Μια ανάλυση για την κατάσταση σε σχολεία και σχολές με αφορμή την αναγγελία από την κυβέρνηση της έναρξης του λεγόμενου Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία.
«Εθνικός διάλογος» – απάτη
Σχολεία και Πανεπιστήμια σε κατάσταση «έκτακτης ανάγκης»
Με το ξεκίνημα της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς, η δεύτερη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έδειξε γλαφυρά τις προθέσεις που έχει για το χώρο της Εκπαίδευσης μετά την υπογραφή του 3ου Μνημονίου. Η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς τον Σεπτέμβρη βρήκε τα σχολεία χωρίς δασκάλους και καθηγητές, με αποτέλεσμα πολλά βασικά μαθήματα να μη μπορούν να διδαχτούν. Εξαιτίας της υποχρηματοδότησης, πολλά σχολεία δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδα για θέρμανση, ύδρευση, ακόμα και κιμωλίες!
Η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται και στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πολλά τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ υπολειτουργούν από τις αρχές του Οκτώβρη που άρχισαν τα μαθήματα, λόγω των ελλείψεων σε καθηγητές. Πέντε τμήματα ΑΕΙ-ΤΕΙ δεν έχουν κανένα μόνιμο διδάσκοντα, ενώ άλλα 44 έχουν μονοψήφιο αριθμό διδασκόντων! Η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων για το 2015 ανήλθε σε 112 εκατομμύρια ευρώ (μείωση 62,5% σε σχέση με το 2008 που άρχισε η κρίση), ενώ για το επόμενο έτος υπολογίζεται παραπέρα μείωση 10%.
Η χρηματοδότηση για προσλήψεις συμβασιούχων για το τρέχον έτος ήταν κάτω από 1,5 εκατομμύριο ευρώ, ενώ για το επόμενο έτος θα είναι ακόμα μικρότερη. Ιδιαίτερο πρόβλημα υπάρχει στα περιφερειακά ιδρύματα που έχουν ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό από τη γέννησή τους. Έτσι, διάφορα ιδρύματα και ιδιαίτερα, τα ΤΕΙ ζητούν από συμβασιούχους που εργάστηκαν στο παρελθόν σε συγκεκριμένες σχολές να δηλώσουν διαθεσιμότητα, ώστε να διδάξουν αυτή τη φορά αμισθί, δηλαδή ως εθελοντές για την «ομαλή» λειτουργία των ιδρυμάτων.
Αυτή η κατάσταση φέρνει ένα μεγάλο μέρος των σχολείων και των πανεπιστημίων της χώρας στα πρόθυρα του οριστικού κλεισίματός τους ή της υπολειτουργίας, αφού τα αναγκάζει να αναζητήσουν συμβασιούχους για να καλύψουν τα κενά χιλιάδων εκπαιδευτικών (1.200 μόνο για τα πανεπιστήμια) που έχουν συνταξιοδοτηθεί από το 2012. Παράλληλα, αποτελεί μια συνειδητή επιδίωξη υποβάθμισής τους, με στόχο να προχωρήσει η ιδιωτικοποίησή τους μέσα από την εμφάνιση των ιδιωτών επενδυτών ως «σωτήρων», που θα προχωρήσουν στην αναβάθμιση την οποία αρνείται να χρηματοδοτήσει το κράτος.
Για το νέο πολυνομοσχέδιο που προβλέπεται να έρθει προς ψήφιση την Άνοιξη, ο Υπουργός Παιδείας της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, Ν. Φίλης, αναφέρει σε συνέντευξή του ότι: «Το δημοσιοποιημένο νομοσχέδιο δεν κατατέθηκε στη Βουλή γιατί έγιναν οι εκλογές. Ως προς τα ΑΕΙ το νομοσχέδιο αυτό αντιμετωπίζει κάποια λειτουργικά ζητήματα και προχωρεί σε αλλαγές στη διοίκηση των πανεπιστημίων. Εκκρεμεί ωστόσο μια συνολική πρόταση για αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης με χρονικό ορίζοντα την άνοιξη. Όμως θα προηγηθεί ο εθνικός και κοινωνικός διάλογος για την εκπαίδευση». Με λίγα λόγια ο υπουργός ακολουθεί τη συνήθη τακτική του «εθνικού διαλόγου» ώστε να δώσει την εικόνα συνεννόησης με διάφορους εκπαιδευτικούς φορείς που υποτίθεται θα έχουν τη δυνατότητα να τροποποιήσουν το νομοσχέδιο μέχρι την τελική κατάθεσή του. Μάλιστα ο περιβόητος διάλογος θα περιλαμβάνει παλαιότερους Υπουργούς Παιδείας, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο οι τροποποιήσεις να χτυπήσουν τις λιγοστές θετικές πτυχές του νομοσχεδίου της περιόδου Μπαλτά και να ενσωματώσουν αυτούσιες τις αντιδραστικές αλλαγές που είχαν επιχειρηθεί από προηγούμενες κυβερνήσεις. Φυσικά, στον «εθνικό διάλογο», εκτός από εκπαιδευτικούς φορείς θα «χωράνε» και κάθε είδους κρατικοί θεσμοί που αποτελούν θεματοφύλακες των συμφερόντων των καπιταλιστών και ακόμα και οι ίδιες οι ενώσεις των καπιταλιστών, όπως ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων κ.α.
Όσον αφορά τις προσλήψεις εκπαιδευτικών, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας λέει ανοικτά ότι εξαρτάται από τη «δημοσιονομική πολιτική» της κυβέρνησης. Με απλά λόγια, η τραγική κατάσταση σε σχολεία και πανεπιστήμια, ομολογείται ότι είναι συνέπεια της προσπάθειας να πληρώσουν τις συνέπειες της κρίσης οι εργαζόμενοι και οι νέοι, προκειμένου η κυβέρνηση να «αφοσιωθεί» στη χρηματοδότηση των πακέτων διάσωσης των τραπεζών, την αποπληρωμή του δημόσιου ληστρικού χρέους στους δανειστές κοκ. Τέλος, ανοιχτά πλέον η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τάσσεται υπέρ της «αξιολόγησης» των εκπαιδευτικών, η οποία δεν αποτελεί παρά «βιτρίνα» για μαζικές απολύσεις στο δημόσιο κατ’ απαίτηση των δανειστών για ένα μικρό και φτηνό κράτος.
Συμπερασματικά, οι αλλαγές που ετοιμάζονται και αφορούν την Εκπαίδευση δεν αλλάζουν σημαντικά τον προσανατολισμό και το χαρακτήρα της. Το πολυνομοσχέδιο που ετοιμάζεται για τη νέα χρονιά συνεχίζει στην ίδια πορεία παλαιότερων νόμων και βαθαίνει τον ταξικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης (23% ΦΠΑ στα φροντιστήρια κλπ.) καθιστώντας την υπόθεση της μόρφωσης των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων όλο και περισσότερο ασήκωτη.
Οι ενώσεις συμβασιούχων και μόνιμων καθηγητών από κοινού με τους φοιτητικούς συλλόγους και το μαθητικό κίνημα θα πρέπει να συντονιστούν απαιτώντας από το κράτος επαρκή χρηματοδότηση στην εκπαίδευση για τις ανάγκες του εργαζόμενου λαού και όχι για τις τσέπες των τραπεζιτών και των μεγαλοεπιχειρηματιών. Ιδιαίτερα, ενόψει του υποτιθέμενου «εθνικού διαλόγου» που ετοιμάζει το Υπουργείο Παιδείας, θα πρέπει να αποκαλυφθεί ο απατηλός του χαρακτήρας και να ξεκινήσει μια σοβαρή προετοιμασία για ένα μαζικό αγώνα διαρκείας – σε σύνδεση με το σύνολο του εργατικού κινήματος που δέχεται και θα δεχτεί σκληρές επιθέσεις στις κατακτήσεις του – με ορίζοντα την περίοδο που προβλέπεται να ψηφιστεί το νέο πολυνομοσχέδιο για την Παιδεία.
Κωσταντίνος Αυγέρος