Το αδιέξοδο των αρπακτικών της ελληνικής άρχουσας τάξης μεγαλώνει μαζί με τους φόβους τους, καθώς επιχειρούν με τη μέθοδο της εξαγοράς πρόθυμων συνειδήσεων να διατηρήσουν την κυβέρνησή τους στην εξουσία. Το ιστορικό καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απλά “να τους χορέψουμε”. Με μια αυτοδύναμη αριστερή κυβέρνηση πρέπει να τους απαλλοτριώσουμε!
Η ελληνική άρχουσα τάξη βρίσκεται στο μεγαλύτερο αδιέξοδο της σύγχρονης Ιστορίας της. Πέντε χρόνια μετά την έλευση της κρίσης όλα τα οικονομικά μεγέθη του ελληνικού καπιταλισμού έχουν επιδεινωθεί, από σοβαρά έως δραματικά.
Η διαρκής επίθεση στο βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων έγινε υποτίθεται για να μπορεί η χώρα να δανείζεται απρόσκοπτα από τις «αγορές» και να γίνει ξανά ελκυστική για επενδύσεις. Όμως το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας σήμερα είναι μεγαλύτερο από το 2009, ενώ οι επενδύσεις όχι μόνο δεν ήρθαν, αλλά και τα κεφάλαια που υπάρχουν στη χώρα αρχίζουν πλέον να αποσύρονται. Αυτή η κατάσταση είναι η καλύτερη επιβεβαίωση της εκτίμησης των μαρξιστών από την αρχή της κρίσης, που γινόταν ειρωνικά δεκτή από τους αστούς και τους δικηγόρους τους μέσα στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά: πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού δεν υπάρχει καμία αποτελεσματική πολιτική διαχείρισης της κρίσης.
Το τεράστιο αδιέξοδο της ελληνικής άρχουσας τάξης γίνεται ακόμα πιο ασφυκτικό, καθώς η πολιτική δυσαρέσκεια των μαζών διοχετεύεται στην εκλογική υποστήριξη ενός κόμματος προερχόμενου από το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, του ΣΥΡΙΖΑ και καθώς η τρόικα ζητά άμεσα νέα άγρια Μνημόνια, μη εμπιστευόμενη τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και φοβούμενη τις πολιτικές «παρενέργειες» που θα μπορούσαν να έχουν στην Ευρώπη τυχόν παραχωρήσεις σε μια μελλοντική αριστερή κυβέρνηση. Έτσι ο εφιάλτης της εγκατάλειψης σε μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και της εξώθησης από το ευρώ έχει επανέλεθει πλήρως στο προσκήνιο, πολλαπλασιασμένος από το φόβο για τη σταθερότητα που μπορεί να έχει το αστικό καθεστώς στη χώρα αν η κυβέρνηση παραδοθεί στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η επίσπευση της εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας, οι υστερικές δηλώσεις ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ, η κατάρρευση του ελληνικού χρηματιστηρίου, οι εκβιασμοί και η τρομοκρατία για το επικείμενο οικονομικό χάος με επίκεντρο τις τράπεζες, οι δηλώσεις και τα άρθρα περί εξόδου από το ευρώ, εκφράζουν τους φόβους, αλλά και τις πολεμικές διαθέσεις των ελλήνων αστών και της τρόικας έναντι του ελληνικού εργαζόμενου λαού και της Αριστεράς. Δεν θα πρέπει όμως να ξενίζουν κανέναν αυτές οι υστερικές – πολεμικές διαθέσεις του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου. Οι αστοί έχουν στα χέρια τους δύναμη και εξουσία και θα τα χρησιμοποιήσουν αδίστακτα για να σώσουν το καθεστώς τους, κλιμακώνοντας τον ταξικό πόλεμο με όλα τα μέσα.
Το πιο αποφασιστικό ζήτημα από την σκοπιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων είναι το ποιο σχέδιο, ποια πολιτική και ποιο πρόγραμμα αντιπαραθέτουν σε αυτόν τον πόλεμο οι δικές τους μαζικές πολιτικές οργανώσεις, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ και οι ηγεσίες τους. Και δυστυχώς, κατά την τελευταία εβδομάδα κλιμάκωσης της καπιταλιστικής τρομοκρατίας ενάντια στο λαό, φαίνεται ότι η τρόικα και οι έλληνες αστοί «παίζουν» χωρίς αντίπαλο.
Η ηγεσία του ΚΚΕ σε μια επίδειξη ακραίου σεχταρισμού αρνούμενη να διαχωρίσει τον ΣΥΡΙΖΑ από τους πολιτικούς εκφραστές του ντόπιου και του ξένου κεφάλαιου, επιχειρεί να πείσει την εργατική τάξη ότι όλη αυτή η τρομοκρατική υστερία ενάντια στην προοπτική μιας αριστερής κυβέρνησηςείναι περίπου ένα «στημένο παιχνίδι».
Ακόμα πιο επιζήμια είναι η στάση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί αυτό είναι το κόμμα που υποστηρίζεται σήμερα από την πλειοψηφία των εργαζόμενων και της νεολαίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ με την κατάλληλη πολιτική θα μπορούσε να τους θωρακίσει και να τους κινητοποιήσει για να γίνουν αποφασιστικά βήματα στο επείγον καθήκον της ανατροπής αυτής της κυβέρνησης και της ταχύτερης δυνατής εκλογής μιας αυτοδύναμης αριστερής κυβέρνησης. Όμως αντί για μια τέτοια πολιτική, οι εργαζόμενοι βλέπουν από την ηγεσία μια παθητική στάση χωρίς τις αναγκαίες πρωτοβουλίες στο κίνημα και μια επίμονη υπεράσπιση των αυταπατών για μια διαπραγμάτευση με την τρόικα και μια υποτιθέμενη προοδευτική διαχείριση της κρίσης, χωρίς επαναστατικές πολιτικές.
Την ώρα που η κυβέρνηση επιχειρεί να «πείσει» δεκάδες βουλευτές να ψηφίσουν πρόεδρο Δημοκρατίας με την αλάνθαστη μέθοδο της εξαγοράς συνειδήσεων, η ηγεσία προτείνει στους εργαζόμενους απλά την αναμονή. Έτσι είναι πραγματικά εντυπωσιακή η απουσία, ακόμα και των στοιχειωδέστερων κινηματικών πρωτοβουλιών για την αποφασιστική πίεση στους βουλευτές να μην ψηφίσουν πρόεδρο Δημοκρατίας.
Το χειρότερο από όλα όμως, είναι η επίμονη προσκόλληση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στις βασικές πολιτικές της επιλογές, που τα ίδια τα γεγονότα διαψεύδουν πλέον ως ανεδαφικές. Την ώρα που η τρόικα δείχνει καθαρά πως θα προτιμούσε να σπρώξει την Ελλάδα πίσω στη δραχμή από το να κάνει ουσιαστικές παραχωρήσεις στο ζήτημα του χρέους και ειδικά σε μια αριστερή κυβέρνηση, η ηγεσία συνεχίζει να μιλά για τις ιδιαίτερες διαπραγματευτικές της ικανότητες που θα μπορούσαν περίπου να αναγκάσουν τη Μέρκελ και τον γερμανικό καπιταλισμό να μεταμορφωθούν από αδίστακτοι ταξικοί αντίπαλοι σε εταίροι με κατανόηση και γενναιοδωρία.
Την ώρα που το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο προδίδει τις προθέσεις του αρχίζοντας να αποσύρει κεφάλαια από τη χώρα, η ηγεσία βλέπει πίσω από όλα αυτά τους «πολιτικούς σχεδιασμούς της ακροδεξιάς ομάδας Σαμαρά» και όχι μια οργανική και αναμενόμενη αντίδραση των καπιταλιστών στην προοπτική μιας διακυβέρνησης από ένα κόμμα του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος και συνεχίζει να πιστεύει ότι μπορεί να επαναφέρει μισθούς και εργατικές κατακτήσεις χωρίς να θίξει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα των καπιταλιστών στους βασικούς μοχλούς της οικονομίας. Η διάγνωση για τη στάση της ηγεσίας είναι απλή και συγκεκριμένη: εμπιστοσύνη στον καπιταλισμό και στη δυνατότητα πάνω στο σαθρό ελληνικό του έδαφος να δοθούν λύσεις στα πιεστικά προβλήματα των μαζών.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι αυτή η εμπιστοσύνη εκφράζεται σε μια στιγμή που η ελληνική αστική τάξη βρίσκεται στο ναδίρ της αυτοπεποίθησής της και στο ζενίθ της απελπισίας της για το μέλλον. Αξίζει ενδεικτικά να παραθέσουμε εκτεταμένα αποσπάσματα από το άρθρο του στρατηγικού αστού αναλυτή Αλέξη Παπαχελά στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής (14/12), με τον απόλυτα αντιπροσωπευτικό τίτλο «Προς το παγόβουνο» : «Περνάμε δύσκολες μέρες. Η κοινωνία είναι «στα κάγκελα» και έχει κάθε δίκιο να αντιδρά με θυμό, ίσως και παραλογισμό, στα όσα συμβαίνουν. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας τα έχει κάνει κυριολεκτικά «θάλασσα». Ο κόσμος δεν εμπιστεύεται κανέναν θεσμό, κανένα πρόσωπο, καμία πηγή ενημέρωσης. Καλούμεθα να επιλέξουμε ανάμεσα στη φαυλότητα των βολεμένων και την ακραία, επικίνδυνη ασχετοσύνη κάποιων άλλων. Τι δίλημμα και αυτό.… Είμαστε τώρα στη φάση του γκρεμίσματος και τίποτα δεν φαίνεται ικανό να μας σταματήσει. Έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι στον Τιτανικό, αλλά ακόμη και αν φωνάξει κάποιος «πάρτε το αλλιώς, πάμε στα βράχια», θα σηκωθούν χίλιοι και θα ουρλιάξουν «άντε ρε από εδώ, πού ήσουν εσύ όταν έπρεπε να μιλήσεις;». Το πλήρωμα του Τιτανικού τα έχει χαμένα, οι επιβάτες έχουν επαναστατήσει και το σωστικό ρυμουλκό βάζει συνέχεια όρους για να ολοκληρώσει τη διάσωση… Αν πέσουμε στον γκρεμό θα αναπολούμε το 2014, όσο περίεργο ή παράλογο και αν ακούγεται. Θα έπρεπε να έχουμε ήδη καταλάβει, άλλωστε, ότι ήμασταν ο αδύνατος κρίκος μιας γηρασμένης, παρηκμασμένης, υπερχρεωμένης Ευρώπης. … Έχουμε μπροστά μας πυκνή ομίχλη. Το μυαλό μας δεν είναι καθαρό και η ψυχραιμία έχει χαθεί. Παίζουμε ξύλο στο κατάστρωμα, ορισμένοι τακτοποιούν τις τελευταίες τους δουλειές, άλλοι ονειρεύονται την επανάσταση και ο Τιτανικός συνεχίζει να πλέει σχεδόν ακυβέρνητος. Εχει νόημα να το επισημαίνει κανείς άραγε; Ούτως η άλλως ο «χορός», από δεξιά και από αριστερά, είναι έτοιμος να ουρλιάξει: σκάσε ρε!….».
Αυτά σκέφτεται φωναχτά για τον εαυτό της και το σύστημά της η ελληνική άρχουσα τάξη. Αυτή η συσσωρευμένη αποθάρρυνση μαρτυρά όχι μόνο ανθρώπους που οδηγούνται στον πόλεμο διάσωσης της κυριαρχίας τους δίχως το απαραίτητο ηθικό, αλλά μυαλά που αρχίζουν να σκέφτονται ήδη την εξασφάλιση ενός εισιτηρίου φυγής από τη χώρα.
Η απελπισία και το αδιέξοδο της άρχουσας τάξης και η στροφή των μαζών στην Αριστερά διαμορφώνουν μια μεγάλη ιστορική ευκαιρία για την εργατική τάξη και το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα. Το βασικό καθήκον που έχουμε μπροστά μας δεν είναι «να χορέψουμε πεντοζάλι» τους καπιταλιστές, αλλά να τους απαλλοτριώσουμε. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να ετοιμαστεί για τη μόνη πολιτική επιλογή στην εξουσία που μπορεί να θωρακίσει πραγματικά την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά από την κρίση και τον αδυσώπητο ταξικό πόλεμο του κεφαλαίου. Για την κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των μεγάλων επιχειρήσεων και την υπαγωγή τους σε ένα κεντρικό σχέδιο, που θα ελέγχεται και θα αποφασίζεται δημοκρατικά από τις μαζικές εργατικές οργανώσεις. Στοιχειώδεις προϋποθέσεις για να αποδώσει αυτή η επιλογή είναι η άμεση διαγραφή του χρέους και η έκκληση στους εργαζόμενους όλης της Ευρώπης να ακολουθήσουν το επαναστατικό, σοσιαλιστικό παράδειγμα της αριστερής κυβέρνησης της Ελλάδας.
Φυσικά και μόνο στο άκουσμα αυτών το πολιτικών σκοπών οι «αγορές» και οι ντόπιοι εκφραστές τους θα αναφωνήσουν με τρόμο «κομμουνισμός!». Και τι λοιπόν μ’ αυτό; Η μόνη, αλλά ουσιαστική διαφορά με το τώρα, είναι ότι τότε θα κυριολεκτούν και η εργατική τάξη θα έχει έναν ουσιαστικό πολιτικό σκοπό για να παλέψει.
{fcomment}