Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΘεωρία - ΙστορίαΗ επέτειος των 50 χρόνων Μεταπολίτευσης και το ΚΚΕ - Μέρος 2ο

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η επέτειος των 50 χρόνων Μεταπολίτευσης και το ΚΚΕ – Μέρος 2ο

Το δεύτερο μέρος κριτικής πάνω στη διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 50 χρόνια Μεταπολίτευσης.

Η παρουσίαση στη «Διακήρυξης της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 50 χρόνια από την επαναφορά της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» της κατάρρευσης της Χούντας υπό το βάρος της προεπαναστατικής περιόδου που άνοιξε η εξέγερση του Πολυτεχνείου ως μια συντεταγμένη αλλαγή φρουράς στις κορυφές του αστικού καθεστώτος, πηγάζει από μια γενικότερη τάση του κειμένου να υποβαθμίσει τον ρόλο της εισόδου των εργατικών μαζών στο προσκήνιο.

Αυτή την τάση τη βλέπουμε και στην ενότητα με τίτλο «Ο χαρακτήρας της δικτατορίας», όπου η Διακήρυξη μιλώντας για την αιτία της επιβολής της δικτατορίας το 1967 δεν κάνει ούτε μία αναφορά στο εκπληκτικό μαζικό κίνημα που αναπτύχθηκε από την εργατική τάξη και τη νεολαία μέσα στη δεκαετία του 1960, με αποκορύφωμα τα «Ιουλιανά» του 1965 και το οποίο τρομοκράτησε την ελληνική άρχουσα τάξη και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Η ανάγκη τους να συντρίψουν αυτό το μαζικό κίνημα (το οποίο έθετε αντικειμενικά το ζήτημα της εξουσίας, παρά την εκτονωτική υπονόμευση της επαναστατικής του δυναμικής από την πολιτική των σταλινικών ηγετών της ΕΔΑ και της ηγεσίας της αριστεράς της Ένωσης Κέντρου), ήταν ο βασικός λόγος που επέβαλε την επιλογή τους να επιβάλουν τη δικτατορία.

Αντί για μια τέτοια ξεκάθαρη ταξικά και πολιτικά ερμηνεία, στη Διακήρυξη διαβάζουμε ότι η δικτατορία ήταν προέκταση της μετεμφυλιακής «σταθεροποίησης της καπιταλιστικής εξουσίας», αλλά και καρπός «ενδοαστικών αντιθέσεων» οι οποίες «αφορούσαν τις ισορροπίες δυνάμεων εντός του καπιταλιστικού κράτους, την εξωτερική πολιτική και τη δυνατότητα του αστικού πολιτικού συστήματος να λειτουργεί αποτελεσματικά στη χειραγώγηση και τελικά στην ενσωμάτωση των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων».

Ακόμα χειρότερα, η Διακήρυξη φτάνει στο σημείο να ανακαλύψει εκσυγχρονιστικά κίνητρα έναντι του αστικού καθεστώτος από την πλευρά των δικτατόρων αναφέροντας ότι «η δικτατορία των συνταγματαρχών αποτέλεσε μια προσπάθεια επίλυσης των αδιεξόδων του αστικού πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, με την κατάλυση της αναχρονιστικής διατήρησης δύο κέντρων εκτελεστικής εξουσίας, του βασιλιά που ήταν και αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και της αστικής κυβέρνησης»! Έτσι, η αρχι-αντιδραστικών κινήτρων επιτυχημένη απόπειρα των συνταγματαρχών να επιβάλουν για λογαριασμό της ελληνικής άρχουσας τάξης και του προστάτη της αμερικάνικου ιμπεριαλισμού ένα διεφθαρμένο, αυταρχικό και χωρίς στοιχειώδη βάση υποστήριξης στην ελληνική κοινωνία καθεστώς, βαφτίζεται προσπάθεια κατάλυσης του αναχρονιστικού μοντέλου διακυβέρνησης του αστικού καθεστώτος!

Η υποτίμηση του καθοριστικού ρόλου του κινήματος των εργατικών μαζών στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα όπως η απόφαση για επιβολή της δικτατορίας και η κατάρρευσή της, πηγάζει από την ανάγκη της ηγεσίας του ΚΚΕ να βγει από το «κάδρο» ο ίδιος ο ολέθριος ρόλος που διαδραμάτισε ο ελληνικός σταλινισμός ως εμπόδιο σε αυτό το κίνημα.

Σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα το μαζικό κίνημα της δεκ. του 1960, η άρνηση από την πλευρά του ελληνικού σταλινισμού να του δώσει επαναστατική έκφραση και προοπτική, αποκοιμίζοντάς το με δημοκρατικές ψευδαισθήσεις, διευκόλυνε το κατασταλτικό έργο των συνταγματαρχών, οι οποίοι το έπιασαν στον ύπνο και το αποκεφάλισαν, φυλακίζοντας και εξορίζοντας την πρωτοπορία του. Έτσι, η ηγεσία του ΚΚΕ για να κρύψει τις ευθύνες του πολιτικού της ρεύματος για τη συντριβή αυτού του κινήματος, ουσιαστικά κρύβει το μεγάλο ιστορικό ειδικό του βάρος πίσω από την «κουίντα» κάποιων αόριστων «ενδοαστικών αντιθέσεων» και κάποιων αξιοθρήνητων εφευρημάτων για κίνητρα «κατάλυσης» αναχρονιστικών μοντέλων διακυβέρνησης.

Από τη Διακήρυξη απουσιάζει ένα ακόμα στοιχείο, που κάθε άλλο παρά λεπτομέρεια αποτελεί: η αναφορά στα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και τα συνεπαγόμενα από αυτά, Νατοϊκά σχέδια, ως καθοριστικό παράγοντα, τόσο για την ίδια την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου, όσο και τα γεγονότα της Κύπρου που στάθηκαν καταλυτικά για την έναρξη της Μεταπολίτευσης.

Γράφεται λοιπόν καταρχάς, ότι η «σταθεροποίηση» στο αστικό καθεστώς όπως προέκυψε «μετά από την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας» είχε πραγματοποιηθεί σε «συμμαχία της ελληνικής αστικής τάξης και των πολιτικών της δυνάμεων με τον βρετανικό και στη συνέχεια με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό». Δηλαδή η υπαρξιακή, εθελοντική και ιδιοτελής σχέση δουλικής υποταγής της ελληνικής άρχουσας τάξης στον αγγλικό, και αργότερα στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, εμφανίζεται απλώς σαν μια «συμμαχία».

Αλλά η λέξη «συμμαχία» κρύβει την ουσία του ζητήματος, γιατί δεν απαντά στο κρίσιμο ερώτημα ποιος ήταν το αληθινό αφεντικό σε αυτή τη σχέση, και κατ’ επέκταση, δεν βοηθά να γίνει κατανοητό το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι χωρίς τη χρηματοδότηση και τα όπλα του ξένου «συμμάχου», πιθανότατα η «σταθεροποίηση» στο ελληνικό αστικό καθεστώς να μην ήταν ποτέ δυνατό να επιτευχθεί (παρά, ασφαλώς, τη συστηματικά θετική συμβολή της πολιτικής του ελληνικού σταλινισμού στην υπόθεση αυτής της «σταθεροποίησης»).

Ο Παπαδόπουλος σε κυνήγι με τον πράκτορα της CIA Τζων Φατσέα

Το αφεντικό «αμερικάνικος ιμπεριαλισμός» αδιαμφισβήτητα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ίδια την επιβολή της δικτατορίας, αφού σύμφωνα με όλες τις στοιχειωδώς αξιόπιστες σχετικές μαρτυρίες και ιστορικές πηγές, συμπεριλαμβανομένων συγγραφέων φιλικών στις ΗΠΑ όπως ο διευθυντής της «Καθημερινής» Αλέξης Παπαχελάς (βλ. «Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας», Εστία, Αθήνα, 2000) εξέθρεψε, εκπαίδευσε και ενθάρρυνε τους πραξικοπηματίες του 1967. Όμως η Διακήρυξη υπολείπεται σε αναγνώριση αυτής της ιστορικής πραγματικότητας, ακόμα και σε σύγκριση με τις πιο καθεστωτικές ιστορικές πηγές. Περιορίζεται να αναφέρει ότι η «ομάδα των πραξικοπηματιών είχε εκκολαφτεί στο πλαίσιο των μηχανισμών του μεταπολεμικού κράτους και του αστικού στρατού, αλλά και του ΝΑΤΟ..». Και όσοι βιαστούν εδώ να νομίσουν πώς αυτή η «εκκόλαψη» σήμαινε σχέσεις εθελοντικής υποταγής και εκτελεστικού οργάνου, διαψεύδονται, καθώς στη συνέχεια του κείμενου διευκρινίζεται ότι η ομάδα των χουντικών απλώς «διέθετε διασυνδέσεις (!) με τις εγχώριες και ξένες μυστικές υπηρεσίες και ειδικότερα με αυτές των ΗΠΑ».

Στην ίδια λογική της παρουσίασης ενός αποστασιοποιημένου ρόλου για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό κινείται η Διακήρυξη και σε σχέση με το γεγονός-καταλύτη για την έναρξη της Μεταπολίτευσης, δηλαδή το πραξικόπημα στην Κύπρο, το οποίο έδωσε το πάτημα για την τουρκική εισβολή.

Έτσι, στην ενότητα «Η αρχή του τέλους της δικτατορίας» διαβάζουμε: «Είχε προηγηθεί το αποτυχημένο πραξικόπημα της δικτατορίας εναντίον του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, η τουρκική εισβολή που το ακολούθησε και η εκτίμηση των τεσσάρων επικεφαλής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων ότι η Ελλάδα, παρά τη γενική επιστράτευση, δεν ήταν σε θέση να κηρύξει τον πόλεμο στην Τουρκία …Η χούντα αποδέχτηκε τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ για κατάπαυση πυρός στην Κύπρο και στις 23 Ιούλη ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσινγκερ μίλησε για επικείμενη πολιτική μεταβολή στην Ελλάδα…».

Εδώ οι ΗΠΑ εμφανίζονται από τη Διακήρυξη να διαμεσολαβούν για την κατάπαυση του πυρός, χωρίς όμως να συνδέονται άμεσα με την ευθύνη του πραξικοπήματος που οδήγησε στην τουρκική εισβολή, το οποίο αναφέρεται απλώς ως «πραξικόπημα της δικτατορίας». Αλλά η ιστορική αλήθεια είναι ότι το πραξικόπημα αυτό, ήταν κατά κύριο λόγο ένα πραξικόπημα του ΝΑΤΟ και όχι του ίδιου του Ιωαννίδη. Υπηρετούσε ένα γενικότερο, υπαρκτό επί χρόνια σχέδιο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για τη διχοτόμηση της Κύπρου. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός δεν επιθυμούσε ποτέ την Κύπρο ενιαία και ανεξάρτητη, επειδή φοβόταν την επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης και ήθελε το νησί να αποτελεί ένα ΝΑΤΟϊκό προγεφύρωμα για τον έλεγχο της Μ. Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.

Στο πλαίσιο αυτού του γενικού σχεδίου, ήδη από το 1958 το ΝΑΤΟ είχε συστήσει στην ελληνική κυβέρνηση να δεχθεί το Σχέδιο Μακμίλαν (Βρετανός πρωθυπουργός) που το Γραφείο Αποικιών της Βρετανίας είχε ονομάσει «προ-διχοτόμηση» της Κύπρου. Και το 1964, η προωθούμενη διχοτόμηση πήρε τη μορφή των δύο Σχεδίων Άτσεσον (υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ), τα οποία προέβλεπαν ένωση με την Ελλάδα, αλλά και παραχώρηση 5% του εδάφους της Κύπρου στην Τουρκία.

Η κυβέρνηση του Μακάριου και το μεγάλο τμήμα της ελληνοκυπριακής αστικής τάξης που εκπροσωπούσε, υπεράσπιζε την κρατική ανεξαρτησία της Κύπρου σαν μέσο για να διασφαλίσει την δική της οικονομική κυριαρχία στο νησί και έτσι απέρριπτε αυτά τα σχέδια. Γι’ αυτό, πριν ακόμα από την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός μέσω της εθελόδουλης ελληνικής άρχουσας τάξης, απεργαζόταν την οργάνωση πραξικοπήματος και την ανατροπή του Μακαρίου (βλ. Σχέδια λύσης του Κυπριακού 1948-1978, Νίκος Χριστοδουλίδης, Νίκος (2009, Καστανιώτης). Θα αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο το απόρρητο τηλεγράφημα (477) το οποίο απέστειλε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζ. Μπολ στις 22 Αυγούστου 1964 στον Ντιν Άτσεσον που ανέφερε τα ακόλουθα: «Το αρχηγείο της CAS μας ενημέρωσε ότι ο ελληνικός στρατός διαθέτει την ισχύ στο νησί για να κανονίσει τον Μακάριο, αν δοθεί η εντολή…» (Πόρισμα της Κυπριακής Βουλής, στο Βουλή των Ελλήνων, Φάκελος Κύπρου: Τα Πορίσματα, τόμ. Α΄, σελ. 281, Αθήνα-Λευκωσία, 2018).

Κι όπως είναι πλέον γνωστό, στη διάρκεια της δικτατορίας υπήρξαν απόπειρες δολοφονίας του Μακάριου και σχέδια για την ανατροπή του. Όλα αυτά, έχουν αποδειχθεί πλέον επαρκώς, από τη διεξοδική έρευνα που διεξήγαγε η κυπριακή Βουλή και το σχετικό της πόρισμα, αλλά και από την (προκλητικά αργοπορημένη, τμηματική, αλλά εύγλωττη) δημοσιοποίηση από την ελληνική Βουλή ορισμένων τόμων από τον λεγόμενο Φάκελο της Κύπρου (μέχρι σήμερα 13 από τους 139 συνολικά τόμους).

Η Χούντα του Ιωαννίδη στις 15 Ιουλίου 1974 έθεσε (για μία ακόμα φορά) σε εφαρμογή τα παλιά Νατοϊκά σχέδια. Σύμφωνα με το πόρισμα της έρευνας της κυπριακής Βουλής, η απόφαση για το πραξικόπημα, λήφθηκε τον Απρίλη του 1974 και στη σχετική σύσκεψη (Ιωαννίδης, Ανδρουτσόπουλος, Γκιζίκης, Μπονάνος) κυριάρχησαν οι διαβεβαιώσεις του Ιωαννίδη ότι έχει την έγκριση της CIA. Την ύπαρξη αυτών των διαβεβαιώσεων επιβεβαίωσαν στην Εξεταστική επιτροπή της ελλαδικής Βουλής την περίοδο 1986-1988 (Βουλή, Φάκελος Κύπρου, Τόμος Α’) και ο Γκιζίκης, αλλά και αρκετοί άλλοι χουντικοί (Γεωργίτσης, Κομπόκης, Παλαΐνης, Πηλιχός κλπ.), ενώ ο Ε. Αβέρωφ τις είχε αναφέρει σε έκθεσή του προς τον Κ. Καραμανλή

Στην ίδια πηγή (Φάκελος Κύπρου, Τόμος Α’) αναφέρεται ότι «από την 17/4/75 έκθεση του Αρχηγού του Ναυτικού Αραπάκη προς τον τότε Πρωθυπουργό Καραμανλή, προκύπτει ότι ο Ιωαννίδης, όταν ανεχώρησε για να εκτίσει την 6μηνη αργία που του επιβλήθηκε από την Κυβέρνηση, είπε στον Αραπάκη: “…Κύριε Αρχηγέ, όταν κάποτε πληροφορηθείτε τα εις χείρας μου στοιχεία και τας ενθαρρύνσεις (σ.σ: ο τονισμός είναι δικός μας) ας είχον θα με δικαιολογήσετε…”. Και ο Αραπάκης προσθέτει ότι η φράση αυτή αφορούσε το πραξικόπημα στην Κύπρο». Στην ίδια πηγή αναφέρεται πως από την κατάθεση που έδωσε στις 29/6/1975 ο κατά το 1974 πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Χ. Τάσκα σε επιτροπή του Κογκρέσου, προκύπτει ότι ο Ιωαννίδης διατηρούσε τακτική επαφή με τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα.

Τέλος, στην ίδια πηγή παρατίθεται απόσπασμα από συνέντευξη του τέως υφ. Οικονομικών (1969-1973) του Νίξον, Ευγένιου Ρωσσίδη στην Καθημερινή (26/7/1987), όπου αποκαλύπτεται ότι α) την επομένη του πραξικοπήματος ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Λευκωσία ήρθε, ύστερα από εντολή του Κίσιγκερ, σε επαφή με εκπρόσωπο της χουντικής κυβέρνησης Σαμψών, και β) ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε επίσημα στον Τύπο ότι οι ΗΠΑ «κλίνουν» υπέρ της αναγνώρισης της κυβέρνησης Σαμψών. Στην ίδια πηγή παρατίθεται απόσπασμα από συνέντευξη του τέως υφ. Οικονομικών (1969-1973) του Νίξον, Ευγένιου Ρωσσίδη στην Καθημερινή (26/7/1987), όπου αποκαλύπτεται ότι α) την επομένη του πραξικοπήματος ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Λευκωσία ήρθε, ύστερα από εντολή του Κίσιγκερ, σε επαφή με εκπρόσωπο της χουντικής κυβέρνησης Σαμψών, και β) ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε επίσημα στον Τύπο ότι οι ΗΠΑ «κλίνουν» υπέρ της αναγνώρισης της κυβέρνησης Σαμψών.

Και το πόρισμα της πλειοψηφίας της Εξεταστικής επιτροπής του 1986-88 δεν αφήνει περιθώρια για το τι αποδεικνύουν όλα αυτά: «Από όλα τα παραπάνω στοιχεία κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας της Επιτροπής σαφώς τεκμαίρεται, ότι οι ΗΠΑ συμμετείχαν ενεργά στη λήψη της απόφασης για ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, διαβεβαιώνοντας τον Ιωαννίδη ότι δεν θα επενέβαινε η Τουρκία και ότι γι’ αυτές θα ήταν επιθυμητή η απομάκρυνση του Μακαρίου από την Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας..».

Αρκετά χρόνια μετά, αποχαρακτηρισμένα έγγραφα πρακτικών σύσκεψης του Κίσινγκερ με τον υποστράτηγο Μπρεντ Σκόουκροφτ, αναπληρωτή βοηθό του προέδρου για θέματα Εθνικής Ασφάλειας, με ημερομηνία 13/8/1974, επιβεβαίωσαν περαιτέρω το πόρισμα. Εκεί αναφέρεται ότι ο Κίσινγκερ ξεστόμισε την ακόλουθη, περίφημη φράση: «Δεν υπάρχει κανένας λόγος, η Αμερική να μη δεχθεί να κατέχει η Τουρκία το 1/3 της Κύπρου» (https://history.state.gov/historicaldocuments).

Γιατί όμως συσκοτίζεται και υποβαθμίζεται από την ηγεσία του ΚΚΕ η σχέση εθελόδουλης εξάρτησης της Χούντας από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό; Η απόπειρα αυτή δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στη Διακήρυξη της ΚΕ για τη Μεταπολίτευση. Πρόκειται για μια γνώριμη τάση που παρατηρείται σε όλα τα κομματικά κείμενα τα τελευταία χρόνια σχετικά με τον ιστορικό ρόλο της ελληνικής αστικής τάξης γενικότερα, στο πλαίσιο της οποίας η ηγεσία του ΚΚΕ επιχειρεί να διογκώσει υπερβολικά τον υπαρκτό, ανεξάρτητο και (τοπικό) ιμπεριαλιστικό ρόλο της, έως του σημείου της πλήρους υποβάθμισης ή και εξαφάνισης κάθε σχέσης εξάρτησης και υποταγής της στους κυρίαρχους εκπροσώπους της ιμπεριαλιστικής Δύσης, όπως η Αγγλία και μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο οι ΗΠΑ.

Με αυτή τη μέθοδο, η ηγεσία του ΚΚΕ φαίνεται ότι θεωρεί πως θωρακίζει καλύτερα το κόμμα από την παλιά και (σωστά) αποκηρυγμένη πλέον από την ίδια, στρατηγική της συμμαχίας με τη «μη μονοπωλιακή αστική τάξη», η οποία για δεκαετίες, ως έκφραση της κυρίαρχης γραμμής του διεθνούς σταλινισμού υπεράσπιζε την ταξική συνεργασία με τμήματα του κεφαλαίου αναβάλλοντας την πάλη για την εργατική εξουσία και οδηγώντας την εργατική τάξη σε μεγάλες ήττες. Τώρα κάθε υπαρκτή σχέση εξάρτησης και υποταγής του ελληνικού κεφαλαίου στον ισχυρό δυτικό ιμπεριαλισμό αντικαθίσταται από κάποια φανταστική σχέση ισότιμης και ανεξάρτητης συνεργασίας και συμμαχίας. Αλλά έτσι, μαζί με τα «ξερά» (εφεύρεση ενός προοδευτικού τμήματος της αστικής τάξης) καίγονται και τα «χλωρά». Και όπου «χλωρά», εννοούμε τον προσδιορισμό της αληθινής θέσης και της πραγματικής ισχύος του ελληνικού κεφαλαίου στη διεθνή ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

Αυτό βέβαια πετυχαίνει, αντί για το φως μιας μαρξιστικής ερμηνείας να ρίξει το σκοτάδι της σύγχυσης πάνω σε ιστορικά γεγονότα, στα οποία ακόμα και ο πιο απαίδευτος πολιτικά άνθρωπος της εργατικής τάξης διακρίνει την καθοριστική επίδραση της ισχυρής, ξένης ιμπεριαλιστικής δύναμης. Όμως αν αυτός ο ρόλος, και στην προκειμένη περίπτωση ο ρόλος του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, αφαιρεθεί από το προσκήνιο, δεν μπορούν να κατανοηθούν καθόλου, όχι μόνο τα γεγονότα που μας οδήγησαν στη Μεταπολίτευση, όπως η απόπειρα ανατροπής και δολοφονίας του Μακαρίου από τη Χούντα, αλλά και το σύνολο των 50 χρόνων που ακολούθησαν.

Συνεχίζεται

Μέρος Α


Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα