Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΑπό τις εκατοντάδες χιλιάδες στα εκατομμύρια, από το «Δολοφόνοι!» στο «Παραιτήσου!» –...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Από τις εκατοντάδες χιλιάδες στα εκατομμύρια, από το «Δολοφόνοι!» στο «Παραιτήσου!» – Ο λαός μπήκε στο προσκήνιο και γράφει ιστορία

Πρώτη πολιτική αποτίμηση των ιστορικών μαζικών συγκεντρώσεων της 28ης Φλεβάρη.

«Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου,
σκύβω το κεφάλι στα μαρτύριά σου
και θαυμάζω λαέ μου τα έργα σου».

Αυτούς τους επιβλητικούς και πασίγνωστους στίχους του Μιχάλη Σταυρακάκη από το τραγούδι του μεγάλου συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλου δικαιούμαστε να επικαλεστούμε για να αποδώσουμε την ουσία όσων συνέβησαν στην Ελλάδα χθες, Παρασκευή 28 Φλεβάρη 2025.

Ιστορική μαζικότητα

Σε πάνω από 260 πόλεις και κωμοπόλεις σε όλη τη χώρα, αλλά και σε πάνω από 125 πόλεις του εξωτερικού, κινητοποιήθηκαν χθες εκατομμύρια άνθρωποι συμμετέχοντας στις πιο μαζικές απεργιακές συγκεντρώσεις στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Στην Αθήνα συγκεντρώθηκε πάνω από 1 εκατομμύριο λαού, στη Θεσσαλονίκη οι συγκεντρωμένοι ξεπέρασαν τους 300.000, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα ανήλθαν συνολικά σε αρκετές ακόμα εκατοντάδες χιλιάδες.

Αυτή τη φορά η 24ωρη γενική απεργία, σε αντίθεση με άλλες «γενικές απεργίες» πολύ περιορισμένης συμμετοχής, ήταν στ’ αλήθεια γενική. Το κράτος παρέλυσε και ολόκληρη η χώρα σε επίπεδο οικονομικής ζωής είχε την όψη ενός «λοκντάουν». Στην πλήρη αυτή επιτυχία της απεργίας τον καθοριστικό ρόλο δεν έπαιξαν τα καλέσματα ή οι ενέργειες (από ανύπαρκτες έως υποτυπώδεις) απεργιακής προετοιμασίας από τα συνδικάτα, αλλά η καθολική, αυθόρμητη διάθεση συμμετοχής από την εργατική τάξη. Αυτή ήταν η αιτία που συμπαρέσυρε εκατοντάδες χιλιάδες μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους, ορισμένοι από μια ειλικρινή διάθεση να συμμετάσχουν στη διαμαρτυρία και άλλοι από απλό φόβο, αδυναμία ή και ντροπή να σταθούν απέναντι στο μαζικό, ορμητικό και αυθόρμητο εργατικό και λαϊκό ποτάμι.

Τα συλλαλητήρια της 26ης Γενάρη μπορούσαν να συγκριθούν μόνο με τα πιο μαζικά συλλαλητήρια του αντιμνημονιακού κινήματος της περιόδου 2010-2015. Τα χθεσινά συλλαλητήρια όμως, τα ξεπέρασαν εκείνα κατά πολύ. Μαζί ξεπέρασαν σε μέγεθος και κάθε άλλο μαζικό γεγονός του παρελθόντος που ο μέσος ηλικιωμένος διαδηλωτής μπορούσε χθες να θυμηθεί, με εξαίρεση ίσως κατά ορισμένους, τις αυθόρμητες λαϊκές συγκεντρώσεις της 24ης Ιουλίου 1974, κατά την ημέρα της κατάρρευσης της στρατιωτικής δικτατορίας και της επιστροφής στη χώρα του Κ. Καραμανλή.

Τι απέδειξαν οι εντυπωσιακά μαζικές συγκεντρώσεις

Η πρωτοφανής μαζικότητα των χθεσινών συγκεντρώσεων έδειξε ότι η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα έχουν πλέον εισβάλει αποφασιστικά στο ιστορικό προσκήνιο και καθορίζουν τις εξελίξεις στη χώρα. Η εισβολή αυτή αποδείχθηκε ότι αποτελεί τον πιο συνεπή και πιο επικίνδυνο αντίπαλο για την κυβέρνηση και συνολικά για το σάπιο καπιταλιστικό καθεστώς της χώρας, την μόνη πραγματική πολιτική αντιπολίτευση. Και ιδιαίτερα, συγκρινόμενη με τις συμβολικές φλυαρίες της επίσημης «αντιπολίτευσης» στη Βουλή, αναδείχθηκε σε μια δύναμη αληθινά ακατανίκητη, αφού έβαλε τη μέχρι πρότινος φαινομενικά πανίσχυρη κυβέρνηση της ΝΔ σε θέση άμυνας και σε μια κατάσταση πανικού.

Αντικειμενικά, τα χθεσινά συλλαλητήρια αποτέλεσαν και τυπικά την πύλη της οριστικής εισόδου της ελληνικής κοινωνίας σε μια νέα περίοδο προεπαναστατικής διέγερσης. Αυτή η περίοδος φαινόταν ότι ήταν έτοιμη να ανοίξει από την πρώτη κιόλας φάση του μαζικού κινήματος των Τεμπών, τον Μάρτιο του 2023. Αλλά ως αποτέλεσμα της προσωρινής σταθεροποίησης του καθεστώτος που προήλθε από την πρόωρη λήξη εκείνης της πρώτης φάσης του κινήματος και από τη μαζική απογοήτευση που ακολούθησε την άνετη επανεκλογή της ΝΔ στην κυβέρνηση, η τυπική έναρξη αυτής της νέας περιόδου μετατέθηκε όπως αποδείχθηκε τελικά για τις αρχές της χρονιάς που διανύουμε.

Τα χθεσινά ιστορικά συλλαλητήρια αποτέλεσαν την πιο ηχηρή διάψευση όλων εκείνων των αναλυτών της συμφοράς, οι οποίοι δείχνοντας τις διαδοχικές εκλογικές νίκες της ΝΔ και την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ μιλούσαν για «συντηρητική στροφή της ελληνικής κοινωνίας». Γενικότερα, διέψευσαν αποστομωτικά κάθε κυνικό και σκεπτικιστή που έσπευδε, άμεσα ή έμμεσα, να απενοχοποιήσει τις σοσιαλδημοκρατικές και σταλινικές πολιτικές ηγεσίες τις εργατικής τάξης για την ήττα του αντιμνημονιακού κινήματος του 2010-2015 και για την (προσωρινή όπως αποδείχθηκε) εκλογική αναγέννηση της Δεξιάς που ακολούθησε, για να ενοχοποιήσει τους ίδιους τους απλούς ανθρώπους της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.

Αντίθετα, αυτοί οι άνθρωποι, απεργώντας μαζικά σε χώρους που δεν υπάρχουν σωματεία, αψηφώντας τον κίνδυνο της απόλυσης και τις τρομοκρατικές απειλές από γνωστούς εκπροσώπους της κυβέρνησης και του καθεστώτος για «επικείμενα βίαια επεισόδια» (τα οποία τελικά πραγματοποιήθηκαν με κρατική-κυβερνητική «ενορχήστρωση»), κινητοποιούμενοι όχι για κάποια οικονομικά αιτήματα αλλά για να αποδοθεί «δικαιοσύνη» ενάντια στις σκανδαλώδεις και ανήθικες μεθοδεύσεις του καθεστώτος, και τέλος, μένοντας για πολλές ώρες στους δρόμους με θαυμαστή επιμονή και ψυχραιμία, παρά τον βομβαρδισμό με χημικά από την αστυνομία, επέδειξαν χθες τον υψηλότατο βαθμό της ωριμότητας και της ετοιμότητάς τους να κάνουν θυσίες για να αλλάξουν την κοινωνία.

Και τέλος, με την εντυπωσιακή τους κινητοποίηση σε όλη τη χώρα, όλοι αυτοί οι άνθρωποι απέδειξαν ότι ο αληθινός συσχετισμός δύναμης στην κοινωνία, αυτός που κρύβουν επιμελώς με τις συμβιβαστικές έναντι του σάπιου καθεστώτος, παθητικές και εκτονωτικές τακτικές τους οι πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες που μιλούν στο όνομα των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού, είναι συντριπτικά υπέρ των δυνάμεων της εργασίας και της κοινωνικής προόδου, και σε βάρος των δυνάμεων της καπιταλιστικής αντίδρασης και οπισθοδρόμησης.

Αδίστακτη κρατική προβοκάτσια και βία για τη διάλυση των συγκεντρώσεων

Απέναντι στο ορμητικό αυτό και ξέχειλο ποτάμι της λαϊκής οργής, η κυβέρνηση απάντησε με τον μόνο τρόπο που μπορεί να απαντήσει ένα αυταρχικό καθεστώς: με προβοκάτσια, κρατική βία και τρομοκρατία. Έτσι, πριν ακόμα συμπληρωθούν δύο ώρες από την έναρξη της μεγαλειώδους απεργιακής συγκέντρωσης στην Αθήνα, και πριν ακόμα προλάβουν να τελειώσουν τις ομιλίες τους οι μαχητικοί εκπρόσωποι των συγγενών των θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών, η κυβέρνηση έθεσε σε εφαρμογή ένα καθόλου πρωτότυπο σχέδιο για τη διάλυση της συγκέντρωσης.

Σύμφωνα με εκατοντάδες μαρτυρίες συγκεντρωμένων, δημοσιοποιημένες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και καταγεγραμμένες από τα ρεπορτάζ μεγάλων αστικών ΜΜΕ, μικροί στρατοί κουκουλοφόρων-προβοκατόρων εισέβαλαν στη συγκέντρωση από διαφορετικά σημεία της Πλατείας Συντάγματος, έσπασαν με βαριοπούλες μάρμαρα και άρχισαν να τα εκτοξεύουν στους αστυνομικούς μαζί με βόμβες μολότωφ, συσπειρώνοντας με το παράδειγμά τους λιγοστά ανεύθυνα, θερμοκέφαλα ή και λούμπεν στοιχεία που βρίσκονταν μεταξύ των συγκεντρωμένων, τα οποία τους ακολούθησαν. Το αποτέλεσμα ήταν να στηθεί ένα ιδανικό σκηνικό για τη διάλυση της συγκέντρωσης από την αστυνομία. Από την αχαλίνωτη επίδειξη αστυνομικής βίας που ακολούθησε, τραυματίστηκε στο κεφάλι ο φωτορεπόρτερ Ορέστης Παναγιώτου και δεκάδες ακόμη ειρηνικοί διαδηλωτές.

Η μαζική ρίψη χημικών και χειροβομβίδων κρότου–λάμψης από τα ΜΑΤ μέσα σε ένα ακραία συνωστισμένο λόγω της εκπληκτικής μαζικότητας της συγκέντρωσης πλήθος, απέδειξε ότι η ανακοινωθείσα μέσα στη βδομάδα από την ηγεσία της αστυνομίας «μεγάλη επιχείρηση για την προστασία του δικαιώματος των πολιτών να διαδηλώσουν στην Αθήνα» ήταν απλώς ένα σχέδιο για την προστασία της κυβέρνησης και του καθεστώτος με σκοπό τη διάλυση της συγκέντρωσης.

Μέσα στις συνθήκες χάους που δημιούργησε αυτό το συνηθισμένο, αλλά αυτή τη φορά ακόμα πιο ακραία επικίνδυνο και κακότεχνο σχέδιο, είναι πραγματικά «θαύμα» το πώς δεν είχαμε νεκρούς. Ένα «θαύμα» που οφείλεται αποκλειστικά στην παροιμιώδη ψυχραιμία και ωριμότητα των ίδιων των συγκεντρωμένων, οι οποίοι αν και συνωστισμένοι υπέμειναν στωικά τα χημικά και εγγυήθηκαν την ομαλή και ασφαλή απομάκρυνση των παιδιών και των ηλικιωμένων από το φλεγόμενο πεδίο της κρατικής βίας. Μάλιστα, υπήρξαν αξιοσημείωτες περιπτώσεις στην Αθήνα και ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη, όπου οι διαδηλωτές, όπως φαίνεται σε αρκετά βίντεο που δημοσιοποιήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιτέθηκαν οι ίδιοι στους προβοκάτορες και τους έβγαλαν τις κουκούλες, απόδοκιμάζοντάς τους ή και τρέποντάς τους σε φυγή.

Αλύγιστη αγωνιζόμενη νεολαία

Ωστόσο, παρά το όργιο της κυβερνητικής-κρατικής βίας δεκάδες χιλιάδες νέοι παρέμειναν στους γύρω από την Πλατεία Συντάγματος δρόμους και άρχισαν να επιστρέφουν και πάλι μπροστά από τη Βουλή. Κάποιοι από αυτούς, ανάμεσά τους πολλοί μαθητές, κατά την επιστροφή τους αυτή σήκωναν τα χέρια ψηλά, θέλοντας να διαχωρίσουν τους εαυτούς τους από τους προβοκάτορες και να στείλουν το μήνυμα ότι η ωμή αστυνομική βία δεν πρόκειται να τους στερήσει τη θέληση και το θάρρος να διεκδικήσουν το ιερό δικαίωμα του συνέρχεσθαι. Η εικόνα αυτών των νέων να εισέρχονται ξανά στην πλατεία με τα χέρια σηκωμένα μπροστά στην πάνοπλη αστυνομία ήταν μια γλαφυρή απεικόνιση της υπέρβασης που συντελείται στη συνείδηση της νεολαίας μέσα από την πρωτοπόρα συμμετοχή της στο μαζικό κίνημα.

Απαιτήθηκαν δύο ακόμα ανελέητες και προκλητικές επεμβάσεις της αστυνομίας ώστε αυτοί οι αυθόρμητοι νεαροί μαχητές του μαζικού κινήματος, να απομακρυνθούν από την πλατεία, με τη βοήθεια όχι μόνο των χημικών και των χειροβομβίδων, αλλά και των ειδικών υδροφόρων τεθωρακισμένων της αστυνομίας με την ονομασία «Αίαντας». Τελικά, οι «πραιτοριανοί» του Μητσοτάκη κατέλαβαν οριστικά τον έλεγχο της πλατείας, 8 ολόκληρες ώρες μετά από την έναρξη της εφαρμογής του αστυνομικού σχεδίου διάλυσης της συγκέντρωσης. Ώρες κατά τις οποίες εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές έγιναν αποδέκτες ζωντανών πολιτικών μαθημάτων για την αντιδραστική φύση της κρατικής εξουσίας, ως μηχανισμού αποτελούμενου σε τελική ανάλυση από ένοπλα σώματα ανδρών στην υπηρεσία της άρχουσας τάξης.

«Παραιτήσου!»: η αλλαγή στη συνείδηση

Στις χθεσινές συγκεντρώσεις εκφράστηκε χαρακτηριστικά η άμεση και αποφασιστική επίδραση που ένα κίνημα μπορεί να ασκήσει στη συνείδηση των μαζών. Στις 26 Γενάρη το κυρίαρχο αυθόρμητο σύνθημα της συγκέντρωσης στο Σύνταγμα ήταν το «Δολοφόνοι!», ένα σύνθημα που αποδίδει ξεκάθαρα τις ευθύνες για το έγκλημα στην κυβέρνηση, αλλά δεν αγγίζει το ζήτημα της ίδιας της θέσης της κυβέρνησης στην εξουσία.

Στην αρχή της χθεσινής συγκέντρωσης, ως αποτέλεσμα και της επίδρασης που άσκησε στη συνείδηση της μεγάλης πλειονότητας των συγκεντρωμένων η ύπουλη κυβερνητική καμπάνια αποπολιτικοποίησης – στην οποία συνηγόρησε υποκριτικά και άτολμα ολόκληρη η ηγεσία της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης – δεν έκανε την αυθόρμητη εμφάνισή του ούτε καν το σύνθημα «Δολοφόνοι!». Αλλά καθώς η συγκέντρωση εξελισσόταν, η συνειδητοποίηση του τεράστιου όγκου και της μεγάλης δύναμης του συγκεντρωμένου πλήθους, σε συνδυασμό με τη σκανδαλώδη απόπειρα διάλυσης της συγκέντρωσης από την αστυνομία, είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να ξανακουστεί το «Δολοφόνοι!», αλλά και να γεννηθεί αυθόρμητα το σύνθημα «Παραιτήσου!». Το σύνθημα αυτό εξέθεσε τους κάθε λογής ρήτορες της «αντι-πολιτικής» και εξέφρασε με τον πιο απλό τρόπο την ουσία της τεράστιας χθεσινής κινητοποίησης, δηλαδή το γεγονός ότι έθεσε το ζήτημα της εξουσίας.

Κυβέρνηση και άρχουσα τάξη «κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν»

Τα ιστορικά χθεσινά συλλαλητήρια επέτειναν τον πανικό στους κύκλους της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης. Ήδη αυτός ο πανικός που ξεκίνησε μετά τις 26 Γενάρη, είχε οδηγήσει την κυβέρνηση να αλλάξει επανειλημμένα επικοινωνιακή τακτική, με μια δημόσια παρουσία που κυμάνθηκε από τις ανοικτές επιθέσεις σε όσους θα συμμετείχαν στα συλλαλητήρια με τον στιγματισμό τους ως ενεργών υποστηρικτών της «αποσταθεροποίησης της χώρας», μέχρι την υιοθέτηση τις παραμονές της απεργίας ενός προφίλ «προστάτη και εγγυητή του δικαιώματος στη διαδήλωση».

Τα χθεσινοβραδινά συγχαρητήρια του κυβερνητικού εκπροσώπου προς την αστυνομία για την «υπεύθυνη» (βλ. δολοφονική) στάση της, αλλά κυρίως οι δημόσιες τοποθετήσεις των απολογητών του κατεστημένου, όπως εκείνες των γνωστών μεγαλοδημοσιογράφων στα δελτία ειδησεογραφικής προπαγάνδας του αρχι-αντιδραστικού και αρχι-κυβερνητικού ΣΚΑΪ, φανέρωσαν προχωρημένη πολιτική απελπισία και μια τάση για «δραπέτευση» από τη νέα πραγματικότητα που διαμόρφωσαν τα συλλαλητήρια, με τη μέθοδο «κάνε ότι δεν καταλαβαίνεις». Χαρακτηριστικότερη όλων ήταν η σχετική τοποθέτηση του διευθυντή της Καθημερινής, Αλέξη Παπαχελά, ο οποίος αφού αναγκάστηκε να παραδεχθεί την ιστορική σημασία των συλλαλητηρίων, κάλεσε την κυβέρνηση να λάβει το μήνυμα «για να δουλέψει ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη και να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο κράτος».

Ωστόσο, όσο και αν η βροντερή λαϊκή ιαχή «Παραιτήσου!» επιχειρείται υποκριτικά να αγνοηθεί από την κυβέρνηση και την άρχουσα τάξη, το ξεχειλισμένο ποτάμι της λαϊκής οργής δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Η πλατιά συνειδητοποίηση της τεράστιας δύναμης που ανέδειξαν τα χθεσινά συλλαλητήρια από την πλευρά του αγωνιζόμενου εργαζόμενου λαού, σε συνδυασμό με την πλήρη πολιτικοποίηση των κεντρικών αιτημάτων του μαζικού κινήματος, αποτελούν πλέον τον καθοριστικό παράγοντα στις εξελίξεις, που η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη στην πραγματικότητα δεν μπορούν να αγνοήσουν.

Ήδη κατά τον τελευταίο μήνα, η αυξανόμενα εμφανιζόμενη έκφραση ανοικτής δυσφορίας – ακόμα και ανοικτής διαμαρτυρίας – για τους χειρισμούς της κυβέρνησης κατά τη δημοσιογραφική κάλυψη των γεγονότων που σχετίζονται με το έγκλημα των Τεμπών και το μαζικό κίνημα από μεγάλα αστικά ΜΜΕ, αντανακλά το μέγεθος της κοινωνικής απομόνωσης της κυβέρνησης, αλλά και τον μεγάλο προβληματισμό της άρχουσας τάξης για το άμεσο πολιτικό μέλλον του αστικού καθεστώτος ως σύνολο.

Στην πραγματικότητα, όλοι οι αστοί και οι δημόσιοι εκπρόσωποί τους θεωρούν πλέον τον Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του ως μοιραίους παράγοντες για την πολιτική σταθερότητα του καθεστώτος. Τους αποδίδουν τεράστιες ευθύνες για το γεγονός ότι παρά τη σχετική οικονομική σταθεροποίηση του ελληνικού καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια, με τις μεθόδους πολιτικής διαχείρισης του εγκλήματος των Τεμπών «κατόρθωσαν» να βγάλουν τον λαό στους δρόμους όλης της χώρας με ένα κίνημα πρωτόγνωρης μαζικότητας. Έτσι, αν στη διάθεσή τους υπήρχαν κόμματα και ηγεσίες που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια βιώσιμη πολιτική λύση για το καθεστώς, θα μπορούσαν σήμερα κιόλας να θυσιάσουν την κυβέρνηση και να την σπρώξουν στις εκλογές προκειμένου να ανακόψουν το μαζικό κίνημα.

Όμως σήμερα δεν διαθέτουν τέτοιες πολιτικές λύσεις. Τόσο η Άκρα Δεξιά (Ελληνική Λύση, Νίκη, Φωνή Λογικής), όσο και η μνημονιακή Κεντροαριστερά (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά) είναι αδύναμες σε εκλογική επιρροή και εξαιρετικά αμφίβολοι ως σταθεροί μελλοντικοί κυβερνητικοί εταίροι της ΝΔ. Αυτό σημαίνει ότι οι αστοί είναι αναγκασμένοι να αγνοήσουν επιδεικτικά την εκφρασμένη πλέον πολιτική βούληση των αγωνιζόμενων εργατικών και λαϊκών μαζών, και να στηρίξουν «μέχρι νεωτέρας» την κυβέρνηση Μητσοτάκη, βασισμένοι σε μια λογική ανάλογη με εκείνη των εγκλημάτων τύπου Τεμπών που χαρακτηρίζει γενικότερα τον σάπιο ελληνικό καπιταλισμό: «Πάμε (με τον Μητσοτάκη) κι όπου βγει».

Τι πρέπει να γίνει;

Από αυτή τη σκοπιά λοιπόν, είναι βαθιά γελασμένος όποιος θεωρεί ότι οι χθεσινές μαζικότερες απεργιακές συγκεντρώσεις στην σύγχρονη ιστορία της χώρας μπορεί να είναι αρκετές για να πραγματοποιηθεί ο κεντρικός στόχος που συμπυκνώνει το παλλαϊκό αίτημα «Παραιτήσου!». Η κυβέρνηση θα γαντζωθεί τώρα στην εξουσία πιο σφιχτά από ποτέ. Αυτό σημαίνει ότι μόνο με τη μέθοδο της άμεσης κλιμάκωσης του αγώνα μπορεί το μαζικό κίνημα να την αναγκάσει σε παραίτηση.

Ωστόσο, αυτή την άμεση κλιμάκωση, όπως αδιαμφισβήτητα δείχνουν τα γεγονότα, δεν την επιθυμεί καμία από τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες που τυπικά υποστηρίζουν το μαζικό κίνημα. Οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και της κοινοβουλευτικά υπολογίσιμης αλλά σε λαϊκή επιρροή ασήμαντης, Νέας Αριστεράς, συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια είναι η καταλληλότερη ημερομηνία για την κατάθεση πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης στο Κοινοβούλιο, κίνηση η οποία στην παρούσα φάση είναι ξεκάθαρο ότι θα έχει μόνο συμβολικό χαρακτήρα, αφού μπορεί να οδηγήσει μόνο στη συσπείρωση της κυβερνητικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Οι δε συνδικαλιστές γραφειοκράτες της ηγετικής πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, είναι γνωστό ότι μόλις την τελευταία στιγμή αναγκάστηκαν κάτω από το αυθόρμητο κύμα της εργατικής οργής να προκηρύξουν 24ωρη γενική απεργία για τις 28 Φλεβάρη, και φυσικά, δεν έχουν πρόθεση για καμία κλιμάκωση.

Τέλος, οι συνδικαλιστές ηγέτες του ΚΚΕ και η πολιτική ηγεσία του κόμματος, όπως έχει δείξει όλος ο «πρότερος βίος» τους έναντι του μαζικού κινήματος των Τεμπών, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης του φάσης τον Μάρτη του 2023, αλλά και του διαστήματος του κρίσιμου μήνα που ακολούθησε τα συλλαλητήρια της 26ης Γενάρη, είναι ικανοί και διατεθειμένοι να προωθήσουν μόνο μια τακτική εκτόνωσης του κινήματος, πλασαρισμένη σε «αγωνιστική συσκευασία» κλιμάκωσης. Έχουν επαρκώς αποδείξει ότι το «καλύτερο» που μπορούμε να περιμένουμε από αυτούς είναι πρωτοβουλίες για σποραδικές κινητοποιήσεις, ακόμα και για νέες 24ωρες «γενικές απεργίες» μόνο με τα συνδικάτα που ελέγχει το ΠΑΜΕ, οι οποίες θα συγκεντρώνουν την υποστήριξη και τη συμμετοχή μικρού μέρους των μαζών που κινητοποιήθηκαν χθες, και θα δίνουν ξεκάθαρα την αίσθηση, όχι της κλιμάκωσης, αλλά της σαφούς αποκλιμάκωσης.

Έτσι, με δεδομένη τη στάση αυτών των συνδικαλιστικών και πολιτικών ηγεσιών, η οποία αποτελεί εμπόδιο για την αναγκαία συνέχεια του κινήματος μέχρι την πραγματοποίηση του συνθήματος «Παραιτήσου!», κρίσιμος είναι αντικειμενικά ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει στην υπόθεση της αναγκαίας άμεσης κλιμάκωσης του αγώνα η ηγεσία του Συλλόγου Συγγενών των Θυμάτων των Τεμπών, με προεξάρχουσα την πιο μαχητική της μορφή, την πρόεδρο Μαρία Καρυστιανού. Ο Σύλλογος με τη μαχητική του στάση, έχει κερδίσει μέσα στις μάζες του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας, το κύρος που ποτέ δεν κατάφεραν τα προηγούμενα χρόνια να κερδίσουν όλες μαζί οι (χρεοκοπημένες) σοσιαλδημοκρατικές και σταλινικές πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες. Μόνο αγιάτρευτα σεχταριστές ή «φίλοι» – καλυμμένοι εχθροί του μαζικού κινήματος θα μπορούσαν να αγνοήσουν αυτό το αντικειμενικό γεγονός ή ακόμα χειρότερα, να προωθούν σχέδια «αγωνιστικής δράσης» για τη συνέχεια του κινήματος που δεν συμπεριλαμβάνουν τον καθοριστικό ρόλο που παίζει στο μαζικό κίνημα ο Σύλλογος.

Αυτού του είδους η «αγωνιστική συνέχεια χωρίς τον Σύλλογο» (που ήδη προωθείται στην πράξη από το ΠΑΜΕ και διάφορες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς) αποτελεί πράξη υπονόμευσης του κινήματος. Όποια πολιτική ή συνδικαλιστική συλλογικότητα την προωθεί, το μόνο που καταφέρνει είναι να ρίξει νερό στο μύλο της αντιδραστικής επιχείρησης διάχυσης εχθρότητας για τα κόμματα και την πολιτική στις μάζες, που μεθοδεύει η κυβέρνηση και τα κάθε είδους φερέφωνα της άρχουσας τάξης.

Αν σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ είχε μια αληθινά επαναστατική πολιτική και τακτική, θα καλούσε μέσω των συνδικάτων και των φοιτητικών συλλόγων που ελέγχει, την ηγεσία του Συλλόγου σε κοινή δράση, με σκοπό να πραγματοποιηθεί το κεντρικό αίτημα που θέτει πλέον το μαζικό κίνημα. Θα εξηγούσε στους μαχητικούς και θαρραλέους γονείς και συγγενείς των αδικοχαμένων θυμάτων, ότι η υπόθεση της δικαίωσης της μνήμης τους περνά μόνο μέσα από την άμεση ανατροπή αυτής της κυβέρνησης, η οποία δεν δίστασε να εξαφανίσει τα καμένα μέλη των παιδιών τους και να χρησιμοποιήσει μαφιόζικες μεθόδους για να τους εξαπατήσει και να συγκαλύψει το έγκλημα.

Ταυτόχρονα, θα τόνιζε έντιμα και ξεκάθαρα, τόσο στους ίδιους τους συγγενείς όσο και γενικότερα σε όλο στον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία που συμμετέχει στο κίνημα, ότι η διεκδίκηση «Δικαιοσύνης» δεν είναι μόνο ένα ζήτημα απόδοσης ποινικών ευθυνών σε αξιωματούχους της κυβέρνησης, του κράτους ή της εταιρείας, αλλά πρώτα και πάνω απ’ όλα, είναι ένα ζήτημα πολιτικό, ζήτημα διεκδίκησης της εφαρμογής ενός πολιτικού προγράμματος που μπορεί να εξασφαλίσει με τον πιο ριζικό και αποτελεσματικό τρόπο την ασφαλή και κοινωφελή λειτουργία των τρένων. Ενός προγράμματος που πρέπει να περιλαμβάνει την κρατικοποίηση των σιδηρόδρομων με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, και το ξερίζωμα του σάπιου σημερινού κρατικού μηχανισμού που συγκαλύπτει μαφιόζικα εγκλήματα όπως εκείνο της 28ης Φλεβάρη του 2023. Ενός προγράμματος επαναστατικού-αντικαπιταλιστικού, που μόνο μια κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού μπορεί να εφαρμόσει, με μπροστάρη και εγγυητή ένα γνήσιο επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα.

Δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ, δεν θέλει να υιοθετήσει μια τέτοια επαναστατική πολιτική, γιατί όπως έχει επανειλημμένα αποδείξει σε όλα τα μεγάλα κινήματα των τελευταίων 15 χρόνων, δεν επιθυμεί να αναλάβει τις ευθύνες που θα απέρρεαν από αυτήν. Έχει δείξει ότι δεν επιθυμεί να διεξάγει έναν πραγματικό αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και το σάπιο του καθεστώς με σκοπό την εξουσία.

Ωστόσο, αυτό το αντικειμενικό πολιτικό γεγονός, κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι και νέοι θα πρέπει να «σταυρώσουν τα χέρια» και να αφήσουν την υπόθεση της κλιμάκωσης του αγώνα στην τύχη της. Όλοι οι πρωτοπόροι αγωνιστές και αγωνίστριες του εργατικού κινήματος και της νεολαίας πρέπει να δράσουν οργανωμένα και συντονισμένα σε κάθε χώρο δουλειάς, γειτονιά, σχολείο και σχολή για να προωθήσουν σήμερα την υπόθεση της άμεσης κλιμάκωσης του αγώνα.

Οι επαναστάτες κομμουνιστές, ως αναπόσπαστο τμήμα της πρωτοπορίας του μαζικού κινήματος που τραντάζει τα θεμέλια του σάπιου αστικού καθεστώτος στην Ελλάδα, απευθυνόμαστε στους χιλιάδες συναγωνιστές μας στο κίνημα και τους καλούμε να παλέψουν μαζί μας για τα ακόλουθα:

  • Κάτω η κυβέρνηση της ΝΔ που ευθύνεται για το έγκλημα των Τεμπών και τη μαφιόζικη συγκάλυψή του! Το παλλαϊκό σύνθημα «Παραιτήσου!» των χθεσινών συλλαλητηρίων πρέπει μέσα από τον μαζικό αγώνα να γίνει πράξη, ως απόλυτη προϋπόθεση για κάθε φιλολαϊκή, φιλεργατική και προοδευτική εξέλιξη στη χώρα.
  • Για μια κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού που θα εγγυηθεί την τιμωρία όλων των ενόχων και θα προχωρήσει στην επανακρατικοποίηση των σιδηροδρόμων με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, ώστε να αντιμετωπιστεί ριζικά η εγκληματική τους εγκατάλειψη και να αποφευχθούν τα επικείμενα «νέα Τέμπη».
  • Για μια νέα κρατική εξουσία, η οποία στηριγμένη στον διαρκή δημοκρατικό έλεγχο και την ενεργή συμμετοχή του εργαζόμενου λαού θα μπορεί να εγγυηθεί ότι θα εξαλειφθούν μια για πάντα τα άθλια φαινόμενα κρατικής συγκάλυψης εγκλημάτων.

Ταυτόχρονα, οι επαναστάτες κομμουνιστές προτείνουμε στους συναγωνιστές μας την ακόλουθη τακτική και τις εξής μεθόδους αγώνα για τη νίκη του μαζικού κινήματος:

  • Άμεση κλιμάκωση του αγώνα με μια 48ωρη γενική πολιτική απεργία.
  • Κανένας εφησυχασμός, καμία εμπιστοσύνη στις συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης που θέλουν να εκτονώσουν το κίνημα και να το υποτάξουν στους δικούς τους κοινοβουλευτικούς και γραφειοκρατικούς σκοπούς και σχεδιασμούς.
  • Να εκλέξουμε μέσα από συνελεύσεις σε κάθε χώρο δουλειάς, γειτονιά, σχολείο και σχολή, ανακλητές Επιτροπές Αγώνα, ταγμένες στον σκοπό της άμεσης κλιμάκωσης και της οργάνωσης του αγώνα μέχρι την τελική νίκη. Να επιδιώξουμε τον ευρύτερο δυνατό συντονισμό μεταξύ τους με σκοπό την ενιαία και κοινή αγωνιστική δράση κατά κλάδο, γειτονιά, Δήμο, πόλη, περιφέρεια και σε πανελλαδικό επίπεδο.

Σήμερα πλέον – όπως καλά το δείχνουν όχι μόνο τα πολιτικοποιημένα συνθήματα των συγκεντρώσεων αλλά και όλα τα διαθέσιμα σχετικά γκάλοπ που καταγράφουν μια πλειοψηφική αντισυστημική διάθεση στον ελληνικό λαό – κάθε αγωνιστής ή υποστηρικτής του μαζικού κινήματος συνειδητοποιεί ότι το πρόβλημα στην κοινωνία είναι βαθύ και συστημικό. Γι’ αυτό, καλούμε όλους τους πρωτοπόρους συναγωνιστές μας στο κίνημα να οργανωθούν στην Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), με σκοπό να παλέψουν μαζί μας για να χτίσουμε ένα μαζικό επαναστατικό κόμμα, τον καταλυτικό παράγοντα δηλαδή, που αν υπήρχε σήμερα θα έκανε την υπόθεση της νίκης του εξελισσόμενου κινήματος όσο απλή και εύκολη επιβάλλει η ιστορική του μαζικότητα.

Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση
Εφημερίδα «Κομμουνιστική Επανάσταση» (www.marxismos.com)

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα