Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΠανδημίες, κερδοσκοπία και φαρμακοβιομηχανίες: πώς ο καπιταλισμός πλήττει τη δημόσια υγεία

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Πανδημίες, κερδοσκοπία και φαρμακοβιομηχανίες: πώς ο καπιταλισμός πλήττει τη δημόσια υγεία

Μια αποκαλυπτική ανάλυση για τον παρασιτισμό των πολυεθνικών φαρμάκου και το ασυμβίβαστο του καπιταλισμού με την υπόθεση της υπεράσπισης της δημόσιας υγείας από τις επιδημίες.

Η αχαλίνωτη κερδοσκοπία του ιδιωτικού τομέα, οι απερίσκεπτες μέθοδοι παραγωγής, η καταστροφή του περιβάλλοντος και οι μειωμένες δαπάνες για ιατρική έρευνα έχουν οδηγήσει στην αύξηση των παγκόσμιων πανδημιών, υπονομεύοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα αντιμετώπισής τους. Ο καπιταλισμός όχι μόνο δημιούργησε αυτόν τον αόρατο και θανατηφόρο εχθρό, αλλά αποτελεί και το μεγαλύτερο εμπόδιο στον αγώνα μας εναντίον του.

Παρόλο που ο ιός COVID-19 κατέλαβε τις κυβερνήσεις παγκοσμίως εξαπίνης, ήταν ένα ατύχημα που αναμενόταν να συμβεί: όπως ακριβώς το οικονομικό και κοινωνικό χάος που προκάλεσε η πανδημία δεν έπεσε ξαφνικά από τον ουρανό, αλλά ετοιμαζόταν αρκετά χρόνια νωρίτερα, έτσι και ο καπιταλισμός εδώ και πολύ καιρό έχει θέσει τις βάσεις για την καταστροφή της δημόσιας υγείας σε μεγάλη κλίμακα.

«Θέλετε ένα εμβόλιο; Τα χρήματα πρώτα»

Ενώ οι απολογητές του καπιταλισμού κηρύττουν την ανωτερότητα του συστήματος της ελεύθερης αγοράς σε σχέση με τη σχεδιασμένη οικονομία, η παραγωγή, η έρευνα και η ανάπτυξη των φαρμάκων πλήττονται από τις δυνάμεις της αγοράς. Αυτό είναι απολύτως σαφές στην πανδημία COVID-19. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σημειώθηκαν πολλές διεθνείς ιογενείς επιδημίες που έχουν στοιχίσει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων (Sars-CoV-1, Mers, Zika, Ebola κλπ.). Μέχρι σήμερα μόνο ένα εμβόλιο για αυτές τις ασθένειες έχει φτάσει στην αγορά, αυτό για τον Έμπολα. [1]

Ο κορονοϊός δεν είναι μια άγνωστη απειλή. Το Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο (ΣΟΑΣ) – Severe Acute Respiratory Syndrome (SARS) – ανήκει στην ίδια οικογένεια ιών με τον COVID-19. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει δαπανήσει περισσότερα από 545 εκατομμύρια ευρώ στην έρευνα για τον κορονοϊό τα τελευταία 20 χρόνια [2]. Ωστόσο, οι επιστήμονες βρίσκονται πολύ πίσω στην συγκεκριμένη έρευνα. Ο Jason Schwartz, καθηγητής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου Γέιλ, δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό Atlantic της Μεγάλης Βρετανίας στις αρχές Μαρτίου: «Αν δεν είχαμε περιορίσει το πρόγραμμα έρευνας για το εμβόλιο της ιογενούς νόσου SARS το 2004, θα είχαμε κάνει πολύ περισσότερη θεμελιώδη δουλειά μέχρι τώρα, που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στην καταπολέμηση του COVID-19, ο οποίος έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την προαναφερθείσα νόσο». [3] Το υψηλού κόστους, υψηλής  απόδοσης επιχειρηματικό μοντέλο της ιατρικής Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D) με βάση το κέρδος δεν εφαρμόζεται καλά στις ενεργές πανδημίες, διότι η αγορά αμέσως στερεύει όταν η κρίση υποχωρεί, που σημαίνει ότι η χρηματοδότηση αποσύρεται και η έρευνα εγκαταλείπεται [4].

Ωστόσο, ανακοινώθηκε πρόσφατα ότι το Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργίας και Λοιμωδών Νοσημάτων των ΗΠΑ (NIAID) έλαβε το πρώτο υποψήφιο εμβόλιο κατά του COVID-19 [5]. Το εμβόλιο έχει παραχθεί από τη NIAID σε συνεργασία με την εταιρεία Moderna, με βάση έρευνες από διάφορα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Αυστραλίας [6]. Η διαδικασία έγκρισης είναι ταχεία που σημαίνει ότι οι δοκιμές θα μπορούσαν να ξεκινήσουν τον επόμενο μήνα [7]. Αλλά θα χρειαστεί να περάσει τουλάχιστον ένας χρόνος πριν από τη μαζική παραγωγή εμβολίου, οπότε μέσα σε αυτό το διάστημα η πανδημία είναι πιθανό να έχει εξαλειφθεί, παίρνοντας ενδεχομένως εκατομμύρια ζωές μαζί της. Ακόμα και τότε, το NIAID θα πρέπει να αναθέσει σε κάποια άλλη, μεγάλη φαρμακευτική εταιρεία το έργο της παρασκευής του εμβολίου. Ο λόγος γι΄ αυτό είναι ότι  οι μεγαλύτερες εταιρείες όπως η Pfizer, η Novartis κλπ. έχουν τον απόλυτο έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους των πρώτων υλών και έχουν κατοχυρώσει πολυάριθμες πατέντες πάνω σε τεχνικές που αφορούν τη διαδικασία μαζικής παρασκευής εμβολίων [8]. Μέχρι στιγμής, υπάρχει ελάχιστο ενδιαφέρον από αυτούς τους φαρμακευτικούς κολοσσούς. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ο Αμερικανός υπουργός Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών Alex Azar δήλωσε ότι οποιοσδήποτε ιδιώτης παρασκευαστής θα είχε τη δυνατότητα να καθορίσει «λογικές» τιμές για το προϊόν του. «Χρειαζόμαστε να επενδύσει ο ιδιωτικός τομέας», είπε, «ο έλεγχος των τιμών δεν θα σταθεί εμπόδιο σε αυτές τις επενδύσεις». [9] Αυτό το εμβόλιο θα μπορούσε να σώσει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Αλλά οι καπιταλιστές δεν θα επενδύσουν εάν δεν υπάρχουν κέρδη. Η ελεύθερη αγορά αφήνει την ανθρωπότητα στη μοίρα της.

Το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης για τη φαρμακευτική Ερευνα και Ανάπτυξη (R&D) προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα, στον οποίο αντιστοιχεί το 67% των 194,2 δισ. δολαρίων που επενδύθηκαν στον τομέα Υγείας των ΗΠΑ το 2018, έναντι 22% που προέρχεται από ομοσπονδιακούς φορείς και 8% από ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα. Οι φαρμακευτικές εταιρείες αξιοποιούν αυτό το υψηλό κόστος Έρευνας και Ανάπτυξης ως επιχείρημα για να δικαιολογήσουν την αύξηση των τιμών των παλαιότερων και κοινών φαρμάκων, σε βαθμό που φάρμακα απαραίτητα, όπως η ινσουλίνη, μπορεί να κοστίζουν από 25 έως 100 δολάρια το φιαλίδιο στις ΗΠΑ [11]. Το 2015, ο πρόεδρος της φαρμακευτικής εταιρίας Turing Pharmaceuticals, Martin Shkreli, προκάλεσε σκάνδαλο αυξάνοντας το κόστος του Daraprim (ενός φαρμάκου που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ασθενειών που σχετίζονται με το AIDS) από 13,50 δολάρια σε 750 δολάρια ανά χάπι. Παρά τη δικαιολογία ότι αυτά τα τεράστια έσοδα επανεπενδύονται στην ανάπτυξη φαρμάκων, η συντριπτική πλειονότητα των νέων φαρμάκων παράγεται με κρατική χρηματοδότηση ή με επιδοτούμενη έρευνα, συμπεριλαμβανομένου του νέου υποψήφιου εμβολίου για τον COVID-19. [13] Οι φαρμακευτικές εταιρείες αντί να χρησιμοποιούν την οικονομική τους ισχύ για την ανάπτυξη της ιατρικής έρευνας και καινοτομίας, ως επί το πλείστον τη χρησιμοποιούν για να συγκεντρώνουν πατέντες για φάρμακα που έχουν αναπτυχθεί με δημόσιο χρήμα, για να δημιουργούν παράγωγα φαρμάκων που ήδη υπάρχουν – και να τα διαθέτουν σε υψηλές τιμές – και για να παράγουν φάρμακα που επιβάλουν οι κανόνες του σύγχρονου μάρκετινγκ, όπως το Viagra. Χρησιμοποιώντας αυτές τις πρακτικές (επωφελούμενες από την απελευθέρωση των αντιμονοπωλιακών νόμων τη δεκαετία του 1990), οι φαρμακευτικές εταιρίες έγιναν η ταχύτερα αναπτυσσόμενες και πιο κερδοφόρες νόμιμες βιομηχανίες στη γη από το 2000 μέχρι σήμερα, κερδίζοντας 1,2 τρις δολάρια μόνο το 2018. [15]

Με τόσο πολύ εύκολο χρήμα να ρέει στα ταμεία τους, οι ιδιωτικές φαρμακευτικές εταιρίες ενδιαφέρονται ελάχιστα για την ανάπτυξη νέων εμβολίων με δική τους πρωτοβουλία – ειδικά για ενεργές επιδημίες. Ο μηχανισμός με τον οποίο ζουν και μεταδίδονται οι ιοί δεν είναι ιδιαίτερα κατανοητός από την επιστήμη. Ασθένειες όπως ο κορονοϊός μεταλλάσσονται πολύ γρήγορα σε νέα στελέχη. Η ανάπτυξη εμβολίων είναι μια δύσκολη, δαπανηρή και χρονοβόρα διαδικασία, κατά την οποία τα επιθυμητά αποτελέσματα δεν είναι ποτέ εγγυημένα. Ο Trevor Jones, διευθυντής του Συνδέσμου της Βρετανικής Φαρμακευτικής Βιομηχανίας, ισχυρίστηκε ότι το κόστος για την έρευνα και την ανάπτυξη ενός νέου φαρμάκου είναι 500 εκατομμύρια δολάρια και ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες αναμένουν να αποσβέσουν την εν λόγω επένδυση μετά από τρία έως πέντε χρόνια πώλησής του. [16] Το τελευταίο προσοδοφόρο εμβόλιο που παρήχθη στον ιδιωτικό τομέα ήταν το Gardasil της Merck, για χρήση κατά του HPV, το οποίο κυκλοφόρησε το 2006 μετά από 20ετή κύκλο ανάπτυξης. [17] Το Forbes αναφέρθηκε πρόσφατα στην «κρίση καινοτομίας» της βιομηχανίας, υπογραμμίζοντας την κύρια αντίφαση στην καρδιά αυτού του τομέα: τα κέρδη ανεβαίνουν, αλλά ο αριθμός των νέων φαρμάκων και εμβολίων μειώνεται:

«Η αποτυχία της παραγωγικότητας μοιάζει να είναι ένα περίεργο πρόβλημα για μια βιομηχανία που παράγει περισσότερο χρήμα από όσο μπορεί να απορροφήσει, απολαμβάνει απεριόριστη ζήτηση και ασκεί μονοπωλιακή εξουσία τιμολόγησης. Αλλά η βιομηχανία φαρμάκου δεν είναι μια «φυσιολογική» επιχείρηση. Κάθε νέο φάρμακο, κάθε κλινική δοκιμή, είναι ένα πείραμα. Η διαδικασία της ανάπτυξης των φαρμάκων είναι εγγενώς απρόβλεπτη, όπως αντικατοπτρίζεται από το ποσοστό επιτυχίας που αγγίζει μόλις το 2% … Μια επισκόπηση των δεδομένων για τις μεταβολές στην αξία των φαρμάκων και των εσόδων της βιομηχανίας από το 1995 έως το 2014, δεν έδειξε την αναμενόμενη μείωση. Το πρόβλημα με την παραγωγικότητα δεν ανακόπτεται από μέτρα περιορισμού των αυξανόμενων (παρόλα αυτά) κοστών ευκαιρίας (opportunity costs)».[18]

Εν ολίγοις, η ανάπτυξη νέων φαρμάκων παρουσιάζει υπερβολικά υψηλό κίνδυνο και επισφαλές κέρδος, που σημαίνει ότι οι εταιρείες φαρμάκων αφιερώνουν τους πόρους τους σε πιο προσοδοφόρους δρόμους, πράγμα που αποδίδει πολύ καλά. Την ίδια στιγμή, η ιδιωτική φαρμακοβιομηχανία χρησιμοποιεί την ολιγαρχική της δύναμη για να παρεμποδίσει την ανάπτυξη και την παραγωγή νέων φαρμάκων από οποιονδήποτε άλλο, συμπεριλαμβανομένου του κράτους. Το αποτέλεσμα είναι ότι, ενώ οι καπιταλιστές εξακολουθούν να κερδίζουν αμύθητα ποσά, η αγορά μας άφησε ανέτοιμους στην αντιμετώπιση κρίσεων, όπως της επιδημίας COVID-19.

Αντιφάσεις και κρίση

Καθώς ο ιδιωτικός τομέας προχωράει με πολύ αργούς ρυθμούς, έγιναν πολλές προσπάθειες για τη δημιουργία κρατικής ιατρικής έρευνας και ανάπτυξης. Όμως, ενώ η κρατική έρευνα έχει λάβει περισσότερη χρηματοδότηση στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί, για παράδειγμα στις ΗΠΑ, να λαμβάνει μόνο περίπου το 5% των συνολικών δαπανών. Αντίθετα, οι στρατιωτικές δαπάνες καταλαμβάνουν το 54%. [19] Και η τεράστια δύναμη της φαρμακευτικής ολιγαρχίας σημαίνει ότι μπορεί να επιβληθεί στα κυβερνητικά όργανα σύμφωνα με τη θέλησή της, αν έρθει σε σύγκρουση μαζί τους. Το κράτος δεν επιβάλλεται στο κεφάλαιο, αλλά το αντίστροφο.

Την τελευταία φορά που η κυβέρνηση των ΗΠΑ ενέκρινε ένα εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού, ήταν για τη γρίπη των χοίρων το 1976. Τέσσερις φαρμακοβιομηχανίες – η Sharp & Dohme του ομίλου Merck, η Merrell, η Wyeth και η Parke-Davis αρνήθηκαν να πουλήσουν στην κυβέρνηση τις 100 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου που είχαν κατασκευάσει, μέχρις ότου αποκτήσουν πλήρη αποζημίωση αστικής ευθύνης και εγγυημένο κέρδος. [20] Ακόμα, λίγο πριν την έκρηξη του COVID-19, ο Συνασπισμός για την Ετοιμότητα Επιδημικής Καινοτομίας (CEPI) συγκέντρωσε 750 δισ. δολάρια, ώστε να επιταχύνει την ανάπτυξη εμβολίων για την αντιμετώπιση νέων επιδημιών με τη στήριξη χωρών όπως η Ιαπωνία, η Γερμανία, ο Καναδάς και άλλων. Η επιστημονική συμβουλευτική ομάδα των ιδιωτικών φαρμακευτικών εταιριών όμως (συμπεριλαμβανομένων των Johnson & Johnson, Pfizer και Takeda), ανάγκασε τον οργανισμό να υποχωρήσει ως προς την αρχή «όλες οι χώρες θα έχουν ίση και οικονομικά προσιτή πρόσβαση στα εμβόλια που χρηματοδοτούνται από τον CEPI» [21]. Αυτό εξασφάλισε ότι οι καπιταλιστές θα μπορούν να αποκομίζουν ένα ικανοποιητικό κέρδος για οποιοδήποτε εμβόλιο αναπτύσσεται μέσω αυτής της χρηματοδότησης, σε οποιαδήποτε ξένη αγορά.

Δύο από τα μεγαλύτερα εμπόδια στην πρόοδο του τομέα της ιατρικής έρευνας αποτελούν επίσης και τους δύο μεγαλύτερους περιορισμούς για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής κοινωνίας εν γένει. Αυτά είναι το έθνος-κράτος και η ιδιωτική ιδιοκτησία. Η άνοδος των προστατευτικών τάσεων παγκοσμίως επηρεάζει επίσης την αγορά φαρμάκων, με τα κράτη να κρύβουν φθονερά τα αποτελέσματα της πιο πρόσφατης φαρμακευτικής τους έρευνας, τόσο αυτής που χρηματοδοτείται από το κράτος όσο και αυτής των ιδιωτικών εταιριών. Κατά τη διάρκεια της κρίσης του COVID-19, αυτές οι τάσεις οξύνθηκαν. Οι ηγέτες του κόσμου είναι «ταμπουρωμένοι» πίσω από τα σύνορά τους, αρνούμενοι να μοιραστούν πολύ σημαντικές πληροφορίες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην καταπολέμηση της πανδημίας. Ο πρόεδρος της Σερβίας επέκρινε πρόσφατα το «μύθο» της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, αναφερόμενος στους νόμους της ΕΕ, οι οποίοι εμποδίζουν την κυκλοφορία ιατρών και βασικών φαρμακευτικών προμηθειών σε χώρες εκτός Σένγκεν. Στη συνέχεια, ανακοίνωσε ότι τα σύνορα της Σερβίας θα παραμείνουν κλειστά για «αλλοδαπούς». [22] Στην πραγματικότητα, η αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών της Σένγκεν έχει καταρρεύσει, με τη Γερμανία αρχικά να απαγορεύει την εξαγωγή απόλυτα απαραίτητων παθητικών μέτρων προστασίας, όπως είναι οι μάσκες, σε χώρες όπως η Ιταλία. [23] 21 από τα 26 κράτη της Σένγκεν έχουν κλείσει τώρα τα σύνορά τους, καθιστώντας την ύπαρξη της ΕΕ εξαιρετικά επισφαλή. Αυτή η τρέλα είναι το προϊόν ενός γερασμένου συστήματος, το οποίο φθείρεται από εσωτερικές διαμάχες, τη στιγμή που η ενότητα είναι πιο αναγκαία όσο ποτέ. Οι ιοί δεν γνωρίζουν σύνορα και η έλλειψη διεθνούς συντονισμού δυσχεραίνει σοβαρά την ικανότητά μας να ανταποκριθούμε στις πανδημίες.

Πρόσφατα, φοιτητές του Πανεπιστημίου Σέφιλντ ταξινόμησαν ολόκληρα γονιδιώματα του κορονοïού από τους Βρετανούς ασθενείς και είναι έτοιμοι να κάνουν δημόσια την έρευνά τους [24]. Αυτό είναι ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα που προέκυψε από τον κρατικά επιδοτούμενο ακαδημαϊκό κόσμο. Ωστόσο, υπάρχει τώρα ένας «αγώνας δρόμου» από διάφορες κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να εξασφαλίσουν την αποκλειστικότητα ενός εμβολίου που θα βασίζεται σε μια τέτοια έρευνα. Πρώτος από όλους ήταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ακολούθησε την αγαπημένη του ρήση «Πρώτα η Αμερική», προσφέροντας στη γερμανική βιοφαρμακευτική εταιρεία CureVac «μεγάλα χρηματικά ποσά» για τα αποκλειστικά δικαιώματα ενός εμβολίου για τον COVID-19 και αντιικούς παράγοντες. Η γερμανική κυβέρνηση προφανώς απάντησε με μια αντιπρόταση. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να προκαλέσει ένα είδος δημοπρασίας, που θα ανάγκαζε εκατομμύρια ανθρώπους και κρατικές υπηρεσίες υγείας να αγοράσουν εμβόλια σε τιμές που θα ορίσει ο νικητής.

Υπό μια σχεδιασμένη παγκόσμια οικονομία, όλοι οι πόροι του πλανήτη θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν για την ανάπτυξη αποτελεσματικής θεραπείας και εμβολίου για τον COVID-19. Αλλά τα ανταγωνιστικά συμφέροντα των καπιταλιστικών εθνών απαγορεύουν κάτι τέτοιο. Προσπάθειες για να ξεπεραστούν αυτοί οι ανταγωνισμοί σε καπιταλιστική βάση δεν έχουν ευοδωθεί. Για παράδειγμα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εφαρμόζει το Πλαίσιο ετοιμότητας για την πανδημία γρίπης (PIP), το οποίο διευκολύνει την ανταλλαγή ιατρικής έρευνας μεταξύ των εθνών. Αλλά ισχύει μόνο για τη γρίπη και όχι για οποιαδήποτε άλλη λοιμώδη νόσο με πανδημικό δυναμικό, λόγω της πίεσης από τις φαρμακοβιομηχανίες και τις κυβερνήσεις. [26]

Πράγματι, ο ίδιος ο ΠΟΥ είναι μια σκιά των υψηλών σκοπών του. Η χρηματοδότησή του έχει μειωθεί κατά το ήμισυ από τη διοίκηση Τραμπ, οι φήμες για διαφθορά στους κόλπους του βρίθουν και έχει αντικατασταθεί από την Παγκόσμια Τράπεζα ως ο μεγαλύτερος χρηματοδότης της δημόσιας υγείας παγκοσμίως. [27] Παρόμοια όργανα, όπως τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), είδαν επίσης τους προϋπολογισμούς τους να μειώνονται τα τελευταία χρόνια: θύματα της τάσης για προστατευτισμό που χαρακτηρίζει τις παγκόσμιες αγορές στα χρόνια της κρίσης. [28]

Επιπλέον, οι ιατρικές εταιρείες του ιδιωτικού τομέα θεωρούν ότι τα προϊόντα τους (είτε τα αναπτύσσουν οι ίδιες, είτε απλώς αγόρασαν τις νομικά κατοχυρωμένες πατέντες τους) ως ιδιωτική τους περιουσία που βασίζει την αξία της μόνο ως εμπόρευμα και καθόλου στην ιδιότητα της να θεραπεύει ανθρώπους. Η συμφωνία του 1994 για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (TRIPS) εγγυάται την προστασία πνευματικής ιδιοκτησίας για όλες τις εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακευτικών εταιρειών, όταν πωλούν τα προϊόντα τους σε οποιαδήποτε χώρα ανήκει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ).

Αυτό αποδεικνύεται προβληματικό για τις φτωχότερες χώρες. Οι τιμές των βασικών φαρμάκων που αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία ιδιωτικών εταιρειών, είναι υπερβολικά υψηλές για τα δεδομένα αυτών των αγορών. Όμως η παραγωγή φθηνότερων γενόσημων φαρμάκων για την εγχώρια αγορά συναντάει τη σθεναρή αντίσταση των εταιριών. Σε απάντηση αυτού του προβλήματος, το 2001 (με πρωτοβουλία του ΠΟΥ), η Δήλωση της Ντόχα για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (TRIPS) και τη δημόσια υγεία – που συμφωνήθηκε από όλα τα κράτη μέλη του ΠΟΕ – επιβεβαίωσε ότι η δημόσια υγεία πρέπει πάντα να υπερισχύει της επιβολής των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Ωστόσο, σύμφωνα με την Oxfam (Οργάνωση για την καταπολέμηση της παγκόσμιας φτώχιας) το 2019: «οι πλούσιες χώρες και οι φαρμακευτικές εταιρείες αγνόησαν τη δήλωση της Ντόχα και επιδίωξαν μια επιθετική ατζέντα για να υποτάξουν τον αναπτυσσόμενο κόσμο σε ακόμη πιο αυστηρή προστασία πνευματικής ιδιοκτησίας, μέσω συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου και μονομερούς πίεσης».[30] Συμπερασματικά, τα ισχυρά έθνη θα συντρίβουν πάντα τα αδύναμα, και τα δικαιώματα ιδιωτικής ιδιοκτησίας των καπιταλιστών πάντα θα επισκιάζουν την ανθρώπινη ανάγκη.

Μια πρόσφατη δήλωση της βρετανικής κυβέρνησης εξέθεσε ακούσια την αποτυχία της λεγόμενης ελεύθερης αγοράς να περιορίσει αυτή την πανδημία. Η κυβέρνηση των Τόρηδων απαγόρευσε την παράλληλη εξαγωγή 80 φαρμάκων (συμπεριλαμβανομένης της Aluvia, της αδρεναλίνης και της μορφίνης), λόγω κερδοσκοπίας ιδιωτικών εταιρειών που προσπαθούσαν να αγοράσουν φτηνά φάρμακα στη Βρετανία και στη συνέχεια, έχοντας στοκάρει, να τα πουλήσουν σε πολύ υψηλότερες τιμές στο εξωτερικό. Αυτό δεν απαγορεύτηκε επειδή είναι ηθικά απαράδεκτο, αλλά επειδή η κυβέρνηση φοβόταν ότι θα «επιδείνωνε τα προβλήματα ανεφοδιασμού». [31] Έχει επίσης αποδειχθεί ότι η αμερικανική εταιρεία Rising Pharmaceuticals αύξησε την τιμή της χλωροκίνης (μια ανθελονοσιακή ουσία, η οποία δοκιμάζεται έναντι του COVID-19) στις 23 Ιανουαρίου, όταν έγινε εμφανής η έξαρση της επιδημίας στην Κίνα. Η τιμή του φαρμάκου αυξήθηκε κατά 97,86% φτάνοντας στα 7,66 δολάρια ανά χάπι 250mg και 19,88 δολάρια ανά χάπι 500mg. Παρόλο που η απαγόρευση των εξαγωγών αυτών οδήγησε στο να επιστρέψει γρήγορα το κόστος στην «κανονική» αγοραία τιμή, η εταιρεία Rising Pharmaceuticals έχει τιμωρηθεί στο παρελθόν με πρόστιμο για τον καθορισμό των τιμών και είναι σαφές ότι σκόπευαν να εκμεταλλευτούν την ανάγκη εκατομμυρίων ανθρώπων με σκοπό το κέρδος. Αυτή δεν θα είναι η τελευταία φορά που μια εταιρεία θα επιδιώξει να κερδοσκοπήσει κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού.

Τα παραπάνω έρχονται σε αντιδιαστολή με την παραγωγή και τη διανομή της ιντερφερόνης άλφα 2b από την Κούβα: αναπτύχθηκε το 1986 από την κρατική εταιρεία BioCubaFarma σε συνεργασία με την Κίνα. Αυτό το φάρμακο, το οποίο μπορεί να βοηθήσει να σταματήσουν κάποια από τα συμπτώματα του κορονοϊού, έχει δοκιμαστεί με θετικά αποτελέσματα σε 1.500 ασθενείς με κορονοϊό στην Κίνα. Η Κούβα απέστειλε ιντερφερόνη σε μεγάλες ποσότητες σε χώρες που πλήττονται άσχημα, όπως η Ιταλία. Ομάδες κουβανών γιατρών έχουν επίσης αποσταλεί σε δεκάδες χώρες για να βοηθήσουν στην καταπολέμηση των επιδημιών.[33] Είναι μια σαφής απόδειξη της ανωτερότητας μιας σχεδιασμένης οικονομίας. Ένα μικρό νησί της Καραϊβικής μπορεί να παράγει μια αποτελεσματική θεραπεία για μια ασθένεια που αντιστέκεται στις καλύτερες προσπάθειες των ισχυρότερων καπιταλιστικών χωρών του κόσμου και στέλνει ιατρική βοήθεια και πόρους σε όσους έχουν ανάγκη.

Ομοίως, ενώ οι φαρμακευτικές εταιρείες που αποσκοπούν στο κέρδος έχουν μειώσει τη χρηματοδότηση ερευνών που αφορούν σύνθετες ασθένειες, όπως η νόσος του Αλτζχάιμερ, λόγω χαμηλών αποδόσεων, η κρατική ιατρική έρευνα της Κούβας έχει επιτύχει μερικές συναρπαστικές ανακαλύψεις κατά του Αλτζχάιμερ και του HIV. [34] Περιττό να πούμε ότι τα εμπορικά εμπάργκο που επιβλήθηκαν στην Κούβα από τις ΗΠΑ θα αποτελέσουν εμπόδιο σε οποιαδήποτε από αυτές τις δυνητικά σωτήριες θεραπείες να εφαρμοστούν σε ανθρώπους που τις χρειάζονται, ενώ ταυτόχρονα θα υπάρξουν συνέπειες για όλους τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ που θα τις αποδεχτούν.

Λόγω των περιορισμών του καπιταλιστικού συστήματος, η ιατρική Έρευνα και Άνάπτυξη που αφορά τα εμβόλια για σοβαρές, απειλητικές για τη ζωή, ασθένειες είναι βασικά στάσιμη από τη δεκαετία του 1960. Η ανθρωπότητα καθίσταται ολοένα και πιο ευάλωτη στις παγκόσμιες επιδημίες (για λόγους που θα αναφερθούν στη συνέχεια) και τα όπλα μας για να αντισταθούμε είναι ξεπερασμένα. Οι φαρμακευτικές βιομηχανίες ιδιωτικοποιούν τα κέρδη αυτού του βασικού τομέα και κοινωνικοποιούν τους κινδύνους. Και οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις τις διευκολύνουν. Ένας ερευνητής μολυσματικών ασθενειών που έδωσε συνέντευξη στους New York Times πρόσφατα δήλωσε: «Τι έχει σημασία περισσότερο για τις φαρμακευτικές εταιρείες; Να διατηρήσουν το εμπορικό απόρρητο και να ενισχύσουν έτσι τα κέρδη τους ή να ηγηθούν στην εξάλειψη της πανδημίας COVID-19»;[35] Η απάντηση είναι πασιφανής. Μια κρίση όπως η σημερινή πανδημία, παρέχει το καλύτερο επιχείρημα για την αναγκαιότητα να τεθούν αυτά τα μη παραγωγικά παράσιτα υπό δημοκρατικό έλεγχο, ώστε οι τεράστιοι πόροι τους να μπορούν να χρησιμοποιηθούν σωστά.

Οι φτωχοί υποφέρουν περισσότερο

Ο COVID-19 έχει λίγο καιρό μόνο που έφτασε στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες. Αναφέρθηκαν πρόσφατα τα πρώτα επιβεβαιωμένα κρούσματα στη Σομαλία και την Τανζανία. [36] και ένα άλλο εντοπίστηκε στη Λωρίδα της Γάζας. [37] Ο ιός θα εξαπλωθεί αναπόφευκτα και όταν το κάνει, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά. Πώς μπορεί μια χώρα όπως η Σομαλία – που η κυβέρνησή της με τα βίας μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά της και της οποίας οι κατοικίες και το σύστημα αποχέτευσης βρίσκονται σε άθλια κατάσταση – να εφαρμόσει μέτρα κοινωνικής απομόνωσης ή να επιδοτήσει χαμένους μισθούς; Πώς η ιατρική υποδομή της θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα με χιλιάδες μολυσμένους ασθενείς; Και εκτός από αυτές τις φτωχές χώρες, τι θα συμβεί όταν μολυνθούν χιλιάδες πρόσφυγες της Μέσης Ανατολής, οι οποίοι ζουν σε προχειροφτιαγμένες δομές φιλοξενίας σε χώρες τις Ευρώπης; Η απάντηση είναι προφανής. Δεν θα υπάρξει περιορισμός, δεν θα υπάρξει συντονισμένη ιατρική ανταπόκριση. Οι άνθρωποι θα αφεθούν να προφυλάξουν οι ίδιοι τον εαυτό τους. Αυτή είναι η κατάσταση όσον αφορά την πρόληψη των ασθενειών στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες.

Λιγότερο από το 10% των συνολικών δημόσιων δαπανών για ιατρική έρευνα είναι αφιερωμένο σε ασθένειες που επηρεάζουν το φτωχότερο 90% του παγκόσμιου πληθυσμού. [38] Οι θανατηφόρες ασθένειες όπως το HIV / AIDS και η φυματίωση ευδοκιμούν στις φτωχές χώρες. Οι τροπικές ασθένειες για τις οποίες διατίθενται πολύ λιγότερα χρήματα από όσα θα έπρεπε, σκοτώνουν κάθε χρόνο 500.000 ανθρώπους στον αναπτυσσόμενο κόσμο. [39] Και αν οι ιδιωτικές εταιρείες φαρμάκων βλέπουν ελάχιστα οικονομικά κίνητρα για την ανάπτυξη φαρμάκων στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες, δεν βλέπουν κανένα κίνητρο για τα φτωχότερα έθνη. Ο Δρ. Harvey Bale ο νεότερος, επικεφαλής της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κατασκευαστών Φαρμάκων, ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε «καμία αγορά για να απευθυνθούμε στον φτωχό κόσμο». [40] Ο Δρ. Bernard Pécoul από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα πρόσθεσε ότι η «δίψα» για κέρδος «σας κρατάει επικεντρωμένους σε 300 έως 400 εκατομμύρια ανθρώπους στις πλούσιες χώρες». [41] Αυτό είναι ξεκάθαρο παράδειγμα που αποδεικνύει ότι η παραγωγή για το κέρδος δεν συμβαδίζει καθόλου με την ανάγκη.

Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ανακαλύφθηκε η αλληλουχία του γονιδιώματος της φυματίωσης. Η φυματίωση προκαλεί τρομερά δεινά στα φτωχότερα μέρη του κόσμου. Παρά το γεγονός ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) διοργάνωσε σύνοδο κορυφής το 1998 για να πετύχει την υποστήριξη των κορυφαίων φαρμακευτικών εταιρειών στην ανάπτυξη εμβολίου και θεραπειών, καμία από αυτές τις εταιρείες δεν ήταν πρόθυμη να πραγματοποιήσει οποιοδήποτε ερευνητικό σχέδιο αν δεν εξασφάλιζε κέρδη τουλάχιστον 350 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, για τουλάχιστον πέντε χρόνια. Αυτό θα απαιτούσε ένα κόστος 11 δολαρίων ανά χάπι, ανά ασθενή, για παράδειγμα στην υποσαχάρια Αφρική, όπου την περίοδο εκείνη δαπανούνταν λιγότερα από 10 δολάρια ανά πολίτη, ανά έτος, για το σύνολο των υγειονομικών αναγκών. Εν ολίγοις, οι ιδιωτικές φαρμακευτικές εταιρίες αρνήθηκαν να διαθέσουν μέρος από τους πόρους τους για να περιορίσουν τα βάσανα των φτωχών εθνών, αν αυτά δεν κατάφερναν το αδύνατο. Το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε. Εκτός από την έλλειψη επενδύσεων στην Έρευνα και Ανάπτυξη, πολλές ιδιωτικές εταιρείες εγκατέλειψαν την παραγωγή υφιστάμενων, σημαντικών φαρμάκων για τον αναπτυσσόμενο κόσμο, συμπεριλαμβανομένων πέντε θεραπειών για τη νόσο της αφρικανικής υπνηλίας, της αμινοσιδίνης για την παρασιτική νόσο της λεϊσμανίασης και ακόμη για το εμβόλιο της πολιομυελίτιδας. [42] Αντί λοιπόν ο καπιταλισμός να ενισχύει την ικανότητά μας στον αγώνα κατά των ασθενειών, μας οδηγεί προς τα πίσω.

Διεθνείς οργανισμοί όπως ο ΠΟΥ και η Ομάδα των 8 πιο αναπτυγμένων βιομηχανικά χωρών (G8) έχουν προσπαθήσει να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα σε χώρες του τρίτου κόσμο με επιδοτήσεις, όπως οι Προηγμένες Δεσμεύσεις Αγοράς (AMC), μέσω των οποίων οι προηγμένες καπιταλιστικές χώρες συμφωνούν να καλύψουν ένα μέρος του κόστους για την προμήθεια προσιτών εμβολίων, όπου χρειάζονται περισσότερο. [43] Εναλλακτικά, η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των Η.Π.Α. προσφέρει κουπόνια που μπορούν να ανταλλάσσονται με ταχείς ελέγχους οποιουδήποτε μελλοντικού προϊόντος, ώστε εταιρίες να αναπτύξουν αποτελεσματικά φάρμακα για ασθένειες, για τις οποίες η έρευνα έχει εγκαταλειφθεί. [44] Αλλά όλες αυτές οι διευκολύνσεις έχουν αποτύχει, είτε επειδή δεν παρέχουν επαρκή κίνητρα, είτε επειδή οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν βρει τρόπους να περιπαίξουν το σύστημα και να πλουτίσουν ακόμα περισσότερο. Για παράδειγμα, εφαρμόζοντας το προαναφερόμενο κουπόνι στο φάρμακο για την καταπολέμηση της ελονοσίας Coartem, η Novartis συγκέντρωσε πρόσθετο κέρδος ύψους 321 εκατομμυρίων δολαρίων αποκλειστικά για την καταχώριση του προϊόντος τους στον αμερικανικό Οργανισμό Ελέγχου Φαρμάκων και Τροφίμων (FDA), παρόλο που το φάρμακο χρησιμοποιείται ήδη ευρέως σε άλλες περιοχές. [45]

Η μόνη αξία που έχει ο αναπτυσσόμενος κόσμος για τις ιδιωτικές φαρμακευτικές εταιρίες είναι για τη διενέργεια των κλινικών δοκιμών τους που αντιπροσωπεύουν το σημαντικότερο κόστος στην ανάπτυξη των φαρμάκων. [46] Το κόστος αυτό περιορίζεται σημαντικά με την εκμετάλλευση πειραματικών υποκειμένων σε χώρες όπως η Ινδία, όπου οι κλινικές δοκιμές έχουν δημιουργήσει μια ακμάζουσα αγορά. Ακόμα καλύτερα, οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν συχνά να αποφύγουν τη δυσάρεστη γραφειοκρατία που επιβάλει δεοντολογικά πρότυπα και απαιτεί τη συνειδητή συναίνεση των δοκιμαζομένων, μεταφέροντας αυτές λειτουργίες σε χώρες όπου οι κανονισμοί είναι χαλαρότεροι, μετατρέποντας απελπισμένους ανθρώπους σε πειραματόζωα. [47]

Ορισμένες φτωχότερες χώρες έχουν επιδιώξει να αντισταθμίσουν το αυξανόμενο κόστος των φαρμάκων με την επένδυση σε δικές τους φαρμακευτικές βιομηχανίες και δίκτυα διανομής, σε βάρος του κρατικού τους χρέους. Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες έχουν ματαιωθεί από την Ένωση Φαρμακοβιομηχάνων (η οργάνωση των σημαντικότερων ιδιοκτητών της βιομηχανίας φαρμάκου), η οποία πιστεύει ότι αυτό αποτελεί «παραβίαση των δικαιωμάτων της ελεύθερης αγοράς». [48] Από το 2008 έως το 2018, μια Διακυβερνητική Ομάδα Εργασίας για τα Δημόσια Δικαιώματα Υγείας, Καινοτομίας και Πνευματικής Ιδιοκτησίας (IGWG) προσπάθησε να καλύψει τις απαιτήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών για ένα παγκόσμιο σύστημα έρευνας και ανάπτυξης που ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες τους. Αλλά οι συστάσεις της ομάδας αυτής έχουν αγνοηθεί εντελώς τόσο από τις ιμπεριαλιστικές χώρες, όσο και από τις ιδιωτικές εταιρίες φαρμάκου. Η κατάσταση συνοψίστηκε σε μια καταδικαστική έκθεση της Oxfam:

«Η έλλειψη ιατρικής καινοτομίας είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα, το οποίο απαιτεί σημαντική αύξηση των πόρων που να εφαρμόζονται με αποτελεσματικό και συντονισμένο τρόπο. Το σημερινό σύστημα Έρευνας και Ανάπτυξης δεν αξιοποιεί επαρκώς τις ικανότητες, τις δεξιότητες και τους πόρους που υπάρχουν σε όλες τις χώρες. Οι προσπάθειες για τη βελτίωση της Έρευνας και Ανάπτυξης σε ολόκληρο τον αναπτυσσόμενο κόσμο είναι κατακερματισμένες, μη βιώσιμες και απίθανο να οδηγήσουν σε μεταβολές μεγάλης κλίμακας ».

Παρά τις καταγγελίες της Oxfam και της IGWG, είναι αδύνατο να αλλάξει κανείς τους κανόνες του καπιταλισμού, κάνοντας έκκληση στους καπιταλιστές να δείξουν ένα καλύτερο πρόσωπο. Εάν δεν υπάρχει κερδοφόρα αγορά, δεν πρόκειται να επενδύσουν. Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνουν οι οργανισμοί αυτοί, για να πραγματοποιηθούν, πρέπει να καταργηθεί το ισχύον σύστημα. Φυσικά, η έρευνα για σωτήριες θεραπείες ασθενειών που πλήττουν τον αναπτυσσόμενο κόσμο θα είχε θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών για τις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες. Αλλά το σύστημα της αγοράς σκέφτεται μόνο για άμεσες αποδόσεις.

Η ασθένεια χρησιμεύει επίσης για να διατηρείται ο φτωχός κόσμος φτωχός. Η κρίση του HIV / AIDS (η προέλευση του οποίου έχει να κάνει με την μετάδοση του ιού από μη-ανθρώπινα πρωτεύοντα θηλαστικά, μέσω της παράνομης αγοράς κρέατος, στην οποία οι απελπισμένοι πληθυσμοί κατέφυγαν μετά από διαδοχικούς λιμούς) χάραξε ανεξίτηλα τον αναπτυσσόμενο κόσμο σαν ένα δρεπάνι στη δεκαετία του 1980 και του 1990. Έως και 121 εκατομμύρια λιγότεροι άνθρωποι ζουν σήμερα ως συνέπεια αυτής της πανδημίας. [49] Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι το 1991 ο HIV / AIDS κόστισε πάνω από 4% του προϋπολογισμού για την υγεία στην Τανζανία, 7% του Μαλάουι, 9% της Ρουάντα, 10% του Μπουρούντι και 55% της Ουγκάντας. Επιπλέον, οι επιδημίες στις φτωχές χώρες της Αφρικής και της Αμερικής επιδεινώθηκαν εξαιτίας των πολέμων και των πραξικοπημάτων που προκλήθηκαν από την ιμπεριαλιστική εμπλοκή και κατέστρεψαν τις ήδη ευάλωτες υποδομές υγείας των χωρών αυτών. [51] Οι προσπάθειες, τη δεκαετία του 1970, από την Παγκόσμια Τράπεζα για να «πιέσουν» τις φτωχές χώρες να δαπανήσουν περισσότερα για την πρόληψη των ασθενειών και την υγειονομική περίθαλψη περιορίστηκαν, λόγω της ανάγκης να εξυπηρετηθούν τα τεράστια χρέη τους σε οργανισμούς όπως το ΔΝΤ. [52] Ο ιμπεριαλισμός έχει καταστρέψει αυτά τα έθνη, όχι μόνο μέσω της αποικιοκρατίας, της εκμετάλλευσης και του πολέμου, αλλά και λόγω ασθενειών. Τώρα, είναι πρακτικά ανυπεράσπιστοι σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης όπως η πανδημία COVID-19.

Καταστροφή του περιβάλλοντος και εντατική γεωργία: ασθένειες εκτροφείας

Ενώ η ακριβής του προέλευση είναι ασαφής, ο COVID-19 πιστεύεται ότι πέρασε από κάποιο ζώο στον άνθρωπο προς το τέλος του περασμένου έτους στην Ουχάν, πρωτεύουσα της επαρχίας Χουμπέι στην Κίνα, και στη συνέχεια εξαπλώθηκε μέσω εθνικών και διεθνών ταξιδιών κατά τη διάρκεια της κινεζικής Πρωτοχρονιάς [53]. Παρόμοιες ήταν κι οι εστίες του SARS το 2003, οι οποίες προέκυψαν από τη μετάδοση μεταλλαγμένου στελέχους κορονοϊού σε μια αγορά ζωντανών ζώων στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ [54]. Κανένα από αυτά τα κρούσματα δεν ήταν «φυσικά» περιστατικά. Αντίθετα, ήταν η αναπόφευκτη συνέπεια της αρπακτικής καπιταλιστικής παραγωγής, η οποία δημιουργεί γόνιμο έδαφος για δυνητικά θανατηφόρες ασθένειες που καλλιεργούνται σε ζωικούς πληθυσμούς και εξαπλώνονται στους ανθρώπους.

Η αυξημένη γενίκευση πανδημιών τα τελευταία χρόνια εξηγείται εν μέρει από την καπιταλιστική καταστροφή του περιβάλλοντος. Από το 1940, έχουν εμφανιστεί εκατοντάδες μικροβιακά παθογόνα σε νέα εδάφη: συμπεριλαμβανομένων του HIV και του Έμπολα στην Αφρική, του Ζίκα στην Αμερική και ούτω καθεξής. Περισσότερα από τα δύο τρίτα αυτών προέρχονται από την άγρια φύση και όχι από τα κατοικίδια ζώα [55]. Η αποδάσωση μέσω της υλοτομίας, της αστικής επέκτασης, της οδοποιίας και των ορυχείων καταστρέφει τους οικοτόπους των άγριων ειδών και αυξάνει την επαφή τους με τους ανθρώπινους οικισμούς, γεγονός που προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες για μικρόβια που ζουν ακίνδυνα στο σώμα των ζώων να «μεταδίδονται» στο δικό μας. Ο οικολόγος ασθενειών Τόμας Τζιλέσπι, ο οποίος έδωσε συνέντευξη στο Scientific American, δήλωσε: «Δεν με εκπλήσσει καθόλου η επιδημία του κορονοϊού. Η πλειοψηφία των παθογόνων οργανισμών [στα σώματα των άγριων ζώων] δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμα. Βρισκόμαστε στην κορυφή του παγόβουνου» [56].

Για παράδειγμα, οι εστίες του Εμπόλα το 2017 προέρχονταν από είδη νυχτερίδων που αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε δέντρα αγροκτημάτων και αυλών λόγω της αποδάσωσης. Αυτά τα ζώα καθίστανται φορείς για ιογενή στελέχη στον άνθρωπο, λόγω επαναλαμβανόμενης επαφής και είτε μεταδίδουν παθογόνους παράγοντες μέσω τσιμπήματος και κοπράνων, είτε πωλούνται ως τρόφιμα σε ανεπίσημες «λαϊκές αγορές» – όπου είδη που ποτέ δεν θα έρχονταν σε επαφή στη φύση, είναι εγκλωβισμένα δίπλα-δίπλα [57]. Αυτές οι αγορές αποτελούν βασική πηγή τροφής για τους φτωχούς στην Ασία και την Αφρική, ωστόσο, σύμφωνα με τον Τζιλέσπι, είναι «μια τέλεια καταιγίδα για τη μετάδοση διαφόρων ειδών παθογόνων παραγόντων. Κάθε φορά που έχετε νέες αλληλεπιδράσεις με μια σειρά ειδών σε ένα μέρος, είτε αυτό είναι σε ένα φυσικό περιβάλλον, όπως ένα δάσος ή μια λαϊκή αγορά, μπορείτε να έχετε μετάδοση σε νέο είδος ξενιστή» [58]. Αυτό ακριβώς οδήγησε στον μεταλλαγμένο κορονοϊό που προκάλεσε την επιδημία SARS και ενδεχομένως τον COVID-19 [59]. Μια υπόθεση είναι ότι ο ιός πέρασε από μία νυχτερίδα ή ένα πανγκολίν σε μια λαϊκή αγορά, στο πρώτο ανθρώπινο θύμα του: έναν 55χρονο άνδρα [60].

Ωστόσο, αυτό είναι μόνο ένα σενάριο από το οποίο μπορούν να προκύψουν επικίνδυνα παθογόνα από ζώα. Στις εργοστασιακές φάρμες, εκατοντάδες χιλιάδες ζώα συνωστίζονται σε τραγικές συνθήκες, γεγονός που δημιουργεί ένα ιδανικό περιβάλλον ώστε τα μικρόβια να γίνουν θανάσιμα παθογόνα. Η γρίπη των πτηνών, για παράδειγμα, προέρχεται από άγρια ​​υδρόβια πτηνά. Αλλά όταν η γρίπη φτάνει σε εργοστασιακές φάρμες για κοτόπουλα, καταστρέφει τον πληθυσμό και μεταλλάσσεται γρήγορα για να γίνει πιο μολυσματική. Αυτή ήταν η προέλευση του στελέχους H5N1 της γρίπης των πτηνών, το οποίο μπορεί να μολύνει και να σκοτώσει ανθρώπους [61]. Επιπλέον, οι προσπάθειες μεγιστοποίησης της παραγωγής συγκεκριμένων ζωικών προϊόντων έχουν οδηγήσει στην εμφάνιση μονοκαλλιεργειών – φάρμες στις οποίες εκτρέφεται μόνο ένα είδος ζώου. Αυτό δημιουργεί ένα ιδανικό περιβάλλον για την εξέλιξη επικίνδυνων ιών [62]. Η γρίπη των χοίρων προέρχεται από μονοκαλλιέργειες χοίρων, για παράδειγμα – αν και η βιομηχανία εκτροφής χοίρων άσκησε πίεση στον ΠΟΥ να μετονομάσει τη γρίπη των χοίρων με την επιστημονική της ονομασία, H1N1, για να απομακρύνει την προσοχή από την προέλευσή της. Έχει προταθεί από μερικούς επιστήμονες η υπόθεση, οι μονοκαλλιέργειες χοίρων να είναι η πηγή και του νέου κορονοϊού [64].

Τα ζητήματα αυτά επηρεάζουν την αγροτική βιομηχανία σε όλες τις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες και οι επιχειρήσεις παραγωγής τροφίμων στις Η.Π.Α. και στην Ευρώπη έχουν αποτελέσει το επίκεντρο για τις γρίπες H5N2 και H5Nx, των οποίων η σημασία υποβαθμίστηκε από Αμερικανούς αξιωματούχους δημόσιας υγείας [65]. Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο ότι αρκετές σοβαρές επιδημίες τα τελευταία χρόνια προέρχονται από την Κίνα. Και εδώ, η αιτία είναι η καπιταλιστική παραγωγή.

Η ταχεία ανάπτυξη της οικονομίας της Κίνας σε καπιταλιστική βάση έχει δημιουργήσει ένα επιδημιολογικό πύργο από τραπουλόχαρτα στη χώρα. Το βιβλίο του Ρομπ Γούολας, Τα μεγάλα αγροκτήματα προκαλούν μεγάλες γρίπες: Ταξίδια για τη γρίπη (Big Farms Make Big Flue: Dispatches on Influenza), διερευνά την εμφάνιση της γρίπης των πτηνών στην Κίνα. Εξηγεί πώς στη δεκαετία του ‘80 και του ’90 η χώρα εκσυγχρονίζει και εδραιώνει την αγροτική της βιομηχανία της σε επαρχίες όπως το Γκουανγκντόνγκ, όπου και καταγράφηκε η πρώτη υπόθεση H5N1 το 1997. Ξένες εταιρείες όπως η Charoen Pokphand (CP) κλήθηκαν να εγκαταστήσουν εργοστάσια στο Γκουανγκντόνγκ, δημιουργώντας καθετοποιημένες επιχειρήσεις, όπου τα ζώα, οι ζωοτροφές και οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας παρέχονταν από την ίδια επιχείρηση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την έκρηξη του αριθμού των παπιών και κοτόπουλων που παράγονταν ετησίως. Αμερικάνικες εντατικές τεχνικές καλλιέργειας (με ακόμη πιο χαλαρούς περιορισμούς) εισήχθησαν για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση της αγοράς και να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη και ο ανυπέρβλητος ανταγωνισμός κατέστρεψε την αγροτική παραγωγή στις μικρές κοινότητες γεωργών, οδηγώντας σε μαζική εσωτερική μετανάστευση στις επαρχίες αυτές [66]. Αυτό δημιούργησε τεράστιες μονοκαλλιέργειες πουλερικών σε στενή επαφή με πυκνοκατοικημένες περιοχές. Το Χουμπέι είναι η έκτη μεγαλύτερη επαρχία της Κίνας σε παραγωγή πουλερικών, με πληθυσμό 58,5 εκατομμυρίων [67]. Ανεξάρτητα από το πού προέρχεται ο COVID-19, το Χουμπέι αποτελούσε ωρολογιακή βόμβα για ασθένειες.

Η τεράστια οικονομική ισχύς εταιρειών όπως η CP (η οποία παράγει τώρα 600 εκατομμύρια κοτόπουλα, από τα 2,2 δις που πουλιούνται σε ετήσια βάση στην Κίνα) μεταφράζεται σε τεράστια πολιτική δύναμη στην Ασία, η οποία αποδεικνύεται χρήσιμη όταν οι πράξεις τους οδηγούν σε πανδημίες. Για παράδειγμα, η CP ήταν βασικός υποστηρικτής του τηλεπικοινωνιακού μεγιστάνα Thaksin Shinawatra, πρωθυπουργού της Ταϊλάνδης κατά τη διάρκεια της πρώτης επιδημίας γρίπης των πτηνών στη χώρα – του οποίου οι υποσχέσεις να λειτουργήσει τη χώρα «σαν επιχείρηση» οδήγησε σε μαζικές επιθέσεις στα δικαιώματα των εργαζομένων και γενικευμένη «απελευθέρωση» της οικονομίας της Ταϊλάνδης [68]. Όταν ξέσπασαν τα πρώτα κρούσματα στην Ταϊλάνδη, ο Shinawatra διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην παρεμπόδιση των προσπαθειών για την μείωση της εξάπλωσης της. Τα εργοστάσια επεξεργασίας κοτόπουλων ενέτειναν την παραγωγή, ενώ οι συνδικαλιστές ανέφεραν ότι ένα εργοστάσιο εξακολουθούσε να παράγει 90.000 έως 130.000 πουλερικά ημερησίως, παρά το γεγονός ότι τα κοτόπουλα ήταν άρρωστα [69]. Ο Shinawatra και οι υπουργοί του έβγαιναν στην τηλεόραση τρώγοντας κοτόπουλα για να δείξουν την εμπιστοσύνη τους, αλλά πίσω από τα παρασκήνια η CP και άλλες μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις συνωμοτούσαν με την κυβέρνηση για να πληρώσουν τους συμβασιούχους αγρότες να μη μιλήσουν για τα μολυσμένα κοτέτσια τους. Σε αντάλλαγμα, η κυβέρνηση έδινε κρυφά στους κτηνοτρόφους εμβόλια, ενώ οι φτωχότεροι αγρότες κρατήθηκαν στο σκοτάδι: θέτοντας τον εαυτό τους και τα ζώα τους σε κίνδυνο [70]. Όταν η Ιαπωνία απαγόρευσε τα πουλερικά από την Κίνα κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα εργοστάσια της CP στη Ταϊλάνδη το εκμεταλλεύτηκαν, πιέζοντας να καλυφτεί η διαφορά, με αποτέλεσμα η εταιρεία να έχει ακόμη μεγαλύτερα κέρδη από μια επιδημία [71]!

Μια άλλη μακροπρόθεσμη απειλή που σχετίζεται με την εντατική καλλιέργεια (στην οποία θα επιστρέψουμε αργότερα) είναι η δημιουργία μικροβίων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά. Λίγο μετά την επανάσταση στις ιατρικές επιστήμες από την ανακάλυψη των αντιβιοτικών, ανακαλύφθηκε ότι τα ακριβά ζώα στα εκτροφεία ζούσαν περισσότερο όταν έπαιρναν αντιβιοτικά. Δυστυχώς, τα ζώα που υποβάλλονται σε αυτές τις πρακτικές αποτελούν τη βασική πηγή πίεσης στους βακτηριακούς πληθυσμούς, παγκοσμίως, να εξελιχθούν και να καταστούν ανθεκτικοί, γεγονός που επιδεινώνει ένα υπάρχον και ήδη εξαιρετικά σοβαρό πρόβλημα για τη δημόσια υγεία [72].

Εν ολίγοις, η μαζική πίεση που ασκείται στα ζώα και το περιβάλλον από την καπιταλιστική παραγωγή συνέβαλε σε ένα πολύ επικίνδυνο σενάριο, στο οποίο οι μεταδοτικοί στους ανθρώπους παθογόνοι παράγοντες εξελίσσονται και εξαπλώνονται με επιταχυνόμενο ρυθμό. Αυτό θυμίζει τα λόγια του Ένγκελς, που γράφει στη Διαλεκτική της Φύσης:

«Ας μην … κολακεύουμε τον εαυτό μας υπερβολικά εξαιτίας των ανθρώπινων νικών πάνω στη φύση. Για κάθε τέτοια νίκη η φύση παίρνει την εκδίκησή της. Κάθε νίκη, είναι αλήθεια, επιφέρει κατά πρώτον τα αποτελέσματα που περιμέναμε, αλλά στη συνέχεια, έχει αρκετά διαφορετικά και απρόβλεπτα αποτελέσματα που πολύ συχνά ακυρώνουν τα πρώτα… » [73].

Αυτό δεν ισχύει πουθενά περισσότερο από τα παθογόνα που προέρχονται από τις εργοστασιακές φάρμες. Ωστόσο, κανένα από τα προβλήματα που περιγράφονται εδώ δεν είναι ενδημικό στην αποτελεσματική παραγωγή τροφίμων. Όλα αυτά προέρχονται από εντατικές καλλιεργητικές τεχνικές που αποσκοπούν κυρίως στη μεγιστοποίηση των κερδών, οι οποίες είναι πολύ σκληρές για τα ζώα που τρώμε και δυνητικά καταστροφικές για τη δημόσια υγεία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος για μονοκαλλιέργειες ζώων που έχουν φορτωθεί με αντιβιοτικά, είναι στοιβαγμένα στα εργοστάσια και αποτελούν πηγές ασθενειών. Σε μία δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομία, όλες αυτές οι διαδικασίες θα μπορούσαν να γίνουν όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικές, ανθρωπιστικές και ασφαλείς, χωρίς να χρειάζεται να ικανοποιήσουν τη λαχτάρα των καπιταλιστών για κέρδη.

«Οι εξάρσεις είναι αναπόφευκτες, οι πανδημίες προαιρετικές»

Το 1994, η βραβευμένη με Pulitzer δημοσιογράφος, Λόρι Γκάρετ, έγραψε το Η επερχόμενη πανώλη: Νεοεμφανιζόμενες ασθένειες σε ένα κόσμο αστάθειας (The Coming Plague: Newly Emerging Diseases in a World Out of Balance). Αυτό ακολουθήθηκε το 2001 η από το Η προδοσία της εμπιστοσύνης: Η κατάρρευση της παγκόσμιας δημόσιας υγείας (Betrayal of Trust: The Collapse of Global Public Health). Με βάση αυτά τα δύο βιβλία, εξήγησε ότι «η ανθρώπινη διατάραξη του παγκόσμιου περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με συμπεριφορές που διαδίδουν εύκολα μικροοργανισμούς μεταξύ ανθρώπων και από ζώα σε ανθρώπους, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μια παγκόσμια αύξηση των επιδημιών, ακόμη και μια τεράστια πανδημία. [Αυτά] τα ξεσπάσματα βοηθήθηκαν και διογκώθηκαν εξαιτίας των αδύναμων συστημάτων υγείας, της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της πλήρους έλλειψης σταθερής πολιτικής και οικονομικής υποστήριξης για την ετοιμότητα καταπολέμησης ασθενειών παντού στον κόσμο» [74]. Αν και δεν το έθεσε με αυτούς τους όρους, τα βιβλία αυτά ήταν ένα κατηγορητήριο κατά του καπιταλισμού και των διαβρωτικών επιπτώσεών του στη δημόσια υγεία. Οι προειδοποιήσεις της Γκάρετ επιβεβαιώθηκαν σε μια έκθεση του Παρατηρητηρίου για την Παγκόσμια Ετοιμότητα (ΠΠΕ) το 2018, η οποία προειδοποιούσε ότι «υπάρχει πραγματική απειλή για μια ταχέως διαδιδόμενη, εξαιρετικά θανατηφόρα πανδημία ενός αναπνευστικού παθογόνου που μπορεί να σκοτώσει 50 έως 80 εκατομμύρια ανθρώπους και να καταστρέψει σχεδόν το 5% της παγκόσμια οικονομίας» [75].

Η έκθεση συνεχίζει:

«Μεταξύ 2011 και 2018, ο ΠΟΥ παρακολούθησε 1.483 επιδημίες σε 172 χώρες. Ασθένειες που είναι πιθανό να εξελιχθούν σε επιδημία όπως η γρίπη, το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS), το αναπνευστικό σύνδρομο της Μέσης Ανατολής (MERS), ο Εμπόλα, ο Ζίκα, η πανούκλα, ο κίτρινος πυρετός και άλλοι, αποτελούν προάγγελο μιας νέας εποχής, υψηλών επιπτώσεων, με κρούσματα που εντοπίζονται συχνότερα και είναι όλο και πιο δύσκολα στη διαχείριση… Κάθε χώρα χωρίς βασική πρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη, υπηρεσίες δημόσιας υγείας, υποδομές υγείας και αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου των λοιμώξεων θα έχει τις μεγαλύτερες απώλειες, που περιλαμβάνουν θανάτους, μετανάστευση και οικονομική καταστροφή» [76].

Με άλλα λόγια, η τρέχουσα κρίση του COVID-19 είναι μέρος μιας νέας εποχής στην οποία οι πανδημίες θα γίνουν πιο συνηθισμένες, για τους λόγους που έχουμε περιγράψει. Ο κόσμος δεν είναι προετοιμασμένος για αυτό και οι φτωχότερες χώρες πρόκειται να υποφέρουν περισσότερο. Εκτός από την εμφάνιση νέων παθογόνων, υπάρχουν και άλλες απειλές στον ορίζοντα, συμπεριλαμβανομένων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά στελεχών μικροβίων, όπως ο στρεπτόκοκκος και ο σταφυλόκοκκος που αναπτύσσονται σε νοσοκομεία στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες λόγω της υπερβολικής εξάρτησης από τα αντιβιοτικά που αναπτύχθηκαν στη μεταπολεμική περίοδο [77]. Οι ασθένειες του 19ου και του 20ού αιώνα, όπως η φυματίωση, επιστρέφουν για εκδίκηση σε φτωχές κοινότητες όπως το Χάρλεμ της Νέας Υόρκης – και αναπτύσσουν αντοχή στα αντιβιοτικά [78]. Στη δεκαετία του 1990, μια πρόβλεψη του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας προέβλεπε ότι μέχρι το 2070 ο κόσμος θα είχε εξαντλήσει όλες τις επιλογές για τα αντιμικροβιακά φάρμακα, καθώς οι ιοί, τα βακτηρίδια, τα παράσιτα και οι μύκητες θα είχαν αναπτύξει πλήρη αντοχή στο ανθρώπινο φαρμακευτικό οπλοστάσιο [79]. Αυτό το εφιαλτικό σενάριο θα μπορούσε να αποφευχθεί, αν περισσότερα χρήματα είχαν επενδυθεί στην έρευνα για εμβόλια και εναλλακτικές θεραπείες. Αλλά όπως εξηγήσαμε, αυτό δεν είναι μια κερδοφόρα στρατηγική για τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες.

Απαντώντας στην προαναφερθείσα έκθεση, η Γκάρετ ήταν προβληματισμένη για το εάν οποιαδήποτε από τις προτάσεις της (οι οποίες ισοδυναμούν με την άσκηση πιέσεων στις κυβερνήσεις και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να συνεργαστούν αποτελεσματικότερα στη χρηματοδότηση και την έρευνα) θα οδηγούσε σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Έγραψε: «Παρότι δεν έχω σκοπό να υποβαθμίσω την προσπάθεια του ΠΠΕ, θα πρέπει να πω ότι οι ίδιες προτάσεις έχουν επισημανθεί πολλές φορές στο παρελθόν, με ελάχιστο αντίκτυπο στους πολιτικούς ηγέτες, στις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις ή στα πολυεθνικά ιδρύματα. Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι αυτή η φορά θα είναι διαφορετικά» [80].

Πράγματι, σε καπιταλιστική βάση, είναι απίθανο η κατάσταση να βελτιωθεί. Αυτές οι ασθένειες έχουν προκληθεί από το ίδιο το σύστημα και τα ζώντα πρότυπα των σύγχρονων καπιταλιστικών κοινωνιών δημιουργούν τις ιδανικές συνθήκες για να εξαπλωθούν. Η αστικοποίηση συγκέντρωσε τη συντριπτική πλειοψηφία των 8 δισ. ανθρώπων του πλανήτη σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, όπου μια ασθένεια μπορεί να εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα. Και η δραματική αύξηση της παγκόσμιας μετακίνησης ανθρώπων και αγαθών (που διευκολύνεται από τις σύγχρονες μεταφορές και επιδεινώνεται από τον πόλεμο και την αλλαγή του κλίματος) δημιουργεί βιώσιμα κανάλια για τη διάδοση μικροβίων σε ολόκληρο τον πλανήτη. Χρειάστηκε μόνο λίγες μέρες, πριν ο COVID-19 εξαπλωθεί από το ένα άκρο της γης στο άλλο. Ένα τέτοιο παγκόσμιο πρόβλημα απαιτεί μια διεθνή λύση. Όμως, όπως περιγράψαμε, ο ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων καπιταλιστικών εθνών, τα δικαιώματα ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών και ο τρόπος παραγωγής που βασίζεται στο κέρδος εμποδίζουν τη συντονισμένη απάντηση που απαιτείται για την καταπολέμηση πανδημιών.

Η καπιταλιστική ανάκαμψη στη μεταπολεμική περίοδο ήταν μια περίοδος μεγάλης αισιοδοξίας για τη δημόσια υγεία. Η βελτίωση της στέγασης και της υγιεινής και η ανακάλυψη των αντιβιοτικών οδήγησε σε απότομη αύξηση του προσδόκιμου ζωής [81]. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η εργατική τάξη επέστρεψε από έναν νικηφόρο πόλεμο ζητώντας μεταρρυθμίσεις, μεταξύ των οποίων και το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) που παρείχε πολύπλοκες υπηρεσίες υγείας δωρεάν. Το 1955, το εμβόλιο πολιομυελίτιδας του Δρ. Τζόνας Σαλκ, μείωσε με επιτυχία τις περιπτώσεις της ασθένειας στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική από 76.000 το 1955 σε 1.000 το 1967 [82]. Το 1978, ο ΠΟΥ συγκάλεσε μια συνάντηση υπουργών υγείας από περισσότερα από 130 έθνη στην Άλμα-Άτα της ΕΣΣΔ, εκδίδοντας ένα έγγραφο («Διακήρυξη της Άλμα-Άτα») που ζήτησε «την επίτευξη από όλους τους λαούς του κόσμου μέχρι το έτος 2000, ενός επιπέδου υγείας που θα τους επιτρέψει να έχουν μια κοινωνικά και οικονομικά παραγωγική ζωή», ορίζοντας την υγεία ως «κατάσταση πλήρους σωματικής, πνευματικής και κοινωνικής ευημερίας, όχι μόνο της απουσίας νόσου ή αναπηρίας» και «ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα» [83]. Αλλά σήμερα, μακριά από ανθρώπινο δικαίωμα, μια προσβάσιμη και αξιοπρεπής υγειονομική περίθαλψη δεν επιτρέπεται σε εκατομμύρια ανθρώπους. Εν τω μεταξύ, τα χρόνια υπο-επενδύσεων και ιδιωτικοποιήσεων έχουν οδηγήσει σε στασιμότητα της ιατρικής έρευνας και οι δημοκρατικές κατακτήσεις της μεταπολεμικής περιόδου έχουν περιοριστεί. Η άρχουσα τάξη αντιμετώπισε την τρέχουσα κρίση με Μαλθουσιανό κυνισμό, που ταιριάζει στον Τρεβέλιαν, εξετάζοντας ανοιχτά τις «θετικές οικονομικές επιπτώσεις» του COVID-19 στη θανάτωση των «μη παραγωγικών» στρωμάτων της κοινωνίας [84].

Η λιτότητα που ακολούθησε τη συντριβή του 2008 έχει επιβαρύνει σοβαρά τη δημόσια υγεία, οι συνέπειες της οποίας εκτίθενται τώρα από τη νέα επιδημία του κορονοϊού [85]. Παντού, η έλλειψη (ιδιωτικά κατασκευασμένων) κιτ δοκιμών καθιστά αδύνατη τη συγκέντρωση δεδομένων ακριβείας σχετικά με την έκταση της πανδημίας. Τα κρεβάτια στα νοσοκομεία είναι περιορισμένα. Οι συνταξιούχοι υπάλληλοι υγείας επιστρέφουν στη δουλειά. Χώρες, όπως η Βρετανία, υποβάθμισαν αρχικά τον κίνδυνο του ιού, πριν από τη στροφή 180 μοιρών και την επιβολή γενικής καραντίνας (lockdown).

Οι πρώτες κινήσεις για «μετριασμό» και «ισοπέδωση της καμπύλης», αντί για ανάσχεση της επιδημίας, είχαν εν μέρει σκοπό την αποφυγή διατάραξης της λειτουργίας των επιχειρήσεων, αλλά και να καταστούν οι υπηρεσίες υγείας ικανές να σηκώσουν το βάρος μιας επιδημίας που αναμένεται να διαρκέσει έως το 2021 και να οδηγήσει 8 εκατομμύρια ανθρώπους στο νοσοκομείο [86]. Εν τω μεταξύ, η αποκέντρωση και οι διαδοχικές περικοπές στο ιταλικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης τα τελευταία 30 χρόνια έχουν οδηγήσει σε μείζονες ελλείψεις όχι μόνο σε αναπνευστήρες και κρεβάτια, αλλά και σε μάσκες και απολυμαντικά χεριών, σε μια από τις χειρότερο πληγείσες χώρες. Τα υπερπλήρη ιταλικά νοσοκομεία δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να επιλέξουν ποιος ζει ή πεθαίνει με βάση την ηλικία. Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας οδηγούνται σε εξάντληση, με εικόνες Ιταλών νοσηλευτών να λιποθυμούν από την εξάντληση που καταδεικνύει την τραγική κατάσταση. Επιπλέον, τα αφεντικά σε μια χώρα μετά την άλλη αρνούνται να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας ή να σταματήσουν την παραγωγή, μέχρι να αναγκαστούν από απεργιακές κινητοποιήσεις. Και παρόλο που ορισμένες αστικές κυβερνήσεις συμφώνησαν να αναλάβουν τους μισθούς και να πάρουν την κυριότητα ορισμένων τομέων για να σώσουν το καπιταλιστικό σύστημα, οι εργαζόμενοι αναμένεται να κληθούν να πληρώσουν για ακόμη μια φορά το λογαριασμό, όταν η κατάσταση βελτιωθεί. Ο καπιταλισμός δεν έχει κάνει μόνο τις νέες εστίες πανδημιών πιο πιθανές, αλλά έχει εξαντλήσει τη δημόσια υγεία σε σημείο που δεν είναι σε θέση να τις αντιμετωπίσει.

Όπως ανέφερε κάποτε ο επιδημιολόγος Λάρι Μπρίλιαντ, ο οποίος ηγήθηκε του αγώνα κατά της ευλογιάς: «οι εξάρσεις είναι αναπόφευκτες, αλλά οι πανδημίες είναι προαιρετικές» [89]. Τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν αναγκαίο να συμβεί. Σε μια σχεδιασμένη οικονομία, όλη η εφευρετικότητα της ανθρωπότητας θα κατευθυνόταν προς την ανάπτυξη εμβολίων για τις πιο επικίνδυνες και θανατηφόρες ασθένειες. Τα προγράμματα μαζικής ανοσοποίησης θα διεξάγονταν ελεύθερα σε όλες τις χώρες της γης – εξαλείφοντας ασθένειες, όπως ο Εμπόλα, όπως ακριβώς κάναμε και για την ευλογιά. Οι περιβαλλοντικές κρίσεις και οι εντατικές καλλιεργητικές τεχνικές που δημιουργούν αναπαραγωγικές εστίες για παθογόνους παράγοντες θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από μια παραγωγή που σχεδιάζεται σε αρμονία με τη φύση, η οποία δίνει προτεραιότητα στην ευημερία των ανθρώπων και των ζώων έναντι των κερδών. Οποιαδήποτε νέα ιογενής εστία θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με μια συντονισμένη, παγκόσμια απάντηση για να την αποτρέψει από το να φθάσει σε επίπεδα πανδημίας. Όλες οι έρευνες και οι πόροι για τη θεραπεία των μολυσμένων περιπτώσεων θα μπορούσαν να μοιραστούν και να χρησιμοποιηθούν με βάση τις ανάγκες. Αντί να υποχρεώνονται τα κράτη να καταβάλλουν δυσθεώρητα ποσά σε ιδιωτικές φαρμακευτικές εταιρείες, αυτές θα απαλλοτριώνονταν και θα διοικούνταν σε δημοκρατική βάση για την παραγωγή εμβολίων και αντιγόνων, ανάλογα με τις κοινωνικές ανάγκες. Αντί να σπαταλώνται εκατομμύρια από το δημόσιο χρήμα για να ενοικιαστούν νοσοκομειακά κρεβάτια, αυτά θα μπορούσαν απλώς να επιταχθούν. Εγκαταστάσεις δοκιμών και απομόνωσης θα μπορούσαν να ανεγερθούν για τη διαχείριση της έκτακτης ανάγκης. Και αντί των ανταγωνιστικών καπιταλιστικών χωρών που αγωνίζονται για να συσσωρεύσουν πόρους – προσπαθώντας να κρατήσουν τις επιχειρήσεις κερδοφόρες εις βάρος της δημόσιας υγείας – οι ομόσπονδες σοσιαλιστικές χώρες θα μπορούσαν να παρουσιάσουν ένα ενωμένο μέτωπο ενάντια στις επιδημίες. Η μη βασική παραγωγή θα μπορούσε να σταματήσει και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν όποτε χρειαστεί, χωρίς να έχουν επιπτώσεις στις αμοιβές. Και η υλικοτεχνική υποστήριξη θα μπορούσε να σχεδιαστεί για να διασφαλιστεί ότι τα ράφια θα ήταν γεμάτα, ότι τα βασικά αγαθά θα διανέμονταν σε όλους, για να αποφευχθεί ο πανικός στην αγορά προϊόντων πρώτης ανάγκης.

Η σύγχρονη ιατρική αποτελεί μια εκπληκτική νίκη της ανθρώπινης κοινωνίας πάνω στη φύση. Τουλάχιστον στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες διπλασίασε το προσδόκιμο ζωής και βελτίωσε μαζικά την ποιότητά της. Οποιαδήποτε όμως σύγχρονη κοινωνία που δεν μπορεί να εγγυηθεί στον πληθυσμό της καλή υγεία και προστασία απέναντι σε διαχειρίσιμες πανδημίες, δεν μπορεί να θεωρείται πολιτισμένη. Εκεί που οι καπιταλιστές και οι πολιτικοί τους ακόλουθοι συναντούν έκτακτες καταστάσεις δημόσιας υγείας, σηκώνουν τους ώμους τους και ενημερώνουν τις μάζες: «οι αγαπημένοι σας θα πεθάνουν» [90], μια σοσιαλιστική κοινωνία θα εξόπλιζε την ανθρωπότητα με τα όπλα που χρειάζεται στη μάχη κατά των ασθενειών. Η απάνθρωπη απάντηση των καπιταλιστικών κυβερνήσεων στην πανδημία του COVID-19 και η αναμενόμενη κοινωνική απόρριψη θα προκαλέσουν ένα άλμα προς τα εμπρός στη συνείδηση ​​των μαζών. Ήδη έχουν υπάρξει αυθόρμητες απεργίες στην Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, τον Καναδά και αλλού ενάντια στις προσπάθειες των αφεντικών να τους αναγκάσουν να επιλέξουν μεταξύ του κινδύνου μόλυνσης στους χώρους εργασίας τους και στην απώλειας αμοιβής. Αυτό είναι μόνο ένα δείγμα του τι πρόκειται να έρθει. Εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή δραματικής πάλης ενάντια σε ένα ανίατα άρρωστο σύστημα.

Τζο Ατάρντ
Μετάφραση από την ιστοσελίδα In Defence of Marxism: Μάριος Καλομενόπουλος , Βαγγέλης Σταθόπουλος
Επιμέλεια: Άγγελος Ηρακλείδης

[1]How profit makes the fight for a coronavirus vaccine harder
[2]ό.π.
[3]You’re Likely to Get the Coronavirus
[4]Pharma’s broken business model: An industry on the brink of terminal decline (Comment)
[5]How profit makes the fight for a coronavirus vaccine harder
[6]SARS-CoV-2 – The vaccine landscape
[7]How profit makes the fight for a coronavirus vaccine harder
[8]ό.π.
[9]ό.π.
[10]Investment in medical and health R&D not keeping up with needs of nation, report finds
[11]Betrayal of Trust: The Collapse of Global Public Health, Laurie Garrett, 420
[12]Turing reneges on drug price cut, rival’s version sells well
[13]The World Knows an Apocalyptic Pandemic Is Coming
[14]ό.π.
[15]Global pharma spending will hit $1.5 trillion in 2023, says IQVIA
[16]Garrett, 409
[17]How profit makes the fight for a coronavirus vaccine harder
[18]Pharma’s Innovation Crisis, Part 1: Why The Experts Can’t Fix It
[19]U.S. Investments in Medical and Health Research and Development 2013 – 2017
[20]Big Pharma May Pose an Obstacle to Vaccine Development
[21]ό.π.
[22]Serbian President Labels European Solidarity ‘Fairy Tale’, Says Only China Can Assist in Coronavirus Response
[23]https://www.politico.eu/article/health-ministers-squabble-over-face-masks-at-coronavirus-talks/
[24]Whole genomes of coronavirus from UK patients sequenced by Sheffield scientists
[25]Trump ‘offers large sums’ for exclusive US access to coronavirus vaccine
[26]A WORLD AT RISK – Annual report on global preparedness for health emergencies
[27]Garrett, 8
[28]Trump administration budget cuts could become a major problem as coronavirus spreads
[29]Volunteers produce 3D-printed valves for life-saving coronavirus treatments
[30]Ending the R&D Crisis in Public Health
[31]UK bans parallel export and hoarding of three Covid-19 drugs
[32]US drugmaker doubled price on potential coronavirus treatment
[33]Cuban drug could save thousands of lives in coronavirus pandemic
[34]Cuba first to ​eliminate mother-to-baby HIV transmission
[35]Ending the R&D Crisis in Public Health
[36]WHO: ‘Test every suspected case’ of COVID-19 – Live updates
[37]First coronavirus cases confirmed in the Palestinian Gaza Strip
[38]ό.π.
[39]ό.π.
[40]Garrett, 422.
[41]ό.π, 423
[42]ό.π, 423.
[43]Ending the R&D Crisis in Public Health
[44]ό.π.
[45]ό.π.
[46]ό.π.
[47]ό.π.
[48]The Coming Plague: Newly Emerging Diseases in a World out of Balance, Garrett, 232
[49]ό.π, 661.
[50]ό.π, 659.
[51]ό.π, 86.
[52]Ending the R&D Crisis in Public Health
[53]COVID-19: what is next for public health?
[54]ό.π.
[55]Think Exotic Animals Are to Blame for the Coronavirus? Think Again.
[56]Destroyed Habitat Creates the Perfect Conditions for Coronavirus to Emerge
[57]ό.π.
[58]ό.π.
[59]ό.π.
[60]Coronavirus: Revenge of the Pangolins?
[61]Big Farms Make Big Flu: Dispatches on Influenza, Agribusiness, and the Nature of Science, Rob Wallace, 32
[62]ό.π, 56
[63]ό.π, 38
[64]Coronavirus: Agribusiness breeds another deadly epidemic
[65]ό.π.
[66]Rob Wallace, 66
[67]Hundreds of millions of chickens at risk of being wiped out with much of China locked down due to virus
[68]Wallace, 64
[69]ό.π, 64
[70]ό.π, 64
[71]ό.π, 34
[72]Garrett, The Coming Plague, 594.
[73]Friedrich Engels, Dialectics of Nature, Chapter IX
[74]The World Knows an Apocalyptic Pandemic Is Coming
[75]A WORLD AT RISK – Annual report on global preparedness for health emergencies
[76]ό.π.
[77]Garrett, The Coming Plague, 566
[78]ό.π, 382
[79]Garrett, Betrayal of Trust, 412
[80]The World Knows an Apocalyptic Pandemic Is Coming
[81]Garrett, The Coming Plague, 429
[82]ό.π, 46
[83]ό.π, 290
[84]Telegraph journalist says coronavirus ‘cull’ of elderly could benefit economy
[85]Coronavirus pandemic opens a new stage in world history
[86]UK coronavirus crisis ‘to last until spring 2021 and could see 7.9m hospitalised’
[87]Doctors: COVID-19 pushing Italian ICUs toward collapse
[88]Coronavirus: Italian nurses share the startling reality of fighting the pandemic
[89]‘Epidemics are optional’
[90]Boris Johnson lays bare coronavirus threat: ‘Many more families are going to lose loved ones’

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα