Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήUncategorizedΠροσυνεδριακός διάλογος ΚΚΕ - Ενδιαφέροντα κείμενα: Μερικές σκέψεις για τον προσυνεδριακό διάλογο

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Προσυνεδριακός διάλογος ΚΚΕ – Ενδιαφέροντα κείμενα: Μερικές σκέψεις για τον προσυνεδριακό διάλογο

 

Η Ελλάδα μας βρίσκεται στην εποχή όπου η αστική τάξη δεν έχει προ πολλού τίποτα πλέον το προοδευτικό να δώσει στην κοινωνία και αναπτύχθηκε πολύ όλα τα τελευταία χρόνια σε βάρος της εργατικής τάξης απομυζώντας τον ιδρώτα της. Κερδοφόρησε επενδύοντας όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και στα Βαλκάνια, στις παρευξείνιες χώρες, στη Βόρεια Αφρική και σε όλο τον κόσμο, συμμετέχοντας σε χρηματιστήρια σε όλο τον κόσμο, φτιάχνοντας καρτέλ, παίρνοντας μέρος σε πολέμους. Βρισκόμαστε και στην Ελλάδα στο τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, στον ιμπεριαλισμό. Προσφέρει εδώ και πολλές δεκαετίες για την εργατική τάξη και για όλο το λαό πια μονάχα οδύνες.

Η ουσία του ιμπεριαλισμού, τόνιζε ο Λένιν, βρίσκεται στη δύναμη των μονοπωλίων, στη βάση της οποίας ξεδιπλώνεται η τάση της επιθετικότητάς τους προς τα έξω και της αντιδραστικότητάς τους προς τα μέσα.

Είναι δεδομένη η οικονομική (και ως εκ τούτου στρατιωτική) αλληλεξάρτηση των ιμπεριαλιστικών κρατών και η ανισόμετρη ανάπτυξή τους, που δεν είναι κάτι το στατικό, συνεχώς μεταβάλλεται το μέγεθός τους και κατά συνέπεια η δύναμή τους. Οι σχέσεις μεταξύ τους μεταβάλλονται επίσης ανάλογα με τα οικονομικά τους συμφέροντα και την ισχύ τους και είναι ως εκ τούτου υποχρεωτικά ανισότιμες.

Ας πάρουμε το παράδειγμα της Γερμανίας. Αναμφισβήτητα από τα τέλη του 19ου αιώνα είναι κράτος ιμπεριαλιστικό. Η αλληλεξάρτησή της οικονομική, στρατιωτική και πολιτική με άλλα καπιταλιστικά κράτη είναι επίσης γνωστή από παλιά. Η πολιτική της εξάρτηση από τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία δεν την έκανε λιγότερο ιμπεριαλιστική. Ηταν ιμπεριαλιστική π.χ. κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου όταν η αμερικάνικη General Motors συνέχιζε απτόητη τις επενδύσεις της στα εργοστάσια στη Γερμανία. Ηταν ιμπεριαλιστική και στην εποχή της «ακμάζουσας» σοσιαλδημοκρατίας του «δημοκρατικού» Βίλι Μπραντ κι ας απέκτησε την πλήρη κρατική της «οντότητα» το 1990 με τη συμφωνία του Βερολίνου. Δεν ήταν λιγότερο ιμπεριαλιστική μέχρι το 1993, που της απαγορευόταν να έχει βομβαρδιστικά μεγάλης αυτονομίας και η οροφή του στρατού και το στρατιωτικό της δόγμα έπρεπε να έχει τη σύμφωνη γνώμη των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, σαν νικητήριων δυνάμεων του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Δεν ήταν πριν το ’96 λιγότερο ιμπεριαλιστική επειδή ίσχυε η συμφωνία για τη μη κατοχή πυρηνικών όπλων. Δεν είναι τώρα λιγότερο ιμπεριαλιστική επειδή στο Ramstein και στο Spangdahlem έχουν οι Αμερικάνοι τις αμερικανικές αεροπορικές τους βάσεις και π.χ. μόνο το 2007 ξόδεψαν γι’ αυτές 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Δεν είναι λιγότερο ιμπεριαλιστική επειδή μονάχα στο Bradenburg (ένα από τα κρατίδιά της) περισσότερες από 60 αμερικανικές εταιρείες επένδυσαν (ανάμεσά τους και γνωστές όπως e-bay, Oracle Internet Salew, Firstand Solar Manufacturing κ.λπ.)*

Επίσης, δεν είναι οι ΗΠΑ λιγότερο ιμπεριαλιστικές επειδή στις ΗΠΑ δραστηριοποιούνται πιο πολλές από ποτέ γερμανικές εταιρείες (870 επιχειρήσεις προερχόμενες μονάχα από τη Ρηνανία – Βεστφαλία απασχολούν περίπου 287.000 εργαζόμενους στις ΗΠΑ, και από τα άλλα κρατίδια παρόμοια)1 κ.λπ.
Η αλληλεξάρτηση (οικονομική, στρατιωτική και πολιτική) των ιμπεριαλιστικών κρατών, η νομοτελειακή ανισομετρία στην ανάπτυξή τους και η ανισοτιμία στις σχέσεις τους δεν αναιρούν το γεγονός ότι αυτά τα κράτη βρίσκονται στο ιμπεριαλιστικό, στο τελευταίο τους στάδιο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αντίθετα, αυτά είναι στοιχεία και προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ύπαρξής τους. Τα έχουνε ανάγκη. Αυτό ισχύει βέβαια και για την Ελλάδα. Στην Ελλάδα ζούμε την απροσχημάτιστη επέμβαση του κράτους (που είναι το εργαλείο άσκησης της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης) υπέρ των μονοπωλίων. Αυτό δεν της το επέβαλε κανείς παρά μονάχα τα συμφέροντα αυτών που κατέχουν τα μέσα παραγωγής στην Ελλάδα, δηλαδή της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Και βέβαια έχουμε και στην Ελλάδα ξένες επενδύσεις, όπως και οι Ελληνες καπιταλιστές έχουν σε διάφορες χώρες στο εξωτερικό.

Και αν η οικονομική ισχύς της Ελλάδας, δηλαδή των μονοπωλίων της, είναι μικρή και η στρατιωτική της δύναμη αμελητέα, δεν την εμποδίζει καθόλου να συνεργαστεί και να συμμετέχει και σε πολέμους ακόμα, όπως εξάλλου το έκανε ήδη στη Γιουγκοσλαβία, στον πόλεμο του Κόλπου κ.λπ. (Σ’ αυτές όλες τις επιθέσεις είχαμε συνασπισμό επιτιθεμένων, όπου το κάθε μέρος συμμετείχε με τον τρόπο του. Η υπόθεση των συμμαχιών ταλανίζει έτσι κι αλλιώς και την αστική τάξη, δεν αποτελεί μονάχα δικό μας ζήτημα). Σε αυτές όλες τις συνεργασίες που δε γίνεται να είναι ισότιμες ο ισχυρότερος παίρνει βέβαια τα περισσότερα.

Το ζητούμενο για την τάξη μας δεν είναι να διαλέξει και να στηρίξει τον «καλύτερο» καπιταλιστή, να χύσει το αίμα των παιδιών της για οποιονδήποτε επιτιθέμενο ή αμυνόμενο, στον πόλεμό τους της διεκδίκησης της μεγαλύτερης κερδοφορίας, αλλά να πολεμήσει για τα δικά της συμφέροντα, για τη δική της ευημερία, για να πάρει την εξουσία των μέσων παραγωγής που η ίδια χειρίζεται.

Το ερώτημα για τη θέση της Ελλάδας στο σύστημα μπαίνει ξανά και ξανά. Οχι επειδή δεν είναι ξεκάθαρο εδώ και πολλά χρόνια. Οχι επειδή δεν αναλύθηκε, δεν έγινε κατανοητό επαρκώς από τα ντοκουμέντα ή την ανάλυσή του ως τώρα.

Ζητήματα, όπως «είναι η Ελλάδα ιμπεριαλιστική χώρα;» («ωρίμασε» για το σοσιαλισμό; Κι αν ναι με ποιους θα συμμαχήσουμε γι’ αυτό; Μήπως χωράει και λίγο από την αστική τάξη στη «συμμαχία»; «Δεν είναι ένα κομμάτι της αστικής τάξης πατριωτικό, αφού πολεμάει τους ξένους ιμπεριαλιστές;», «Να βάλουμε και την πατριωτική αστική τάξη στο μέτωπο ενάντια στην υποδούλωση») όπως και το θέμα της ύπαρξης του Κόμματος (ή αλλιώς της διάχυσής του σε οποιονδήποτε «αριστερό» συνασπισμό διαχείρισης της εξουσίας της αστικής τάξης), θα μπαίνουν και θα ξαναμπαίνουν και είναι ηλίου φαεινότερο ότι μπαίνουν εκ του πονηρού (γιατί απλά είναι από πολλά χρόνια και λυμένα και ξεκάθαρα). Αυτό να μη μας στενοχωρεί.

Το δικό μας πρόβλημα και η αγωνία να είναι με ποιο τρόπο η εργατική τάξη θα αντιληφθεί τον πραγματικό της εχθρό, που είναι η αστική τάξη, ντόπια και «αλλοδαπή», πώς οι εργάτες θα αποκτήσουν την αυτοπεποίθηση και την πίστη για να οργανωθούν αποτελεσματικά και να νικήσουν στην πάλη για την εξουσία στα μέσα παραγωγής.

Φωτεινή Κοκώνη

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα