Η δολοφονία του νεαρού φιλάθλου της ΑΕΚ Μιχάλη Κ. («Μάικ»), καθώς και ο σοβαρός τραυματισμός πολλών ακόμα ανθρώπων, ήταν το αιματηρό αποτέλεσμα του φονικού πογκρόμ που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Δευτέρας στη Νέα Φιλαδέλφεια από ορδές φασιστών χούλιγκανς της κροατικής Ντιναμό Ζάγκρεμπ. Αυτή η δολοφονία έχει προκαλέσει μαζική οργή και δίκαιη αγανάκτηση, ιδιαίτερα λόγω της πλήρους απραξίας της αστυνομίας.
Η UEFA, η ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ένωση και διοργανώτρια του αγώνα μεταξύ Ντιναμό Ζάγκρεμπ και ΑΕΚ στο πλαίσιο του Champions League, είχε εκδώσει για τον συγκεκριμένο αγώνα απαγόρευση μετακίνησης οπαδών της Ντιναμό στην Ελλάδα. Ωστόσο, όπως έχει καταγραφεί αδιάψευστα, οι σχεδόν 200 χούλιγκανς της Ντιναμό Ζάγκρεμπ (της οποίας οι χούλιγκανς είναι γνωστοί για την άρρηκτη σύνδεσή τους με νεοναζιστικές συμμορίες) πέρασαν τα σύνορα και διέσχισαν όλη την Ελλάδα με κονβόι από αυτοκίνητα και βανάκια χωρίς να συναντήσουν κανένα εμπόδιο και στη συνέχεια ανενόχλητοι κυκλοφορούσαν πάνοπλοι με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς της Αθήνας. Όταν, αφού συναντήθηκαν με Έλληνες «ομοϊδεάτες» τους, προχώρησαν στο φονικό πογκρόμ στη Νέα Φιλαδέλφεια, οι παρευρισκόμενοι στην περιοχή βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια ορδή φασιστών που διψούσε για αίμα.
«Η σύγχρονη κρατική εξουσία δεν είναι παρά μια επιτροπή που διαχειρίζεται τις υποθέσεις της αστικής τάξης στο σύνολό της». Αυτή η περίφημη ρήση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου εξηγεί το πώς, σε μια χώρα που σταθερά έχει μεταξύ των Ευρωπαϊκών κρατών από τις υψηλότερες δαπάνες για την αστυνομία ως ποσοστό του ΑΕΠ και από τους μεγαλύτερους αριθμούς αστυνομικών ανά πληθυσμό, ένα τέτοιο περιστατικό μπόρεσε να συμβεί χωρίς σε κανένα στάδιο να υπάρξει αστυνομική παρέμβαση. Οι «υποθέσεις» των Ελλήνων καπιταλιστών, με τις οποίες και απασχολείται ο πυρήνας του αστικού κράτους – η αστυνομία, η δικαστική εξουσία, κλπ., περιλαμβάνουν την ανάγκη καταστολής των αγωνιζόμενων εργαζομένων και νέων μέσω ανεξέλεγκτης αστυνομικής βίας, τρομοκρατίας και δικαστικών διώξεων. Δεν περιλαμβάνουν, ωστόσο, την προστασία ανυποψίαστων φιλάθλων και κατοίκων μιας γειτονιάς από περιοδεύοντες μαχαιροβγάλτες. Για την ακρίβεια, η ανοχή και ενθάρρυνση της παρακρατικής φασιστικής βίας, με σκοπό την τρομοκράτηση των αγωνιστών του εργατικού κινήματος και της νεολαίας με μεθόδους που δεν μπορεί να υιοθετήσει σε αυτήν τη φάση το ίδιο το επίσημο κράτος, αποτελεί βασικό «καθήκον» των σωμάτων «τήρησης της τάξης».
Έτσι, έχοντας ως «ενδιάμεσους» τους με χίλια νήματα συνδεδεμένους με τον κρατικό μηχανισμό Έλληνες νεοναζί, οι Κροάτες πατενταρισμένοι φασιστοχούλιγκανς, όχι μόνο έφτασαν μέχρι την Αθήνα παρά την απαγόρευση αλλά, σχεδόν «παρέλασαν περήφανα» από τα σύνορα μέχρι το σημείο όπου εξαπέλυσαν τη δολοφονική τους επίθεση. Η ΕΛΑΣ λοιπόν, που εκ των υστέρων ισχυρίστηκε ότι «παρακολουθούσε διακριτικά»(!) τους εισαγόμενους συμμορίτες, δεν είναι απλά υπεύθυνη για μια ατυχή «αμέλεια» αλλά ένοχη για την εγκληματική αδράνεια που συνειδητά επέδειξε, λόγω της εγγενούς φιλικής της στάσης απέναντι στους νεοναζί.
Η εργαζόμενη πλειοψηφία της κοινωνίας δεν μπορεί να μείνει απαθής μπροστά στη φασιστική δράση – ντόπια και εισαγόμενη – και την ανοχή-ενθάρρυνσή της από την αστυνομία. Είναι επιτακτική αναγκαιότητα να διεκδικηθεί από το εργατικό κίνημα και τη νεολαία η άμεση αποπομπή όλων των φασιστικών στοιχείων που υπηρετούν στην αστυνομία, η διάλυση όλων των ειδικών κατασταλτικών αστυνομικών σωμάτων-εκκολαπτηρίων φασιστών και η αντικατάσταση της σημερινής αστυνομίας από ένα νέο σώμα που θα υπόκειται στο δημοκρατικό έλεγχο και τη διοίκηση των μαζικών οργανώσεων των εργαζόμενων πολιτών και της νεολαίας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο, μέσα στο γενικότερο πλαίσιο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, μπορεί να εξαλειφθεί οριστικά αυτή η αιμοσταγής έκφανση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που ονομάζεται φασισμός, καθώς και το κράτος-προστάτης του.