Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΘεωρία - ΙστορίαΓιάννης Χατζηδήμου: μαρτυρίες από τους ταξικούς αγώνες του Μεσοπολέμου και της Κατοχής

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Γιάννης Χατζηδήμου: μαρτυρίες από τους ταξικούς αγώνες του Μεσοπολέμου και της Κατοχής

Εκτεταμένο απόσπασμα από συνέντευξη του αείμνηστου κομμουνιστή εργάτη Γιάννη Χατζηδήμου στον Νάσο Μπράτσο (από το βιβλίο του «Εργατικές Ιστορίες – Α’ Μέρος», 1998, εκδόσεις BUX).

Το κείμενο που ακολουθεί είναι εκτεταμένο απόσπασμα από συνέντευξη του αείμνηστου κομμουνιστή εργάτη Γιάννη Χατζηδήμου στον Νάσο Μπράτσο. Περιέχεται στο βιβλίο του Νάσου Μπράτσου με τίτλο «Εργατικές Ιστορίες – Α’ Μέρος» (1998, εκδόσεις BUX). Το δημοσιεύουμε με αφορμή την κυκλοφορία στα τέλη Μαρτίου από τις εκδόσεις μας («Μαρξιστική Φωνή») του βιβλίου «Εργατικές Ιστορίες – Β’ Μέρος», του ίδιου συγγραφέα. Ο Γιάννης Χατζηδήμου υπήρξε τσαγκάρης και μαχητικός κομμουνιστής συνδικαλιστής κατά τη δεκαετία του 1920 στη Θεσσαλονίκη. Στη δεκαετία του 1930, διετέλεσε γραμματέας της «Εργατικής Βοήθειας» και γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης (ΕΚΘ). Εξορίστηκε στην Ανάφη το 1936 επί δικτατορίας Μεταξά και υπήρξε αντάρτης του ΕΛΑΣ στη Χαλκιδική.

«Γεννήθηκα το 1910 στην Κεσσάνη της Ανατολικής Θράκης. Μείναμε πέντε παιδιά, χωρίς πατέρα, διότι πέθανε στις τούρκικες φυλακές της Αδριανούπολης, λόγω της συμμετοχής του σε εθνικοαπελευθερωτικές ομάδες. Πήγαμε πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη […] Άρχισα να μαθαίνω την τέχνη του υποδηματεργάτη, από μικρή ηλικία. Τότε ήταν χειροποίητη η κατασκευή. Πήγα λοιπόν σ’ ένα εργοστάσιο υποδημάτων για 7 μήνες, δεν πήρα χρήματα, λόγω της περιόδου μαθητείας. Μετά παίρναμε χρήματα ανάλογα και με τον αριθμό των παπουτσιών που κατασκευάζαμε. Να πω ότι ο κάλφας έπαιρνε τα 2/3 της αμοιβής για κάθε ζευγάρι.

Ο μάστορας στον οποίο πήγα, ήταν μέλος του ΚΚΕ, λεγόταν Γεώργιος Μακρόπουλος. Δουλεύαμε από τις 5 το πρωί μέχρι τις 10 – 12 το βράδυ, με το φως της λάμπας και δεν υπήρχε Κυριακή αργία… Τα σωματεία ήταν πολύ οργανωμένα, υπήρχαν εργοστασιακές επιτροπές και αναγνωρίζονταν από τους εργοδότες. Επειδή δεν δουλεύαμε με μισθό, αλλά με το κομμάτι, βρίσκαμε τον χρόνο, ώστε να γυρίσουν επιτροπές δικές μας μέσα στα εργοστάσια για διαφώτιση… Οι Εβραίοι ήταν πολύ οργανωμένοι και προοδευτικοί, μην ξεχνάμε ότι πρώτος σοσιαλιστής στη Θεσσαλονίκη ήταν ο Μπεναρόγια, που έπαιξε τεράστιο ρόλο στο εργατικό κίνημα, από το 1912, ήταν άλλωστε και ο πρώτος που εξορίστηκε από το ελληνικό κράτος. Αφού λοιπόν άρχισα τη δουλειά, σιγά – σιγά με προσηλύτισε ο μάστορας που προανέφερα, ο οποίος ήταν και υπεύθυνος της «Φωνής του εργάτη» (εφημερίδα του ΕΚΘ). Φυλακίστηκε αργότερα, όταν άρχισαν οι διώξεις του ΚΚΕ για τη θέση του για αυτονομία της Μακεδονίας.

Στο πολιτικό επίπεδο τώρα, είχαμε τον Πάγκαλο και μετά τους Κονδύλη – Παπαναστασίου. Στο κοινωνικό επίπεδο οι συνθήκες ζωής για τους πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη ήταν άθλιες (αντίσκηνα, υπόγεια κ.λπ.). Τα μεροκάματα ήταν χαμηλά. Βέβαια υπήρχαν κλάδοι καλοπληρωμένοι, όπως οι καπνεργάτες που ήταν περί τις 12.000 στη Θεσσαλονίκη και ήταν η εργατική αριστοκρατία της εποχής. Συνολικά, ο κλάδος είχε 50.000 και μια πολύ δυνατή ομοσπονδία. Οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης ήταν ευπρεπώς ντυμένοι, είχαν μπαστούνια αλλά και κόκκινο μαντηλάκι, ενώ οι πιο φανατικοί είχαν και την κονκάρδα του Λένιν στο πέτο.

Στα εργοστάσια γινόταν πολλή συζήτηση για την Οκτωβριανή Επανάσταση, η οποία είχε γίνει πρόσφατα. Οι εργαζόμενοι συζητούσαν και στο Εργατικό Κέντρο. Η νεολαία είχε έναν τεράστιο ενθουσιασμό για το εργατικό κίνημα, περίμεναν πότε θα σχολάσουν για να πάνε στο Εργατικό Κέντρo για συζητήσεις (όσοι δούλευαν λιγότερες ώρες, περίπου 8). Όταν αργότερα (το 1924) τα ελληνικά καπνά άρχισαν να συναγωνίζονται τα αμερικάνικα της Βιρτζίνια, φάνηκε η ποιότητα του καπνεργατικού κλάδου.

Οι απεργίες από το 1922 και μετά, δεν είχαν σταματημό… άρχισαν απεργίες σε άλλους κλάδους, τους αρτεργάτες, τους υποδηματεργάτες, του οικοδόμους. Όλα αυτά τα γεγονότα τα αντιμετωπίζαμε με ενθουσιασμό. Τέτοια πίστη είχε η νεολαία, που μίλαγε για τον Λένιν σαν να μίλαγε για τον Θεό […] Τότε δεν υπήρχε «καρέκλα» για τους συνδικαλιστές, έβαζαν πάνω από τον εαυτό τους, τα συμφέροντα των εργαζομένων. Στα 14 χρόνια μου, το 1924, έγινα μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας και το 1928 μέλος του κόμματος.

To 1928 το κόμμα με προώθησε, όχι ακριβώς σαν επαγγελματικό στέλεχος, ψίχουλα παίρναμε, ήμασταν επαγγελματίες επαναστάτες. Θυμάμαι πολλές απεργίες, ιδιαίτερα τις γενικές. Στην αρχή κατέβαιναν οι καπνεργάτες, το βαρύ μας πυροβολικό και μετά οι τροχιοδρομικοί, οι αρτεργάτες. Το 1928 στην μεγάλη απεργία, κλείστηκαν 1.000 εργάτες στα γραφεία του Εργατικού Κέντρου, στην οδό Αριστοτέλους και άρχισε να τους πολιορκεί και να τους πυροβολεί η αστυνομία. Μια βδομάδα κράτησε η πολιορκία και η αστυνομία έκοψε το νερό και το ρεύμα και όταν βγήκαν οι εργάτες, 40 από αυτούς οδηγήθηκαν στα δικαστήρια.

[….] Η Εργατική Βοήθεια ήταν ένα πολύ μαζικό σχήμα, που φρόντιζε τους φυλακισμένους και εξόριστους αγωνιστές και τις οικογένειες τους. Αργότερα την έβγαλαν κι αυτή στην παρανομία, τα δικαστήρια. Δούλευε κυρίως κατά συνοικία […] Στη δεκαετία του 1930, η κρίση του καπιταλισμού, επηρέασε και την Ελλάδα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τρίτης Διεθνούς, ήταν η τελευταία κρίση του καπιταλισμού κι έδωσε εντολή να ξεκινήσουν απεργίες μαχητικές, αλλά η εσφαλμένη γραμμή ήταν ότι μέναμε μόνο σ’ αυτό ξερά και μονότονα, ότι δηλαδή θα πέσει ο καπιταλισμός, υποβαθμίζοντας την ενασχόλησή μας με τα καθημερινά εργατικά προβλήματα, από τα οποία ξεκινούσαμε για να γενικεύσουμε.

Η κρίση αυτή κράτησε από το 1928 έως το 1933. Μια φασιστική παρακρατική οργάνωση, η «Εθνική Ένωσις Ελλάς» (3Ε), εξορμούσαν νύχτα στις συνοικίες των εργατών και στα σωματεία και πυροβολούσαν. Είχαν πλάτες από την αστυνομία. Θυμάμαι που ενώ συνεδρίαζα με άλλους εργάτες, γιατί μας ενημέρωνε ένας καπνεργάτης που μόλις είχε γυρίσει από επίσκεψη στη Ρωσία, εισέβαλαν 7 άτομα από τα 3Ε και μας πυροβόλησαν. Τραυματίστηκε ο Παπαδόπουλος, γιατί οι υπόλοιποι προλάβαμε και πέσαμε κάτω και οι σφαίρες βρήκαν τον τοίχο.’Ένα μήνα πριν είχαν πάει στο σωματείο των ναυτών, που στεγάζονταν αλλού, είχαν πάει και στο σωματείο των οικοδόμων, όπου πυροβόλησαν και σκότωσαν τον Σταμπουλίδη, τον γραμματέας τους.

[…] Αρχίσαμε και βάζαμε ειδικές φρουρές στα συνδικάτα. Οι επιδρομές είχαν γίνει σχεδόν καθημερινές, όχι μόνο από τα 3Ε, αλλά και από την ασφάλεια. Το 1933 γίνεται μια επιδρομή στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης και αμύνθηκαν περί τους 150 εργάτες. Έπεσαν νεκροί 7 εργάτες, αρκετοί τραυματίες από τους υποκόπανους και κάναμε μια συγκέντρωση στο Λευκό Πύργο, που ήταν πολύ μαζική.

Γραμματέας της Εργατικής Βοήθειας, ήμουν τότε εγώ […] Η 3Ε είχε κάψει τον εβραϊκό συνοικισμό του Κάμπελ, στον οποίο κατοικούσαν φτωχοί Εβραίοι. Πήγαν ένα βράδυ έριξαν πετρέλαιο και βάλαν φωτιά. Εμείς οι εργαζόμενοι είχαμε ιδιαίτερα αναπτυγμένο το διεθνιστικό κριτήριο. Δεν θέλαμε να ξέρουμε ποιός είναι ο Ρωμηός, ο Εβραίος ή ο Τούρκος, ή ο Βούλγαρος, όλοι ήμασταν ίσοι. Το 1936 στη γενική απεργία, τα 3Ε είχαν κινηθεί και πάλι εναντίον μας.

Το απεργιακό κίνημα το 1936 ξεκίνησε από τους καπνεργάτες, που διεκδικούσαν αυξήσεις, ασφάλιση, επικουρικό ταμείο και ελευθερίες (ήταν τότε που ο Μεταξάς ετοιμαζόταν για δικτατορία). Μέχρι τότε στην Ελλάδα δεν είχαν γίνει τέτοια γεγονότα. Πανεργατική απεργία και για τρεις μέρες κυριαρχούσε ο εργαζόμενος λαός. Σε συμπαράσταση οι επαγγελματίες έκλεισαν τα καταστήματα και ζητούσαν να ικανοποιηθούν τα αιτήματα μας. Είχαμε 9 νεκρούς από τις τελείως αδικαιολόγητες επιθέσεις της χωροφυλακής, όταν διαδηλώναμε για τα αιτήματά μας. Τότε αμέσως πυροβολούσαν οι χωροφύλακες ή μας χτυπούσαν με τους υποκόπανους.

Τα γεγονότα του ’36 συντάραξαν την Ελλάδα, μέχρι στρατό έφεραν – μια μεραρχία από τη Λάρισα – γιατί η αστυνομία ήταν κλεισμένη στα αστυνομικά τμήματα. Όμως ο στρατός πέρασε με το μέρος των απεργών. Ο ταγματάρχης Μαρινάκης αιχμαλωτίστηκε από την διαδήλωση που τον στεφάνωσε και στις νεκρώσιμες ομιλίες των θυμάτων, είπε ότι κι εγώ είμαι παιδί του λαού και δεν θα ’πρεπε να συμβούν αυτά τα γεγονότα.

Μετά ήρθε η δικτατορία του Μεταξά, που σε μια νύχτα συνέλαβε 30.000 κόσμο και εν συνεχεία έφτασαν τις 50.000. Ο Μεταξάς έβαλε δικούς του ανθρώπους, στα συνδικάτα σφραγίδες. Εμείς υπεστήκαμε τις διώξεις κι εγώ καταδικάστηκα σε 5 χρόνια φυλακή και 2 χρόνια εξορία στην Ανάφη. Εκεί κάναμε 22 ημέρες απεργία πείνας, τότε έχασα 22 οκάδες βάρος, γιατί τότε ο Κονδύλης είχε φέρει τον βασιλιά κι εμείς ζητούσαμε αμνηστία.

Καταφέραμε το 80% από τους περίπου 2.500 εξόριστους στα νησιά να απελευθερωθούν, έμειναν στην εξορία αυτοί που το καθεστώς θεωρούσε πιο επικίνδυνους, τα στελέχη. Η εξορία ήταν ένα σχολειό, είχαμε μια τέλεια οργάνωση, είχαμε την κολεχτίβα που οργάνωνε την αποθήκη με τα τρόφιμα για το φαγητό, την διεύθυνε ένα γραφείο, υπήρχε επίσης μια μορφωτική επιτροπή γύρω από τις σοσιαλιστικές αρχές. Κανείς δεν βρίσκονταν που να μη συμμετέχει στις συλλογικές δουλειές όπως κόψιμο και κουβάλημα ξύλων, πλύσιμο πιάτων και καζανιών, κ.λπ.

[..] Όταν το 1940 ξέσπασε ο πόλεμος δεν μας έδιναν όπλα γιατί μας φοβόντουσαν. Εγώ πήγα άοπλος με τα πόδια από τη Θεσσαλονίκη στο Νεστώριο. Εκεί ήρθε ο συνταγματάρχης Μαστοράκης που έβγαλε ένα λόγο αντιφασιστικό και διαμαρτυρήθηκε στους λοχαγούς που δεν μας έδιναν όπλα. Στον πόλεμο έπαθα κρυοπαγήματα και έμεινα για πολύ καιρό στο νοσοκομείο.

Στην κατοχή τα 3Ε ήταν ο κορμός των συνεργατών των Γερμανών. Εκτελούσαν επιτόπου τους αριστερούς που συναντούσαν στον δρόμο. Εγώ μπήκα στο ΕΑΜ και αργότερα που βγήκα στο βουνό, μπήκα στον τομέα της Χαλκιδικής. Η στήριξη από τον λαό ήταν καθολική, όλος ο κόσμος στήριζε το αντάρτικο. Αρκετοί καλόγεροι από το Άγιον Όρος ήταν μαζί μας και μάλιστα τo νοσοκομείο που στήσαμε στη Μεγάλη Παναγιά, έγινε με δαπάνες του Αγίου Όρους. Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων, σταμάτησα την ενασχόλησή μου με το κίνημα».

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα