Μέρος 1ο | Μέρος 2ο | Μέρος 3ο
Με βασικό σύνθημα «Ρήξη, είναι η μόνη απάντηση στην κρίση», με τη συμμετοχή 650 συνέδρων και με προσκεκλημένο τον πρώην πρόεδρο του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας, Τζέρεμι Κόρμπιν, πραγματοποιήθηκε από τις 12 έως τις 15 Μαΐου 2022, το β’ μέρος του 1ου «Διαβουλευτικού Συνεδρίου» του ΜέΡΑ25, ως συνέχεια του α’ μέρους που είχε διεξαχθεί τον Ιούνιο του 2021. Στο α’ μέρος του 1ου Διαβουλευτικού Συνεδρίου του ΜέΡΑ25 είχε εγκριθεί με ποσοστό 92,48% το σύνολο των πολιτικών θέσεων που είχε προτείνει τότε η Κεντρική Επιτροπή (ΚΕ), ενώ 8 τροπολογίες δεν είχαν γίνει δεκτές από το σώμα. Στο β’ μέρος η συζήτηση συνεχίστηκε για θέματα Καταστατικού και πολιτικής στρατηγικής, ενώ συζητήθηκε και η «Διακήρυξη της Αθήνας της 13ης Μαΐου για τη στήριξη των θυμάτων κάθε πολέμου και την ανάγκη δημιουργίας ενός Νέου Κινήματος Αδέσμευτων».
Στο συνέδριο κατατέθηκαν 3 εισηγητικά κείμενα της Επιτροπής Προσυνεδριακού Διαλόγου, με θέματα την πολιτική στρατηγική και την πολιτική επικαιρότητα, τα συνδικάτα και την λεγόμενη αυτοδιοίκηση. Αυτά τα κείμενα ψηφίστηκαν με ποσοστό άνω του 90%, σύμφωνα με πληροφορίες που λάβαμε από αξιόπιστους ηγετικούς κύκλους του κόμματος, αφού σχετικές αναφορές δεν υπάρχουν στα ενημερωτικά δημοσιεύματα της επίσημης ιστοσελίδας του κόμματος μέχρι την ώρα που ξεκίνησε να γράφεται αυτό το άρθρο. Επιπλέον, δυστυχώς μέχρι την ώρα που γράφεται το άρθρο μας, τα 3 κείμενα δεν έχουν δημοσιευθεί στην κομματική ιστοσελίδα.
Το συνέδριο εξέλεξε και τη νέα Κεντρική Επιτροπή του ΜέΡΑ25. Σύμφωνα με εκτίμηση συντρόφων που γνωρίζουν την ανθρωπογεωγραφία του κόμματος, η νέα σύνθεση είναι πιο αριστερή και εργατική από την προηγούμενη, περιλαμβάνει περισσότερους νέους και αρκετούς συνδικαλιστές από εργασιακούς χώρους όπως η e-food, οι καθαρίστριες, οι δάσκαλοι και η ΔΕΗ.
Η παρούσα διεθνής συγκυρία στην κεντρική ομιλία του Γ. Βαρουφάκη
Τον πολιτικό τόνο στην όλη διαδικασία, όπως αναμενόταν, έδωσε η ομιλία του ιδρυτή και Γραμματέα του ΜέΡΑ25, Γιάνη Βαρουφάκη, η οποία, μας βοηθά να καταλάβουμε την ουσία της πολιτικής κατεύθυνσης που ανέδειξε το συνέδριο. Γι’ αυτόν τον λόγο αξίζει να εξετάσουμε τα βασικά της σημεία.
Η κεντρική ομιλία στο συνέδριο κάθε πολιτικού κόμματος ασφαλώς πρέπει να ξεκινά από μια γενική εκτίμηση για τη διεθνή πραγματικότητα. Όταν δε, μιλάμε για πολιτικούς ηγέτες της Αριστεράς που οφείλουν μέσα από μια σωστή εκτίμηση της πραγματικότητας να προετοιμάσουν χιλιάδες αριστερούς αγωνιστές για συγκεκριμένα πολιτικά καθήκοντα, τότε η εκτίμηση αυτή θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρη και στοιχειοθετημένη.
Η μέθοδος ανάλυσης που θα χρησιμοποιήσουμε εδώ για να αξιολογήσουμε την εκτίμηση της παγκόσμιας πραγματικότητας που περιέχει η ομιλία του Γιάνη Βαρουφάκη είναι αυτή που και ο ίδιος έχει δηλώσει ότι αποδέχεται ως αναγκαία, δηλαδή η μαρξιστική μέθοδος. Η μέθοδος δηλαδή, η οποία εστιάζει στις υλικές αιτίες των γεγονότων και των φαινομένων στην κοινωνία, και τα εξετάζει στην κίνηση, την εξέλιξη και την αλληλεπίδρασή τους, σε αντίθεση με την μεταφυσική, ιδεαλιστική μέθοδο, που δεν ξεκινά από τις υλικές αιτίες και διεργασίες αλλά επιχειρεί να ταιριάξει έτοιμα σχήματα και φόρμουλες στα γεγονότα, αδιαφορώντας για το αν αυτά συνάγονται από την υλική πραγματικότητα της κοινωνίας.
Στην ομιλία του Γ. Βαρουφάκη, την εκτίμηση για τα γενικά χαρακτηριστικά της παρούσας διεθνούς συγκυρίας τη συναντάμε κυρίως στο τέλος και πολύ συνοπτικά. Εκεί ο ιδρυτής του ΜέΡΑ25 τόνισε: «Ζούμε σε παράδοξη ιστορική συγκυρία. Το κεφάλαιο θριαμβεύει την ώρα που ο καπιταλισμός καταρρέει μεταλλασσόμενος σε κάτι ακόμα χειρότερο – σε μια τεχνοφεουδαρχία. Τα κράτη γίνονται όλο και πιο απολυταρχικά, το είδαμε αυτό στην πανδημία, αλλά κι όλο πιο ανήμπορα να προστατεύσουν τους πολλούς από τους λίγους….Είμαστε το μόνο κόμμα που μελετά την τεχνοφεουδαρχία την οποία γεννά η τελευταία κρίση του καπιταλισμού». Και ως σημείο αφετηρίας για αυτήν τη «μετάλλαξη» ο Γ. Βαρουφάκης προσδιόρισε την κρίση του 2008.
Αυτό λοιπόν που μαθαίνουμε εδώ, είναι ότι η βάση πάνω στην οποία διαμορφώνεται η παγκόσμια κατάσταση, δεν είναι πλέον ο καπιταλισμός, αλλά «κάτι ακόμα χειρότερο»: η «τεχνοφεουδαρχία». Για να μάθουν περισσότερα για αυτήν την περίφημη τεχνοφεουδαρχία, οι απλοί υποστηρικτές του κόμματος που ενδιαφέρονται να μάθουν τις βασικές θέσεις που ενέκρινε το συνέδριο (αφού τα κείμενα του β’ μέρους του συνεδρίου ακόμα δεν έχουν δημοσιευθεί) πρέπει να ανατρέξουν σε παλιότερες ομιλίες και κείμενα του ίδιου του προέδρου. Αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε και εμείς.
Σε μια ενδιαφέρουσα συνομιλία με τον γνωστό Σλοβένο διανοούμενο Σλαβόι Ζίζεκ στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Indigo 2021 στις 22 του περασμένου Οκτωβρίου στη Λιουμπλιάνα, ο γραμματέας του ΜέΡΑ25, σύμφωνα με το ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του κόμματος, «μίλησε για τη μεταπήδηση από τον καπιταλισμό σε ένα άλλο σύστημα, εξαιτίας πλατφορμών, όπως το Facebook και η Amazon, και εξήγησε πως κάνοντας χρήση αυτών των πλατφορμών βγαίνουμε από την πραγματική αγορά και μπαίνουμε σε έναν κόσμο στον οποίο το τι βλέπουμε το αποφασίζει ένας άνθρωπος, είτε αυτός λέγεται Μαρκ Ζούκεμπεργκ είτε λέγεται Τζεφ Μπέζος. Αυτό το σύστημα ο Γιάνης Βαρουφάκης το ονομάζει τεχνοφεουδαρχία, ενώ υποστήριξε ότι προέκυψε από την αυτοκαταστροφή του καπιταλισμού».
Υπάρχει τελική κρίση «αυτοκαταστροφής» του καπιταλισμού;
Πριν ασχοληθούμε όμως με αυτή καθαυτή την «τεχνοφεουδαρχία» οφείλουμε να ασχοληθούμε με το ορόσημο που υποτίθεται ότι την γέννησε: την τελική κρίση αυτοκαταστροφής του καπιταλισμού. Διότι από τη στιγμή που ο Γ. Βαρουφάκης υποστηρίζει ότι η κρίση του 2008 γέννησε ένα νέο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, την τεχνοφεουδαρχία, στη σκέψη του αυτή θεωρείται η τελική κρίση του καπιταλισμού, η κρίση που οδήγησε στην «αυτοκαταστροφή του».
Η ιδέα αυτή περί τελικής κρίσης και αυτοκαταστροφής του καπιταλισμού δεν είναι καινούρια. Είναι μια παλιά ιδέα, η οποία οφείλουμε να τονίσουμε ότι δεν έχει σχέση με τη μαρξιστική μέθοδο σκέψης. Δεν τη συναντάμε πουθενά στο έργο του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ένγκελς, ενώ πολεμήθηκε από τους δύο σημαντικότερους μαρξιστές επαναστάτες θεωρητικούς του 20ου αιώνα, τον Βλαντιμίρ Λένιν και το Λέον Τρότσκι, κατά την περίοδο που οι ίδιοι καθοδηγούσαν θεωρητικά και πολιτικά τη μαζικότερη επαναστατική Διεθνή οργάνωση στην Ιστορία, την Κομμουνιστική Διεθνή (Κομιντέρν).
Εκείνη που είχε θέσει θεωρητικά, με έναν έμμεσο αλλά σαφές τρόπο, το ζήτημα της αυτοκαταστροφής-αυτοκατάρρευσης του καπιταλισμού, ήταν η Ρόζα Λούξεμπουργκ, το 1913 στο έργο της με τίτλο «Η συσσώρευση κεφαλαίου». Καταρχάς θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτό το έργο, παρά τα λάθη του, είναι αξιόλογο, καθώς παρέχει μια θαυμάσια πολεμική της Ρόζας ενάντια στην αποικιοκρατία και τον μιλιταρισμό. Ωστόσο, η Ρόζα προσεγγίζοντας την καπιταλιστική κρίση αποκλειστικά ως αποτέλεσμα της αδυναμίας πραγματοποίησης της υπεραξίας στην αγορά, δηλαδή ως αποτέλεσμα της «υποκατανάλωσης», υποστήριξε ότι «η ύπαρξη και η ανάπτυξη του καπιταλισμού απαιτεί ένα περιβάλλον μη καπιταλιστικών μορφών παραγωγής …[Ο καπιταλισμός] είναι ο πρώτος τρόπος οικονομίας που δεν μπορεί να υπάρξει από μόνος του, που χρειάζεται άλλα οικονομικά συστήματα ως μέσο και έδαφος. Αν και προσπαθεί να γίνει καθολικός, και, πράγματι, εξαιτίας αυτής της τάσης του, πρέπει να καταρρεύσει -γιατί είναι έμφυτα ανίκανη να γίνει μια καθολική μορφή παραγωγής».
Ο Λένιν (και άλλα στελέχη της Δεύτερης Διεθνούς εκείνη την εποχή), άσκησε κριτική σε αυτή την άποψη, εκφράζοντας γλαφυρά την απόρριψή της σε μια επιστολή του προς τον Κάμενεφ με τα ακόλουθα λόγια: «Έχω διαβάσει το νέο βιβλίο της Ρόζας Die Akkumulation des Kapitals . Έχει μπει σε μια συγκλονιστική σύγχυση. Έχει παραμορφώσει τον Μαρξ» (Ο Λένιν στον Κάμενεφ, Μάρτιος 1913). Η ίδια η ζωή δικαίωσε αυτή την κριτική, αφού το «μη καπιταλιστικό περιβάλλον» στο οποίο αναφερόταν η Ρόζα ως όρο για την ύπαρξη και ανάπτυξη του καπιταλισμού έχει συρρικνωθεί συντριπτικά τα τελευταία 100 χρόνια, αλλά ωστόσο ο καπιταλισμός έχει ακόμα την ικανότητα να διατηρείται στη ζωή και να αναπτύσσεται.
Με έναν πολύ πιο χοντροκομμένο τρόπο, η ιδέα της κατάρρευσης του καπιταλισμού υποστηρίχθηκε, λίγα χρόνια μετά, από το αριστερίστικο KAPD (Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Γερμανίας, διάσπαση του ΚΚ Γερμανίας), ως ένα υποτιθέμενο βασικό γνώρισμα που διαχωρίζει την επαναστατική από την ρεφορμιστική άποψη. Γενικότερα, στις συζητήσεις που έγιναν στο πλαίσιο της Κομμουνιστικής Διεθνούς στις αρχές της δεκαετίας του 1920, ορισμένοι αριστεριστές με επίκεντρο το γερμανικό κομμουνιστικό κίνημα υποστήριζαν ότι επρόκειτο να υπάρξει μια τελική κρίση του καπιταλισμού. Ο Λένιν και ο Τρότσκι, απαντώντας σε αυτούς, επεσήμαναν ότι δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να χαρακτηριστεί ως τελική κρίση του καπιταλισμού. Εξήγησαν ότι το καπιταλιστικό σύστημα θα βρίσκει πάντα διέξοδο από τις κρίσεις – αν και με ένα όλο και πιο μεγάλο κόστος για την εργατική τάξη, και γενικότερα για τον ανθρώπινο πολιτισμό – μέχρι να ανατραπεί από την εργατική τάξη. Έτσι, η μοίρα της κοινωνίας δεν αποφασίζεται από ένα προδιαγεγραμμένο παιχνίδι των οικονομικών δυνάμεων, αλλά από τη συνειδητή ταξική πάλη.
Ο Τρότσκι εξήγησε αναλυτικά αυτή την ιδέα στην εισήγησή του στο Τρίτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1921, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε: «..Στην πραγματικότητα, τα πράγματα βαίνουν διαφορετικά. Το γεγονός ότι μετά τον πόλεμο ο καπιταλισμός εξακολουθεί να διακυμαίνεται κυκλικά σημαίνει απλώς ότι ακόμα δεν έχει πεθάνει, ότι δεν είναι πτώμα αυτό που έχουμε μπροστά μας. Και όσο δεν θα έχει ανατραπεί από την προλεταριακή επανάσταση, ο καπιταλισμός δεν θα σταματήσει να γνωρίζει κύκλους, ανοδικούς και καθοδικούς: οι κρίσεις και οι ανθίσεις τον χαρακτήρισαν ήδη από τη γέννησή του και θα τον συνοδεύσουν ως το θάνατό του. Αλλά για να δούμε την ηλικία του καπιταλισμού και τη γενική του κατάσταση, για να διαπιστώσουμε αν συνεχίζει ακόμα να αναπτύσσεται, εάν έχει φτάσει στην ωριμότητά του ή αν βρίσκεται στην παρακμή του, είναι αναγκαίο να διαγνώσουμε τη φύση αυτών των κύκλων, όπως ακριβώς και η κατάσταση ενός ανθρώπινου οργανισμού δεν μπορεί να διαγνωστεί παρά μόνο ελέγχοντας εάν η αναπνοή είναι κανονική ή σπασμωδική, βαθιά ή ελαφριά, κ.λπ…».
Κατά τη χρονιά του Μεγάλου Κραχ το 1929, η θεωρία της κατάρρευσης του καπιταλισμού βρήκε νέα οικονομική δικαιολόγηση από τον Χένρικ Γκρόσμαν στο έργο του «Ο νόμος της συσσώρευσης και της κατάρρευσης του καπιταλιστικού συστήματος». Εκεί υποστήριξε ότι ο καπιταλισμός θα καταρρεύσει, ανεξάρτητα από την παρέμβαση της εργατικής τάξης, τις επαναστάσεις κ.λπ.
Το ίδιο διάστημα, η σταλινική ηγεσία της Κομιντέρν, στο πλαίσιο της πολιτικής της λεγόμενης θεωρίας της Τρίτης Περιόδου, διακήρυξε επίσημα ότι η κρίση που εκδηλώθηκε το 1929 ήταν η «τελική κρίση» του καπιταλισμού. Απαντώντας σ’ αυτές τις απόψεις της σταλινικής ηγεσίας της Κομιντέρν, o Τρότσκι στα γραπτά του για τη Γαλλία ανέφερε χαρακτηριστικά τα εξής: «Στην αρχή το προεδρείο της Κομιντέρν προσπάθησε να εξηγήσει ότι η κρίση που ξεκίνησε το 1929 ήταν η τελευταία κρίση του καπιταλισμού. Δύο χρόνια αργότερα, ο Στάλιν δήλωσε ότι η παρούσα κρίση, “πραγματικά κατανοητή”, δεν ήταν ακόμη η τελευταία. Την ίδια απόπειρα προφητείας συναντάμε επίσης στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο: “Είναι η τελική κρίση ή όχι;”. “Είναι ασύνετο να πούμε”, έγραψε ο Μπλουμ στην Populaire, στις 23 Φεβρουαρίου, “ότι η παρούσα κρίση είναι ο τελευταίος σπασμός του καπιταλισμού, ο τελευταίος αιφνιδιασμός του θανάτου πριν από την αγωνία και τη φθορά”. Ο Γκράνμπαχ είχε την ίδια άποψη όταν είπε στη Mulhouse στις 26 Φεβρουαρίου: “Κάποιοι λένε ότι αυτή η κρίση είναι μια περαστική φάση, άλλοι τη βλέπουν ως την τελική κρίση του καπιταλισμού. Δεν τολμάμε ακόμη να πάρουμε μια συγκεκριμένη θέση”. Με αυτόν τον τρόπο αν τεθεί το ερώτημα υπάρχουν δύο βασικά λάθη: πρώτον, συγχέεται η κυκλική κρίση με την ιστορική κρίση ολόκληρου του καπιταλιστικού συστήματος. Δεύτερον, υποθέτεται ότι ανεξάρτητα από τη συνειδητή δραστηριότητα των τάξεων, μια κρίση μπορεί να είναι από μόνη της η “τελευταία” κρίση. Υπό την κυριαρχία του βιομηχανικού κεφαλαίου, στην εποχή του ελεύθερου ανταγωνισμού, οι κυκλικές ανθίσεις ξεπέρασαν κατά πολύ τις κρίσεις: η πρώτη ήταν ο “κανόνας”, η δεύτερη η “εξαίρεση”. Ο καπιταλισμός στο σύνολό του αναπτυσσόταν. Από τον πόλεμο, με την κυριαρχία του μονοπωλιακού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, οι κυκλικές κρίσεις υπερβαίνουν κατά πολύ τις ανοδικές εξελίξεις. Μπορούμε να πούμε ότι οι κρίσεις έχουν γίνει ο “κανόνας’ και οι ανθίσεις οι “εξαιρέσεις”. Η οικονομική εξέλιξη στο σύνολό της οδεύει προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω. Ωστόσο, οι κυκλικές ταλαντώσεις είναι αναπόφευκτες και, με τον καπιταλισμό σε παρακμή, θα συνεχιστούν όσο υπάρχει ο καπιταλισμός. Και ο καπιταλισμός θα συνεχίσει μέχρι να επιτευχθεί η προλεταριακή επανάσταση. Αυτή είναι η μόνη σωστή απάντηση στην ερώτηση: “Αυτή είναι η τελική κρίση του καπιταλισμού;… Δεν υπάρχει κρίση που να είναι, από μόνη της, μοιραία για τον καπιταλισμό. Οι ταλαντώσεις του επιχειρηματικού κύκλου δημιουργούν μόνο μια κατάσταση στην οποία θα είναι ευκολότερο ή πιο δύσκολο για το προλεταριάτο να ανατρέψει τον καπιταλισμό».
Η κρίση του 2008: ιδιαίτερη αλλά όχι τελική
Μήπως όμως τελικά, ό,τι ισχύει για τις προηγούμενες κρίσεις δεν ισχύει και για την κρίση όπου, σύμφωνα με τον Γ. Βαρουφάκη, «όλα άρχισαν» (βλ αυτοκαταστροφή του καπιταλισμού και γέννηση ενός νέου κοινωνικού συστήματος), δηλαδή την κρίση του 2008; Καταρχάς, πρέπει να τονίσουμε ότι η κρίση αυτή, όπως επανειλημμένα έχει εξηγηθεί στα σχετικά κείμενα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), δεν ήταν μια συνηθισμένη κρίση. Όπως αποδείχθηκε τα επόμενα από το 2008 χρόνια μέχρι και σήμερα, πράγματι ο καπιταλισμός, όπως υποστηρίζει και ο Γ. Βαρουφάκης, δεν έχει ακόμα ανακάμψει ουσιαστικά. Αυτή η κρίση φάνηκε ότι είναι η εκδήλωση του ιστορικού αδιεξόδου του καπιταλισμού, η απόδειξη ότι ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που βρίσκεται σε μια γενικότερη, ιστορική κρίση και δεν μπορεί να αναπτύξει της παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας με τον τρόπο που το έκανε στο παρελθόν, με πιο ενδεικτική περίοδο σύγκρισης εκείνη των τριών δεκαετιών που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, ιδιαίτερα στην καπιταλιστική Δύση.
Από αυτήν, και μόνο από αυτήν, τη σκοπιά μπορεί κανείς να μιλήσει για μια «μόνιμη κρίση». Ωστόσο, πάντοτε ένας υποστηρικτής της μαρξιστικής μεθόδου θα πρέπει απαραίτητα να διευκρινίζει ότι από το συμπέρασμα για την εκδήλωση της ιστορικής κρίσης, του ιστορικού αδιεξόδου του καπιταλισμού, δεν απορρέει η εκτίμηση ότι καμία περίοδος ανάκαμψης δεν είναι δυνατή και ότι οι παραγωγικές δυνάμεις θα έχουν μια διαρκώς πτωτική πορεία. Στην πραγματικότητα, αυτό δεν είναι δυνατό να συμβαίνει ακόμα και σε εποχές πολέμου. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για την περίοδο που ακολούθησε το 2008, όπως μας δείχνουν τα σχετικά στοιχεία. Στις ΗΠΑ πχ το ετήσιο ΑΕΠ το 2009 ήταν 14,5 τρισ. δολάρια, ενώ το 2021 έκλεισε στα 23 τρισ δολάρια. Στη Γερμανία το ΑΕΠ το 2009 ήταν 3,38 τρισ. ευρώ, ενώ το 2021 είχε αυξηθεί ελαφρά στα 3,57 τρισ ευρώ. Στην Κίνα το AEΠ το 2009 ήταν 5,1 τρισ δολάρια, ενώ το 2021 είχε τριπλασιαστεί, φτάνοντας στα 17,7 τρισ δολάρια. Βλέπουμε λοιπόν, ότι στις «ατμομηχανές» της παγκόσμιας οικονομίας δεν είχαμε απουσία ανάκαμψης.
Φυσικά, αυτό το γεγονός δεν αναιρεί την ύπαρξη του ιστορικού αδιεξόδου του καπιταλισμού. Με εξαίρεση σ’ έναν ορισμένο βαθμό την Κίνα, παντού οι ρυθμοί ανάκαμψης είναι αδύναμοι και η ανάκαμψη δεν σηματοδοτεί μια ισχυρή δυναμική ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά συνδυάζεται με όλα τα συμπτώματα της ύφεσης, με μόνιμη μαζική ανεργία και κατά κανόνα με καπιταλιστική επίθεση στο βιoτικό επίπεδο των εργατικών μαζών. Σε κάθε περίπτωση, από αυτήν την οικονομική πραγματικότητα, κανείς δεν δικαιούται να διαπιστώσει ότι έχουμε μπροστά μας την αυτοκαταστροφή του καπιταλισμού.
Ζούμε στον καπιταλισμό ή στην «τεχνοφεουδαρχία»;
Βεβαίως ο Γ. Βαρουφάκης δεν μιλάει απλώς για την τελική κρίση και την αυτοκαταστροφή του καπιταλισμού. Υποστηρίζει ότι μπροστά μας έχουμε πλέον ένα άλλο, ένα νέο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, την «τεχνοφεουδαρχία». Στο σημείο αυτό, πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή κάθε αριστερού αγωνιστή και αγωνίστριας που ενδιαφέρεται για τις πολιτικές θέσεις του ΜέΡΑ25 – και αυτοί είναι σήμερα αρκετές χιλιάδες – ότι η αντίληψη πως ζούμε πλέον σε ένα νέο κοινωνικοοικονομικό σύστημα δεν είναι ένα δευτερεύον ζήτημα. Στο συνέδριο ενός κόμματος που υποστηρίζει αυτή την άποψη, δεν μπορεί παρά αυτό να είναι ένα κεντρικό ζήτημα. Γιατί από το ερώτημα σε ποιο κοινωνικοοικονομικό σύστημα ζούμε προκύπτει ο ίδιος ο λόγος ύπαρξης του κόμματος και τα στοιχειωδέστερα από τα πολιτικά του καθήκοντα.
Δυστυχώς όμως, η κεντρική ομιλία του ιδρυτή του ΜέΡΑ25 στο συνέδριο δεν ήταν ιδιαίτερα διαφωτιστική γι’ αυτό το «ζήτημα των ζητημάτων». Η πρόσφατη ομιλία του στη Λουμπλιάνα από την οποία παραθέσαμε αποσπάσματα πιο πάνω, προσθέτει επίσης λίγα πράγματα. Αντιμετωπίζει ως καθοριστικό στοιχείο για την εμφάνιση του νέου συστήματος τις διαδικτυακές πλατφόρμες που δίνουν τη δυνατότητα στις εταιρείες που τις κατέχουν, να «ελέγχουν τι βλέπουμε». Όμως ακόμα και ο πιο ασυνεπής και επιπόλαιος υποστηρικτής της μαρξιστικής μεθόδου δεν θα μπορούσε να μη δεχθεί ότι αυτή η εξέλιξη δεν είναι από μόνη της αρκετή να μας οδηγήσει σε ένα νέο κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Για να μπορούσε να συμβεί αυτό, θα έπρεπε οι διαδικτυακές πλατφόρμες να έχουν επιφέρει μια μεταβολή στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του υφιστάμενου κοινωνικοοικονομικού συστήματος, όπως τα προσδιόρισε ο Κ. Μαρξ στο «Κεφάλαιο»: γενικευμένη εμπορευματική παραγωγή και ανταλλαγή, ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και παραγωγή με σκοπό το κέρδος, κυριαρχία της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας. Κάτι τέτοιο όμως, όχι μόνο δεν έχει συμβεί στην πραγματική ζωή, αλλά ούτε και ο ίδιος ο θιασώτης της άποψης περί εγκαθίδρυσης της «τεχνοφεουδαρχίας», ιδρυτής του ΜέΡΑ25, στις σημαντικές ομιλίες του στο συνέδριο του κόμματος και στο προαναφερθέν «ντιμπέιτ» με τον Ζίζεκ δεν υποστήριξε συγκεκριμένα ότι έχει συμβεί.
Εμείς όμως, έχοντας ήδη τονίσει τη σημασία αυτού του ζητήματος και αφού ούτε στο ντιμπέιτ με έναν από τους διασημότερους αριστερούς διανοούμενους και κυρίως, ούτε στο ίδιο το συνέδριο του κόμματός του, ο Γ. Βαρουφάκης δεν έδωσε στοιχειωδώς τεκμηριωμένη εξήγηση για την ύπαρξη της «τεχνοφεουδαρχίας», οφείλουμε να αναζητήσουμε άλλες πηγές. Ας ανατρέξουμε λοιπόν σε ένα άλλο πρόσφατο άρθρο του Γ. Βαρουφάκη και σε μια άλλη, επίσης πρόσφατη, ομιλία του.
Τον Ιούλιο του 2021 ο ιδρυτής του ΜέΡΑ25 εξήγησε τις απόψεις του περί «τεχνοφεουδαρχίας» σε ένα άρθρο του στο Project Syndicate με αρχικό τίτλο «Technofeudalism is taking over». Εκεί, μεταξύ άλλων ανέφερε τα εξής: «Ακριβώς όπως ο ίδιος ο καπιταλισμός παραγκώνισε την φεουδαρχία σταδιακά, υποχθόνια, έως ότου κάποια στιγμή οι περισσότερες κοινωνικές σχέσεις μετεξελίχθηκαν από φεουδαρχικές σε αγοραίες σχέσεις, έτσι και σήμερα ο καπιταλισμός παραγκωνίζεται από ένα νέο, ακόμα πιο έντονα, εκμεταλλευτικό σύστημα: την τεχνοφεουδαρχία.»
Σε αυτό το σημείο, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε μια παρατήρηση. Ως έναν βαθμό, είναι αναμενόμενο ένας γνωστός αριστερός ακαδημαϊκός να θεωρείται «αυθεντία» σε θεμελιώδη ιστορικά θέματα όπως αυτό της διαδικασίας μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Ωστόσο, οι παραπάνω γραμμές του άρθρου του Γ. Βαρουφάκη αποδεικνύουν ότι οι αριστεροί αγωνιστές δεν θα πρέπει να έχουν τυφλή εμπιστοσύνη σε καμία «αυθεντία». Το λάθος που κάνει εδώ ο ιδρυτής του ΜέΡΑ25 είναι θεμελιώδες, ιδιαίτερα μάλιστα, για κάποιον που επικαλείται τη μαρξιστική μέθοδο σκέψης. Οι αστικές σχέσεις παραγωγής ασφαλώς, μέχρι έναν βαθμό αναπτύχθηκαν μέσα στη φεουδαρχία, με επίκεντρο της μεγάλες πόλεις της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης κατά τον Μεσαίωνα. Ωστόσο, η μετάβαση από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό δεν έγινε «σταδιακά», αλλά σε τελική ανάλυση μόνο μέσα από τα άλματα που προκάλεσαν οι μεγάλες αστικές επαναστάσεις, με χαρακτηριστικότερη τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση.
Γιατί όμως ο ιδρυτής του ΜέΡΑ25 να παραβλέπει στην προκειμένη περίπτωση το αξίωμα του μαρξισμού ότι η επανάσταση είναι η «ατμομηχανή» της Ιστορίας; Εκτός από το ότι, όπως αποδεικνύεται, ο Γ. Βαρουφάκης δεν είναι γενικά συνεπής ως προς την προτίμηση που έχει εκφράσει για τη μαρξιστική μέθοδο, αυτή η παράβλεψη συνιστά και μια προσπάθεια να καλύψει θεωρητικά τις βασικές πολιτικές του επιλογές. Επιχειρεί έμμεσα να απαντήσει σε όσους του ασκούν κριτική για το σοσιαλδημοκρατικού τύπου πρόγραμμα του ΜέΡΑ25, το οποίο δεν θέτει ως κεντρικό σκοπό την επαναστατική ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά όπως θα δούμε πιο κάτω, μια σταδιακή, «έξυπνη», φιλολαϊκή «ρήξη». Και η απάντησή του αυτή έχει έναν ταχυδακτυλουργικό χαρακτήρα, αφού στηρίζεται στο ακόλουθο ανομολόγητο «επιχείρημα»: «Δεν χρειαζόμαστε ένα επαναστατικό-αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα αφού πλέον δεν ζούμε στον καπιταλισμό, αλλά στην τεχνοφεουδαρχία». Ατυχώς όμως για την υπόθεση της αξιοπιστίας αυτού του «επιχειρήματος», η «τεχνοφεουδαρχία» είναι μόνο ένα αυθαίρετο θεωρητικό εφεύρημα και η ανθρώπινη κοινωνία συνεχίζει να πορεύεται πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού.
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος