισμό. Το να φαντάζονται ότι όλα αυτά τα προτσές της επανάστασης που άρχισαν να ξετυλίγονται στη Γαλλία θα έβρισκαν τη λύση τους μέσα σε μερικές μέρες ή βδομάδες σήμαινε ότι δεν καταλαβαίνουν ούτε την άλφα – βήτα της επανάστασης. Δεν είχαν καταλάβει την αδυναμία των επαναστατικών δυνάμεων σαν ένα από τους κύριους παράγοντες της κατάστασης, ούτε να πλησιάσουν τις μάζες του Κ.Κ. Αντίθετα υιοθετώντας στην ανάγκη τους τις αχαλίνωτες και συγχυσμένες ιδέες της φοιτητικής Αριστεράς, κατέληξαν να κάνουν μια σειρά από αριστερίστικες χειρονομίες και πράξεις. Το μποϊκοτάρισμα των εκλογών και των φοιτητικών εκλογών που τις ακολούθησε, ήταν μια καθαρή ανευθυνότητα που το μόνο που έκανε ήταν να βοηθήσει την ηγεσία του Κ.Κ που υποστηριζόταν ακόμα από την πλειοψηφία της εργατικής τάξης.
Δεν πήραν καθόλου υπ’ όψιν ότι το Κ.Κ. θα αναπλήρωνε τις απώλειες του γιατί ήταν η μόνη εναλλακτική λύση ανάμεσα στο Γκωλικό Κόμμα. Ακόμα και μέχρι σήμερα δεν έχουν προετοιμάσει τους οπαδούς τους για μια νέα και αναπόφευκτη περίοδο Λαϊκών Μετώπων, στα οποία θα καταφύγει η αστική τάξη σαν μέσο για να συντρίψει τη νέα επίθεση της εργατικής τάξης. Η τάση μας έχει αναλύσει πλήρως την πορεία της επανάστασης στη Γαλλία, που βρίσκεται μόλις στα πρώτα της στάδια, ώστε δε χρειάζεται να την επαναλάβουμε εδώ. Χρειάζεται μόνο να προσθέσουμε ότι όλες οι τάσεις της επαναστατικής Αριστεράς στη Γαλλία, βρίσκονται για την ώρα σε κατάπτωση λόγω της αποτυχίας τους να αναλύσουν και να κατανοήσουν τις εναλλαγές της παλίρροιας και της αμπώτιδας της επανάστασης, ότι περίοδοι ηρεμίας ακόμα και αντίδρασης θα προετοιμάσουν το δρόμο για την επαναστατική κινητοποίηση των μαζών και την ανανεωμένη επίθεση από την πλευρά της επανάστασης. Τα γεγονότα δείχνουν ότι όχι μόνο στη Γαλλία όπου το Κ.Κ είναι το κύριο κόμμα της εργατικής τάξης, μόνο μια διάσπαση μέσα στους κόλπους του Κ.Κ μπορεί να προετοιμάσει το δρόμο για ένα άλλο επαναστατικό μαζικό κόμμα. Στις χώρες που η σοσιαλδημοκρατία είναι η κύρια δύναμη ισχύουν οι ίδιες θέσεις. Η ιστορική πείρα των 5 – 6 τελευταίων δεκαετιών αποδείχνει την ορθότητα αυτής της ανάλυσης.
Τα θέματα που μπήκαν στο προτελευταίο συνέδριο στο οποίο διαγράφηκε το Βρετανικό τμήμα, έχουν αναπτυχθεί στα κείμενα της τάσης μας και ιδιαίτερα το κείμενο το σχετικό με τη διαγραφή μας έδειξε την αδυναμία τους να ανεχτούν μια έντιμη και πραγματική μαρξιστική τάση μέσα στις γραμμές τους. Η άρνηση τους να συζητήσουν ή να ανεχτούν μια μαρξιστική πτέρυγα μέσα στις δυνάμεις τους είναι μια απόδειξη για τα προτσέσα που συμβαίνουν μέσα στην οργάνωση και την οργανική τους τάση προς το μικροαστικό σεχταρισμό, ουτοπισμό και οπορτουνισμό.
Η ιστορία της Κεϋλανέζικης οργάνωσης παρέχει ένα διδακτικό μάθημα για το τι συμβαίνει όταν μια επαναστατική τάση δεν βγάζει τα μαθήματα κάθε περιόδου. Ήτανε η μόνη μαζική οργάνωση της Τέταρτης Διεθνούς το μαζικό κόμμα της εργατικής τάξης της Κεϋλάνης. Όμως ακριβώς για αυτό το λόγο ήτανε δεκτικό σ’ όλες τις τάσεις εκφυλισμού και στις πιέσεις εχθρικών ταξικών δυνάμεων που αντιμετωπίζουν όλες οι μαζικές οργανώσεις. Οι λαθεμένες πολιτικές για πάνω από 25 χρόνια της επονομαζόμενης διεθνούς ηγεσίας σήμαινε ότι όσο αφορά την Κεϋλάνη δεν είχαν κανένα έλεγχο πάνω στους βουλευτές ή την ηγεσία. Μιας και αποτελούνται από μικρο-ομάδες στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, αυτό που μπορούσαν να έχουν ήταν μια πολιτική παρά μια οργανωτική επιβολή. Έχοντας όμως χρεοκοπήσει πολιτικά, η μίζερη προσπάθεια να πάρουν οργανωτικά μέτρα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο με περιφρόνηση. Όταν το Λάνκα Σάμα Σαμάγια (Λ. Σ. Σ) πήρε οπορτουνιστική θέση απέναντι στη κυβέρνηση συνασπισμού, έσπευσαν να υποστηρίξουν μια άμεση διάσπαση η οποία το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να απομονώσει τα επαναστατικά στοιχεία και να τα κάνει αδύνατα και αριστερίστικα. Οι συνέπειες αυτής της ενέργειας ήταν η ενίσχυση της θέσης του Λ.Σ.Σ και η πάρα πέρα κατάπτωση και διάσπαση του τμήματος που έσπασε απ’ αυτό. Το άμεσο καθήκον κάθε ομάδας μέσα ή έξω από το Λ.Σ.Σ θα ‘πρεπε να ‘ναι ο προσανατολισμός προς την μαζική οργάνωση των εργατών και σ’ αυτή την περίπτωση το ίδιο το Λ.Σ.Σ. Εν πάση περιπτώσει η πολιτική επιβολή μπορεί να κερδηθεί μέσα από μια περίοδο ετών και δεκαετιών, αποδεικνύοντας την ορθότητα των ιδεών της επαναστατικής ηγεσίας, των μεθόδων και της ανάλυσης της. Αλλά αυτό είναι κάτι που φανερά δεν υπάρχει. Προσπάθησαν να αντικαταστήσουν αυτή την πραγματικά επιβολή με διοικητικά μέτρα, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα μια σειρά ταπεινωτικές και εξουθενωτικές διασπάσεις.
Η ανάγκη για Μαρξιστική Θεωρία
Η θεωρία του καπιταλισμού μ’ ένα «ισχυρό» κράτος προβλήθηκε στο προτελευταίο συνέδριο σαν μια «καινούργια» θεωρία. Αυτή η θεωρία της επέκτασης των βοναπαρτιστικών κρατών ήτανε τότε στην ημερήσια διάταξη. Υποστήριξαν ότι ο καπιταλισμός δεν μπορούσε πια να επιτρέψει την ύπαρξη της δημοκρατίας και έτσι μόνο δικτατορικά καθεστώτα θα εγκαθιδρύονταν στη Δ. Ευρώπη. Ξαναζωντάνεψαν αυτή τη θεωρία που ποτέ στο παρελθόν δεν είχε αποκηρυχτεί, με μια καινούργια «παραλλαγή» του «ισχυρού» κράτους. Παντού στη Γαλλία, στη Γερμανία, στη Βρετανία η αστική τάξη θα αντικαθιστούσε τη δημοκρατία μ’ ένα βοναπαρτιστικό καθεστώς. Η ανάλυση αυτή δεν πήρε υπ’ όψιν της τη δύναμη των οργανώσεων της εργατικής τάξης, τον αλλαγμένο συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ των τάξεων, την αστάθεια των μικροαστών και έτσι κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η μπουρζουαζία όχι μόνο δεν είχε τη δύναμη να επιβάλει τη θέλησή της στην κοινωνία, αλλά αντίθετα είχε μια τάση να ταλαντεύεται προς τα αριστερά. Η προσπάθεια της να επιβάλει την πολιτική του ελέγχου των τιμών και των εισοδημάτων έτεινε να συντριφθεί στις κύριες καπιταλιστικές χώρες. Το κράτος όχι μόνο δεν πήρε δικτατορικές εξουσίες, εκτός από την Ελλάδα (για ειδικούς λόγους), αλλά τον αντίθετο δρόμο, σε μερικές χώρες υπήρξε η τάση για μαζική ριζοσπαστικοποίηση. Η αστική τάξη δε μπόρεσε πουθενά να επιβάλει την κυριαρχία της χρησιμοποιώντας την εγκαθίδρυση ενός στρατιωτικό – αστυνομικού κράτους. Το κίνημα των φοιτητών στο οποίο βασίζουν τόσο μεγάλες ελπίδες, προς τη ριζοσπαστικοποίηση είναι μια κίνηση προς αυτή την αντίθετη κατεύθυνση. Το μόνο «ισχυρό» κράτος στην Ευρώπη του Ντε Γκωλ, τινάχτηκε στον αέρα από το πρώτο μαζικό κίνημα της εργατικής τάξης. Πάντως όπως και να ‘χει ο βοναπαρτισμός του Ντε Γκωλ ήταν η πιο δημοκρατική μορφή βοναπαρτισμού που υπήρξε ποτέ. Καθόλου τυχαίο. Η αδυναμία του ήταν μια έκφραση της τεράστιας κρυφής δύναμης της εργατικής τάξης.
Η ίδια η ανάπτυξη της βιομηχανίας με τη σειρά της σήμαινε μια τεράστια ενίσχυση της δύναμης της εργατικής τάξης. Πριν μπορέσει να υπάρξει μια κίνηση για αποφασιστική αντίδραση έπρεπε να περάσει από ένα αιματηρό ξεκαθάρισμα με την εργατική τάξη. Αλλά αυτό με τη σειρά του θα σήμαινε ότι ρισκάρετε μέσα σ’ αυτό τον αγώνα η τύχη της αστικής τάξης. Συνεπώς η μπουρζουαζία θα διάλεγε αυτό το δρόμο με εξαιρετική απροθυμία. Πουθενά δεν υπάρχουν ισχυρές φασιστικές οργανώσεις, όπως υπήρχαν στην προπολεμική περίοδο, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1930. Μετά από την εμπειρία των μανιακών φασιστών η μπουρζουαζία με μεγάλη απροθυμία θα παρέδιδε την εξουσία και τη τύχη της στο φασισμό. Από την άλλη ένα «ισχυρό» κράτος με βοναπαρτιστική μορφή δεν είναι ικανό να διατηρηθεί για πολύ χωρίς μαζική βάση. Έτσι στην ημερήσια διάταξη μπαίνουν αντιδραστικές μεθόδους και νόμοι από την πλευρά του αστικού κράτους, όχι όμως μια στρατιωτικό – αστυνομική δικτατορία. Σ’ όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, στη δύση του καπιταλισμού δεν είναι τα «ισχυρά» κράτη αλλά εξαιρετικά εξασθενημένα και παραλυμένα που θα αντιμετωπίσει η εργατική τάξη και το επαναστατικό κίνημα κατ’ επέκταση και στη Δ. Ευρώπη.
Όλες οι τακτικές της επονομαζόμενης εξωκοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης στη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία και τη Βρετανία, είναι εκδηλώσεις αντιπολίτευσης στα λόγια, είναι ενδείξεις καθαρά μικροαστικών και αναρχικών ιδεών παρά μαρξιστικών. Το καθήκον των φοιτητών και των ριζοσπαστών γενικά, είναι να εκπαιδευτούν πρώτα στις αρχές του μαρξισμού, αντί στα ξεσπάσματα του επαναστατικού ρομαντισμού και τότε να πλησιάσουν τις μάζες. Η υποταγή αυτής της τάσης στη ριζοσπαστικοποίηση στα λόγια, είναι μια τέλεια έκφραση της έλλειψης κατανόησης της διαλεκτικής της ταξικής πάλης και των μεθόδων αφύπνισης της τάξης. Το καθήκον είναι να διατηρήσουμε θεωρητική αδιαλλαξία συγχρόνως με μια ευελιξίας στη τακτική ώστε να πάμε κοντύτερα στην εργατική τάξη. Όλη η ιστορία αυτής της τάσης είναι άδοξη. Ξαναγυρίσαμε τώρα πίσω στη θέση απ’ όπου αρχίσαμε, των μικρό-ομάδων που αγωνίζονται ενάντια στο ρεύμα των οπορτουνιστικών τάσεων. Ιστορικά το μαρξιστικό κίνημα έχει γυρίσει πολύ πίσω, λόγω της απομόνωσης του από το μαζικό κίνημα.
Από μια άποψη είμαστε ιστορικά τυχεροί. Αν αντί για μικρό – ομάδες είχαμε οργανώσεις των 10–50.000 μελών στη Γαλλία και στην Αμερική και στις άλλες χώρες, τρομαχτική ζημιά θα είχε γίνει στο μαζικό κίνημα από την αριστερίστικη πορεία αυτής της τάσης και των διαφόρων άλλων γύρω απ’ αυτήν. Θα ήταν σαν την πολιτική της Κομιντέρν στην αριστερίστικη φάση της περιόδου του 1930 όταν η πολιτική αυτή με τις επιπόλαιες θέσεις τους για τις μαζικές οργανώσεις είχε σαν αποτέλεσμα την απομόνωση της από την εργατική τάξη. Η νίκη του Χίτλερ στη Γερμανία προετοιμάστηκε μ’ αυτόν τον τρόπο. Με το δικό τους τρόπο τα υπολείμματα όλων των τάσεων στη Γαλλία διευκόλυναν φοβερά τις ηγεσίες του Κ.Κ και των ρεφορμιστών στην επανάκτηση του γοήτρου και της εξουσίας τους πάνω στην εργατική τάξη. Στις άλλες χώρες στο βαθμό που έχουν οποιαδήποτε επίδραση βοήθησαν με επιτυχία την απομόνωση των φοιτητών από το εργατικό κίνημα.
Οι θεωρητικές προχειρότητες και τα βασικά πολιτικά λάθη της κλίκας που ισχυριζόταν ότι αντιπροσωπεύει τη Διεθνή ξεκινάνε απ’ αυτή την περίοδο. Μια και δεν έμαθαν τίποτα στο σχολείο του Τρότσκι ήταν ανίκανοι να επαναπροσανατολίσουν το κίνημα στα μεγάλα γεγονότα. Αν είχαν κάνει τότε μια έντιμη αυτοκριτική των λαθών τους και αν έκαναν μια πλήρη ανάλυση των λαθών τους και τις αιτίες γι αυτά τα λάθη, θα μπορούσαν να είχαν χτίσει το κίνημα πάνω σε στέρεες βάσεις. Αλλά αφού έκαψαν τα δάκτυλά τους επαναλαμβάνοντας αυτά που νόμιζαν ότι ήταν συνταγές του Τρότσκι, αυτοί οι μάγειροι αποφάσισαν ότι ο «Τσελεμεντές της επανάστασης» δεν ήταν πια καλός και αποφάσισαν να πετάξουν τα διδάγματα όλων των μεγάλων δασκάλων έξω από το παράθυρο χωρίς μεγάλες διατυπώσεις. Εγκατέλειψαν τις θεωρητικές αρχές του μαρξισμού και προχώρησαν με βάση τον εμπειρισμό και τον ιμπρεσιονισμό.
Το καθήκον μας εθνικά και διεθνικά μένει βασικά το ίδιο που ήταν στις δύο τελευταίες γενιές. Είναι η υποστήριξη και η επέκταση των βασικών επαναστατικών αρχών του μαρξισμού. Ο λόγος του εκφυλισμού των μικρό-ομάδων, που οι πιο σημαντικές είναι μαζεμένες γύρω από τα σημεία της Ε.Γ βρίσκεται στην ιστορική εξέλιξη της εποχής μας. Η πίεση του καπιταλισμού, του ρεφορμισμού και του σταλινισμού, σε μια περίοδο καπιταλιστικής ανόδου στη δύση, προσωρινής σταθεροποίησης του σταλινισμού στην ανατολή και παραμόρφωσης της αποικιακής επανάστασης για τους λόγους που ήδη αναφέραμε, όλα αυτά όπως έχουμε εξηγήσει σε προηγούμενα μας κείμενα ήταν οι αιτίες του εκφυλισμού όλων των ομάδων που ισχυρίζονταν ότι ήταν η Τέταρτη Διεθνής.
Όμως μια εξήγηση δεν είναι ποτέ μια δικαιολογία. Η αναγκαιότητα έχει δύο πλευρές. Την προηγούμενη περίοδο ο εκφυλισμός της Δεύτερης και της Τρίτης Διεθνούς, για λόγους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς δεν δικαιολογούσε τους ηγέτες που είχαν εγκαταλείψει το μαρξισμό. Δεν δικαιολογούσε ούτε το ρεφορμισμό, ούτε το σταλινισμό. Έτσι και τώρα δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τα εγκλήματα του σεχταρισμού και οπορτουνισμού που διέπραξαν οι ηγέτες της επονομαζόμενης Τέταρτης Διεθνούς, για πάρα πάνω από μια ολόκληρη γενιά. Είναι άλλο πράγμα να κάνεις ένα επεισοδιακό λάθος. Λάθη θα κάνουν ακόμα και οι πιο μαχητικές και επαναστατικές τάσεις. Αλλά η συνεχής επανάληψή τους, ο συνεχής ελιγμός από τον οπορτουνισμό στον αριστερισμό παύουν πια να είναι ένα λάθος και γίνονται τάση. Είναι αυτή ακριβώς η τάση της οποίας την ιστορία αναλύσαμε. Μια τάση η οποία όπως και οι σταλινικοί και οι ρεφορμιστές πριν απ’ αυτούς αρνιέται να αναλύσει τα λάθη της ώστε να μπορεί να τα διορθώσει.
Μια τέτοια τάση δεν μπορεί ποτέ να εκπληρώσει τα καθήκοντα που βάζει η ιστορία. Θα συνεχίσουν χωρίς τέλος τις μανούβρες, τις διασπάσεις τις διαταγές που δεν βασίζονται σε καμιά πραγματική επιβολή που να σχηματίστηκε με βάση την πολιτική πείρα. Μια τέτοια τάση δεν μπορεί να συνεχίσει ποτέ την παράδοση του Μπολσεβικισμού και του Τροτσκισμού. Είναι η κοπριά της ιστορίας που μια και δεν οργώθηκε μέσα στο χωράφι δεν μπορεί να δώσει επαναστατικούς καρπούς και αφού έμεινε χωρίς καλλιέργεια άρχισε κάπως να μυρίζει. Πολλά από τα νεότερα στοιχεία μπορεί να κατορθώσουν να σπάσουν από το δηλητηριασμένο περιβάλλον και να βοηθήσουν στο χτίσιμο της νέας Διεθνούς. Για να χτιστεί μια μαζική επαναστατική τάση δεν αρκεί να ‘χει μόνο την παράδοση, την μέθοδο και την πολιτική του μαρξισμού. Είναι απαραίτητο να ‘χει μαζί της και το ρεύμα της ιστορίας. Έτσι έγινε με τους Μπολσεβίκους.
Πάντως για μια μικρή επαναστατική τάση, είναι απαραίτητο και απόλυτα αναγκαίο να διαφυλάξει τις βασικές αρχές αναπτύσσοντας τες συνειδητά και ξεκάθαρα πάνω στη βάση της πείρας. Έξω απ’ αυτό υπάρχει μόνο ο θάνατος της τάσης σαν μια επαναστατική δύναμη. Αν μια τέτοια τάση δεν μπορεί να μάθει από τις εμπειρίες των γεγονότων, είναι καταδικασμένη να παραμείνει ομαδούλα να προκαλέσει κι άλλες ήττες και να διαλύσει το κίνημα. Από ιστορική άποψη δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για την επανάληψη των λαθών αυτής της τάσης. Τα λάθη είναι λυπηρά, αλλά η αδιαφορία στο να τα διορθώσεις είναι ολέθρια. Ο Λένιν και ο Τρότσκι διόρθωναν με σχολαστικότητα και την πιο μικρή λεπτομέρεια των θεωρητικών λαθών, ώστε να διατηρήσουν κοφτερή τη θεωρία που ήταν η κόψη στο μαχαίρι του μπολσεβικισμού. Μια τάση σαν την Ε.Γ. δεν μπορεί ποτέ να ανέβει στο ύψος των καθηκόντων που βάζει η ιστορία. Οι σταλινικοί και οι ρεφορμιστές έχουν μαζικές οργανώσεις. Οι μαρξιστές έχουν την επαναστατική θεωρία που θα την μετατρέψουν ιστορικά από μικρή ποιότητα σε επαναστατική ποσότητα. Χωρίς ούτε μαζική οργάνωση, ούτε μαρξιστική θεωρία δεν υπάρχει κανένα μέλλον. Αυτή η τάση είναι ιστορικά καταδικασμένη. Σε κάθε στάδιο εξέλιξης των γεγονότων οι Βρετανοί μαρξιστές έδρασαν γενικά με ένα σωστό τρόπο. Όσον αφορά τα βασικά προβλήματα τα κείμενα μας μπορούν να δημοσιευτούν και να σταθούν σαν συμβολή στο μαρξισμό για μια περίοδο 25 χρόνων.
Η αποτυχία των τροτσκιστικών δυνάμεων να χτίσουν μια βιώσιμη διεθνή μπορεί να κατανοηθεί μόνο με βάση την πείρα της εποχής. Σε μια εποχή που ήταν σύγχρονα επαναστατική και αντεπαναστατική, με το προλεταριάτο ν’ αντιμετωπίζει τρομαχτικά εμπόδια στη μορφή των σοσιαλδημοκρατικών και σταλινικών οργανώσεων, ήταν αναπόφευκτο ότι μεγάλες δυσκολίες θα βρισκόταν στο δρόμο της δημιουργίας μαζικών επαναστατικών τάσεων. Με τη νέα περίοδο που άνοιξε η επανάσταση στη Γαλλία, αρχίζει ένα εντελώς νέο στάδιο στην ανάπτυξη του προλεταριάτου. Η πρωτοβουλία και η δράση των μαζών θα βάλει σε δοκιμασία τις μαζικές οργανώσεις της σοσιαλδημοκρατίας και του σταλινισμού. Μέσα σ’ αυτά τα μεγάλα επαναστατικά γεγονότα, οι μαζικές οργανώσεις θα γεννήσουν επαναστατικά ή μισο-επαναστατικά κομμάτια, είναι καταδικασμένες μέσα σ’ αυτά τα γεγονότα σ’ ολόκληρες καταστροφικών διασπάσεων προς τα αριστερά και τα δεξιά. Μέσα σ’ αυτή την εμπειρία οι εργάτες θα περάσουν από την δοκιμασία όχι μόνο τις ποικιλίες των σεχταριστών και κεντριστικών τάσεων, τους μαοϊκούς, τους καστρικούς, γκεβαριστές και τις άλλες τάσεις οι οποίες άνθισαν από την ανυπαρξία ενός μαζικού πόλου επαναστατικής έλξης. Τα γεγονότα θα εκθέσουν πολιτικά τις ανεπάρκειες και την έλλειψη αποτελεσματικότητας όλων των ποικιλιών του ρεφορμισμού και του σταλινισμού. Οι φρέσκες δυνάμεις της νέας γενιάς, όχι μόνο μεταξύ των φοιτητών, αλλά πολύ πιο σημαντικά μεταξύ των εργατών θ’ αναζητήσουν τον επαναστατικό δρόμο.
Πάνω στη βάση αυτών των γεγονότων, μαζικές επαναστατικές τάσεις θα σχηματιστούν στις χώρες της δύσης, μέσα στα κομμουνιστικά κόμματα όπου ο σταλινισμός είναι η κύρια τάση και μέσα στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα όπου οι ρεφορμιστές είναι η μαζική τάση. Η περίοδος που ο Τρότσκι πρόβλεψε με σιγουριά για τη μεταπολεμική εποχή, ανοίγεται τώρα μέσα σε διαφορετικές συνθήκες. Οι αρχές του μαρξισμού που διαφυλάξαμε για μια ολόκληρη γενιά, θα αρχίσουν ν’ αποκτούν μαζικό ακροατήριο. Εθνικά και διεθνικά οι ιδέες της τάσης μας μπορούν να κερδίσουν τη μαζική υποστήριξη μέσα σ’ αυτή την εποχή. Ο αγώνας μας να χτίσουμε το κίνημα και το τμήμα μας θα ‘χει διεθνή αντίκτυπο. Το καθήκον μας είναι να χτίσουμε μια βιώσιμη τάση στη Βρετανία, η οποία θα ‘χει τη δύναμη και την επιβολή ν’ ακουστεί από τα προχωρημένα στοιχεία σ’ όλο τον κόσμο. Είναι αδύνατο να εξηγήσουμε με λεπτομέρειες τον τρόπο που θα γίνει αυτό, αλλά με πρωτοβουλία και ορμητικότητα μπορούμε να πετύχουμε την εξάπλωση της επιρροής της τάσης μας.
Στις σκοτεινές μέρες του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου οι μαρξιστές περιορίστηκαν σε λίγες χούφτες αγωνιστές και με βάση τα γεγονότα έκαναν μια νικηφόρα επανάσταση στη Ρωσία το 1917 και προετοίμασαν το δρόμο για το χτίσιμο μαζικών επαναστατικών κομμάτων. Ιστορικά οι μπολσεβίκοι διατήρησαν την αδιαλλαξία στις επαναστατικές αρχές λόγω της επιρροής του Λένιν και του Τρότσκι. Μέσα σε μια αντίθετη ιστορική εποχή οι αρχές αυτές σαρώθηκαν. Σε μια νέα ιστορική εποχή οι αρχές για μια ακόμα φορά, ενισχυμένες από την πλούσια πείρα της τελευταίας 25ετίας θα κερδίσουν ένα μαζικό ακροατήριο. Οι άλλες τάσεις που ισχυρίζονται ότι είναι τροτσκιστικές θα μπουν σε σκληρή δοκιμασία. Θα γίνουν στάχτη μέσα στη φωτιά των γεγονότων. Ο καπιταλισμός από τη μια μεριά στον αναπτυγμένο και στον υπανάπτυκτο κόσμο θα βρεθεί σε αδιέξοδο, από την άλλη ο σταλινισμός φανερώνει όλο και πιο πολύ την αδυναμία του να συνυπάρξει στις μη καπιταλιστικές χώρες, με την εθνικοποιημένη και τη σχεδιασμένη οικονομία. Το αδιέξοδο της αστικής τάξης και της σταλινικής γραφειοκρατίας αντανακλάται στη γύμνια των θεωρητικών τους, οικονομικών και πολιτικών. Η διάλυση των σταλινικών σε αντιμαχόμενες εθνικές ομάδες στις χώρες που κατέχουν την εξουσία και στις χώρες που στην αντιπολίτευση, αποδεικνύει τη χρεωκοπία του σταλινισμού. Ο ρεφορμισμός από την άλλη έδειξε τα ολέθρια αποτελέσματα του στις χώρες όπου οι ρεφορμιστές είναι στην κυβέρνηση και στις χώρες που είναι στην αντιπολίτευση. Η κυριαρχία του εργατικού κινήματος σ’ αυτές τις τάσεις επέκτεινε τη διαβρωτική της επιρροή στις μικρές και αδύναμες τροτσκιστικές τάσεις. Αυτές δεν μπορούν να έχουν καμία πρόοδο παρά μονάχα στη βάση της μεγάλης επαναστατικής ανόδου που έρχεται και η οποία θα προσελκύσει τη νεολαία στις ιδέες του τροτσκισμού. Οι μπολσεβίκοι το ’17 αν και δεν υπήρχε μια επαναστατική διεθνής, έκαναν την επανάσταση τους με τη μέθοδο και τις αρχές και στο όνομα της διεθνούς. Ήταν πέρα για πέρα διεθνιστές. Το μεγαλύτερο διεθνιστικό καθήκον των επαναστατών μαρξιστών της Βρετανίας είναι το χτίσιμο μιας δυνατής επαναστατικής τάσης ή τμήματος εμπνεόμενο από τις αρχές και τις παραδόσεις του διεθνισμού, που μπορεί να βοηθήσει στο χτίσιμο μιας βιώσιμης τάσης διεθνικά, η οποία θα προετοιμάσει το δρόμο για τη δημιουργία της Τέταρτης Διεθνούς.
Πώς θα οργανωθεί η Διεθνής
Ο Λένιν και ο Τρότσκι είχαν πολλές φορές την ευκαιρία να τονίσουν πως όταν ένα λάθος δεν διορθώνονταν μπορούσε να γίνει τάση. Η ανάλυση σ’ αυτό το κείμενο δείχνει ότι αυτή η ομάδα για πάνω από 25 χρόνια έπεφτε από το ένα λάθος στο άλλο. Από τη μια λαθεμένη πολιτική πέρναγαν στην αντίθετη της και τότε, πάνω σ’ ένα ψηλότερο επίπεδο λαθών άρχιζαν πάλι από την αρχή. Αυτό είναι ένδειξη μιας καθαρής μικροαστικής κλίσης. Όσον αφορά αυτή την ομάδα τουλάχιστον την ανώτατη ηγεσία της αυτό έχει γίνει τώρα πια οργανικό. Όλη της η θεώρηση έχει σχηματισθεί από τα λάθη 25 χρόνων και έχει γίνει πια αναπόσπαστο μέρος στις μέθοδοι σκέψης τους, των συνηθειών, της δουλειάς τους και όλης της θεωρητική δομής τους. Ακόμα και το να ονομάζεις αυτή την τάση κεντριστική είναι έπαινος.
Στη περίπτωση της Δεύτερης Διεθνούς που ήταν ένα μαζικό κίνημα ο εκφυλισμός της μπορεί να εξηγηθεί από τις πιέσεις της κοινωνίας, της εποχής του τέλους του 19ου αιώνα και της αρχής του 20ου. Εξηγείται επίσης από το χωρισμό της ηγεσίας από τη βάση της οργάνωσης απομάκρυνση της από τη μαζική βάση.
Η Τρίτη Διεθνής ξεκίνησε σαν η πιο επαναστατική μαζική τάση που είχε δει ποτέ ο κόσμος. Ήταν μια διεθνής επαναστατική τάση. Σε μια επαναστατική εποχή (ταυτόχρονα επαναστατική και αντεπαναστατική) ο εκφυλισμός της διεθνούς, αφήνοντας στην άκρη το ζήτημα του ρώσικου κόμματος, όπως έχει εξηγηθεί σε πολλά κείμενα, ήταν αποτέλεσμα της πίεσης της γραφειοκρατίας και το ανέβασμα της πάνω στις ράχες των μαζών. Διεθνώς ο εκφυλισμός της Τρίτης Διεθνούς άρχισε με την άρνηση της να μαθαίνει και να αναλύει τα διδάγματα των γεγονότων και να διορθώνει τα λάθη της σταλινικής ηγεσίας. Αυτός ο παράγοντας μεταξύ άλλων ήταν αρκετά σημαντικός.
Ο τροτσκισμός, η πιο επαναστατική και έντιμη τάση στην ιστορία, άρχισε τη δουλειά του πάνω απ’ όλα με την ανάλυση αυτού του προτσές. Ξεκινώντας χωρίς τις πλατιές μάζες μπορούσε να πετύχει μόνο με μια σοβαρή στάση απέναντι στα γεγονότα και στη θεωρία, σαν επαναστατική τάση. Αυτό ήταν το μάθημα από τα έργα του Λένιν και ίσως ακόμα περισσότερο από τα έργα του Τρότσκι και δραστηριότητα του, την εποχή της θεωρητικής υποχώρησης και του εκφυλισμού. Αφού εγκατέλειψαν αυτή την πολύτιμη κληρονομιά και χωρίς τη διορθωτική πίεση των επαναστατημένων μαζών η Ε.Γ. και οι άλλες τάσεις σαν κι αυτή κατάντησαν στο τέλος ανεύθυνες. Τα ζητήματα της θεωρίας δεν τα θεωρούσαν σοβαρά, αλλά κατάντησαν μέρος των αυθαιρέτων διαθέσεων και καπρίτσιων της ηγετικής κλίκας. Τα 25 χρόνια αυτής της πορείας έδειξαν ότι αυτοί οι ηγέτες είναι οργανικά ανίκανοι για μεταμόρφωση, οργανωτική και πολιτική προς την κατεύθυνση του μαρξισμού. Δεν θα ήταν καθόλου ελκυστικό καθήκον να παρουσιάσουμε τις οργανωτικές μανούβρες της Ζηνοβιεφικής αυτής τάσης. Αρκεί να αναφέρουμε το κείμενο που δημοσίευσαν για τη διαγραφή μας από το συνέδριο του 1965 (3). Ο Λένιν ονόμαζε περιφρονητικά τη Δεύτερη Διεθνή, ένα ταχυδρομείο και όχι μια Διεθνή. Αυτή την κλίκα θα ήταν εξωραϊσμός να την ονομάσουμε ταχυδρομείο (δες κείμενο για τη διαγραφή). Οργανωτικά και πολιτικά είναι εντελώς χρεωκοπημένοι.
Πως λοιπόν θα χτιστεί η διεθνής. Έχουμε πολλές φορές υποδείξει ότι στη Βρετανία το κίνημα θα χτιστεί μόνο μέσα στα γεγονότα. Αυτό ισχύει και με την ίδια βαρύτητα ακριβώς και με το θέμα της διεθνούς. Έχουμε εξηγήσει σε πολλά κείμενα ότι τα γεγονότα θα ρίξουν σε κρίση τα μαζικά σοσιαλδημοκρατικά και σταλινικά κόμματα. Τα γεγονότα στη δύση και στην ανατολή θα παίξουν το ρόλο τους. Αλλά πάνω απ’ όλα η εξέλιξη σε βιομηχανικές χώρες – κλειδιά – του κόσμου θα ‘ναι αποφασιστική. Μια νέα περίοδος ανοίγει στην ιστορία του καπιταλισμού στη δύση και του σταλινισμού στην ανατολή. Τα γεγονότα του Γαλλικού Μάη του ’68 και ο τωρινός αναβρασμός στην Ιταλία είναι μόνο η αρχή. Σήμερα κάνει την εμφάνιση του το προανάκρουσμα της κρίσης στις σχέσεις μεταξύ των τάξεων, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στην Ιαπωνία, στην Αμερική και σ’ άλλα κέντρα. Κάτω από τα χτυπήματα των γεγονότων, είναι αναπόφευκτη η ανάπτυξη μαζικών κεντριστικών ομάδων στα σταλινικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Μαζικές διασπάσεις στα επόμενα 10 με 20 χρόνια θα είναι στην ημερήσια διάταξη. Γεγονότα στη Ρωσία μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση διεθνώς. Το ίδιο ισχύει για την Αμερική και τις άλλες βιομηχανικές χώρες στη δύση. Η γέννηση μαζικών κεντριστικών ομάδων με μεγάλο αριθμό εργατών που θα ψάχνουν για επαναστατική θα ‘ναι ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την αποδοχή των μαρξιστικών ιδεών. Πρέπει να προσπαθήσουμε να πλησιάσουμε αυτά τα στοιχεία διεθνικά με τις ιδέες και τις μεθόδους του Τρότσκι. Απ’ αυτές τις μαζικές δυνάμεις που αναπτύσσονται μέσα σ’ αυτές τις οργανώσεις είναι που θα προέλθουν οι μαζικές δυνάμεις της διεθνούς. Τα μεγάλα γεγονότα θα κάνουν τις ιδέες και την πολιτική μας περισσότερο αποδεκτές μέσα σ’ αυτά τα στρώματα και ιδιαίτερα στους εργάτες. Το να πλησιάσουμε αυτά τα στοιχεία είναι ένα σημαντικό μέρος της μελλοντικής μας δουλειάς.
Τα γεγονότα επίσης θα κάνουν δεκτικά στις ιδέες μας τα νεαρά και πιο έξυπνα στοιχεία μέσα στις άλλες οργανώσεις, που ισχυρίζονται ότι είναι τροτσκιστικές. Πολλά από τα νεότερα στοιχεία θα κερδηθούν από μας κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες.
Θα είναι σαν να επαναληφθεί η Ισπανική επανάσταση, αλλά αυτή τη φορά τα γεγονότα θα φέρουν στην επιφάνεια την οργανική κρίση του σταλινισμού και του ρεφορμισμού. Η εργατική τάξη είναι πολύ δυνατότερη και η διεθνής αντίδραση πολύ πιο αδύναμη, πράγμα που προετοιμάζει τη βάση για την επίθεση των εργατών. Μετά μια περίοδο ηττών και αντίδρασης του ενός ή του άλλου είδους, καθώς και σημαντικών κερδών και επιτυχιών θα γίνει μια ακόμα επίθεση από τους εργάτες, τότε θα έχει ανοιχτεί ο δρόμος για τη δημιουργία μαζικών κεντριστικών τάσεων. Η Ρώσικη επανάσταση αναπτύχθηκε μέσα σε εννιά μήνες και αυτό πάνω απ’ όλα ήταν αποτέλεσμα της δύναμης του Μπολσεβικισμού. Η ισπανική επανάσταση αναπτύχθηκε μέσα σε 6 με 7 χρόνια. Πιο πιθανή είναι μια μακριά επαναστατική περίοδος λόγω της αδυναμίας των επαναστατικών δυνάμεων, όπως έδειξε το παράδειγμα της Γαλλίας. Μέσα σ’ αυτό το μακρινό προτσές δίνεται η δυνατότητα για επέμβαση. Τα επαναστατικά στοιχεία που θα αναπτυχθούν μέσα στα μαζικά κεντριστικά κόμματα, θα ψάχνουν για συνεπείς επαναστατικές αρχές, πολιτικές και μεθόδους δουλειάς. Αυτό ακριβώς είναι που κάνει την ανάγκη να συνεχίσουμε και να πλατύνουμε τη διεθνή δουλειά μας. Πρέπει να πλατύνουμε και να αναπτύξουμε τη δουλειά μας με συνδέσμους, ομάδες, ακόμα και με άτομα που μπορούμε να πλησιάσουμε σε άλλες χώρες. Η κριτική μας και η αντίθεση της πολιτικής μας με την πολιτική των άλλων τάσεων θα πρέπει να μας δώσει τη δυνατότητα να κερδίσουμε μια βάση. Έτσι αυτό παραμένει ένα σημαντικό μέρος της δραστηριότητας της τάσης μας εθνικά και διεθνικά.
Πάντως ένα σημαντικό μέρος της διεθνούς δουλειάς μας είναι το χτίσιμο μιας βιώσιμης τάσης στη Βρετανία. Γι’ αυτό και το επιτελείο του τύπου και των επαγγελματιών έχει ιδιαίτερη σημασία, όχι μόνο για την εθνική μας αλλά και τη διεθνή μας δουλειά. Το κύριο επιχείρημα της Ε.Γ και των άλλων δεν ήταν ποτέ η κριτική των θεωρητικών μας αρχών αλλά η δυσφήμηση της οργάνωσης μας.. Ποιοι είναι αυτοί; Τι έχουν χτίσει; Είναι ανίκανοι να χτίσουν μια οργάνωση. Αυτό ήταν το δηλητήριο που έχυναν μέσα στους νεαρούς συντρόφους κύρια στα παρασκήνια. Το χτίσιμο μιας βιώσιμης και δυνατής τάσης στη Βρετανία, θα αποδείξει στην πράξη, όχι μόνο την ορθότητα των ιδεών μας αλλά επίσης και την ορθότητα των μεθόδων δουλειάς και οργάνωσης. Οι συκοφαντίες τους θα αναιρεθούν στην πράξη. Η κατάρρευση του R.C.P ήταν ένα χτύπημα για το κίνημα εθνικά και διεθνικά που τώρα προσπαθούμε να διορθώσουμε.
Ο Μπολσεβικισμός αναπτύχθηκε διεθνώς μέσα από τις επιτυχίες της Οκτωβριανής επανάστασης. Αυτή με τη σειρά της εξαρτιόνταν από την οργάνωση του Ρώσικου κόμματος, καθώς και από τις θεωρητικές αρχές και την πολιτική του Λένιν και του Τρότσκι. Είμαστε τώρα αντιμέτωποι σε μια παρόμοια πορεία, παίρνοντας βέβαια τα πράγματα στις αναλογίες τους, μια και μένει να περάσουμε τη δοκιμασία της ιστορίας και να χτίσουμε μια μαζική τάση.
Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εποχή της ιστορίας η κατάσταση είναι ώριμη για επαναστατικές εκρήξεις στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες, φυσικά και στην Αγγλία. Πάνω στη βάση των επαναστατικών εξελίξεων οι εργάτες που οδηγούνται στο μαρξισμό θα ρουφάνε με απληστία τις νέες ιδέες. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες επέμβαση μέσα σε επαναστατικές καταστάσεις σε άλλες χώρες μπορεί να είναι πολύ αποδοτική.
Κατά κάποιο τρόπο είμαστε πιο προετοιμασμένοι απ’ ότι στο παρελθόν για τέτοιες επεμβάσεις γιατί έχουμε ήδη συντρόφους που μιλάνε τις κύριες ευρωπαϊκές γλώσσες. Οι υπηρεσίες τους θα χρειάζονται χωρίς αμφιβολία όλο και περισσότερο στην ερχόμενη εποχή. Όμως υπάρχει επίσης το ζήτημα των χρημάτων και το υλικό. Είμαστε πολύ κριτικοί απέναντι στο Αμερικάνικο Σ.Ε.Κ, αλλά με βάση την επαναστατική πλημμυρίδα που τώρα αρχίζει στις Ε.Π.Α, αν και για την ώρα φαίνεται κύρια μέσα στους φοιτητές, πληροφορηθήκαμε ότι το Σ.Ε.Κ έχει 60 επαγγελματίες μόνο στη Νέα Υόρκη. Για να εκπληρώσουμε στο ελάχιστο τα καθήκοντα μας, εθνικά και διεθνικά, χρειαζόμαστε τουλάχιστον μια ντουζίνα επαγγελματίες. Μπορούμε να πούμε ότι με τις λίγες επιτυχίες μας η πραγματική ιστορία της τάσης μας τώρα αρχίζει. Όμως με τον τύπο μας, τα δικά μας κτίρια και περισσότερους επαγγελματίες μπορούμε να στραφούμε πολύ σοβαρότερα στην ανάπτυξη της δουλειάς μας σε διεθνή κλίμακα. Με τέτοιου είδους δυνάμεις μπορούμε ν’ αρχίσουμε τη δημοσίευση μιας λεπτομερούς ανάλυσης της πολιτικής των άλλων τάσεων με ειδικό σκοπό να επηρεάσουμε ανθρώπους στο εξωτερικό. Μπορούμε ν’ αρχίσουμε την έκδοση όχι μόνο στα εγγλέζικα, αλλά και σε ξένες γλώσσες, καθώς και τις δικές μας αναλύσεις και τα θεωρητικά μας ντοκουμέντα. Μπορούμε να κάνουμε σοβαρή δουλειά. Έτσι το καθήκον να συσπειρώσουμε τα στοιχεία που θα σχηματίσουν μια νέα διεθνή συμβαδίζει με το χτίσιμο της δικής μας οργάνωσης.
Μάης 1970
Σημειώσεις
(1) Το 1938 έγινε η ίδρυση της Ε.Δ.Λ. (Εργατική Διεθνιστική Λίγκα, W.I.L). Αυτό ήταν συνέπεια της διαγραφής μιας ομάδας συντρόφων από την τότε Ε.Σ.Λ (Επαναστατική Σοσιαλιστική Λίγκα, R.S.L) πάνω σ’ ένα οργανωτικό ζήτημα. Εκείνο το χρόνο η Ε.Δ.Λ είχε αρνηθεί να συμμετάσχει σε μια χωρίς αρχές συνένωση διαφόρων ομάδων, μερικών που υποστήριζαν τον εισοδισμό και μερικών που ήταν ενάντια του, πάνω στην εκ προθέσεως διφορούμενη φόρμουλα και των δύο τακτικών, πράγμα που ήταν υπολογισμένο όπως δήλωσε η Ε.Δ.Λ, γιατί θα έφερνε την παράλυση της νέας οργάνωσης και την βεβαιότητα μιας νέας διάσπασης. Ήταν μια φόρμουλα ένωσης τριών οργανώσεων σε δέκα. Αυτό επιβεβαιώθηκε αργότερα από τα γεγονότα. Ο Κάννον ο οποίος ήταν υπεύθυνος να πετύχει αυτή την «ενότητα» και οι ηγέτες του Σ.Ε.Κ ξεκίνησαν βεντέτα ενάντια στην ηγεσία της Βρετανικής οργάνωσης. Στο ιδρυτικό συνέδριο του Ε.Ε.Κ (R.C.P) δήλωσαν με επισημότητα ότι με την ένωση όλων των τροτσκιστικών στοιχείων δεν υπήρχαν πολιτικές διαφορές. Συνεπώς δήλωσαν ότι έχουν διαλύσει τη δική τους «διεθνιστική» φράξια. Το συνέδριο χαιρέτισε αυτές τις δηλώσεις με γιουχαΐσματα, που προκάλεσαν την αγανακτισμένη διαμαρτυρία του αντιπροσώπου της διεθνούς. Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε το Φέλαν αντιπρόσωπο της Αμερικής και της διεθνούς, να έχει το ίδιο απόγευμα με το Χήλυ και άλλους ηγέτες της κλίκας του συνάντηση στο ξενοδοχείο του, για να αποφασίσουν πώς να ξεφορτωθούν την ηγεσία των διαφωνούντων η οποία έπρεπε να εξοντωθεί.
Το Ε.Ε.Κ (R.C.P) του οποίου το κυριότερο κομμάτι ήταν η Ε.Δ.Λ είχε πολύ γρήγορες επιτυχίες επειδή κύρια μαζί με άλλους λόγους υποστήριζε το συνασπισμό με τους ηγέτες των εργατικών, των σταλινικών και των συνδικάτων. Ακολούθησε σωστές μεθόδουςκαι ευέλικτες τακτικές και πολιτική, κατόρθωσε να κερδίσει μια μικρή αλλά σημαντική υποστήριξη μέσα σ’ όλες τις κύριες βιομηχανικές περιοχές της χώρας. Στο κολοφώνα του ήταν ένα σημαντικό κομμάτι της εργατικής τάξης. Ο λόγος της κατάρρευσης του δεν είναι θέμα αυτού του κειμένου αλλά θα εξεταστεί όταν γραφτεί η ιστορία του Βρετανικού τροτσκισμού.
Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η Ε.Δ.Λ δεν παρευρίσκονταν στο ιδρυτικό συνέδριο, αν και είχε προσκληθεί να στείλει αντιπροσώπους της για οικονομικούς λόγους. Παρ’ όλα αυτά έστειλε μια δήλωση την οποία πλαστογράφησε ο Κάνον για να πετύχει να μη γίνει δεχτή σαν συμπαθών μέλος. Παρ’ όλο που τυπικά εκείνο τον καιρό ήταν έξω από τη Διεθνή, ο Τρότσκι δεν επιτέθηκε ενάντια της, αλλά αντίθετα έστειλε ένα συγχαρητήριο γράμμα για την εισαγωγή στο φυλλάδιο του για τα μαθήματα της Ισπανίας και για την απόκτηση ενός μικρού τυπογραφείου. Στα οργανωτικά η Διεθνής υπέφερε από μια κληρονομιά Ζηνοβιεφισμού και φραξιονιστικής πολιτικής κλικών, παζαρεμάτων των ισχυρών πολιτικών, για την οποία και ο Κάννον, μεταξύ άλλων, παρά την ικανότητα του σαν εργατικός ηγέτης, ήταν υπεύθυνος. Πάντα τέτοιες μέθοδες παρουσιάζονται από έλλειψη θεωρητικής κατάρτισης και σε τελευταία ανάλυση λόγω λαθεμένης πολιτικής. Το καθήκον της ηγεσίας εθνικά και διεθνικά είναι να πείθει με τη συζήτηση και την πείρα. Το να απειλείς με οργανωτικά μέσα είναι άχρηστο. Στις μέρες του Λένιν και του Τρότσκι παρ’ όλη την τεράστια πολιτική επιρροή που είχαν διεθνώς, προσπαθούσαν πάντα να συζητούν τα θεωρητικά προβλήματα και να κερδίζουν τους ανθρώπους με την πειθώ και όχι επιβάλλοντας την πολιτική τους. Από το θάνατο του Τρότσκι ο οποίος πάντα τόνιζε να κρατάμε καθαρή τη σημαία μας, οι μέθοδες του Ζηνοβιεφισμού τρύπωσαν στην πολιτική των τάσεων που δήλωναν ότι αντιπροσωπεύουν την Τέταρτη Διεθνή. Πάντως αυτό το κείμενο δεν έχει σκοπό ν’ ασχοληθεί με οργανωτικά ζητήματα αλλά τις βασικές θεωρητικές αποκλίσεις από τις αρχές του μαρξισμού που συνέβησαν τις τελευταίες δεκαετίες. Το Ε.Ε.Κ (R.C.P) και ο πρόδρομος του η Ε.Δ.Λ έδωσαν στην πράξη μαθήματα για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οργανωτικά ζητήματα. Το Ε.Ε.Κ πήρε μέρος στο εργατικό κίνημα με ευέλικτες τακτικές. Κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες έκανε τη δουλειά πάντα κάτω από τη δική του σημαία, όμως ήταν πάντα προσανατολισμένο προς το μαζικό κίνημα. Η όλη ιστορία του Ε.Ε.Κ και των επιτυχιών του θα πρέπει να γραφτεί. Η ηγεσία του Σ.Ε.Κ και της Διεθνούς ακολούθησαν την πολιτική της κλίκας, μέχρι το σημείο να χρησιμοποιούν την πίεση των μέσων που κατείχαν για να εξασφαλίσουν την αποδοχή των ιδεών τους. Έτσι και δω ακόμα συνέχισαν σε μικρή κλίμακα την πολιτική του Ζηνόβιεφ.
Ακόμα και μέχρι το 1947, σε μια συζήτηση με το Στιούαρτ που ήταν τότε ένας από τους ηγέτες της Δ.Γ, όταν ένας από τους ηγέτες του Βρετανικού τμήματος προσπάθησε να εξηγήσει τις αλλαγμένες συνθήκες, διακόπηκε από τον Στιούαρτ που είπε: «Μα ναι, τώρα είναι μόνο 1947, μένει ακόμα ένας χρόνος για να επαληθευτεί η πρόβλεψη του Τρότσκι». Όλα τα γεγονότα του πολέμου και της μεταπολεμικής περιόδου δεν είχαν κανένα νόημα γι αυτόν και τους ιδεολόγους φίλους του στη Δ.Γ.
(2) Στο παγκόσμιο συνέδριο του 1965 η αντιπροσωπεία της οργάνωσης μας αντιτάχτηκε στην εξής θέση του κειμένου τους με τίτλο: «Η εξέλιξη της Ρωσοκινεζικής διαμάχης και η κατάσταση του κομμουνιστικού κινήματος» «Στη Κίνα ο αγώνας ενάντια στη γραφειοκρατία και στο καθεστώς της, για προλεταριακή δημοκρατία, δεν μπορεί να κερδηθεί παρά μόνο μέσω της αντιγραφειοκρατικής πάλης που πρέπει να πάρει τέτοια έκταση ώστε να μπορέσει να πετύχει μια ποιοτική αλλαγή στην πολιτική μορφή της διακυβέρνησης». Απαιτήσαμε να μάθουμε αν αυτό σημαίνει ότι η Διεθνής είχε τη θέση ότι η πολιτική επανάσταση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί στη Κίνα προτού μπορέσει ν’ αρχίσει η κίνηση προς το σοσιαλισμό. Ο Λίβιο από μέρους της «πλειοψηφίας» απάντησε ότι: η παλιά Δ.Γ. (ο ίδιος, ο Φρανκ, ο Μαντέλ και ο Πάμπλο) πίστευε ότι η πολιτική επανάσταση δεν ήταν απαραίτητη, ενώ το Σ.Ε.Κ υποστήριζε ότι ήταν. Η σύνταξη του κειμένου ήταν συνεπώς ένας «συμβιβασμός».