Ο μοιραίος ρόλος δύο μέχρι πρότινος πιστά φιλο-ηγετικών τάσεων στη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ από την ομάδα Τσίπρα.
Η προδοσία των ελπίδων και των προσδοκιών του εργαζόμενου λαού από την κυβέρνηση και την ηγετική κλίκα του ΣΥΡΙΖΑ και η επακόλουθη διάλυση του κόμματος που επέβαλε, αναδεικνύουν ανάμεσα στα άλλα, τον ρόλο της «Κίνησης των 53».
Παρά τις διαφοροποιήσεις της η τάση αυτή στήριξε αντικειμενικά με κάθε τρόπο την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Σε όλες σχεδόν τις ψηφοφορίες στην Κεντρική Επιτροπή υπερψήφισαν τις προτάσεις της και ακόμα και απέναντι σε εκείνες που ξεσήκωσαν «εξέγερση» των μελών του κόμματος – όπως η υποψηφιότητα Βουδούρη – στην καλύτερη περίπτωση απείχαν.
Ταυτόχρονα, βασικά στελέχη των «53» συμμετείχαν στην κυβέρνηση, με αρκετούς από αυτούς να γίνονται μετά την υπογραφή του μνημονίου, ένθερμοι εφαρμοστές του. Στις κρίσιμες κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες για το τρίτο μνημόνιο, άλλοι βουλευτές των «53» ψήφισαν «υπέρ», άλλοι «παρών» και άλλοι κράτησαν διαφορετική στάση σε κάθε ψηφοφορία, αποφεύγοντας όμως (με εξαίρεση τον Κ. Ζαχαριά που καταψήφισε σε όλες τις ψηφοφορίες), να ψηφίσουν έστω και μια φορά «κατά»!
Το «κερασάκι στην τούρτα» της υποταγής στην ηγετική ομάδα, ήταν φυσικά η υπερψήφιση στην τελευταία ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, της πρότασης για Έκτακτο Συνέδριο τον Σεπτέμβρη, όταν ήταν δεδομένο ότι η ψήφιση του μνημονίου θα γινόταν μέσα στον Αύγουστο. Με τον τρόπο αυτό, οι «53» συνέβαλαν αποφασιστικά στον οριστικό σφετερισμό του ΣΥΡΙΖΑ από τον ηγετική κλίκα.
Ποια ήταν λοιπόν η διαφοροποίηση των «53» από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ όλο το προηγούμενο διάστημα; Περιοριζόταν σε μια ήπια κριτική κάποιων από τα πιο ακραία συμπτώματα της σοσιαλδημοκρατικής στροφής της ηγετικής ομάδας. Στηριζόμενοι θεωρητικά σε μια «μεταμοντέρνα» προσέγγιση, που επέμεναν να εμφανίζουν ως μαρξιστική, μιλούσαν τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές του Γενάρη, αποκλειστικά για την ανάγκη «να λειτουργούν τα κομματικά όργανα», «να είναι δραστήριο το κίνημα» και «να διατηρηθούν τα ιδεολογικά μας χαρακτηριστικά» ως πανάκειες.
Είναι απόλυτα φυσιολογικό ότι οι τελευταίες εξελίξεις επέφεραν την διάσπαση των «53», με ένα τμήμα τους να γίνεται ανοιχτά υποστηρικτής της μνημονιακής ηγετικής ομάδας, ένα άλλο να παραιτείται από ηγετικά πόστα και ένα άλλο να αποχωρεί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η όποια κριτική ασκούν εκ των υστέρων τα στελέχη των «53» που αποστασιοποιούνται, έχει χαρακτήρα καιροσκοπικό, ενώ στην ουσία της δεν υπερασπίζεται μια πολιτική ρήξης με τον ευρωπαϊκό και τον ελληνικό καπιταλισμό, αλλά αντιπροτείνει στον καριερίστικο ρεφορμισμό της ηγετικής ομάδας, τον «έντιμο» ρεφορμισμό της παραίτησης μετά την αποτυχημένη απόπειρα «φιλολαϊκής» διαχείρισης του καπιταλισμού.
Η στάση της ΚΟΕ
Η στάση της ηγεσίας της ΚΟΕ ήταν το προηγούμενο διάστημα ακόμα πιο καιροσκοπική. Έχοντας ταυτιστεί πολιτικά με την ηγετική ομάδα σε όλες τις απόπειρες σοσιαλδημοκρατικής μετάλλαξης του κόμματος είχε φτάσει στο σημείο να «αναστείλει το δημόσιο λόγο της» από το Ιδρυτικό Συνέδριο του 2013. Με την υπογραφή του νέου μνημονίου όμως, η ηγεσία της ΚΟΕ ανακάλυψε ξαφνικά μνημονιακές προθέσεις στην κυβέρνηση και χωρίς καμιά σοβαρή αυτοκριτική, παραιτήθηκε από την ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ευνοώντας αντικειμενικά την αποδυνάμωση της αριστερής πτέρυγας κατά την κρίσιμη συνεδρίαση που αποφάσισε να γίνει το Συνέδριο τον Σεπτέμβρη.
Μετά από όλα αυτά και έχοντας κρατήσει για αρκετές ημέρες μια ασαφή στάση για την θέση της ενόψει των εκλογών – η οποία πιθανά εξέφραζε μια «διαπραγμάτευση» με τμήματα που διαχωρίστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν «καρποφόρησε» – αποφάσισε να «μην εμπλακεί στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου»!
Η αναγκαία στάση της Λαϊκής Ενότητας έναντι των «53» και της ΚΟΕ
Η στάση της νεοϊδρυθείσας Λαϊκής Ενότητας απέναντι στους «53» και την ΚΟΕ πρέπει να είναι προσεκτική. Η αποδεδειγμένα καιροσκοπική και επιζήμια στάση τους οφείλει να είναι αποτρεπτικός παράγοντας για μια συμμαχία, από την στιγμή που δεν ακολουθείται από μια σοβαρή αυτοκριτική. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο, με δεδομένη την διστακτικότητά τους να συμπαραταχθούν με το νέο κόμμα που αποτελεί φυσική συνέχεια της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που εκφράζει τη διάθεσή τους να διαπραγματευτούν και να εξασφαλίσουν εκ των προτέρων τα «κεκτημένα δικαιώματά» τους, όπως η εκλογή βουλευτών με το νέο κόμμα, η πρόσληψη επαγγελματικών στελεχών από τις γραμμές τους κλπ.
Στο πλαίσιο αυτό, η επίμονη συμπόρευση του αυτοπροσδιοριζόμενου ως «αντικαπιταλιστικού» «Κόκκινου Δικτύου» με ορισμένους από τους “53”, χωρίς μάλιστα ξεκάθαρη κριτική στη στάση τους και συγκεκριμένη πολιτική συμφωνία αποτελεί σοβαρό λάθος. Η Λαϊκή Ενότητα οφείλει να συνεργαστεί με αυτές τις δυνάμεις, μόνο στο βαθμό που θα προχωρήσουν σε μια ουσιαστική πολιτική αυτοκριτική για την στάση τους τα προηγούμενα χρόνια και θα δηλώσουν, όπως κάνουν δεκάδες χιλιάδες αριστεροί αγωνιστές, την ειλικρινή διάθεση να στρατευτούν με το νέο κόμμα χωρίς να διεκδικούν «ειδικά προνόμια» όπως αυτά που απολάμβαναν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Πάτροκλος Ψάλτης