Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΕπέτειος δολοφονίας Αλέξη (6/12/2008): η πρώτη ανάλυσή μας για τα γεγονότα...

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Επέτειος δολοφονίας Αλέξη (6/12/2008): η πρώτη ανάλυσή μας για τα γεγονότα εκείνων των ημερών

Με την ευκαιρία της σημερινής επετείου της κρατικής δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, δημοσιεύουμε την πρώτη ανάλυσή μας για τα γεγονότα εκείνων των ημερών. Είχε δημοσιευθεί στο έκτακτο τεύχος της (τότε) εφημερίδας «Μαρξιστική Φωνή», του Δεκεμβρίου του 2008.

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ – ΚΑΤΩ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ!

Η εν ψυχρώ δολοφονία του 15χρονου Α. Γρηγορόπουλου δεν ήταν ένα «τυχαίο» ή «μεμονωμένο» περιστατικό. Φανέρωσε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την εγκληματική φύση του αστικού κράτους. Οι κρατικές δυνάμεις καταστολής με τέτοιες ενέργειες υπενθυμίζουν στους εργαζόμενους και τη νεολαία ότι έχουν δημιουργηθεί για να τους τρομοκρατούν με ωμή, οργανωμένη βία. Η αστυνομία είναι ένα από τα βασικά μέσα που έχει στη διάθεσή της η άρχουσα τάξη για να καθυποτάσσει και να καταπιέζει τους εργαζόμενους. Είναι το αναγκαίο υποστηρικτικό όπλο της εκμετάλλευσης, της λιτότητας, της ανεργίας, της ανατροπής των εργασιακών σχέσεων, της σκανδαλώδους κατάχρησης του χρήματος των φορολογουμένων, της κρατικής επιδότησης των κερδών των τραπεζιτών και των άλλων καπιταλιστών.

Η δολοφονία του Αλέξη σηματοδότησε την έναρξη ενός πρωτοφανούς κινήματος νεολαίας που φανερώνει ότι εισήλθαμε σε μια νέα ιστορική περίοδο μεγάλων ταξικών αγώνων.

Ο χαρακτήρας του κινήματος

Αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες εβδομάδες είναι χωρίς αμφιβολία μια νεολαιίστικη εξέγερση, με κύριο εκφραστή τη μαθητική νεολαία. Έχουμε ένα μαθητικό κίνημα αυθόρμητο, μαχητικό και μαζικό που διαθέτει σημαντικά νέα ποιοτικά στοιχεία συγκριτικά με τα μεγαλύτερα μαθητικά κινήματα των τελευταίων 20 χρόνων.

Την τελευταία 20ετία είχαμε 4 μεγάλους σταθμούς στο μαθητικό κίνημα. Το 1987 με κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ είχαμε ένα μαζικό κίνημα μαθητικών καταλήψεων με επίκεντρο τα Τεχνικά Λύκεια ενάντια στην υποβάθμιση των σπουδών τους και για το δικαίωμα εισαγωγής στα ΤΕΙ. Το 1990 είχαμε το κίνημα ενάντια στην επιβολή μέτρων πειθάρχησης της προσωπικότητας των μαθητών από την κυβέρνηση της Ν.Δ στο οποίο δολοφονήθηκε ο καθηγητής Ν. Τεμπονέρας. Το 1998 είχαμε το κίνημα ενάντια στην μετατροπή του σχολείου σε ένα απέραντο εξεταστικό κέντρο με την περίφημη «μεταρρύθμιση Αρσένη». Τέλος, το 2003 είχαμε ένα μεγάλο αντιπολεμικό κίνημα με επίκεντρο τους μαθητές, ενάντια στην εισβολή και κατοχή των ΗΠΑ στο Ιράκ.

Οι ποιοτικές διαφορές του σημερινού μαθητικού κινήματος σε σχέση με τα προαναφερθέντα είναι δύο. Η πρώτη είναι ότι έχει στραφεί ευθέως ενάντια στον πυρήνα του αστικού κράτος, την αστυνομία και τις δυνάμεις καταστολής. Οι μαθητές δεν αντιλήφθηκαν τη δολοφονία του αστυνομικού σαν μια μεμονωμένη περίπτωση, γι’ αυτό και δεν στράφηκαν ενάντια στο συγκεκριμένο αστυνομικό τμήμα που «διακονούσε» ο δολοφόνος. Πολιορκώντας τα αστυνομικά τμήματα όλης της χώρας προέβησαν στην πράξη σε μια συνολική αμφισβήτηση της αστυνομίας σαν θεσμού. Ο Φρίντριχ Ένγκελς τόνιζε ότι σε τελική ανάλυση το κράτος είναι ένοπλα σώματα ανδρών. Παρότι η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών δεν έχουν διαβάσει Ένγκελς, κατάλαβαν τι είναι το κράτος, μέσα από την ίδια τους την εμπειρία και αυτές τις μέρες συγκρούονται με τον πυρήνα του.

Το δεύτερο ποιοτικό στοιχείο είναι ότι το κίνημα επιδεικνύει μια αξιοζήλευτη μαχητικότητα. Η καθημερινή πολιορκία των αστυνομικών τμημάτων από άοπλα 15χρονα παιδιά δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Είναι μια σαφής ένδειξη ότι η νέα γενιά αγωνιστών ξεπερνά το φόβο και είναι αποφασισμένη να δράσει με αυτοθυσία για να αλλάξει την κοινωνία. Το στοιχείο αυτό είναι μια καθαρή ένδειξη ότι στη βάση της κοινωνίας ήδη υπάρχουν καθαρά σημάδια μιας επερχόμενης επαναστατικής περιόδου.

Η δολοφονία του νεαρού μαθητή, ασφαλώς και δεν είναι η αιτία για αυτό το κίνημα. Ήταν μόνο η αφορμή για την έκρηξη, το «σημείο βρασμού» της νεανικής συνείδησης. Μέσα από την έκρηξή τους αυτή, οι έφηβοι βγάζουν στην επιφάνεια τη σωρευμένη αγανάκτηση από την υποβάθμιση της Δημόσιας Παιδείας, την εργασιακή ανασφάλεια, την συνολική επίθεση του καπιταλισμού στο επίπεδο και την ποιότητα ζωής των εργαζόμενων οικογενειών την τελευταία 10ετία. Η νεολαία για άλλη μια φορά, λειτουργεί σαν το ευαίσθητο βαρόμετρο της κοινωνίας, προαναγγέλλοντας  μεγάλα προλεταριακά κινήματα στο μέλλον.

Ωστόσο πρέπει να επισημάνουμε ότι για να είναι νικηφόρο το κίνημα, τον μαχητικό αυθορμητισμό, πρέπει να συμπληρώσει μια ισχυρή μορφή οργάνωσης. Ακόμα δεν υπάρχουν διατυπωμένα συγκεκριμένα αιτήματα, ενώ ο συντονισμός μεταξύ των σχολείων είναι αδύναμος. Αυτά δικαιολογούνται σε κάποιο βαθμό από την απειρία και είναι θέμα χρόνου να αρχίζουν να ξεπερνιούνται, όσο η διάθεση θα είναι σταθερά αγωνιστική.

Τα ελεγχόμενα από την ηγεσία της ΚΝΕ Συντονιστικά πόλεων, όπως το ΣΑΣΑ (Συντονιστικό Αθήνας), είναι προς το παρόν κομπάρσοι στις κινητοποιήσεις. Οι εκπρόσωποί τους υπάρχουν σε μια μειοψηφία σχολείων και εμφανίζονται μόνο σε συνεντεύξεις τύπου. Την βασική ευθύνη για την καθυστέρηση της ανάπτυξης των βασικών μορφών οργάνωσης του κινήματος έχουν τα ίδια τα συντονιστικά της ηγεσίας της ΚΝΕ που για μια δεκαετία, αντί να εκπαιδεύσουν σωστά το μαθητικό κίνημα στις συλλογικές διαδικασίες δημοκρατικού συντονισμού το κακομεταχειρίστηκαν, με έτοιμα διατάγματα δράσης από τα πάνω, φοβούμενα μην ξεπεραστούν από αυτό.

Η στάση της κυβέρνησης

Η εικόνα της κυβέρνησης και του Καραμανλή μπροστά στο αναπτυσσόμενο κίνημα είναι εικόνα πλήρους σύγχυσης. Τις πρώτες ώρες του κινήματος φάνηκε ότι πάνω από όλα τους απασχολούσε να μην έχουν κι ένα δεύτερο νεκρό, όχι εξαιτίας του «ανθρωπισμού» τους, αλλά γιατί αυτό πολύ πιθανά θα τους έριχνε από την εξουσία. Μετά και μόλις διαισθάνθηκαν ότι το κίνημα φουντώνει, έθεσαν σε εφαρμογή ένα εκτεταμένο σχέδιο προβοκάτσιας με δεκάδες χαφιέδες να υποδύονται τους οργισμένους κουκουλοφόρους και τους αγανακτισμένους εμπόρους, όμως και πάλι δεν κατάφεραν να μειώσουν την ορμή του κινήματος. Έτσι διολισθαίνουν όλο και πιο πολύ σε μεθόδους ωμής αστυνομικής τρομοκρατίας, με νέους πυροβολισμούς και με ξυλοδαρμούς 13χρονων παιδιών.

Οι μέθοδοι αυτές είναι ένδειξη αδυναμίας και όχι δύναμης. Ακόμα και την εμφάνιση του στρατού στους δρόμους συζήτησαν στην κυβέρνηση, θέτοντας σε επιφυλακή τα στρατόπεδα ενάντια στον «εσωτερικό εχθρό», γεγονός που αποτελεί μια σοβαρή προειδοποίηση για τους εργαζόμενους και τη νεολαία στο μέλλον. Υπό τις παρούσες συνθήκες όμως, με το νεολαιίστικο κίνημα, φρέσκο και μαχητικό και την εργατική τάξη σε αφύπνιση καταλαβαίνουν ότι η κίνηση προς τον βοναπαρτισμό, θα ήταν μια λύση που θα έριχνε «λάδι στη φωτιά» και θα προκαλούσε μια γενικευμένη εξέγερση.

Η εξάπλωση του κινήματος της νεολαίας και η πλειοψηφική υποστήριξή του από τους εργαζόμενους δείχνει ότι ο συσχετισμός που διαμορφώνεται για την κυβέρνηση και την αστική τάξη είναι όλο και πιο αρνητικός. Είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση της Ν.Δ είναι αυτή τη στιγμή το πιο σίγουρο σημείο πολιτικής στήριξης της αστικής τάξης, γι’ αυτό θα προσπαθήσουν να την κρατήσουν γαντζωμένη στην εξουσία με κάθε τρόπο. Στις παρούσες συνθήκες όμως, ένα τμήμα της αστικής τάξης δείχνει να κατανοεί ότι απαιτείται να εμφανιστεί στα μάτια της κοινωνίας μια αλλαγή. Έτσι στοχοποιούν πια ανοιχτά τον ίδιο τον Καραμανλή και ανοίγουν το ζήτημα της διαδοχής, για να έρθει στην ηγεσία της κυβερνητικής παράταξης ένα πιο «άφθαρτο» πρόσωπο, που ελπίζουν ότι θα λειτουργήσει εκτονωτικά για την κοινωνική δυσαρέσκεια. Όμως σίγουρα ματαιοπονούν. Είναι τέτοια η ορμή του κινήματος της νεολαίας και η έκταση της οργής των εργαζόμενων, στο έδαφος μιας βαθειάς οικονομικής κρίσης, που το πιθανότερο είναι να συμπαρασύρει αργά ή γρήγορα την κυβέρνηση, ανοίγοντας τις προοπτικές μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής αστάθειας και ακόμα πιο μεγάλων ταξικών αγώνων.

Το αστικό κράτος και η αστυνομία

Σε περιστάσεις σαν κι αυτή, η εργατική τάξη και η νεολαία αντικρίζουν γυμνή την αληθινή φύση του αστικού κράτους, που είναι όργανο άσκησης ωμής βίας στην υπηρεσία της άρχουσας τάξης. Στην πραγματικότητα, στον σκληρό πυρήνα του σημερινού κράτους που οι απατεώνες αστοί ιδεολόγοι περιβάλουν με το φωτοστέφανο της «δημοκρατικής πολιτείας που μεριμνά για το κοινό καλό», υπάρχει ένας ολόκληρος εσμός από βρώμικα και σαδιστικά στοιχεία, ειδικά μέσα στις στρατιωτικοποιημένες, κατασταλτικές του δυνάμεις όπως τα ΜΑΤ, οι ειδικοί φρουροί,  οι συνοριοφύλακες κ.λπ.

Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τους μηχανισμούς κρατικής βίας σαν μια υπερφυσική δύναμη, έξω από τις κοινωνικές πιέσεις. Η αστυνομία αποτελείται από ένα έμψυχο δυναμικό καθυστερημένων και συντηρητικών στοιχείων, εκπαιδευμένο να εκτελεί πειθήνια τις εντολές της άρχουσας τάξης. Αυτό το δυναμικό όμως δεν αποτελείται από ρομπότ, αλλά από ανθρώπους που υπόκεινται στις πιέσεις του κοινωνικού περιβάλλοντός τους. Η σταθερότητα της αστυνομίας δεν είναι εξασφαλισμένη ανεξάρτητα από κάθε κοινωνική και πολιτική περίσταση για την αστική τάξη. Σε τελική ανάλυση το «κοινωνικό είναι» των ανθρώπων καθορίζει τη συνείδησή τους.

Οι αστυνομικοί βεβαίως και δεν είναι «όπως όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι» όπως ισχυρίζονται οι ρεφορμιστές, αφού αντικείμενο της «εργασίας» τους είναι να τρομοκρατούν τους εργαζόμενους. Όμως η απροθυμία της αστικής τάξης, στο όνομα του «φθηνού κράτους», να τους εξασφαλίσει μια πιο προνομιούχα ζωή από αυτή των υπολοίπων δημόσιων υπάλληλων, είναι σίγουρο ότι έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη των αστυνομικών στους παραδοσιακούς αφέντες τους. Είναι χαρακτηριστική όλες αυτές τις μέρες η στάση του προέδρου της Ομοσπονδίας των Αστυνομικών που πήρε ανοιχτά αποστάσεις από την κυβέρνηση και δήλωσε ότι αρνείται το ρόλο του τιμωρού της νεολαίας που θέλει αυτή να επιβάλει στους αστυνομικούς. Επίσης είναι ενδεικτική και η φετινή συμμετοχή των αστυνομικών με μπλοκ στην αντικυβερνητική διαδήλωση της ΔΕΘ στη Θεσσαλονίκη. Τέτοια φαινόμενα περνάνε «στα ψιλά» από όσους έχουν συνηθίσει να βλέπουν την αστυνομία σαν μια υπερφυσική οντότητα, έξω από το χώρο και το χρόνο. Είναι όμως σημαντικές για τους μαρξιστές, γιατί δείχνουν τον βαθμό σταθερότητας του αστικού καθεστώτος, η οποία είναι στην πραγματικότητα βαθύτατα κλονισμένη.

Ηγεσία του ΠΑΣΟΚ: «πυροσβέστης» από μακριά

Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τέθηκε ανοικτά ενάντια στο κίνημα. Από κοινού Παπανδρέου και Βενιζέλος έκαναν έκκληση για «ανοιχτά σχολεία», με περισσή υποκρισία, αποδεικνύοντας πόσο απομονωμένοι είναι από την εξεγερτική διάθεση των εφήβων. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ από κοινού με την κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι τα «ανοιχτά σχολεία είναι «κύτταρα πολιτισμού και προόδου». Όμως οι μαθητές γνωρίζουν καλά ότι το σημερινό σχολείο είναι υποβαθμισμένο και γεμάτο ταξικούς φραγμούς. Όταν τα σχολεία «κλείνουν» ώστε να γίνουν κέντρα αγώνα για μια καλύτερη Παιδεία, τότε μετατρέπονται σε αληθινά κύτταρα προόδου και πολιτισμού. Όταν η κυβέρνηση επιτίθεται στους μαθητές για να τους κλείσει το στόμα, τότε χρειάζονται ένα ορμητήριο αγώνα κι αυτό μπορεί να γίνουν οι καταλήψεις των σχολείων.

Επίσης για πρώτη φορά, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν κάλεσε, ούτε έστω «για τα μάτια του κόσμου» τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν στη γενική απεργία της 10ης Δεκέμβρη. Ο Παπανδρέου που στις προηγούμενες απεργιακές συγκεντρώσεις έσπευδε να κάνει την εμφάνισή του ανάμεσα στους συγκεντρωμένους, τώρα προτίμησε να ακολουθήσει το καθημερινό του πρόγραμμα και παραβρέθηκε σε μια εκδήλωση ρουτίνας.

Αυτή η στάση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ εξηγείται εύκολα. Το τελευταίο πράγμα που επιθυμεί, είναι να έρθει στην εξουσία σαν αποτέλεσμα της πτώσης της ΝΔ από τα χτυπήματα ενός μαζικού κινήματος. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι εξαρχής η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θα βρίσκονταν στην κυβέρνηση χωρίς την παραμικρή ανοχή από την εργατική τάξη και τη νεολαία.

Ηγεσία ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ: δειλία και απραξία

Σημαντικές είναι οι ευθύνες της ηγεσίας των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ απέναντι στο κίνημα της νεολαίας, δυστυχώς όμως αυτή αρνείται προκλητικά να τις αναλάβει. Αντί να πάρει πρωτοβουλία για την εξάπλωση και ενδυνάμωση του αγώνα ενάντια στην  κυβέρνηση του κεφαλαίου αξιοποιώντας την αγωνιστική διάθεση των εργαζόμενων και την εξέγερση της μαθητικής νεολαίας, έδειξε υποχωρητική στις πιέσεις της αστικής τάξης και της κυβέρνησης αναβάλλοντας τη διαδήλωση της Γενικής απεργίας της 10/12. Πιθανότατα η κυρίαρχη συνδικαλιστική ηγεσία επιθυμούσε και την ίδια την αναβολή της Γενικής απεργίας, παρόλα αυτά ήταν πολύ αργά για να την αναβάλει, αφού οι εργαζόμενοι θα στρέφονταν μαζικά εναντίον της.

Έτσι κατέβηκε μια ακόμα γενική απεργία χωρίς σχέδιο κλιμάκωσης και σοβαρή προετοιμασία. Την ώρα που εντείνονταν η αστυνομική τρομοκρατία ενάντια στα παιδιά των εργατών, οι ηγέτες τις ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να καλέσουν τα σωματεία  να αναλάβουν την περιφρούρηση του αγώνα των μαθητών. Έβγαλαν 2-3 φιγουρατζίδικους λόγους στο συλλαλητήριο και μετά  έστειλαν τους εργάτες στα σπίτια τους, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους «Ματατζήδες» για να τρομοκρατούν τους μικρούς μαθητές.

Ηγεσία του ΚΚΕ: πολύ σοβαρά λάθη

Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει η ηγεσία του ΚΚΕ το κίνημα είναι βαθειά λαθεμένος. Αντί να συμμετάσχει στο κίνημα για να δώσει τη μάχη στο εσωτερικό του για τον σωστό, ταξικό και οργανωμένο προσανατολισμό τον οποίο ευαγγελίζεται, κλιμάκωσε την επιζήμια διαχωριστική της τακτική.

Έτσι, πλέον μαζί με τις χωριστές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ είδαμε ανοιχτά κομματικές συγκεντρώσεις, όπως αυτή που διοργανώθηκε με ομιλήτρια την Α. Παπαρήγα δυο μέρες μετά τη δολοφονία του 15χρονου, την ώρα που 15 – 20.000 φοιτητές και εργαζόμενοι διαδήλωναν ενάντια στην κυβέρνηση.

Την ίδια στιγμή, η ηγεσία του ΚΚΕ αρνείται να υιοθετήσει το πάνδημο αίτημα της εργατικής τάξης και της νεολαίας να φύγει αυτή η κυβέρνηση. Ενώ εμφανίζεται να αρνείται κάθε συνομιλία με τις άλλες δυνάμεις μέσα στο κίνημα, δέχθηκε πρόθυμα να «ενημερωθεί» σε ειδική συνάντηση από τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου, συμμετέχοντας κι αυτή σε έναν κύκλο συναντήσεων με τους πολιτικούς αρχηγούς που είχε το συμβολικό χαρακτήρα μιας διαδικασίας απόδοσης διαπιστευτηρίων υπευθυνότητας στην αστική τάξη και τίποτα άλλο. Ο Καραμανλής με αυτές τις συναντήσεις ήθελε να δώσει την εικόνα ενός ήπιου και συναινετικού συνομιλητή με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και να απαλλαγεί από το στίγμα του πρωθυπουργού μιας κυβέρνησης που στηρίζεται στην αστυνομική βία. Κι η ηγεσία του ΚΚΕ δυστυχώς έσπευσε να τον συναντήσει.

Πολύ επιζήμια επίσης για το κίνημα είναι και η έναρξη από την ηγεσία του ΚΚΕ μιας τυφλής δημόσιας αντιπαράθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑ με απαράδεκτους ισχυρισμούς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «καλύπτει τον υπόκοσμο» (δηλώσεις του βουλευτή Γκιόκα), που απογοητεύει τους εργαζόμενους και τη νεολαία και εκμεταλλεύεται η κυβέρνηση και οι αστοί.

Πρέπει να τονιστεί ότι είναι άλλο πράγμα να ασκείται πολιτική κριτική για τις αριστερίστικες λογικές που αναπτύσσονται μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και για την μοιρολατρική – παθητική στάση απέναντι στις τυχοδιωκτικές, πραξικοπηματικές σε βάρος του κινήματος πρακτικές των αναρχικών και άλλο, καταμεσής μιας αντιπαράθεσης της νεολαίας και των εργαζόμενων με την κυβέρνηση να γίνονται επιθέσεις σεναρίων συνωμοσιολογίας ενάντια σε ένα κομμάτι του ίδιου του κινήματος, τις οποίες εκμεταλλεύτηκε η κυβέρνηση και ο αντιδραστικός τύπος.

Η εξήγηση για τη στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο πραγματικό μαζικό κίνημα και η σταλινική, γραφειοκρατική πολιτική της εκπαίδευση. Πιστεύοντας ότι το εργατικό κίνημα και η νεολαία δεν μπορούν να κερδίσουν τίποτα χωρίς πρώτα να «αλλάξουν οι συσχετισμοί», εννοώντας με αυτό της ενίσχυση της θέσης του ΚΚΕ στις μαζικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και στη Βουλή, έχουν την τάση να υποβαθμίζουν κάθε κίνημα που δεν ελέγχουν (βλέπε π.χ της στάση τους απέναντι στις κινητοποιήσεις της ΠΟΣΔΕΠ και της ΓΕΝΟΠ – ΔΕΗ). Πριν την αριστερή στροφή της ηγεσίας του ΣΥΝ τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ δεν είχε σοβαρό ανταγωνιστή μέσα στο κίνημα. Τώρα όμως τα σημάδια ανάπτυξης της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο κίνημα τους έχουν κάνει να χάνουν την ψυχραιμία τους και να εκτίθενται στα μάτια χιλιάδων αγωνιστών με επιθέσεις ωμής εμπάθειας.

Μια γνήσια λενινιστική ηγεσία, αυτό που θα έκανε αντιμέτωπη με ένα κίνημα σαν το σημερινό, θα ήταν να συμμετάσχει ενεργά σαν το πιο πρωτοπόρο του τμήμα, προσπαθώντας με τα κατάλληλα συνθήματα και τακτικές να το ενώσει για να επιφέρει τα μεγαλύτερα δυνατά χτυπήματα στο βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα και τους θεσμούς που το υπερασπίζονται. Θα έπρεπε να προτείνει ένα ενιαίο μέτωπο πάλης σε όλες τις μαζικές δυνάμεις μέσα στο κίνημα, παλεύοντας για την εξάπλωση του αγώνα σε πλατειά τμήματα της εργατικής τάξης με μια νέα γενική απεργία που θα θέσει το ζήτημα της πτώσης της κυβέρνησης και της αντικατάστασής της από μια κυβέρνηση που θα υπηρετήσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, ξεθεμελιώνοντας τον καπιταλισμό και τους σάπιους θεσμούς του. Από τη σκοπιά της υπεράσπισης μιας τέτοιας πολιτικής θα μπορούσε να ασκεί δριμεία κριτική σε όσες πολιτικές δυνάμεις αρνούνται μια τέτοια ενωτική, αγωνιστική, σοσιαλιστική προοπτική. Πάνω στη βάση μιας τέτοιας πολιτικής η αλλαγή των συσχετισμών υπέρ του ΚΚΕ σε όλα τα επίπεδα θα ήταν ραγδαία. Η ηγεσία του ΚΚΕ όμως σήμερα δεν έχει να προτείνει στο κίνημα τίποτα πέρα από τις χωριστές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ, που στο πλαίσιο πάλης τους υπάρχουν ολόσωστες και λεπτομερώς επεξεργασμένες ταξικές διεκδικήσεις, απουσιάζει όμως το στοιχειώδες αίτημα που υιοθετούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και νεολαίοι αγωνιστές, η πτώση δηλαδή της σημερινής κυβέρνησης του κεφαλαίου.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν δίνει συγκεκριμένη πρόταση για το κίνημα

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη μαζική πολιτική δύναμη που πρώτη και ανοιχτά αναγνώρισε την ύπαρξη του κινήματος και το υποστήριξε. Αναπόφευκτα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βλέπει σε αυτό ένα σωσίβιο από την πτώση της απήχησης του κόμματος στα γκάλοπ, αυτό όμως δεν αναιρεί το ότι έλαβε απέναντι στο κίνημα μια σωστότερη στάση από την ηγεσία του ΚΚΕ, αναδεικνύοντας ως κύριο ζήτημα την ανάγκη να διεξαχθεί πάλη ενάντια στην κυβέρνηση και τους μηχανισμούς κρατικής καταστολής. Γι’ αυτό άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συγκεντρώσει τα περισσότερα από τα πυρά της αστικής τάξης και της κυβέρνησης.

Η άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «υποκινεί» τους αγώνες είναι αστεία, αφού δεν παίζει κανένα ουσιαστικό ρόλο ανάμεσα στους μαθητές, ενώ στους φοιτητές έχει πολύ περιορισμένη απήχηση.  Το κίνημα των εφήβων που παρακολουθούμε είναι εντελώς αυθόρμητο. Οι ηγεσίες των μαζικών κομμάτων ήταν ανίκανες ακόμα και να προβλέψουν το ξέσπασμά του.
Ωστόσο η θέση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίζει το κίνημα, δεν αναιρεί μια σειρά λαθών που κάνει απέναντι του όλες αυτές της μέρες, παραδέρνοντας διαρκώς από τον αριστερισμό στον οπορτουνισμό.

Έτσι, από τη μια πλευρά, η Νεολαία ΣΥΝ υιοθετεί όλο και πιο ανοιχτά τις μικροαστικές μεθόδους και τα συνθήματα των αναρχικών, ενώ η δεξιά πτέρυγα του ΣΥΝ «καταδικάζει τη βία από όπου κι αν προέρχεται», εξισώνοντας με αυτό τον τρόπο την άρχουσα κρατική βία με τις πέτρες των οργισμένων εφήβων. Τη μια ο Α. Τσίπρας δηλώνει σωστά ότι ο αγώνας πρέπει να μεταφερθεί στα σχολεία και τις σχολές και την άλλη κάτω από τις πιέσεις των αστικών ΜΜΕ, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αναδιπλώνεται με αφηρημένες εκφράσεις, χωρίς να προβάλει μια συγκεκριμένη θέση για το τι πρέπει να κάνει το κίνημα τώρα και ποιοί πρέπει να είναι συγκεκριμένα οι στόχοι του. Μια αριστερή ηγεσία δεν είναι σχολιαστής του κινήματος, αλλά πάνω από όλα πρέπει να του δείχνει το σωστότερο δρόμο για να νικήσει.

Τέλος, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες του ΣΥΝ συνεχίζουν να αποδεικνύονται εντελώς ανίκανες να περιφρουρήσουν τις διαδηλώσεις που καλούν, ενώ συνεχίζουν να συναινούν στην ύπαρξη κοινών τόπων συγκεντρώσεων με τους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές, που αποδεδειγμένα δεν σέβονται το μαζικό κίνημα και προσπαθούν να του επιβάλουν με το ζόρι τις δικές τους τυχοδιωκτικές και εκτονωτικές μεθόδους.

Το αδιέξοδο των μεθόδων «σύγκρουσης» των αναρχικών και των αριστεριστών Οι δυναμικές τάχα μέθοδοι διαφόρων αναρχικών ομάδων και πολλών εκ των οργανώσεων της «εξωκοινοβουλευτικής» αριστεράς είναι εντελώς αδιέξοδες. Υποστηρίζοντας πολιτικά από την πρώτη μέρα τις τυχοδιωκτικές μεθόδους της «σύγκρουσης με κάθε τρόπο», οι ομάδες αυτές, μετατρέποντας τα μέλη και τους φίλους τους τάχα σε «ηρωικούς οδομάχους», έδωσαν παρά τις προθέσεις τους, κάλυψη στους προβοκάτορες, τους χουλιγκάνους και τους πλιατσικολόγους, πλήττοντας το ίδιο το κίνημα και δίνοντας της δυνατότητα στην κυβέρνηση να συσπειρώσει μικροαστικά στρώματα και να περάσει ένα κλίμα τρόμου στους διαδηλωτές.

Αιτία για τη στάση αυτών των ομάδων είναι το ότι δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στο πραγματικό εργατικό κίνημα και τη νεολαία. Η αντίληψη που κυριαρχεί στις τάξεις τους είναι περίπου αυτή : «Αφοί οι εργάτες και οι νέοι δεν είναι έτοιμοι για μια μεγάλη επανάσταση, πρέπει να κάνουμε κάτι εμείς για να ανάψουμε τη φωτιά». Γι’ αυτούς δεν έχει σημασία να οικοδομηθεί ένα πραγματικό μαζικό και νικηφόρο κίνημα, αλλά να «γίνει κάτι τώρα». Κι επειδή δεν έχουν καμία διάθεση να πλησιάσουν το πραγματικό κίνημα, να το καταλάβουν και να το επηρεάσουν, αυτό το «κάτι» που έχουν στο μυαλό τους πρέπει να το κάνουν οι ίδιοι, υποκαθιστώντας τις μάζες και κηρύσσοντας οι ίδιοι τον πόλεμο με μολότοφ και πέτρες στο κράτος. Αυτός όμως είναι ο δρόμος της ατομικής εκτόνωσης κι όχι της συλλογικής ταξικής πάλης.

Το ψευτοδίλημμα «ειρήνη ή βία» και πώς απαντούν οι μαρξιστές

Η τοποθέτηση μας απέναντι στο ζήτημα της βίας δεν είναι ηθική. Δεν καταδικάζουμε τη βία «γενικά» όπως κάνουν οι ρεφορμιστές. Εξηγούμε ότι η ροπή προς την βίαιη έκφραση της οργής της νεολαίας ενάντια στο σύστημα είναι υγιής και φυσιολογική. Δεν έχει καμία σχέση με την βρώμικη άρχουσα βία, όπως η βία του δούλου δεν μπορεί να εξισωθεί με τη βία του αφέντη. Η καταδίκη της «βίας γενικά», ισοδυναμεί με την υπεράσπιση του αποκλειστικού δικαιώματος άσκησης βίας από τους καπιταλιστές και το κράτος τους και τον πλήρη αφοπλισμό του εργατικού κινήματος και της νεολαίας απέναντι σε αυτή την άρχουσα βία.

Ανάμεσα στις εκδηλώσεις βίας από τους απλούς διαδηλωτές ξεχωρίζουμε την έκφραση βίας ενάντια στα αστυνομικά τμήματα και τους πάνοπλους «ράμπο» της αστυνομίας, από την τυφλή βία με σπασίματα μαγαζιών και αυτοκινήτων. Η πρώτη έχει πολιτική λογική, παρότι όταν εκφράζεται χωρίς τον έλεγχο και την οργάνωση ενός μαζικού κινήματος είναι απελπισμένη, ενώ η δεύτερη είναι απλά μια επιζήμια για το κίνημα πράξη εκτόνωσης, αν δεν είναι προβοκατόρικης έμπνευσης.

Η βία που εμείς υποστηρίζουμε είναι η οργανωμένη, μαζική βία που υποτάσσεται στους σκοπούς του μαζικού κινήματος. Η βία που θα αποτελέσει μια οργανωμένη μαζική απάντηση στην επιτιθεμένη κρατική βία, προστατεύοντας τους αγωνιστές. Η βία που θα συνιστά αυτοάμυνα του μαζικού κινήματος και επίδειξη της δύναμής του. Η οργάνωση αυτή της βίας, πρέπει να είναι αποκλειστική ευθύνη των μαζικών οργανώσεων του εργατικού κινήματος και της νεολαίας. Για να αντιμετωπιστεί η άρχουσα επιτιθέμενη βία του κράτους και των φασιστικών ομάδων είναι ανάγκη τα συνδικάτα και τα εργατικά κόμματα να εκπαιδεύσουν άμεσα αποσπάσματα και φρουρές αυτοάμυνας, εκπαιδευμένα στις πολεμικές τέχνες και στη χρήση κάθε άλλου αποτελεσματικού μέσου αυτοάμυνας, που θα αποτελούνται από τα πιο ηρωικά στοιχεία της τάξης και της νεολαίας και θα είναι κάτω από τις εντολές του οργανωμένου μαζικού κινήματος.

Αυτά τα μαζικά αποσπάσματα θα πρέπει να αναλαμβάνουν την προστασία των απεργιών και την περιφρούρηση των διαδηλώσεων. Έχοντας απέναντί τους οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους ένα τέτοιο οργανωμένο κίνημα με εμπροσθοφυλακή οργανωμένα αποσπάσματα από οικοδόμους, μεταλλεργάτες, λιμενεργάτες κ.α θα παραλύσουν. Η δημιουργία τους την επόμενη περίοδο έντασης της κρατικής βίας θα γίνεται μια επιτακτική αναγκαιότητα. Η άρνηση της συγκρότησής του από τους ρεφορμιστές θα είναι ισοδύναμη με τον αφοπλισμό του κινήματος και παράδοσή τους στο τρόμο και τη βαρβαρότητα των κρατικών δυνάμεων καταστολής.

Μέτωπο της εξεγερμένης νεολαίας με το εργατικό κίνημα

Η τοποθέτηση της εργατικής τάξης απέναντι στο μαθητικό κίνημα είναι στάση γενικής συμπάθειας και υποστήριξης. Αυτό φάνηκε με τη μεγάλη συμμετοχή στα συλλαλητήρια της γενικής απεργίας της 10ης Δεκέμβρη και στην ίδια την γενική απεργία.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι χωρίς την ενεργή συμπαράσταση της εργατικής τάξης το κίνημα της νεολαίας δεν μπορεί να νικήσει. Η κρατική καταστολή, αποτελώντας ταξική βία στην υπηρεσία του κεφαλαίου, μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μόνο με τα μέσα της μαζικής ταξικής πάλης. Ο αγώνας πρέπει να διεξαχθεί με τα μέσα και τις μεθόδους του μαζικού οργανωμένου κινήματος της εργατικής τάξης και της πρωτοπόρας νεολαίας. Τα συνδικάτα, τα κόμματα και οι Νεολαίες της Αριστεράς, οι φοιτητικοί σύλλογοι και τα μαθητικά συμβούλια πρέπει να διοργανώσουν κοινές, συντονισμένες και καλά περιφρουρούμενες μαζικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, οι οποίες να κλιμακωθούν άμεσα με μια νέα 48ωρη γενική απεργία συνδέοντας τον ενάντια στην κρατική καταστολή με τον αγώνα ενάντια στην γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου και την ανάγκη της πτώσης της κυβέρνησης της ΝΔ και την αντικατάστασή της από μια εργατική, σοσιαλιστική κυβέρνηση.

Πρέπει να διεκδικήσουμε:

– Άμεση και παραδειγματική τιμωρία των αστυνομικών δολοφόνων του Α. Γρηγορόπουλου. Άμεση απελευθέρωση των συλληφθέντων στις κινητοποιήσεις, κατάργηση του «τρομονόμου» και της Πράξης Νομοθετικού περιεχομένου που ποινικοποιεί τις μαθητικές καταλήψεις.

– Διάλυση των ειδικών μονάδων αστυνόμευσης και καταστολής των αγώνων των εργαζόμενων και της νεολαίας. Τα κονδύλια που δίνονται σήμερα για τον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των ένστολων κρατικών τρομοκρατών να διοχετευθούν άμεσα στην Παιδεία, την Υγεία και την Κοινωνική Ασφάλιση.

– Καμιά παραχώρηση σε αυτούς που δημιούργησαν την οικονομική κρίση – Για την κρίση να πληρώσει μόνο το μεγάλο κεφάλαιο – Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή στους μισθούς και τις συντάξεις – 35ωρο – 5ήμερο – 7ωρο – για να ανοίξουν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας – Επίδομα ανεργίας στο ύψος του 80% του μισθού για όσο καιρό μένει κάποιος άνεργος – Τα δισεκατομμύρια ευρώ που προορίζονται για τις τράπεζες να δοθούν για ένα εκτεταμένο πρόγραμμα δημόσιων κοινωφελών έργων.

– Η κυβέρνηση της Ν.Δ δεν πρέπει να μένει ούτε λεπτό στην εξουσία. Ενιαίο Μέτωπο όλων των εργατικών κομμάτων και των συνδικάτων για να φύγει η κυβέρνηση του κεφαλαίου και της αστυνομικής τρομοκρατίας – Κοινή δράση ΠΑΣΟΚ – ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στην επίθεση της ΝΔ.

– Αριστερή, σοσιαλιστική λύση εξουσίας – Αγώνας για κυβέρνηση ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ με σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Η μόνη διέξοδος από τη κρίση είναι η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των μεγάλων επιχειρήσεων, με εργατικό έλεγχο και διαχείριση και ο δημοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας.

Εφημερίδα «Μαρξιστική Φωνή» – Δεκέμβριος 2008 (τεύχος 38)

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα