Ο ηγέτης του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE), Πέδρο Σάντσεθ, έγινε πρωθυπουργός της χώρας, αφού πλειοψήφησε στο κοινοβούλιο η πρόταση μομφής εναντίον του, περιτριγυρισμένου από σκάνδαλα, Μαριάνο Ραχόι. Ο Σάντσεθ έχει υποσχεθεί λίγες επιφανειακές αλλαγές, αλλά θα τηρήσει τον προϋπολογισμό που είχε εγκριθεί από το Λαϊκό Κόμμα (PP) του Ραχόι και έχει δεσμευτεί ότι θα εγγυηθεί την «οικονομική και φορολογική υπευθυνότητα», όπως και να εκπληρώσει τις «ευρωπαϊκές απαιτήσεις».
Το PSOE κάλεσε σε πρόταση μομφής ενάντια στη κυβέρνηση, μετά την καταδικαστική απόφαση ενάντια στο κυβερνών PP για την υπόθεση διαφθοράς Γκουρτέλ (σ.τ.μ: πολλαπλές υποθέσεις διαφθοράς αξιωματούχων του PP από επιχειρηματίες). Το PSOE έχει μόνο 84 βουλευτές στην ισπανική βουλή και ο Σάντσεθ χρειαζόταν 176 για να νικήσει τον Ραχόι. Τελικά κατάφερε να πάρει 180 ψήφους. Η αριστερή συνεργασία «Μαζί Μπορούμε» (Unidos Podemos), που αποτελείται από τους Podemos, την Ενωμένη Αριστερά και τους αριστερούς συνασπισμούς από τη Γαλικία και την Καταλονία, υποσχέθηκε να υποστηρίξει την πρόταση μομφής από την αρχή, προσθέτοντας τις 67 ψήφους της. Οι Καταλανοί εθνικιστές του Δημοκρατικού Ευρωπαϊκού Καταλανικού Κόμματος (PDeCAT) και της Ρεπουμπλικανικής Αριστεράς της Καταλονίας (ERC) έδωσαν επίσης τις ψήφους τους.
Ο Σάντσεθ χρειαζόταν ακόμα τις σημαντικές ψήφους του Βασκικού Εθνικιστικού Κόμματος (PNV), το οποίο την προηγούμενη βδομάδα είχε δώσει τις απαραίτητες ψήφους, ώστε να εγκριθεί ο προϋπολογισμός των PP και Ciudadanos, με αντάλλαγμα κάποιες παραχωρήσεις με τη μορφή επενδύσεων. Ο Πέδρο Σάντσεθ τότε υποσχέθηκε να σεβαστεί τον προϋπολογισμό του 2018, τον οποίο είχε καταψηφίσει πριν από μια βδομάδα η κοινοβουλευτική ομάδα του PSOE. Οπότε, η μοίρα του Ραχόι σφραγίστηκε, όταν και το PNV δέχτηκε να υποστηρίξει την πρόταση μομφής.
Ο σχηματισμός κυβέρνησης μειοψηφίας υπό τον Σάντσεθ
Ακόμα και την τελευταία στιγμή, υπήρχε διέξοδος για το PP. Αν ο Ραχόι παραιτείτο πριν από την ψηφοφορία, τότε δε θα μπορούσε να προχωρήσει η πρόταση μομφής και θα ξεκινούσε πάλι η διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης από τη Βουλή. Χτες το απόγευμα (31/05), ο γενικός γραμματέας του PP, ο Κοσπεντάλ, ανακοίνωσε ότι ο Ραχόι δε θα παραιτηθεί. Με βάση αυτές τις συνθήκες, η πρόταση μομφής αυτόματα οδήγησε τον Πέδρο Σάντσεθ στη θέση του πρωθυπουργού και τώρα θα πρέπει να σχηματίσει κυβέρνηση.
Η άρχουσα τάξη δεν επιθυμούσε ποτέ την εξέλιξη αυτή. Ο Πέδρο Σάντσεθ έχει μόνο 84 βουλευτές από τους συνολικά 350, γεγονός που πολύ δύσκολα μπορεί να οδηγήσει σε μια σταθερή πλειοψηφία. Θα πρέπει να διαπραγματεύεται με τους Podemos και τους Καταλανούς ή Βάσκους εθνικιστές ξεχωριστά κάθε φορά, για οποιοδήποτε μέτρο θελήσει να περάσει. Ο αρχηγός των Ciudadanos, Άλμπερτ Ριβέρα, παρομοίασε την κυβέρνηση με μία «κυβέρνηση Φρανκενστάιν». Βεβαίως, η Δεξιά αντέδρασε υστερικά στη προοπτική σχηματισμού μιας κυβέρνησης με τις ψήφους των «ακρο-αριστερών» Podemos, «αυτών που θέλουν να διασπάσουν την Ισπανία» (ERC και PDεCAT) και των «φίλων των τρομοκρατών» (των αριστερών εθνικιστών της Χώρας των Βάσκων, EH Bildu, οι οποίοι ψήφισαν επίσης κατά του Ραχόι).
Μια κυβέρνηση μειοψηφίας του PSOE θα αντιμετωπίσει σκληρή αντιπολίτευση από τη Δεξιά, με το PP να διατηρεί ακόμα την πλειοψηφία στη Γερουσία, με αποτέλεσμα να έχει τη δυνατότητα να τροποποιεί και να ασκεί βέτο στα νομοσχέδια. Αυτό θα αποτελέσει μια πηγή αποσταθεροποίησης.
Αυτό που επιθυμούσε η άρχουσα τάξη, όταν ο Ραχόι θα είχε φθαρεί απόλυτα, ήταν να προκηρύξει ο Σάντσεθ πρόωρες εκλογές, από τις οποίες πιστεύουν ότι θα μπορούσε να προκύψει μια πιο σταθερή κυβέρνηση, που θα εφαρμόσει τις απαιτούμενες (γι’ αυτήν) πολιτικές. Αυτή ήταν και η επιθυμία των νεοφιλελεύθερων Ciudadanos, οι οποίοι αυτή τη στιγμή προηγούνται στις δημοσκοπήσεις. Το τελευταίο διάστημα, υπήρχαν τμήματα της αστικής τάξης που «πειραματίζονταν» με την ιδέα να αντικαταστήσουν το PP με μια μορφής συνεργασία ανάμεσα στο PSOE και τους Ciudadanos.
Προφανώς, δε συμφέρει τον Πέδρο Σάντσεθ να πάει σε πρόωρες εκλογές άμεσα, αφού το PSOE πηγαίνει άσχημα στις δημοσκοπήσεις. Οι επόμενες γενικές εκλογές είναι προγραμματισμένες για το 2020, μετά από ένα γύρο δημοτικών και περιφερειακών εκλογών το 2019. Ο Σάντσεθ, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την πρόταση μομφής, υποσχέθηκε ότι θα σχηματίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας του PSOE, αλλά επίσης ότι θα προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές. Πιθανότατα, θα προσπαθήσει να κερδίσει λίγο χρόνο ως πρωθυπουργός, ώστε να βελτιώσει την εικόνα του και θα καλέσει εκλογές σε μία πιο «βολική» στιγμή για εκείνον.
Επιφανειακές Μεταρρυθμίσεις
Αυτό σημαίνει ότι θα προσπαθήσει να περάσει κάποιες επιφανειακές μεταρρυθμίσεις, που θα έχουν ελάχιστο έως κανένα κόστος, ενώ την ίδια στιγμή θα συνεχίσει να ακολουθεί τις κύριες πτυχές της δημοσιονομικής πολιτικής. Έχει ήδη δεσμευτεί να εφαρμόσει το δεξιό προϋπολογισμό του 2018, που καταψήφισε τη προηγούμενη εβδομάδα. Επιπλέον, οι διαβεβαιώσεις του απέναντι στην οικονομική πολιτική και την «Ευρώπη» σημαίνουν ότι δε θα υπάρξουν ουσιαστικές αλλαγές στη γενικότερη βάρβαρη πολιτική λιτότητας και περικοπών, που ακολουθείται σταθερά τα τελευταία χρόνια και η οποία είχε ελαφρώς χαλαρώσει εξαιτίας της οικονομικής ανάπτυξης της Ισπανίας από το 2014.
Οι «αγορές» έχουν ήδη αντιδράσει θετικά στον άμεσο σχηματισμό μιας κυβέρνησης μειοψηφίας του PSOE. Η Goldman Sachs έβγαλε μια ανακοίνωση, στην οποία αναφέρει ότι οι επενδυτές δε θα πρέπει να «ανησυχούν» με την αλλαγή κυβέρνησης. Το χρηματιστήριο ανέκαμψε και ανέβηκε κατά 2% σε σχέση με το κλείσιμο της Πέμπτης. Το κόστος (επιτόκιο) δανεισμού μειώθηκε κατά 100 μονάδες.
Προκειμένου να ενισχύσει την προοδευτική του εικόνα, ο Σάντσεθ πιθανότατα θα προσπαθήσει να ακυρώσει κάποια από τα πιο αντιδημοκρατικά τμήματα του «τρομονόμου» (στμ: νόμος ενάντια σε δημοκρατικά δικαιώματα που περιορίζει-ποινικοποιεί τις διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις κατά των εξώσεων κλπ.), να περάσει κάποια μέτρα σχετικά με την ανισότητα πληρωμών ανάμεσα στα φύλα και ακόμα να δώσει κάποια ψίχουλα στους συνταξιούχους, που βρίσκονται στους δρόμους τους τελευταίους μήνες.
Στο κρίσιμο ζήτημα της αυτοδιάθεσης της Καταλονίας, είπε ότι θα ανοίξει «δίαυλο επικοινωνίας» με το νέο πρόεδρο της Καταλονίας, Κιμ Τόρα, αλλά πάντα «στα πλαίσια του Συντάγματος και του Καταστατικού της Αυτονομίας της Καταλονίας». Η κυβέρνηση του Τόρα έχει ήδη αποδεχτεί τα όρια που θέτει το ισπανικό καθεστώς, αντικαθιστώντας όλους τους υπουργούς του που βρίσκονται σε εξορία ή στη φυλακή. Αυτό, στην πραγματικότητα, σημαίνει προδοσία του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος ανεξαρτησίας της 1ης Οκτώβρη, αλλά και του αποτελέσματος των καταλανικών εκλογών στις 21 Δεκέμβρη.
Ο Τόρα είχε εκλεγεί, υποσχόμενος να κάνει πράξη τη Δημοκρατία της Καταλονίας, αλλά δεκαπέντε μέρες μετά είχε αποδεχτεί τα αντιδημοκρατικά όρια του Ισπανικού Συντάγματος. Σε αυτή τη βάση, οποιεσδήποτε συνομιλίες απλώς θα επιβεβαιώσουν το γεγονός ότι το ισπανικό καθεστώς έχει καταφέρει, για την ώρα, να συντρίψει την «καταλανική πρόκληση».
Η κοινοβουλευτική ομάδα των Unidos Podemos χαιρέτησε τη νίκη της πρότασης μομφής, με επευφημίες «Ναι, μπορούμε» και ο Πάμπλο Ιγκλέσιας ζήτησε από τον Πέδρο Σάντσεθ να τους συμπεριλάβει στη κυβέρνηση:
«Εύχομαι ο Σάντσεθ να καταλαβαίνει ότι είναι ουσιαστικά αδύνατο να κυβερνήσει με 84 βουλευτές και ότι η Ισπανία χρειάζεται μια σταθερή, ισχυρή κυβέρνηση, που θα μπορεί να εγγυηθεί στην ΕΕ ότι μπορεί να εφαρμόσει ένα προοδευτικό κυβερνητικό πρόγραμμα με μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία τουλάχιστον 156 βουλευτών».
Αυτό αποτελεί ένα σοβαρό λάθος. Μια κυβέρνηση που «δίνει εγγυήσεις στην ΕΕ» δε θα μπορούσε να εφαρμόσει ποτέ ένα «προοδευτικό πρόγραμμα».
Ανατροπή της λιτότητας με μαζικούς αγώνες
Φυσικά ήταν σωστό να ψηφίσει κανείς υπέρ της μομφής ενάντια στη μισητή, αντιδραστική και διεφθαρμένη κυβέρνηση του PP. Το τέλος της διακυβέρνησης του Ραχόι οφείλει να χαιρετιστεί. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχαστεί ότι, σε όλα τα βασικά ζητήματα, στηριζόταν στην υποστήριξη του PSOE. Αυτό συνέβη, όταν ποδοπάτησε τα δημοκρατικά δικαιώματα του καταλανικού λαού, ή όταν μαζί με το PSOE τροποποίησαν με συνοπτικές διαδικασίες το άρθρο 135 του Συντάγματος, ώστε να κατοχυρώσουν και συνταγματικά τη δημοσιονομική λιτότητα.
Ο βαθμός που θα είναι δυνατόν να κερδηθούν παραχωρήσεις από την κυβέρνηση του PSOE θα εξαρτηθεί από ένα συνδυασμό κοινοβουλευτικών πιέσεων και μαζικών κινητοποιήσεων στους δρόμους. Η απομάκρυνση του Ραχόι θα γίνει δεκτή με χαρά από τις εργατικές μάζες της χώρας. Θα υπάρχουν αρχικά κάποιες αυταπάτες σχετικά με τη δυνατότητα του Σάντσεθ να πραγματοποιήσει κάποιες σημαντικές αλλαγές. Αυτή είναι μια «αναγκαία» εμπειρία.
Η Αριστερά δεν πρέπει να καλλιεργήσει καμία τέτοια αυταπάτη, αλλά αντίθετα οφείλει να οργανωθεί και να κινητοποιηθεί, απαιτώντας από τη νέα κυβέρνηση να εφαρμόσει πραγματικές αλλαγές σε μια σειρά ζητημάτων στην οικονομική πολιτική, τα δημοκρατικά δικαιώματα κλπ. Μόνο η είσοδος των μαζών στο προσκήνιο μπορεί να αλλάξει θεμελιωδώς τους κοινοβουλευτικούς αριθμούς και συσχετισμούς.
Ο Ραχόι εκδιώχτηκε. Οι πολιτικές του μπορούν να ανατραπούν μόνο μέσω του μαζικού αγώνα!
Χόρχε Μάρτιν – 1/6/2018
Μετάφραση: Μάριος Καλομενόπουλος