Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνή«Κορονο-ομόλογα»: Η Ε.Ε παραλύει από εσωτερικές συγκρούσεις

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

«Κορονο-ομόλογα»: Η Ε.Ε παραλύει από εσωτερικές συγκρούσεις

Μια περιεκτική ανάλυση για την εκρηκτική αναζωπύρωση των συγκρούσεων μεταξύ κρατών Βορρά και Νότου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σημείωση: Το άρθρο γράφτηκε στις 31 Μαρτίου, αμέσως μετά την πρώτη συγκρουσιακή τηλεαδιάσκεψη Κορυφής.

Περισσότερα από 20 χρόνια πριν, τις παραμονές της υιοθέτησης του ευρώ, η Μαρξιστική Τάση προέβλεπε ότι το νέο νόμισμα, αντιμέτωπο με νέα και ανεπίλυτα προβλήματα, θα «διαλυόταν από τις αλληλοσυγκρούσεις». Αυτές ξεκίνησαν σε μια τηλεδιάσκεψη διάρκειας πεντέμισι ωρών μεταξύ των ηγετών της ΕΕ την περασμένη Πέμπτη (σ.τ.ε: αναφέρεται στην Πέμπτη 26 Μαρτίου).

Το ζήτημα που διέσπασε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ήταν το ζήτημα των Κορονο-ομολόγων: ενός νέου μηχανισμού δανεισμού της Ευρωζώνης, που θα έκανε ευκολότερη και φθηνότερη για τις δοκιμαζόμενες χώρες του νότου την πρόσβαση σε έκτακτη χρηματοδότηση για την υγεία και την τόνωση της οικονομίας.

Την παραμονή της συνεδρίασης, οι ηγέτες εννέα χωρών της Ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, απέστειλαν μια επιστολή στον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, ζητώντας «ένα κοινό μηχανισμό δανεισμού από ένα ευρωπαϊκό θεσμικό όργανο για την άντληση κεφαλαίων για την αγορά, στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των κρατών μελών».

Ωστόσο, αυτή η πρόταση αποδοκιμάστηκε άμεσα από τις πλουσιότερες βόρειες χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Φινλανδία, οι οποίες διαφωνούν σταθερά με τη δημιουργία των λεγόμενων ευρω-ομολόγων υπό οποιαδήποτε μορφή, από την πρώτη στιγμή που προτάθηκε αυτή η ιδέα κατά τη διάρκεια της κρίσης της Ευρωζώνης το 2009.

Οι χώρες αυτές του Βορρά ανέκαθεν αντιτίθονταν στην ιδέα αυτή, για τον απλό λόγο ότι στην ουσία θα αναγκάζονταν να πληρώνουν για τις δαπάνες άλλων κρατών. Ο υποτιμητικός όρος «ηθικός κίνδυνος» έχει χρησιμοποιηθεί επανειλημμένα από τους Γερμανούς και τους Ολλανδούς πολιτικούς, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο οι τεμπέληδες και άσωτοι νότιοι να απολαμβάνουν ένα μη βιώσιμα υψηλό βιοτικό επίπεδο (όπως φαγητό κάθε μέρα…) εις βάρος των φορολογουμένων του Βορρά. Αντί να εξαφανίσει αυτήν τη δηλητηριώδη συζήτηση για τους «ανταγωνιστικούς» και τους «τεμπέληδες», που υπήρχε στο εσωτερικό όλων των χωρών, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση φαίνεται να την έχει μεταφέρει ενισχυμένη σε ηπειρωτική κλίμακα.

Οι νότιες χώρες όμως φοβούνται για έναν εντελώς διαφορετικό ηθικό κίνδυνο: ότι αν η υπόλοιπη Ένωση συνεχίσει να παραμένει μακριά από τα δεινά των άλλων Ευρωπαίων – και το πιο σημαντικό, το κάνει αυτό με έναν καταφανή τρόπο – αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει το όποιο φιλοευρωπαϊκό αίσθημα έχει απομείνει στον πληθυσμό, οδηγώντας αναπόφευκτα σε κρίσεις παρόμοιες με το «Brexit».

Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζουζέπε Κόντε, ο οποίος ήταν αναμενόμενα στην πρώτη γραμμή των υποστηρικτών των Κορονο-ομολόγων, έθεσε το ζήτημα ξεκάθαρα όταν είπε το σαββατοκύριακο: «Αν η Ευρώπη δεν ανέλθει στο ύψος των χωρίς προηγούμενο σημερινών περιστάσεων, ολόκληρη η ευρωπαϊκή δομή χάνει το λόγο ύπαρξης της στα μάτια των ανθρώπων». Ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν, δήλωσε ότι «αυτό που διακυβεύεται είναι η επιβίωση του ευρωπαϊκού δημιουργήματος».

Συγκρούσεις

Οι εντάσεις ανέβηκαν κατά τη «διαδικτυακή συνεδρίαση» του Συμβουλίου, όταν οι ηγέτες της Ιταλίας και της Ισπανίας απείλησαν ακόμη και να μην υπογράψουν την κοινή δήλωση του Συμβουλίου στο τέλος της συνεδρίασης, παρά μόνο αν υποστήριζε την ιδέα ενός κοινού μηχανισμού στήριξης για τα χρέη. Για να αποφευχθεί μια ανοιχτή διάσπαση, ο Μισέλ προχώρησε σε έναν συμβιβασμό, προωθώντας την εξής διατύπωση:

«Σε αυτό το στάδιο, καλούμε το Eurogroup να μας παρουσιάσει προτάσεις εντός δύο εβδομάδων. Στις προτάσεις αυτές θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο πρωτοφανής χαρακτήρας του σοκ του COVID-19 που πλήττει όλες τις χώρες μας. Η αντίδρασή μας θα ενισχυθεί, όπως χρειαστεί, από περαιτέρω κινήσεις με διάθεση να συμπεριληφθούν όλοι, ώστε στο φως των εξελίξεων, να δώσουμε μια συνεκτική απάντηση».

Ακόμα μια κλασική δήλωση από την πλούσια παράδοση τέτοιων δηλώσεων της ΕΕ που δεν λένε απολύτως τίποτα. Ουσιαστικά, αποτελεί μια ομόφωνη απόφαση να… γίνει κάτι μέσα σε δυο εβδομάδες. Στο μεταξύ, όλο και περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν, ιδιαίτερα στις πιο έντονα χτυπημένες χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία (σ.τ.ε: την περίοδο που γράφτηκε το άρθρο), και οι παλιές πληγές ανοίγουν.

Οι προοπτικές μιας ενιαίας και αποτελεσματικής αντίδρασης των Ευρωπαίων ηγετών δεν είναι καλές. Η Άνγκελα Μέρκελ εξέφρασε την προτίμηση της Γερμανίας, ότι δηλαδή υπάρχει ήδη ένας μηχανισμός ειδικά σχεδιασμένος για μια τέτοια κατάσταση – ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM). Το πρόβλημα με αυτόν είναι, όπως και με τη βοήθεια από το ΔΝΤ, ότι «έρχεται πακέτο» με ορισμένες απαιτήσεις. Δηλαδή μια σειρά «μεταρρυθμίσεων» που αποσκοπούν στη μείωση των ελλειμμάτων, όπως η πώληση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων, η περικοπή των μισθών και των συντάξεων του δημόσιου τομέα και η επίθεση στις εργασιακές συνθήκες. Η θεραπεία είναι επομένως χειρότερη από την ασθένεια και καμία κυβέρνηση που έχει τα λογικά της δεν θα την αποδεχτεί, ειδικά μετά την εμπειρία της Ελλάδας.

Αλλά ο «πόλεμος των λέξεων» μόλις είχε ξεκινήσει. Μετά τη σύσκεψη, ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών προκάλεσε έντονες αντιδράσεις όταν πρότεινε στις Βρυξέλλες να «ερευνήσουν» γιατί ορισμένες χώρες δεν ήταν οικονομικά ικανές να αντέξουν μια ύφεση. Το προφανές αυτό υπονοούμενο για χώρες όπως η Ιταλία και η Πορτογαλία οδήγησε σε μια αγανακτισμένη απάντηση, με τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας να περιγράφει τις δηλώσεις ως «απεχθείς» και άλλους να κάνουν αναφορές στο φορολογικό σύστημα της Ολλανδίας, το οποίο έχει κατηγορηθεί ότι βοηθά εταιρείες να αποφύγουν την πληρωμή φόρων σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

Οι συγκρούσεις μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών τη στιγμή που η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της ύπαρξής της, προκάλεσε πανικό στους πιο διορατικούς στρατηγούς του κεφαλαίου. Αναγνωρίζουν που οδηγεί όλο αυτό: σε μια όξυνση του προστατευτισμού, που θα μετατρέψει αυτή την ύφεση στην βαθύτερη από τη δεκαετία του 1930, αν όχι ακόμα βαθύτερη. Όπως έγραφε ένα σημείωμα της σύνταξης των Financial Times: «Ο προστατευτισμός μεγένθυνε την καταστροφή της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930. Δεν πρέπει να κάνει το ίδιο κι αυτή τη φορά».

Κατά συνέπεια, ζητούν από τους ηγέτες τους να «μάθουν από τα διδάγματα της ιστορίας» και να αλλάξουν πορεία. Αλλά αυτή η διάσπαση δεν είναι το τυχαίο προϊόν της τύφλωσης ή της αδιαλλαξίας των διάφορων ηγετών. Είναι ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα της θεμελιώδους φύσης του καπιταλισμού, που είναι ανίκανος να ξεπεράσει τους περιορισμούς του εθνικού κράτους.

Αυτό ισχύει διπλά για την ΕΕ – μια απόπειρα να προσδεθούν μεταξύ τους καπιταλιστικά εθνικά κράτη, καθένα με τους δικούς του καπιταλιστές και τα δικά του εθνικά συμφέροντα. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, οι αναπόφευκτες αντιθέσεις μεταξύ τους μπορούν εν μέρει και προσωρινά να ξεπεραστούν, αλλά σε περιόδους κρίσης, όπως είδαμε το 2009 και βλέπουμε και σήμερα, οι εθνικές άρχουσες τάξεις αρχίζουν να κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

Εθνικιστικές τάσεις

Η άνοδος εθνικιστικών και προστατευτικών τάσεων έχει υπάρξει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα στις πολιτικές εξελίξεις στις χώρες της Ευρώπης την τελευταία δεκαετία. Συχνά αποδίδεται στην κακή επιρροή των «λαϊκιστών», αλλά στην πραγματικότητα πηγάζει άμεσα από τα διαφορετικά συμφέροντα των ίδιων των κρατών τα οποία, παρά τα λόγια περί ευρωπαϊκής αδελφότητας, ανταγωνίζονται μεταξύ τους.

Η ταχύτητα με την οποία έχει «πεταχτεί από το παράθυρο» η πλειονότητα των ιδρυτικών αρχών της ενιαίας αγοράς απλώς αντανακλά το γεγονός ότι πλέον δεν είναι προς το συμφέρον των μεγάλων δυνάμεων να τις διατηρήσουν. Δεν υπάρχει μεγάλη διαμάχη για την κατάργηση της ελεύθερης μετακίνησης των ανθρώπων και για τους περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, επειδή ισχυρά κράτη όπως η Γαλλία και η Γερμανία ήταν μεταξύ των πρώτων που παραβίασαν τους κανόνες αυτούς.

Η αναστολή των κανόνων της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, αντικατοπτρίζει επίσης την αυξανόμενη ανησυχία των κυρίαρχων τάξεων της Ευρώπης ότι τα «εθνικά τους συμφέροντα» θα μπορούσαν να πληγούν από την κατάρρευση ζωτικών εταιρειών ή από την εξαγορά τους από ξένες εταιρείες. Αυτό αποτελεί από μόνο του ένα ξεκάθαρο δείγμα της ανόδου των προστατευτικών τάσεων σε ολόκληρη την Ε.Ε., με τα κράτη μέλη να σχεδιάζουν την εξαγορά ιδιωτικών εταιρειών εθνικής και όχι ευρωπαϊκής σημασίας. Έτσι γίνεται σοβαρή η πιθανότητα εφαρμογής προστατευτικών μέτρων μεταξύ των ίδιων των χωρών της Ε.Ε. και όχι μόνο απέναντι σε εξωτερικούς ανταγωνιστές όπως οι ΗΠΑ.

Αυτή η κοινή αποδοχή της παραβίασης των κανόνων δεν ισχύει ωστόσο όταν πρόκειται για τα Κορονο-ομόλογα. Αντιθέτως, τα συμφέροντα των βόρειων και νότιων κρατών είναι διαμετρικά αντίθετα σε αυτό το ζήτημα και θα απομακρύνονται περαιτέρω καθώς η κρίση συνεχίζεται.

Δεν είναι προς το συμφέρον της γερμανικής ή της ολλανδικής κυβέρνησης να αυξήσουν το κόστος δανεισμού τους, ακόμη και λίγο, προκειμένου να συμβάλουν στη χρηματοδότηση των πολιτικών των ξένων κρατών στα οποία δεν έχουν κανέναν έλεγχο. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με το να αφήσουν τα δεξιά «νώτα» τους ευάλωτα στην επιρροή εθνικιστικών κομμάτων, όπως το AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), τα οποία ήδη κερδίζουν από τη δυσαρέσκεια που χτίστηκε από τη λιτότητα χρόνων και την απουσία μιας πραγματικά αριστερής εναλλακτικής λύσης.

Από την άλλη πλευρά, οι νότιες κυβερνήσεις, όπως η ιταλική για παράδειγμα, δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να πιέσουν για μεγαλύτερη κατανομή των βαρών σε όλη την Ένωση. Η αποδοχή σκληρών όρων για τη λήψη οικονομικής υποστήριξης, όπως αυτοί που απαιτούνται στο πλαίσιο του ΕΜΣ, ή η αδιαμαρτύρητη αποδοχή ενός όλο και ακριβότερου δανεισμού, τη στιγμή που τα βόρεια κράτη (που έχουν επωφεληθεί τόσο από την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης) στέκουν αδιάφορα, θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στην εξουσία ακροδεξιούς εθνικιστές όπως ο Σαλβίνι, και μάλιστα θα μπορούσε να απειλήσει τη συμμετοχή τους στο ευρώ. Με λίγα λόγια, αν δεν θέσουν αυτές τις διεκδικήσεις, θα το κάνει κάποιος άλλος.

Αδιέξοδο

Αυτό έχει αφήσει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ σε πλήρες αδιέξοδο, όπως προκύπτει από τις αμφιταλαντευόμενες θέσεις που υιοθέτησαν τόσο η Κριστίν Λαγκάρντ, Πρόεδρος της ΕΚΤ, όσο και η Ούρσουλα φον ντερ Λέγιεν, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας της ΕΕ.

Η Λαγκάρντ αρχικά χαροποίησε την Bundesbank (την κρατική τράπεζα της Γερμανίας) με το σχόλιό της ότι δεν ήταν η δουλειά της ΕΚΤ να μειώσει τη διαφορά (το «spread») μεταξύ ιταλικών και γερμανικών ομολόγων, για να κάνει τελικά μια θεαματική αναδίπλωση μπροστά στον πανικό των επενδυτών και της οργής των νότιων κρατών. Η Φον ντερ Λέγιεν ακολούθησε τα ίδια ακροβατικά στην πολιτική της τοποθέτηση όταν απέκλεισε ως «σύνθημα» τα Κορονο-ομόλογα, αντανακλώντας την εγγύτητά της στον πρώην εργοδότη της, τη γερμανική κυβέρνηση, για να αναγγείλει όμως ξαφνικά ότι «όλες οι επιλογές» βρίσκονταν στο τραπέζι και ότι η Ε.Ε. θα «βοηθήσει πολύ έντονα την Ιταλία και την Ισπανία», αφού τα αρχικά της σχόλια είχαν προκαλέσει σφοδρή αντίδραση.

Είναι εντυπωσιακό να βλέπει κανείς αυτά τα δύο άτομα να ακολουθούν μια τόσο παρόμοια τροχιά, μα ουσιαστικά αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι διακρατικοί θεσμοί της Ε.Ε. δεν υφίστανται ανεξάρτητοι από τα βασικότερα κράτη μέλη και πρέπει συνεπώς να εκφράζουν τα συμφέροντά τους. Αφού τα συμφέροντά αυτά είναι τόσο ξεκάθαρα και βαθιά αντιτιθέμενα, και οι δυο τους αρχικά ξεκίνησαν από το ισχυρότερο τμήμα – τη Γερμανία – και ακολούθως οπισθοχώρησαν από φόβο να μην προκαλέσουν μια διάσπαση με τη μεγάλη και ηχηρή μειοψηφική τάση.

Αυτή η διαδικασία είναι που έχει καθορίσει την αναποφασιστική και αναποτελεσματική πολιτική της Ε.Ε. ήδη από το 2008. Αυτή η αντιπαράθεση έχει αναδειχθεί στο προσκήνιο περισσότερες φορές απ’ όσες μπορεί πλέον κανείς να θυμηθεί. Εμφανίστηκε ξανά εμφατικά την Πέμπτη (ΣτΕ: 26 Μαρτίου) και είναι σίγουρο ότι θα εμφανιστεί και πάλι στο εγγύς μέλλον.

Η αναπόφευκτη κατάληξη δεν μπορεί να αναβάλλεται επ’ αόριστον. Είτε η Ευρωζώνη θα μετατραπεί σε μία ενοποιημένη ομοσπονδία για την οποία το ζήτημα του διαμοιρασμού των βαρών θα είναι επομένως άνευ νοήματος, είτε το ζήτημα του ποιος πληρώνει για όλο αυτό το χρέος θα τεθεί ξανά και ξανά μέχρι να καταρρεύσει η νομισματική ένωση. Τα γεγονότα, για πάνω από μία δεκαετία, έχουν επιβεβαιώσει ποιο από αυτά τα δύο σενάρια είναι το πιθανότερο.

Ταξική ενότητα

Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έχει επιβραδυνθεί αποφασιστικά εδώ και πολύ καιρό, εξαιτίας της αδυναμίας να ξεπεραστούν τα όρια του αστικού κράτους σε καπιταλιστική βάση. Η γνήσια ολοκλήρωση και ενοποίηση είναι αδύνατη με βάση ένα σύστημα εκμετάλλευσης. Σήμερα, η ευρωπαϊκή ενότητα και η «αλληλεγγύη» είναι εξίσου ψεύτικες με την «εθνική ενότητα» που προβάλλεται σε ολόκληρο τον κόσμο από τις κυβερνήσεις, οι οποίες δίνουν τρισεκατομμύρια στους εκμεταλλευτές ενώ οι εργάτες αναγκάζονται να δουλεύουν και να πεθαίνουν για τα κέρδη τους.

Η σημερινή κρίση θα έχει πολύ μεγαλύτερες συνέπειες από την απειλή διάλυσης της Ευρωζώνης. Σε κάθε χώρα, η κρίση που προκλήθηκε από τον κορονοϊό έχει ήδη προκαλέσει δραματικές αλλαγές στη συνείδηση. Παντού εξελίσσεται αυτό που ο Τρότσκι περιέγραψε ως «μοριακές διεργασίες της επανάστασης» προετοιμάζοντας μια ισχυρή έκρηξη, η οποία θα απειλήσει όχι μόνο το ευρωπαϊκό «δημιούργημα» αλλά και τον ίδιο τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό.

Η γνήσια αλληλεγγύη μπορεί να προκύψει μόνο από τη γνήσια ισότητα. Δεν είναι η ευρωπαϊκή αδελφοσύνη, αλλά η ταξική ενότητα που θα σώσει την Ευρώπη από αυτή την καταστροφή. Πρέπει να αγωνιστούμε για μια Ευρώπη των εργατών: απαλλαγμένη από σύνορα, τραπεζίτες και αφεντικά.

«Εργάτες όλων των χωρών, ενωθείτε!»

Τζος Χόλροϊντ
Μετάφραση από την ιστοσελίδα In Defence of Marxism: Μάριος Καλομενόπουλος
Επιμέλεια: Στέλιος Δαφνής

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα