Χρόνια προετοιμασίας της επανάστασης (1903 – 1905). Παντού νιώθεις ότι ζυγώνει η μεγάλη θύελλα. Σ’ όλες τις τάξεις επικρατεί αναβρασμός και προετοιμασία. Στο εξωτερικό ο τύπος των εκπατρισμένων βάζει θεωρητικά όλα τα βασικά ζητήματα της επανάστασης. Οι εκπρόσωποι των τριών βασικών τάξεων, των κυριότερων πολιτικών ρευμάτων — του φιλελεύθερου – αστικού, του μικροαστικού – δημοκρατικού (που παρουσιάζεται με τις ταμπέλες «σοσιαλδημοκρατική» και «σοσιαλεπαναστατική» κατεύθυνση[1]) και του προλεταριακού – επαναστατικού — προαναγγέλλουν και προετοιμάζουν με τον πιο άγριο αγώνα των προγραμματικών και ταχτικών τους απόψεων τη μελλοντική ανοιχτή πάλη των τάξεων. Όλα τα ζητήματα, για τα όποια πάλεψαν οι μάζες με το όπλο στο χέρι το 1905 – 1907 και το 1917 – 1920, μπορεί (και πρέπει) να τα παρακολουθήσει κανείς σε εμβρυώδικη μορφή στον Τύπο εκείνης της εποχής. Και ανάμεσα στα τρία κυριότερα ρεύματα υπάρχουν, εννοείται, ένα σωρό ενδιάμεσοι, μεταβατικοί, μεσοβέζικοι σχηματισμοί. Πιο σωστά: Στον αγώνα των οργάνων του Τύπου, των κομμάτων, των παρατάξεων, των ομάδων αποκρυσταλλώνονται εκείνα τα ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα, που είναι πραγματικά ταξικά. Οι τάξεις σφυρηλατούν τα αναγκαία ιδεολογικοπολιτικά όπλα τους για τις επερχόμενες μάχες.
Χρόνια της επανάστασης (1905 – 1907). Όλες οι τάξεις εμφανίζονται στη σκηνή ανοιχτά: Όλες oι προγραμματικές και ταχτικές απόψεις επαληθεύονται με τη δράση των μαζών. Ο απεργιακός αγώνας παίρνει πρωτοφανέρωτο στον κόσμο πλάτος και οξύτητα. Η οικονομική απεργία μετεξελίσσεται σε πολιτική και η πολιτική απεργία σε ένοπλη εξέγερση. Ελέγχονται στην πράξη οι σχέσεις ανάμεσα στο προλεταριάτο, που καθοδηγεί, και στην καθοδηγούμενη, ταλαντευόμενη, ασταθή αγροτιά. Μέσα στην αυθόρμητη ανάπτυξη του αγώνα γεννιέται η σοβιετική μορφή οργάνωσης. Οι τοτινές διαμάχες για τη σημασία των Σοβιέτ προμηνύουν τον μεγάλο αγώνα του 1917 – 1920. Εναλλαγή των κοινοβουλευτικών μορφών πάλης με τις εξωκοινοβουλευτικές, της ταχτικής της αποχής από τη βουλή με την ταχτική της συμμετοχής στον κοινοβουλευτισμό, των νόμιμων μορφών πάλης με τις παράνομες, καθώς και η αλληλοεξάρτηση και η σύνδεσή τους — όλ’ αυτά τα χαρακτηρίζει καταπληχτικός πλούτος περιεχομένου. Κάθε μήνας αυτής της περιόδου ισοδυναμούσε από την άποψη της εκμάθησης των βάσεων της πολιτικής επιστήμης, — από τις μάζες και τους αρχηγούς, από τις τάξεις και τα κόμματα — με ένα χρόνο «ειρηνικής» «συνταγματικής» εξέλιξης. Χωρίς τη «γενική δοκιμή» του 1905 θα ήταν αδύνατη η νίκη της Επανάστασης του Οχτώβρη του 1917.
Χρόνια της αντίδρασης (1907 – 1910). Ο τσαρισμός νίκησε. Όλα τα επαναστατικά και αντιπολιτευτικά κόμματα συντρίφτηκαν. Κατάπτωση, χάσιμο του ηθικού, διασπάσεις, σκόρπισμα, αποστασία, πορνογραφία στη θέση της πολιτικής. Δυναμώνει η τάση προς το φιλοσοφικό ιδεαλισμό. Ο μυστικισμός χρησιμοποιείται σαν περίβλημα των αντεπαναστατικών διαθέσεων. Ταυτόχρονα, όμως, ακριβώς η μεγάλη ήττα δίνει στα επαναστατικά κόμματα και στην επαναστατική τάξη ένα πραγματικό και πολύ ωφέλιμο μάθημα, μάθημα ιστορικής διαλεχτικής, μάθημα που τα βοηθάει να κατανοήσουν τον πολιτικό αγώνα και να αποκτήσουν την ικανότητα και την τέχνη να τον διεξάγουν. Στη δυστυχία φαίνονται οι φίλοι. Οι νικημένες στρατιές μορφώνονται καλά.
Ο νικητής τσαρισμός είναι αναγκασμένος να καταστρέψει στα γρήγορα τα υπολείμματα του προαστικού, πατριαρχικού τρόπου ζωής στη Ρωσία. Η αστική ανάπτυξη της Ρωσίας συντελείται εξαιρετικά γρήγορα. Οι εξωταξικές, οι υπερταξικές αυταπάτες, οι αυταπάτες ότι είναι δυνατό να αποφύγουμε τον καπιταλισμό, γίνονται σκόνη. Η ταξική πάλη εμφανίζεται με εντελώς καινούργιο τρόπο και ακόμα πιο ξεκάθαρα.
Τα επαναστατικά κόμματα πρέπει να συμπληρώσουν τη μόρφωσή τους. Έμαθαν να επιτίθενται. Τώρα είναι απαραίτητο να καταλάβουν ότι αυτή την επιστήμη είναι ανάγκη να τη συμπληρώσουν με την επιστήμη του πώς να υποχωρούν πιο κανονικά. Είναι απαραίτητο να καταλάβουμε — και η επαναστατική τάξη με την ίδια της την πικρή πείρα μαθαίνει να το καταλαβαίνει — ότι δεν μπορούσε να νικήσουμε αν δε μάθουμε να επιτιθόμαστε κανονικά και να υποχωρούμε κανονικά. Απ’ όλα τα αντιπολιτευτικά και επαναστατικά κόμματα που νικήθηκαν, οι μπολσεβίκοι υποχώρησαν με τη μεγαλύτερη τάξη, με τις λιγότερες απώλειες για το «στρατό» τους, με την καλύτερη διαφύλαξη του πυρήνα του με τις λιγότερο βαθιές και τις λιγότερο ανεπανόρθωτες διασπάσεις, με τη μικρότερη απώλεια του ηθικού, με τη μεγαλύτερη ικανότητα να ξαναρχίσουν τη δουλειά πιο πλατιά, πιο σωστά και πιο δραστήρια. Και το πέτυχαν αυτό οι μπολσεβίκοι μόνο και μόνο γιατί ξεσκέπασαν αμείλιχτα και πέταξαν έξω από τις γραμμές τους τους επαναστάτες της φράσης, που δεν ήθελαν να καταλάβουν ότι έπρεπε να υποχωρήσουμε, ότι έπρεπε να μάθουμε να υποχωρούμε, ότι έπρεπε οπωσδήποτε να μάθουμε να δουλεύουμε νόμιμα και στα πιο αντιδραστικά κοινοβούλια, στις πιο αντιδραστικές συνδικαλιστικές, συνεταιριστικές, ασφαλιστικές και άλλες παρόμοιες οργανώσεις.
Χρόνια της ανόδου (1910 – 1914). Στην αρχή η άνοδος ήταν απίστευτα αργή, κατόπι, ύστερα από τα γεγονότα του Λένα το 1912, κάπως πιο γοργή. Ξεπερνώντας αφάνταστες δυσκολίες, οι μπολσεβίκοι εκτόπισαν τους μενσεβίκους, που το ρόλο τους, σαν πρακτόρων της αστικής τάξης μέσα στο εργατικό κίνημα, τον κατάλαβε περίφημα όλη η αστική τάξη υστέρα από το 1905 και που γι’ αυτό τους υποστήριζε με χίλιους τρόπους ενάντια στους μπολσεβίκους. Οι μπολσεβίκοι δε θα κατόρθωναν ποτέ να το πετύχουν αυτό, αν δεν ακολουθούσαν τη σωστή ταχτική του συνδυασμού της παράνομης δουλειάς με την υποχρεωτική χρησιμοποίηση των «νόμιμων δυνατοτήτων». Στην αντιδραστική Δούμα οι μπολσεβίκοι κατάχτησαν όλη την εργατική κουρία.
Πρώτος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικής πόλεμος (1914 – 1917). Ο νόμιμος κοινοβουλευτισμός, παρά την ιδιαίτερη αντιδραστικότητα του «κοινοβουλίου», προσφέρει πολυτιμότατες υπηρεσίες στο κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου, στους μπολσεβίκους. Οι μπολσεβίκοι βουλευτές πάνε στη Σιβηρία[2]. Στον τύπο των εκπατρισμένων βρίσκουν την πιο πλήρη έκφρασή τους όλες οι αποχρώσεις απόψεων: Ο σοσιαλιμπεριαλισμός, ο σοσιαλσοβινισμός, ο σοσιαλπατριωτισμός, ο ασυνεπής και συνεπής διεθνισμός, ο πασιφισμός και η επαναστατική άρνηση των πασιφιστικών αυταπατών. Οι ηλίθιοι σοφοί και οι γριές της II Διεθνούς, που στραβομουτσούνιαζαν περιφρονητικά και με υπεροψία για τις πάρα πολλές «φράξιες» που υπήρχαν μέσα στο ρωσικό σοσιαλισμό και για τη σκληρότητα του αγώνα που γινόταν ανάμεσά τους, δεν μπόρεσαν, όταν ο πόλεμος κατάργησε σ’ όλες τις αναπτυγμένες χώρες την παινεμένη «νομιμότητα» να οργανώσουν έστω και κατά προσέγγιση μια τόσο ελεύθερη (παράνομη) ανταλλαγή απόψεων και μια τόσο ελεύθερη (παράνομη) επεξεργασία σωστών απόψεων, σαν κι αυτή πού οργάνωσαν οι Ρώσοι επαναστάτες στην Ελβετία και σε μια σειρά χώρες. Γι’ αυτό ακριβώς και οι ανοιχτοί σοσιαλπατριώτες και «καουτσκιστές» όλων των χωρών αποδείχτηκαν οι χειρότεροι προδότες του προλεταριάτου: Και αν ο μπολσεβικισμός μπόρεσε να νικήσει το 1917 – 1920, μια από τις βασικές αιτίες αυτής της νίκης είναι ότι από το 1914 ακόμα ξεσκέπασε αμείλιχτα την ποταπότητα, την παλιανθρωπιά και την προστυχιά του σοσιαλσοβινισμού και του «καουτσκισμού» (αντίστοιχές του είναι οι απόψεις των οπαδών του Λονγκέ στη Γαλλία, οι απόψεις των αρχηγών του Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος [3]και των φαβιανών [4]στην Αγγλία, του Τουράτι στην Ιταλία κλπ.), και κατόπιν οι μάζες με την ίδια τους την πείρα πείθονταν όλο και περισσότερο για τη ορθότητα των απόψεων των μπολσεβίκων.
Δεύτερη επανάσταση στη Ρωσία (από το Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη του 1917). Η αφάνταστη σαθρότητα και το γέρασμα του τσαρισμού δημιούργησαν (σ’ αυτό συντέλεσαν και τα χτυπήματα και οι δυσκολίες ενός βασανιστικού πολέμου) μιαν απίστευτη καταστροφική δύναμη που στρεφόταν εναντίον του. Μέσα σε λίγες μέρες, η Ρωσία μετατράπηκε σε λαοκρατική αστική δημοκρατία, πιο ελεύθερη — στις συνθήκες του πολέμου — από κάθε άλλη χώρα του κόσμου. Την κυβέρνηση άρχισαν να τη σχηματίζουν οι αρχηγοί των αντιπολιτευτικών και επαναστατικών κομμάτων, όπως και στις πιο «αυστηρά κοινοβουλευτικές» δημοκρατίες, και ο τίτλος του αρχηγού του αντιπολιτευόμενου κόμματος μέσα στο κοινοβούλιο, έστω και στο πιο αντιδραστική, διευκόλυνε τον κατοπινό ρόλο ενός τέτοιου αρχηγού στην επανάσταση.
Οι μενσεβίκοι και οι «σοσιαλιστές – επαναστάτες» μέσα σε μερικές βδομάδες αφομοίωσαν θαυμάσια όλους τους τρόπους και τις μεθόδους, τα επιχειρήματα και τις σοφιστείες των Ευρωπαίων ηρώων της II Διεθνούς, των μινιστεριαλιστών [5]και του υπόλοιπου οπορτουνιστικού σκυλολογιού. Ολα όσα διαβάζουμε τώρα για τους Σάιντεμαν και τους Νίσκε, για τον Κάουτσκι και τον Χίλφερντινγκ, για τον Ρένερ και τον Αουστερλιτς, για τον Ότο Μπάουερ και το Φριτς Αντλερ, για τον Τουράτι και τον Λονγκέ, για τους φαβιανούς και τους αρχηγούς του Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος στην Αγγλία, όλα αυτά μας φαίνονται (και είναι στην πραγματικότητα) ανιαρή επανάληψη, ξανατραγούδημα γνωστού και παλιού σκοπού. Όλα αυτά τα είδαμε κιόλας στους μενσεβίκους. Η ιστορία έκανε ένα αστείο και ανάγκασε τους οπορτουνιστές μιας καθυστερημένης χώρας να προηγηθούν από τους οπορτουνιστές μιας σειράς προχωρημένων χωρών.
Αν όλοι οι ήρωες της II Διεθνούς χρεοκόπησαν και εξευτελίστηκαν στο ζήτημα της σημασίας και του ρόλου των Σοβιέτ και της Σοβιετικής εξουσίας, αν εξευτελίστηκαν πολύ «λαμπρά» και μπερδεύτηκαν σ’ αυτό το ζήτημα οι αρχηγοί των τριών πολύ σπουδαίων κομμάτων που βγήκαν σήμερα από τη II Διεθνή, (δηλαδή του Γερμανικού Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος[6], του γαλλικού του Λονγκέ και του αγγλικού Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος), αν όλοι αυτοί αποδείχτηκαν σκλάβοι των προλήψεων της μικροαστικής δημοκρατίας (ολότελα στο πνεύμα των μικροαστών του 1848, που αυτοονομάζονταν «σοσιαλδημοκράτες»), αυτά όλα εμείς τα είδαμε κιόλας στο παράδειγμα των μενσεβίκων. Η ιστορία έκανε τούτο το αστείο: Στη Ρωσία του 1905 γεννήθηκαν τα Σοβιέτ, το Φλεβάρη – Οκτώβρη του 1917 τα νόθεψαν οι μενσεβίκοι, που χρεοκόπησαν γιατί ήταν ανίκανοι να καταλάβουν το ρόλο και τη σημασία τους, και τώρα σ’ όλον τον κόσμο γεννήθηκε η ιδέα της σοβιετικής εξουσίας, που διαδίδεται με πρωτοφανέρωτη ταχύτητα μέσα στο προλεταριάτο όλων των χωρών, ενώ οι παλιοί ήρωες της II Διεθνούς χρεοκόπησαν επίσης παντού, επειδή είναι ανίκανοι να καταλάβουν το ρόλο και τη σημασία του Σοβιέτ, όπως και οι μενσεβίκοι μας. Η πείρα απόδειξε ότι σε μερικά πολύ ουσιαστικά ζητήματα της προλεταριακής επανάστασης όλες οι χώρες θα κάνουν αναγκαστικά ό,τι έκανε η Ρωσία.
Τη νικηφόρα τους πάλη ενάντια στην κοινοβουλευτική (στην πραγματικότητα) αστική δημοκρατία και ενάντια στους μενσεβίκους, οι μπολσεβίκοι την άρχισαν πολύ προσεχτικά και την προετοίμασαν με τρόπο κάθε άλλο παρά απλά, αντίθετα από τις γνώμες που τώρα συναντιούνται συχνά στην Ευρώπη και στην Αμερική. Στην αρχή της περιόδου που αναφέραμε, δεν καλούσαμε τις μάζες να ανατρέψουν την κυβέρνηση, αλλά εξηγούσαμε πως είναι αδύνατο να ανατραπεί χωρίς να γίνουν προκαταρκτικά οι αναγκαίες αλλαγές στη σύνθεση και στις διαθέσεις των Σοβιέτ. Δεν κηρύχναμε την αποχή από το αστικό κοινοβούλιο, από τη Συνταχτική συνέλευση, αλλά λέγαμε — λέγαμε επίσημα, εξ ονόματος του κόμματος, από τη συνδιάσκεψη του Απρίλη 1917 του κόμματός μας [7]— ότι η αστική δημοκρατία με Συνταχτική είναι καλύτερη από αυτή την ίδια τη δημοκρατία χωρίς Συνταχτική και ότι η «εργατοαγροτική» σοβιετική δημοκρατία είναι καλύτερη από κάθε αστική, κοινοβουλευτική δημοκρατία. Χωρίς μια τέτοια προσεχτική, λεπτομερειακή, καλομελετημένη και μακρόχρονη προετοιμασία δε θα μπορούσαμε να καταχτήσουμε τη νίκη τον Οκτώβρη του 1917, ούτε να διατηρήσουμε αυτή τη νίκη.
[1] Γίνεται λόγος για τους μενσεβίκους, οι οποίοι στο ΣΔΕΚΡ εκπροσωπούσαν τη δεξιά, οπορτουνιστική πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας, και για το κόμμα των «σοσιαλιστών επαναστατών» (εσέρων).
[2] Πρόκειται για τους μπολσεβίκους βουλευτές της 4ης κρατικής Δούμας – Α.Ε. Μπανγάγιεφ, Μ.Κ Μουράνοφ, Γ.Ι. Πετρόφσκι, Φ.Ν Σαμοϊλοφ και Ν.Ρ. Σαγκόφ. Στη συνεδρίαση της Δούμας στις 26 Ιούλη (8 Αυγούστου) του 1914, η μπολσεβίκικη φράξια(ομάδα) τάχτηκε ενάντια στη συμμετοχή της Ρωσίας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, αρνήθηκε να ψηφίσει τις πολεμικές πιστώσεις και ανάπτυξε επαναστατική προπαγάνδα στις μάζες. Το Νοέμβρη του 1914, οι μπολσεβίκοι βουλευτές πιάστηκαν, και το Φλεβάρη του 1915 δικάστηκαν και εξορίστηκαν ισόβια στο Τουρουχάν της Αν.Σιβηρίας.
[3] Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας (Independent Labour Party – ILP). Ρεφορμιστική οργάνωση, που ιδρύθηκε από τους καθοδηγητές των «νέων τρέιντ – γιουνίονς» στα 1893.
[4] Φαβιανοί. Μέλη της Φαβιανής Εταιρίας, αγγλικής ρεμορμιστικής οργάνωσης, που ιδρύθηκε στα 1884. Το όνομα της η εταιρία το πήρε από το όνομα του Ρωμαίου στρατηλάτη του 3ου αιώνα π.χ. Φάβιου Μάξιμου, που επονομάστηκε «κουντάκτορ» («μελετητής») για την τακτική του της αναμονής στον πόλεμο ενάντια στον Αννίβα. Μέλη της εταιρίας αυτής ήταν κυρίως εκπρόσωποι της αστικής διανόησης – επιστήμονες, συγγραφείς, πολιτικοί παράγοντες. Στα 1900, η Φαβιανή Εταιρία μπήκε στο Εργατικό Κόμμα.
[5] Μινιστεραλισμός (είτε «υπουργικός σοσιαλισμός», καθώς επίσης «Μιλερανισμός»). Οπορτουνιστική τακτική της συμμετοχής των σοσιαλιστών στις αντιδραστικές αστικές κυβερνήσεις. Ο όρος εμφανίστηκε ύστερα από τη συμμετοχή στα 1899 του Γάλλου σοσιαλιστή Μιλεράν στην αστική κυβέρνηση του Βαλντέκ-Ρουσό.
[6] Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας. Κεντριστικό κόμμα, που δημιουργήθηκε τον Απρίλη του 1917. Οι «ανεξάρτητοι» κήρυσσαν την «ενότητα» με τους σοσιαλσοβινιστές, κατρακύλησαν στην άρνηση της ταξικής πάλης. Τον Οκτώβρη του 1920, στο Συνέδριο του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στη Χάλη έγινε διάσπαση. Σημαντικό του μέρος συνενώθηκε με το ΚΚ της Γερμανίας. Τα δεξιά στοιχεία σχημάτισαν ξεχωριστό κόμμα και πήραν τον παλιό τίτλο. Το κόμμα αυτό έζησε ως το 1922.
[7] Η έβδομη Πανρωσική Συνδιάσκεψη του ΣΔΕΚΡ (μπ.) έγινε στην Πετρούπολη στις 24-29 Απρίλη (7-12 Μάη) του 1917. Ήταν η πρώτη νόμιμη Συνδιάσκεψη του κόμματος. Στην ημερήσια διάταξη της Συνδιάσκεψης υπήρχαν τα εξής θέματα: η τρέχουσα στιγμή (πόλεμος και προσωρινή κυβέρνηση), η θέση απέναντι στα Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών αντιπροσώπων, η αναθεώρηση του κομματικού προγράμματος, η κατάσταση στη Διεθνή και τα καθήκοντα του κόμματος, το αγροτικό και το εθνικό ζήτημα κ.α. Η Συνδιάσκεψη στήριξε τις θέσεις του Λένιν ενάντια στους «παλιούς μπολσεβίκους» και πρόβαλε το αίτημα για το πέρασμα όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ.