Η Δεξιά ηττήθηκε απόλυτα στις ισπανικές γενικές εκλογές, οι οποίες έλαβαν χώρα στις 29 Απριλίου. Οι μάζες προσήλθαν στις κάλπες: η συμμετοχή έφτασε στο εντυπωσιακό υψηλό του 75,8% – μια αύξηση 9 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με τις εκλογές του 2016. Οι ψηφοφόροι κινητοποιηθήκαν τόσο μαζικά, με σκοπό να εμποδίσουν τα δεξιά κόμματα να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Σ’ όλη τη χώρα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα – PSOE) και οι «Ουνίδος Ποδέμος» (σ.τ.μ: Unidos Podemos, το μέτωπο της «Ενωμένης Αριστεράς» με τους Ποδέμος) απέσπασαν το 43% των ψήφων έναντι 42,8% των δεξιών κομμάτων (μια διαφορά 60.000 ψήφων). Στη Καταλονία, αν συνυπολογίσουμε τις ψήφους της Αριστεράς, που είναι υπέρ της ανεξαρτησίας, η Αριστερά απέσπασε το 65,5% των ψήφων, το υψηλότερο ποσοστό της πανεθνικά.
Οι εκλογές δείχνουν μια έντονη πόλωση στην κοινωνία μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Ολόκληρη η εκλογική εκστρατεία περιστράφηκε γύρω από την προσπάθεια των τριών δεξιών κομμάτων, του Λαϊκό Κόμμα (PP), των «Θιουνταντάνος» (Ciudadanos – το «ακραία φιλελεύθερο» δεξιό κόμμα) ) και του ακροδεξιού Vox, να επαναλάβουν το σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού, όπως στην Ανδαλουσία στις τοπικές εκλογές. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα διεξήγαγε μια εκστρατεία βασισμένη στην ιδέα της αντιπαράθεσης «του παρελθόντος ενάντια στο μέλλον», της «Ισπανίας της αντίδρασης εναντίον της Ισπανίας της προόδου». Αυτό οδήγησε σε μεγαλύτερη συμμετοχή και υποστήριξη για τα αριστερά κόμματα, αναδεικνύοντας μια έντονη ταξική συνείδηση εκ μέρους της εργατικής τάξης, η οποία αναγνωρίζει την απειλή που αντιπροσωπεύουν το Λαϊκό Κόμμα, οι «Θιουνταντάνος» και το Vox και ήθελαν να αποτρέψουν μια αντιδραστική κυβέρνηση με τη συμμετοχή της ακροδεξιάς.
Έτσι, το Σοσιαλιστικό Κόμμα βγήκε νικητής. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα έλαβε το 28,7% των ψήφων, κερδίζοντας 123 έδρες στο κοινοβούλιο. Αν και αυτή είναι μια σημαντική αύξηση, σε σύγκριση με τις 85 έδρες και το 22,66% που κέρδισε το Σοσιαλιστικό Κόμμα στις εκλογές του 2016, ακόμη δεν αρκεί για το σχηματισμό μιας κυβέρνησης πλειοψηφίας. Το ΣΚ αντιμετωπίστηκε ως ο ευκολότερος τρόπος να διασφαλιστεί ότι δε θα νικήσει η Δεξιά κι έτσι το κόμμα συγκέντρωσε την πλειοψηφία των αριστερών ψήφων αντί για το «Ουνίδος Ποδέμος».
Μεγάλη ήττα για το Λαϊκό Κόμμα
Στον αντίποδα, αυτή ήταν η χειρότερη εκλογική επίδοση για το κύριο δεξιό κόμμα, το Λαϊκό Κόμμα. Απέσπασε μόλις το 16,7% των ψήφων και 66 έδρες. Αυτή είναι μια σημαντική πτώση από τις 137 έδρες στις εκλογές του 2016, όταν ο Ραχόι έγινε πρόεδρος. Το Λαϊκό Κόμμα κυριαρχούσε στο εσωτερικό της Δεξιάς στην Ισπανία για σχεδόν 40 χρόνια, αλλά τώρα δείχνει σημάδια αδυναμίας. Στη Χώρα των Βάσκων, για παράδειγμα, το Λαϊκό Κόμμα δεν έχουν πλέον ούτε ένα βουλευτή και στην Καταλονία έχασε 5 βουλευτές, μένοντας πλέον μόνο με έναν.
Αφού ο Ραχόι υπέστη ντροπιαστική ήττα στην πρόταση μομφής, που οδήγησε στην απομάκρυνση της κυβέρνησής του τον περασμένο Ιούνιο, το Λαϊκό Κόμμα χρειαζόταν ένα «φρέσκο πρόσωπο» για ηγέτη, το οποίο βρήκε στον νεαρό Πάμπλο Κασάδο. Υπό την ηγεσία του Κασάδο, το PP κινήθηκε προς τα δεξιά, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να σταματήσει την αιμορραγία ψήφων προς τους «Θιουνταντάνος» και το Vox (το ακροδεξιό κόμμα). Ωστόσο, αυτή η στρατηγική ξεκάθαρα τους «γύρισε μπούμερανγκ» και οδήγησε στην ενίσχυση του Vox.
Το Vox κερδίζει έδαφος
Όπου είχε απώλειες το Λαϊκό Κόμμα, ενισχύθηκε το Vox. Το Vox σχηματίστηκε πριν από 6 χρόνια και είναι το πρώτο ανοιχτά ακροδεξιό κόμμα, που κάνει την εμφάνισή του, από την πτώση της δικτατορίας του Φράνκο το 1975. Το Vox έλαβε 10,2% των ψήφων και 24 έδρες στο κοινοβούλιο. Αυτή είναι μια αξιοσημείωτη αύξηση από το πενιχρό 0,2% στις εκλογές του 2016. Είναι υπέρ των ταυρομαχιών, κατά της μετανάστευσης, κατά των γυναικείων δικαιωμάτων και παρουσιάζει εαυτό σαν ένα αντικαθεστωτικό κόμμα. Ξεκάθαρα, αντιπροσωπεύει τα πιο αντιδραστικά στοιχεία της ισπανικής κοινωνίας και έχει κερδίσει έδαφος στις αγροτικές περιοχές και ιδιαίτερα μέσα στους πρώην ψηφοφόρους του Λαϊκού Κόμματος στις εύπορες περιοχές.
Για παράδειγμα, στη Σαλαμάνκα, την πλουσιότερη συνοικία της Μαδρίτης, τα τρία δεξιά κόμματα ήρθαν πρώτο, δεύτερο και τρίτο με 71% αθροιστικά, ελαφρώς κάτω από το αντίστοιχο 75% του 2016. Όμως, το Vox ήρθε τρίτο, με 17,8% των ψήφων: πολύ πάνω από το εθνικό του ποσοστό του 10%. Ταυτόχρονα, στην εργατική συνοικία Πουέντε Βαγιέκας της Μαδρίτης, το PSOE ήρθε πρώτο και οι Ποδέμος δεύτεροι, με ποσοστό 63% αθροιστικά, ενώ το Vox έλαβε μόλις 8% των ψήφων, κάτω από το εθνικό ποσοστό του.
To Vox προκάλεσε αναταραχή τον περασμένο Δεκέμβρη, όταν έλαβε σχεδόν 400.000 ψήφους στις τοπικές εκλογές της Ανδαλουσίας, αποτέλεσμα που ανησύχησε την ισπανική Αριστερά. Ενδεικτικό στοιχείο της απογοήτευσης και της σύγχυσης στην ισπανική κοινωνία είναι ότι στις προαναφερθείσες εκλογές η συμμετοχή έφτασε μετά βίας το 58%, το μικρότερο ποσοστό στην περιοχή από τις τοπικές εκλογές του 1990. Οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν ένα ποσοστό 11-13% για το Vox στις γενικές εκλογές. Στην Ανδαλουσία, το Vox πήρε περισσότερες από 600.000 ψήφους και αύξησε το ποσοστό του στο 13,38%. Το Vox ήλπιζε να πάει πολύ καλύτερα, βασιζόμενο στην επιτυχία τους στις τοπικές εκλογές, αλλά αναχαιτίστηκε από τις ψήφους προς την Αριστερά. Δεν είναι τυχαίο ότι λίγους μήνες μετά την πολύ χαμηλή συμμετοχή στις τοπικές εκλογές της Ανδαλουσίας, το ποσοστό συμμετοχής στην περιοχή στις γενικές εκλογές εκτοξεύθηκε στο 73,3%. Οι «Θιουνταντάνος» επίσης είχαν τη φιλοδοξία να ξεπεράσουν το Λαϊκό Κόμμα και να γίνουν το βασικό δεξιό κόμμα στην Ισπανία, αλλά απέσπασαν μόλις το 15,8% των ψήφων.
Κατάρρευση των Ποδέμος
Οι Ποδέμος επίσης υπέστησαν μια πτώση σ’ αυτές τις εκλογές. Βγήκαν τέταρτο κόμμα, πίσω από τους «Θιουνταντάνος» και το Λαϊκό Κόμμα, με μόλις 14,3% και 42 έδρες. Πρόκειται για μια πτώση 7 ποσοστιαίων μονάδων από το 21,05% του 2016, όταν είχαν κερδίσει 71 έδρες. Αυτή η απώλεια ψήφων είναι το αποτέλεσμα της αποτυχημένης πολιτικής στρατηγικής των Ποδέμος. Τον περασμένο Ιούνιο, πρωτοστάτησαν στην πρόταση μομφής, η οποία έριξε την κυβέρνηση του Ραχόι, και υπερψήφισαν τον Σάντσεθ για πρωθυπουργό. Είχαν μια πραγματική ευκαιρία να πιέσουν τον Σάντσεθ να εφαρμόσει ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα και να τον αναγκάσουν να λογοδοτεί για πιθανές περικοπές και έλλειψη φιλεργατικών μεταρρυθμίσεων. Αυτό θα ήταν δυνατό με το συνδυασμό κινητοποιήσεων στους δρόμους, αλλά και κοινοβουλευτικής πίεσης. Αντίθετα, υποτάχθηκαν στο PSOE και δεν επέδειξαν καμία ξεκάθαρη διαφοροποίηση στο πρόγραμμά τους, που θα έστρεφε προς το μέρος τους την εκλογική υποστήριξη.
Στην πράξη, ήταν ουρά του Σάντσεθ. Οι ηγέτες των Ποδέμος μετρίασαν τη μέχρι πρότινος πιο ριζοσπαστική γλώσσα τους και ελάττωσαν τη μαχητικότητά τους. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας (ο ηγέτης των Ποδέμος) φάνηκε να υιοθετεί πιο αριστερή πολιτική, αλλά αυτό έγινε σε ανεπαρκή βαθμό και καθυστερημένα. Οι ενέργειές του, αυτή την τελευταία περίοδο, δεν αντιστοιχούν στη ρητορική του. Επομένως, ένα τμήμα των αριστερών ψηφοφόρων, που προηγουμένως υποστήριζαν τους Ποδέμος, τώρα στράφηκαν στο PSOE, βλέποντάς το ως έναν πιο «ασφαλή» δρόμο για να σταματήσει η πορεία της Δεξιάς προς την εξουσία.
Και τώρα;
Αν και το Σοσιαλιστικό Κόμμα κέρδισε, ο ηγέτης του, ο Σάντσεθ, είναι ένας μετριοπαθής, τον οποίο υποστηρίζουν οι Financial Times, ο Economist και οι New York Times, οι οποίοι εκθειάζουν τη μετριοπάθειά του και την προθυμία του για συμβιβασμό. Θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια αριθμητική πλειοψηφία στο κοινοβούλιο μέσω μιας συμμαχίας με τους Θιουνταντάνος, κάτι που θα προτιμούσε και η άρχουσα τάξη. Ωστόσο, ο ηγέτης των Θιουνταντάνος, ο Άλμπερτ Ριβέρα, κατέστησε σαφές ότι δε θέλει να συμμαχήσει με τους σοσιαλιστές: ο στόχος τους να γίνουν το κύριο δεξιό κόμμα θα ζημιωνόταν ραγδαία, αν έκανε κάτι τέτοιο. Επιπλέον, οι υποστηρικτές του Σάντσεθ κατέστησαν σαφές στην ομιλία του μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων ότι δε θα ανεχτούν καμιά συμμαχία με τη Δεξιά. Τα συνθήματα του πλήθους «Όχι με τον Ριβέρα!» αντιμετωπίστηκαν με αμήχανα χαμόγελα από το νέο πρόεδρο, ο οποίος είπε ότι δε θα έβαζε «κόκκινη γραμμή» σε μια συμμαχία με τους Θιουνταντάνος. Αντίθετα, δήλωσε ότι ο μόνος όρος για έναν εταίρο θα ήταν ο «σεβασμός στο Σύνταγμα».
Αξιοσημείωτο ήταν το γεγονός ότι τα άλλα συνθήματα κατά τη διάρκεια της ομιλίας ήταν: “¡No pasarán!” («Δε θα περάσουν!»): ένα αντιφασιστικό σύνθημα, που ακουγόταν στην υπεράσπιση της Μαδρίτης στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και “¡Sí se puede!” («Ναι, μπορούμε!»), που είναι σύνθημα των Θιουνταντάνος. Αυτά τα συνθήματα αντανακλούν τη διάθεση μεταξύ πολλών ψηφοφόρων του Σοσιαλιστικού Κόμματος, οι οποίοι είναι πολύ πιο ριζοσπάστες από τον Σάντσεθ. Αυτή τη στιγμή, όλα τα κόμματα περιμένουν τις δημοτικές και τις περιφερειακές εκλογές και τις ευρωεκλογές, που θα γίνουν όλες την ίδια μέρα τον Μάη, για να δουν προς τα πού θα κατευθυνθούν οι ψηφοφόροι. Όλες οι συζητήσεις για σχηματισμό κυβέρνησης και συνασπισμούς θα αναβληθούν. Όπως και να ‘χει, μια νέα ύφεση βρίσκεται στον ορίζοντα, και το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα πιεστεί να εφαρμόσει περισσότερα μέτρα λιτότητας, ώστε να υπηρετήσει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Ο Σάντσεθ ίσως κάνει κάποιες διακοσμητικές αλλαγές, για να απευθυνθεί προς τα αριστερά, αλλά τίποτα που να ενέχει τον κίνδυνο μιας σύγκρουσης με την ΕΕ γύρω από τα ζητήματα των δαπανών και του ελλείμματος.
Το πιθανότερο γι’ την επερχόμενη περίοδο είναι να δούμε ένα κύμα νέων κινητοποιήσεων στους δρόμους ενάντια στις αντι-μεταρρυθμίσεις ή τις περικοπές, που θα αναγκαστεί να εφαρμόσει ο Σάντσεθ. Σ’ αυτό το σενάριο, οι Ποδέμος χρειάζονται μια στρατηγική, επικεντρωμένη γύρω από τις κινητοποιήσεις στους δρόμους πάνω σε ζητήματα όπως η στέγαση, οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, τους εργασιακούς νόμους, τα δημοκρατικά και γυναικεία δικαιώματα κ.λπ. Πρέπει να μάθουν από τα λάθη τους και να μη συνεχίσουν το δρόμο της υποταγής στο Σοσιαλιστικό Κόμμα στο κοινοβούλιο. Χρειάζεται να ανταγωνιστούν το Σοσιαλιστικό Κόμμα και να το αναγκάζουν να λογοδοτεί, αν επιθυμούν πραγματικά να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Μετάφραση : Νίκος Σέντης