Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΝεολαίαΣυνδιάσκεψη Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ: Το εναλλακτικό κείμενο της Κομμουνιστικής Τάσης

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Συνδιάσκεψη Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ: Το εναλλακτικό κείμενο της Κομμουνιστικής Τάσης


Η ιστορική κρίση του καπιταλισμού και η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού

Η παρούσα κρίση δεν είναι το αποτέλεσμα κάποιου λανθασμένου «νεοφιλελεύθερου» μοντέλου διαχείρισης, είναι μία δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Εκφράζει την αδυναμία να αναπτυχθούν οι παραγωγικές δυνάμεις κάτω από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Η αναρχία στην παραγωγή, η αντίφαση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, η αντίφαση ανάμεσα στην παγκοσμιοποίηση της αγοράς και στα στενά όρια του εθνικού κράτους είναι δομικές αντιφάσεις που ο καπιταλισμός μπορεί σε κάποιες περιόδους να αμβλύνει, όμως ποτέ δεν μπορεί να τις ξεπεράσει.

Η σημερινή κρίση είναι μία κλασσική κρίση υπερπαραγωγής. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραφαν στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο χαρακτηριστικά : «…Στις κρίσεις ξεσπά μια κοινωνική επιδημία που σε κάθε άλλη προηγούμενη εποχή θα φαινόταν σαν παραλογισμός, η επιδημία της υπερπαραγωγής. Η κοινωνία ξαφνικά βρίσκεται πάλι πίσω σε κατάσταση στιγμιαίας βαρβαρότητας. Θα ‘λεγε κανείς ότι ένας λιμός, ένας γενικός καταστροφικός πόλεμος της έκοψε όλα τα μέσα ύπαρξης. Η βιομηχανία, το εμπόριο φαίνονται εκμηδενισμένα. Και γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα ύπαρξης, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο. Οι παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει δεν χρησιμεύουν πια για την προώθηση του αστικού πολιτισμού και των αστικών σχέσεων ιδιοκτησίας. Αντίθετα, έγιναν πάρα πολύ μεγάλες γι’ αυτές τις σχέσεις, εμποδίζονται από αυτές. Και κάθε φορά που οι παραγωγικές δυνάμεις ξεπερνούν το εμπόδιο αυτό, φέρνουν σε αναταραχή ολόκληρη την αστική κοινωνία, απειλούν την ύπαρξη της αστικής ιδιοκτησίας. Οι αστικές σχέσεις έγιναν πάρα πολύ στενές για να περιλάβουν τα πλούτη που δημιουργήθηκαν απ’ αυτές.»

Η κρίση εμφανίστηκε αρχικά ως «κρίση του τραπεζικού συστήματος» διότι τις προηγούμενες δεκαετίες, η ανάπτυξη βασίστηκε κατά κύριο λόγο στον υπέρμετρο δανεισμό. Με αυτόν τον τρόπο, οι αστοί κατάφεραν να αναβάλουν για ένα διάστημα την εκδήλωση της κρίσης, επεκτείνοντας τεχνητά τα όρια της αγοράς. Ο δανεισμός με τη γιγαντιαία επέκταση που γνώρισε το προηγούμενο διάστημα, έφτασε αναπόφευκτα στα όρια του. Τα γιγαντιαία χρέη έπρεπε κάποια στιγμή να αποπληρωθούν. Έτσι ο φθηνός και εύκολος δανεισμός, από μοχλός τεχνητής επέκτασης της ανάπτυξης μετατράπηκε στο αντίθετο του, σε έναν παράγοντα όξυνσης της κρίσης.

Όπως εξηγούσαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, οι αστοί προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις, δημιουργούν τη βάση για πιο μεγάλες και πιο εκτεταμένες κρίσεις. Για να αποφύγουν ένα «κραχ» στο τραπεζικό σύστημα, διοχέτευσαν κολοσσιαία ποσά στις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις, περνώντας το λογαριασμό στους εργαζόμενους και στα φτωχά μικροαστικά στρώματα. Με αυτό τον τρόπο όμως, δημιούργησαν παγκόσμια, γιγάντια κρατικά χρέη και την προοπτική της χρεοκοπίας ολόκληρων κρατών.

Από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, το καπιταλιστικό σύστημα γνώρισε 7 υφέσεις. Η σημερινή ύφεση όμως είναι η πιο σοβαρή. Μπορούμε να πούμε ότι η σημερινή κρίση είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία του καπιταλισμού. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο καπιταλιστικής κρίσης σαν τη σημερινή, τόσο σε ότι αφορά το βάθος όσο και τον παγκόσμιο χαρακτήρα της.

Είναι φανερό ότι δεν μιλάμε για μια ακόμα απλή εναλλαγή φάσης στον οικονομικό κύκλο που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό. Το λίμνασμα των παραγωγικών δυνάμεων με επίκεντρο τις παραδοσιακές δυνάμεις του δυτικού καπιταλισμού, η γιγάντωση των κοινωνικών ανισοτήτων, η μαζική αύξηση της φτώχειας και της ανεργίας, η συντριβή όλων των μεταπολεμικών εργατικών κατακτήσεων και η όξυνση των διαφόρων ειδών περιβαλλοντικής καταστροφής είναι μερικά από τα συμπτώματα που μαρτυρούν την εκδήλωση της βαθειάς ιστορικής κρίσης του καπιταλισμού.
Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει «τελική» κρίση του καπιταλισμού. Αλλά ο απλός ισχυρισμός ότι ο καπιταλισμός μπορεί να ανακάμψει από τις κρίσεις, δεν μας λέει τίποτα συγκεκριμένο, όσον αφορά την παρούσα φάση του. Τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν είναι: πόσο θα διαρκέσει η κρίση; Με τι μέσα θα βρεθεί λύση; Και με τι κόστος; Μερικοί αστοί οικονομολόγοι προβλέπουν ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 20 χρόνια για την επίλυση της κρίσης του ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστούν δεκαετίες λιτότητας και επίθεσης στο βιοτικό επίπεδο.

Είναι ξεκάθαρο ότι οι αστοί δεν έχουν καμία πραγματική λύση για την κρίση. Η απόπειρά τους να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα της κρίσης, δηλαδή τα μεγάλα χρέη των τραπεζών και του κράτους, φορτώνοντάς τα στους ώμους των εργαζόμενων μαζών με μόνιμη λιτότητα, φτώχεια και μαζική ανεργία, οξύνει περεταίρω την κρίση και απειλεί τον ανθρώπινο πολιτισμό με επιστροφή στη βαρβαρότητα.

Ένα θεμελιώδες ιστορικό δίλλημα τίθεται ενώπιον ολόκληρης της ανθρωπότητας ολοένα και πιο ξεκάθαρα: είτε ο συνειδητός εργαζόμενος άνθρωπος θα πάρει τον έλεγχο της ζωής του στα δικά του χέρια οργανώνοντας ορθολογικά την οικονομία του, είτε οι τυφλές δυνάμεις του καπιταλισμού θα σύρουν τον ανθρώπινο πολιτισμό στην άβυσσο. Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα!

Επαναστατικές Διεργασίες

Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη που προηγήθηκε, συνετέλεσε στην απόκρυψη των βαθύτερων αντιθέσεων στην κοινωνία, χωρίς όμως να τις εξαλείψει. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ το πλουσιότερο 2% κατέχει περισσότερο από τον μισό παγκόσμιο πλούτο, ενώ το φτωχότερο ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει μόλις το 1% του παγκόσμιου πλούτου.

Ένα αγεφύρωτο χάσμα έχει ανοίξει ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, επιβεβαιώνοντας τον Μαρξ που έγραφε τα ακόλουθα : «Η συσσώρευση πλούτου στον ένα πόλο της κοινωνίας είναι ταυτόχρονα συσσώρευση αθλιότητας, βασάνου εργασίας, σκλαβιάς, αμάθειας, αποκτήνωσης, ηθικής κατάπτωσης στον αντίπαλο, δηλαδή στην πλευρά της τάξης που παράγει με τη μορφή κεφαλαίου το δικό της προϊόν» («Κεφάλαιο», Τόμος 1, σελ 668-669.)

Το αδιέξοδο του καπιταλισμού βρίσκει την έκφραση του στα αιφνίδια «άλματα» στη συνείδηση των μαζών. Παντού υπάρχει οργή που «σιγοβράζει» κάτω από την επιφάνεια. Αυτή η οργή εκδηλώθηκε με τα μαζικά κινήματα στην Τυνησία, την Αίγυπτο, την Ισπανία, την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Βραζιλία. Αυτά τα μαζικά γεγονότα σηματοδοτούν την αρχή των διεργασιών της επανάστασης παγκόσμια. Αποτελούν την αντανάκλαση των αντιθέσεων που έχουν συσσωρευτεί για δεκαετίες χωρίς να γίνονται ορατές. Όταν αυτή η διαδικασία φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο, κάθε μικρό, τυχαίο περιστατικό, μπορεί να γίνει η αφορμή για μαζικά κινήματα.
Οι τάξεις παρατάσσονται για μια αποφασιστική αναμέτρηση. Οι επαναστάσεις στον Αραβικό κόσμο και οι εξεγέρσεις σε Τουρκία και Βραζιλία ήταν μόνο η αρχή. Μέσα στα επόμενα χρόνια θα δούμε αναπόφευκτα τους πιο σοβαρούς ταξικούς αγώνες από την δεκαετία του 1930. Αυτό που έχουμε είναι ένα διεθνές φαινόμενο: μια τάση προς ένα παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα.

Η κρίση στην Ευρώπη

Στο επίκεντρο της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης συνεχίζει να βρίσκεται η Ευρώπη. Οι αστικές κυβερνήσεις προσπαθούν με περικοπές και φόρους να μεταφέρουν όλο το βάρος της κρίσης στα φτωχά λαϊκά στρώματα. Την ίδια στιγμή άφθονο κρατικό χρήμα χαρίζεται στους τραπεζίτες. Μόνο πέρσι δόθηκαν από την ΕΚΤ στις υπερχρεωμένες ιδιωτικές τράπεζες πάνω από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ!

Αυτή η προκλητική αδικία δεν πηγάζει από κάποια «νεοφιλελεύθερη εμμονή» ή από μια «λάθος συνταγή», όπως συνηθίζουν να υποστηρίζουν οι ρεφορμιστές. Είναι η αποτύπωση του βαθμού αντιδραστικότητας του καπιταλισμού. Στη σημερινή φάση της βαθειάς ιστορικής του κρίσης, ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ανεχθεί οποιαδήποτε παραχώρηση στην εργατική τάξη.

Η αστική τάξη, δεν έχει άλλη διέξοδο από το να επιτεθεί στις κατακτήσεις του εργατικού κινήματος των τελευταίων 50 χρόνων. Αυτή είναι μία συνταγή για την όξυνση της ταξικής πάλης παντού. Υπάρχει ένα όριο στο πόσες περικοπές μπορούν να ανεχτούν οι εργαζόμενοι. Η διαρκής επίθεση στο βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, βάζει στην ημερήσια διάταξη επαναστατικές εξελίξεις σε ολόκληρη την Ευρώπη, ξεκινώντας από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.

Οι ρεφορμιστές φαντάζονται ότι θα μπορούσε να δοθεί μια λύση στα πλαίσια του καπιταλισμού, αν σε κάθε χώρα εφαρμοζόταν μια πολιτική όπως το «κεϋνσιανής» έμπνευσης «Νιού Ντηλ» του Ρούσβελτ τη δεκαετία του 1930 στις ΗΠΑ, με τις μαζικές επενδύσεις σε δημόσια έργα με σκοπό να τονωθεί η ζήτηση. Το βασικό πρόβλημα βέβαια είναι ότι για μια τέτοια πολιτική χρειάζονται χρήματα που σήμερα δεν υπάρχουν. Όταν ο Ρούσβελτ ξεκίνησε το «Νιού Ντηλ» το 1933, το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ ήταν στο 20% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα πλησιάζει το 100%. Και αν ο δρόμος για ένα νέο «Νιού Ντηλ» είναι σήμερα κλειστός για τις ΗΠΑ, αυτό ισχύει στο πολλαπλάσιο για τον υπερχρεωμένο ευρωπαϊκό Νότο.

Η λύση που προτείνουν οι ρεφορμιστές είναι το τύπωμα χρήματος ή αλλιώς «ποσοτική χαλάρωση», όπως την αποκαλούν σήμερα. Η ΕΚΤ λένε, πρέπει να αγοράσει τα χρέη του Νότου τυπώνοντας χαρτονομίσματα. Το μαζικό τύπωμα χρήματος όμως, θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε κάποιο σημείο, σε εκτόξευση του πληθωρισμού, προσδίδοντας στην κρίση ακόμα πιο εκρηκτικό χαρακτήρα. Γι’ αυτό το λόγο, η «ποσοτική χαλάρωση» δεν αποτελεί βιώσιμη λύση για τους ευρωπαίους καπιταλιστές.

Οι προοπτικές του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού είναι εξαιρετικά δυσοίωνες. Όσο βαθαίνει η ύφεση στην Ευρώπη και όσο τα κρατικά χρέη γιγαντώνονται, ο κίνδυνος για την χρεοκοπία ενός κράτους της ευρωζώνης ή ακόμα και για ένα ντόμινο χρεοκοπιών γίνεται όλο και πιο πιθανό ενδεχόμενο. Μία τέτοια εξέλιξη θα κλόνιζε σοβαρά την παγκόσμια οικονομία και θα είχε αποτελέσματα ανάλογα με την κατάρρευση της αυστριακής τράπεζας «Credit-Anstalt» τον Μάιο του 1931, που είχε προκαλέσει διαδοχή χρεοκοπιών σε ολόκληρη την Ευρώπη και ένα κύμα πανικού που έγινε αισθητό μέχρι τις ΗΠΑ.
Αυτός ο μεγάλος κίνδυνος έχει οδηγήσει τους ευρωπαίους καπιταλιστές στους «Μηχανισμούς Στήριξης» για τις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου. Αυτή η πολιτική όμως ακολουθήθηκε με την προοπτική ότι η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή οικονομία θα έμπαιναν σύντομα σε τροχιά ανάπτυξης. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Θα φτάσουμε αναπόφευκτα στο σημείο, όπου οι καπιταλιστές του ευρωπαϊκού Βορρά θα θεωρήσουν πιο ασύμφορη την συνέχιση της χρηματοδότησης του Νότου από τις επιπτώσεις μιας κατάρρευσης του ευρώ. Τότε το σύνθημα της αστικής τάξης θα είναι «ο καθένας για τον εαυτό του!». Δεν αποκλείεται, οι συγκρούσεις που αναπτύσσονται σήμερα στους κόλπους της Ευρώπης να οδηγήσουν τελικά στη διάλυση, όχι μόνο της Ευρωζώνης, αλλά και της ίδιας της Ε.Ε.

Η προοπτική της αναβίωσης του προστατευτισμού, των εθνικών νομισμάτων και των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων θα επανέρθει αργά ή γρήγορα στο ιστορικό προσκήνιο, αποδεικνύοντας ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ενώσει με σταθερό τρόπο την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Η μόνη δύναμη που μπορεί να επιτελέσει αυτό το προοδευτικό ιστορικό καθήκον είναι η ευρωπαϊκή εργατική τάξη, ο αγώνας της οποίας δυναμώνει στη μια χώρα μετά την άλλη, σπρώχνοντας το εκκρεμές της κοινωνίας προς τ’ αριστερά και αναβιώνοντας για τους αστούς τον εφιάλτη των παλιών φαντασμάτων του κομμουνισμού. Σε αυτές τις συνθήκες, το παραγκωνισμένο και συκοφαντημένο σύνθημα των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης γίνεται πιο επίκαιρο από ποτέ!

Η κρίση στην Ελλάδα

Η ύφεση ξέσπασε στην Ελλάδα το 2008 σαν έκφραση της διεθνούς τάσης για συρρίκνωση των παραγωγικών δυνάμεων. Όμως το πρωτοφανές της βάθος είναι αποτέλεσμα από τη μία πλευρά του χαρακτήρα της προηγούμενης πολύχρονης ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, μιας ανάπτυξης δηλαδή που δεν στηρίχθηκε σε παραγωγικές επενδύσεις και από την άλλη, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, στην απόπειρα από το 2009 και έπειτα, να αφαιρεθεί βίαια εισόδημα από τις εργαζόμενες μάζες για να αποπληρωθούν τα ληστρικά δάνεια του κράτους.

Η συνολική πτώση του ΑΕΠ από το 2008 φθάνει το 25%. Δηλαδή μέσα σε 6 χρόνια, η Ελλάδα έχασε το 1/4 του μεγέθους του ΑΕΠ της. Η καταστροφή αυτή μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις επιπτώσεις της «Μεγάλης Ύφεσης» στις ΗΠΑ του 1929-33. Συνολικά τα εισοδήματα των μισθωτών και των συνταξιούχων από τις αρχές του 2008 έχουν υποστεί καθίζηση κατά 50%. Η αγοραστική δύναμη των μισθωτών και των συνταξιούχων σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ έχει πλέον επιστρέψει στα επίπεδα της δεκαετίας του 1970. Βρίσκεται στα επίπεδα χωρών όπως η Εσθονία, η Τσεχία και η Κροατία και έπεσε κάτω από το 50% του μέσου όρου των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ συνολικά 3.900.000 Έλληνες βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας.

Με δεδομένες αυτές τις εφιαλτικές κοινωνικές συνθήκες, είναι εντελώς παράλογο και ουτοπικό να υποστηρίζεται σήμερα ότι στην Ελλάδα υπάρχει χώρος για «προοδευτικές μεταρρυθμίσεις» πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού. Αντίθετα, η λήψη επαναστατικών σοσιαλιστικών μέτρων είναι μονόδρομος. Όσοι υποστηρίζουν ότι διαθέτουν την πολιτική συνταγή που μπορεί να αφαιρέσει από τον καπιταλισμό το βάρβαρο, πραγματικό του πρόσωπο και να οικοδομήσει πάνω στο έδαφός του ένα «προοδευτικό» και «κοινωνικό» κράτος, αντικειμενικά και ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους, είναι δημαγωγοί.

Το πρόγραμμα άγριας λιτότητας και περικοπών που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια δεν είναι μια «λάθος συνταγή». Οι συνασπισμένοι δυτικοί ιμπεριαλιστές – πιστωτές και η ελληνική άρχουσα τάξη ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Ονομάζοντας την επίθεση στο βιοτικό επίπεδο των μαζών «υποτίμηση», παραδέχονται ότι συνειδητά συντρίβουν τα εργατικά και μικροαστικά εισοδήματα, για να εξυπηρετηθούν τα ληστρικά κρατικά δάνεια και να εξασφαλιστούν στο μέλλον τα μεγαλύτερα δυνατά κέρδη για τις πιο ισχυρές μερίδες του κεφαλαίου.

Ο ελληνικός καπιταλισμός είναι ο πιο «αδύναμος κρίκος» στην Ευρώπη, όμως όλη η Ευρώπη ακολουθεί την ίδια κατεύθυνση. Η μια χώρα της Ευρωζώνης μετά την άλλη, αντιμετωπίζει το φάσμα της υπερχρέωσης. Αυτό το γεγονός αποδεικνύει ότι το αδιέξοδό του ελληνικού καπιταλισμού είναι οργανικό τμήμα ενός διεθνούς καπιταλιστικού αδιεξόδου. Οι προοπτικές του είναι πλήρως υποταγμένες στις δυσοίωνες προοπτικές της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας.

Οι Έλληνες αστοί βρίσκονται σε πλήρες αδιέξοδο. Οικονομικά είναι εξαρτημένοι από την τρόικα και πολιτικά είναι επίσης, σε πολύ αδύναμη θέση. Ειδικά η αυξανόμενη απομόνωσή τους από την παραδοσιακή κοινωνική τους βάση, τα τσακισμένα πλέον από την κρίση και τις πολιτικές τους «μεσαία στρώματα», είναι στο επίκεντρο του σημερινού πολιτικού αδιεξόδου των Ελλήνων αστών.

Στην αρχή της κρίσης οι αστοί διέθεταν το παραδοσιακό τους κόμμα (ΝΔ) ισχυρό και ενωμένο, ένα ανερχόμενο και ελεγχόμενο, ακροδεξιό κόμμα (ΛΑΟΣ), επίσης έλεγχαν πλήρως την ηγεσία ενός ΠΑΣΟΚ κραταιού μέσα στις εργατικές μάζες και έβλεπαν το κομμουνιστικό κίνημα να βρίσκεται στο πολιτικό περιθώριο. Μέσα σε δυόμιση μόλις χρόνια, το μεγάλο κόμμα τους διασπάστηκε και συρρικνώθηκε σχεδόν στο μισό της παραδοσιακής κοινωνικής του απήχησης, το ΛΑΟΣ διαλύθηκε και τη θέση της επιρροής του πήρε αναπάντεχα μια φασιστική παρακρατική συμμορία (Χρυσή Αυγή), το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε χάνοντας οριστικά τη μεγάλη επιρροή του στις μάζες, η δεξιά διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ (ΔΗΜΑΡ) έχει κι αυτή απαξιωθεί, ενώ – το χειρότερο από όλα για τους αστούς – το ένα από τα δύο κόμματα του κομμουνιστικού κινήματος βρέθηκε με αριστερά συνθήματα «προ των πυλών» της εξουσίας.

Η αστική τάξη είναι αναγκασμένη πλέον να στηρίζεται σε αδύναμες κυβερνήσεις συνεργασίας και μπαίνει σε μια περίοδο μεγάλης μάχης, με τα όπλα της φθαρμένα ήδη από τις πρώτες αψιμαχίες. Η κρίση στο πολιτικό στρατόπεδο της αστικής τάξης, είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό της οργανικής κρίσης του συστήματος. Είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι η κρίση του καπιταλισμού, τσακίζει τα κοινωνικά στηρίγματα της αστικής εξουσίας, εξαθλιώνοντας τα μικροαστικά στρώματα και τα ανώτερα στρώματα της εργατικής τάξης και ριζοσπαστικοποιώντας απότομα τόσο τους εργαζόμενους, όσο και τους μικροαστούς. Σε τελική ανάλυση, η κρίση του καπιταλισμού είναι και κρίση της αστικής δημοκρατίας, αφού οι πολιτικές μερίδες της αστικής τάξης δεν μπορούν να απολαμβάνουν την κοινωνική υποστήριξη που είχαν στο παρελθόν, με συνέπεια να μην μπορούν να κυβερνήσουν όπως παλιά.

Η αστική δημοκρατία βέβαια δεν είναι το μόνο πολίτευμα που μπορεί να χρησιμοποιήσει η αστική τάξη για να ασκήσει την εξουσία της όπως έχει αποδείξει η ιστορία. Αν και δεν είναι το πιθανότερο ενδεχόμενο του άμεσου μέλλοντος, η στροφή των αστών σε ένα βοναπαρτιστικό καθεστώς, μακροπρόθεσμα είναι αναπόφευκτη, όσο δεν διαφαίνεται λύση για το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό τους αδιέξοδο μέσα στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας. Αυτό πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη από την Αριστερά.

Η εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν αποτελεί ένα σύμπτωμα «φασιστικοποίησης» της κοινωνίας. Αποτελεί πρώτα και πάνω από όλα, έναν δείκτη για το μέγεθος της αποσύνθεσης του αστικού πολιτικού στρατοπέδου. Η ψήφος στη ΧΑ από χιλιάδες τσακισμένους μικροαστούς και λουμπενοποιημένους ανέργους ήταν μια πράξη πολιτικά καθυστερημένης και τυφλής διαμαρτυρίας απέναντι στο χρεοκοπημένο αστικό πολιτικό σύστημα. Οι νεοναζί της ΧΑ προσπαθούν να επωφεληθούν από τα εκλογικά τους ποσοστά για τη δημιουργία ενός αντιδραστικού κινήματος που θα καταλάβει την εξουσία, χρησιμοποιώντας και επεκτείνοντας τους θύλακες στήριξής τους στην Αστυνομία και το στρατό. Όμως μόνο με αυτούς δεν μπορούν να πετύχουν τους σκοπούς τους. Ο φασισμός ιστορικά αναπτύχθηκε σαν ένα μαζικό κίνημα απελπισμένων, λουμπενοποιημένων μικροαστών που κινητοποιήθηκαν ενεργά ενάντια στο εργατικό κίνημα και μέσα σε έναν εντελώς διαφορετικό ταξικό συσχετισμό δύναμης από τον σημερινό. Αντίθετα, σήμερα πουθενά δεν βλέπουμε την παρουσία ενός τέτοιου κινήματος. Η εκλογική άνοδος της ΧΑ δεν συνιστά άμεσα φασιστικό κίνδυνο. Αποτελεί όμως σοβαρή προειδοποίηση για το μέλλον. Αν η εργατική τάξη αποτύχει επανειλημμένα να πάρει την εξουσία στα χέρια της και να δώσει διέξοδο στα τσακισμένα μικροαστικά στρώματα και τους χιλιάδες ανέργους, ο φασισμός θα μπορούσε ξανά να γίνει δύναμη εξουσίας.

Η κύρια τάση στην Ελλάδα σήμερα όμως, δεν είναι προς τη Χ.Α και τη Δεξιά αλλά αντίθετα προς την Αριστερά. Η στροφή στο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ποιο χαρακτηριστικός δείκτης της ριζοσπαστικοποίησης της συνείδησης χιλιάδων εργαζομένων και νεολαίων. Παρόμοιες διεργασίες βλέπουμε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στην Ελλάδα όμως, η ταξική πάλη έχει αναμφίβολα προχωρήσει περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη, γιατί είναι ο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μία προεπαναστατική περίοδο. Οι εργαζόμενοι και η νεολαία έχουν δείξει τεράστια αποθέματα αποφασιστικότητας και θέλησης για αγώνα. Τα τελευταία χρόνια είδαμε μία σειρά μαζικούς αγώνες: το κίνημα των πλατειών, μαθητικά κινήματα καταλήψεων, μία νεολαιίστικη εξέγερση, μαχητικούς κλαδικούς αγώνες. Είδαμε το τελευταίο διάστημα το εργατικό κίνημα να μπαίνει αποφασιστικά στο προσκήνιο. Μέσα σε τριάμισι χρόνια είχαμε πάνω από 30 ημέρες σποραδικών γενικών απεργιών και 5 γύρους μαζικής αντιπαράθεσης του εργατικού κινήματος και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων με τις κυβερνήσεις των Μνημονίων (Μάης 2010, Μάης-Ιούνης 2011, Οκτώβριος 2011, Φεβρουάριος 2012, Νοέμβριος 2012). Κανένας όμως από αυτούς τους αγώνες δεν ήταν νικηφόρος.

Η εμπειρία των αγώνων έχει πλέον αποδείξει ότι οι μεμονωμένοι απεργιακοί αγώνες και οι σποραδικές γενικές απεργίες, όσο μαχητικές κι αν είναι, δεν μπορούν να δώσουν λύση. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι εκκλήσεις για 24ωρες γενικές απεργίες και μεμονωμένους απεργιακούς αγώνες δεν ενθουσιάζουν τους εργαζόμενους. Μόνο μια ριζική αλλαγή στην εξουσία μπορεί να δώσει λύση στα αιτήματα των αγωνιζόμενων μαζών. Η μόνη μορφή πάλης που μπορεί να θέσει το ζήτημα της εξουσίας, αλλά και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να το λύσει, είναι η γενική πολιτική απεργία διαρκείας, ανοίγοντας την προοπτική της πτώσης της κυβέρνησης και της ανόδου μιας αριστερής, σοσιαλιστικής κυβέρνησης.

Το καθήκον της προετοιμασίας μιας γενικής πολιτικής απεργίας διαρκείας, είναι καθήκον των δυνάμεων της Αριστεράς και κύρια του ΣΥΡΙΖΑ που είναι σήμερα το πιο ισχυρό αριστερό κόμμα. Η ηγεσία του κόμματος όμως αρνήθηκε να προετοιμάσει ή ακόμα και να προπαγανδίσει ένα τέτοιο αγώνα. Η εμπειρία των αγώνων όλου του προηγούμενου διαστήματος και η έλλειψη της προοπτικής ενός αγώνα διαρκείας για την πτώση της κυβέρνησης, είναι οι βασικοί λόγοι που έχουν οδηγήσει στην προσωρινή κινηματική «νηνεμία» στην οποία βρισκόμαστε σήμερα. Οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να βρίσκονται διαρκώς σε κινητοποίηση.

Αυτή η κατάσταση όμως δεν σημαίνει ότι βρισκόμαστε σε μία φάση συντηρητικοποίησης. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Χιλιάδες νεολαίοι και εργαζόμενοι συνεχίζουν να βγάζουν ριζοσπαστικά συμπεράσματα. Από όλο και πλατύτερα στρώματα γίνεται αντιληπτό ότι οι απεργίες από μόνες τους δεν αρκούν και ότι χρειάζεται μία λύση εξουσίας. Η θεαματική εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η προοπτική ανόδου στην κυβέρνηση ενός κόμματος που προέρχεται από το κομμουνιστικό κίνημα, είναι ο καλύτερος δείκτης για τις επαναστατικές διαθέσεις που αναπτύσσονται στις γραμμές της νεολαίας και των εργαζομένων. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δώσει νικηφόρα διέξοδο σε αυτές τις διαθέσεις, τότε η σπίθα που θα ανάψει στην Ελλάδα θα γίνει γρήγορα επαναστατική πυρκαγιά σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αγωνιστεί για μια επαναστατική και σοσιαλιστική κυβέρνηση

Αντί για τον ολέθριο και καταδικασμένο σε αποτυχία δρόμο της «σταδιακής μεταρρύθμισης» του σάπιου καπιταλισμού και του κράτους που τον υπηρετεί από μια κυβέρνηση «λαϊκής σωτηρίας», η κυβέρνηση για την οποία οφείλει να παλεύει ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι επαναστατική και σοσιαλιστική! Αυτή η κυβέρνηση από τη φύση της δεν μπορεί να σχηματιστεί σε συμμαχία με κανένα από τα αστικά κόμματα ή τις διασπάσεις τους.

Η μόνη πολιτική δύναμη με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να σχηματίσει μια επαναστατική, σοσιαλιστική κυβέρνηση είναι το ΚΚΕ, ασφαλώς με την προϋπόθεση ότι – εκτός από τον αναγκαίο επαναστατικό προσανατολισμό του ίδιου του κόμματός μας – το ΚΚΕ θα εγκατέλειπε τη σημερινή σεχταριστική ηγετική τακτική και θα υιοθετούσε μια γνήσια κομμουνιστική και λενινιστική, ενωτική τακτική.

Ο ΣΥΡΙΖΑ παλεύοντας για μια επαναστατική, σοσιαλιστική κυβέρνηση θα πρέπει να καλέσει τους εργαζόμενους και τη νεολαία να κινητοποιηθούν και να οργανωθούν σε κάθε γειτονιά και χώρο δουλειάς, ώστε να εγγυηθούν και να ελέγχουν την εφαρμογή του προγράμματός της στην εξουσία. Χρειάζεται να απευθύνει έκκληση για τη διενέργεια συνελεύσεων σε κάθε γειτονιά και χώρο δουλειάς, οι οποίες θα εκλέξουν επιτροπές αγώνα συντονισμένες μεταξύ τους σε επίπεδο πόλης και σε πανεθνικό επίπεδο και θα δημιουργήσουν ομάδες αυτοάμυνας ενάντια στη βία του κρατικού μηχανισμού και των φασιστών, επίσης συνδεδεμένες σε επίπεδο πόλης και πανελλαδικά.

Η επαναστατική, σοσιαλιστική κυβέρνηση θα δεχθεί τρομακτικές πιέσεις και απειλές από την τρόικα και το εγχώριο και διεθνές κεφάλαιο. Ο καλύτερος σύμμαχος ενάντια σε αυτές είναι η αλληλεγγύη της ευρωπαϊκής και διεθνούς εργατικής τάξης. Με συντονισμένες και διαρκείς εκκλήσεις η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επιδιώξουν την ενεργή κινητοποίηση των εργαζόμενων και της νεολαίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, με στόχο να ηττηθεί ο πολύπλευρος πόλεμος του διεθνούς κεφαλαίου ενάντια στον εργαζόμενο λαό της Ελλάδας.

Πάνω από όλα όμως, η επαναστατική, σοσιαλιστική κυβέρνηση θα πρέπει να διαθέτει το κατάλληλο πολιτικό και οικονομικό σχέδιο προγράμματος. Ένα σοσιαλδημοκρατικού τύπου «μίνιμουμ πρόγραμμα», επιμέρους μεταρρυθμίσεων, είναι ακατάλληλο. Μέσα στη σημερινή βαθειά ιστορική κρίση του καπιταλισμού και ειδικά, στις συνθήκες του αδύναμου ευρωπαϊκού «κρίκου» του ελληνικού καπιταλισμού, η απόπειρα εφαρμογής ακόμα και της πιο μετριοπαθούς και στοιχειώδους φιλολαϊκής μεταρρύθμισης, όπως είναι η κατάργηση μέτρων των Μνημονίων, θα οδηγήσουν σε ένα αδυσώπητο πόλεμο από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.

Η απάντηση σε αυτόν το βέβαιο πόλεμο μπορεί να είναι μόνο μια: η εγκαθίδρυση μιας κεντρικά και δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας, με κοινωνικοποιημένους τους βασικούς της τομείς, που θα αντικαταστήσει τον σάπιο ελληνικό καπιταλισμό. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να ανακτηθεί το χαμένο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και να βρουν δουλειά και αξιοπρέπεια οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να τεθούν άμεσα τα σταθερά θεμέλια του σοσιαλισμού!

Το αναγκαίο σοσιαλιστικό πρόγραμμα

Στην εποχή της παρακμής του καπιταλισμού, όπου οι στοιχειώδεις εργατικές κατακτήσεις γίνονται ασυμβίβαστες με την «οικονομία της αγοράς», το πρόγραμμα της Αριστεράς πρέπει να είναι διαμορφωμένο στη βάση της αναγνώρισης αυτής της αντικειμενικής κατάστασης. Από τη μία έχουμε την αδυναμία του καπιταλισμού να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις προς όφελος της κοινωνίας, καταδικάζοντας την συντριπτική πλειοψηφία της ανθρωπότητας στη φτώχεια και την εξαθλίωση. Από την άλλη οι κολοσσιαίες παραγωγικές δυνάμεις που δημιούργησε ο καπιταλισμός μπορούν να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή ζωή για όλους. Για να δοθεί λύση σε αυτή την αντίφαση χρειάζεται τα μέσα παραγωγής να αφαιρεθούν από τη ιδιοκτησία μιας χούφτας καπιταλιστών και να περάσουν κάτω από το δημοκρατικό έλεγχο και το σχεδιασμό της κοινωνίας.

Η Αριστερά έχει χρέος να πει την αλήθεια στην νεολαία και την εργατική τάξη: ο καπιταλισμός είναι ταυτισμένος με την κρίση, την ανεργία, τη φτώχεια, την κερδοσκοπία. Για να σωθεί ο πλούτος της κοινωνίας και οι εργαζόμενοι παραγωγοί του, πρέπει να παλέψουμε για το σοσιαλισμό, για μια δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομία και μια εξουσία που η εργαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία θα ελέγχει δημοκρατικά. Το πρόγραμμα της Αριστεράς πρέπει να είναι ένα πρόγραμμα θεμελιακών αλλαγών στην κοινωνία, που θα συνδέει τις στοιχειώδεις, ζωτικές διεκδικήσεις των μαζών ενάντια στη φτώχεια και την ανεργία, με το ιστορικό καθήκον του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας. Ένα τέτοιο πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

Μονομερή διαγραφή του χρέους του ελληνικού κράτους με αποζημίωση των μικρο-ομολογιούχων σε ύψος που θα διαμορφώνεται ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση, με εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης στα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία που κατέχουν ομόλογα και συναινετική ρύθμιση κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας, του χρέους που κατέχουν ξένοι ασφαλιστικοί φορείς εργαζόμενων. Όσο διατηρείται το τεράστιο βάρος του χρέους πάνω στις πλάτες του λαού δεν μπορεί να γίνει κανένα βήμα κοινωνικής προόδου. Το στοιχειώδες καθήκον μιας αριστερής κυβέρνησης είναι να απαλλάξει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα από αυτό το βάρος.

Άμεση ακύρωση με μια ενιαία νομοθετική πράξη των δανειακών συμβάσεων με την τρόικα, των Μνημονίων και όλων των μέτρων που επιβλήθηκαν από αυτά (χαράτσια, αυξήσεις φόρων, μειώσεις μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, ιδιωτικοποιήσεις κλπ). H διαγραφή του χρέους και η κατάργηση των Μνημονίων θα σηματοδοτήσουν μια τεράστια ελάφρυνση για τον εργαζόμενο λαό, αλλά αναπόφευκτα θα προκαλέσουν τη διακοπή χρηματοδότησης από την τρόικα, οικονομικό πόλεμο από το κεφάλαιο και την ώθηση της Ελλάδας εκτός ευρώ. Σε αυτές τις συνθήκες, ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστούν άμεσα τα έσοδα για τις κοινωνικά ζωτικές δαπάνες (μισθοί, επιδόματα, συντάξεις, δαπάνες για σχολεία, νοσοκομεία κλπ), είναι η ταυτόχρονη εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στη συνέχεια.

Βαριά φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο και τον πλούτο, με έκτακτη αναδρομική φορολόγηση ενδεικτικά των 200 εν ενεργεία μεγαλύτερων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα για τα κέρδη που έβγαλαν από την ημερομηνία εισόδου της στην Ευρωζώνη μέχρι το χρονικό σημείο εισόδου στην ύφεση (2001-2008), επαναφορά του συντελεστή φορολόγησης του μεγάλου κεφαλαίου στο 45% και κατάργηση κάθε φοροαπαλλαγής στις μεγάλες επιχειρήσεις. Σε περίπτωση φοροδιαφυγής για τις μεγάλες επιχειρήσεις πρέπει να επιβάλλεται απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση.

Για τη ριζική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της κερδοσκοπικής ακρίβειας και των άλλων φαινομένων διαφθοράς του μεγάλου κεφαλαίου, η αριστερή κυβέρνηση χρειάζεται να θεσμοθετήσει άμεσα τον εργατικό έλεγχο. Φορείς του θα είναι οι εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές εργαζόμενων. Για να είναι αποτελεσματική η δουλειά τους, οι επιτροπές πρέπει να επεκτείνονται σε ολόκληρο τον κλάδο και σε εθνικό επίπεδο. Οι επιτροπές των μεμονωμένων επιχειρήσεων, θα πρέπει να εκλέξουν σε συνδιασκέψεις επιτροπές ομίλων, κλάδων και τέλος μια Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου, τα πορίσματα της οποίας θα είναι δεσμευτικά για την κυβέρνηση. Ο εργατικός έλεγχος αποτελεί το πιο πολύτιμο μέσο εκπαίδευσης των εργαζόμενων για το πώς μπορούν να διοικήσουν οι ίδιοι την οικονομία.

Επιβολή κινητής κλίμακας ωρών εργασίας, δηλαδή μείωση του εργασίμου χρόνου όσο απαιτείται για να βρουν δουλειά όλοι οι άνεργοι. Η αριστερή κυβέρνηση από κοινού με τα συνδικάτα και την Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου, πρέπει να διεξάγουν μια αναλυτική απογραφή των θέσεων εργασίας, των ανέργων κατά ειδικότητα, των επιχειρήσεων που έχουν κλείσει από την έναρξη της κρίσης και των διαθέσιμων πόρων για την έναρξη ενός προγράμματος δημόσιων και κοινωφελών έργων. Ο σκοπός της απογραφής θα είναι η κατανομή των διαθέσιμων εργατικών χεριών στις ενεργές θέσεις εργασίας και σε όσες θα ανοίξουν με το πρόγραμμα δημόσιων κοινωφελών έργων, καθώς και με το άμεσο ξαναρχίνισμα της δουλειάς στις επιχειρήσεις που έκλεισαν μέσα στην κρίση.

Οι ώρες εργασίας θα πρέπει να μειωθούν ενιαία, όσο απαιτείται για να μην μείνει κανείς χωρίς θέση εργασίας. Ανεξάρτητα από το μέγεθος της μείωσης των ωρών εργασίας, οι μισθοί δεν θα πρέπει να μειωθούν. Οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις που αρνούνται να συμμορφωθούν με την Κινητή κλίμακα ωρών εργασίας και το εθνικό σχέδιο προσλήψεων θα πρέπει να απαλλοτριώνονται χωρίς αποζημίωση.

Κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Όλες οι τράπεζες πρέπει να περάσουν 100% στην ιδιοκτησία του κράτους και να συγχωνευθούν σε μια ενιαία κρατική τράπεζα. Με την ίδρυσή της θα δημιουργηθεί ένα ενιαίο στρατηγείο για τον ορθολογικό και κοινωνικά επωφελή σχεδιασμό των επενδύσεων και των πιστώσεων. Η ενιαία κρατική τράπεζα θα πρέπει να προχωρήσει σε ένα γενναίο «κούρεμα» των χρεών για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, σε ποσοστό ίσο με την απώλεια του εισοδήματός τους από την έναρξη της κρίσης.

Κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων – «μοχλών» της οικονομίας. Άμεση μετατροπή σε κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις και ένταξη σε ενιαίους κοινωνικοποιημένους φορείς κατά κλάδο: όλων των υπαρχόντων κρατικών επιχειρήσεων των μεγάλων επιχειρήσεων στις οποίες έχει το κράτος μετοχικά μερίδια, των μεγάλων επιχειρήσεων που θα απαλλοτριωθούν εξαιτίας της άρνησής τους να εφαρμόσουν το εθνικό σχέδιο προσλήψεων και τη νέα εργατική νομοθεσία, των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων που έκλεισαν με την κρίση ή που θα κλείσουν στο πλαίσιο του οικονομικού πολέμου ενάντια στην αριστερή κυβέρνηση. Η κυβέρνηση επίσης, θα πρέπει να προχωρήσει στην κοινωνικοποίηση της μεγάλης ιδιοκτησίας γης και στην οργάνωση μεγάλων σύγχρονων καλλιεργειών κρατικής ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης.

Εργατική, δημοκρατική διοίκηση των επιχειρήσεων. Το «επιχείρημα» ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν γνώσεις για να διοικήσουν είναι λαθεμένο. Οι καπιταλιστές έχουν ένα ολόκληρο επιτελείο από υπαλλήλους που διευθύνουν για λογαριασμό τους. Όμοια, οι εργαζόμενοι μέσα από τα δημοκρατικά τους όργανα, θα συνεργαστούν με αφοσιωμένους στην υπόθεση του σοσιαλισμού «ειδικούς». Οι εργαζόμενοι θα αποφασίζουν λαμβάνοντας υπόψη τη συμβουλευτική γνώμη των «ειδικών». Οι διοικήσεις στις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις πρέπει να αποτελούνται ενδεικτικά κατά 1/3 από εργαζόμενους του συγκεκριμένου χώρου, 1/3 από τους εργαζόμενους καταναλωτές (Συνδικάτα, Αγροτικούς και άλλους επαγγελματικούς συλλόγους συλλόγους, Τοπική Αυτοδιοίκηση) και 1/3 από τους εκπροσώπους της εκλεγμένης κυβέρνησης. Οι αντιπρόσωποι αυτοί πρέπει να είναι ανακλητοί από την γενική συνέλευση των εργαζόμενων της επιχείρησης και να αμείβονται με μισθό ίσο με αυτόν του ειδικευμένου εργάτη.

Κεντρικός, δημοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας με τη δημιουργία Πανελλαδικού Συμβουλίου Κοινωνικοποιήσεων και Σχεδιασμού της οικονομίας, που θα αποτελείται ενδεικτικά κατά 1/3 από αντιπροσώπους από την Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου, 1/3 από τα εργατικά συνδικάτα και άλλες μαζικές οργανώσεις του εργαζόμενου λαού (μικροεπαγγελματιών, αγροτών, μικροϊδιοκτητών) και 1/3 από εκπροσώπους της εκλεγμένης κυβέρνησης. Ο ρόλος του θα είναι να πραγματώσει τον δημοκρατικό σχεδιασμό της οικονομίας. Το Πανελλαδικό Συμβούλιο Κοινωνικοποιήσεων και Σχεδιασμού θα πρέπει να καταρτίσει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την κοινωνικοποίηση των υπόλοιπων μεγάλων επιχειρήσεων κατά οικονομικό κλάδο.

Επιβολή του κρατικού μονοπωλίου στο εξωτερικό εμπόριο για την διασφάλιση της σχεδιασμένης οικονομίας έναντι της απειλής διείσδυσης και κυριαρχίας του ξένου κεφαλαίου.

Περικοπή στις σπατάλες του καπιταλισμού για να βρεθούν οι αναγκαίοι πόροι για την άμεση ανόρθωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων. Η απόκτηση από τις κοινωνικοποιήσεις των ικανών πόρων που θα εξασφαλίσουν βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο των μαζών, θα απαιτήσει έναν ορισμένο χρόνο. Χρειάζεται ταυτόχρονα, να εφαρμοστεί μια δέσμη μέτρων άμεσης απόδοσης, για να χρηματοδοτηθεί η ανόρθωση του τσακισμένου βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου λαού. Τα πιο σημαντικά από αυτά τα μέτρα είναι:

Δραστική μείωση των αποδοχών των χιλιάδων διοικητικών στελεχών του κράτους συμπεριλαμβανομένων των αξιωματικών του στρατού, των σωμάτων ασφαλείας και των δικαστών, των μελών της κυβέρνησης, του Προέδρου της Δημοκρατίας, των βουλευτών και των Δημάρχων στα επίπεδα του μισθού ενός ειδικευμένου εργάτη.

Απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας και αξιοποίησή της για τις κοινωνικές ανάγκες.

Τα παραπάνω μέτρα σε συνδυασμό με τη σταδιακή εισροή πόρων από τις κοινωνικοποιήσεις, τη διαγραφή του χρέους και την φορολογία στο κεφάλαιο και τον πλούτο, επαρκούν ώστε οι μισθοί, οι συντάξεις και τα κοινωνικά επιδόματα, σε πρώτη φάση να αυξηθούν στα όρια μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης και μετά να τους επιβληθεί Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή.

Εγκαθίδρυση μιας νέας, αληθινά δημοκρατικής εξουσίας. Πρέπει να προταθεί προς έγκριση στο λαό, ένα νέο Σύνταγμα το οποίο θα κατοχυρώνει την κοινωνικοποιημένη, δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομία και μια νέα, αληθινά δημοκρατική εξουσία που θα στηρίζεται στην αιρετότητα και ανακλητότητα των αντιπροσώπων του εργαζόμενου λαού σε όλα τα επίπεδα. Η αριστερή κυβέρνηση θα πρέπει να θεσμοθετήσει επίσης την επαναστατική – δημοκρατική αναμόρφωση του στρατού με εκλεγμένες επιτροπές φαντάρων και κατώτερων αξιωματικών, τη ριζική αναμόρφωση των σωμάτων ασφαλείας με υπαγωγή τους στον έλεγχο των μαζικών οργανώσεων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας , την κατάργηση των προνομίων των δικαστών και την εκλογή τους απευθείας από το λαό.

Διεθνιστική ταξική αλληλεγγύη – ασπίδα για την επιθετικότητα του διεθνούς καπιταλισμού. Η εφαρμογή ενός τέτοιου σοσιαλιστικού προγράμματος συνεπάγεται αυτονόητα την έξοδο από την καπιταλιστική ΕΕ, καθώς και την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ και το διώξιμο των βάσεων του από τη χώρα, για να προληφθούν στρατιωτικές επεμβάσεις και πραξικοπήματα. Η Ελλάδα με την εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος, όχι μόνο δεν πρόκειται να απομονωθεί όπως ισχυρίζονται οι αστοί, αλλά θα γίνει το σημείο αναφοράς και υπεράσπισης εκατομμυρίων εργαζομένων απ’ όλες τις χώρες του κόσμου. Η αριστερή κυβέρνηση θα πρέπει να καλέσει τους εργαζόμενους και τις μαζικές τους οργανώσεις ανά τον κόσμο, να εναντιωθούν σε κάθε απόπειρα αντιποίνων ή γενικότερα ξένης καπιταλιστικής επέμβασης στις υποθέσεις της χώρας. Να τους καλέσει, ξεκινώντας από τους εργαζόμενους των γειτονικών Βαλκανίων και της υπόλοιπης Ευρώπης, να πάρουν την εξουσία στις χώρες τους και να εφαρμόσουν ένα ανάλογο σοσιαλιστικό πρόγραμμα, υπερασπίζοντας το σύνθημα για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης, σαν ένα βήμα για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες ολόκληρου του κόσμου.

Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ : Τι οργάνωση Νεολαίας χρειαζόμαστε

Στο ζήτημα των σχέσεων της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ με το κόμμα, πρέπει να έχουμε μια ξεκάθαρη θέση. Χρειαζόμαστε μια Νεολαία που θα έχει, όχι μόνο αυτόνομη οργανωτική λειτουργία από το κόμμα, αλλά κυρίως αυτόνομη χάραξη πολιτικής. Αυτό είναι απαραίτητο, όχι ασφαλώς γιατί είναι επιθυμητή μια «αυτόνομη στρατηγική για τη νεολαία». Άλλωστε αυτό που βασικά πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι η πολιτική δράση συγκεκριμένα στην εργατική νεολαία, που τα προβλήματα της είναι προβλήματα ολόκληρης της εργατικής τάξης, σε πιο οξυμμένο βαθμό και που η επίλυση τους δεν μπορεί να επιτελεστεί χωρίς την απελευθέρωση της εργατικής τάξης και της κοινωνίας συνολικά.

Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ πρέπει καταρχήν να είναι αυτόνομη γιατί σαν αριστερή οργάνωση νεολαίας, πρέπει να είναι σε θέση να εκφράσει με αυθεντικό τρόπο τη ριζοσπαστικοποίηση που συντελείται και αποκρυσταλλώνεται, πρώτα στα νέα στρώματα της εργατικής τάξης και έτσι να μπορεί να διοχετεύσει οργανωμένα αυτή τη ριζοσπαστικοποίηση στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ.

Πρέπει να είναι αυτόνομη επίσης, γιατί η ένταξη σε έναν πολιτικό φορέα δεν έχει νόημα για το μέλος, αν πρόκειται η διαμόρφωση της πολιτικής του να καθορίζεται από άλλα κέντρα. Τέλος, πρέπει να πούμε ξεκάθαρα, ότι είναι αναγκαία η αυτονομία της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, γιατί μπορεί να παίξει έναν αποφασιστικό ρόλο φρένου στη δεξιά πορεία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και να οργανώσει νέους ανθρώπους με σκοπό τον προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε μία επαναστατική, σοσιαλιστική κατεύθυνση.

Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι δημοκρατική και πολυτασική. Στο εσωτερικό της πρέπει να εκφράζονται ελεύθερα όλες οι πολιτικές απόψεις και να υπάρχει ελευθερία συγκρότησης πολιτικών τάσεων. Αυτός είναι σε τελική ανάλυση ο μόνος δρόμος για να αποφευχθούν οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, ο χωρίς αρχές φραξιονισμός και οι παραγοντίστικες ομαδοποιήσεις που επικεντρώνουν στον έλεγχο του μηχανισμού και βάζουν τις πολιτικές διαφωνίες «κάτω από το χαλί».

Είναι αυτονόητο ότι οι διαφορετικές πολιτικές τάσεις, πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αντιπροσωπευτούν σε κάθε όργανο, με απόλυτη αναλογικότητα στην εκπροσώπηση τους, στη βάση χωριστής λίστας. Βεβαίως, πρέπει να υπάρχει σεβασμός της άποψης της πλειοψηφίας και πλήρης ενότητα στην δράση.

Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να χτιστεί σε γερά θεμέλια στις σημερινές συνθήκες και να επιτελέσει το ρόλο της στη στράτευση της νεολαίας στην υπόθεση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, μόνο αν συγκροτηθεί σαν μια επαναστατική οργάνωση νεολαίας που θα είναι προσανατολισμένη σταθερά στην εργατική νεολαία. Για να γίνει αυτό είναι απαραίτητο να στηριχτεί στο μοντέλο του γνήσιου δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, που επιβάλλει πλέρια δημοκρατία στις εσωκομματικές διαδικασίες, αλλά και στο κατάλληλο επαναστατικό, σοσιαλιστικό πρόγραμμα.

Στροφή στον Μαρξισμό

«Χωρίς επαναστατική θεωρία, δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα». Η φράση αυτή του Λένιν, έχει αποφασιστική σημασία για να αντιληφθούμε τα καθήκοντα της οργάνωσης μας στην παρούσα ιστορική περίοδο. Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να γίνει πραγματική επαναστατική οργάνωση της νεολαίας και αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με τη στροφή της στο γνήσιο επιστημονικό σοσιαλισμό, τον Μαρξισμό.

Στροφή στον μαρξισμό σημαίνει διαρκής προσπάθεια να κατακτήσουμε τη μαρξιστική μέθοδο μέσα από τη συστηματική επαφή με τους «κλασικούς» του μαρξισμού. Σημαίνει το ολοκληρωτικό σπάσιμο από τις αναπαλαιωμένες ρεφορμιστικές αντιλήψεις όπως «ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα», που ευαγγελίζονται ένα σταδιακό πέρασμα στο σοσιαλισμό. Σημαίνει τον αγώνα ενάντια στο σταλινισμό, στο σεχταρισμό και τον αναρχισμό. Στροφή στον μαρξισμό σημαίνει κατάκτηση της μαρξιστικής αντίληψης για το κράτος, την ταξική πάλη, το σοσιαλισμό.

Η στροφή στον μαρξισμό σημαίνει συστηματική ενασχόληση της οργάνωσης και των μελών της με τη μαρξιστική θεωρία προκειμένου το κάθε μέλος της να παίζει το ρόλο επαναστατικού στελέχους στον χώρο που ζει, εργάζεται και παρεμβαίνει.

Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από τη συλλογική μόρφωση των μελών στις Οργανώσεις Μελών, που πρέπει να αποτελούν το κύτταρο της οργάνωσης. Ένα κύτταρο εκπαίδευσης και δράσης σε τοπικό ή κλαδικό επίπεδο. Για να μπορούν να λειτουργήσουν έτσι οι Ο.Μ., πρέπει να συνεδριάζουν συχνά, με θέματα πολιτικά και θεωρητικά. Να συζητούν συλλογικά τα βασικά θέματα της μαρξιστικής θεωρίας, της Ιστορίας, πολιτικές εξελίξεις και τη δράση τους στον χώρο που παρεμβαίνουν, με στόχο την μαζικοποίηση της Οργάνωσης.

Χωρίς συστηματική πολιτική εκπαίδευση πάνω στις θεμελιώδεις ιδέες του επιστημονικού σοσιαλισμού, τα μέλη της Νεολαίας δεν θα μπορούν να δράσουν με τον απαραίτητο ενθουσιασμό, δεν θα μπορούν να αποκτήσουν ανεξαρτησία σκέψης και να πάρουν τις κατάλληλες πρωτοβουλίες στους χώρους τους. Θα είναι εκτεθειμένα στην κυρίαρχη αστική προπαγάνδα, αλλά και στις εφήμερες εναλλαγές στην ψυχολογία και τις διαθέσεις του κινήματος.

Τέλος, ακόμα και με την ύπαρξη του δημοκρατικότερου καταστατικού, χωρίς συστηματική πολιτική εκπαίδευση στις σοσιαλιστικές ιδέες, τα μέλη είναι αδύνατον να ασκούν δημοκρατικό έλεγχο στην ηγεσία και να είναι σε θέση να καταλαβαίνουν και να διορθώνουν τα λάθη και τις αδυναμίες της πολιτικής της.

Η ανάγκη για συστηματική πολιτική εκπαίδευση των μελών επιβάλλει την άμεση εκπόνηση ενός προγράμματος συζητήσεων που θα περιλαμβάνει βασικά θέματα της μαρξιστικής θεωρίας και της ιστορίας του ελληνικού και του διεθνούς εργατικού κινήματος, καθώς και τη δημιουργία μιας δανειστικής βιβλιοθήκης με κλασσικά μαρξιστικά έργα σε κάθε Ο.Μ.
Είναι επίσης άμεση ανάγκη η κυκλοφορία ενός μηνιαίου περιοδικού με θεωρητικό περιεχόμενο, που θα αποτελεί βασικό εργαλείο πολιτικής εκπαίδευσης των μελών. Στο περιεχόμενο της ιστοσελίδας μας, πρέπει επίσης να δοθεί περισσότερη έμφαση στη μαρξιστική θεωρία.

Στοχευμένη και αποτελεσματική δράση – όχι στον ανούσιο ακτιβισμό

Η οργάνωση πρέπει να αποφύγει το μοντέλο ενός υπέρμετρου και άσκοπου ακτιβισμού και να προσανατολιστεί σε συγκεκριμένες προτεραιότητες δράσης. Το μέλος της Οργάνωσης δεν πρέπει να μετατρέπεται σε ακτιβιστή που τρέχει από πορεία σε πορεία και από αφισοκόλληση σε αφισοκόλληση, χωρίς ουσιαστικά να παρεμβαίνει συστηματικά σε έναν χώρο και χωρίς να εκπαιδεύεται, ούτε από την εμπειρία του στο πραγματικό κίνημα, ούτε από τα συμπεράσματα της θεωρίας. Το αποτέλεσμα θα είναι να δημιουργούνται μέλη πολλών ταχυτήτων και η διάθεση και ο ενθουσιασμός να ξεφουσκώνουν αφού δεν θα βασίζονται σε πραγματική κατανόηση του σκοπού για τον οποίο αγωνιζόμαστε. Πολλά μέλη θα απογοητεύονται και θα χάνονται, ιδίως σε περιόδους υποχώρησης του κινήματος. Επίσης στη βάση «ακτιβίστικων» οργανωτικών μεθόδων δημιουργείται ένα μοντέλο οργάνωσης μακριά από τις ανάγκες και τις δυνατότητες ενός νέου εργαζόμενου, που δεν έχει χρόνο να ξοδεύει για αναποτελεσματική δράση «επί παντός επιστητού» και χρειάζεται να αφιερώνει χρόνο σε συγκεκριμένες και ουσιαστικές προτεραιότητες.

Η παρουσία της Οργάνωσης στις «κεντρικές» κινητοποιήσεις πρέπει επίσης, να είναι μαζική και καλά περιφρουρημένη. Για να πετύχουμε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, είναι αναγκαίο, πριν από τις βασικές κινητοποιήσεις να προηγείται συζήτηση στις Ο.Μ. όπου θα εξηγούνται οι στόχοι της κινητοποίησης, θα ορίζονται παρεμβάσεις για την προπαγάνδισή της και θα ζητείται από κάθε μέλος να απευθυνθεί σε συγκεκριμένους ανθρώπους στον περίγυρο του, για να τους ζητήσει να συμμετέχουν στην κινητοποίηση με την οργάνωση μας. Μετά τις κεντρικές κινητοποιήσεις θα πρέπει επίσης να γίνεται απολογισμός αυτής της δραστηριότητας και των στόχων που τέθηκαν και να βελτιώνεται η δουλειά μας, όπου κρίνεται απαραίτητο.

Αποφασιστική στροφή στο εργατικό κίνημα

Η προτεραιότητα της Οργάνωσης πρέπει να είναι η σύνδεση της με το εργατικό κίνημα. Αυτή η αναγκαιότητα δεν αποτελεί κάποιο «ιδεολογικό φετίχ». Η εργατική τάξη λόγω της θέσης της στην παραγωγή, της συγκέντρωσης και της οργάνωσης της, είναι η μόνη τάξη που μπορεί – όπως έχει αποδειχτεί ιστορικά – να ηγηθεί του αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού. Το καθήκον μας σαν Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ είναι να παρέμβουμε πρώτα και κύρια στο εργατικό κίνημα και να στρατολογήσουμε νέους εργαζόμενους.

Σήμερα στις γραμμές μας δεν υπάρχουν πολλοί νέοι εργαζόμενοι. Η πλειοψηφία των νέων εργαζόμενων που είναι μέλη της Οργάνωσης έχουν ενταχθεί στα φοιτητικά τους χρόνια, ενώ δεν υπάρχει μαζικοποίηση μέσα από χώρους εργασίας. Αλλά και οι νέοι εργαζόμενοι που υπάρχουν, σπάνια εμπλέκονται σε μια δραστηριότητα μέσα στον εργασιακό τους χώρο. Αυτό οφείλεται από τη μία σε έλλειψη εμπειρίας, αλλά και σε λάθος προτεραιότητες και αποτελεί τεράστια αντίφαση με το γεγονός ότι το κόμμα μας, έρχεται πρώτο σε απήχηση στις τάξεις των νέων εργαζομένων.

Το τελευταίο διάστημα, έγιναν κάποια βήματα για να βελτιωθεί η κατάσταση και να ενισχυθούν οι δεσμοί της οργάνωσης με τους εργαζόμενους, μέσα από τη δημιουργία κάποιων κλαδικών Ο.Μ., συνδικαλιστικών πυρήνων στους χώρους που έχουμε μια παρουσία και προσπάθεια σύνδεσης με συγκεκριμένα σωματεία π.χ. στο χώρο της ACS. Αυτά τα βήματα πρέπει να ενισχυθούν.

Η παρέμβαση στο φοιτητικό κίνημα και ο συνδικαλισμός στις σχολές πρέπει να γίνεται με βασικό στόχο τη σύνδεση του φοιτητικού με το εργατικό κίνημα και από πολιτική, αλλά και από πρακτική άποψη. Πρέπει ακόμα, να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην προσέγγιση των εργαζόμενων φοιτητών και την προσπάθεια να τους συνδέσουμε με το συνδικαλιστικό κίνημα στον εργασιακό τους χώρο ή να τους βοηθήσουμε να δημιουργήσουν τις πρώτες δομές του, όπου δεν υπάρχουν.

Οι τοπικές O.M., πρέπει να στραφούν αποφασιστικά στους εργασιακούς χώρους που υπάρχουν στις περιοχές τους, είτε αυτά είναι εργοστάσια, είτε εμπορικά κέντρα, είτε οι εργαζόμενοι του δήμου και τα σωματεία τους είτε κάποιος άλλος μαζικός εργασιακός χώρος. Επίσης σε χώρους όπως τοπικά παραρτήματα του ΟΑΕΔ, σχολές μαθητείας, επαγγελματικά-τεχνικά Λύκεια, νυχτερινά σχολεία, όπου υπάρχουν εργαζόμενοι μαθητές και σπουδαστές, νέοι άνεργοι και γενικότερα πιο προλεταριακά στρώματα. Έτσι, θα δημιουργήσουμε δεσμούς με τους χώρους αυτούς και θα εξασφαλίσει την εργατική ταξική σύνθεση της Οργάνωσης. Κάθε τοπική Ο.Μ. πρέπει να επιλέξει έναν εργασιακό χώρο στην περιοχή της, που θα έχει συστηματική παρουσία και παρέμβαση.

Οι εργαζόμενοι σύντροφοι θα πρέπει να παροτρυνθούν να γραφτούν στα σωματεία τους και να ενισχύσουν τις αριστερές παρατάξεις σε αυτά ή να συγκροτήσουν τέτοιες, όπου δεν υπάρχουν. Σε αυτό τον τομέα, πρέπει να υπάρξει η μέγιστη δυνατή συνεργασία με το Κόμμα, την Αυτόνομη Παρέμβαση, το Δίκτυο Συνδικαλιστών ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα, με όσες δυνάμεις της Αριστεράς είναι δυνατό να αναπτύξουμε συνεργασία και κοινή δράση.

Η παρέμβαση μας στο αντιρατσιστικό κίνημα πρέπει να γίνεται στη βάση της ανάδειξης της ταξικής διάστασης του ζητήματος και να συνδυαστεί με την υπεράσπιση μιας καμπάνιας για να γραφτούν οι μετανάστες εργάτες στα συνδικάτα και στα εργατικά κόμματα. Πρέπει να παρέμβουμε αποφασιστικά στους χώρους που δουλεύουν κυρίως μετανάστες.

Είναι ανάγκη να διεξάγουμε καμπάνια σε συνεργασία με το κόμμα, την Αυτόνομη Παρέμβαση και το Δίκτυο Συνδικαλιστών ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τις υπόλοιπες συνδικαλιστικές δυνάμεις της Αριστεράς, όπου είναι δυνατόν, για το άνοιγμα των συνδικάτων στους ανέργους και όσους εργάζονται με ελαστικές μορφές εργασίας. Πρέπει να δημιουργηθούν επιτροπές ανέργων σε κάθε συνδικάτο που θα επιδιώξουν την καταγραφή τους κατά κλάδο παραγωγής και την οργάνωση τους στο συνδικαλιστικό κίνημα. Επιτροπές και Δίκτυα ανέργων που θα παλέψουν για συγκεκριμένους στόχους πάλης, θα πρέπει να δημιουργηθούν από κοινού με τα συνδικάτα και όχι σαν παράλληλες ανεξάρτητες δομές.

Τέλος, χρειάζεται κεντρική σύνδεση της Οργάνωσης με τους εργατικούς χώρους που βρίσκονται ή βρέθηκαν το προηγούμενο διάστημα σε κινητοποιήσεις (πχ διοικητικοί υπάλληλοι των Πανεπιστημίων, καθηγητές, εργαζόμενοι στους ΟΤΑ, εργάτες της ΒΙΟΜΕ, της Χαλυβουργία). Αυτό μπορεί να γίνει μέσα από τη διοργάνωση εκστρατειών αλληλεγγύης, με συλλογή χρημάτων για απεργιακά ταμεία, αποστολή κλιμακίων για συμπαράσταση, διοργάνωση εκδηλώσεων αλληλεγγύης – σαν προτεραιότητα των τοπικών O.M., αλλά και της σπουδάζουσας όταν είναι σε εξέλιξη ένας τέτοιος αγώνας.

Σπουδάζουσα νεολαία

Τα τελευταία χρόνια, το φοιτητικό κίνημα βρίσκεται σε ύφεση. Η περίοδος που διανύουμε, με μεμονωμένες εξαιρέσεις, χαρακτηρίζεται από μειωμένη κινητικότητα στους φοιτητικούς συλλόγους, αδυναμία σύγκλησης Γενικών Συνελεύσεων και έλλειψη σοβαρών κινητοποιήσεων από μέρους του φοιτητικού κινήματος. Για την κατάσταση αυτή του φοιτητικού κινήματος σημαντικές ευθύνες έχουν οι ηγεσίες της φοιτητικής Αριστεράς. Η ένταση της διασπαστικής τακτικής της ΚΝΕ τα τελευταία χρόνια, η σεχταριστική τακτική της ΕΑΑΚ, και η δική μας αδυναμία να δώσουμε διέξοδο σε διάφορες κρίσιμες καμπές του φοιτητικού κινήματος έχουν συμβάλει στην σημερινή κατάσταση του φοιτητικού κινήματος.

Πέρα όμως από τις ευθύνες των ηγεσιών της Αριστεράς στα πανεπιστήμια, υπάρχουν και σοβαρά αντικειμενικά αίτια που έχουν οδηγήσει στην αδρανοποίηση του φοιτητικού κινήματος. Η ταχεία διάλυση του δημοσίου πανεπιστημίου, η εντατικοποίηση των σπουδών, η επισφάλεια, η αβεβαιότητα για το μέλλον, η δραματική αύξηση της ανεργίας έχουν δημιουργήσει νέες τάσεις μέσα στη σπουδάζουσα νεολαία. Το τμήμα εκείνο των φοιτητών από τα πιο εύπορα στρώματα, έχοντας εξασφαλίσει την χρηματοδότηση από το οικογενειακό του περιβάλλον επικεντρώνεται στο να τελειώσει γρήγορα το πανεπιστήμιο και να στραφεί στο εξωτερικό για μεταπτυχιακές σπουδές κι αναζήτηση δουλειάς. Το τμήμα των φοιτητών από φτωχότερα λαϊκά στρώματα προσπαθεί να τελειώσει σύντομα τις σπουδές και να κινηθεί στην ανεύρεση εργασίας. Μια όλο και μεγαλύτερη μερίδα φοιτητών αναγκάζεται για οικονομικούς λόγους να εγκαταλείψει τις σπουδές. Αυτές οι τάσεις ισχύουν πολύ περισσότερο για τους φοιτητές που φοιτούν σε άλλη πόλη κι έχουν τα δυσβάσταχτα έξοδα του ενοικίου και της συντήρησης τους.

Σε αυτή τη φάση, οι φοιτητές δεν ασχολούνται με τις διαδικασίες των συλλόγων τους, όχι γιατί αδιαφορούν για την πολιτική γενικά, αλλά γιατί αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να συσπειρωθούν μόνο γύρω από την υπεράσπιση του δημοσίου πανεπιστημίου, όταν το κεντρικό πρόβλημα βρίσκεται έξω από το πανεπιστήμιο. Μπορούμε να πούμε λοιπόν, ότι ο παραδοσιακός φοιτητικός συνδικαλισμός που επικεντρώνεται στην υπεράσπιση του δημοσίου πανεπιστημίου έχει οριστικά ξοφλήσει. Ο φοιτητικός συνδικαλισμός και το ίδιο το φοιτητικό κίνημα πρέπει να επικεντρωθούν στο πως μπορούν να δοθούν συνολικές λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας, στο πως μπορεί το φοιτητικό κίνημα να συμβάλει σε αυτή την κατεύθυνση. Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εκπονήσει ένα μεταβατικό πρόγραμμα διεκδικήσεων για την εκπαίδευση, που θα γεφυρώνει τις διεκδικήσεις του φοιτητικού κινήματος σήμερα με τον στόχο του σοσιαλισμού και της εκπαίδευσης των αναγκών μας.

Το βασικό μας καθήκον στις σημερινές συνθήκες είναι να αναδείξουμε ως κεντρική μας πολιτική πρόταση την ανάγκη για μία κυβέρνηση της Αριστεράς με ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Γι’ αυτό το σκοπό, πρέπει να προβάλουμε την ανάγκη της περαιτέρω οργάνωσης του φοιτητικού κινήματος μέσα από την ανασύσταση της ΕΦΕΕ, μέσα από την διεκδίκηση φοιτητικού και εργατικού ελέγχου στις σχολές και με την δημοκρατική λειτουργία των συντονιστικών, με εκλεγμένους και ανακλητούς αντιπροσώπους, σε περιόδους κινήματος. Πρέπει επίσης να βγάλουμε την οργάνωση «προς τα έξω», με εκδηλώσεις, με μοίρασμα υλικού και με διαρκή προσπάθεια για ένταξη στην οργάνωση νέων φοιτητών. Παράλληλα, πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες σύνδεσης του φοιτητικού και του εργατικού κινήματος, και πρώτα απ’ όλα των φοιτητών με τους καθηγητές και τους εργαζόμενους στα πανεπιστήμια.

Μαθητικό Κίνημα

Ένα επίσης σημαντικό πεδίο παρέμβασης όπου πρέπει να αναβαθμίσουμε την παρουσία μας, είναι το μαθητικό κίνημα. Οι τοπικές Ο.Μ. με τη βοήθεια της σπουδάζουσας πρέπει να στραφούν σε παρεμβάσεις στα σχολεία για να ενταχθούν μαθητές και να χτίσουμε ισχυρούς μαθητικούς πυρήνες και σημαντική παρουσία στο μαθητικό κίνημα. Οι κινητοποιήσεις στα σχολεία τα προηγούμενα χρόνια, όπως και η σημαντική παρουσία μαθητών σε όλες τις μεγάλες κινητοποιήσεις, έδειξαν ότι οι μαθητές είναι ένα από τα πιο ριζοσπαστικοποιημένα στρώματα της κοινωνίας και ότι οι ιδέες της Αριστεράς μπορούν να βρουν πρόσφορο έδαφος ανάμεσα τους.

Για μια αποτελεσματική παρέμβαση στα σχολεία, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εκπόνηση ενός προγράμματος για τους μαθητές και την εκπαίδευση και η ανάδειξη συγκεκριμένων αποτελεσματικών μεθόδων πάλης. Βασικά ζητήματα πρέπει να είναι η δουλειά για την επανενεργοποίηση των μαθητικών συμβουλίων σαν συνδικαλιστικών οργάνων αγώνα, η αναβάθμιση του μαθητικού κινήματος μέσα από τη δημιουργία δευτεροβάθμιων οργάνων κατά περιοχή με αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους και μια καμπάνια για τη δημιουργία ενός Πανελλαδικού Συνδικάτου Μαθητών, στα πρότυπα μιας γνήσια δημοκρατικής ΕΦΕΕ.

Αντιφασιστικό Κίνημα

Η δολοφονική δράση της Χρυσής Αυγής, η αποκάλυψη της έκτασης της διείσδυσης του ναζισμού στις δομές του αστικού κράτους και η υποστήριξη που απολαμβάνουν οι ναζί από μερίδες των καπιταλιστών, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο εφησυχασμού και αυταπατών για τη δυνατότητα του αστικού κράτους να τιθασεύσει τη δράση τους. Η οργανωμένη μαζική δράση ενάντια στο φασισμό και τη Χρυσή Αυγή είναι πρώτιστο καθήκον της Αριστεράς και της οργάνωσης μας ειδικά.

Η δράση μας πρέπει να κατευθυνθεί στην προσπάθεια δημιουργίας ενός ενιαίου μετώπου όλων των μαζικών οργανωμένων δυνάμεων της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, ενάντια στους φασίστες. Πρέπει να μείνουμε μακριά από τη λογική του «συνταγματικού τόξου» και του μετώπου των «δημοκρατικών κομμάτων» ενάντια στο φασισμό, που προωθούν τα αστικά και μικροαστικά κόμματα για να αφοπλίσουν την Αριστερά και το εργατικό κίνημα, να την δεσμεύσουν στην υποστήριξη και την παραχώρηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων στους μηχανισμούς του αστικού κράτους και τελικά, να αφήσουν αλώβητο το φασισμό, που μπορεί να τους χρειαστεί ανά πάσα στιγμή σαν εφεδρικός στρατός.

Η δράση μας πρέπει να εστιάσει στην ανεξάρτητη από το αστικό κράτος και τα αστικά κόμματα, οργάνωση και δράση του εργατικού κινήματος ενάντια στους φασίστες. Για την απομόνωση τους στους εργασιακούς χώρους και τους χώρους εκπαίδευσης και το διώξιμο τους από τα συνδικάτα και τους φοιτητικούς συλλόγους. Για το σαμποτάζ στην εκτύπωση των εντύπων τους και στην κάλυψη των εκδηλώσεων τους από τα ΜΜΕ, μέσα από τη δράση του συνδικαλιστικού κινήματος στους χώρους αυτούς. Για την οργάνωση της ταξικής αλληλεγγύης προς τους μετανάστες και την περιφρούρηση των γειτονιών τους από τη δράση των φασιστικών συμμοριών. Για την οργάνωση ενωτικών ομάδων αυτοάμυνας και κεντρικής αντιφασιστικής πολιτοφυλακής, που θα περιφρουρούν τις κινητοποιήσεις, τις εκδηλώσεις και τη δράση της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, τις γειτονιές μας και τις γειτονιές των μεταναστών από τους φασίστες, που θα τους στερήσουν τη δυνατότητα άσκησης βίας χωρίς εμπόδια και θα τους απωθήσουν από τον δημόσιο χώρο.

Στην κατεύθυνση αυτή, οι οργανωμένες μας δυνάμεις πρέπει να συνδεθούν αποφασιστικά με τις όποιες μαζικές τοπικές αντιφασιστικές πρωτοβουλίες και να πρωτοστατήσουν στη δημιουργία τους, όπου δεν υπάρχουν. Πρέπει να παλέψουν για το άνοιγμα τους και την επιδίωξη πλατιάς συμμετοχής σε αυτές από την τοπική κοινωνία και τους οργανωμένους φορείς του μαζικού κινήματος, τη δημοκρατική λειτουργία τους και τη σύνδεση τους με τους χώρους εργασίας και τους χώρους της νεολαίας, μακριά από σεχταριστικές λογικές, μακριά από λογικές φετιχοποίησης της βίας, αλλά και μακριά από λογικές ενσωμάτωσης στα όρια της αστικής νομιμότητας και λειτουργίας τους σαν ομίλων συζήτησης.

Αλληλεγγύη

Το τελευταίο διάστημα έχουν εμφανιστεί πολλές πρωτοβουλίες αλληλεγγύης (όπως οι συλλογικές κουζίνες, τα ανταλλακτικά παζάρια, τα δωρεάν μαθήματα σε φτωχούς μαθητές και άλλα). Στη συντριπτική τους πλειοψηφία όμως, είναι προσπάθειες που πλαισιώνονται σχεδόν αποκλειστικά από αριστερές δυνάμεις – και ιδιαίτερα από τις Οργανώσεις Μελών και τις Δημοτικές Παρατάξεις του κόμματος.

Οι γνήσιες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης δεν πρέπει να εξαντλούνται σε πράξεις ελεημοσύνης. Χτίζονται στη βάση της αγωνιστικής κινητοποίησης των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και ιδιαίτερα του οργανωμένου εργατικού κινήματος με σκοπό τη στήριξη των πιο σκληρά χτυπημένων και συχνά εξαθλιωμένων τμημάτων της κοινωνίας, όπως οι άνεργοι και οι μετανάστες.

Τα δίκτυα και οι άλλες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης δεν πρέπει να στοχεύουν στο χτίσιμο «σοσιαλιστικών νησίδων» όπου τάχα θα κυριαρχούν μη-εμπορευματικές σχέσεις και θα αποτελούν το «έμβρυο της νέας κοινωνίας». Ο σοσιαλισμός είναι μια κοινωνία που θα χτιστεί στη βάση της αφθονίας που μπορεί να προκύψει μόνο με το γκρέμισμα των φραγμών της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και της αναρχίας στην παραγωγή. Δεν είναι το μοίρασμα της φτώχειας και της εξαθλίωσης, ούτε μπορεί να χτιστεί μέσα από την επικράτηση των συνεταιριστικών παραγωγικών μορφών, όπως έχουν εξηγήσει οι κλασικοί του Μαρξισμού πολλά χρόνια πριν, κάνοντας κριτική στον Προυντόν και τους Ουτοπικούς σοσιαλιστές.

Οι πρωτοβουλίες αλληλεγγύης πρέπει να συνδέονται με το μόνο αγώνα που μπορεί να μας οδηγήσει στο σοσιαλισμό, δηλαδή τον αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Η συμμετοχή της Οργάνωσής μας στις δράσεις αλληλεγγύης, καθώς και οι πρωτοβουλίες που παίρνει σε αυτόν τον τομέα, για να είναι αποτελεσματικές και να στοχεύουν στη ριζοσπαστικοποίηση και την κινητοποίηση των εργαζόμενων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, οφείλουν να στηρίζονται σε μια τέτοια προσέγγιση.

Άλλα πεδία παρέμβασης

Τα τοπικά κινήματα για το περιβάλλον και τους δημόσιους χώρους (Σκουριές Χαλκιδικής, Αεροδρόμιο Ελληνικού, ΧΥΤΑ σε διάφορες περιοχές κλπ) είναι άλλο ένα σημαντικό πεδίο παρέμβασης. Επίσης σημαντικό, είναι το ζήτημα του Πολιτισμού και του Αθλητισμού για τη νεολαία. Πρέπει να διεκδικήσουμε σε κάθε γειτονιά χώρους άθλησης και ψυχαγωγίας για τη νεολαία.
Η δράση της Οργάνωσης πρέπει να χαρακτηρίζεται από την αντίληψη πως η καταστροφή του περιβάλλοντος, καθώς και η εκμετάλλευση των δημόσιων χώρων και των αθλητικών και πολιτιστικών κέντρων για την κερδοφορία του κεφαλαίου, αποτελούν χαρακτηριστική έκφραση της ιστορικής παρακμής του καπιταλισμού.

Οι θέσεις μας οφείλουν να συνδέουν τους τοπικούς αγώνες γύρω από τα ζητήματα αυτά με τον αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας που θα λειτουργεί με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.

Στηριγμένοι σε αυτές τις θέσεις θα μπορέσουμε να ισχυροποιήσουμε τη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ και να την κάνουμε χρήσιμο εργαλείο της νεολαίας στον αγώνα για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

{fcomment}

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα