Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΑναλύσειςΗ Μαρξιστική πρόταση για το πρόγραμμα της κυβέρνησης της Αριστεράς

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η Μαρξιστική πρόταση για το πρόγραμμα της κυβέρνησης της Αριστεράς


Ι) 10 σημεία – δέσμες μέτρων για την κοινωνικοποιημένη, σχεδιασμένη οικονομία και την εξουσία του εργαζόμενου λαού

Το πρόγραμμα της Κυβέρνησης της Αριστεράς δεν είναι ένα θέμα φιλολογικού ενδιαφέροντος. Αποτελεί μια υπόθεση ζωής ή θανάτου για εκατομμύρια εξαθλιωμένους εργαζόμενους και άνεργους, νυν ή υποψήφιους, τροφίμους των συσσιτίων. Σαν τέτοιο, θα έπρεπε να έχει συζητηθεί και διαμορφωθεί δημοκρατικά με την ενεργή συμμετοχή των πιο προχωρημένων τμημάτων της εργατικής τάξης και της νεολαίας μέσα στις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ και επιπλέον, να έχει ήδη ζυμωθεί και δοκιμαστεί μέσα στις πλατύτερες μάζες των εργαζόμενων, για να κερδηθεί η ενεργή υποστήριξή τους στην εφαρμογή του στην εξουσία.

Όμως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, κινούμενη σπασμωδικά μέσα στην παραζάλη των τρομακτικών πιέσεων από την τρόικα και την άρχουσα τάξη, υποβάθμισε την υπόθεση αυτή και μετέβαλε το πρόγραμμα της Κυβέρνησης της Αριστεράς σε ένα «άνωθεν» επιβαλλόμενο πολιτικό σχέδιο, που καταρτίστηκε από «ειδικευμένα στελέχη» στους 4 τοίχους των κομματικών γραφείων. Χωρίς τη δημιουργική συμβολή των χιλιάδων αγωνιστών του ΣΥΡΙΖΑ σε μια δημοκρατική συζήτηση, χωρίς τη δοκιμασία του στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές, το πρόγραμμα που ανακοινώθηκε από την ηγεσία είναι πολιτικά ανεπαρκές για να εκφράσει τα καθήκοντα της περιόδου.

Είναι εμφανώς επηρεασμένο από τις πιέσεις της αστικής «κοινής γνώμης» για μεγαλύτερη «μετριοπάθεια» και λιγότερο ριζοσπαστισμό. Είναι αφηρημένο και άτολμο σε βασικά του σημεία. Με πολιτικούς όρους, δεν είναι το αναγκαίο επαναστατικό πρόγραμμα, αλλά ένα πρόγραμμα ρεφορμιστικό, δομημένο δηλαδή πάνω στην επικίνδυνη αυταπάτη των «σταδιακών μεταρρυθμίσεων» μιας άρρωστης καπιταλιστικής οικονομίας και ενός διαφθαρμένου και αυταρχικού κράτους που την υπηρετεί.

Χρέος κάθε αριστερού αγωνιστή είναι να παλέψει με σκοπό αυτό το πρόγραμμα να αλλάξει και να αναμορφωθεί, ώστε να ανταποκρίνεται στα αληθινά, επαναστατικά καθήκοντα της περιόδου. Οι μαρξιστές του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ που εκδίδουμε την εφημερίδα «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ» και το περιοδικό «ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΦΩΝΗ» (www.marxismos.com), συμβάλλοντας σε αυτή τη ζωτική υπόθεση, προτείνουμε ένα πρόγραμμα που αποτελείται από 10 σημεία – δέσμες μέτρων ικανών να ανοίξουν το δρόμο για την ανατροπή του καπιταλισμού στην Ελλάδα και την εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας και μιας νέας δημοκρατικής εξουσίας του εργαζόμενου λαού.

1) Χρέος και Μνημόνια

Η εκδήλωση της διεθνούς κρίσης υπερπαραγωγής στον ελληνικό καπιταλισμό εκτόξευσε στα ύψη το κρατικό χρέος. Αυτή η αυξητική τάση του χρέους εμφανίστηκε σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, σαν ένα κοινό σύμπτωμα της καπιταλιστικής κρίσης. Το κρατικό χρέος εκτοξεύθηκε παγκόσμια, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της συντονισμένης προκλητικής απόπειρας των αστικών κυβερνήσεων να διασωθούν οι τράπεζες με τεράστια ποσά από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Η θέση του ελληνικού καπιταλισμού σαν του πιο «αδύναμου κρίκου» της Ευρωζώνης, τον έφερε πρώτο πιο κοντά στην χρεοκοπία.

Οι έμμισθοι ιδεολογικοί απολογητές των ελλήνων καπιταλιστών αποδίδουν το υπέρογκο κρατικό χρέος της χώρας στους «δημόσιους υπαλλήλους» και στο «πελατειακό», «κομματικό» κράτος. Αυτή όμως είναι μια διαστρεβλωμένη και ψευδής εικόνα της πραγματικότητας. Σε μια ταξική κοινωνία το κράτος δεν είναι ουδέτερο. Είναι το κράτος της άρχουσας τάξης. Όλες οι στρεβλώσεις του σύγχρονου ελληνικού κράτους αντανακλούν την διαμορφωμένη ιστορικά φύση και νοοτροπία της ελληνικής άρχουσας τάξης.

Ακόμα και οι αυξημένες προσλήψεις στο κράτος σε ορισμένες φάσης κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης, σε τελική ανάλυση υπηρέτησαν την ανάγκη να διασφαλιστεί η σταθερότητα του καπιταλισμού, με δεδομένη τη διαχρονική απροθυμία των ελλήνων αστών να προβούν σε σοβαρές παραγωγικές επενδύσεις που θα δημιουργούσαν μαζικά νέες θέσεις εργασίας.

Στην πραγματικότητα, οι δαπάνες για τους μισθούς της μεγάλης πλειοψηφίας των δημοσίων υπαλλήλων, ήταν οι μόνες από τα χρήματα των ελλήνων φορολογουμένων που είχαν ένα ορισμένο ανταποδοτικό αποτέλεσμα για το κοινωνικό σύνολο με τη μορφή παροχής υπηρεσιών. Οι αληθινές σπατάλες που δημιούργησαν το τέρας του χρέους ήταν άλλες.

Ήταν καταρχήν, όλες όσες έγιναν εξαιτίας του παρασιτικού οικονομικού ρόλου της ελληνικής άρχουσας τάξης. Οι έλληνες αστοί ήταν διαχρονικά στηριγμένοι στο κρατικό χρήμα πολύ περισσότερο από τις άρχουσες τάξεις στον υπόλοιπο αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο. Έβλεπαν πάντα το κράτος σαν τη βασική πηγή γρήγορου και εύκολου κέρδους μέσα από τις υπερτιμολογημένες μεγάλες κρατικές προμήθειες και εργολαβίες, τις απευθείας «επενδυτικές» επιδοτήσεις, τις φοροαπαλλαγές και την προκλητική κρατική ανοχή στην φοροδιαφυγή.

Επίσης, μια σειρά από άλλες παρασιτικές δαπάνες που αποδεικνύουν τον ταξικό και φαύλο χαρακτήρα του αστικού κράτους, προσέθεσαν διαχρονικά ένα μεγάλο όγκο κρατικών χρεών. Οι παχυλές αμοιβές και τα «έξοδα διαφθοράς» μιας ολόκληρης στρατιάς υψηλόβαθμων κρατικών και κυβερνητικών στελεχών, συμβούλων και διευθυντών. Οι στρατιωτικές δαπάνες με τις υπερτιμολογήσεις και της υπέρογκες μίζες για την αγορά πανάκριβων εξοπλισμών. Οι γενικότερες δαπάνες συντήρησης ενός στρατού δομημένου στην αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού» και υποταγμένου στους πολυδάπανους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Οι αυξημένες δαπάνες για τα σώματα ασφαλείας στο βωμό της διατήρησης ενός πολυάριθμου και καλά εξοπλισμένου μηχανισμού καταστολής των αγώνων του εργαζόμενου λαού. Οι μισθολογικές δαπάνες του κλήρου, οι ποικίλες χρηματοδοτήσεις, αλλά και μια σειρά προκλητικών φοροαπαλλαγών για την Εκκλησία. Όλα αυτά, δημιούργησαν μια αυξημένη τάση για κρατικό δανεισμό, ο οποίος τις περισσότερες φορές, με τον αδιαφανή και ληστρικό του χαρακτήρα προς όφελος των εγχώριων και ξένων τραπεζών, πολλαπλασίαζε το χρέος.

Ας δώσουμε όμως ορισμένα πιο συγκεκριμένα παραδείγματα για την παρασιτική λειτουργίας των καπιταλιστών και του διαφθαρμένου και σπάταλου χαρακτήρα του ελληνικού αστικού κράτους. Για τη διάσωση των «προβληματικών» βιομηχανικών επιχειρήσεων που εγκατέλειψαν τη δεκαετία του 1980 οι έλληνες βιομήχανοι φορτώνοντας τις ζημιές τους στο κράτος, οι συνολικές κρατικές δαπάνες ανήλθαν σε 1,3 τρις δραχμές, όταν το 1990 το συνολικό δημόσιο χρέος ανέρχονταν σε 11 τρις δραχμές.

Από την αρχή της δεκαετίας του 1980 μέχρι τις μέρες μας, η φορολογία των Α.Ε έπεσε σταδιακά από 49% στο 20%, σε μια περίοδο τεράστιας κερδοφορίας για τους έλληνες καπιταλιστές. Τα προκλητικά υπερτιμολογημένα έργα για τους «Ολυμπιακούς αγώνες» του 2004 κόστισαν στο ελληνικό κράτος 20 δις ευρώ. Μόνο κατά την εικοσαετία 1990-2010 σύμφωνα με το «Stockholm International Peace Research Institute», οι ελληνικές κυβερνήσεις δαπάνησαν 21,4 δις δολάρια για εισαγωγές όπλων. Οι δε «μίζες» του φυλακισμένου πρώην υπουργού Άμυνας Άκη Τσοχατζόπουλου, εκτιμώνται συνολικά σε 300 εκατ. ευρώ (εφημερίδα «Real» 3/6/2012). Η ειδική εξεταστική επιτροπή της Βουλής διαπίστωσε ότι η ζημιά του ελληνικού κράτους από τις παράνομες δραστηριότητες της «SIEMENS» στην Ελλάδα ξεπέρασε τα 2 δις ευρώ και οι «μίζες» που παρείχε υπολογίστηκαν σε πάνω 180 εκατ. ευρώ.

Η συσσώρευση όλων αυτών των φαινομένων κρατικοδίαιτου αστικού παρασιτισμού, κάτω από την καταλυτική επίδραση της διεθνούς ύφεσης, οδήγησε το ελληνικό κράτος στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και στα Μνημόνια. Αυτό το γιγαντιαίο τερατούργημα του χρέους φέρει τον τίτλο «Δημόσιο» εντελώς ψευδεπίγραφα. Δεν δημιουργήθηκε από την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, αλλά αποκλειστικά από το μεγάλο κεφάλαιο και τον ανεξέλεγκτο από τον λαό, παρασιτικό και διεφθαρμένο κρατικό μηχανισμό που φτιάχτηκε για να το υπηρετεί.

Με την ένταξη της Ελλάδας το 2010 στον περίφημο Μηχανισμό «διάσωσης» και με τον δανεισμό από την τρόικα ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ, αυτό που διασώθηκε ήταν ένα πολύτιμο και μεγάλο για τις τράπεζες μέρος των ληστρικών δανείων του ελληνικού κράτους, που αν η Ελλάδα χρεοκοπούσε θα το αποχαιρετούσαν. Με το Μνημόνια αποπειράθηκε να φορτωθεί το τρομακτικό κόστος της αποπληρωμής του χρέους στις πλάτες των φτωχών εργαζόμενων μαζών της Ελλάδας με μια πρωτοφανή σε αγριότητα λιτότητα, στο βωμό του να ελεγχθεί η προδιαγεγραμμένη πορεία της Ελλάδας προς τη χρεοκοπία, ώστε αυτή να μη συμβεί άτακτα και αποσταθεροποιήσει τον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο καπιταλισμό.

Τα δάνεια της τρόικας έχουν ως τώρα κατευθυνθεί σχεδόν αποκλειστικά προς τις τράπεζες και ελάχιστα στις λειτουργικές ανάγκες του ελληνικού κράτους. Με βάση τα επίσημα στοιχεία του υπ. Οικονομικών, η συνολική χρηματοδότηση της χώρας από την τρόικα προγραμματίζεται να φτάσει σχεδόν τα 245 δις ευρώ έως και το τέλος του 2014. Τα ποσά τα οποία είχαν εκταμιευθεί έως και τις 21/5/2012 ήταν συνολικά 147,6 δις ευρώ. Σύμφωνα με το αποκαλυπτικό σημείωμα του οικονομολόγου Θ. Παπαδόπουλου στην ιστοσελίδα iskra.gr, από αυτά τα χρήματα μόνο τα 13 δις ευρώ περίπου κάλυψαν πρωτογενείς ανάγκες του κράτους, ενώ 75 δις ευρώ περίπου κάλυψαν τόκους και χρεολύσια και τα υπόλοιπα 59,5 δις ευρώ διατέθηκαν στους ομολογιούχους για την υλοποίηση του «PSI» και στις τράπεζες για την περίφημη «ανακεφαλαιοποίησή» τους.

Από εδώ και στο εξής, τα προγραμματισμένα ποσά των δανείων της τρόικας θα κατευθύνονται αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση του χρέους, χρεώνοντας όμως το ελληνικό κράτος με επιπλέον τόκους. Αυτό αποδεικνύεται από το ίδιο το Μνημόνιο, το οποίο προβλέπει για το 2013 πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή ότι τα έσοδα του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων θα είναι ικανά να καλύψουν όλες τις δαπάνες πλην της αποπληρωμής ομολόγων που λήγουν και των ετήσιων τόκων.

Το πρόβλημα του χρέους είναι τεράστιο. Η πολύ μικρή περικοπή χρέους από το PSI (πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων) ακυρώνεται από την καλπάζουσα ύφεση. Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝT τον Απρίλιο του 2012, το χρέος του ελληνικού κράτους το 2014 θα «σκαρφαλώσει» στο 171% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει τα επόμενα 4 χρόνια για την εξυπηρέτησή του συνολικά 95 δις ευρώ. Δηλαδή, για να εξυπηρετηθεί το χρέος την επόμενη τετραετία θα πρέπει να καταβληθούν περίπου τα φορολογικά έσοδα δύο χρόνων!

Όσο διατηρείται αυτό το τεράστιο βάρος πάνω στις πλάτες του ελληνικού λαού δεν μπορεί να γίνει πράξη κανένα πραγματικό βήμα κοινωνικής προόδου. Το στοιχειώδες καθήκον της Κυβέρνησης της Αριστεράς είναι να απαλλάξει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα από αυτό το άθλιο βάρος παρασιτικών και ληστρικών «υποχρεώσεων» που φόρτωσαν πάνω στις πλάτες τους οι αστικές κυβερνήσεις.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει άμεσα να πάρει τα ακόλουθα μέτρα :

α) Διαγραφή του χρέους του ελληνικού κράτους με παράλληλη :

Αποζημίωση των μικρο-ομολογιούχων σε ύψος που θα διαμορφώνεται ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση.

Εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης στα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία που κατέχουν ομόλογα του ελληνικού κράτους για να μην κινδυνεύσει η βιωσιμότητα τους.
Ρύθμιση κατόπιν αμοιβαίας συνεννόησης και συμφωνίας του χρέους που κατέχουν ξένοι ασφαλιστικοί φορείς εργαζόμενων.

Άμεση εξόφληση όλων των οφειλών του κράτους προς εργαζόμενους, άνεργους, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες και μικρούς επιχειρηματίες και αυτών που συνδέονται με τη στοιχειώδη λειτουργία των υπηρεσιών Παιδείας, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

β) Άμεση ακύρωση με μια ενιαία νομοθετική πράξη των δανειακών συμβάσεων με την τρόικα, των Μνημονίων και όλων των μέτρων που επιβλήθηκαν από αυτά (χαράτσια, αυξήσεις φόρων, μειώσεις μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, ιδιωτικοποιήσεις κλπ).

Τα μέτρα αυτά θα απαλλάξουν τη χώρα από τα περίπου 13 δις ευρώ που είναι οι προβλεπόμενες για φέτος δαπάνες για τόκους, αλλά και από πολλαπλάσιες τέτοιους είδους παρασιτικές δαπάνες για τα επόμενα πολλά χρόνια. Αυτό θα σηματοδοτήσει μια τεράστια ελάφρυνση για τις επόμενες γενιές τους εργαζόμενου λαού.

Όπως όμως ήδη εξηγήσαμε, αυτά τα μέτρα θα προκαλέσουν την αυτόματη διακοπή των δανείων της τρόικας, έναν γενικευμένο οικονομικό πόλεμο ενάντια στην Κυβέρνηση της Αριστεράς από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο και την ώθηση εκτός ευρώ. Αυτός ο πόλεμος αν δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα, αναπόφευκτα θα θέσει σε κίνδυνο τη δυνατότητα καταβολής των λεγόμενων «πρωτογενών δαπανών», δηλαδή των δαπανών που απαιτούνται για να πληρώνονται μισθοί, συντάξεις και να λειτουργούν σχολεία και νοσοκομεία, οι οποίες φτάνουν συνολικά για το 2012 στα 47,7 δισεκατομμύρια ευρώ.

Είναι βαθιά λαθεμένες και πρόχειρες οι εκτιμήσεις που γίνονται από διάφορους ρεφορμιστές αναλυτές, που υποστηρίζουν ότι οι δαπάνες αυτές θα είναι εξασφαλισμένες για την κυβέρνηση της Αριστεράς, τάχα από τα φορολογικά έσοδα που προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός, τα οποία είναι 52,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι εκτιμήσεις αυτές συνυπολογίζουν τα φορολογικά έσοδα που προβλέπονται από τα Μνημόνια («χαράτσια» κλπ), ενώ δεν λαμβάνουν υπόψη την κατάρρευση των εσόδων και την ακόμα πιο βαθειά ύφεση που θα προκαλέσει ο πόλεμος του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου στη νέα κυβέρνηση, από τη στιγμή μάλιστα που τα περισσότερα από τα μισά έσοδα του κράτους (συνολικά 28,6 δισεκατομμύρια ευρώ) εξαρτώνται από την εξαιρετικά επιρρεπή στην ύφεση κατανάλωση (έμμεση φορολογία).

Τα κρατικά έσοδα για τις κοινωνικά ζωτικές δαπάνες (μισθοί, επιδόματα, συντάξεις, σχολεία, νοσοκομεία), κάθε άλλο παρά «είναι εξασφαλισμένα». Ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστούν άμεσα, είναι μόνο η ταυτόχρονη εφαρμογή των υπόλοιπων δεσμών μέτρων που προτείνουμε σε αυτό το πρόγραμμα.

2) Φορολογία

Η φορολογία στα κέρδη και τον πλούτο των καπιταλιστών, των μεγαλο-εισοδηματιών και των κατόχων μεγάλων περιουσιών θα είναι ένα σημαντικό και άμεσο μέσο για να βρεθούν σύντομα από την Κυβέρνηση της Αριστεράς τα απαιτούμενα ποσά ώστε να καλυφθούν οι «πρωτογενείς δαπάνες», αλλά και να αρχίζει να βελτιώνεται από τους πρώτους μήνες της θητείας της το βιοτικό επίπεδο των μαζών.

Αυτό όμως το μέσο δεν πρέπει να υπερτιμάται. Η μεγαλοαστική τάξη θα προβεί σ’ ένα πολύπλευρο οικονομικό σαμποτάζ (κλείσιμο επιχειρήσεων, φυγή κεφαλαίων, καταθέσεων κλπ) για να αποφύγει τη δίκαιη και βαριά φορολόγηση. Η επούλωση των τρομακτικών κοινωνικών ανισοτήτων και η χρηματοδότηση των κοινωνικών αναγκών μπορεί να γίνει με σταθερό, ασφαλή και μακροπρόθεσμο τρόπο, μόνο μέσα από το πέρασμα της συγκεντρωμένης παραγωγής και του συγκεντρωμένου πλούτου στα χέρια της κοινωνίας, μέσα από την εγκαθίδρυση μιας κοινωνικοποιημένης, δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας.

Η Ελλάδα έχει τα λιγότερα φορολογικά έσοδα μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών της ΕΕ και συγκρίνεται μόνο με τις πιο υπανάπτυκτες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η φορολογική ασυλία του μεγάλου κεφαλαίου και των πλουσίων είναι η αιτία για αυτή την κατάσταση. Ταυτόχρονα, αυτός είναι ένας από τους πιο αποφασιστικούς παράγοντες που οδήγησαν στην υπερχρέωση του ελληνικού κράτους. Αυτό αποδεικνύεται με μια απλή ματιά στα σχετικά επίσημα στοιχεία της “Eurostat” και του υπ. Οικονομικών.

Ο συντελεστής φορολόγησης των εταιρικών κερδών από 49% που ήταν το 1989 έπεσε στο ασήμαντο 20% το 2010. Τώρα μάλιστα η ΝΔ, προτείνει ξεδιάντροπα μια περεταίρω μείωση του συντελεστή φορολόγησής στο 15%.  Ενδεικτικά, μεταξύ 2000 και 2007 είχαμε μείωση των εσόδων από τη φορολόγηση νομικών προσώπων από 4,1% στο 2,6% του ΑΕΠ, σε μια χρονική περίοδο που τα κέρδη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είχαν απογειωθεί, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στην Ευρώπη.
Η φοροδιαφυγή των πλουσίων είναι κάτι παραπάνω από προκλητική. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπ. Οικονομικών οι φορολογικές δηλώσεις με εισόδημα πάνω από 95.000 ευρώ ανέρχονται περίπου μόλις σε 35.000 ή σε 0,6% επί του συνόλου των φορολογικών δηλώσεων, ενώ αυτές με εισόδημα πάνω από 300.000 ευρώ ανέρχονταν μόνο σε 1.395.

Σύμφωνα με το «Παγκόσμιο Δίκτυο Φορολογικής Δικαιοσύνης», οι ελληνικών συμφερόντων εταιρείες «off-shore» ξεπερνούν τις 10.000 και διακινούν περί τα 500 δισ. ευρώ. Οι πανίσχυροι Έλληνες εφοπλιστές το Μάρτιο του 2012 κατείχαν 3.760 πλοία, δηλαδή το 15% της παγκόσμιας χωρητικότητας, αλλά για λόγους φορο-αποφυγής, μόνο 862 από αυτά έφεραν την ελληνική σημαία («Η Καθημερινή»,15/4/2012). Κι όλα αυτά, την ώρα που υπάρχουν 58 διαφορετικές φοροαπαλλαγές για το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο.

Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις στη συμβολή της έμμεσης φορολογίας – που επιβαρύνει κύρια τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα – στα συνολικά φορολογικά έσοδα,. Το ποσοστό των έμμεσων φόρων ξεπερνά το 60% των φορολογικών εσόδων, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι μόλις στο 36,2%. Αντίθετα, τα έσοδα από την άμεση φορολογία στην Ελλάδα σαν ποσοστό του ΑΕΠ βρίσκονται στο μισό περίπου των αντίστοιχων της ΕΕ.

Την ώρα που χιλιάδες εργαζόμενοι και μικροϊδιοκτήτες πληρώνουν εν ονόματι της κρίσης το ένα «χαράτσι» μετά το άλλο, οι έλληνες καπιταλιστές και μεγαλο-εισοδηματίες αντιδρούν πολύ «πατριωτικά». Έχουν φυγαδεύσει «πακτωλούς» καταθέσεων στο εξωτερικό και άρχισαν να ενδιαφέρονται για τις επενδύσεις σε ακίνητη περιουσία σε πόλεις όπως το Λονδίνο. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», το ύψος των καταθέσεων των ελλήνων στην Ελβετία φτάνει στο αστρονομικό ύψος των 600 δις ευρώ. Το ποσό αυτό είναι πάνω από τρεις φορές μεγαλύτερο από το ύψος των καταθέσεων των ιδιωτών σε ελληνικές τράπεζες και σχεδόν τρεις φορές το ΑΕΠ της χώρας. Τέλος, σύμφωνα με στοιχεία των βρετανικών αρχών, ο αριθμός των Ελλήνων που αναζητεί σπίτι στην βρετανική πρωτεύουσα έχει τριπλασιαστεί και την τελευταία διετία έχουν αποκτηθεί από Έλληνες στο Λονδίνο ακίνητα αξίας άνω του 1 δις ευρώ.

Όλος αυτός ο τρομακτικός πλούτος πρέπει να αντιμετωπιστεί από την κυβέρνηση της Αριστεράς όπως αυτό που αντιπροσωπεύει πραγματικά, δηλαδή σαν πλούτος που προήλθε από την σκληρή εκμετάλλευση και την ωμή κλεψιά των εργαζόμενων ανθρώπων της Ελλάδας. Η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να επιστρέψει το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό αυτού του πλούτου στη χώρα και στους εργαζόμενους.

Τα πιο επείγοντα φορολογικά μέτρα που πρέπει να λάβει η κυβέρνηση της Αριστεράς είναι τα ακόλουθα:

α) Για να διεκδικηθούν όσα έχουν κλαπεί από τον ελληνικό λαό με τη φορολογική ασυλία και τη φοροδιαφυγή του μεγάλου κεφαλαίου και των κατόχων μεγάλων περιουσιών, απαιτείται απαραίτητα η μέθοδος της αναδρομικής φορολόγησης. Τυπικά, σύμφωνα με το άρθρο 78 του Συντάγματος η αναδρομική επιβολή φόρου απαγορεύεται. Ωστόσο η επίκλησή του άρθρου αυτού δεν ευσταθεί, καθώς η κατάσταση που επικρατεί διαχρονικά στη χώρα παραβιάζει ένα άλλο και μάλιστα θεμελιώδες άρθρο του Συντάγματος, το άρθρο 4, που ορίζει ότι «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους».

Έτσι λοιπόν, συγκεκριμένα για να συγκεντρωθεί ένα ποσό ίσο με το πρωτογενές έλλειμμα που θα προκύψει από την κατάργηση των φορολογικών επιβαρύνσεων του Μνημονίου (χαράτσια, αυξήσεις ΦΠΑ, μειώσεις αφορολογήτου ορίου κλπ) πρέπει να επιβληθεί:

  • Ενιαία έκτακτη αναδρομική φορολόγηση επί του συνολικού όγκου των κερδών των 200 εν ενεργεία μεγαλύτερων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα, από την ημερομηνία εισόδου της στην Ευρωζώνη μέχρι το χρονικό σημείο εισόδου στην ύφεση (2001-2008).

  • Έκτακτη αναλογική, αναδρομική φορολόγηση όσων μέσα στο ίδιο διάστημα απέκτησαν μεγάλη κινητή ή ακίνητη περιουσία.

β) Επαναφορά του συντελεστή φορολόγησης του μεγάλου κεφαλαίου στο 45% και κατάργηση κάθε φοροαπαλλαγής στις μεγάλες επιχειρήσεις.

γ) Επιβολή κλιμακούμενου συντελεστή φόρου εισοδήματος κάθε πηγής από 40% έως και 75% για εισοδήματα 40.000 ευρώ και άνω ετησίως.

δ) Επιβολή κλιμακούμενου συντελεστή φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας σε ιδιοκτήτες ακινήτων με αντικειμενική αξία 400.000 ευρώ και άνω, καθώς και για ακίνητα που εμφανίζονται να ανήκουν σε «off-shore» εταιρείες, σε ύψος που θα διαμορφώνεται σε ετήσια βάση με κριτήριο τις ανάγκες ενός κρατικού προγράμματος κατασκευής εργατικών κατοικιών.

ε) Κατάργηση των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ, ΕΦΚ κ.λπ.) στα βασικά είδη διατροφής, στα οικιακά τιμολόγια ενέργειας, ύδρευσης και τηλεπικοινωνιών και στο πετρέλαιο θέρμανσης.

ζ) Αύξηση του αφορολόγητου ορίου στα 40.000 ευρώ για κάθε ζευγάρι και επιπλέον 5.000 ευρώ για κάθε παιδί.

η) Σε περίπτωση αποκάλυψης φοροδιαφυγής :

  • για τις μεγάλες επιχειρήσεις πρέπει να επιβάλλεται απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση.

  • για τους έχοντες μεγάλα εισοδήματα και τους κατόχους μεγάλων περιουσιών πρέπει να επιβάλλεται πλήρης δήμευση των περιουσιακών τους στοιχείων.

  • για τις άλλες κατηγορίες φορολογουμένων πρέπει να επιβάλλονται ποινές που θα κυμαίνονται από βαριά πρόστιμα μέχρι τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση.

θ) Είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι την εκτεταμένη φοροδιαφυγή, αλλά και τις άλλες απάτες του κεφαλαίου, μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο «η πολιτική βούληση» της Κυβέρνησης της Αριστεράς. Επίσης, κανένα πρακτικό βήμα δεν πρόκειται να γίνει με την απόπειρα «να δουλέψουν σωστά» οι διεφθαρμένοι και διάτρητοι φορολογικοί μηχανισμοί του σημερινού κράτους.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς χρειάζεται να θεσμοθετήσει άμεσα τον εργατικό έλεγχο. Σε κάθε μεγάλη επιχείρηση πρέπει να διεξάγεται στο εξής, εξονυχιστικός διαχειριστικός έλεγχος από εκλεγμένες επιτροπές των εργαζόμενων που δουλεύουν σε αυτή, με τη βοήθεια αφοσιωμένων στο εργατικό κίνημα ειδικών. Οι επιτροπές αυτές πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ένα ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα κεντρικής καταχώρησης και διασταύρωσης στοιχείων, το οποίο προϋποθέτει την άμεση δημιουργία ενός περιουσιολογίου.

3) Εργατικός έλεγχος

Η φοροδιαφυγή, η εισφοροδιαφυγή και οι άλλες απάτες και σκάνδαλα του μεγάλου κεφαλαίου που συντελούνται σε αγαστή σύμπνοια με τους αστούς τεχνοκράτες ειδικούς της εξαπάτησης, τους μεγαλόσχημους αστούς πολιτικούς και τα υψηλόβαθμα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, θα πρέπει να βρεθούν αμέσως στο στόχαστρο της Κυβέρνησης της Αριστεράς.

Οι υπάρχοντες «ελεγκτικοί» μηχανισμοί του αστικού κράτους λειτουργώντας με γραφειοκρατικό, αδιαφανή και ανεξέλεγκτο από την κοινωνία τρόπο προστατεύουν με το «αζημίωτο» τα «μυστικά» των μεγάλων βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Οι λογαριασμοί ανάμεσα στο μεμονωμένο καπιταλιστή και την κοινωνία παραμένουν ένα πρακτικά, αλλά και θεσμικά κατοχυρωμένο μυστικό του καπιταλιστή. Έτσι οι ιδιοκτήτες των κοινωνικών μέσων παραγωγής μπορούν ανενόχλητοι να κρύβουν από τους ίδιους τους παραγωγούς και τους καταναλωτές τις μηχανορραφίες της εκμετάλλευσης, της ληστείας, της απάτης.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να δώσει άμεσα στους εργαζόμενους το δικαίωμα να φτάσουν στα «άδυτα» της επιχείρησης για την οποία κοπιάζουν και χύνουν τον ιδρώτα τους καθημερινά. Να αποκαλύψουν όλα τα «μυστικά» της επιχείρησης, του ομίλου, του κλάδου τους και τελικά της εθνικής οικονομίας σαν σύνολο. Το μέσο για να εκπληρωθεί αυτό το ζωτικό καθήκον είναι ο εργατικός έλεγχος.

Η κυβέρνηση πρέπει να πάρει σχετικά με αυτό το αποφασιστικό ζήτημα τα ακόλουθα μέτρα:

α) Κατάργηση του «εμπορικού μυστικού» και του «τραπεζικού απορρήτου», θεσμών μέσω των οποίων οι καπιταλιστές κρύβουν τις απάτες και την απληστία τους, όχι από τους ανταγωνιστές τους, αλλά από την ίδια την κοινωνία.

β) Νομοθέτηση του εργατικού ελέγχου σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις. Φορείς του εργατικού ελέγχου πρέπει να είναι οι εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές εργαζόμενων, με τη βοήθεια αφοσιωμένων στο εργατικό κίνημα ειδικευμένων και επιστημόνων, όμως με την ιδιότητα του συμβούλου και όχι του «τεχνοκράτη».

γ) Ο εργατικός έλεγχος πρέπει να εκτείνεται σε όλα τα αποφασιστικά επίπεδα λειτουργίας των επιχειρήσεων όπως οι προμήθειες υλικών και πρώτων υλών, η διαχείριση των χρημάτων (Δάνεια – Επενδύσεις – Κέρδη), η επεξεργασία των προϊόντων (Σχεδιασμός – Παραγωγή) και η διάθεσή τους, για την αποφυγή υπερτιμολογήσεων και υπο-τιμολογήσεων.

δ) Το πεδίο στο οποίο επίσης, μπορεί να δώσει σημαντικά αποτελέσματα ο εργατικός έλεγχος είναι η καπιταλιστική μάστιγα της ακρίβειας. Την ώρα που το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης τσακίζεται, οι τιμές μένουν αμετάβλητες σαν αποτέλεσμα του ασφυκτικού ελέγχου των βασικών κλάδων της οικονομίας από συγκεκριμένα μονοπώλια και ολιγοπώλια.

Οι διεφθαρμένες, γραφειοκρατικές και ανεξέλεγκτες υπηρεσίες του αστικού κράτους δεν μπορούν να διεξάγουν έναν αποτελεσματικό έλεγχο στις τιμές. Είναι αποφασιστικής σημασίας ζήτημα να κατακτηθεί η δυνατότητα να διεισδύσει το βλέμμα της εργαζόμενης κοινωνίας στην πηγή της ακρίβειας, δηλαδή στα μεγάλα βιομηχανικά μονοπώλια, για να αποδείξει και να αναδείξει την κερδοσκοπία των καπιταλιστών. Γι’ αυτό ο εργατικός έλεγχος πρέπει να γίνει η βασική μέθοδος ελέγχου των τιμών.

Έναν ουσιαστικό έλεγχο των τιμών στα καρτέλ που εφαρμόζουν «εναρμονισμένες πρακτικές» μπορούν να τον εγγυηθούν μόνο οι εκλεγμένες επιτροπές εργατών στα εργοστάσια, συνδεδεμένες με ειδικές επιτροπές ελέγχου των τιμών που θα αποτελούνται από όλους αυτούς που σαν καταναλωτές υφίστανται μαζί με τους εργάτες τις επιπτώσεις από την ακρίβεια, δηλαδή τους εργαζόμενους αγρότες, τους βιοτέχνες και τους μικροκαταστηματάρχες. Μέσα από αυτόν τον τρόπο, οι εργάτες θα δείξουν στα υπόλοιπα φτωχά λαϊκά στρώματα ότι η πραγματική αιτία για την υψηλές τιμές βρίσκεται μόνο στα υπερβολικά κέρδη των καπιταλιστών και στις σπατάλες της καπιταλιστικής αναρχίας (διαφήμιση κ.λπ).

ε) Για να είναι αποτελεσματική η δουλειά τους, οι επιτροπές εργατικού ελέγχου πρέπει να επεκτείνονται από τη μεμονωμένη επιχείρηση σε ολόκληρο τον κλάδο και σε εθνικό επίπεδο. Οι επιτροπές των μεμονωμένων επιχειρήσεων, θα πρέπει να εκλέξουν σε συνδιασκέψεις επιτροπές ομίλων, κλάδων και τέλος μια πανελλαδική επιτροπή εργατικού ελέγχου. Η πανελλαδική επιτροπή πρέπει να γνωστοποιεί ενώπιων του λαού τα πορίσματά της, ξεκαθαρίζοντας ποια είναι τα εισοδήματα και ποιες οι δαπάνες της κοινωνίας, ποιο είναι το μερίδιο που οικειοποιούνται οι καπιταλιστές σαν άτομα και η τάξη τους σαν σύνολο από το εθνικό εισόδημα. Πρέπει να ξεσκεπάσει τις απάτες των τραπεζών, των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων και να παρουσιάσει δημόσια τα πορίσματά της, που πρέπει να είναι δεσμευτικά για την Κυβέρνηση της Αριστεράς.

Η εφαρμογή ενός γνήσιου και δημοκρατικού εργατικού ελέγχου θα αποκαλύψει αναπόφευκτα τον παρασιτικό ρόλο των καπιταλιστών βοηθώντας τις πλατιές λαϊκές μάζες να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη για ένα άλλο οικονομικό μοντέλο, συνειδητού σχεδιασμού και ελέγχου της οικονομίας. Επίσης ο γνήσιος εργατικός έλεγχος αποτελεί το πιο πολύτιμο μέσο εκπαίδευσης των εργαζόμενων για το πώς μπορεί να διοικηθεί μια δημοκρατικά σχεδιασμένη, κοινωνικοποιημένη οικονομία.

4) Εργατικό και λαϊκό εισόδημα – Εργασιακές σχέσεις – Επίπεδο διαβίωσης

Την ώρα που διασφαλίζονται προκλητικά τα συμφέροντα των τραπεζιτών, η εργατική τάξη προσπαθεί να επιβιώσει μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς και αβάσταχτης εξαθλίωσης.

Σύμφωνα με έκθεση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ) για το πρώτο δίμηνο του 2012, οι μειώσεις μισθών έφθαναν μέχρι και το 55%, μόνο το 1/10 των επιχειρήσεων πλήρωναν κανονικά τους εργαζόμενους, με 400.000 από αυτούς να είναι απλήρωτοι έως και πέντε μήνες. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, 1 στους 3 εργαζόμενους είναι ανασφάλιστος, ενώ οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης μετατρέπονται σωρηδόν σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας. Το ποσοστό των συμβάσεων μερικής απασχόλησης ανέβηκε στο 30,65% το 2011, ενώ το 2009 αντιπροσώπευαν το 16,7%, και αντίστοιχα, τα ποσοστά των συμβάσεων εκ περιτροπής εργασίας αυξήθηκαν από το 4,3% το 2009 στο 8,95% το 2011.

Τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ δείχνουν ότι περισσότεροι από 2 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, με λιγότερα από 6.800 ευρώ το χρόνο. Άλλες έρευνες όπως αυτή της στατιστικής εταιρείας “Focus Bari” το 2011, έδειξαν ότι το 46% του ελληνικού πληθυσμού κάνει περικοπές στις αγορές τροφίμων, το 69% έχει πάψει να αγοράζει ρούχα, το 41% δεν μπορούν να πάνε καθόλου διακοπές και περισσότεροι από 1 εκατ. δεν έχουν θέρμανση διότι αδυνατούν να την πληρώσουν. Συνολικά 3,5 εκατ. άνθρωποι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν αναγκαίες έκτακτες δαπάνες (υγείας κλπ) που μπορεί να τους προκύψουν.

Σε αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες, η ψυχική και σωματική υγεία του ελληνικού πληθυσμού υπονομεύεται δραματικά. Οι αυτοκτονίες έχουν γίνει επιδημία. Οι ανθρωποκτονίες έχουν διπλασιαστεί, οι HIV λοιμώξεις το ίδιο και η χρήση ηρωίνης αυξήθηκε κατά 20%. Τα σχολεία για πρώτη φορά δεν μοίρασαν στα παιδιά βιβλία αλλά φωτοτυπίες, ενώ τα περισσότερα νοσοκομεία έχουν ξεμείνει από φάρμακα και χρήσιμο ιατρικό υλικό.

Η κατάργηση των μέτρων των Μνημονίων ασφαλώς θα είναι ένα μεγάλο βήμα μπροστά, αλλά δεν πρόκειται να βελτιώσει αποφασιστικά αυτή την κατάσταση. Θα επαναφέρει τις εργασιακές σχέσεις και το βιοτικό επίπεδο των εργατικών μαζών σε μια κατάσταση που ακόμα θα απέχει πολύ από την αξιοπρεπή διαβίωση, για την πλειονότητά τους. Πριν ακόμα από τη δραματική μείωση που επέβαλε το δεύτερο Μνημόνιο, η αγοραστική αξία του κατώτερου μισθού είχε επιστρέψει, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ, στα επίπεδα του 1984!

Την περίοδο 1998-2007 το ελληνικό κράτος διέθεσε 3.530 ευρώ κατά άτομο για προγράμματα κοινωνικής προστασίας την στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη ήταν 6.251,78 ευρώ. Κατά την ίδια περίοδο όμως, τα κέρδη των καπιταλιστών εκτοξεύτηκαν στα ύψη. Με βάση στατιστικά στοιχεία της εταιρείας «ICAP» και του «Ριζοσπάστη» (10.10.2004 και 24.2.2010) το 1990 τα συνολικά κέρδη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα (ΑΕ και ΕΠΕ) ανέρχονταν σε 575 εκ. ευρώ. Μετά από 17 χρόνια, το 2007, τα κέρδη των επιχειρήσεων είχαν φτάσει τα 16 δις ευρώ, έχοντας αυξηθεί 28 φορές.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς πάνω στο αποφασιστικό ζήτημα της ανόρθωσης του καταβαραθρωμένου επιπέδου ζωής της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, πρέπει να εφαρμόσει άμεσα τα ακόλουθα μέτρα:

α) Κατάργηση όλων των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Δουλειά με πλήρη δικαιώματα και ενιαίο ωράριο για όλους τους εργαζόμενους, που θα καθορίζει η Πανελλαδική επιτροπή εργατικού ελέγχου (βλ. θέσεις για το εργατικό έλεγχο).

β) Πλήρης νομιμοποίηση των μεταναστών εργαζόμενων και παροχή σε αυτούς ίσων δικαιωμάτων με τους γηγενείς.

γ) Ποινικοποίηση της εισφοροδιαφυγής. Απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση των μεγάλων επιχειρήσεων που δεν τηρούν τη νέα εργατική νομοθεσία ή δεν καταβάλουν τις προβλεπόμενες εισφορές, βαριά πρόστιμα και κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων για τα αντίστοιχα αδικήματα των ιδιοκτητών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

δ) Δημιουργία Ενιαίου Ασφαλιστικού Ταμείου Μισθωτών που θα εγγυάται την παροχή αξιοπρεπούς σύνταξης και πλήρους ιατροφαρμακευτικής κάλυψης για όλους τους εργαζόμενους. Η χρηματοδότησή του πρέπει να είναι διμερής, με εισφορές μόνο από κράτος και εργοδοσία. Διοίκηση του νέου ταμείου από εκλεγμένους εκπροσώπους των εργαζομένων.

ε) Κατάργηση της ιδιωτικής Παιδείας, Υγείας και Ασφάλισης. Η άθλια κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων που απειλεί τη ζωή χιλιάδων φτωχών ανθρώπων κάνει επιβεβλημένη την εξεύρεση δραστικών λύσεων. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ανάγκη την άμεση απαλλοτρίωση των μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών Υγείας με αποζημίωση μόνο στους μικρομετόχους – μικροεισοδηματίες.

ζ) Οι μισθοί στο κράτος και τον ιδιωτικό τομέα, οι συντάξεις, τα επιδόματα πρέπει σε πρώτη φάση να αυξηθούν όσο απαιτείται για να περάσουν όλοι οι εργαζόμενοι, οι απόμαχοι της δουλειάς και όλοι οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη την στήριξη των κρατικών επιδομάτων στα όρια μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, όπως θα τα προσδιορίσει η Πανελλαδική επιτροπή εργατικού ελέγχου.

η) Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή στους νέους μισθούς, τις συντάξεις και τα επιδόματα. Αυτό σημαίνει ότι το ύψος τους πρέπει να αναπροσαρμόζεται ανάλογα με την αύξηση των τιμών στα είδη βασικής κατανάλωσης για μια εργατική οικογένεια, που θα καθορίζει η Πανελλαδική επιτροπή εργατικού ελέγχου.

θ) Άμεση κάλυψη των πιο επειγόντων κενών χρηματοδότησης στην Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια και την Κοινωνική Ασφάλιση κατόπιν συγκεκριμένης τεκμηριωμένης και κοστολογημένης εκτίμησης που θα κάνουν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζόμενων σε αυτές τις κρατικές υπηρεσίες. Κατάρτιση ενός συγκεκριμένου οικονομικού πλάνου για τον ταχύτερο δυνατό διπλασιασμό των δαπανών για Παιδεία – Υγεία – Πρόνοια – Κοινωνική ασφάλιση – Εργατική Κατοικία και τη γενναία χρηματοδότηση της Πολιτιστικής δημιουργίας και προγραμμάτων μαζικού λαϊκού Αθλητισμού.

ι) Η εξεύρεση των αναγκαίων εσόδων και πόρων για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο πρόγραμμα που θα αλλάξει ριζικά την κατάσταση αυξανόμενης ανισότητας και εξαθλίωσης των μαζών, είναι το πιο αποφασιστικό ζήτημα. Η βαριά φορολογία στο κεφάλαιο και τον πλούτο είναι απαραίτητη, αλλά δεν αρκεί. Απαιτείται ένα ολοκληρωμένο και άμεσα εφαρμόσιμο πρόγραμμα εγκαθίδρυσης μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένη οικονομίας, με μέτρα που θα αναπτύξουμε στη συνέχεια του προγράμματος. Όμως η απόδοση των κοινωνικοποιήσεων σε έσοδα για να ανέβει αποφασιστικά το βιοτικό επίπεδο των μαζών, θα απαιτήσει έναν ορισμένο χρόνο. Χρειάζεται λοιπόν ταυτόχρονα να εφαρμοστεί μια ολόκληρη δέσμη μέτρων άμεσης απόδοσης για να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα ανόρθωσης του τσακισμένου βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Αυτά πρέπει να είναι :

  • Μείωση των αποδοχών όλων των διοικητικών στελεχών του κράτους συμπεριλαμβανομένων των αξιωματικών του στρατού, των σωμάτων ασφαλείας και των δικαστών, των μελών της κυβέρνησης, του Προέδρου της Δημοκρατίας, των βουλευτών και των Δημάρχων στα επίπεδα του μισθού ενός ειδικευμένου εργάτη. Το ποσό που θα εξοικονομηθεί αυτόματα πρέπει να μετατρέπεται σε αναλογική αύξηση στους μισθούς των απλών εργαζομένων στο κράτος.

  • Εξάλειψη των «εξόδων παραστάσεως», των ειδικών αποζημιώσεων, των «μυστικών κονδυλίων» και όλων των άλλων κρυφών κρατικών προνομίων των υψηλόβαθμων κρατικών υπαλλήλων και στελεχών.

  • Αναστολή μέχρι να ξαναμπεί η οικονομία σε ανάπτυξη, κάθε δαπάνης για τον στρατό, πλην των νέων μειωμένων δαπανών για μισθοδοσία και των δαπανών που θα κρίνει απόλυτα απαραίτητες μια εκλεγμένη επιτροπή αποτελούμενη από μέλη της κυβέρνησης, εκπροσώπους των φαντάρων και των κατώτερων αξιωματικών και της Πανελλαδικής επιτροπής εργατικού ελέγχου.

  • Πλήρης δήμευση των περιουσιών στοιχείων όσων ευθύνονται για σκάνδαλα διαφθοράς και διασπάθισης του κρατικού χρήματος. Να απαλλοτριωθεί και να αξιοποιηθεί η εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία. Τα έσοδα από αυτό το μέτρο να διοχετεύονται άμεσα στην Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια και την Κοινωνική Ασφάλιση.

Η Εκκλησία διαθέτει γύρω στα 10.000 ΝΠΔΔ που κατέχουν 1.300.000 στρέμματα γης, 900 ακίνητα από τα οποία παίρνει ενοίκια, εισπράττει χρήματα από ευρωπαϊκά προγράμματα, από τον ΟΠΑΠ και τα λαχεία, έχει σημαντικά ποσά σε προθεσμιακές καταθέσεις, κατέχει μετοχές της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας της Ελλάδος, της «Πειραιώς» κ.λπ. Σε ρεπορτάζ της «Καθημερινής», 18/10/2009, εκτιμούταν ότι η αξία της εκκλησιαστικής περιουσίας ανέρχεται στα 15 δις ευρώ. Στα παραπάνω δεν περιλαμβάνονται τα ακίνητα 2.500 μοναστηριών και ναών που έχουν δικά τους περιουσιακά στοιχεία!

  • Να γίνει πλήρης χωρισμός κράτους – εκκλησίας, να επιβληθεί η από-δημοσιουπαλληλοποίηση των κληρικών και η ένταξή τους, μέχρι να μπορούν να συντηρούνται από τις εισφορές των πιστών ή από άλλο επάγγελμα, σε κοινωνικά προγράμματα στήριξης με αντιπαροχή κοινωνικά χρήσιμης εργασίας.

  • Απαλλοτρίωση με αποζημίωση μόνο στους μικροεισοδηματίες – μικρομετόχους όλων των κερδοφόρων επιχειρήσεων στις οποίες έχει το κράτος συμμετοχή με την κατοχή έστω και μιας μικρής μερίδας μετοχών (κύρια πρώην ΔΕΚΟ). Μόνο τα καθαρά κέρδη του ΟΠΑΠ το 2011 που έφθασαν στα 537,5 εκατ. ευρώ και του ΟΤΕ που ανέρχονταν σε 306,6 εκατ. ευρώ μόνο το πρώτο τρίμηνο του 2012 φθάνουν για να υπερκαλυφθεί το συνολικό χρέος των νοσοκομείων που ανέρχεται σε 1,58 δισ. ευρώ.

5) Ανεργία

Η μεγαλύτερη μάστιγα για τις ζωές εκατομμυρίων εργαζόμενων ανθρώπων είναι η ανεργία. Η κοινωνική αποσύνθεση που επιφέρει ο η βαθειά κρίση του ελληνικού καπιταλισμού, αποτυπώνεται στα στοιχεία που δείχνουν ότι η ανεργία αυξάνει με ρυθμούς χιονοστιβάδας. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ ο συνολικός αριθμός των ανέργων ανέρχεται σε 1.200.000 ή στο 23-24% του εργατικού δυναμικού. Τον Δεκέμβριο το επίσημο ποσοστό αναμένεται να φτάσει το 28%!

Στο ποσοστό αυτό σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ θα πρέπει να προστεθεί ακόμα ένα ποσοστό 5%, το οποίο αφορά ανέργους που δεν καταγράφονται επίσημα. Η κατάσταση είναι εφιαλτική στις ηλικίες 18-24, όπου η ανεργία είναι 50%. Η κατάσταση αυτή κάθε άλλο παρά «προσωρινή» είναι, καθώς η εκτίμηση του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ κάνει λόγο για την διατήρηση ενός αριθμού 1.100.000 ανέργων και κατά την περίοδο που σύμφωνα με τα Μνημόνια η οικονομία «θα ανακάμψει οριστικά», δηλαδή το 2015.

Η ανεργία δεν είναι πλέον συγκυριακή. Είναι μόνιμη. Αυτό σημαίνει ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα, τις στερήσεις ή τις αρρώστιες σε μια χώρα με μοντέρνα οικονομία και τυπικά δημοκρατικούς θεσμούς, που κατοχυρώνουν συνταγματικά το δικαίωμα στην εργασία.

Η συντριπτική πλειοψηφία των εξαθλιωμένων ανέργων στρέφεται στην εκλογική υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και περιμένει από την Κυβέρνηση της Αριστεράς ένα και μόνο πράγμα : την εξασφάλιση μιας θέσης εργασίας, την εξασφάλιση μιας θέσης στην ίδια τη ζωή! Η Κυβέρνηση της Αριστεράς δεσμεύεται από τη στήριξη και την εντολή αυτών των χιλιάδων ανθρώπων που αντιμετωπίζονται από την ελληνική άρχουσα τάξη και την τρόικα σαν μελλοθάνατοι, που πρέπει να θυσιαστούν για να βγαίνουν περισσότερα κέρδη.

Δεν μπορεί λοιπόν να υπάρχει τίποτα λιγότερο στο πρόγραμμα της Κυβέρνησης της Αριστεράς από τη δέσμευση : ΜΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΗ ΘΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΆΝΕΡΓΟ! Στο θέμα της ανεργίας δεν χωράει καμία «σταδιακή» μεταρρύθμιση. Η μοναδική αληθινά προοδευτική τάξη της κοινωνίας απειλείται με αφανισμό! Ήρθε η ώρα να γίνει πράξη το ιστορικό αίτημα του εργατικού κινήματος για την Κινητή κλίμακα ωρών εργασίας, δηλαδή για τη μείωση του εργασίμου χρόνου έτσι ώστε να βρουν δουλειά όλοι οι άνεργοι!

Ασφαλώς οι απολογητές της άρχουσας τάξης θα επικαλεστούν το «ανέφικτο» αυτού του αιτήματος. Οι μισοκατεστραμμένοι από την κρίση καπιταλιστές θα παραπονεθούν ότι δεν υπάρχουν λεφτά για προσλήψεις. Η Κυβέρνησης της Αριστεράς στο βαθμό που είναι πραγματικά επαναστατική και αυθεντικός εκφραστής των συμφερόντων της εργατικής τάξης θα πρέπει να αντιμετωπίσει την αδυναμία του καπιταλισμού να εξασφαλίσει την ίδια την ύπαρξη των μισθωτών του σκλάβων, σαν μια ζωντανή απόδειξη της ανάγκης – στηριγμένη στην οργανωμένη εργατική τάξη – να πάρει τα απαραίτητα μέτρα για να τον συντρίψει!

Η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει λοιπόν άμεσα να λάβει τα ακόλουθα μέτρα για το ξερίζωμα της ανεργίας :

α) Σε συνεργασία με τα συνδικάτα και την Πανελλαδική επιτροπή εργατικού ελέγχου να συνδέσει τους εργαζόμενους με τους άνεργους σε μια αδιάσπαστη αλληλεγγύη. Να διεξάγουν με κοινό συντονισμό μια αναλυτική εθνική απογραφή των υπαρχόντων θέσεων εργασίας, των διαθέσιμων για δουλειά ανέργων κατά ειδικότητα, των επιχειρήσεων που έχουν κλείσει από την έναρξη της κρίσης και των διαθέσιμων πόρων για την άμεση έναρξη ενός προγράμματος δημόσιων και κοινωφελών έργων.

Ο σκοπός της εθνικής αυτής απογραφής θα πρέπει να είναι η κατανομή όλων των διαθέσιμων εργατικών χεριών που υπάρχουν στη χώρα στις ενεργές θέσεις εργασίας και σε αυτές που θα ανοίξουν με το πρόγραμμα δημόσιων κοινωφελών έργων, καθώς και με το άμεσο ξαναρχίνισμα της δουλειάς στις επιχειρήσεις που έκλεισαν μέσα στην κρίση. Οι ώρες εργασίας θα πρέπει να μειωθούν ενιαία, όσο απαιτείται για να μην μείνει κανείς χωρίς μια θέση εργασίας. Ανεξάρτητα από το μέγεθος της μείωσης των ωρών εργασίας, οι μισθοί θα πρέπει να μείνουν σταθεροί.

β) Οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις που προβαίνουν σε απολύσεις ή αρνούνται να συμμορφωθούν με το εθνικό σχέδιο προσλήψεων και την κινητή κλίμακα ωρών εργασίας θα πρέπει να απαλλοτριώνονται χωρίς αποζημίωση.

γ) Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να ενθαρρύνονται από την κυβέρνηση, στη βάση ενός κατάλληλου νέου νομικού πλαισίου, να καταλαμβάνουν τις μεγάλες επιχειρήσεις που κλείνουν και να τις επαναλειτουργούν οι ίδιοι, αναλαμβάνοντας τη διοίκηση και τη διαχείριση με τη βοήθεια ειδικευμένων και επιστημόνων συμβούλων. Η κυβέρνηση θα πρέπει αμέσως να διαμορφώσει ένα χρονοδιάγραμμα κοινωνικοποίησης αυτών των επιχειρήσεων και ένταξής τους σε ενιαίους κοινωνικοποιημένους φορείς κατά κλάδο παραγωγής.

δ) Οι εργαζόμενοι που χάνουν τη δουλειά τους επειδή κλείνει μια μικρή επιχείρηση, πρέπει να μπαίνουν σε κατάλογο προτεραιότητας για να εργαστούν στο πρόγραμμα δημόσιων και κοινωφελών έργων.

ε) Στους εργαζόμενους που χάνουν τη δουλειά τους επειδή κλείνει μια μεσαία επιχείρηση θα πρέπει να δίνεται στήριξη (φθηνή πίστη, παραγγελίες κλπ) για να την ξαναλειτουργήσουν συλλογικά οι ίδιοι και παράλληλα να δοθούν κίνητρα κρατικής χρηματοδότησης για να τη συνενώσουν με άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις, όμως κάτω από τη διοίκηση και τον έλεγχο του κράτους.

ζ) Μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση του εθνικού σχεδίου ένταξης όλων των ανέργων σε θέσεις εργασίας, το επίδομα για τους ανέργους θα πρέπει να διαμορφωθεί στο 80% του βασικού μισθού, να χορηγείται σε όλους τους άνεργους ανεξάρτητα των χρόνων προϋπηρεσίας και για όλη τη διάρκεια της ανεργίας, με υποχρέωση για την προσφορά κοινωφελούς εργασίας αν υπάρξει κοινωνική ανάγκη, με μειωμένα ωράρια συγκριτικά με τα ισχύοντα για τους εργαζόμενους.

Τα παραπάνω μέτρα αποτελούν τα μόνα που μπορούν να εγγυηθούν μια αποφασιστική απάντηση στη μάστιγα της ανεργίας. Από τη φύση τους αποτελούν πρακτικά βήματα στην κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης μιας κεντρικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας. Η μόνη σταθερή και οριστική λύση για τη μάστιγα της ανεργίας όμως, βρίσκεται στην πλήρη εγκαθίδρυσης αυτού του οικονομικού μοντέλου, που αποτελεί με τη σειρά του την πύλη περάσματος στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

6) Κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος

Οι τράπεζες είναι στο επίκεντρο της κρίσης του καπιταλισμού παγκόσμια. Αυτό καταρχήν, αντανακλά τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν στην σύγχρονη καπιταλιστική οικονομία. Με την ανάπτυξη των μονοπωλίων στην ιμπεριαλιστική εποχή, στην αυγή του προηγούμενου αιώνα, οι μεγάλες τράπεζες δεν περιορίζονταν πλέον στις πιστωτικές πράξεις. Διείσδυσαν στη βιομηχανία και συγχωνεύθηκαν με το βιομηχανικό κεφάλαιο, δημιουργώντας μια νέα χρηματιστική ολιγαρχία. Με αυτόν τον τρόπο, συγκέντρωσαν σταδιακά στα χέρια τους την πραγματική διοίκηση της οικονομίας.

Την προηγούμενη περίοδο της ανάπτυξης, οι τραπεζίτες διαχειρίστηκαν αυτή την εξουσία με τρόπο ακραία ανεύθυνο. Εκμεταλλευόμενοι τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού που πήγαζαν από την απόπειρα να παραταθεί τεχνητά η περίοδος της ανάπτυξης, επιδόθηκαν σε ένα όργιο έκδοσης και διακίνησης κερδοσκοπικών παραγώγων, τζογάροντας πάνω σε πλασματικές αξίες. Έχοντας οι τραπεζίτες κάνει τεράστιας επισφάλειας κερδοσκοπικά ανοίγματα, με τον ερχομό της ύφεσης οι τράπεζες απειλήθηκαν από ένα ντόμινο χρεοκοπιών. Όμως οι παντοδύναμοι τραπεζίτες δεν πλήρωσαν το κόστος των επιλογών τους. Πέρασαν παντού το λογαριασμό στους εργαζόμενους φορολογουμένους, φουσκώνοντας τα κρατικά χρέη και συνεχίζοντας το «πάρτι της κερδοσκοπίας», που όπως δείχνει το παράδειγμα της κατάρρευσης των Ισπανικών τραπεζών απειλεί ξανά την παγκόσμια οικονομία.

Αυτή τη γενική, προκλητική και παρασιτική πορεία ακολούθησαν με άλλη μόνο μορφή, οι ελληνικές ιδιωτικές τράπεζες. Μπορεί να μην μπλέχτηκαν σε μεγάλες επισφάλειες μέσω των κερδοσκοπικών παραγώγων, αλλά κερδοσκόπησαν εκτεταμένα με το ελληνικό κρατικό χρέος, αλλά και με τους εγχώριους πελάτες τους. Από το 2001 που η Ελλάδα μπήκε στην Ευρωζώνη, οι τράπεζες δανείζονταν με επιτόκιο κοντά στον μέσο όρο της Ευρωζώνης, που ήταν 1% και δάνειζαν το κράτος με ληστρικά επιτόκια, αλλά και τους ιδιώτες με ένα μέσο όρο επιτοκίου που ξεπερνούσε το 3%.  Την ίδια περίοδο, η μέση φορολόγησή τους ήταν μόλις 17%. Όλα αυτά εκτόξευσαν τα κέρδη τους, τα οποία κατά τη δεκαετία 2000-2009 ανήλθαν συνολικά σε 41 δις. ευρώ.

Η κερδοσκοπική απληστία τους, ώθησε τους έλληνες τραπεζίτες να συγκεντρώσουν ένα μεγάλο ποσοστό ελληνικού χρέους, σχεδόν το 30%, στα χέρια τους για να εκμεταλλευτούν τα υψηλά επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας. Όταν η κρίση βάθυνε και οδήγησε στην δραστική περικοπή της αξίας των ελληνικών ομολόγων, οι μικρο-ομολογιούχοι υποχρεώθηκαν να υποστούν τις ζημιές, αναλαμβάνοντας το κόστος του ρίσκου της επιλογής τους. Οι έλληνες τραπεζίτες όμως, δεν πλήρωσαν κανένα κόστος.

Για να συναινέσουν στο «κούρεμα» του 53% της ονομαστικής αξίας των ομολόγων τους πήραν σαν αντάλλαγμα 48 δις ευρώ, τα οποία δανείστηκε το ελληνικό κράτος, από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), επιβαρυνόμενο με τόκους και αυξάνοντας επιπλέον το δημόσιο χρέος. Κι όλα αυτά, για να μην υποστούν ζημιές οι τραπεζίτες και να μην χρειαστεί να βάλουν οι ίδιοι ούτε ευρώ για να ενισχύσουν τις επιχειρήσεις τους από τα υπερ-κέρδη που συσσώρευσαν την προηγούμενη περίοδο, ούτε και από το τεράστιο ενεργητικό των 430 δις ευρώ που συνεχίζουν να διαθέτουν μέσα στην κρίση. Κι ενώ το ποσοστό της συνολικής κρατικής ενίσχυσης ως προς τη χρηματιστηριακή αξία των μεγάλων τραπεζών αγγίζει σήμερα το 1000%, το καταχρεωμένο ελληνικό κράτος, στις πλάτες του οποίου φορτώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, δεν έχει καν ψήφο στις διοικήσεις τους!

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς, για να αντέξει στον αδυσώπητο οικονομικό πόλεμο που θα της κηρύξουν αναπόφευκτα η τρόικα και η ελληνική άρχουσα τάξη, πρέπει να κόψει το «γόρδιο δεσμό» της απάτης και του παρασιτισμού των εγχώριων ιδιωτικών τραπεζών. Πρέπει να αφαιρέσει ολοκληρωτικά τις τράπεζες από τα χέρια των αρπακτικών του κεφαλαίου, που σήμερα διαχειρίζονται καταθέσεις περίπου 165 δις ευρώ.
Αυτό θα γίνει πράξη με τα ακόλουθα μέτρα:

α) Κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει όλες οι τράπεζες να περάσουν 100% στην ιδιοκτησία του κράτους, με αποζημιώσεις μόνο για τους μικρομετόχους – μικροεισοδηματίες και να συγχωνευθούν στη δημιουργία μιας ενιαίας κρατικής τράπεζας. Με την ίδρυσή της θα δημιουργηθεί ένα ενιαίο στρατηγείο για τον ορθολογικό σχεδιασμό των επενδύσεων και των πιστώσεων, στην υπηρεσία της εργαζόμενης κοινωνίας. Ένα πολύτιμο όργανο σχεδιασμού ολόκληρης της οικονομίας.

β) Η προπαγάνδα των αστών που ταυτίζουν την κοινωνικοποίηση με την «κομματοκρατία» και τους διορισμένους από την κυβέρνηση διοικητές που «θα διοικούν ρουσφετολογικά και με αδιαφάνεια εμποδίζοντας την παροχή δανείων στους πολίτες» είναι πλήρως παραπλανητική. Χρησιμοποιεί τις πιο αρνητικές πλευρές της διεφθαρμένης και γραφειοκρατικής λειτουργίας των ελληνικών κρατικών τραπεζών τη δεκαετία του 1980, για να δυσφημίσει την έννοια της κοινωνικοποίησης.

Όμως εκείνο το μοντέλο δεν είχε καμία σχέση με την κοινωνικοποίηση. Η αυθεντική κοινωνικοποίηση επιβάλει ένα σύστημα διοίκησης που θεσμοθετεί τον δημοκρατικό έλεγχο και διοίκηση του τραπεζικού συστήματος από τους εργαζόμενο Η σύνθεση της διοίκησης πρέπει να είναι : 1/3 εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζόμενων στις τράπεζες, 1/3 εκπρόσωποι των συνδικάτων και της Πανελλαδικής επιτροπής εργατικού ελέγχου και 1/3 εκπρόσωποι από την εκλεγμένη κυβέρνηση.

γ) Η κοινωνικοποίηση είναι ο μόνος δρόμος για να εγγυηθεί η Κυβέρνηση της Αριστεράς τις καταθέσεις και τις οικονομίες των εργαζόμενων και φτωχών λαϊκών στρωμάτων και να τις αποσπάσει από την ομηρία των αδίστακτων «λύκων» του κεφαλαίου. Μόνο αυτή η λύση μπορεί να εξασφαλίσει την παροχή των αναγκαίων φθηνών πιστώσεων για τους εργαζόμενους, τους μικροκτηματίες, τους μικρέμπορους και τα νοικοκυριά που τις έχουν ανάγκη.

Η ενιαία κρατική τράπεζα θα είναι ικανή να δημιουργήσει πολύ πιο ευνοϊκούς όρους για τους μικρούς καταθέτες απ’ ότι οι ιδιωτικές τράπεζες. Η απαλλαγή από τα γιγάντια υπερκέρδη των καπιταλιστών τραπεζιτών και τα εξωφρενικά «bonus» των τραπεζικών στελεχών θα μπορέσει να κάνει εφικτή τη μείωση των επιτοκίων, που θα περιοριστούν στα απαραίτητα έξοδα των τραπεζικών λειτουργιών.

δ) Η ενιαία κρατική τράπεζα θα πρέπει άμεσα να προχωρήσει σε ένα γενναίο «κούρεμα» των χρεών για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, σε ποσοστό ίσο με την απώλεια του εισοδήματός τους από την έναρξη της κρίσης.

Η Κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος που διευθύνει σήμερα ολόκληρη την οικονομία είναι αντικειμενικά το πρώτο βήμα για την εγκαθίδρυση μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας και είναι άρρηκτα δεμένο με την κοινωνικοποίηση του συνόλου των βασικών μοχλών τη οικονομίας.

7) Κοινωνικοποιήσεις των βασικών μοχλών της οικονομίας και κεντρικό, δημοκρατικό σχέδιο

Ο σχηματισμός μιας Κυβέρνησης της Αριστεράς θα είναι ένα ιστορικό γεγονός. Για πρώτη φορά οι σύγχρονες γενιές της εργατικής τάξης θα δουν να σχηματίζεται μια κυβέρνηση που διακηρύσσει δημόσια ότι θέλει να αλλάξει την κοινωνία προς όφελός τους. Όμως πρακτικά αυτό θα είναι μόνο ένα σημαντικό πρώτο βήμα για την αληθινή κατάκτηση της εξουσίας.

Η κυβέρνηση θα κατέχει τις θέσεις στα υπουργεία, αλλά την πραγματική εξουσία θα συνεχίζει να την κρατά στα χέρια της η αστική τάξη και οι ξένοι ιμπεριαλιστές, πάτρωνες της. Ο πιο βασικός πυλώνας αυτής της εξουσίας είναι ο έλεγχος της οικονομικής ζωής της χώρας. Αν η κυβέρνηση δεν αμφισβητήσει ριζικά αυτόν τον έλεγχο εφαρμόζοντας ένα προγραμματικό σχέδιο με μια σειρά μέτρων που θα ανατρέπουν την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής του πλούτου και θα επιβάλουν τον κοινωνικό τους έλεγχο, τότε κανένα πραγματικό βήμα κοινωνικής προόδου δεν θα μπορεί να πραγματοποιηθεί.

Σήμερα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αναμφίβολα, δεν έχει ένα τέτοιο προγραμματικό σχέδιο. Η δημόσια πρόθεσή της είναι να κινηθεί «προσεκτικά», «σταδιακά», «στο μέτρο του εφικτού», πιστεύοντας ότι έτσι θα είναι πιο χρήσιμη στην εργατική τάξη, για να μην προκληθεί τάχα ένας «πρόωρος ερεθισμός» της άρχουσας τάξης, με «ακραίες», επαναστατικές πολιτικές στην οικονομία. Είμαστε υποχρεωμένοι να προειδοποιήσουμε ότι η ηγεσία κάνει εδώ ένα σοβαρότατο λάθος! Αν η πολιτική της στην οικονομία δεν είναι επαναστατική, τότε αυτό που θα γευτεί και η ίδια αλλά και η πλειοψηφία της κοινωνίας που την στηρίζει, θα είναι το μαστίγωμα της αντεπανάστασης, μέσα από έναν αδυσώπητο οικονομικό πόλεμο, που θα πολλαπλασιάσει σε λίγες μόνο βδομάδες τους φτωχούς και τους ανέργους στη χώρα.

Γι’ αυτό, άμεσα κάθε αγωνιστής του εργατικού κινήματος και υποστηρικτής της Κυβέρνησης της Αριστεράς πρέπει να παλέψει για την υιοθέτηση και την εφαρμογή ενός προγράμματος που θα εγκαθιδρύει τον κοινωνικό έλεγχο στους βασικούς μοχλούς της οικονομίας. Ο καλύτερος όρος για να αποδοθεί η ουσία ενός τέτοιου οικονομικού προγράμματος είναι ο όρος κοινωνικοποίηση.

Οι αστικές κυβερνήσεις διεθνώς, κάτω από την απειλή της κρίσης, έκαναν και θα ξανακάνουν σωρηδόν – ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα –κρατικοποιήσεις ζημιογόνων μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτές οι κρατικοποιήσεις δεν έχουν τίποτα κοινό με τις κοινωνικοποιήσεις στις οποίες αναφέρονται οι μαρξιστές. Ο στόχος των αστικών κυβερνήσεων είναι αλλάζοντας το ιδιοκτησιακό καθεστώς μεγάλων επιχειρήσεων να φορτώσουν τις ζημιές των καπιταλιστών στους εργαζόμενους φορολογούμενους και όταν περάσει η κρίση να επιστρέψουν τις επιχειρήσεις πάλι σε εκπροσώπους της τάξης που τις οδήγησε σε οικονομικό αδιέξοδο.

Αυτές οι κρατικοποιήσεις, παρότι προσωρινά διασώζουν θέσεις εργασίας, δεν προσφέρουν μακροπρόθεσμα τίποτα ουσιαστικό στους εργαζόμενους. Είναι σε τελική ανάλυση κρατικοποιήσεις προς το συμφέρον της άρχουσας τάξης και του συστήματός της. Παρ όλα αυτά, οι κρατικοποιήσεις που πραγματοποιεί το αστικό κράτος υπό την απειλή της κρίσης υποδηλώνουν το πόσο περιττή είναι η αστική τάξη για την διαδικασία της παραγωγής, αφού όλες τις διευθυντικές λειτουργίες, τις εκτελούν πλέον πληρωμένοι κρατικοί υπάλληλοι.

Στον αντίποδα αυτής της τακτικής εξαπάτησης των μαζών με τις αστικού τύπου κρατικοποιήσεις, βρίσκεται το πρόγραμμα των κοινωνικοποιήσεων. Η κοινωνικοποίηση επιφέρει μια ριζική και όχι τυπική αλλαγή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς και στη λειτουργία μιας μεγάλης επιχείρησης. Είναι μέρος της εφαρμογής ενός προγράμματος που στοχεύει στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας, με την ίδια εργατική τάξη να διοικεί αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά και ολόκληρο το κράτος εξασφαλίζοντας ότι θα λειτουργούν προς όφελος της κοινωνίας. Οι κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις απαλλαγμένες από τα δεσμά της ατομικής ιδιοκτησίας μπορούν να συντελέσουν στην ταχύτατη οικονομική πρόοδό και την μεγάλη άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας.

Οι ρεφορμιστές ηγέτες παραδοσιακά, σε καιρούς ανάπτυξης αντέτειναν στους μαρξιστές ότι ένα γενικό πλάνο κοινωνικοποιήσεων δεν είναι εφικτό να εφαρμοστεί «γιατί το καπιταλιστικό αδιέξοδο δεν έχει ακόμα πάρει μεγάλες διαστάσεις». Τώρα που αυτό έχει ήδη συμβεί, πολλοί από αυτούς αναπόφευκτα θα επικαλεστούν ότι οι εργαζόμενοι «δεν είναι ακόμα ώριμοι» για τις κοινωνικοποιήσεις. Οι πιο μαχητικοί και πρωτοπόροι εργαζόμενοι θα είναι σε θέση να αντιληφτούν ότι τα λόγια αυτά πηγάζουν όχι από σύνεση, αλλά από τη δειλία ανάληψης των πολιτικών ευθυνών μιας σύγκρουσης με τους αστούς.

Προς διάψευση της κινδυνολογίας των αστών για την πρόθεση των κομμουνιστών να καταργήσουν την «ατομική ιδιοκτησία γενικά» και να καταπνίξουν την «ιδιωτική πρωτοβουλία», ξεκαθαρίζουμε πως όταν αναφερόμαστε στις κοινωνικοποιήσεις δεν προτείνουμε να κοινωνικοποιηθεί το σύνολο των επιχειρήσεων που υπάρχουν στη χώρα. Δεν προτείνουμε να περάσει στα χέρια του κράτους κάθε μικρομάγαζο και βιοτεχνία. Αυτό θα ήταν ένας τυχοδιωκτισμός, δίχως ουσιαστικό λόγο.

Παλεύουμε για την κοινωνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων – μοχλών κίνησης και λειτουργίας της εθνικής οικονομίας, δηλαδή αυτών που παίζουν μονοπωλιακό ή κυρίαρχο ρόλο στους διάφορους κλάδους της βιομηχανίας στους οποίους ο βαθμός της συγκέντρωσης κάνει την κοινωνικοποίηση τεχνικά δυνατή, του εμπορίου, των υπηρεσιών και των κατασκευών. Αυτές οι επιχειρήσεις είναι στην πραγματικότητα αριθμητικά πολύ λίγες στο σύνολο των ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Η κοινωνικοποίησή τους είναι μονόδρομος και για τη σωτηρία εκατοντάδων χιλιάδων μικροεπιχειρηματιών που συντρίβονται από τον άνισο ανταγωνισμό με τα μονοπώλια. Χρειάζεται να υπογραμμίσουμε ότι οι μικροϊδιοκτήτες δεν υπάρχει καμία ανάγκη να απαλλοτριωθούν. Αυτή η τάξη θα τραβηχτεί σιγά-σιγά στη σφαίρα της νέας κοινωνικής οργάνωσης, μέσα από το έμπρακτο παράδειγμα της υπεροχής της κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας.

Κοινωνικοποίηση σημαίνει δημοκρατική διοίκηση των επιχειρήσεων από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Οι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για τις επιχειρήσεις από ότι οι σημερινοί ιδιοκτήτες τους, ενώ οι καπιταλιστές υποτάσσουν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης στην ακόρεστη ανάγκη για ατομικό κέρδος. Ο δημοκρατικός έλεγχος της διοίκησης από τους εργαζόμενους θα αποτρέψει κάθε γραφειοκρατική λειτουργία, κάθε στοιχείο σπατάλης, κακοδιαχείρισης και διαφθοράς που χαρακτηρίζει σήμερα τη λειτουργία των ιδιωτικών ή κρατικών επιχειρήσεων.

Το ζήτημα των κοινωνικοποιήσεων δεν εξαντλείται σε μια αλλαγή στο νομικό καθεστώς της ιδιοκτησίας. Έχει ένα βαθύτερο περιεχόμενο. Αυτό που πρέπει εμφατικά να τονιστεί είναι ότι δεν γίνεται να υπάρξουν αληθινές κοινωνικοποιήσεις χωρίς εργατικό έλεγχο και εργατική διαχείριση. Ο εργατικός έλεγχος είναι ο αναγκαίος όρος για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση ενός προγράμματος κοινωνικοποιήσεων, ενώ η εργατική διαχείριση είναι το αναγκαίο θεμέλιο πάνω στο οποίο θα στηριχθεί η λειτουργία των κοινωνικοποιημένων επιχειρήσεων.

Η εμπειρία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας 1980 και των μεταπολεμικών σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων στη Δυτική Ευρώπη έδειξε ότι τα Διοικητικά Συμβούλια των κρατικών επιχειρήσεων και οργανισμών δεν πρέπει να αποτελούνται από μόνιμους, διορισμένους, ανεξέλεγκτους από τους εργαζόμενους, καλοπληρωμένους τεχνοκράτες. Τέτοιες διοικήσεις δεν μπορούν να υπηρετήσουν με συνέπεια τις κοινωνικές ανάγκες, καθώς θα τείνουν να υποτάσσουν τις επιχειρήσεις και τους κρατικούς οργανισμούς στα καπιταλιστικά και στα ιδιοτελή τους συμφέροντα. Ο χαρακτήρας τέτοιων διοικήσεων δεν αλλάζει, αν συμμετέχουν απλά σε αυτές μειοψηφικά κάποιοι εκπρόσωποι των εργαζομένων.

Το «επιχείρημα» ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν γνώσεις για να διοικήσουν τις επιχειρήσεις είναι λαθεμένο. Οι καπιταλιστές έχουν ένα ολόκληρο επιτελείο από υπαλλήλους και ειδικούς, που διευθύνουν για λογαριασμό τους. Όμοια, η εργαζόμενοι μέσα από τα δημοκρατικά τους όργανα, θα συνεργαστούν με αφοσιωμένους στην υπόθεση του σοσιαλισμού ειδικούς, ελέγχοντάς τους δημοκρατικά, εξασφαλίζοντάς τους ένα βιοτικό επίπεδο απαλλαγμένο από το άγχος της ανεργίας και τις σημερινές απάνθρωπες εργασιακές σχέσεις του καπιταλισμού. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λειτουργίας, οι εργαζόμενοι θα αποφασίζουν λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη των «ειδικών». Αυτοί που θα διευθύνουν όμως θα είναι οι εργαζόμενοι και όχι οι «ειδικοί».

Το παράδειγμα των γραφειοκρατικά παραμορφωμένων εργατικών κρατών του 20ου αιώνα, έδειξε ότι είναι εντελώς αδύνατο μια ομάδα «ειδικών» να διευθύνουν «από τα πάνω» κάθε τομέα της οικονομίας. Μόνο οι ίδιοι οι εργαζόμενοι που σαν παραγωγοί και σαν καταναλωτές συμμετέχουν σε κάθε στάδιο της οικονομικής δραστηριότητας και σε κάθε κλάδο της παραγωγής, μπορούν να διευθύνουν και να αναπτύξουν σχεδιασμένα την οικονομία προς όφελος της κοινωνίας.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς αμέσως με την άνοδό της στην εξουσία πρέπει να εφαρμόσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο κοινωνικοποιήσεων με τα ακόλουθα μέτρα:

α) Δημιουργία εθνικού συμβουλίου κοινωνικοποιήσεων και σχεδιασμού της οικονομίας με τη συμμετοχή ενδεικτικά κατά 1/3 εκλεγμένων και ανακλητών αντιπροσώπων από την Πανελλαδική επιτροπή εργατικού ελέγχου, 1/3 από τα εργατικά συνδικάτα και άλλες μαζικές οργανώσεις του εργαζόμενου λαού (μικροεπαγγελματιών, αγροτών, μικροϊδιοκτητών) και 1/3 από εκπροσώπους της κυβέρνησης. Το συμβούλιο θα διαθέτει ένα επιτελείο αφοσιωμένων στο σοσιαλισμό επιστημονικών συμβούλων και ο ρόλος του θα είναι να πραγματώσει τον δημοκρατικό σχεδιασμό της οικονομίας.

β) Άμεση μετατροπή σε κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις και ένταξη σε ενιαίους κοινωνικοποιημένους φορείς κατά κλάδο:

  • όλων των υπαρχόντων κρατικών επιχειρήσεων,

  • των κερδοφόρων επιχειρήσεων στις οποίες έχει το κράτος μετοχικά μερίδια και θα τις κρατικοποιήσει για να βρει πόρους για την ανακούφιση των εργατικών μαζών από την κρίση,

  • των μεγάλων επιχειρήσεων που θα απαλλοτριωθούν εξαιτίας της άρνησής τους να εφαρμόσουν το εθνικό σχέδιο ένταξης των ανέργων στην παραγωγή, τη νέα εργατική νομοθεσία και τη νέα μισθολογική πολιτική.

  • των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων που έκλεισαν με την κρίση ή που θα κλείσουν στο πλαίσιο του οικονομικού πολέμου ενάντια στην κυβέρνηση.

γ) Κατάρτιση από το εθνικό συμβούλιο κοινωνικοποιήσεων και σχεδιασμού ενός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος – ενδεικτικά 6μηνου ή το πολύ ενός ετήσιου – για την κοινωνικοποίηση όλων των μεγάλων επιχειρήσεων κατά οικονομικό κλάδο, με κριτήριο την έκταση που αντικειμενικά καταλαμβάνουν στην εθνική οικονομία και τον κλάδο τους, το μερίδιό τους στις συνολικές πιστώσεις και στα συνολικά κέρδη, στις εξαγωγές, στη διαμόρφωση των τιμών, στην απασχόληση και γενικότερα στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Στο «φακό» της εξέτασης πρέπει να μπουν οι 500 μεγαλύτερες εταιρείες σε διάφορους κλάδους της βιομηχανίας, των υπηρεσιών και του εμπορίου. Όλες οι κοινωνικοποιήμένες εταιρείες θα πρέπει να ενταχθούν σε ενιαίους φορείς κατά οικονομικό κλάδο για να σχεδιαστεί ευκολότερα η οικονομία προς όφελος της κοινωνίας.

Ο υψηλός βαθμός συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου στην ελληνική βιομηχανία διευκολύνει το έργο των κοινωνικοποιήσεων. Τη δεκαετία του 1980 τα βιομηχανικά μονοπώλια που έλεγχαν το 70-80 % της παραγωγής ή αλλιώς οι βιομηχανικές επιχειρήσεις «στρατηγικής σημασίας», υπολογίζονταν σε λίγο πάνω από 200. Σήμερα, ο αριθμός τους έχει μειωθεί, προσεγγίζοντας τις 100 και με βάση τα πορίσματα όλων των μεγάλων στατιστικών εταιρειών και οργανισμών, διαθέτουν πλέον πολύ μεγαλύτερη πολυκλαδικότητα, με πλοκάμια στις τράπεζες, το εμπόριο και τις άλλες υπηρεσίες, διευκολύνοντας έτσι το έργο του κεντρικού σχεδιασμού.

δ) Κοινωνικοποίηση του συνόλου του τομέα των μεταφορών, των συγκοινωνιών, της ύδρευσης, της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, του ορυκτού πλούτου, των υποδομών και των κατασκευών με τη δημιουργία ενιαίων μονοπωλιακών κρατικών κοινωφελών οργανισμών. Η κοινωνικοποίηση αυτών των τομέων είναι απαραίτητη για να εξοικονομηθούν πόροι για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής, για να μειωθεί το κόστος παραγωγής, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της απουσίας κρατικών προγραμμάτων απόκτησης στέγης από τους εργαζόμενους, για να γίνουν φθηνά και χρήσιμα δημόσια έργα, για να δημιουργηθεί μια πανίσχυρη βάση για το σχεδιασμό του συνόλου της οικονομίας προς όφελος της κοινωνίας.

ε) Οι διοικήσεις στις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις και οργανισμούς πρέπει να αποτελούνται κατά 1/3 από εργαζόμενους του συγκεκριμένου χώρου, 1/3 από τους εργαζόμενους καταναλωτές (Συνδικάτα, Αγροτικούς συλλόγους, Τοπική Αυτοδιοίκηση) και 1/3 από τους εκπροσώπους της εκλεγμένης κυβέρνησης. Οι αντιπρόσωποι αυτοί πρέπει να εκλέγονται με ετήσια θητεία, να είναι ανακλητοί από την γενική συνέλευση των εργαζόμενων της επιχείρησης και να αμείβονται με μισθό ίσο με αυτόν του ειδικευμένου εργάτη.

ζ) Κοινωνικοποίηση των εταιρειών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και απόδοσή του εξοπλισμού τους για ελεύθερη χρήση στις κάθε είδους ενώσεις των εργαζόμενων πολιτών. Η αισχρή προπαγάνδα των αστικών ΜΜΕ ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά, αποδεικνύει πόσο ζωτική είναι η υπόθεση της αφαίρεσης του ελέγχου της ενημέρωσης από τα χέρια της άρχουσα τάξης.

η) Κοινωνικοποίηση της μεγάλης ιδιοκτησίας γης και οργάνωση μεγάλων σύγχρονων καλλιεργειών κρατικής ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης. Παροχή κινήτρων για την εθελοντική συνένωση των αγροτών μικροϊδιοκτητών σε συνεταιρισμούς υπό τον έλεγχο του κράτους και της κυβέρνησης, που θα πάρουν στα χέρια τους την προμήθεια πρώτων υλών, την επεξεργασία, συσκευασία και διάθεση των προϊόντων τους για κατανάλωση, χωρίς μεσάζοντες.

η) Για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η Κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλει, παίρνοντας υπόψη το μέγεθος τους, να τις κοινωνικοποιεί σιγά – σιγά. Η μικρή ιδιοκτησία δεν πρέπει να απαλλοτριωθεί και οι μικροϊδιοκτήτες που δεν εκμεταλλεύονται ξένη εργασία δεν πρέπει καθόλου να υποστούν βία. Οι μικροϊδιοκτήτες θα τραβηχτούν σιγά-σιγά στη σφαίρα της κοινωνικοποιημένης οικονομίας από το παράδειγμα και την πράξη που θα δείχνουν την υπεροχή της. Η Κυβέρνηση πρέπει να τους παράσχει κίνητρα για τη συνένωση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων τους σε μεγαλύτερες μονάδες, για τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό τους υπό τον έλεγχο του κράτους και της κυβέρνησης.

8) Κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο

Η κρίση και η παραγωγική αδυναμία του ελληνικού καπιταλισμού αντανακλάται στο μεγάλο έλλειμμα του εμπορικού της ισοζυγίου. Σήμερα η «ψαλίδα» ανάμεσα στις εξαγωγές και τις εισαγωγές είναι μεγάλη, παρότι η εισαγωγές λόγω της μεγάλης ύφεσης μειώνονται. Έτσι με βάση στοιχεία της «Τράπεζας της Ελλάδας», η Ελλάδα το 2011 εισήγαγε αγαθά αξίας 54,3 δις ευρώ και εξήγαγε αγαθά αξίας 25,7 δις ευρώ.

Η επιδείνωση της κατάστασης του ελληνικού καπιταλισμού αντανακλάται στο γεγονός ότι ενώ το 1980 η χώρα είχε εμπορικό έλλειμμα μόλις 5,2 δις, τώρα αυτό προσεγγίζει τα 30 δις ευρώ και έχει μετατραπεί σε μια χώρα που εισάγει τα πάντα, ακόμα και αυτά που κατέχει σε αφθονία, όπως το ελαιόλαδο ή τα εσπεριδοειδή. Μάλιστα το 1980 η Ελλάδα είχε πλεόνασμα 10 εκατ. ευρώ στο γεωργικό ισοζύγιο και το 2008 στο τέλος μιας πολύχρονης περιόδου ανάπτυξης, έφθασε να έχει έλλειμμα 3 δισ. ευρώ.

Ο παραλογισμός της αναρχίας της καπιταλιστικής αγοράς και ο παρασιτισμός της ελληνικής άρχουσας τάξης αντανακλώνται σε ορισμένα αποκαλυπτικά παραδείγματα, που υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη για την εγκαθίδρυση μιας κοινωνικοποιημένης σχεδιασμένης οικονομίας στη χώρα.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της ΠΑΣΕΓΕΣ, το ποσοστό αυτάρκειας της Ελλάδας σε μια σειρά βασικών αγροτικών, διατροφικών προϊόντων φυτικής και ζωικής παραγωγής διαμορφωνόταν το 2010 κατά μέσο όρο στο 94%. Εξαιτίας όμως της καπιταλιστικής αναρχίας, το 40% των διατροφικών αναγκών της χώρας καλύπτεται από εισαγωγές. Η Ελλάδα έχει φθάσει να εισάγει κρεμμύδια από την Ινδία, πορτοκάλια από την Ν. Αφρική, φασόλια από την Κίνα και πατάτες από την Αίγυπτο. Την ίδια ώρα που μειώθηκε η παραγωγή ζαχαρότευτλων και έκλεισε η βιομηχανία παραγωγής ζάχαρης, η χώρα εισάγει ετησίως 200.000 τόνους ζάχαρη.

Η Ελλάδα παρόλα αυτά, διαθέτει σημαντικό φυσικό και ορυκτό πλούτο και έχει έναν υψηλό δείκτη μόρφωσης και εξειδίκευσης, σε σχεδόν όλους τους τομείς της οικονομίας. Στο πλαίσιο μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας, θα μπορούσε να αναπτύξει με σχετικά γοργούς ρυθμούς τη γεωργία και τη βιομηχανία, καρπωνόμενη σημαντικά οικονομικά ποσά που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις στην παραγωγή και την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και ταυτόχρονα, να τροφοδοτήσουν προγράμματα κοινωνικής πολιτικής.

Για να γίνουν τα αναγκαία βήματα σε αυτή την κατεύθυνση, η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να κοινωνικοποιήσει τις μεγάλες εξαγωγικές επιχειρήσεις και να επιβάλει το κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο. Το κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο είναι ένα μέτρο ζωτικής σημασίας για την διασφάλιση της σχεδιασμένης οικονομίας απέναντι στην απειλή της διείσδυσης και της κυριαρχίας του ξένου κεφαλαίου.

Η απαλλαγή από τα καπιταλιστικά υπερκέρδη και η σταδιακή αύξηση της παραγωγικότητας σαν αποτέλεσμα των ανώτερων μεθόδων της σχεδιασμένης οικονομίας, θα μπορέσει να κάνει τα ελληνικά προϊόντα φθηνότερα και πιο ανταγωνιστικά στην παγκόσμια αγορά.

9) Νέο Σύνταγμα – νέα εξουσία

Η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν πρέπει να προσσεγγίζει το κράτος σα να είναι μια ουδέτερη κοινωνικά δύναμη, ένας «δημόσιος τομέας», μια «δημόσια διοίκηση». Πρέπει να το προσσεγγίζει σύμφωνα με τις ιστορικά επιβεβαιωμένες αντιλήψεις και αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού.

Το κράτος είναι ένα όργανο καταπίεσης της εργατικής τάξης και του λαού στα χέρια της άρχουσας τάξης. Η σημερινή μορφή πολιτεύματος, η σημερινή «δημοκρατία», είναι η αστική δημοκρατία, που αποτελεί τον καλύτερο δυνατό τρόπο διακυβέρνησης και κυριαρχίας για την αστική τάξη στους δοσμένους ταξικούς συσχετισμούς. Όποιος μιλάει για δημοκρατία γενικά, χωρίς ταξικό προσδιορισμό στην πράξη κοροϊδεύει τους εργαζόμενους.

Η ουσία της αστικής δημοκρατίας βρίσκεται σε μια καθαρά τυπική αναγνώριση δικαιωμάτων και ελευθεριών, που όμως είναι απρόσιτες στις πλατιές λαϊκές μάζες, λόγω της έλλειψης υλικών μέσων, ενώ η άρχουσα τάξη χρησιμοποιώντας τα υλικά της μέσα μπορεί να λέει ψέματα στο λαό και να τον εξαπατάει. Με το κοινοβουλευτικό της σύστημα, η αστική δημοκρατία μόνο στα λόγια δίνει την εξουσία στο λαό. Οι οργανώσεις του λαού είναι εντελώς παραμερισμένες από την πραγματική εξουσία και την πραγματική διοίκηση της χώρας. Η αστική δημοκρατία και ο κοινοβουλευτισμός με την ανεξαρτησία της νομοθετικής από την εκτελεστική εξουσία και την ανυπαρξία του δικαιώματος ανάκλησης των βουλευτών, καταλήγουν στο να διαχωρίζουν πλήρως τις μάζες από το κράτος.

Η σημερινή αστική δημοκρατία δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί χωρίς να αλλάξει η ταξική της ουσία. Ο εργαζόμενος λαός δεν μπορεί να κατακτήσει μια δημοκρατία που θα προωθεί και θα προασπίζει τα δικά του συμφέροντα, χωρίς να αντικαταστήσει την σημερινή καπιταλιστική δημοκρατία με την σοσιαλιστική δημοκρατία των εργαζομένων.

Η άνοδος της Αριστεράς στην κυβέρνηση δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια απλή αλλαγή προσώπων στα υπουργεία, αλλά πρέπει να καταργήσει τον αστικό κρατικό μηχανισμό και να επανιδρύσει τη νέα εξουσία των εργαζόμενων.

Για να θεμελιώσει η κυβέρνηση της Αριστεράς αυτή τη νέα εξουσία, πρέπει να πάρει τα ακόλουθα βασικά μέτρα:

α) Να ανοίξει αμέσως στο λαό τη συζήτηση για την συντομότερη δυνατή ψήφιση ενός νέου Συντάγματος που θα κατοχυρώνει:

  • σαν οικονομικό καθεστώς την κοινωνικοποιημένη, δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομία

  • σαν πολίτευμα την εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία

  • την υποχρέωση των λαϊκών αντιπροσώπων να δίνουν τακτικό απολογισμό στους εκλογείς και το δικαίωμα ανάκλησής τους από το εκλογικό τους σώμα ανά πάσα στιγμή,

  • τη συγχώνευση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας σε ένα εκλεγμένο και ανακλητό ανώτερο συμβούλιο του εργαζόμενου λαού, που θα ψηφίζει νόμους και θα δουλεύει για τη εφαρμογή τους.

  • εκλογή αυτού του σώματος σε διετή θητεία, στη βάση του καθολικού εκλογικού δικαιώματος και του πολυκομματισμού, με ένα εκλογικό σύστημα που θα προβλέπει αυξημένη εκπροσώπηση για περιφέρειες με εργατική σύνθεση και θα συμπεριλαμβάνει εκλεγμένους και ανακλητούς εκπροσώπους των εργατών από όλους τους βασικούς βιομηχανικούς κλάδους.

  • πραγματική Τοπική Αυτοδιοίκηση μέσα από την πέρασμα της εξουσίας των δημοτικών αρχών στα ανά διετία εκλεγμένα με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα λαϊκά συμβούλια, που θα τα συναποτελούν εκπρόσωποι των συνοικιών και των εργαζόμενων από τις κατά τόπους παραγωγικές και οικονομικές μονάδες.

β) Τη συνολική αναμόρφωση του στρατού με τα ακόλουθα μέτρα:

  • Πλήρη συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα για όλους τους στρατευμένους και τους κατώτερους αξιωματικούς.

  • Οι εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές στρατιωτών και κατώτερων αξιωματικών πρέπει να αποφασίζουν όλα τα ζητήματα που αφορούν τη μονάδα.

  • Εκλογή και δικαίωμα ανάκλησης όλων των αξιωματικών από τους στρατιώτες. Μέτρα βελτίωσης της ζωής στις μονάδες (υγιεινή, διατροφή, επαρκείς άδειες) και αύξηση του μισθού του φαντάρου στο ύψος του επιδόματος ανεργίας.

  • Επαρκής εκπαίδευση στα όπλα καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας.

  • Όχι στον επαγγελματικό στρατό.

  • Θητεία με εκπαίδευση στα όπλα όλου του εργαζόμενου λαού, σαν εγγύηση για την προάσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεών του.

  • Αμοιβή όλων των αξιωματικών με το μισθό ενός ειδικευμένου εργάτη.

  • Πλαισίωση του στρατού από στρατιωτικά αποσπάσματα των εργατικών οργανώσεων που θα εκπαιδευτούν στα στρατόπεδα με έξοδα του κράτους.

γ) Τη ριζική αναμόρφωση των σωμάτων ασφαλείας:

  • Κατάργηση όλων των σημερινών ειδικών δυνάμεων καταστολής και αστυνόμευσης των λαϊκών αγώνων.

  • Απαγόρευση παρουσίας των σωμάτων ασφαλείας στους χώρους στους οποίους διεξάγεται πολιτική και συνδικαλιστική δραστηριότητα και επέκταση ασύλου σε όλους τους εκπαιδευτικούς και εργασιακούς χώρους.

  • Κατάργηση του αυτοδιοίκητου των σωμάτων ασφαλείας. Υπαγωγή τους στον έλεγχο των μαζικών οργανώσεων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας και μετατροπή τους σε πολιτοφυλακές, με εκ περιτροπή συμμετοχή σε αυτές επίλεκτων μελών των μαζικών εργατικών οργανώσεων και της νεολαίας. Καθορισμός του προγράμματος εκπαίδευσής τους από εκλεγμένης επιτροπή εκπροσώπων από τις μαζικές οργανώσεις.

δ) Ριζικές αλλαγές στη δικαστική εξουσία:

  • Κατάργηση των προνομίων και των αμοιβών των δικαστών, αμοιβές στο ύψος ενός ειδικευμένου εργάτη.

  • Εκλογή των δικαστών απευθείας από το λαό.

  • Εφαρμογή ενός προγράμματος μαζικής λαϊκής επιμόρφωσης πάνω σε ένα αναμορφωμένο και εκσυγχρονισμένο Δίκαιο σύμφωνα με τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού.

ε) Δομικές αλλαγές στη λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών και οργανισμών:

  • σε όλες τις κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς διοίκηση από εκλεγμένα και ανακλητά όργανα που θα αποτελούνται από εκπροσώπους των μαζικών συνδικαλιστικών οργανώσεων της εργατικής τάξης, της εκλεγμένης κυβέρνησης και των ίδιων των υπαλλήλων αυτών των υπηρεσιών και οργανισμών.

  • Ο μισθός των δημοσίων υπαλλήλων να είναι συνδεδεμένος με το μισθό του βιομηχανικού εργάτη.

10) Όχι «εξωτερική», αλλά διεθνιστική πολιτική – Για τις ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης!

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να πολιτευθεί στο διεθνές πεδίο ριζικά διαφορετικά από τις ως σήμερα συντηρητικές, αστικές ελληνικές κυβερνήσεις. Η αρχή της νέας «εξωτερικής» πολιτικής της χώρας πρέπει να είναι η αντίληψη ότι ο πιο πιστός σύμμαχος της επαναστατικής Ελλάδας είναι οι ίδιοι εργαζόμενοι παγκόσμια, ανεξάρτητα από χώρα και φυλή. Στην πολιτική της πρέπει να αντανακλάται η ενεργή επιδίωξη το επαναστατικό σοσιαλιστικό παράδειγμα της Ελλάδας να επεκταθεί και να κερδίσει έδαφος μέσα από την πάλη των εργαζόμενων στα Βαλκάνια, την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο. Πρέπει να πάρει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα στέλνουν ένα επαναστατικό μήνυμα διεθνιστικού αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και αντίστασης στον ιμπεριαλισμό σε διεθνές επίπεδο.

Τα άμεσα μέτρα και οι άμεσες πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης της Αριστεράς για μια τέτοια διεθνιστική πολιτική πρέπει να είναι τα ακόλουθα:

α) Αποχώρηση από το ΝΑΤΟ και διώξιμο των αμερικάνικων βάσεων από τη χώρα. Το ΝΑΤΟ δεν είναι ένας απλός στρατιωτικός μηχανισμός. Είναι η στρατιωτική έκφραση του καπιταλισμού της εποχής των μονοπωλίων, δηλαδή του ιμπεριαλισμού. Είναι ένα σύμπλεγμα διοικητικών και πολιτικών θεσμών, που δεμένοι με χιλιάδες νήματα με τους ντόπιους μηχανισμούς της αστικής τάξης, σκοπό έχουν τη συντριβή του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς και την υπεράσπιση του καπιταλισμού. Η έξοδος από το ΝΑΤΟ δεν είναι μόνο ζήτημα αρχής. Είναι ζήτημα που έχει να κάνει με την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων της εργατικής τάξης και της επαναστατικής της πορείας. Παραμονή στο ΝΑΤΟ σημαίνει παροχή χρόνου από την Κυβέρνηση της Αριστεράς για την προετοιμασία αντεπαναστατικών υπονομευτικών ενεργειών και πραξικοπημάτων εναντίον της.

β) Ανοιχτή έκκληση σε όλους τους ευρωπαίους εργαζόμενους για κοινό αγώνα ενάντια στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Η εφαρμογή του προγράμματος ανατροπής του καπιταλισμού συνεπάγεται αυτονόητα τη σύγκρουση με την καπιταλιστική ΕΕ και τους θεσμούς της και αναπόφευκτα, την έξοδο από αυτή.

Σε κάθε της βήμα η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να βροντοφωνάζει στους λαούς ότι στόχος της δεν είναι η αντιδραστική εθνική απομόνωση. Η «οικοδόμηση του σοσιαλισμού μόνο μέσα στα όρια της Ελλάδας» είναι μια αντιδραστική ουτοπία. Ο σοσιαλισμός είναι ένα σύστημα κοινωνικής και οικονομικής αρμονίας και ευημερίας. Σε συνθήκες πλήρους ανάπτυξης και κυριαρχίας της παγκόσμιας αγοράς, όπου έχει δημιουργηθεί αντικειμενικά ένας ανεπτυγμένος διεθνής καταμερισμός εργασίας, ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να οικοδομηθεί με τις παραγωγικές δυνάμεις μιας μόνης χώρας. Για τη στέρεη οικοδόμησή του σοσιαλισμού απαιτείται η συνένωση των παραγωγικών δυνάμεων πολλών μαζί αναπτυγμένων χωρών.

Αυτό που αποδεικνύει η παρούσα βαθειά κρίση στην Ευρωζώνη, είναι ότι ο καπιταλισμός εξαιτίας των αντιφάσεων και των τρομερών ανταγωνισμών που αναπτύσσονται στους κόλπους του είναι οργανικά ανίκανος να φέρει σε πέρας την ιστορικά προοδευτική διαδικασία ενοποίησης της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η μόνη δύναμη που μπορεί να επιτελέσει αυτό το καθήκον είναι η ευρωπαϊκή εργατική τάξη, κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει υπομονετικά και δραστήρια να υπερασπίσει και να προωθήσει την υπόθεση της Ευρώπης των εργαζόμενων! Μιας αδελφωμένης Ευρώπης, που πρέπει να θεσμοθετήσει νέες Συνθήκες, ικανές να εγγυώνται όχι απλά μια ένωση διακίνησης εμπορευμάτων και ένα κοινό νόμισμα, αλλά έναν κοινό σχεδιασμό των παραγωγικών δυνάμεων για το αμοιβαίο όφελος των ευρωπαϊκών λαών. Να παλέψει και να εργαστεί διεθνώς για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης!

Στο πλαίσιο αυτού του αγώνα η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να διοργανώσει διεθνή συνέδρια για τον συντονισμό του κοινού αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό στα Βαλκάνια και την Ευρώπη και να λάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για την ίδρυση από τις μαζικές εργατικές οργανώσεις και κόμματα ολόκληρου του κόσμου, μιας νέας μαζικής εργατικής Διεθνούς!

{fcomment}

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα