Πριν λίγες ημέρες, η κυβέρνηση απέστειλε σε όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα την τροπολογία που θα καταθέσει στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αφορά την απαγόρευση συμμετοχής της νέας οργάνωσης του καταδικασμένου φασίστα Ηλία Κασιδιάρη στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές.
Ο ελληνικός καπιταλισμός έχει ήδη εισέλθει σε μια νέα περίοδο κρίσης και το καθεστώς του θα αποσταθεροποιηθεί ξανά όπως την περίοδο μετά το 2011 και την υπογραφή του πρώτου μνημονίου. Το κυρίαρχο τμήμα της ελληνικής άρχουσας τάξης χρειάζεται μια σταθερή και όσο το δυνατό πιο ισχυρή κοινοβουλευτικά κυβέρνηση. Δεν έχει την πολυτέλεια για πολυκερματισμό στο πολιτικό του στρατόπεδο και ειδικότερα στην παρούσα φάση δεν θέλει μέσα σ’ αυτό να έχει ως ισχυρή κοινοβουλευτική φωνή τους φασίστες, οι οποίοι με της «ακρότητες» και τις «υπερβολές τους» έχουν δείξει ότι μπορούν να οξύνουν τις ριζοσπαστικές αντικαθεστωτικές διαθέσεις στην κοινωνία και ιδιαίτερα στη νεολαία.
Επιπλέον, η άρχουσα τάξη, υπερασπίζοντας τη «θεωρία των δύο άκρων», έχει πάντοτε ως σκοπό της αξιοποίηση κάθε νόμου που εισάγεται με τυπική αφορμή τους φασίστες και στο όνομα της «υπεράσπισης του δημοκρατικού πολιτεύματος» με σκοπό να χτυπήσει μελλοντικά την εργατική τάξη, τα κόμματα και τις οργανώσεις της. Από όλα αυτά πηγάζει η τροπολογία της κυβέρνησης για την περίπτωση του κόμματος Κασιδιάρη.
Έτσι η κυβέρνηση αποφάσισε να καταθέσει μια πρόταση νόμου που θα δίνει τη δυνατότητα στον Άρειο Πάγο να κρίνει πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση αν ένα κόμμα σέβεται τη «δημοκρατία» και την αστική νομιμότητα ή όχι, δίνοντάς του το δικαίωμα να συμμετέχει στις εκλογές. Αυτό σημαίνει πως οι δικαστές θα κρίνουν με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια τα πολιτικά προγράμματα των κομμάτων, παραχωρώντας το δικαίωμα του εκλέγεσθαι σύμφωνα με τις εκάστοτε επιδιώξεις και τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης.
Οι φασιστικές οργανώσεις είναι γέννημα-θρέμμα του καπιταλισμού και αποτελούν τρομοκρατικές παρακρατικές ομάδες κρούσης των καπιταλιστών απέναντι στο εργατικό κίνημα, τη νεολαία και τους μετανάστες. Ο ρόλος τους είναι η τρομοκράτηση αρχικά και στη συνέχεια η διάλυση του εργατικού κινήματος. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να εμπιστευόμαστε την άρχουσα τάξη και την κυβέρνησή της όταν δηλώνει ότι θέλει να θίξει τους φασίστες και να προασπίσει τη «δημοκρατία».
Γενικά κάθε μέτρο περιορισμού δημοκρατικών δικαιωμάτων μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το αστικό κράτος κατά του εργατικού κινήματος, ιδιαίτερα όταν η νομοθεσία είναι περισσότερο αφηρημένη (όπως η τροπολογία που καταθέτει η κυβέρνηση με τις αποφάσεις να παίρνονται από τον Άρειο Πάγο με βάση την ιδεολογία των κομμάτων). Πρέπει να τονίσουμε όμως, ότι σήμερα ο συσχετισμός δυνάμεων είναι πολύ διαφορετικός σε σχέση με τον Μεσοπόλεμο όπου οι φασίστες έφθασαν στην εξουσία. Τότε τα μικροαστικά στρώματα που αποτελούσαν την κοινωνική βάση του φασισμού είχαν πολύ μεγαλύτερο βάρος συγκριτικά με σήμερα, ενώ σήμερα η εργατική τάξη είναι ισχυρότερη με πανίσχυρες μαζικές εργατικές οργανώσεις. Σήμερα, λοιπόν, δεν υπάρχει η άμεση απειλή ενός μαζικού φασιστικού κινήματος που βρίσκεται προ των πυλών της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας.
Το εργατικό κίνημα και η Αριστερά δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα της κυβέρνησης. Θα πρέπει να καταψηφιστεί η τροπολογία της κυβέρνησης. Η απαγόρευση της δράσης και, εν τέλει, η διάλυση των φασιστικών οργανώσεων δεν μπορεί να γίνει «θεσμικά», στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας, από καμιά κυβέρνηση του κεφαλαίου. Αυτό μπορεί να επιτελεστεί μόνο από μια εργατική κυβέρνηση στα πλαίσια της εργατικής εξουσίας.
Σήμερα οι εργατικές οργανώσεις έχουν το καθήκον να περιφρουρούν τις απεργίες και τις συγκεντρώσεις απαντώντας δυναμικά στη βία και τις επιθέσεις των φασιστών. Μόνο μια νομοθετική πράξη που θα απαγορεύει ρητά και συγκεκριμένα τη συμμετοχή στις εκλογές σε καταδικασμένους για κακουργηματικές πράξεις με φασιστικό ή/και ρατσιστικό κίνητρο ή σε σχήματα που οι ίδιοι ηγούνται και συμμετέχουν θα μπορούσε να στηριχθεί από την Αριστερά, ώστε να μην «τσουβαλιάζεται» μαζί με τις φασιστικές-εγκληματικές πράξεις η αυτοάμυνα των ομάδων περιφρούρησης των εργατικών οργανώσεων. Ωστόσο, ποτέ μια αστική κυβέρνηση δεν πρόκειται να απαγορεύσει στην πράξη τη φασιστική δράση. Πολύ σωστά λοιπόν, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 έχουν δηλώσει ότι θα καταψηφίσουν και τις δύο τροπολογίες επί του ζητήματος.
Κωνσταντίνος Αυγέρος