Προσπαθώντας να συνεισφέρω στην προσυνεδριακή κουβέντα σε σχέση με τις θέσεις 71 (μιας και οι εμπειρίες μου είναι από το κίνημα της νεολαίας) και 26 περιορίζομαι στα εξής:
1) Από το 17ο Συνέδριο μέχρι τώρα είχαμε σειρά κινητοποιήσεων της νεολαίας τις οποίες οι θέσεις επεξεργάζονται κατά τη γνώμη μου λειψά. Η παραπέρα μελέτη των κινητοποιήσεων αυτών νομίζω ότι πρέπει να γίνει με βάση ορισμένες επεξεργασίες μας που αποτελούν κεκτημένα εδραιωμένα πάνω στα ντοκουμέντα, στις αποφάσεις και στη συλλογική πείρα του Κόμματος και αποτελούν βάση για την καλύτερη υλοποίηση της θέσης 71. Με βάση αυτές τις επεξεργασίες καταθέτω ορισμένες σκέψεις.
Η θέση μας για το κίνημα της νεολαίας, από ιδρύσεως ΚΝΕ (εκτός από περιόδους κρίσης), βασίζεται στη διττή αντίληψη ότι: α) η νεολαία δεν είναι τάξη, δεν μπορεί να προβάλλει αυτοτελή πρόταση διεξόδου και β) υπάρχουν ιδιαίτερα νεολαιίστικα χαρακτηριστικά («μεταβατικότητα, κινητικότητα, αστάθεια, ρευστότητα»1, αυθορμητισμός) τα οποία «δεν πρέπει να υποτιμήσουμε»2 (και τα οποία επαναεπιβεβαιώθηκαν το Δεκέμβρη). Η νεολαία είναι «διαταξική κοινωνική κατηγορία»3. Τα παραπάνω νεολαιίστικα χαρακτηριστικά (και όχι π.χ. η επιδεξιότητα στη χρήση του κινητού) είναι ο λόγος δημιουργίας οργανωτικά αυτοτελούς οργάνωσης, της ΚΝΕ. Δημιουργούν την αναγκαιότητα η νεολαία (και όχι απλώς η «εργατική νεολαία» μιας και αυτή αποτελεί ούτως ή άλλως τμήμα της εργατικής τάξης) να «αποτελέσει συνιστώσα του μετώπου»4, «να παίξει δραστήριο ρόλο στον αγώνα για το σοσιαλισμό»5. Η αντίληψη αυτή εκφράζεται με την πάγια θέση μας για νεολαιίστικο κίνημα «στο πλάι του εργατικού» και διαχωρίζεται πλήρως από κάθε λογής οπορτουνιστές: ΣΥΝ («αυτόνομο κίνημα νεολαίας») και NAP («κίνημα νεολαίας εργατικού προσανατολισμού»). Τις λογικές αυτές τις πληρώσαμε ακριβά την περίοδο 1985-1991.
Τα παραπάνω καθιστούν ανεδαφική και επικίνδυνη την αντίληψη περί «ταξικού κινήματος νεολαίας» που αποτελεί χαρακτηριστική θέση των «αριστερών» οπορτουνιστών και που καλώς απορρίπτουμε (βλέπε και ΚΟΜΕΠ 5/2008).
α) Ανεδαφική γιατί παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της νεολαίας προέρχεται από την εργατική τάξη και ακόμα μεγαλύτερο από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, μεγάλο κομμάτι της νεολαίας δεν έχει ενταχθεί ακόμα στην παραγωγή. Αρα, η απόδοση χαρακτηριστικών πρωτοπορίας του κινήματος της νεολαίας στους νέους εργατικής καταγωγής που δε δουλεύουν ακόμα (ή δουλεύουν απλώς για το χαρτζιλίκι τους) συνιστά υποβάθμιση των χαρακτηριστικών που καθιστούν πρωτοπορία την εργατική τάξη μιας και αυτά δε γίνεται να κληροδοτηθούν. Καταχτιούνται με την «ένταξη στην εργασιακή διαδικασία»6 .
β) Επικίνδυνη γιατί οδηγεί σε στένεμα προσανατολισμού, έρχεται σε αντίφαση με τη διακηρυγμένη σε όλα τα συνέδρια θέση ότι η ΚΝΕ απευθύνεται στο «σύνολο της νέας γενιάς», θέση που αμφισβητήθηκε από την «ομάδα Γράψα».
Στο παραπάνω πλαίσιο, νομίζω ότι επιβάλλεται να συνεχίσουμε να συμμετέχουμε στους φοιτητικούς συλλόγους και στις μαθητικές κοινότητες με στόχο τη συσπείρωση δυνάμεων και τη δημιουργία θετικών συσχετισμών παρά το γεγονός ότι δεν αποτελούν (ούτε μπορούν να αποτελέσουν) φορείς ταξικής συσπείρωσης μιας και εκεί μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι νέοι ανεξαρτήτως κοινωνικής καταγωγής. Προφανώς τα αιτήματά μας πρέπει να διευκολύνουν τη συμπόρευση με το εργατικό κίνημα.
Η προώθηση των παραπάνω στόχων στο φοιτητικό κίνημα περνάει μέσα από τη στήριξη του ρόλου της Πανσπουδαστικής ως παράταξης που συσπειρώνει πλατιά, αξιοποιώντας όλα τα καθορισμένα από το 8ο Συνέδριο μέτωπα πάλης και «ενασχολούμενη με τα προβλήματα που βιώνει ο φοιτητής»7, όχι μόνο τους ΚΝίτες αλλά και κάθε φοιτητή που αν και μπορεί να μην είναι κομμουνιστής θέλει να αγωνιστεί ενάντια στην πολιτική ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΕΕ και να παλέψει για αντιιμπεριαλιστικούς αντιμονοπωλιακούς στόχους. Προφανώς αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να είναι «αυτόνομη». Μέσα από την ανάπτυξη αγώνων και δεσμών με τον κόσμο, σε συνδυασμό με τον καταλυτικό ρόλο της αυτοτελούς πολιτικής παρέμβασης της ΚΝΕ και της ιδεολογικής δουλειάς. μπορεί ο κόσμος που συσπειρώνεται να ριζοσπαστικοποιείται παραπέρα, να κερδίζεται με την πολιτική του Κόμματος.
Εδώ πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι αναντίρρητα η δουλειά μας στο φοιτητικό (όπως και στο συνδικαλιστικό) κίνημα πρέπει να υπηρετεί το στρατηγικό μας στόχο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το ζήτημα της πολιτικής πάλης, της πάλης για τη λαϊκή εξουσία, το Σοσιαλισμό, μπορεί να λυθεί από το φοιτητικό ή το συνδικαλιστικό κίνημα. Αλλιώς, δε θα χρειαζόμασταν Κόμμα νέου τύπου.
2) Σχετικά με τη στρατολογία έχω τη γνώμη ότι το σύνθημα «για ΚΝΕ γερή και μαζική» και οι αποφάσεις ότι η «ΚΝΕ είναι σχολείο και δεν απευθύνεται μόνο στους ήδη κομμουνιστές» παραμένουν επίκαιρες. Ομοίως και η καταδίκη από κάθε συνέδριο της ΚΝΕ των αντιλήψεων που φέρνουν σε αντιπαράθεση την ποιότητα με την ποσότητα της στρατολογίας. Λογικές που θέλουν να λύσουν τα προβλήματα αφομοίωσης με «αύξηση των απαιτήσεων σε σχέση με αυτές που θέτει το καταστατικό» εναντιώνονται στις αποφάσεις του 9ου Συνεδρίου της ΚΝΕ και εκφράζουν υποχώρηση στη μάχη της αφομοίωσης. Ας μην ξεχνάμε τι έλεγε ο Χαρίλαος (σελ. 42 του Β τόμου)!
3) Η μη ολοκληρωμένη αναφορά στην προγραμματική μας θέση για τη θέση της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα (ενδιάμεση και εξαρτημένη) συνιστά απομάκρυνση από το πρόγραμμα και με τέτοιους όρους έπρεπε να συζητηθεί. Ομως, το πιο ανησυχητικό είναι η αλλαγή στο περιεχόμενο που δίνουν ορισμένοι σύντροφοι στους όρους «εξάρτηση» και «ιμπεριαλιστική χώρα», ταυτίζοντας τον πρώτο με την αλληλεξάρτηση των οικονομιών και τον δεύτερο με τον ΚΜΚ. Ετσι, συσκοτίζεται η εκτίμηση που έχουμε ότι η αλληλεξάρτηση των οικονομιών γίνεται πάντα με τους όρους του ισχυρότερου.
Συντροφικά
Σημειώσεις:
1. Απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για τη Νεολαία
2. ό.π.
3. ό.π.
4. ό.π.
5. Πρόγραμμα του ΚΚΕ
6. Απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για τη Νεολαία
7. ΚΟΜΕΠ 4/2002