Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΠοιος ήταν ο Γκορμπατσώφ και τι εκπροσωπούσε; - Κείμενο του Τεντ Γκραντ...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ποιος ήταν ο Γκορμπατσώφ και τι εκπροσωπούσε; – Κείμενο του Τεντ Γκραντ (Φλεβάρης 1987)

Με αφορμή τον θάνατο του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ δημοσιεύουμε σήμερα ένα παλιό κείμενο του Τεντ Γκραντ που αναλύει από τη σκοπιά του μαρξισμού τα κύρια πολιτικά πεπραγμένα του εκλιπόντα την εποχή της «δόξας» του.

Εικόνα: www.kathimerini.gr
Εικόνα: www.kathimerini.gr

Ο Μιχαήλ Σεργκέϊεβιτς Γκορμπατσώφ, ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, πέθανε χθες σε ηλικία 91 ετών. Οι πολιτικές του για τη μεταρρύθμιση της ΕΣΣΔ «από τα πάνω», υπό τη σημαία της γκλάσνοστ και της περεστρόικα, αντιπροσώπευαν μια αποτυχημένη προσπάθεια διατήρησης των προνομίων της σταλινικής γραφειοκρατίας, ενώ παράλληλα έσπασε μερικούς από τους χειρότερους φραγμούς στη σοβιετική οικονομία. Η αναπόφευκτη αποτυχία αυτών των μέτρων άνοιξε την πόρτα για την αποκατάσταση του καπιταλισμού στη Ρωσία, την καταστροφή της σχεδιασμένης οικονομίας και τη φτωχοποίηση εκατομμυρίων ανθρώπων. Αυτή η καταστροφή είναι η κληρονομιά του Γκορμπατσώφ.

Ο Γκορμπατσώφ εξελέγη γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης το 1985 μετά τον πρόωρο θάνατο των προηγουμένως επιλεγμένων διαδόχων του Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ο οποίος είχε πεθάνει το 1982. Ο Γκορμπατσώφ βρισκόταν στην κορυφή ενός αρτηριοσκληρωτικού συστήματος. Ο οικονομικός σχεδιασμός είχε αποδείξει την τεράστια υπεροχή του έναντι της καπιταλιστικής αναρχίας στην τεράστια οικονομική ανάπτυξη της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία ήταν χωρίς προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Αλλά στην εποχή του Μπρέζνιεφ, η στασιμότητα είχε επικρατήσει. Η καρκινική ανάπτυξη μιας προνομιούχας γραφειοκρατίας πολλών εκατομμυρίων καριεριστών είχε γίνει ένα τεράστιο φρένο σε ολόκληρη την οικονομία, πνίγοντας τους πόρους της.

Στο 27ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1987, ο Γκορμπατσώφ ανακοίνωσε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, οι οποίες άνοιξαν την περίοδο που είναι γνωστή ως «περεστρόικα» (ανασυγκρότηση). Στόχος τους ήταν να σώσουν το σταλινικό σύστημα από τον εαυτό του. Όπως εξήγησε ο Τεντ Γκραντ στο εξαιρετικό βιβλίο του, Ρωσία: Από την Επανάσταση στην Αντεπανάσταση (που περιλαμβάνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τις αποτυχημένες πολιτικές του Γκορμπατσώφ και πώς αυτές έθεσαν τη βάση για την οριστική κατάρρευση της ΕΣΣΔ, το οποίο δημοσιεύτηκε στα αγγλικά το 1997):

«Οι ομιλίες των ηγετών του Κρεμλίνου που επιτέθηκαν στη διαφθορά, τη σπατάλη και την αναποτελεσματικότητα δεν ήταν κάτι καινούργιο, αλλά οι μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσώφ προχώρησαν πολύ περισσότερο από οτιδήποτε είχε προταθεί τα προηγούμενα 30 χρόνια. Κάλεσε για χαλάρωση του γραφειοκρατικού στραγγαλισμού στην οικονομία και στη ρωσική κοινωνία γενικότερα. Ο Γκορμπατσώφ υποστήριξε τη μεγαλύτερη «δημοκρατία», την εκλογή υπό ορισμένες συνθήκες διευθυντών εργοστασίων, τις εκλογές εντός του Κομμουνιστικού Κόμματος και άλλες τέτοιες μεταρρυθμίσεις. Αυτές οι προσπάθειες μεταρρύθμισης του σταλινικού συστήματος θεωρήθηκαν απαραίτητες για να χαλαρώσει η οικονομία και να δοθεί ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η διαδικασία έλαβε χώρα υπό τη σημαία της γκλάσνοστ [διαφάνεια] και της περεστρόικα.

«Αυτές οι προτάσεις δεν είχαν καμία σχέση με τη γνήσια εργατική δημοκρατία, η οποία είναι ασύμβατη με το γραφειοκρατικό σύστημα, αλλά απλώς στόχευαν στην άρση των χειρότερων αδιεξόδων στη στάσιμη σοβιετική οικονομία. Η κρίση της σοβιετικής οικονομίας, η διάσπαση της γραφειοκρατίας που αντιπροσώπευε αυτά τα μέτρα «μεταρρύθμισης», ήταν συμπτώματα της ταραγμένης περιόδου που εκτυλισσόταν στη Σοβιετική Ένωση. Στην εκστρατεία του για τη μεταρρύθμιση του συστήματος, ο Γκορμπατσώφ σήκωσε εν μέρει το καπάκι από ένα καζάνι διαφθοράς, εγκλήματος και δυσαρέσκειας που έβραζε σε όλες τις Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Γκορμπατσώφ συνειδητοποίησε ότι η κατάσταση δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί χωρίς τον κίνδυνο μιας κοινωνικής έκρηξης. Τεράστια δυσαρέσκεια είχε συσσωρευτεί στη σοβιετική κοινωνία. Χιλιάδες παραδείγματα διαφθοράς είχαν δοθεί στον σοβιετικό Τύπο:

«Στην απελπισία του να βρει μια διέξοδο από το αδιέξοδο, ο Γκορμπατσώφ προσπάθησε να δώσει μια ανάσα ζωής στην οικονομία, απευθυνόμενος στους εργαζόμενους και παρουσίασε παραδείγματα από τις πιο κακοήθεις περιπτώσεις γραφειοκρατικού ελέγχου. Ωστόσο, ο Γκορμπατσώφ δεν εκπροσωπούσε τα συμφέροντα των εργατών. Οι μεταρρυθμίσεις του είχαν σκοπό να καταπολεμήσουν τα «παράνομα» προνόμια των αξιωματούχων, αυξάνοντας παράλληλα τα «νόμιμα». Ήδη υπό την ηγεσία του, οι διαφορές εισοδήματος αυξάνονταν σταθερά – το ακριβώς αντίθετο από την αντίληψη του Λένιν.

«Στην πραγματικότητα, οι προτάσεις του Γκορμπατσώφ δεν είχαν τίποτα κοινό με τη δημοκρατία του Λένιν ούτε με τον γνήσιο σοσιαλισμό. Η γραφειοκρατία φοβόταν την εργατική τάξη. Τα νόμιμα και παράνομα προνόμια, η δωροδοκία και η κλοπή έπρεπε να περιοριστούν. Ωστόσο, κάνοντας κάτι τέτοιο, ο Γκορμπατσώφ δεν ήθελε να παρέμβει ουσιαστικά στα προνόμια της γραφειοκρατικής κάστας. Τα «νόμιμα» προνόμια έπρεπε να διατηρηθούν, αν όχι να αυξηθούν». (Ρωσία: Από την Επανάσταση στην Αντεπανάσταση)

Αυτές οι μεταρρυθμίσεις είχαν μερική επίδραση για μια περίοδο, αλλά δεν μπόρεσαν να επιλύσουν ουσιαστικά την κρίση που υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση. Και αυτό γιατί η γραφειοκρατία ήταν η αιτία της κρίσης. Και όπως το έθεσε ο Τεντ Γκραντ, «η γραφειοκρατία θα κάνει τα πάντα για την εργατική τάξη εκτός από το να ξεκαβαλήσει από την πλάτη της». Ο στόχος του Γκορμπατσώφ δεν ήταν να εξαφανίσει τη γραφειοκρατία, αλλά να ενισχύσει την κυριαρχία της με μεγαλύτερη ασφάλεια, εξημερώνοντας τις χειρότερες υπερβολές της.

Όταν η μεταρρύθμιση απέτυχε, κάποιοι προσπάθησαν να μιμηθούν πιο ανοιχτά την καπιταλιστική Δύση. Ο Γκορμπατσώφ, με τη συναισθηματική νοοτροπία ενός μικροαστού, απέτυχε εντελώς να καταλάβει το παραμικρό για το πού κατευθύνονταν τα γεγονότα. Όπως εξήγησε ο Τεντ Γκραντ:

«Αντιμετωπίζοντας το αδιέξοδο του καθεστώτος, ένα αυξανόμενο τμήμα της γραφειοκρατίας αναζήτησε μια διέξοδο προς τη Δύση, η οποία βρισκόταν ακόμη σε μια προσωρινή και τεχνητή ανάπτυξη. Οι εκπρόσωποι της γραφειοκρατικής ελίτ είχαν την ευκαιρία να συνεννοηθούν με εκατομμυριούχους, διπλωμάτες και προέδρους στις όλο και συχνότερες επισκέψεις τους στη Δύση. Σύγκριναν αυτό το αστραφτερό θέαμα με την εικόνα του αδιεξόδου και της στασιμότητας που είχαν αφήσει πίσω τους, και η σύγκριση δε φαινόταν πολύ κολακευτική. Με αυτόν τον τρόπο, σταδιακά η ιδέα της Δύσης ως μοντέλου άρχισε να ριζώνει σταθερά σε ένα τμήμα της γραφειοκρατίας.

«Αυτό έδειξε την πλήρη ιδεολογική χρεοκοπία των ηγετών της Σοβιετικής Ένωσης και του ΚΚΣΕ. Οι ρηχοί ιμπρεσιονιστές όπως ο Γκορμπατσώφ και ο Σεβαρντνάτζε παρασύρθηκαν. Όπως όλοι οι γραφειοκράτες, είχαν συλλέξει αποσπασματικά κομμάτια από τη μπερδεμένη ανοησία που λογαριαζόταν για μαρξισμός-λενινισμός στην ΕΣΣΔ στα φοιτητικά τους χρόνια. Όμως ο πραγματικός μαρξισμός ήταν για αυτούς ένα κλειστό βιβλίο. Η παντελής έλλειψη ταξικής τοποθέτησης φάνηκε από τα χαρακτηριστικά φιλισταϊκά σχόλια του Γκορμπατσώφ ότι οι καπιταλιστές ήταν «και αυτοί άνθρωποι». Με άλλα λόγια, θα μπορούσε κανείς να συνομιλήσει με τους δυτικούς ηγέτες «ως άνθρωπος με άνθρωπο» και να εξαφανίσει τις διαφορές τους μεμιάς, σαν να ήταν όλα θέμα «προσωπικής χημείας» και όχι οι ασυμβίβαστες διαφορές μεταξύ δύο ασυμβίβαστων κοινωνικών συστημάτων!». (Ρωσία: Από την Επανάσταση στην Αντεπανάσταση)

Στο τέλος, φυσικά, οι αντιφάσεις που εξαπέλυσαν η περεστρόικα και η γκλάσνοστ θα μπορούσαν να οδηγήσουν μόνο σε ένα από τα δύο αποτελέσματα: είτε πολιτική επανάσταση, στην οποία η εργατική τάξη θα ξεφορτωνόταν την ασφυκτική γραφειοκρατία και θα αναγεννούσε την γνήσια εργατική δημοκρατία στη Σοβιετική Ένωση, ή κατάρρευση πίσω στον καπιταλισμό. Χωρίς μια επαναστατική, μπολσεβίκικη-λενινιστική ηγεσία της εργατικής τάξης, η τελευταία πορεία ήταν αυτή που βάδισε η Σοβιετική Ένωση. Οι συνέπειες για τις μάζες ήταν αβυσσαλέες. Από το 1990 έως το 1995, η παραγωγή μειώθηκε κατά περίπου 60%. Οι μισθοί μειώθηκαν κατά 43% μεταξύ 1991 και 1993. Οι συνθήκες για τους πιο ευάλωτους επιδεινώθηκαν ταχύτερα. Ενώ οι γυναίκες έπαιρναν κάποτε μισθούς που αντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο στο 70% των μισθών των ανδρών, μέχρι το 1997 ο μέσος όρος είχε πέσει σε μόλις 40%. Εν τω μεταξύ, τα ποσοστά θνησιμότητας αυξήθηκαν κατά 30% μετά το 1989.

Όσο για τον Γκορμπατσώφ, στη συνέχεια εξελίχθηκε σε μια μάλλον γελοία προσωπικότητα. Τον ύμνησαν μέχρι τα ουράνια οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, όπως κάνουν σήμερα στα μοιρολόγια των κυριότερων ημερήσιων εφημερίδων. Σύντομα, όμως, παραμερίστηκε από την ανερχόμενη ρωσική αστική τάξη, και ήταν περισσότερο γνωστός από τότε για μια διαφήμιση της Pizza Hut και μερικά συναισθηματικά σχόλια που θρηνούσαν για τις συνέπειες της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ:

«Ενώ δημόσια μεγαλοποιούσαν τον Γκορμπατσώφ, ο Ρήγκαν και οι άλλοι ηγέτες της Δύσης πρέπει να έσπαγαν πολύ πλάκα πίσω από την πλάτη του. Οι ψυχροί, υπολογιστικοί Αμερικανοί πολιτικοί και διπλωμάτες πρέπει να έτριβαν τα μάτια τους με δυσπιστία! Αυτό το τυχαίο μικροαστικό στοιχείο μπήκε γρήγορα στη λογική της συνθηκολόγησης με αυτά τα υπέροχα ανθρώπινα όντα, που είχαν σκοπό να πνίξουν τη Σοβιετική Ένωση και να τη γονατίσουν…

«Κατά πάσα πιθανότητα, ο Γκορμπατσώφ δεν ήθελε την αποκατάσταση του καπιταλισμού στη Ρωσία, ωστόσο προετοίμασε το έδαφος για αυτήν και πετάχτηκε δεόντως στην άκρη από τη φατρία της εκκολαπτόμενης αστικής τάξης, με επικεφαλής τον προστατευόμενό του Γιέλτσιν, μόλις ανέβηκε στη σέλα. Ωστόσο, είναι αρκετά προετοιμασμένος να αποδεχθεί το τετελεσμένο γεγονός της λεγόμενης μεταρρύθμισης, ενώ κλαψουρίζει αδύναμα για τις φρικτές συνέπειές της. Από αυτή την άποψη, είναι επίσης ένα πιστό αντίγραφο των σοσιαλδημοκρατών ηγετών στη Δύση, που είναι έτοιμοι να ασπαστούν τον καπιταλισμό, αλλά δεν τους αρέσουν τα πράγματα που αναπόφευκτα απορρέουν από αυτόν». (Ρωσία: Από την Επανάσταση στην Αντεπανάσταση)

Ανεξάρτητα από τις προθέσεις του, οι ενέργειες του Γκορμπατσώφ διευκόλυναν την καταστροφή των τελευταίων υπολειμμάτων της Ρωσικής Επανάστασης, τα οποία ξεριζώθηκαν και καταβροχθίστηκαν από μια κλίκα κλεφτών και γκάνγκστερ, που κυβερνούν τη Ρωσία μέχρι σήμερα. Ας ταφεί λοιπόν η κληρονομιά του Γκορμπατσώφ, μαζί με τα λείψανά του. Ακολουθεί ένα κείμενο του Τεντ Γκραντ γραμμένο το 1987 για τις πολιτικές του Γκορμπατσώφ.

Μια ανάλυση του «μεταρρυθμιστικού» προγράμματος του Γκορμπατσώφ από τον Τεντ Γκραντ (Φεβρουάριος 1987)

Η ομιλία του Γκορμπατσώφ πέρσι στο 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ και τώρα η ομιλία του στην ολομέλεια της Κ.Ε. του Γενάρη του 1987, σηματοδοτούν ένα νέο στάδιο στην ανάπτυξη της «σοβιετικής» Ρωσίας. Χρειάζεται προσεχτική ανάλυση από τους μαρξιστές προκειμένου να κατανοήσουν τις διεργασίες που συντελούνται στην σοβιετική κοινωνία.

Ενώ οι ομιλίες που στοχεύουν τη διαφθορά, τη σπατάλη, την ανικανότητα, κλπ. δεν είναι τίποτα καινούργιο στη Ρωσία, οι «μεταρρυθμίσεις» του Γκορμπατσώφ πάνε πολύ πιο μακριά από ό,τι έχουμε δει τα τελευταία 30 χρόνια καλώντας σε περισσότερη δημοκρατία, την εκλογή κάτω από ορισμένες συνθήκες των διευθυντών των εργοστασίων, σε εκλογές μέσα στο «Κομμουνιστικό» κόμμα, κλπ.

Αυτές οι προτάσεις αποτελούν μια προσπάθεια να απομακρυνθούν τα χειρότερα εμπόδια από την οικονομία που βρίσκεται σε στασιμότητα. Ωστόσο, εξαιτίας ακριβώς της στασιμότητας αυτής, ο Γκορμπατσώφ αντιμετωπίζει τον κίνδυνο ακόμα και οι αναφορές σε μεταρρυθμίσεις να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη ενός κινήματος των δυσαρεστημένων εργατών και της νεολαίας.

Η κρίση στη σοβιετική οικονομία, οι «μεταρρυθμίσεις» του Γκορμπατσώφ και η διάσπαση στους κόλπους της γραφειοκρατίας είναι μια ένδειξη πως η εποχή της πολιτικής επανάστασης αρχίζει να ξεδιπλώνεται στη Ρωσία.

Πέρασαν τώρα εβδομήντα χρόνια από την ανατροπή του καπιταλισμού και της φεουδαρχίας στη Ρωσία τον Οκτώβρη του 1917. Η Ρωσική επανάσταση άλλαξε την ιστορία του κόσμου και χάραξε ένα ολότελα καινούργιο στάδιο στην εξέλιξη της ανθρωπότητας. Η Ρωσία έχει φτάσει από μια θέση όπου η βιομηχανία και η κοινωνία ήταν σε χαμηλότερο επίπεδο από τη σημερινή Ινδία, στη θέση της δεύτερης βιομηχανικής παγκόσμιας δύναμης σήμερα. Το 1985 η Ρωσία ήταν παγκόσμια ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου (25% της παγκόσμιας παραγωγής), αερίου (35%) και ατσαλιού (24%, σχεδόν διπλάσιο απ’ αυτό των ΗΠΑ). Η παραγωγή ηλεκτρισμού είναι αντίστοιχη με αυτή ολόκληρης της ΕΟΚ και καλύπτει το 17% της παγκόσμιας παραγωγής. Τα επιτεύγματα της με τα εθνικοποιημένα μέσα παραγωγής, διανομής και ανταλλαγής είναι γιγαντιαία και άφθαρτα. Η κρατική ιδιοκτησία έχει δείξει την πραγματικότητα της υπεροχής της απέναντι στον καπιταλισμό, όχι με τη γλώσσα του «Κεφαλαίου» του Μαρξ, αλλά όπως είπε ο Τρότσκι, στη γλωσσά του ατσαλιού, του τσιμέντου και της παραγωγής.

Αλλά η απομόνωση και η καθυστέρηση της Ρωσίας, οδήγησαν στη νίκη της γραφειοκρατίας σε βάρος της δημοκρατίας της επανάστασης. Ο Στάλιν κατάφερε να πάρει την εξουσία για να υπηρετήσει τα συμφέροντα και τις ανάγκες της γραφειοκρατικής ελίτ.

Ωστόσο, η ιστορία πάντα προχωράει με αντιφάσεις, μ’ ένα διαλεκτικό τρόπο, ποτέ σε μια ομαλή και ευθεία πορεία ανάπτυξης. Εβδομήντα χρόνια μετά την επανάσταση υπάρχει περισσότερη ανισότητα, και καθόλου γνήσια δημοκρατία όπως υπήρχε στα χρόνια 1917-23.

Τώρα όχι μόνο στις κοινωνικές σχέσεις αλλά και στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, οι αντιφάσεις ανάμεσα στην οικονομική βάση της ΕΣΣΔ και του ρόλου της γραφειοκρατίας της ηγεσίας έχουν κορυφωθεί. Από ένα σχετικό μέσο ανάπτυξης της ΕΣΣΔ η γραφειοκρατία έχει τώρα μετατραπεί σε αντιδραστική τροχοπέδη στην ανάπτυξη.

Στην διάρκεια των τελευταίων 30 χρόνων, η ΕΣΣΔ αναπτύσσεται μονάχα με βήμα χελώνας, μη μπορώντας πια να καλπάσει όπως στα χρόνια πριν τον πόλεμο και τις πρώτες μια-δυο δεκαετίες μετά τον πόλεμο. Έτσι, από το 1913 (την υψηλότερη προεπαναστατική ανάπτυξη μέχρι το 1963), η βιομηχανική παραγωγή πολλαπλασιάστηκε 52 φορές ενώ στις ΗΠΑ αυξήθηκε 6 φορές και στην Αγγλία διπλασιάστηκε. Στη δεκαετία 1950 η οικονομία της ΕΣΣΔ αναπτυσσόταν κατά μέσο όρο 12% κάθε χρόνο, ξεπερνώντας εύκολα σχεδόν κάθε καπιταλιστική δύναμη ακόμα και στο μεσουράνημα της οικονομικής άνθησης.

Την τελευταία περίοδο, ωστόσο, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας είναι χαμηλότερος από αυτόν του καπιταλισμού στην περίοδο της οικονομικής ανόδου ή ακόμα και μερικές χρονιές της οικονομικής κάμψης. Το 1979 το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,9%, το 1980 κατά 1,5% και περίπου κατά 2,5% το 1981 και 1982.

Τη δεκαετία του 1960 ο Χρουτσώφ είχε προβλέψει πως μέχρι το 1980 η ΕΣΣΔ θα κατάφερνε να ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε παραγωγικότητα της εργασίας, την παραγωγή και στο βιοτικό επίπεδο.

Αυτό θα ήταν ολότελα εφικτό αν η γραφειοκρατία δεν γινόταν ένα τεράστιο εμπόδιο στην παραπέρα ανάπτυξη της σοβιετικής οικονομίας. Δεν ήταν ένα «αβάσιμο» καύχημα του Χρουτσώφ. Το εκπολιτιστικό επίπεδο, το επίπεδο της εκπαίδευσης και το μέγεθος της εργατικής τάξης, τα αποθέματα της ΕΣΣΔ, αν όλα αυτά είχαν χρησιμοποιηθεί με επιστημονικό και σχεδιασμένο τρόπο και με τον δημοκρατικό έλεγχο, αυτός ο στόχος θα μπορούσε να είχε πραγματοποιηθεί. Σε συνθήκες σταλινισμού, όμως, ήταν ένα άπιαστο όνειρο.

Ο Μαρξ εξηγούσε πως η μετάβαση από μια κοινωνία σε μια άλλη καθορίζεται από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Τότε γιατί – παρά τα κολοσσιαία πλεονεκτήματα της κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής – υπήρχε αυτή η πολύ χαμηλή ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες στη ΕΣΣΔ; Ένα εργατικό κράτος που κινείται προς το σοσιαλισμό χρειάζεται δημοκρατία και εργατικό έλεγχο της βιομηχανίας, του κράτους και του οικονομικού σχεδιασμού. Είναι αδύνατο να διευθύνονται εκατό χιλιάδες βιομηχανικές επιχειρήσεις, που πολλές απασχολούν περισσότερους από 100.000 ανθρώπους, εκατό χιλιάδες κατασκευαστικές επιχειρήσεις, που με τη σειρά τους απασχολούν μέχρι 300.000 ανθρώπους, με γραφειοκρατικές διαταγές από τα πάνω.

Όταν τέθηκε το καθήκον της αφομοίωσης των επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων της Δύσης σε μια σχετικά πρωτόγονη οικονομία στην προπολεμική περίοδο και στις πρώτες μια ή δυο δεκαετίες μεταπολεμικά, η γραφειοκρατία μπόρεσε να είναι σχετικά επιτυχής, αν και όπως υποστήριξε ο Τρότσκι αυτό γινόταν με τριπλάσιο κόστος απ’ ότι η ανάπτυξη της βιομηχανίας μιας καπιταλιστικής κοινωνίας. Τώρα ο ρόλος της γραφειοκρατίας στη σοβιετική κοινωνία έχει γίνει ολότελα αντιδραστικός. Οι γραφειοκράτες ονειρεύονταν μια εξουσία χιλιάδων χρόνων. Τώρα, μετά από λίγες δεκαετίες το καθεστώς της πολιτικής αντεπανάστασης στη βάση μιας σχεδιασμένης οικονομίας έχει φτάσει στα όριά του, δεν μπορεί πια να διοικεί όπως παλαιότερα.

Σύμφωνα με τα επιχειρήματα του μαρξισμού, το κράτος είναι ένας μηχανισμός καταπίεσης μιας τάξης από μια άλλη. Είναι ο φύλακας της ανισότητας και των προνομίων. Η ΕΣΣΔ δεν ήταν και συνεχίζει να μην είναι μια αρμονική κοινωνία, παρ’ όλο που είναι πιο αρμονική από τις καπιταλιστικές κοινωνίες.

Η γραφειοκρατική κάστα που απαρτίζεται από εκατομμύρια, παρεμποδίζει τον κρατικό μηχανισμό και την οικονομία. Κάθε κομμάτι της κρατικής μηχανής (στρατός, αστυνομία) και του «κομμουνιστικού» κόμματος έχει διαμορφωθεί για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της κυρίαρχης ελίτ. Είναι αλήθεια πως η γραφειοκρατία υποστηρίζει την κρατική ιδιοκτησία και το σχεδιασμό, άλλα το κάνει όχι για τα συμφέροντα της κοινωνίας σα σύνολο, αλλά γιατί αυτή είναι η πηγή των δικών της προνομίων. Σ’ ένα σύστημα ολοκληρωτικής εξουσίας, όπως έχει δείξει η ιστορία, η διαφθορά, η κλοπή, η απάτη, οι καταχρήσεις, η κερδοσκοπία, ο νεποτισμός και όλα τ’  άλλα φαινόμενα της γραφειοκρατικής διοίκησης και ελέγχου είναι αναπόφευκτα.

Τώρα ο Γκορμπατσώφ έχει δώσει μια αμυδρή ιδέα του τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στη σοβιετική κοινωνία. Έχει ξεσκεπάσει ένα καζάνι διαφθοράς και εγκλήματος που βράζει σ’ όλη την έκταση της ΕΣΣΔ.

Ως ένας έξυπνος εκπρόσωπος της γραφειοκρατικής κάστας αντιλαμβάνεται πως η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί χωρίς τον κίνδυνο κοινωνικών εκρήξεων. Τεράστια δυσαρέσκεια έχει συσσωρευτεί μέσα στη σοβιετική κοινωνία. Αποκαλυπτικά παραδείγματα διαφθοράς έχουν δοθεί στο σοβιετικό Τύπο στη διάρκεια τη τελευταίας χρονιάς. Στην πραγματικότητα μερικοί γραφειοκράτες έχουν καταχραστεί εκατομμύρια ρούβλια που αντιστοιχούν σε εκατομμύρια λίρες. Η απληστία και η διαφθορά της απειλούν να καταβροχθίσουν όλους τους καρπούς της επανάστασης.

Στην ομιλία του στο 27ο Συνέδριο, Γκορμπατσώφ δικαιολογημένα καυχιόταν πως τα τελευταία 25 χρόνια «το σταθερό παραγωγικό κεφάλαιο της οικονομίας έχει επταπλασιαστεί. Χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν χτιστεί και νέες βιομηχανίες έχουν δημιουργηθεί. Το εθνικό εισόδημα έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 300%, η βιομηχανική παραγωγή 400% και η γεωργική κατά 70%».

«Πριν τον πόλεμο και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μας φαινόταν δύσκολο να φτάσουμε το επίπεδο της οικονομίας των ΗΠΑ, αλλά την δεκαετία του ’70 πραγματικά φτάσαμε πολύ κοντά όσον αφορά το επιστημονικό, τεχνολογικό, οικονομικό δυναμικό και ακόμη το ξεπεράσαμε στην παραγωγή ορισμένων βασικών προϊόντων.

«Αυτά τα επιτεύγματα είναι το αποτέλεσμα της τρομερής προσπάθειας του λαού. Μας βοήθησαν σημαντικά να εξασφαλίσουμε την ευημερία των σοβιετικών πολιτών. Σ’ ένα τέταρτο του αιώνα το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα έχει αυξηθεί κατά 160% και οι δαπάνες κοινωνικών παροχών κατά περισσότερο από 400%. 54 εκατομμύρια διαμερίσματα έχουν χτιστεί που μας βοήθησαν να βελτιώσουμε τις συνθήκες διαβίωσης των περισσότερων οικογενειών. Συμπληρώθηκε η καθολική μέση εκπαίδευση. Ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν τελειώσει ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα έχει τετραπλασιαστεί. Τα επιτεύγματα της επιστήμης, της ιατρικής και του πολιτισμού αναγνωρίζονται παγκόσμια».

Ωστόσο ο Γκορμπατσώφ είναι υποχρεωμένος να παραδεχτεί: «Την ίδια ώρα άρχισαν να εμφανίζονται δυσκολίες στην οικονομία στη δεκαετία του ’70 με μια ορατή πτώση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης. Σαν αποτέλεσμα οι στόχοι οικονομικής ανάπτυξης που μπήκαν στο πρόγραμμα του ΚΚΣΕ και ακόμα και οι χαμηλότεροι στόχοι του 9ου και 10ου πενταετούς προγράμματος δεν καλύφτηκαν. Ούτε καταφέραμε να πραγματοποιήσουμε πλήρως το κοινωνικό πρόγραμμα που καταρτίστηκε γι’ αυτή τη περίοδο. Ακολούθησε μια επιβράδυνση στην υλική βάση της επιστήμης, εκπαίδευσης, υγιεινής προστασίας, του πολιτισμού και καθημερινών υπηρεσιών. Η οικονομία, που έχει τεράστια αποθέματα στη διάθεσή της έφτασε να έχει ελλείψεις. Παρουσιάστηκε ένα χάσμα ανάμεσα στις ανάγκες της κοινωνίας και το επίπεδο της παραγωγής, ανάμεσα στη πραγματική προσφορά και ζήτηση αγαθών».

«Η επιτυχία κάθε αποστολής εξαρτάται σ’ έναν αποφασιστικό βαθμό στο πόσο ενεργά και συνειδητά παίρνουν μέρος σ ‘αυτό οι μάζες. Για να πείσει κάνεις τις πλατιές μάζες των εργαζομένων πως η επιλεγμένη πορεία είναι σωστή και να κερδίσει το ενδιαφέρον της ηθικά και υλικά και να ξαναστεριώσει την ψυχολογία των στελεχών αυτοί είναι βασικοί όροι για την επιτυχία της ανάπτυξης μας. Η ανάπτυξή μας θα είναι τόσο γρηγορότερη όσο πιο στέρεη είναι η πειθαρχία μας και η οργάνωσή μας. Και όσο πιο ψηλές θα είναι οι ευθύνες του καθένα για τη δουλειά του και τα αποτελέσματά της».

«Σήμερα το πρωταρχικό καθήκον του κόμματος και ολόκληρου του λαού είναι ν’ αντιστρέψει αποφασιστικά τις δυσμενείς τάσεις στην ανάπτυξη της οικονομίας, να της δώσουν τον κατάλληλο δυναμισμό και ν’ απελευθερώσουν την πρωτοβουλία και δημιουργικότητα των μαζών για πραγματικές, επαναστατικές αλλαγές».

Ο Γκορμπατσώφ είναι ένας τέλειος εκπρόσωπος της άρχουσας κάστας και έχει όλους τους περιορισμούς ενός γραφειοκράτη. Θέλει να αλλάξει τη σοβιετική κοινωνία χωρίς ν’ αλλάξει τη βασική δομή του γραφειοκρατικού ελέγχου. Όπως όλα τα κορυφαία στρώματα της γραφειοκρατίας οι γυναίκες είναι εξαιρετικά διαφορετικές από εκείνες της εργατικής τάξης της ΕΣΣΔ. Η γυναίκα του φοράει ρούχα από τους ακριβότερους οίκους μόδας της Γαλλίας όπως η «Gardin». Αγοράζει τα πιο ακριβά αρώματα.

Ο Γκορμπατσώφ ζει σαν εκατομμυριούχος ή σαν ένας Αμερικανός μεγάλος πολιτικός, θορυβημένος όμως από την οικονομική στασιμότητα και την απειλή της στη σοβιετική κοινωνία και φοβούμενος την αναπόφευκτη αντίδραση των εργατών, προσπαθεί στη βάση της γραφειοκρατικής εξουσίας, να  αλλάξει την κατάσταση. Το μαζικό κίνημα των Πολωνών εργατών γύρω από την «Αλληλεγγύη» και το επαναστατικό του δυναμικό ήταν μια δυσοίωνη προειδοποίηση για τις διεργασίες που αναπόφευκτα θα εξαπλώνονταν στην ΕΣΣΔ. Ακόμα και ο Μπρέζνιεφ πανικοβλήθηκε και επέπληξε τους «συνδικαλιστικούς ηγέτες» γιατί δεν εκπροσώπησαν τα συμφέροντα των Ρώσων εργατών, αποκαλύπτοντας έτσι πως οι ισχυρισμοί για ανεξάρτητη λειτουργία του συνδικαλισμού στα σταλινικά κράτη είναι ψεύτικη.

Ο Γκορμπατσώφ προσπαθεί να φέρει την μεταρρύθμιση από τα πάνω για να εμποδίσει την πολιτική επανάσταση από τα κάτω, καθώς επίσης προσπαθεί να βρει μία διέξοδο στη θηλιά που βάζει η γραφειοκρατία στην ανάπτυξη της σοβιετικής οικονομίας.

Οι πραγματικοί μαρξιστές–λενινιστές μπορούσαν να εξηγήσουν τα φαινόμενα αυτά από τα πριν. Το βιβλίο του Τρότσκι «Προδομένη Επανάσταση», 50 χρόνια αφότου γράφτηκε, συνεχίζει να είναι το πιο επίκαιρο ντοκουμέντο που ερμηνεύει τις διεργασίες στην ΕΣΣΔ.

Ο Στάλιν στο παρελθόν σαν ένας βοναπάρτης στρατιωτικός-αστυνομικός δικτάτορας, σε μερικές περιπτώσεις επικαλούνταν την εργατική τάξη για να χτυπήσει την πιο διεφθαρμένη μερίδα της γραφειοκρατίας. Ο βοναπαρτισμός είναι ένα σύστημα που ισορροπεί ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες και τάξεις, ανάμεσα στους εργάτες, τους αγρότες και τους ίδιους τους γραφειοκράτες.

Με τον ίδιο τρόπο, ο Γκορμπατσώφ είναι αναγκασμένος να επικαλείται την εργατική τάξη για να χτυπήσει μια μερίδα της γραφειοκρατικής κάστας που έχει αναπτύξει τρομαχτικά την εξουσία της, το επίπεδο ζωής της και τον παρασιτισμό της στην οικονομία. Ο Γκορμπατσώφ θέλει «ελεγχόμενες μεταρρυθμίσεις» αλλά είναι αδύνατο να συνεχίσει μ’ αυτό τον τρόπο.

Ο Στάλιν συγκεκριμένα εγκατέλειψε τις μεταρρυθμίσεις και αναγκάστηκε να εξαπολύσει ένα μονομερή εμφύλιο πόλεμο εκκαθάρισης των παλιών μπολσεβίκων και τελικά εγκατέλειψε ολοκληρωτικά τις μεταρρυθμίσεις από φόβο της ανατροπής της γραφειοκρατικής ελίτ. Ωστόσο, ο Γκορμπατσώφ αφού ξεκίνησε την πορεία των «μεταρρυθμίσεων» δεν θα μπορέσει εύκολα να σταματήσει και να σφίξει ξανά τα λουριά. Ενώ στη δεκαετία του 1930 η εργατική τάξη ήταν περίπου το 33% της σοβιετικής κοινωνίας, ο αριθμός αυτός σήμερα πλησιάζει το 70%. Παρ’ όλο που μια αντίδραση όπως τώρα στη Κίνα είναι αναπόφευκτη, η ΕΣΣΔ δεν είναι πια μια καθυστερημένη χώρα, αλλά είναι, μια περίπλοκη οικονομία με την μεγαλύτερη εργατική τάξη στο κόσμο που έχει ένα ψηλό πολιτιστικό επίπεδο. Αυτές οι «μεταρρυθμίσεις» θα ενθαρρύνουν εξαιρετικά τους εργάτες, θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν τις μάζες, παρά τους περιορισμένους στόχους του Γκορμπατσώφ.

Αναπόφευκτα από τη στιγμή που οι εργάτες κερδίσουν ένα ορισμένο βαθμό ελέγχου θ’ αρχίσουν να ζητάνε εξηγήσεις γιατί η γραφειοκρατία παίρνει περισσότερα από το μισθό εποπτείας. Γιατί διατηρούν τα προνόμια για εξοχικές βίλλες, αυτοκίνητα και ειδικά καταστήματα τροφίμων που χρησιμοποιούνται μόνο από αξιωματούχους.

Όπως ο Στάλιν, έτσι και ο Γκορμπατσώφ μπορεί να πάρει μέτρα εναντία στους κατωτέρους και μεσαίους γραφειοκράτες ή ακόμα και μερικούς από τους ανώτερους γραφειοκράτες σαν αποδιοπομπαίους τράγους για τις αμαρτίες ολόκληρου του συστήματος. Έτσι στους πρώτους 11 μήνες έχει απομακρύνει 46 από τους 156 τοπικούς, κομματικούς ηγέτες. Στην προσπάθειά του όμως να βελτιώσει τα πράγματα, ο Γκορμπατσώφ έχει δώσει μερικά αντιπροσωπευτικά δείγματα του ρόλου της γραφειοκρατίας στην αναχαίτιση της ανάπτυξης της σοβιετικής κοινωνίας.

«Η ανάπτυξη μηχανών μεγίστης ανθεκτικότητας από τους σοβιετικούς επιστήμονες πριν 30 χρόνια οδήγησε στην ανάπτυξη ολότελα νέων λιπαντικών που αυξάνουν πολύ τη λειτουργική διάρκεια των μηχανικών τμημάτων μεγάλης τριβής και ελαττώνουν πολύ τη δαπάνη εργασίας. Αυτή η ανακάλυψη, που αποφέρει εξοικονόμηση πολλών εκατομμυρίων ρουβλιών, δεν έχει μέχρι σήμερα εφαρμοστεί σε μεγάλη κλίμακα, εξαιτίας των παρωπίδων που φοράνε μερικοί από τους υψηλότερους αξιωματούχους του υπουργείου της πετρελαιοχημικής βιομηχανίας και επίσης μερικοί σε άλλα υπουργεία και υπηρεσίες».

«Το υπουργείο Βιομηχανίας οχημάτων και τα όργανα σχεδιασμού ευθύνονται για το γεγονός πως εδώ και 10 περίπου χρόνια δεν έχει χρησιμοποιηθεί πλατιά η εφεύρεση ενός εξαρτήματος ελάττωσης της τριβής, που κάνει τις μηχανές αποδοτικές και ανθεκτικές κάτω από τις σκληρότερες λειτουργικές συνθήκες».

«Δεν μπορούμε να καλύψουμε τους στόχους μας με μια επιτάχυνση της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου αν δεν βρούμε μοχλούς που θα εξασφαλίζουν προτεραιότητα μόνο σε εκείνες τις ερευνητικές μονάδες και βιομηχανικές επιχειρήσεις που το προσωπικό τους προάγει ό,τι είναι νέο και προοδευτικό και ψάχνει μεθόδους και μέσα παραγωγής προϊόντων καλής ποιότητας και απόδοσης».

Ο Γκορμπατσώφ επίσης αποκαλύπτει μερικές από τις γραφειοκρατικές σπατάλες στη γεωργία:

«Η μείωση των απωλειών στα σιτηρά και την κτηνοτροφία κατά την διάρκεια της συγκομιδής, της μεταφοράς, της αποθήκευσης και της επεξεργασίας είναι η πιο άμεση πηγή της αύξησης των αποθεμάτων τροφίμων. Δεν είναι μικρές οι δυνατότητες που έχουμε σ’ αυτό τον τομέα. Η αύξηση στην καταναλωτική δυνατότητα θα μπορούσε να φτάσει το 33% και στην περίπτωση μερικών προϊόντων μέχρι 30%. Εξάλλου, το κόστος της μείωσης των απωλειών θα ήταν το 1/3 ή το 1/2 του κόστους μιας τέτοιας ποσοστιαίας αύξησης της παράγωγης».

Η λύση του Γκορμπατσώφ είναι «η εφαρμογή γενικού εκδημοκρατισμού στη διαχείριση, μεγιστοποιώντας το ρόλο σ αυτή των εργαζόμενων, ενισχύοντας τον έλεγχο από τα κάτω, και εξασφαλίζοντας πλήρη αναφορά και δημοσιότητα στη δουλειά των οικονομικών μονάδων».

Στην πραγματικότητα, αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με γνήσιο έλεγχο από τη μάζα της εργατικής τάξης. Αυτό δεν έχουν σκοπό να το εισάγουν ο Γκορμπατσώφ και η γραφειοκρατία. Οι δημοκρατικές τους αλλαγές είναι διακοσμητικές παρόλο που ένας βαθμός «συμβουλευτικής συμμετοχής» θα επιτραπεί στους εργάτες, σε μια προσπάθεια να τους αναμείξουν στις αποφάσεις, χωρίς να εισάγουν εργατικό έλεγχο και διαχείριση, όπως συνέβαινε στις μέρες του Λένιν και του Τρότσκι. Ο Γκορμπατσώφ λέει πιο κάτω:

«Τα εκλεγμένα σώματα θα πρέπει να είναι πιο σχολαστικά και αυστηρά με το μηχανισμό τους. Δεν μπορεί να παραβλάψει κανένας το γεγονός πως αξιωματούχοι που παραμένουν στις θέσεις τους για μεγάλες περιόδους τείνουν να χάσουν την αίσθηση της ανανέωσης, ν’ αποκλειστούν από το λαό με κανονισμούς που κατασκεύασαν οι ίδιοι, και να εμποδίζουν καμιά φορά τη δουλειά των εκλογικών σωμάτων. Είναι προφανώς καιρός να καταρτιστεί μια διαδικασία που να επιτρέπει στα Σοβιέτ, και όλα γενικά τα κοινωνικά σώματα, να αξιολογούν και να κρίνουν την δουλειά των υπευθύνων αξιωματούχων και μέσα από εκλογές να κάνουν τις επιθυμητές αλλαγές προσωπικού».

«Στην εποχή μας χρειάζεται περισσότερη παρά ποτέ ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών οργανώσεων στη διακυβέρνηση της χώρας. Αν δούμε όμως τη δουλειά των κοινωνικών οργανώσεων απ’ αυτή την άποψη, γίνεται φανερό πως πολλές απ’ αυτές υστερούν σε πρωτοβουλία. Μερικές πάνω απ’ όλα προσπαθούν να λειτουργήσουν με το κανονικό τους προσωπικό, με γραφειοκρατικό τρόπο και στηρίζονται ελάχιστα στις μάζες. Με άλλα λόγια υστερεί πολύ η λαϊκή συλλογική ανεξάρτητη φύση των κοινωνικών μας οργανώσεων».

Ο Γκορμπατσώφ υποστήριξε ακόμη στην ομιλία του στο 37ο Συνέδριο την αρχή της αιρετότητας για όλους τους ηγέτες ομάδων και σταδιακά για κάποιες άλλες κατηγορίες διευθυντικού προσωπικού, των εποπτών συνεργείων, τομέων ή καταστημάτων και των διαχειριστών των αγροκτημάτων.

Το «κομμουνιστικό» κόμμα της ΕΣΣΔ, με 19 εκ. μέλη είναι μέρος ενός ολοκληρωτικού μονοκομματικού μηχανισμού και αποτελεί όργανο της γραφειοκρατίας. Δεν είναι καν «κόμμα» με την έννοια των ευρωπαϊκών «κομμουνιστικών» κομμάτων. Έτσι τώρα ο Γκορμπατσώφ υποστηρίζει μυστικές εκλογές των κομματικών στελεχών σαν μαστίγιο ενάντια στη γραφειοκρατία μέσα στο ίδιο το κόμμα. Αυτό είναι ένα απεγνωσμένο μέτρο που προσπαθεί να σπάσει την αντίστασή τους στις αλλαγές.

Βέβαια οι προτάσεις του δεν έχουν τίποτα το κοινό με τη δημοκρατία του Λένιν και τους 4 όρους που τέθηκαν για την απαρχή της εργατικής εξουσίας, όχι του σοσιαλισμού. Εβδομήντα χρόνια αργότερα κανένας απ’ αυτούς δεν εφαρμόζεται. Η εκλογή αξιωματούχων από γνήσια εργατικά Σοβιέτ με το δικαίωμα ανάκλησης ήταν ο πρώτος όρος για εργατική δημοκρατία. Ο δεύτερος όρος ήταν πως κανένας αξιωματούχος δεν έπρεπε να παίρνει μεγαλύτερο μισθό από τους ειδικευμένους εργάτες. Ο Λένιν περιόρισε την διαφορά ανάμεσα στους εργάτες και τους ειδικούς σε 4:1, και αυτή η διαφοροποίηση ήταν γι’ αυτόν «καπιταλιστική». Τώρα οι διαφορές στο επίπεδο ζωής ανάμεσα στους γραφειοκράτες, διευθυντές, τεχνικούς, στρατηγούς και τους απλούς εργάτες είναι πιθανά το ίδιο μεγάλες, ή σχεδόν το ίδιο, όσο και στις καπιταλιστικές χώρες όπως τις ΗΠΑ.

Ο τρίτος όρος ήταν για οπλισμένο λαό και όχι ειδικό ξεχωριστό στρατό. Ο τέταρτος ήταν πως για να εμποδιστεί η ανάπτυξη γραφειοκρατίας, όλα τα διευθυντικά καθήκοντα θα έπρεπε να γίνονται με ανακύκλωση στα πόστα. Όταν όλοι είναι γραφειοκράτες, τότε κανένας δεν μπορεί να είναι γραφειοκράτης ή σύμφωνα με τον αφορισμό του Λένιν: «κάθε μάγειρας θα πρέπει να μπορεί να γίνει πρωθυπουργός». Τώρα κάτω από τις συνθήκες της τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης και αφού η εργατική τάξη είναι πια η πλειονότητα του πληθυσμού της ΕΣΣΔ, οι μαρξιστές θα πρόσθεταν ένα πέμπτο όρο, το δικαίωμα όλων των κομμάτων να πουν τις απόψεις τους. Θα ήταν δυνατό να επιτραπεί ακόμα και η ανάπτυξη κομμάτων που υποστηρίζουν τον καπιταλισμό, θα είχαν τόσο μικρή υποστήριξη που θα ήταν ολότελα παρανοϊκό να διανοηθούν την επιστροφή στον καπιταλισμό ή τις συνθήκες που υπήρχαν στο τσαρισμό.

Η γραφειοκρατία αποκαλύπτει δια στόματος Γκορμπατσώφ το φόβο που τρέφει για όλες τις τάξεις, εργάτες και αγρότες. Η ίδια η γραφειοκρατική κάστα νοιώθει πως τα πράγματα δεν μπορούν να συνεχιστούν όπως ήταν με τον Μπρέζνιεφ. Επακόλουθα ο Γκορμπατσώφ θέλει να εξαλείψει πολλές από τις χειρότερες καταχρήσεις της γραφειοκρατίας. Τη νόμιμη και τυπικά παράνομη δωροδοκία, την κλοπή και τ’ άλλα γραφειοκρατικά προνόμια.

Ωστόσο, δεν θέλει να επηρεάσει τις ρίζες των προνομίων της γραφειοκρατίας. Τα «νόμιμα» προνόμια πρέπει να διατηρηθούν. Γι’ αυτό προβάλει την ιδέα του Στάλιν πως ο σοσιαλισμός σημαίνει «από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητες του, στο καθένα ανάλογα με τη δουλειά του». Όπως εξηγεί ο Τρότσκι στην «Προδομένη Επανάσταση» αυτή η ιδέα είναι πέρα για πέρα λαθεμένη.

Είναι ακριβώς λαθεμένη γιατί παίρνουν περισσότερα από όσα δικαιούνται – που θα έπρεπε να είναι μονάχα μισθοί εποπτείας, όπως εξηγούσε ο Μαρξ – που η γραφειοκρατία ενδιαφέρεται να υπερασπιστεί και να αυξήσει τα εισοδήματα της, τις εξουσίες και τα δικαιώματά της.

Όπως εξηγούσε ο Τρότσκι: «Η μισθωτή εργασία δεν παύει ούτε κάτω από το καθεστώς των Σοβιέτ, να κουβαλάει την ταπεινωτική ταμπέλα της δουλείας. Η πληρωμή “ανάλογα με την εργασία” (στην πραγματικότητα πλεονεκτική πληρωμή της “πνευματικής” σε βάρος της χειρωνακτικής κι ιδιαίτερα της ανειδίκευτης εργασίας) είναι πηγή αδικίας, καταπίεσης και καταναγκασμού για την πλειονότητα, και προνομίων και “ευτυχισμένης ζωής” για τους λίγους».

Ο Τρότσκι συνεχίζει: «Αντί να αναγνωρίζουν με ειλικρίνεια πως οι αστικοί κανόνες ακόμα κυριαρχούν στην ΕΣΣΔ, οι συγγραφείς του Συντάγματος (του νέου Συντάγματος που εισήγαγε ο Στάλιν το 1936) έχουν διαιρέσει αυτήν την ενιαία κομμουνιστική αρχή σε δύο κομμάτια, ανέβαλαν το δεύτερο κομμάτι για το αόριστο μέλλον, ανακήρυξαν το πρώτο σαν ήδη εφαρμοσμένο και αφού προσκόλλησαν σε αυτό μηχανιστικά το καπιταλιστικό μοντέλο της πληρωμής με το κομμάτι, βάφτισαν το κράμα αυτό «σοσιαλιστική αρχή» και πάνω σε αυτή την απάτη έχτισαν το οικοδόμημα του Συντάγματός τους».

Ο Τρότσκι πιο κάτω σχολιάζει: «Την ίδια ώρα, και αυτό δεν είναι χωρίς σημασία η προστασία που παρέχει ο νόμος για την καλύβα, την αγελάδα και τα έπιπλα του αγρότη, του εργάτη και του υπαλλήλου, νομιμοποιεί και το σπίτι του γραφειοκράτη στην πόλη, την καλοκαιρινή του βίλλα, τη λιμουζίνα του και τα άλλα “ατομικά αντικείμενα ατομικής κατανάλωσης και άνεσης” που τα οικειοποιήθηκε στη βάση της σοσιαλιστικής αρχής: “Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τη δουλειά του”. Σίγουρα η λιμουζίνα του γραφειοκράτη θα προστατεύεται από το νέο θεμελιώδη νόμο πιο αποτελεσματικά από ότι το κάρο του αγρότη».

Η πραγματική κατάσταση στη σοβιετική κοινωνία φαίνεται από την απεγνωσμένη κατάσταση του Γκορμπατσώφ να χρησιμοποιήσει τη μυστική ψηφοφορία στις εκλογές από τα χαμηλότερα μέχρι τα υψηλότερα κλιμάκια του ΚΚ, σαν μέσο για να τσακίσει το πείσμα των πιο διεφθαρμένων και αντιδραστικών μερίδων της γραφειοκρατίας, που θέλουν να συνεχίσουν ανεμπόδιστα την κατάχρηση του σοβιετικού κράτους.

Ο Τρότσκι εξηγούσε: «Σε μια καπιταλιστική κοινωνία, η μυστική ψηφοφορία στοχεύει να υπερασπίσει τους εκμεταλλευόμενους από τον τρόμο των εκμεταλλευτών. Αν η αστική τάξη υιοθέτησε τελικά μια τέτοια μεταρρύθμιση, προφανώς κάτω από την πίεση των μαζών το έκανε μονάχα επειδή ενδιαφερόταν να προστατέψει το κράτος της, τουλάχιστον μερικά, από τη διαφθορά που η ίδια ανέπτυξε. Αλλά σε μια σοσιαλιστική κοινωνία δεν μπορεί να υπάρχει όπως είναι φυσικό ο φόβος των εκμεταλλευτών.

Από ποιόν “χρειάζεται να προστατέψουμε τους σοβιετικούς πολίτες”;  Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Από τη γραφειοκρατία. Ο Στάλιν είναι αρκετά ειλικρινής, ώστε να το παραδέχεται. Στην ερώτηση “γιατί χρειάζεται η μυστική ψηφοφορία;” απάντησε κατά λέξη: “Επειδή θέλουμε να δώσουμε ελευθερία στον σοβιετικό λαό, πλήρη ελευθερία να ψηφίσει αυτούς που θέλει”. Έτσι, η ανθρωπότητα μαθαίνει από μια επίσημη πηγή πως σήμερα ο σοβιετικός λαός δεν μπορεί ακόμα να ψηφίσει αυτούς που θέλει. Θα ήταν πρόχειρο να συμπεράνει κανείς απ’ αυτό πως το νέο Σύνταγμα θα τους εξασφαλίσει αυτή την ευκαιρία στο μέλλον».

Την πρώτη περίοδο που υπήρχαν οικονομικές επιτυχίες στη διάρκεια των πρώτων δύο πενταετών πλάνων, ο Στάλιν υποχρεώθηκε να προσπαθήσει να συγκρατήσει την πλεονεξία και την απληστία των γραφειοκρατών. Τώρα η ίδια διαδικασία ξαναχρησιμοποιείται. Ωστόσο, ο Στάλιν δεν τόλμησε να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις αυτές στην πραγματικότητα. Οι εκλογές εξακολούθησαν να είναι μόνο με έναν υποψήφιο. Παρ’ όλο που κι αν υπήρχαν περισσότεροι υποψήφιοι, θα ήταν μόνο αυτοί που εξετάστηκαν και εγκρίθηκαν από το κόμμα που είναι αντιπροσωπευτικό της γραφειοκρατίας, και φυσικά με την KGB στο παρασκήνιο. Ο Στάλιν το προόριζε για «μαστίγιο» ενάντια στην κάστα αξιωματούχων που εκπροσωπούσε.

Το σύστημα στην ΕΣΣΔ με την ηγεσία του Γκορμπατσώφ παραμένει στην ουσία το ίδιο όπως ήταν σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας της γραφειοκρατίας από το 1927. Ο Τρότσκι αναφέρει πιο κάτω: «Η υπόσχεση να δώσει ελευθερία στον σοβιετικό λαό για να ψηφίσει “αυτούς που θέλει” είναι περισσότερο ένα ρητορικό σχήμα παρά μια πολιτική διατύπωση. Ο σοβιετικός λαός θα έχει το δικαίωμα να διαλέξει τους εκπροσώπους του ανάμεσα στους υποψήφιους που οι κεντρικοί και τοπικοί ηγέτες του παρουσιάζουν κάτω από την κομματική σημαία».

Το ίδιο ακριβώς θα συμβαίνει και τώρα στις κομματικές εκλογές, από τη βάση μέχρι την κορυφή. Έτσι αυτή η απόπειρα της μαστίγωσης της γραφειοκρατίας σε τελική ανάλυση θα αποτύχει. Όπως εξηγεί ο Τρότσκι πιο κάτω: «Δεν είναι ζήτημα κοινωνιολογίας, αλλά υλικού συμφέροντος.»

Η οικονομία δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς τη συμμετοχή και τον έλεγχο από την εργατική τάξη, έτσι ο Γκορμπατσώφ ποντάρει στη διατήρηση της εξουσίας με λίγα στοιχεία συμμετοχής και ελέγχου από τους εργάτες. Ωστόσο, δεν υπάρχει τέτοιο φρούτο όπως ο μερικός έλεγχος από τη μάζα του πληθυσμού, το σύνολο της Ιστορίας αποδεικνύει πως οι εργάτες ή κατακτούν τον έλεγχο ή τον χάνουν.

Ο μερικός έλεγχος δεν θα λειτουργήσει. Δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς έλεγχο από τα κάτω προς τα πάνω της κοινωνίας από την εργατική τάξη και τους αγρότες. Η τέχνη και η επιστήμη μπορούν να ευδοκιμήσουν με απόλυτη ελευθερία συζήτησης και διαλόγου. Αυτά όμως δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε μια γραφειοκρατική δομή όπως αυτή της ΕΣΣΔ.

Ο Γκορμπατσώφ θέλει να δημιουργήσει μια νέα αριστοκρατία εργατών στην οποία να μπορεί η γραφειοκρατία να στηριχθεί. Είναι μια επιστροφή, κάτω από ολότελα διαφορετικές συνθήκες στη σταχανοβίτικη αρχή του ξεδιαλέγματος ενός στρώματος εργατών από την υπόλοιπη εργατική τάξη, που θα στολιζόταν με προνόμια για να κερδηθεί μια πρόσβαση στην εργατική τάξη. Δημιουργώντας ένα νέο προνομιούχο στρώμα εργατικής αριστοκρατίας οι γραφειοκράτες ελπίζουν να αποκτήσουν βάσεις στη σοβιετική κοινωνία που θα αποθάρρυναν κάθε απόπειρα των εργατών να πάρουν στα χέρια τους τον πραγματικό έλεγχο.

Ο Μαρξ και ο Λένιν πίστευαν πως το κράτος θα άρχιζε να αποδυναμώνεται αμέσως μόλις η εργατική τάξη καταχτούσε την εξουσία. Αυτό ήταν αδύνατο σε μια καθυστερημένη χώρα όπως ήταν η Ρωσία του 1917-1923. Τώρα όμως δεν υπάρχουν οι οικονομικοί λόγοι που δεν μπορεί να γίνει αυτό, εκτός από τα αποκτημένα προνόμια της ίδιας της παντοδύναμης γραφειοκρατίας.

Η ΕΣΣΔ έχει τώρα τις απαραίτητες παραγωγικές δυνάμεις για να αρχίσει την κίνηση προς τον πραγματικό σοσιαλισμό. Μέσα σε 10 χρόνια η ΕΣΣΔ θα μπορούσε να ξεπεράσει άνετα τον αμερικάνικο καπιταλισμό αν δεν υπήρχε η παρεμπόδιση από την γραφειοκρατία.

Κάτω από συνθήκες ανάπτυξης υπεραφθονίας για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών, το κράτος, οι κοινωνικές διαιρέσεις, το χρήμα κ.λπ. θα άρχιζαν όλα να εξασθενούν. Αλλά η γραφειοκρατία δεν θα ήταν περισσότερο διατεθειμένη να παραδώσει την εξουσία χωρίς αγώνα απ’ ό,τι οι καπιταλιστές στη Δύση. Η γραφειοκρατία θα κάνει οτιδήποτε για την εργατική τάξη εκτός από το να φύγει από τις πλάτες της.

Στην ομιλία του στο 27ο Συνέδριο, ο Γκορμπατσώφ αναφέρθηκε στο σαμποτάζ πρακτόρων του ιμπεριαλισμού. Σάμπως σε ένα πραγματικά δημοκρατικό εργατικό κράτος που προχωρά στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού θα μπορούσε το σαμποτάρισμα πραχτόρων του ιμπεριαλισμού να έχει οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Αυτά τα λόγια, αποτελούν επανεπιβεβαίωση στη γραφειοκρατική κάστα πως η προνομιακή της θέση θα είναι εξασφαλισμένη, πως δεν θα αποδυναμωθεί το κράτος, πως αν οι εργάτες αμφισβητούσαν τα βασικά θεμέλια της γραφειοκρατίας θα κατηγορούνταν ως πράκτορες του ιμπεριαλισμού.

Με βάση αυτή τη φόρμουλα ο Στάλιν ξεκίνησε τον διωγμό ενάντια στους παλιούς μπολσεβίκους, ενάντια σε εκατοντάδες χιλιάδες λαού που αποτελούσαν τα καλύτερα στρώματα της σοβιετικής κοινωνίας και οι οποίοι κατηγορήθηκαν ότι απειλούσαν τα προνόμια της γραφειοκρατίας. Κατηγορήθηκαν γι’ αυτό σαν πράκτορες κάθε δύναμης με την οποία διαξιφιζόταν ο Στάλιν τη στιγμή εκείνη: γαλλικός, αγγλικός, γερμανικός, ιταλικός, ισπανικός και φυσικά αμερικανικός ιμπεριαλισμός.

Η κίνηση προς το σοσιαλισμό σημαίνει μείωση της ανισότητας και όχι ενίσχυσή της όπως προσπαθεί να κάνει ο Γκορμπατσώφ. Έτσι ο ισχυρισμός πως ο σοσιαλισμός έχει επιτευχθεί, την ίδια ώρα που το κράτος έχει λάβει τερατώδεις διαστάσεις στην ΕΣΣΔ, πιθανά μεγαλύτερες από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, είναι κοροϊδία.

Επιπρόσθετα, αναφέρθηκε, καθόλου τυχαία στις απόψεις των «αριστερών κομμουνιστών» και των τροτσκιστών, που «υπεράσπιζαν τη θεωρία του “επαναστατικού πολέμου” που, όπως ισχυρίζονταν θα μεταφέρει τον σοσιαλισμό σε άλλες χώρες. Σήμερα, είμαστε το ίδιο πεισμένοι πως η εξωτερική επιβολή επαναστάσεων, και ιδιαίτερα με στρατιωτικά μέσα, είναι και χωρίς αποτέλεσμα και απαράδεκτη». Δεν έχουμε σκοπό να εμβαθύνουμε εδώ σε αυτά τα ζητήματα. Αρκεί να αναφέρουμε πως ο Τρότσκι και ο Λένιν το 1918 αντιτίθονταν στην ιδέα του Μπουχάριν για επαναστατικό πόλεμο εκείνη τη συγκεκριμένη περίοδο. Αυτή η πομπώδης αποκήρυξη των τροτσκιστών είναι μια επιπρόσθετη επιβεβαίωση στη γραφειοκρατία πως ο Γκορμπατσώφ είναι ενάντια στην ανάπτυξη της επανάστασης στη Δύση, γιατί αυτή θα οδηγούσε σε μια γνήσια εργατική δημοκρατία που με τη σειρά της θα είχε τεράστιο αντίκτυπο στις μάζες παγκόσμια, και ιδιαίτερα στις μάζες της Σοβιετικής Ένωσης, της Ανατολικής Ευρώπης και της Κίνας.

Για τη γραφειοκρατία, όπως και για όλες τις άρχουσες τάξεις, η εξωτερική πολιτική είναι προέκταση της εσωτερικής πολιτικής και αντίστροφα. Ο Γκορμπατσώφ αγωνίζεται να φτάσει σε μια συμφωνία με τους ιμπεριαλιστές. Παρ’ όλο που κάποιες προσωρινές συμφωνίες είναι δυνατές, η θεμελιακή βάση του σοβιετικού κράτους είναι ασυμβίβαστη με την ανάπτυξη του καπιταλισμού παγκόσμια.

Το πραγματικό νόημα των μεταρρυθμίσεων φαίνεται από το γεγονός πως απέχοντας πολύ από την εξασφάλιση ανεμπόδιστης ανάπτυξης των εθνικών μειονοτήτων, ο Γκορμπατσώφ προωθεί σε όλες τις Δημοκρατίες Ρώσους για να διασφαλίσει τις θέσεις της μεγαλορωσικής γραφειοκρατίας. Οι κίνδυνοι που περιέχει αυτό φάνηκαν τον Δεκέμβριο του 1986, όταν μετά την απομάκρυνση του ντόπιου κομματάρχη στο Καζακστάν και την αντικατάστασή του με έναν Μεγαλορώσο ακολούθησαν διαδηλώσεις. Παρά τις ταραχές αυτές ή εξαιτίας τους η γραφειοκρατία μαζί και ο Γκορμπατσώφ, είναι αποφασισμένοι να διασφαλίσουν τη διατήρηση των στρατηγικών θέσεων σε όλες τις Δημοκρατίες των εθνικών μειονοτήτων, στα χέρια των Ρώσων.

Ωστόσο με μια ορισμένη έννοια η πολιτική επανάσταση έχει αρχίσει. Θα είναι μια διαδικασία με πολλές απότομες στροφές και αλλαγές. Ο Γκορμπατσώφ σκοπεύει να εξαλείψει τις χειρότερες καταχρήσεις της γραφειοκρατίας. Για μια προσωρινή περίοδο μπορεί και να το καταφέρει. Το ξεσκέπασμα όμως της συσσωρευμένης, καταπνιγμένης κριτικής, θα έχει αντίκτυπο σε όλους τους τομείς της σοβιετικής κοινωνίας. Έστω και ατελής, η μεταρρύθμιση θα έχει κάποια οικονομικά αποτελέσματα όπως ήδη φαίνεται, για 1 ή 2 χρόνια, ανάλογα με την κατάσταση.

Η επιστήμη, η Τέχνη, η φιλοσοφία θα αναζωπυρωθούν για μια προσωρινή περίοδο. Αλλά ο βασικός προνομιακός ρόλος της γραφειοκρατίας είναι το κύριο φρένο στην ανάπτυξη της σοβιετικής κοινωνίας και αυτός παραμένει άθικτος.

Είναι αναπόφευκτη, όχι μια ομαλή εξέλιξη, αλλά η πολιτική επανάσταση που θα ανοίξει τον δρόμο για την εξουσία της εργατικής τάξης. Οι μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσώφ αντί να λύσουν τα προβλήματα της γραφειοκρατίας θα τα οξύνουν και θα τα ενισχύσουν. Κινήσεις στην κορυφή αναπόφευκτα θα ξεσηκώσουν ένα τεράστιο κίνημα από τα κάτω που θα καταλήξει σε πολιτική επανάσταση. Ο Γκορμπατσώφ έδωσε πρωτοφανείς προειδοποιήσεις σε μία σοβιετική δημοσιογραφική συνδιάσκεψη στις 13 Φεβρουαρίου 1987, πως θα παραιτηθεί αν παρεμποδιστούν οι μεταρρυθμίσεις του. Για την ώρα η προειδοποίηση αυτή κατευθυνόταν στα πιο αντιδραστικά στρώματα της γραφειοκρατίας. Αλλά σ’ ένα ορισμένο στάδιο θ’ αναγκαστεί να υποχωρήσει ή να αντιμετωπίσει την πιθανή απομάκρυνσή του από την ίδια τη γραφειοκρατία.

Μονάχα με την εξάλειψη των προνομίων της γραφειοκρατίας και την αποκατάσταση του ελέγχου στα χέρια των εργατών και αγροτών μπορούν να ξεπεραστούν όλες οι αντιφάσεις της σοβιετικής κοινωνίας. Μόνο μια μαρξιστική τάση που να προασπίζεται το πρόγραμμα του Λένιν και του Τρότσκι μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα της επανάστασης. Δεν υπάρχει διέξοδος προς τα εμπρός που να διαρκεί στη σοβιετική κοινωνία εκτός από την πολιτική επανάσταση. Η γραφειοκρατία ποτέ δεν θα απογραφειοκρατικοποιηθεί. Αντίθετα, ακόμα και στην πορεία των μεταρρυθμίσεων προσπαθούν να ενισχύσουν την προνομιακή τους θέση. Τώρα, σε μία σύγχρονη σοβιετική κοινωνία έρχονται ολοένα και περισσότερο σε αντίθεση με την ανάπτυξη της κοινωνίας και της παραγωγής. Αυτός είναι ο λόγος που είναι καταδικασμένοι. Στα 5-10 επόμενα χρόνια, όμως, θα καθαρίσει ο δρόμος της πορείας προς τον σοσιαλισμό.

Μία νίκη των Σοβιετικών εργατών στις σύγχρονες συνθήκες θα είχε ένα πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο από την Ρωσική Επανάσταση του 1917. Το πλεονέκτημα της κρατικής ιδιοκτησίας και του κεντρικού σχεδιασμού θα γίνουν τόσο συντριπτικά που θα επηρεαστούν όχι μόνο οι εργάτες αλλά και οι διανοούμενοι, η μεσαία τάξη και άλλα στρώματα της κοινωνίας, οδηγώντας σε μια ολοκληρωτική ανατροπή του καπιταλισμού παγκόσμια.

Μπροσούρα του Militant γραμμένη από τον Τεντ Γκραντ, 13 Φεβρουαρίου 1987

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα