Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΕλληνική ΕπικαιρότηταΤι σηματοδοτούν οι «διερευνητικές επαφές» Ελλάδας-Τουρκίας

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Τι σηματοδοτούν οι «διερευνητικές επαφές» Ελλάδας-Τουρκίας

Τα κίνητρα πίσω από την επανέναρξη των «διερευνητικών επαφών» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και οι προοπτικές τους από τη σκοπιά του μαρξισμού.

Στις 25 Γενάρη ξεκίνησε ο 61ος γύρος διερευνητικών ομιλιών ανάμεσα στην ελληνική και την τουρκική κυβέρνηση, μία διαδικασία που είχε σταματήσει το Μάρτιο του 2016. Η έναρξη αυτών των συζητήσεων συνιστά μία τάση αποκλιμάκωσης της αντιπαράθεσης ανάμεσα στα δύο κράτη τα οποία, μόλις πριν λίγους μήνες, είχαν φτάσει στα πρόθυρα ενός σοβαρού θερμού επεισοδίου. Τι σηματοδοτούν όμως αυτές οι συνομιλίες; Είναι η αρχή μίας διπλωματικής λύσης στις διαφορές των δύο κρατών ή μόνο μία προσωρινή ανάπαυλα στην αντιπαράθεση τους;

Όπως είχαμε τονίσει και σε παλαιότερο άρθρο, οι λόγοι της αναζωπύρωσης των ανταγωνισμών ανάμεσα στις δύο αυτές περιφερειακές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είναι πολυάριθμοι, από τη χάραξη Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων μέχρι το «Κυπριακό».

Οι διαφορές ανάμεσα στην τουρκική και την ελληνική αστική τάξη είναι βαθιές και αγεφύρωτες και σχεδόν καμία δεν μπορεί να βρει μόνιμη και οριστική λύση μέσα από διπλωματικά μονοπάτια. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις διαφορές πάνω στο ζήτημα της χάραξης ΑΟΖ.. Η τουρκική αστική τάξη θέλει να οριοθετηθούν οι ΑΟΖ με αφετηρία τις ηπειρωτικές ακτές των 2 χωρών και όχι τα νησιά. Αυτό θα σήμαινε πως η τουρκική ΑΟΖ θα περιελάμβανε το μισό Αιγαίο. Καμία ελληνική κυβέρνηση, ακόμη και αν το ήθελε, δεν θα μπορούσε να κάνει μία τέτοια παραχώρηση χωρίς να έχει μεσολαβήσει μία πολεμική ήττα. Αντίστοιχα, καμία τουρκική κυβέρνηση δεν μπορεί να δεχθεί να οριοθετηθεί η ΑΟΖ με αφετηρία τα ελληνικά νησιά, καθώς αυτό περιορίζει την τουρκική ΑΟΖ σε μία πολύ στενή θαλάσσια λωρίδα γύρω από τις ακτές της Τουρκίας. Έτσι λοιπόν οι συνομιλίες αυτές αποτελούν μόνο μία προσωρινή ανάπαυλα στη γενικότερη όξυνση των ανταγωνισμών ανάμεσα σε δύο περιφερειακές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Γιατί ξεκίνησαν τώρα οι συνομιλίες;

Οι δύο άρχουσες τάξεις είναι αναγκασμένες να κάτσουν στο τραπέζι του διαλόγου γιατί σε αυτή τη φάση, για διαφορετικούς λόγους η κάθε μία, δεν μπορούν να καταφύγουν σε πόλεμο. Η οικονομική κρίση είναι πολύ βαθιά και στις δύο χώρες και ένας δαπανηρός πόλεμος θα ήταν καταστροφικός και για τις οικονομίες και των δύο χωρών. Επιπρόσθετα, ένας πόλεμος εγκυμονεί πάντα τον κίνδυνο σοβαρής αποσταθεροποίησης των αστικών καθεστώτων στις δύο χώρες και της δημιουργίας αντιπολεμικών, ακόμη και επαναστατικών κινημάτων.

Ο δεύτερος λόγος έναρξης του διαλόγου είναι η κλιμάκωση των πιέσεων των Ευρωπαίων και Αμερικάνων ιμπεριαλιστών για την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών ανάμεσα στα δύο κράτη. Η Τουρκία αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό σύμμαχο τόσο για τους Αμερικάνους όσο και τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Αποτελεί μία ισχυρή περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη, σε μία πολύ σημαντική θέση για τον δυτικό ιμπεριαλισμό. Συνορεύει με βασικούς αντιπάλους των ΗΠΑ, όπως η Ρωσία και το Ιράν. Αποτελεί ένα ορμητήριο για επέμβαση στη Μέση Ανατολή και έχει έναν από τους πιο ισχυρούς στρατούς στο ΝΑΤΟ. Η σημασία της Τουρκίας για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό συνοψίζεται σε πρόσφατο κείμενο της αμερικανικής κυβέρνησης που δημοσιεύθηκε στις 20 Γενάρη: «Η Τουρκία είναι ένας σύμμαχος κλειδί και οι ΗΠΑ είναι προσηλωμένες στη βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στις χώρες μας…Η Τουρκία αποτελεί την ανατολική γέφυρα του ΝΑΤΟ, ελέγχοντας τα στενά του Βοσπόρου και τα Δαρδανέλια, που συνδέουν τη Μαύρη Θάλασσα με τη Μεσόγειο.»

Η Τουρκία είναι επίσης μία εξαιρετικά σημαντική χώρα και για τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Αυτό φάνηκε στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Δεκέμβρη κατά την οποία, παρά τις ελπίδες των Ελλήνων αστών, δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις στην Τουρκία και δεν έγινε καν αναφορά για παραβίαση των «κυριαρχικών δικαιωμάτων» της Ελλάδας. Η απόφαση καλούσε μόνο για αποκλιμάκωση της έντασης και άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο για κυρώσεις στην Τουρκία στην επόμενη Σύνοδο, τον Μάρτιο. Αυτό ήταν ένα ισχυρό χαστούκι για την άρχουσα τάξη στην Ελλάδα.

Το γερμανικό κεφάλαιο θέλει να αποφύγει με κάθε τρόπο μία σοβαρή αντιπαράθεση με την Τουρκία με την οποία έχει στενούς οικονομικούς δεσμούς. Επίσης, θέλει με κάθε τρόπο να διατηρήσει τη συμφωνία για το «προσφυγικό», που μετατρέπει την Τουρκία σε δεσμοφύλακα που κρατά 4 εκατομμύρια εξαθλιωμένους πρόσφυγες μακριά από την «πολιτισμένη Ευρώπη». Αυτά τα δεδομένα μετράνε πολύ περισσότερο στα μυαλά των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών από τις αξιώσεις των Ελλήνων καπιταλιστών για την εθνική τους κυριαρχία.

Η μόνη χώρα που φάνηκε να τάσσεται ανοιχτά με τις διεκδικήσεις των Ελλήνων αστών τους προηγούμενους μήνες ήταν η γαλλική αστική τάξη. Η επέμβαση της Τουρκίας σε πρώην αποικίες της Γαλλίας (όπως η Λιβύη), καθώς και οι διεκδικήσεις της Τουρκίας για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στη ΝΑ Μεσόγειο, απειλούν άμεσα τις συμφωνίες εξόρυξης υδρογονανθράκων που έχει ήδη συνάψει η Γαλλική πολυεθνική Total με την Κυπριακή Δημοκρατία. Ωστόσο, το γεγονός ότι η Γαλλία δεν πίεσε για πιο αυστηρές κυρώσεις στη Σύνοδο Κορυφής δείχνει πως η αντιπαράθεση με την Τουρκία βρίσκεται προσωρινά σε αποκλιμάκωση και πως υπάρχουν πιθανότατα μυστικές συνομιλίες και διαπραγματεύσεις.

Το μόνο βέβαιο είναι πως, παρά την αντιπαράθεση τους Τούρκους αστούς, οι Γάλλοι ιμπεριαλιστές δεν είναι σε καμία περίπτωση πρόθυμοι να στηρίξουν πλήρως τις διεκδικήσεις της ελληνικής αστικής τάξης. Στο ζήτημα της χάραξης ΑΟΖ για παράδειγμα, η γαλλική αστική τάξη δεν θα αποδέχονταν ποτέ την ερμηνεία των Ελλήνων αστών για το «Διεθνές Δίκαιο» για χάραξη ΑΟΖ με αφετηρία τα παράλια των νησιών και όχι από τις ηπειρωτικές ακτές των δύο χωρών. Αν το έκαναν αυτό τότε θα αναιρούσαν τη συμφωνία που έχουν κάνει με τη Βρετανία για χάραξη ΑΟΖ στη θάλασσα της Μάγχης. Σε αυτή τα βρετανικά νησιά δε λαμβάνονται καθόλου υπόψη. Οι Γάλλοι ιμπεριαλιστές έχουν ήδη αποκομίσει τα πρώτα σημαντικά κέρδη από την αντιπαράθεση με την Τουρκία τους προηγούμενους μήνες. Έχουν ήδη πουλήσει στρατιωτικό εξοπλισμό άνω των 2,5 δισ. στην υπερχρεωμένη Ελλάδα και αναμένεται να κάνουν και άλλες πωλήσεις.

Από την πλευρά του ο Ερντογάν ρίχνει επίσης του τόνους και μιλά τώρα για την ανάγκη σύνδεσης με την Ευρώπη. Αυτή η μεταστροφή εξηγείται από το γεγονός πως η τουρκική οικονομία βιώνει μία σοβαρή κρίση και το τουρκικό κράτος βρίσκεται κοντά στο να ζητήσει βοήθεια από το ΔΝΤ. Το 2020 η λίρα έχασε το 30% της αξίας της έναντι του δολαρίου και η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας έχει εξαντλήσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα.

Η προοπτική του πολέμου και η ταξική πάλη

Οι συνομιλίες δεν μπορούν να λύσουν κανένα από τα θεμελιώδη ζητήματα που χωρίζουν την ελληνική και την τουρκική αστική τάξη. Οι διεκδικήσεις και των δύο πλευρών, όπως τονίσαμε παραπάνω, είναι αγεφύρωτες και δεν μπορεί να λυθούν με διπλωματικά μέσα. Παρότι, όπως έχουμε εξηγήσει σε παλαιότερα άρθρα μας, ο πόλεμος δεν είναι μία άμεση προοπτική, όσο δεν ανατρέπεται ο καπιταλισμός στις δύο πλευρές του Αιγαίου, ένας πόλεμος ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία θα γίνει κάποια στιγμή στο μέλλον αναπόφευκτος.

Και αυτό οι αστικές τάξεις των δύο χωρών το δείχνουν έμπρακτα με την αύξηση των εξοπλιστικών τους δαπανών. Το ελληνικό κράτος, με ένα δημόσιο χρέος πάνω από 200%, χωρίς να έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα ενίσχυσης για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και με τα φτωχότερα λαϊκά στρώματα να υποφέρουν από την κρίση, συνεχίζει να είναι δεύτερο σε στρατιωτικές δαπάνες στο ΝΑΤΟ, με αυτές να ανέρχονται στο 2,58% του ΑΕΠ. Αντί να ενισχύσει τα νοσοκομεία, αγοράζει πανάκριβα όπλα, όπως τα πολεμικά αεροσκάφη «Ραφάλ».

Ένας τέτοιος μελλοντικός πόλεμος θα έχει ως κίνητρο μόνο τα κέρδη και τα συμφέροντα των δύο ανταγωνιζομένων αστικών τάξεων και θα είναι απόλυτα αντιδραστικός. Ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος θα πότιζε την εργατική τάξη και των δύο χωρών με το δηλητήριο του εθνικισμού. Η εργατική τάξη έχει ακόμα τον απαιτούμενο χρόνο για να προετοιμαστεί και να βάλει φρένο με τους αγώνες της σε έναν επερχόμενο πόλεμο. Δυστυχώς, οι ηγεσίες του εργατικού κινήματος, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένες να προετοιμάσουν ένα τέτοιο αγώνα, αλλά τάσσονται ανοιχτά στο πλευρό της αστικής τάξης στο ζήτημα της αντιπαράθεσης με το τουρκικό κράτος.

Αυτό φάνηκε έμπρακτα κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού για τα εξοπλιστικά προγράμματα, όπου η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όπως και του ΜεΡΑ25 ψήφισαν παρόν για την αγορά τους, κάτι που συνιστά ουσιαστικά μία δειλή υπερψήφιση. Η ηγεσία του ΚΚΕ ορθά καταψήφισε αυτόν τον προϋπολογισμό, ωστόσο το έκανε για τους λάθος λόγους. Καταψήφισε τον προϋπολογισμό όχι από τη σκοπιά του επαναστατικού διεθνισμού αλλά από τη σκοπιά του πατριωτισμού και της μη συνεπούς υπεράσπισης των «κυριαρχικών δικαιωμάτων» της Ελλάδας απέναντι στην «Τουρκική Επιθετικότητα». Όπως εξήγησε ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ στη σχετική του ομιλία στη Βουλή το ΚΚΕ καταψηφίζει τον προϋπολογισμό γιατί «το εξοπλιστικό πακέτο δεν έχει ως προτεραιότητα την άμυνα του λαού και της χώρας, την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αντίθετα, στόχος του είναι να υποστηρίξει τους επικίνδυνους σχεδιασμούς των ΗΠΑ του ΝΑΤΟ».

Εμπόδιο στα πολεμικά σχέδια των δύο αντιδραστικών αστικών τάξεων μπορεί να βάλει μόνο το εργατικό κίνημα σε Ελλάδα και Τουρκία. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Τουρκία προετοιμάζονται μεγάλα κινήματα, και αργά ή γρήγορα, επαναστατικά ξεσπάσματα. Στην Τουρκία η οικονομική κρίση τσακίζει την εργατική τάξη. Η υποστήριξη στο κόμμα του Ερντογάν (ΑΚP) βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Το AKP λαμβάνει 30% στις δημοσκοπήσεις. Μαζί με το ακροδεξιό ΜΗP με το οποίο έχουν κυβερνητικό συνασπισμό, φτάνουν το 37% με 43% μακριά δηλαδή από το 51% που χρειάζεται ο Ερντογάν για να νικήσει στις εκλογές του 2023. Η εργατική τάξη θα κινητοποιηθεί αναπόφευκτα το επόμενο διάστημα στην Τουρκία.Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις των φοιτητών στην Τουρκία δείχνουν ότι η τουρκική κοινωνία είναι ένα καζάνι που βράζει. Η νεολαία, σαν ένα ευαίσθητο βαρόμετρο, δείχνει τις διεργασίες ριζοσπαστικοποίησης που συντελούνται στην τουρκική κοινωνία.

Μόνο η εργατική τάξη σε Ελλάδα και Τουρκία, μαζί με τα ταξικά αδέρφια στις χώρες της ΝΑ Μεσογείου, μπορούν με τους αγώνες τους να βάλουν φρένο στα πολεμικά σχέδια των αντιδραστικών ολιγαρχιών της περιοχής και τελικά, με τη νίκη του σοσιαλισμού στη μία χώρα μετά την άλλη, να βάλουν ένα οριστικό τέλος στον καπιταλιστικό εφιάλτη των πολέμων, της φτώχειας, της ανεργίας και της προσφυγιάς.

Ηλίας Κυρούσης

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα