Οι ταραχές στην Ουκρανία και η προσάρτηση της Κριμαίας έφεραν σημαντικές επιπτώσεις στο σύνολο του πολιτικού φάσματος στη Ρωσία. Η εθνικιστική ευφορία του 2014, όταν η δημοτικότητα του Πούτιν ξεπερνούσε το 84%, έχει σταδιακά υποχωρήσει. Η πτώση στις τιμές του πετρελαίου και, σε μικρότερο βαθμό, οι δυτικές οικονομικές κυρώσεις οδήγησαν σε πτώση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ρουβλιού και σε πληθωρισμό της τάξης του 13% το 2015.
Το υψηλό επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Κεντρικής Τράπεζας (ο τόκος που πληρώνεται απ’ τις εμπορικές τράπεζες, όταν δανείζονται απ’ την Κεντρική Τράπεζα) μαζί με τις οικονομικές κυρώσεις, που επιβλήθηκαν από τη Δύση, είχαν την πιο σημαντική επίπτωση στο χρηματοπιστωτικό τομέα, κάτι που οδήγησε στη χρεοκοπία δεκάδων τραπεζών. Αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε αποθεματικά για να στηρίξει τα μεγαλύτερα οικονομικά και βιομηχανικά συγκροτήματα που είχαν στενούς δεσμούς με το κράτος, οδηγώντας σε περαιτέρω συσσώρευση κεφαλαίου.
Απ’ την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε διοικητικά μέτρα για να αντιμετωπίσει την ανεργία, απαγορεύοντας τις μαζικές απολύσεις. Για τη μείωση του ελλείμματος υιοθετήθηκε ένας σημαντικός αριθμός αποτελεσματικών μέτρων, στοχεύοντας τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή. Αυτό επηρέασε κυρίως την μεσαία και μικροαστική τάξη, συγκεκριμένα μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και ιδιοκτήτες επαγγελματικών φορτηγών.
Εκτός από καθαρά οικονομικούς λόγους, ο Πούτιν αντέδρασε με αυτό τον τρόπο στη διάθεση διαμαρτυρίας της μεσαίας τάξης στις μεγάλες πόλεις, όπου είναι και λιγότερο δημοφιλής. Σε αυτό το σημείο, ο Πούτιν δρα σύμφωνα με την αρχή «στους φίλους μου επιτρέπονται όλα – στους εχθρούς μου γίνεται η πλήρης εφαρμογή του νόμου».
Την ίδια στιγμή, εφαρμόστηκαν μεταρρυθμίσεις στην ανώτατη εκπαίδευση, που χειροτέρεψαν τη θέση της πλειοψηφίας των καθηγητών και λεκτόρων, που ο Πούτιν έκρινε εχθρικούς. Ο Πούτιν, μ’ αυτό τον τρόπο, κατάφερε να διατηρήσει μεγάλη στήριξη απ’ τη βάση του, αλλά και από συνταξιούχους και χαμηλόμισθους εργάτες, σε βάρος των μεσαίων στρωμάτων που ζουν σε μεγάλες πόλεις. Η δυσαρέσκεια των τελευταίων βρήκε πολιτική έκφραση στο πρόσωπο του λαϊκιστή Αλεξέι Ναβάλνι.
Μετά το 2014, όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του Κομμουνιστικού Κόμματους της Ρωσικής Ομοσπονδίας (CPRF), υιοθέτησαν μια στάση πλήρους στήριξης του Πούτιν και της κυβέρνησής του, ψηφίζοντας στη Δούμα όλα τα νομοσχέδια που προτάθηκαν απ’ την κυβέρνηση. Φυσικά, αυτό δε βοηθά καθόλου να αυξηθεί η δημοτικότητα τους. Το CRPF βρίσκεται σε διαρκή κρίση εδώ και σχεδόν 10 χρόνια. Υπήρχε ένα μόνιμο κυνήγι μαγισσών, στα πλαίσια του οποίου διαγράφονταν μέλη απ’ το κόμμα με βάση κατασκευασμένες κατηγορίες περί «τροτσκισμού» – παρά το γεγονός ότι όλοι τους ήταν πιστοί υποστηριχτές του Ζιούγκανοφ.
Ο αριθμός των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Μόσχα, στην Αγία Πετρούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις μειώθηκε κατά δύο τρίτα. Αυτό δημιούργησε ένα κενό στην αντιπολίτευση εναντίον του Πούτιν, το οποίο κάλυψε ο Ναβάλνι. Πρόκειται για έναν τυπικό λαϊκιστή, ο οποίος αντιγράφει σχεδόν δουλικά την αμερικανική παράδοση της επιλεκτικής προεκλογικής εκστρατείας. Ξεχωρίζει όμως απ’ τους υπόλοιπους αντιπολιτευόμενους. Επίκεντρο της προεκλογικής του εκστρατείας είναι η χρήση κοινωνικών δικτύων, και κυρίως του Youtube, όπου δημοσιοποιεί βίντεο σχετικά με τη διαφθορά στα υψηλότερα κλιμάκια της εξουσίας.
Ο Ναβάλνι έχει αποκλειστεί από τη συμμετοχή στις προεδρικές εκλογές λόγω δύο καταδικαστικών αποφάσεων για υποθέσεις διαφθοράς. Περιοδικώς, ο Ναβάλνι καλεί τους υποστηριχτές του να κατέβουν στους δρόμους. Η κλίμακα τέτοιων κινητοποιήσεων σε όλη τη χώρα φτάνει περίπου τους 100.000 πολίτες συνολικά, σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Οι περισσότεροι είναι νέοι, οι οποίοι έχουν πειστεί απ’ την προφανή αποφασιστικότητα του Ναβάλνι και την επιδέξια χρήση των κοινωνικών δικτύων.
Ο Πούτιν, στη διάρκεια του προηγούμενου χρόνου, κατάφερε να περιορίσει τον πληθωρισμό και γενικά να ξεπεράσει την κρίση – τουλάχιστον προσωρινά. Ακόμα όμως και με βάση την τρέχουσα τιμή του πετρελαίου, το έλλειμμα του ρωσικού προϋπολογισμού παραμένει υψηλό και σε δύο με πέντε χρόνια, τα αποθεματικά ταμεία τελικά θα στραγγιστούν. Την ίδια στιγμή, οι δυνατότητες της Ρωσίας για εξωτερικό δανεισμό είναι μηδαμινές. Εάν η τιμή του πετρελαίου παραμείνει χαμηλή για τρία ή τέσσερα χρόνια ακόμα, η όλη κατάσταση θα αλλάξει άρδην.
Όταν η στιγμή αυτή έρθει, ο Πούτιν (που προφανώς θα εκλεγεί ξανά πρόεδρος) θα αντιμετωπίσει σημαντικό πρόβλημα. Η κυβέρνηση δε θα μπορεί πλέον να αντιμετωπίσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού, χωρίς να μειώσει δραστικά τις κρατικές δαπάνες. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η δημοτικότητα του Πούτιν θα εξατμιστεί. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, χρησιμοποιεί κάθε ευκαιρία, ώστε να ελέγξει το διαδίκτυο και να περιορίσει το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και άλλα δημοκρατικά δικαιώματα.
Ο Πούτιν όμως τη δεδομένη στιγμή έχει ακόμα χώρο για ελιγμούς. Μπορεί να αποφύγει τη μείωση των κρατικών δαπανών ή την επίθεση στις συνθήκες διαβίωσης. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που η αντιπολίτευση δεν είχε μεγάλη επιτυχία στην κινητοποίηση των προλεταριακών στοιχείων.
Μέχρι στιγμής, όσοι συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις είναι κυρίως απ’ τη μεσαία τάξη και μικροαστοί. Παρότι ο Ναβάλνι έχει υποστηρίξει την αύξηση του κατώτατου μισθού, δεν έχει καταφέρει ακόμα να συνδεθεί με τα προβλήματα της κοινωνίας. Υπάρχει κάποιο όριο στο πόσο μπορεί να επιτύχει μια αντιπολίτευση εναντίον του Πούτιν στη βάση δημοκρατικών αιτημάτων και καταγγελίας της διαφθοράς.
Ωστόσο, αρκετοί νέοι άνθρωποι έχουν συσπειρωθεί στην αντιπολίτευση, ειδικά μαθητές και φοιτητές. Κατέβηκαν στους δρόμους σε σημαντικούς αριθμούς. Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη, ως σύμπτωμα. Η ιστορία της Ρωσίας μας δείχνει ότι η αφύπνιση της φοιτητικής νεολαίας είναι μια σίγουρη πρόβλεψη για ένα μεγάλο μελλοντικό κίνημα της εργατικής τάξης. «Ο αέρας πάντα φυσάει πρώτα απ΄ τις κορυφές των δέντρων».